Αρχική Ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας, χωροταξική αναδιάρθρωση των δικαστηρίων της πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης και λοιπές ρυθμίσεις του Υπουργείου ΔικαιοσύνηςΜΕΡΟΣ Α’ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΒΑΘΜΟΥ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ – ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΗ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ ΣΚΟΠΟΣ – ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ Άρθρο 1: ΣκοπόςΣχόλιο του χρήστη ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ | 18 Απριλίου 2024, 12:43
Προτού ληφθούν μέτρα ενοποίησης αμφίβολης αποτελεσματικότητας που δημιουργούν ζητήματα αντισυνταγματικότητάς και επιπλέον συνεπάγονται δραστικές αλλαγές στην υπηρεσιακή κατάσταση δικαστικών λειτουργών και δικαστικών γραμματέων, δομικές αλλαγές σε κώδικες και άλλα νομοθετήματα, μεταβολή μισθωτικών και άλλων συμβάσεων με αντισυμβαλλόμενο το δημόσιο, δημιουργία κτιριακών υποδομών κλπ προτείνουμε να εξεταστεί από την εκτελεστική εξουσία η προηγούμενη αντιμετώπιση απλουστέρων ζητημάτων που συνιστούν κοινά διαπιστωμένες διαχρονικές παθογένειες του ελληνικού δικαστικού συστήματος και επιδρούν δυσμενώς στην ταχύτητα και στην ποιότητα απονομής της δικαιοσύνης. Ενδεικτικά και μόνο αναφέρουμε: - Το ζήτημα των άνευ λόγου που δικαιολογεί τούτο πολυσέλιδων δικογράφων (αγωγών, προτάσεων, προσθηκών) που περιέχουν πλήθος αβάσιμων αιτημάτων, ενστάσεων και ισχυρισμών, ασαφή έκθεση των κρίσιμων πραγματικών περιστατικών και κινούνται εκτός των ορίων της εύλογης αντιδικίας και της καλόπιστης διεξαγωγής της δίκης. Πολλές φορές ακόμα και σε απλές υποθέσεις Ειρηνοδικείου το άθροισμα των αριθμών των σελίδων μόνο των δικογράφων ξεπερνά τις 150!!! ενώ η ουσία της υπόθεσης θα μπορούσε να αναπτυχθεί επαρκώς σε πολύ λιγότερες. Αντιλαμβάνεται κανείς ότι και μόνο η μελέτη τέτοιων δικογράφων απαιτεί χρόνο, πόσο μάλλον η απάντηση σε παρελκυστικές ενστάσεις και ισχυρισμούς, στους οποίους όμως το Δικαστήριο πρέπει να απαντήσει σύμφωνα με την συνταγματική επιταγή του άρθρου 93§3 Σ. ενώ επιπλέον αν δεν πράξει τούτο η απόφαση θα είναι αναιρετέα κατ΄άρθρο 559 παρ. 8&19 ΚΠολΔ. - Το ζήτημα της κατάχρησης της υποκειμενικής σώρευσης αγωγών καθώς ενίοτε κατατίθενται αγωγές –ειδικά σε υποθέσεις εργατικών διαφορών- με αριθμό εναγόντων άνω των 300!! - Το ζήτημα των υποθέσεων ασφαλιστικών μέτρων το οποίο λύνεται ευχερώς: α) με την εφαρμογή του άρθρου 691 ΚΠολΔ που ορίζει συνοπτική μόνο αιτιολογία και β) με ανάθεση εκδίκασης των υποθέσεων των ασφαλιστικών μέτρων σε όλους τους Δικαστικούς Λειτουργούς του πρώτου βαθμού. Σήμερα λόγω της διάταξης του άρθρου 21 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων τα ασφαλιστικά μέτρα αρμοδιότητας Πρωτοδικείου εκδικάζονται από Πρόεδρο Πρωτοδικών. Η διάταξη αυτή επαναλαμβάνει την πρόβλεψη του παλαιού άρθρου 17γ του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και βρίσκεται πλέον προδήλως εκτός των σκοπών του νομοθέτη, ο οποίος κατά τον χρόνο θέσπισης της εξέφρασε την προτίμηση οι υποθέσεις των ασφαλιστικών μέτρων λόγω του επείγοντος χαρακτήρα τους να εκδικάζονται από εμπειρότερους δικαστές. Αυτή όμως η ρύθμιση θεσπίστηκε σε εποχές που ο μικρός αριθμός αιτήσεων ασφαλιστικών μέτρων δεν επηρέαζε τον χρόνο εκδίκασης των υποθέσεων, ο οποίος όμως σήμερα στο Πρωτοδικείο Αθηνών ξεπερνά και τους 6 μήνες!!! - Το ζήτημα των δικονομικών αντικινήτρων των κακόπιστων διαδίκων. Σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει σε όλες τις χώρες με σύγχρονα συστήματα δικαίου στην Ελλάδα ο κακόπιστος οφειλέτης δεν έχει ιδιαίτερο λόγο να φοβάται να οδηγηθεί στην δικαιοσύνη καθώς η απαίτηση του δεν θα επιβαρυνθεί ιδιαίτερα από την δικαστική εμπλοκή. Με τα σημερινά νομοθετικά και νομολογιακά δεδομένα ο ηττηθείς κακόπιστος εναγόμενος μπορεί να καταδικαστεί σε δικαστικά έξοδα που πολλές φορές δεν καλύπτουν ούτε την δαπάνη κλητεύσεων του ενάγοντος. Η έννοια της μη εύλογης αντιδικίας και κατ’ επέκταση του μη ευλόγως αντιδικούντος διαδίκου μπορεί να βρει εφαρμογή όχι μόνο στο επιτόκιο επιδίκασης των απαιτήσεων κατ’ άρθρο 346 ΑΚ αλλά και στο πεδίο της επιδίκασης δικαστικών δαπανών και όχι μόνο. Συναφώς με τα ανωτέρω δέον όπως εκσυγχρονιστεί το δίκαιο της αναγκαστικής εκτέλεσης ώστε η έννοια του «υποχρεώνει» στο διατακτικό των δικαστικών αποφάσεων να αποκτήσει ουσιαστικό χαρακτήρα και να μην είναι απλό ευχολόγιο. Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος που η διαμεσολάβηση και άλλες εξωδικαστικές μορφές επίλυσης διαφορών έχει οδηγηθεί σε πλήρη αναποτελεσματικότητα. - Το ζήτημα της υλικοτεχνικής υποδομής. Επί παραδείγματι στην αίθουσα δικαστών του Ειρηνοδικείου Πειραιά του τρίτου δηλαδή μεγαλύτερου Ειρηνοδικείου της χώρας υπάρχει μόνο ένας υπολογιστής προς χρήση για τους υπηρετούντες Δικαστές και αυτός απαρχαιωμένης τεχνολογίας, παλαιολιθικής επεξεργαστικής ισχύος με μη υποστηριζόμενο πλέον λειτουργικό σύστημα και προγράμματα. Τα ίδια ισχύουν και για ένα προπολεμικό εκτυπωτή. Οι υπηρετούντες στο Ειρηνοδικείο δικαστές αναγκάστηκαν για να καλύψουν τις υπηρεσιακές ανάγκες τους να αγοράσουν με δικές τους δαπάνες ένα πολυμηχάνημα το οποίο συντηρείται επίσης με δικές τους δαπάνες. - Η ορθολογική κατανομή των οργανικών θέσεων δικαστικών λειτουργών και δικαστικών γραμματέων σύμφωνα με την όγκο δικαστηριακής ύλης του εκάστοτε δικαστηρίου. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της εντελώς άνισης ανακατανομής των οργανικών θέσεων των ειρηνοδικών που προβλέφθηκε με τον ν. 4336/2015 που είχε ως αποτέλεσμα κάποια ειρηνοδικεία να έχουν μικρότερο αριθμό οργανικών θέσεων από άλλα που είχαν μικρότερη δικαστηριακή ύλη! - Τον εκσυγχρονισμό του δικαστικού χάρτη της χώρας, ο οποίος επίσης έχει εξαγγελθεί από την εκτελεστική εξουσία ωστόσο αποτελεί ζήτημα εντελώς ανεξάρτητο από την ενοποίηση. Θεωρούμε ότι πλην της περίπτωσης της Αττικής δεν νοείται να υπάρχουν περισσότερα του ενός Πρωτοδικεία και Ειρηνοδικεία εντός του ίδιου νομού. Επιπλέον με την συγχώνευση των μικρών σχηματισμών σε μεγαλύτερα δικαστήρια εκτός των οργανωτικών ωφελειών που θα προκύψουν θα είναι δυνατή η εντός των Δικαστηρίων δημιουργία τμημάτων, τα οποία αποδεδειγμένα λόγω της εξειδίκευσης προάγουν τόσο την ποιότητα όσο και την ταχύτητα απονομής δικαιοσύνης. Επίσης θα γίνει ευκολότερη η ορθολογική κατανομή της δικαστηριακής ύλης ώστε να αποκλειστεί το φαινόμενο ύπαρξης Δικαστηρίων με αδικαιολόγητα χαμηλό παραγωγικό έργο, - Κατάργηση μη δικαιοδοτικών καθηκόντων όπως οι ένορκες βεβαιώσεις, θεώρηση βιβλίων, κλπ, τα οποία εκτός από σημαντική επιβράδυνση στην απονομή δικαιοσύνης δημιουργούν εικόνα τριτοκοσμικού κράτους. - Καλή νομοθέτηση όχι μόνο με την έννοια εύστοχων νομοθετικών ρυθμίσεων αλλά και με την έννοια της μη συχνής και άνευ λόγου τροποποίησης των βασικών νομοθετημάτων. Είναι αδύνατον να υπάρχει ασφάλεια δικαίου και επιτάχυνση όταν βασικά νομοθετήματα αλλάζουν ακόμα και περισσότερες από μία φορές εντός του ίδιου έτους. Πρόσφατο παράδειγμα ήταν η χωρίς κανένα λόγο τροποποίηση των διατάξεων περί μικροδιαφορών, η οποία έχει ήδη δημιουργήσει πλήθος ερμηνευτικών ζητημάτων που δυσχεραίνουν και επιβραδύνουν την απονομή δικαιοσύνης. - Την κατάργηση ενός μεγάλου αριθμού προϋποθέσεων παραδεκτού της αγωγής, οι οποίες έχουν τεθεί πολλές φορές για άσχετους με την πολιτική δίκη σκοπούς (π.χ. την δυνάμει του άρθρου 54Ατου Ν.4174/2013 υποχρεωτική προσκόμιση πιστοποιητικού ΕΝΦΙΑ, στις εμπράγματες αγωγές). Πλέον ο δικαστής πριν εισέλθει στην ουσία της υπόθεσης πρέπει να εξετάσει εκτός από τις κλασσικές δικονομικές προυποθέσεις παραδεκτού (ορισμένο δικογράφου κλπ) και νέες προυποθέσεις αμφίβολης ή ξεκάθαρα μηδενικής χρησιμότητας (πχ το ενημερωτικό έγγραφο περί διαμεσολάβησης της διαφοράς του άρθρου 3 παρ. 2 Ν.4640/2019) ο έλεγχος των οποίων απαιτεί πρόσθετο χρόνο ενώ πολλαπλασιάζονται οι πιθανότητες κήρυξης απαραδέκτου της αγωγής γεγονός που συνεπάγεται πρόσθετη καθυστέρηση και έξοδα. - Την κατάργηση της πολυνομίας και την κωδικοποίηση ανά θεματική ενότητα των νόμων. - Επανέλεγχος του τρόπου λειτουργίας της νομικής βοήθειας. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται το φαινόμενο άσκησης καταφανώς αβασίμων αιτήσεων νομικής βοήθειας από κακόπιστους πολίτες ακριβώς διότι η προσφυγή στο θεσμό είναι δωρεάν και δεν συνεπάγεται κανένα απολύτως κόστος για τον πολίτη. Εκτιμούμε ότι ακόμα και ένα μικρό παράβολο της τάξεως των 100 ευρώ, το οποίο σε περίπτωση ευδοκίμησης του δικαστικού αγώνα του αιτούντος την νομική βοήθεια θα επιστρέφεται θα απέτρεπε ένα μεγάλο αριθμό υποβολής προδήλως αβάσιμων αιτήσεων. - Αντικατάσταση της συνταγματικά προβλεπόμενης υποχρεωτικής παράστασης του Δικαστικού Λειτουργού στις κατ’ οίκον έρευνες και αντικατάσταση της με χρήση δικαστικού εντάλματος όπως γίνεται σε όλες τις νομικά προηγμένες και μη χώρες. Σημειώνεται ότι η συνταγματική πρόβλεψη αυτής της ρύθμισης έγινε στο Σύνταγμα του 1974 όταν οι μεταδιδακτορικές συνθήκες της εποχής την δικαιολογούσαν. Πλέον όμως με δεδομένη την εμπέδωση της Δημοκρατίας στην χώρα μας ουδόλως συντρέχουν οι συνθήκες που οδήγησαν σε αυτήν την ρύθμιση με αποτέλεσμα να επιβάλλεται η άμεση συνταγματική τροποποίηση του άρθρου 9παρ1 Σ. Σημειώνεται ότι στην εποχή μας τέτοια πρόβλεψη όχι μόνον δεν υπάρχει σε καμία απολύτως ανεπτυγμένη Χώρα του κόσμου, αλλά, επιπλέον, διεξάγεται συζήτηση στο Βέλγιο ακόμη και για την κατάργηση έκδοσης προηγούμενου δικαστικού εντάλματος. Εξάλλου είναι βέβαιο ότι η χρήση δικαστικού εντάλματος ερεύνης θα διευκολύνει ουσιωδώς το έργο της αστυνομίας και θα απαλλαγούν οι Δικαστικοί Λειτουργοί που τις διεξάγουν από αστυνομικά στην ουσία καθήκοντα που συνεπάγονται απώλεια αναρίθμητων εργατοωρών εις βάρος των δικαιοδοτικών τους καθηκόντων. - Έναρξη συζήτησης για την αλλαγή της δομής και της έκτασης των δικαστικών αποφάσεων κάτι που ενδεχομένως απαιτεί και τροποποίηση του άρθρου 93§3 Σ. - Επανεξέταση του γενικότερου τρόπου λειτουργίας και χρόνου φοίτησης στην ΕΣΔΙ ώστε η φοίτηση σε αυτήν να αποκτήσει περισσότερο πρακτικό προσανατολισμό. Και τούτο διότι μολονότι η συμβολή της ΕΣΔΙ στην νομική επιμόρφωση των δικαστικών λειτουργών ουδέποτε αμφισβητήθηκε δεν είναι άγνωστες στον νομικό κόσμο οι επικρίσεις ως προς στην έλλειψη εστίασης στην επεξεργασία και εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, στον θεωρητικό κυρίως προσανατολισμό της διδασκαλίας, καθώς και στην επαύξηση των τυπικών απαραδέκτων των αποφάσεων. Ισχυρή κριτική έχει ασκηθεί επίσης στο γεγονός του μεγάλου χρόνου φοίτησης καθώς και ότι εδρεύει μόνο στην Θεσσαλονίκη και έτσι δεν είναι ελκυστική για την είσοδο στο σώμα δικηγόρων από όλη την επικράτεια με εμπειρία-πολύτιμο εφόδιο στην εκτίμηση των αποδεικτικών μέσων και στην διάγνωση της ουσίας της υπόθεσης. Τα ανωτέρω αποτελούν μερικούς μόνο από τους λόγους που σε περισσότερο ή μικρότερο βαθμό επιβραδύνουν τον ρυθμό απονομής της δικαιοσύνης στην Ελλάδα. Συνεπώς αν δεν λυθούν πρώτα τα δομικά προβλήματα παθογένειας στο σύστημα απονομής δικαιοσύνης καμία απολύτως επιτάχυνση δεν θα επέλθει απλώς θα μεταφερθούν τα ίδια προβλήματα καθυστέρησης και στον ενοποιημένο πλέον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας (απόσπασμα από την με αριθμό 26α/8.2.2024 απόφαση της Ολομέλειας Ειρηνοδικείου Πειραιά σχετικώς με την προτεινόμενη από την εκτελεστική εξουσία ενοποίηση πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας της πολιτικής δικαιοσύνης).