Αρχική ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΣΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΩΝ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΣΕ ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ...ΜΕΡΟΣ Α’ – ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΠΡΟΣ ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΗ ΜΕ ΤΟΝ Ν. 5108/2024 ΠΕΡΙ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΒΑΘΜΟΥ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ ΤΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ – (Άρθρα 1-51)Σχόλιο του χρήστη Α. Καρδαμάκης | 16 Αυγούστου 2024, 13:37
Οι παρατηρήσεις μου στο υπό διαβούλευση σχέδιο Νόμου έχουν, κατά σειρά, ως εξής. 1. Άρθρα 4 και 5 του Σχεδίου: Α) Προτείνεται στο άρθρ. 4 η χρήση του όρου «εξαιρετική αρμοδιότητα» που είναι δικονομικά αρτιότερος και ο πλέον παραδεδεγμένος όταν μιλάμε για την καθ’ ύλην αρμοδιότητα (βλ. ενδ. ΑΠ 1357/2019, www.areiospagos.gr). Ο όρος «αποκλειστική αρμοδιότητα» παραπέμπει νοηματικά σε δωσιδικία. Β) Νομοτεχνικά, ύστερα από τη γραμματική αναδιατύπωση του άρθρ. 16 (με την απάλειψη της αναφοράς στην περίπτωση της υπέρβασης του ορίου των 250.000 ευρώ και τη προσθήκη της λέξης «πάντοτε»), δεν δικαιολογείται κατά τη γνώμη μου η διατήρηση δύο διακριτών διατάξεων (άρθρ. 16 και 17) που αμφότερες ιδρύουν εξαιρετική υλική αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου ανεξαρτήτως ποσού, δηλαδή όχι μόνο σε βάρος του Πολυμελούς Πρωτοδικείου. Με άλλες λέξεις, με τις προτεινόμενες τροποποιήσεις, οι διατάξεις έχουν ταυτόσημο ρυθμιστικό βεληνεκές και δεν υπάρχει λόγος να είναι χωριστές. Γ) Συνακόλουθα, προτείνεται η «συγχώνευση» των δύο διατάξεων σε μία (με τη προσθήκη περιπτώσεων της δεύτερης διάταξης στο άρθρ. 16 και τη κατάργηση του άρθρ. 17). Δ) Αν πάραυτα διατηρηθούν ως έχουν οι διατάξεις, προτείνεται, για λόγους συστημικής και νοηματικής διάκρισης, η αναδιατύπωση του τίτλου του άρθρ. 16 σε «Εξαιρετική αρμοδιότητα Μονομελούς Πρωτοδικείου σε βάρος του Πολυμελούς Πρωτοδικείου» και η μη αντικατάσταση της φράσης «, ακόμη και αν η αξία του αντικειμένου της διαφοράς υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα χιλιάδες (250.000) ευρώ». Ε) Προτείνεται, προς άρση πιθανών αμφιβολιών, η προσθήκη περ. 25) στο άρθρ. 17, με το ακόλουθο περιεχόμενο: «οι διαφορές που με διάταξη Νόμου υπάγονται στην αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου, σύμφωνα και με τον ερμηνευτικό κανόνα του άρθρου 14 παρ. 8 του Ν. 5108/2024 (ΦΕΚ Α’/65/2.5.2024)». 2. Άρθρ. 6 του Σχεδίου: Α) Θεωρώ κατ’ αρχήν σωστή την επαναφορά του συστήματος έφεσης ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου, που ίσχυε προ του Ν. 3994/2011, κυρίως προς αποσυμφόρηση των Εφετείων, μετά την εφαρμογή του νέου Δικαστικού Χάρτη. Β) Ωστόσο, πιστεύω ότι: α) οι εφέσεις επί εργατικών διαφορών, ασχέτως του ύψους του αντικειμένου της διαφοράς και β) οι εφέσεις επί διαφορών νομής ακινήτων πραγμάτων (ακόμη και αξίας μέχρι 30.000 ευρώ), θα πρέπει να κρίνονται από το Εφετείο (έστω και μονομελές). Πρόκειται για διαφορές που μπορούν να γίνουν περίπλοκες (εξ απόψεως νομικού και πραγματικού υλικού της δίκης) και θα πρέπει να κρίνονται από δικαστές με μεγαλύτερη εμπειρία. Ακόμη, η υφιστάμενη ένταξη τους στο άρθρ. 18 § 2 συνεπάγεται κατ’ ανάγκη και τον περιορισμένο αναιρετικό τους έλεγχο, κατ’ άρθρ. 560 ΚΠολΔ. Επομένως, στη περίπτωση αυτή, αναίρεση απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου, δικάζοντος ως δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, για τον λόγο από το άρθρ. 559.14 ΚΠολΔ δεν χωρεί. Πρόκειται όμως για υποθέσεις με κοινωνική ή συναλλακτική σπουδαιότητα και θεωρώ ότι αναιρετικός έλεγχος δικονομικών απαραδέκτων θα έπρεπε να είναι εφικτός. Γ) Θα πρέπει να καταβληθεί μέριμνα για τη σύνθεση των Πολυμελών Πρωτοδικείων όταν δικάζουν κατ’ έφεση. Βάσει των προτεινόμενων τροποποιήσεων του ΚΟΔΚΔΛ, στα Πολυμελή Πρωτοδικεία «δύναται» να μετέχει και Πρωτοδίκης της ειδικής επετηρίδας (άρθρο. 65 του Σχεδίου), ο οποίος, όμως, δεν θεωρείται αρχαιότερος ούτε έναντι του Προέδρου Πρωτοδικών ούτε έναντι του πρωτοδίκη γενικής επετηρίδας (άρθρ. 87 του Σχεδίου). Νομίζω, λοιπόν, ότι θα πρέπει να προστεθεί στο άρθρ. 18 § 2 ρύθμιση παρεμφερής προς το εκείνη του καταργούμενου άρθρ. 17Α, με την οποία θα ορίζεται ότι εισηγητής θα είναι είτε Πρόεδρος Πρωτοδικών είτε ο αρχαιότερος κατά διορισμό πρωτοδίκης της σύνθεσης. Ακόμη, πρέπει να προβλεφθεί απαγόρευση συμμετοχής στη σύνθεση του δικαστή που εξέδωσε τη προσβαλλόμενη απόφαση. 3. Άρθρ. 18 του Σχεδίου: Α) Προτείνεται η αναμόρφωση του πέμπτου εδάφιου ως εξής: «Για την έγγραφη συναίνεση απαιτείται είτε συμβολαιογραφικό είτε ιδιωτικό έγγραφο, το οποίο δύναται να υπογραφεί ψηφιακά και το οποίο φέρει βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του συναινούντος από Κέντρο Εξυπηρέτησης Πολιτών ή οποιαδήποτε άλλη δημόσια ή δημοτική αρχή». Β) Αναφορικά με τη προσθήκη του δεκάτου τετάρτου εδάφιου, προτείνεται να διευκρινιστεί, για να μην καταλείπονται αμφιβολίες, ότι το Μονομελές Πρωτοδικείο είναι εκείνο που διορθώνει ή ερμηνεύει τη πράξη του δικηγόρου. 4. Άρθρ. 19 του Σχεδίου: Α) Υπό την υφιστάμενη μορφή της, διαφωνώ με τη προσθήκη του β’ εδάφίου, όσον αφορά ειδικά στη περίπτωση της φυσικής κατάθεσης δικογράφου. Παρότι διευκολύνει τους κ.κ. συναδέλφους (π.χ. δικηγόρος με έδρα την Νάξο δεν χρειάζεται να μεταβεί στη Σαντορίνη για να καταθέσει αγωγή που απευθύνεται στην εκεί περιφερειακή έδρα του Πρωτοδικείου Νάξου), μπορεί να προκληθεί συμφόρηση και σύγχυση στις γραμματείες της κεντρικής έδρας του Πρωτοδικείου Π.Ε., να γίνουν «μπερδέματα» και να χάνονται δικόγραφα. Αν τελικώς παραμείνει η προτεινόμενη ρύθμιση, πρέπει να διασφαλιστεί ότι τα προβλήματα αυτά δεν θα εμφανίζονται, και ακόμη, ότι α) θα γίνεται ορθός ορισμός δικασίμου σε πινάκιο της περιφερειακής έδρας και β) ότι η γραμματεία της τελευταίας (π.χ. της τακτικής διαδικασίας) θα έχει σαφή εικόνα για τις εκκρεμείς υποθέσεις, ακόμα και αν το εισαγωγικό δικόγραφο κατατέθηκε στην κεντρική έδρα. Β) Πρέπει, επιπλέον, να διευκρινιστεί που μπορούν να κατατεθούν τα περαιτέρω δικόγραφα της δίκης που ανοίγεται με τον παραπάνω τρόπο. Στο παράδειγμα μας, προτάσεις επί της αγωγής θα πρέπει να κατατεθούν αποκλειστικά στη περιφερειακή έδρα Σαντορίνης ή μπορεί η κατάθεση να λάβει χώρα και στο Πρωτοδικείο Νάξου; Και αν ναι, ο φάκελος της δικογραφίας θα μεταφέρεται (οίκοθεν) στη περιφερειακή έδρα; Γ) Με άλλα λόγια, η προτεινόμενη τροποποίηση απαιτεί: α) διευκρινιστικής φύσης προσθήκες και β) συσχετισμό με άλλες διατάξεις του ΚΠολΔ (π.χ άρθρ. 237), προκειμένου να εφαρμοστεί αποτελεσματικά στην πράξη. 5. Άρθρ. 25 του Σχεδίου: Α) Με την προτεινόμενη τροποποίηση της διάταξης, εισάγεται έμμεσος περιορισμός του ένδικου μέσου της αναίρεσης, καθώς οι περιορισμένοι και περιοριστικά απαριθμούμενοι λόγοι αναίρεσης του άρθρ. 560 ΚΠολΔ βαίνουν πλέον πέρα από τις υποθέσεις αρμοδιότητας των καταργούμενων Ειρηνοδικείων και επεκτείνονται, λ.χ., σε μισθωτικές και εργατικές διαφορές, αλλά και σε διαφορές τακτικής διαδικασίας αξίας έως 30.000 ευρώ. Β) Διαφωνώ επί της αρχής, για δικαιοπολιτικούς λόγους, με τη τροποποίηση, αλλά, εφόσον κρίνεται σκόπιμο να ψηφιστεί, προτείνονται ορισμένες σημειακές παρεμβάσεις στο άρθρ. 560 ΚΠολΔ: α) προσθήκη δύο επιπλέον λόγων αναίρεσης, i) παρά το Νόμο κήρυξη απαράδεκτου (όχι όμως και η αντίστροφη περίπτωση, ήτοι, εκείνη της μη κήρυξης παρά το Νόμο απαράδεκτου) και ii) λήψη υπόψη αποδεικτικού μέσου που ο Νόμος δεν επιτρέπει (όχι όμως άλλες περιπτώσεις υπό τον αντίστοιχο λόγο αναίρεσης από το άρθρ. 559.11 ΚΠολΔ). Με τη προσθήκη των λόγων αυτών, κυρώνονται δύο σοβαρότατες δικονομικής φύσης παραβάσεις που μπορούν να εμφιλοχωρήσουν κατά την εκδίκαση των υποθέσεων του διευρυμένου πλέον άρθρ. 560 ΚΠολΔ και β) στον υπ’ αριθμ. 560.6 ΚΠολΔ λόγο αναίρεσης, πρέπει να διευκρινιστεί ότι αυτός δεν εφαρμόζεται στις μικροδιαφορές, αφού στις υποθέσεις αυτές ούτε παράπονα για ευθεία παραβίαση κανόνα δικαίου συγχωρούνται, ούτως ώστε να διορθωθεί μια νομοθετική αβλεψία του Ν. 4335/2015. 6. Άρθρ. 50 του Σχεδίου: Α) Κατά την άποψη μου, απαιτείται λεπτομερέστερη ρύθμιση μεταβατικού δικαίου αναφορικά με τα ένδικα μέσα, ούτως ώστε να μην προκαλείται ανασφάλεια. Β) Πιο συγκεκριμένα, πρέπει να ρυθμιστεί: α) το ζήτημα των εκκρεμών εφέσεων (όσων έχουν ασκηθεί, αλλά δεν έχουν ακόμα συζητηθεί) κατά αποφάσεων Ειρηνοδικείων. Να διευκρινιστεί αν αυτές θα δικαστούν από το Μονομελές Πρωτοδικείο, ότι συνεχίζει να εφαρμόζεται το πλέον καταργηθέν άρθρ. 17Α ΚΠολΔ και να αποσαφηνιστεί ότι συνεχίζουν να αναιρεσιβάλλονται με τους λόγους από το άρθρ. 560 ΚΠολΔ. β) το ζήτημα των εφέσεων κατά ήδη εκδοθεισών αποφάσεων Ειρηνοδικείων που θα ασκηθούν μετά τη 16η.9.2024. Θα ισχύσει ο γενικός κανόνας του άρθρ. 24 § 1 ΕισΝΚΠολΔ ή, όπως είχε προκριθεί παλαιότερα (π.χ. Ν. 4335/2015) κρίσιμος θα είναι ο χρόνος άσκησης του ένδικου μέσου, οπότε και θα πρέπει αυτό να απευθυνθεί προς το Πολυμελές Πρωτοδικείο; Θεωρώ τη δεύτερη εκδοχή σωστότερη. Σημειωτέον ότι το ζήτημα αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία για τα δικαστήρια της Αττικής, λόγω του κανόνα του άρθρ. 14 § 1 Ν. 5108/2024. γ) το ζήτημα των εφέσεων επί εκκρεμών υποθέσεων Ειρηνοδικείων που καταργούνται και μεταφέρονται σε κεντρική ή περιφερειακή έδρα, κατά τα οριζόμενα στο άρθρ. 14 Ν. 5108/2024. Να διευκρινιστεί ότι αυτές ασκούνται ενώπιον Πολυμελούς Πρωτοδικείου, σύμφωνα με το προτεινόμενο άρθρ. 18 § 2. δ) το ζήτημα των εφέσεων κατά ήδη εκδοθεισών αποφάσεων Μονομελών Πρωτοδικείων για διαφορές άνω των 20.000 και κάτω των 30.000 ευρώ, μισθωτικές διαφορές κ.α. που κατονομάζονται στο προτεινόμενο άρθρ. 18 § 2 του Σχεδίου. Υπό κανονικές συνθήκες, αυτές θα απευθύνονταν προς το Μονομελές Εφετείο. Τι θα ισχύσει τώρα; Κρίσιμος θα είναι ο χρόνος της έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης ή άσκησης του ενδίκου μέσου (που μπορεί να είναι μετά τη 16η.9.2024); 7. Άρθρ. 51 του Σχεδίου: Α) Πρέπει να προστεθεί στην αρχή της προτεινόμενης ρύθμισης η φράση «Με την επιφύλαξη του άρθρου 14 παρ. 1 του Ν. 5108/2024 (ΦΕΚ Α’/65/2.5.2024)…». Β) Προβλέψεις ανάλογες προς εκείνες του καταργούμενου άρθρ. 17 Α ΚΠολΔ πρέπει να ισχύσουν και μετά τη ψήφιση του Σχεδίου (βλ. σχόλια υπό τους αριθμ. 2 και 6 παραπάνω), για να αποφευχθούν αμφισημίες και προβλήματα με τις συνθέσεις των Πολυμελών Πρωτοδικείων όταν δικάζουν σε β' βαθμό. Γ) Εκ παραδρομής μάλλον αναφέρεται η κατάργηση του άρθρ. 683 ΚΠολΔ συλλήβδην. Ωστόσο, οι §§ 4 και 5 της εν λόγω διάταξης πρέπει ρητώς να διατηρηθούν, καθώς ουδόλως συνέχονται με την εφαρμογή του νέου Δικαστικού Χάρτη. Αναστάσης Καρδαμάκης Δικηγόρος Αθηνών