Αρχική Ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας, χωροταξική αναδιάρθρωση των δικαστηρίων της πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης και λοιπές ρυθμίσεις του Υπουργείου ΔικαιοσύνηςΆρθρο 19 Ενοποίηση των σταδίων γραπτής εξέτασης με τη συμπερίληψη της εξέτασης ξένης γλώσσας – Τροποποίηση άρθρου 19 ν. 4871/2021Σχόλιο του χρήστη Μαρία Νεφέλη | 16 Απριλίου 2024, 20:51
Καλό θα ήταν να επανέλθει το ανώτατο ηλικιακό όριο εισαγωγής στη Σχολή Δικαστών στα 45 έτη ώστε να μην υφίσταται απαράδεκτη διάκριση με κριτήριο την ηλικία των υποψηφίων. Αυτή είναι η πλέον δίκαιη και ορθή λύση που συνάδει με τόσο με το Σύνταγμα της χώρας μας όσο και με το ενωσιακό δίκαιο και την ενωσιακή νομολογία. Το δε κατώτατο ηλικιακό όριο εισαγωγής να παραμείνει ως έχει, δηλαδή στα 28 έτη. Τούτο διότι οποιαδήποτε αιφνιδιαστική αύξηση αυτού θα είχε ως αποτέλεσμα τον αιφνιδιασμό και τον αποκλεισμό από τον εισαγωγικό διαγωνισμό πολλών υποψηφίων που προετοιμάζονται εδώ και τουλάχιστον δύο χρόνια για τη συμμετοχή τους σε αυτόν. Ακόμα και μεταβατική διάταξη να προβλεπόταν και πάλι δεν μπορούσε να αρθεί η αδικία καθόσον ο κάθε υποψήφιος έλαβε την απόφαση να ασχοληθεί με τον συγκεκριμένο διαγωνισμό και να κάνει τις αντίστοιχες θυσίες (οικονομικής, ψυχολογικής φύσεως και όχι μόνο) επί τη βάσει συγκεκριμένων δεδομένων τα οποία ίσχυσαν από τις απαρχές της διεξαγωγής του διαγωνισμού αυτού. Δεν μπορούμε να πούμε σε έναν υποψήφιο που ξεκίνησε την προετοιμασία του στα 26 του χρόνια με στόχο να συμμετάσχει στον διαγωνισμό για πρώτη φορά στην ηλικία των 28 ετών, στηριζόμενος μάλιστα στο ανέκαθεν νομοθετικά ισχύον κατώτατο ηλικιακό όριο των 28 ετών, να περιμένει π.χ. μέχρι τα 35 έτη που θα είναι υποτίθεται πιο ώριμος και έμπειρος νομικός. Είναι τουλάχιστον επιφανειακή η σύνδεση της ηλικίας καθ’ εαυτής με την πνευματική ωριμότητα ενός ανθρώπου και με την απόκτηση δικαστηριακής εμπειρίας. Εκεί έξω υπάρχουν πάρα πολλοί μάχιμοι δικηγόροι ηλικίας πάνω - κάτω 30 ετών με πολύ καλή γνώση του δικαίου και με πληθώρα παραστάσεων στο ενεργητικό τους και ομοίως πολλοί δικηγόροι, 40 ετών και άνω, οι οποίοι δεν διαθέτουν ιδιαίτερη δικαστηριακή εμπειρία είτε επειδή π.χ. ασκούν συμβουλευτική δικηγορία είτε επειδή λ.χ. ασχολούνται επί πολλά έτη αποκλειστικά με ένα πολύ περιορισμένο αντικείμενο (π.χ. αναγκαστική εκτέλεση). Πώς μπορούμε λοιπόν να είμαστε απολύτως βέβαιοι ότι ένας δικηγόρος 40+ ετών διαθέτει πράγματι μεγαλύτερη δικαστηριακή εμπειρία από έναν/μία συνάδελφό του 30+ ετών; Πρέπει δε να επισημανθεί και να ληφθεί σοβαρά υπόψη από το Υπουργείο και το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία όχι απλώς των υποψηφίων αλλά και των επιτυχόντων στον συγκεκριμένο διαγωνισμό είναι ηλικίας 28 - 35 ετών. Αυτό δε είναι κάτι που μπορεί πολύ εύκολα να διαπιστωθεί. Κατά συνέπεια, με βάση το δεδομένο αυτό, μία αιφνίδια και μεγάλη αύξηση του κατώτατου ηλικιακού ορίου εισαγωγής π.χ. από τα 28 στα 35 έτη, εκτός του ότι θα προκαλούσε μεγάλη ανασφάλεια δικαίου και υπέρμετρη αδικία σε βάρος των νεότερων ηλικιακά υποψηφίων, θα είχε περαιτέρω ως απότοκο τον αποκλεισμό από τον διαγωνισμό των καλύτερων υποψηφίων και κατ’ επέκταση των καλύτερων αυριανών δικαστικών λειτουργών. Δεν μπορούμε να μειώνουμε κατά τέτοιο απόλυτο τρόπο όλους τους υποψηφίους που είναι νεότεροι των 35 ετών, χαρακτηρίζοντας τους συλλήβδην ως πνευματικά ανώριμους και άπειρους νομικούς, παραβλέποντας μάλιστα το γεγονός ότι αυτοί ακριβώς οι υποψήφιοι αποτελούν εδώ και χρόνια τη συντριπτική πλειοψηφία των επιτυχόντων στον συγκεκριμένο διαγωνισμό. Αμφισβητούμε δηλαδή ευθέως - εκτός των άλλων - και την κρίση των ανώτατων δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών που συγκροτούν τις εξεταστικές επιτροπές; Αφού - όπως υποστηρίζουν κάποιοι/ες - οι υποψήφιοι ηλικίας 40 ετών και άνω διαθέτουν κατ’ αμάχητο τεκμήριο μεγαλύτερη νομική κατάρτιση και δικαστηριακή εμπειρία, γιατί δυσκολεύονται τόσο πολύ να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του συγκεκριμένου διαγωνισμού και να επιτύχουν την εισαγωγή τους και ‘’βλέπουν την πλάτη’’ των νεαρότερων συνυποψηφίων τους; Μήπως λοιπόν ο πραγματικός λόγος που κάποιοι/ες κόπτονται για την αύξηση του κατώτατου ηλικιακού ορίου εισαγωγής στην ΕΣΔΙ είναι το να αποκλειστούν οι πλέον ανταγωνιστικοί και καλά προετοιμασμένοι υποψήφιοι μήπως και καταστεί ευκολότερη η εισαγωγή τους; Αυτό και μόνο θα έπρεπε να μας λέει πολλά για το πραγματικό ήθος κάποιων υποψηφίων και για το πόσο ευκαιριακά και τυχοδιωκτικά αντιμετωπίζουν τη συμμετοχή τους στον συγκεκριμένο διαγωνισμό. Επαναλαμβάνω ότι η συντριπτική πλειοψηφία των επιτυχόντων είναι ηλικίας 28 - 35 ετών! Τα οριστικά αποτελέσματα κάθε χρόνο μιλάνε από μόνα τους και αποδεικνύουν ακράδαντα το αληθές του ισχυρισμού αυτού. Όσο λοιπόν και αν ενοχλούνται κάποιοι/ες καλό θα είναι να αποδεχθούν και να συνειδητοποιήσουν, έστω και αργά, ότι δικαστής δεν δικαιούσαι και δεν πρέπει επ’ ουδενί να γίνεις επειδή ‘’στους τυφλούς βασιλεύει ο μονόφθαλμος’’ αλλά μόνον επειδή ήσουν ο καλύτερος μεταξύ των καλύτερων! Η θέση στην ΕΣΔΙ δεν είναι θέση στα ΜΜΜ που ο νεότερος θα παραχωρήσει στον ηλικιακά μεγαλύτερο από ευγένεια και σεβασμό. Τίποτα δεν πρόκειται να χαριστεί σε κανέναν επειδή απλώς έκλεισε τα 40 και θέλει να αποκατασταθεί επαγγελματικά. Αναζητούμε τους καλύτερους νομικούς που μελλοντικά θα κρατούν στα χέρια τους την τύχη των πολιτών αυτής της χώρας, ούτε τους νεότερους, ούτε τους μεγαλύτερους ηλικιακά, ούτε τους πιο εμφανίσιμους/ες. Πρόκειται για νομικό διαγωνισμό και όχι για καλλιστεία. Τέλος, προς εκείνους τους λίγους που επιθυμούν αύξηση του συντελεστή βαρύτητας του μαθήματος της γενικής παιδείας, να τους υπενθυμίσουμε ότι πρόκειται για διαγωνισμό με σκοπό την ανάδειξη των αυριανών δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών της χώρας, ήτοι των καλύτερων νομικών και όχι για διαγωνισμό φιλολόγων ή μεταφραστών - διερμηνέων. Το ορθότερο λοιπόν θα ήταν τόσο η ξένη γλώσσα όσο και η γενική παιδεία να πάψουν να εξετάζονται διότι η εξέταση των συγκεκριμένων μαθημάτων και ειδικά της γενικής παιδείας μόνο σε αδικίες οδηγεί κάθε χρόνο. Τι να πρωτοαναφέρουμε εδώ; Ότι έχουν εισαχθεί στην ΕΣΔΙ υποψήφιοι που έγραψαν 6 (δηλ. τη βάση) στα νομικά μαθήματα και 13 στη γενική παιδεία τη στιγμή που είναι ακόμη εκτός ΕΣΔΙ και ξαναδίνουν για πολλοστή φορά υποψήφιοι που αρίστευσαν στα νομικά μαθήματα αλλά έγραψαν χαμηλότερο βαθμό στη γενική παιδεία; Ότι πολλές φορές, ιδίως στο μάθημα αυτό, παρατηρείται μεγάλη βαθμολογική απόκλιση μεταξύ των δύο διορθωτών με αποτέλεσμα να διορθώνει και τρίτος, γεγονός που αποδεικνύει την απόλυτη υποκειμενικότητα της βαθμολόγησης του συγκεκριμένου μαθήματος; Ότι δεν υπάρχουν σαφείς οδηγίες διόρθωσης του μαθήματος αυτού με αποτέλεσμα η τελική βαθμολογία να εναπόκειται στην προσωπική κρίση του διορθωτή και μόνο; Ότι ουκ ολίγες φορές βλέπουμε τον ίδιο υποψήφιο να έχει αριστεύσει στο μάθημα της γενικής παιδείας στη μία κατεύθυνση (π.χ. των εισαγγελέων) αλλά να έχει κοπεί στο ίδιο μάθημα στην άλλη κατεύθυνση (π.χ. των δικαστών - ειρηνοδικών); Δηλαδή ο ίδιος υποψήφιος στη μία κατεύθυνση κρίθηκε ότι διαθέτει γενική παιδεία και ολοκληρωμένη σκέψη ενώ στην άλλη όχι; Πώς εξηγούνται αλήθεια τα φαινόμενα αυτά εάν δεν οφείλονται αποκλειστικά στην απόλυτη υποκειμενικότητα της διόρθωσης; Είναι δυνατόν να υποστηρίζεται από κάποιους/ες ότι ένας πτυχιούχος ελληνικής Νομικής Σχολής, πιθανότατα και κάτοχος μεταπτυχιακού ή διδακτορικού τίτλου σπουδών, που δικηγορεί επί έτη, γράφει άρτια δικόγραφα, ενδεχομένως αρθρογραφεί σε νομικά περιοδικά και έχει και συγγραφική δραστηριότητα δεν είναι σε θέση να γράψει ένα κείμενο 5 - 6 σελίδων επί ενός ζητήματος της επικαιρότητας με νομικές προεκτάσεις; Άλλωστε, το αν ένας υποψήφιος έχει εν γένει ολοκληρωμένη σκέψη είναι κάτι που μπορεί πολύ εύκολα να διαπιστωθεί και μέσω των απαντήσεων στα νομικά μαθήματα δεδομένου ότι η εξέταση σε αυτά δεν γίνεται μέσω ερωτήσεων πολλαπλής επιλογής αλλά με ανάπτυξη κειμένου που πρέπει μάλιστα να ακολουθεί τη δομή μίας δικαστικής απόφασης. Αυτό που πρέπει επιτέλους να εμπεδωθεί από τους υποψηφίους του συγκεκριμένου διαγωνισμού είναι ότι δεν πρέπει οι προϋποθέσεις συμμετοχής και η διεξαγωγή του συγκεκριμένου διαγωνισμού να αντιμετωπίζονται με νομοθετική προχειρότητα ούτε οι υποψήφιοι να λειτουργούν με όρους αρένας και να προτείνουν κάθε φορά που τίθεται σε διαβούλευση ένα σχετικό με τον διαγωνισμό νομοσχέδιο νομοθετικές μεταβολές με γνώμονα όχι το αντικειμενικά δίκαιο και ορθό αλλά το προσωπικό τους συμφέρον. Δεν μπορείς να ζητάς τον αποκλεισμό των υποψηφίων που είναι νεότεροι των 35 ετών επειδή είσαι άνω των 40 ετών και αποκλείστηκες από τον διαγωνισμό με τη μείωση από τα 45 στα 40 έτη ή να προτείνεις να πάψει να ισχύει η προσαύξηση που προβλέπεται για τους κατόχους των μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων επειδή εσύ δεν διαθέτεις ή να ζητάς αυξημένο συντελεστή βαρύτητας της γενικής παιδείας επειδή αποδίδεις καλύτερα σε αυτό το μάθημα απ’ ό,τι στα νομικά μαθήματα και πάει λέγοντας. Ας σοβαρευτούμε κάποια στιγμή. Σε κάθε περίπτωση, οι νομοθετικές μεταβολές που επιχειρούνται στον εισαγωγικό διαγωνισμό της ΕΣΔΙ δια του παρόντος νομοσχεδίου, ήτοι η εξέταση της ξένης γλώσσας σε ενιαίο στάδιο με τα νομικά μαθήματα και με συντελεστή βαρύτητας 0,4 καθώς και η μείωση του συντελεστή βαρύτητας της γενικής παιδείας στο 0,6 αντί για 1 που ισχύει σήμερα, κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση. Καλό θα ήταν δε οι μεταβολές αυτές να ισχύσουν ήδη από τον φετινό διαγωνισμό λαμβανομένου υπόψη ιδίως του γεγονότος ότι η επιπλέον μετάβαση εντός του μηνός Ιουλίου για την εξέταση της ξένης γλώσσας (σε προκριματικό στάδιο όπως ισχύει σήμερα) συνεπάγεται την άσκοπη ταλαιπωρία και την υπέρμετρη οικονομική επιβάρυνση των περισσότερων υποψηφίων που θα υποχρεωθούν σε διπλά έξοδα μετάβασης και διαμονής στη Θεσσαλονίκη. Αναφορικά όμως με τη διάταξη που προσθέτει στην ύλη της κατεύθυνσης της διοικητικής δικαιοσύνης το ευρωπαϊκό δίκαιο, δέον να ισχύσει αυτή από τον επόμενο εισαγωγικό διαγωνισμό του έτους 2025 προς αποφυγή αιφνιδιασμού των υποψηφίων της κατεύθυνσης αυτής τέσσερις μόλις μήνες πριν τη διενέργεια του. Τέλος, όπως επεσήμαναν και άλλοι σχολιαστές, θα πρέπει στα γραπτά να αναγράφονται και παρατηρήσεις και όχι μόνο η βαθμολογία, ο κάθε υποψήφιος να έχει πλήρη πρόσβαση στο γραπτό του, τα προφορικά να επανέλθουν στο 15% για να μην μένουν τελικά εκτός υποψήφιοι που έγραψαν καλύτερα και να γίνεται απομαγνητοφώνηση της προφορικής εξέτασης όπως ακριβώς ισχύει και σε άλλες χώρες με σκοπό τη διασφάλιση της αξιοκρατίας και της διαφάνειας του πλέον κρίσιμου εισαγωγικού διαγωνισμού. Ευελπιστώ ότι στο άμεσο μέλλον, αν όχι με το παρόν νομοσχέδιο, θα προωθηθούν οι κομβικές αυτές νομοθετικές μεταβολές που πραγματικά θα αναμορφώσουν τον διαγωνισμό.