Αρχική Δίκαιη ΔίκηΆρθρο 40: Εκκρεμείς δίκες μετά την πρότυπη δίκηΣχόλιο του χρήστη Γ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ | 26 Δεκεμβρίου 2011, 23:42
Υπουργείο Δικαιοσύνης Μεσογείων 96, Τ.Κ. 11527 Τηλ: 213-1307000 email Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων (DPO): dpo@justice.gov.gr Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Επί της παρ. 2 Εφόσον το ζήτημα που επιλύθηκε κατά την πρότυπη δίκη είναι το μόνο αμφισβητούμενο σε εκκρεμείς υποθέσεις, αντί για την ενασχόληση των δικαστηρίων με τις υποθέσεις αυτές (έστω και κατά τη διαδικασία του άρθρου 126Α του Κ.Δ.Δ.) θα εξυπηρετούσε καλύτερα τον σκοπό του νομοσχεδίου, στις περιπτώσεις όπου το εκκρεμές ένδικο βοήθημα πρέπει, με βάση τα κριθέντα κατά την πρότυπη δίκη, να γίνει δεκτό, η θέσπιση μιας διαδικασίας εντός της Διοικήσεως με την υποβολή σχετικής αιτήσεως (π.χ. στα κατά τόπους γραφεία του Ν.Σ.Κ. ή απευθείας στην αρμόδια διοικητική αρχή) εντός οριζόμενης προθεσμίας (π.χ. εξαμήνου από τη δημοσίευση που προβλέπεται στην προτεινόμενη με το ν/σχ νέα παρ. 3 εδάφ. α΄ του άρθ. 1 του ν. 3900 – πρβλ άρθ. 51 παρ. 6 ν. 345/1976 περί ΑΕΔ), και μόνο στην περίπτωση μη αποδοχής της αιτήσεως εντός οριζόμενης προθεσμίας (ή του κατ’ άρθ. 63 παρ. 2 Κ.Δ.Δ. τριμήνου) να υπάρχει δυνατότητα επανόδου του ενδιαφερομένου στο δικαστήριο κατά την διαδικασία του άρθρου 126 Α. Άλλωστε η νομολογία έχει ήδη υιοθετήσει λύσεις στο πνεύμα αυτό (βλ. ΣτΕ 1276/2004, 1175/2008). Σε περίπτωση όμως που η υπόθεση παρουσιάζει και άλλα ζητήματα προς επίλυση – πράγμα που πάντως δεν μπορεί να κρίνεται μόνο με βάση τους ισχυρισμούς του διαδίκου που ευνοείται από την λύση που δόθηκε κατά την πρότυπη δίκη, σε συνδυασμό με την ενδεχόμενη αμέλεια αντικρούσεώς του από τον αντίδικο – δεν δικαιολογείται η χρήση της «πρόχειρης» διαδικασίας του άρθρου 126Α Κ.Δ.Δ., αντίθετα απ’ ότι ορίζεται στην προτεινόμενη ρύθμιση (βλ το προτελευταίο εδάφιο της προτεινόμενης παρ. 3 του άρθ 1 ν. 3900), η οποία οδηγεί τελικά σε επανειλημμένη ενασχόληση του δικαστηρίου (και, πολύ πιθανόν, διαφορετικών δικαστών) με την ίδια υπόθεση, δηλ σε αποτελέσματα αντίθετα από τα επιδιωκόμενα.