Αρχική Κώδικας περί ΔικηγόρωνΆρθρο 141: Πειθαρχικά παραπτώματα.Σχόλιο του χρήστη Κ.Ν.ΚΑΡΛΗΣ | 12 Φεβρουαρίου 2013, 14:45
Υπουργείο Δικαιοσύνης Μεσογείων 96, Τ.Κ. 11527 Τηλ: 213-1307000 email Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων (DPO): dpo@justice.gov.gr Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Ποια είναι η σχέση μεταξύ της παρ.1 και της παρ.2; Αποτελεί η παρ 2 εξειδίκευση της 1 ή είναι παράλληλες; Η παρ 3 είναι περιττή γιατί η καταδίκη για κακούργημα αποτελεί λόγο αυτοδίκαιης απώλειας της ιδιότητας του δικηγόρου κατά το άρθρο 7 παρ.1.α του νομοσχεδίου. Σε κάθε περίπτωση είναι αντίθετη στο άρθρο 6 της ΕΣΔΑ: αν της κατηγορίας ακολουθήσει αθώωση δεν μπορεί να επιβληθεί άλλη οινή ενώ σε περίπτωση καταδίκης δεν επιτρέπεται η επιβολή δεύτερης ποινής έστω και αν ονομάζεται πειθαρχική ποινή. Η αυτοδίκαιη απώλεια της δικηγορικής ιδιότητας είναι συμβατή με την ΕΣΔΑ ως συνέπεια της ποινής αλλά όχι ως αυτοτελής ποινή μετά από την τήρηση δικαστικής-πειθαρχικής διαδικασίας. Όσον αφορά το ζήτημα της μη συμμετοχής σε αποχή, έχει ήδη κριθεί, αν και παρμπιπτόντως και με μειοψηφία,με την Ολ.ΣτΕ 2512/1997 ότι δεν αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα.