• Σχόλιο του χρήστη 'Μαρία Τ. Ειρηνοδίκης' | 18 Απριλίου 2024, 19:11

    Η επιτάχυνση της δικαιοσύνης δεν μπορεί να γίνει χωρίς όρους δικαιοσύνης. Ομοίως, η εφαρμογή ενός άρθρου του Συντάγματος δεν μπορεί να γίνει με την ταυτόχρονη καταπάτηση πληθώρας άλλων συνταγματικών διατάξεων, αλλά και διατάξεων του ενωσιακού δικαίου. Με τους διαγωνισμούς των ετών 2011 και 2015, η Πολιτεία είχε τη δυνατότητα να στελεχώσει τα Ειρηνοδικεία με ικανούς νομικούς, που θα μπορούσαν να αντεπεξέλθουν γρήγορα και αποτελεσματικά στο γιγάντιο όγκο των υπερχρεωμένων, ταυτόχρονα με την εκδίκαση λοιπών υποθέσεων αρμοδιότητας των Ειρηνοδικείων. Η ταχεία εκδίκαση των υπερχρεωμένων αποτελούσε ζήτημα μείζονος κοινωνικής και οικονομικής σημασίας. Οι Ειρηνοδίκες, ακόμα και όταν τους ζητήθηκε ο επαναπροσδιορισμός σημαντικού όγκου υποθέσεων και η άμεση περαίωσή τους, ανταποκρίθηκαν πλήρως και επιτυχώς στα καθήκοντά τους. Σήμερα, οι Ειρηνοδίκες βιώνουν την εκ βάθρων ανατροπή της υπηρεσιακής τους κατάστασης, αυτής που κάποτε η Πολιτεία χρησιμοποίησε για να τους προσελκύσει. Το προτεινόμενο σχέδιο νόμου απαξιώνει τους Ειρηνοδίκες τόσο ως τακτικούς ισόβιους Δικαστές, με κατοχυρωμένη μισθολογική και βαθμολογική εξέλιξη και με επιτυχημένη προϋπηρεσία, όσο και ως επιστήμονες, κατόχους πτυχίου νομικών σπουδών από τις πλέον υψηλόβαθμες σχολές της χώρας αλλά και τίτλων μεταπτυχιακών σπουδών ή και διδακτορικών, και τους μεταχειρίζεται ως ανειδίκευτους εργαζομένους (σε καμία περίπτωση ως δημόσιους λειτουργούς) στους οποίους επιφυλάσσει μισθολογική και βαθμολογική υποτίμηση. Σε πλήρη αντίθεση με συνταγματικές διατάξεις, αλλά και με διατάξεις της ΕΣΔΑ και του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, το σχέδιο νόμου καθιστά τους νυν Ειρηνοδίκες ως το μόνο κλάδο Δικαστών που δεν θα έχει καμία βαθμολογική εξέλιξη και που θα βρίσκεται διαρκώς σε θέση κατώτερη από τους Πρωτοδίκες Γενικής Επετηρίδας. Νυν μαθητές του σχολείου που ίσως κάποτε γίνουν Πρωτοδίκες της Γενικής Επετηρίδας θα είναι ιεραρχικά ανώτεροι από νυν υπηρετούντες τακτικούς Δικαστές. Η επιλογή αυτή πέρα από τα πρακτικά ζητήματα που δημιουργεί (κατανομή υποθέσεων, όγκος χρέωσης, επιλογή υπηρεσιών κλπ), προσβάλλει βάναυσα την αρχή της ισότητας, την αρχή της αναλογικότητας αλλά και το δικαίωμα στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας. Ειρηνοδίκες, η πλειονότητα των οποίων βρίσκεται στην πιο παραγωγική τους ηλικία, θα βιώσουν την πλήρη απαξίωση του έργου τους και θα στερηθούν κάθε θεμιτό κίνητρο για να συνεχίσουν να ασκούν τα καθήκοντά τους όχι μόνο γρήγορα αλλά και αποτελεσματικά. Αλήθεια, πόσο παραγωγικός μπορεί να είναι ένας Δικαστής που στα 60 του θα βρίσκεται για 20 και πλέον έτη στην ίδια θέση, χωρίς κανέναν επιπλέον βαθμό, χωρίς καμία προοπτική μισθολογικής εξέλιξης; Κι αλήθεια πώς θα αισθάνεται ο διάδικος που η υπόθεσή του θα δικάζεται από έναν στάσιμο Δικαστή έναντι ενός άλλου διαδίκου που η υπόθεσή του θα δικάζεται από έναν Δικαστή άξιο προαγωγής; Περαιτέρω, το σχέδιο νόμου θίγει κεκτημένα μισθολογικά δικαιώματα των Ειρηνοδικών, οι οποίοι σε βάθος χρόνου θα λάβουν εντέλει σημαντικά μικρότερες μισθολογικές και συνταξιοδοτικές αποδοχές από αυτές που θα λάμβαναν υπό το ισχύον μισθολογικό καθεστώς. Για τους λόγους αυτούς συντάσσομαι με την υπ’ αριθμ. 30/2024 απόφαση της Ολομέλειας του Ειρηνοδικείου Αθηνών και τις ομοίου περιεχομένου αποφάσεις Ολομελειών και άλλων Ειρηνοδικείων. Μόνο ασκούμενοι σε δίκαιες πράξεις, μπορούμε να γίνουμε δίκαιοι.