• Σχόλιο του χρήστη 'Σίμος Ι. Σαμαράς' | 18 Φεβρουαρίου 2013, 13:08

    ΓΕΝΙΚΑ Το ζήτημα των προσόντων για την πρόσβαση σε νομοθετικά κατοχυρωμένο, δηλ. νομοθετικά ρυθμισμένο ως προς την πρόσβαση, επάγγελμα και το προπαρασκευαστικό του στάδιο έχει απασχολήσει επανειλημμένως τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (πρώην Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων). Ο γενικός κανόνας είναι ότι ο νομοθέτης δικαιούται να καθορίσει τις προϋποθέσεις και να εισαγάγει περιορισμούς, εφόσον με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται η ύπαρξη των απαιτούμενων προσόντων για το επάγγελμα. Στο πλαίσιο αυτό η απαίτηση πτυχίου νομικής για τους αποφοίτους ημεδαπών πανεπιστημίων ή τίτλων που εξασφαλίζουν αντίστοιχα προσόντα για τους αποφοίτους αλλοδαπών πανεπιστημίων, όπως και η προϋπόθεση της μη αποξένωσης είναι εύλογα. Η ειδικότερη εξειδίκευσή τους, όμως, γίνεται κατά τρόπο που προκαλεί δογματικά και νομικά προβλήματα. ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΙΣ §§ 1 & 2 — Κοινές παρατηρήσεις Εφόσον ο πτυχιούχος νομικής τελεί μεταπτυχιακές σπουδές ή βρίσκεται στο στάδιο εκπόνησης διδακτορική διατριβής σαφώς και δεν έχει αποξενωθεί από τα νομικά. Ως εκ τούτου η καθυστέρηση εγγραφής λόγω των ανωτέρω δεν συνιστά λόγο ανωτέρας βίας, δηλ. εξαιρετικό περιστατικό που εμποδίζει την πλήρωση των νόμιμων προϋποθέσεων, αλλά, αντίθετα, εντάσσεται στη φυσιολογία της ρύθμισης και, συνεπώς, η μη εγγραφή στα μητρώα ασκουμένων λόγω τέλεσης των παραπάνω δεν συνιστά καθυστέρηση και δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως τέτοια. Θα έπρεπε δηλ. ο νομοθέτης να νομιμοποιεί σε κάθε περίπτωση τους διανύοντες αυτά τα στάδια στην έναρξη άσκησης και όχι εξαιρετικά. Ορθώς λοιπόν υπάρχει η μερική σχετική εξαίρεση, ως προς τις μεταπτυχιακές σπουδές – με ανάγκη επέκτασης και στην εκπόνηση διδακτορικής διατριβής – στο άρθ. 11 § 1 εδ. α΄ και κακώς στις εξαιρέσεις στο άρθ. 11 § 2 περ. β΄. Η εκπλήρωση των στρατιωτικών υποχρεώσεων και οι λόγοι υγείας δεν είναι ούτε αυτοί σε κάθε περίπτωση κωλύματα, υπό την έννοια ότι αν οι στρατιωτικές υποχρεώσεις διανύονται σε υπηρεσία με αντικείμενο νομική ενασχόληση ή αν τα προβλήματα υγείας δεν εμποδίζουν την ενασχόληση με τα νομικά κώλυμα δεν υπάρχει. Θα πρέπει λοιπόν να γίνουν οι σχετικές διευκρινίσεις στο άρθ. 11 § 2 περ. β΄ & γ΄ ώστε τα κωλύματα να περιοριστούν στο εύλογο εύρος τους, δηλ. όταν αυτά εμπόδισαν πράγματι την ενασχόληση με τα νομικά. — Έλλειψη τίτλου παρά την ολοκλήρωση των σπουδών (§ 1 εδ. γ΄) Με το άρθ. 11 § 1 εδ. γ΄ ΠρσχΝ επιχειρείται να ανατιμετωπισθεί το πρόβλημα εγγραφής όσων έχουν ολοκληρώσει τις νομικές τους σπουδές, πλην όμως δεν έχουν ορκισθεί. Ο τρόπος, όμως, αντιμετώπισης διαιωνίζει επί τα χείρω κακές συνδικαλιστικές πρακτικές παρά τέμνει αποτελεσματικά το πρόβλημα. Όπως έχει κρίνει η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας η ορκωμοσία, όπου προβλέπεται, αποτελεί πανηγυρική διατύπωση: Ο φοιτητής καθίσταται απόφοιτος, εφόσον επιτύχει σε όλα τα μαθήματα που προβλέπεται από το Πρόγραμμα Σπουδών ότι θα πρέπει να παρακολουθήσει επιτυχώς για να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Κατά συνέπεια, όταν ο επιτυχών σε όλα τα μαθήματα αποδεικνύει αυτά με δημόσιο έγγραφο κι ότι δεν καταλείπεται άλλη υποχρέωσή του προς παρακολούθηση είναι κατά νόμο πτυχιούχος και ο δικηγορικός σύλλογος υποχρεούται να τον εγγράψει και δεν διαθέτει απλώς διακριτική ευχέρεια. Με βάση τα παραπάνω δεν απαιτείται συνδρομή εξαιρετικής περίστασης, ούτε βέβαια χρήζει απόφαση διοικητικού συμβουλίου με την επίκλησή της – κάτι που ανοίγει το δρόμο για κατά το δοκούν αποφάσεις και συναλλαγή – εφόσον συντρέχει η προϋπόθεση της ολοκληρωμένης επιτυχούς παρακολούθησης που προεκτέθηκε, η οποία θα βεβαιώνεται συνήθως ειδικά από τη γραμματεία του αντίστοιχου τμήματος μαζί με αναλυτική βαθμολογία. Για να μην ανακύπτει ζήτημα εγγραφής μη πτυχιούχων, θα μπορούσε να προβλεφθεί το απλούστατο, η υποχρέωση προσκόμισης του τίτλου μέχρι την ολοκλήρωση της άσκησης, ώστε να παρακάμπτονται τεχνηέντως τεθέντα γραφειοκρατικά προσκόμματα από τις διοικητικές υπηρεσίες των πανεπιστημίων. ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ § 3 Καταρχήν ενασχόληση με τα νομικά συνιστούν η άσκηση νομικού επαγγέλματος (δικηγόρου, συμβολαιογράφου, δικαστικού επιμελητή), η διδασκαλία νομικών μαθημάτων (στη μέση ή ανώτατη εκπαίδευση), και η παραπλήσια των νομικών επαγγελμάτων δραστηριότητα (εργασία ως νομικού συμβούλου στο Δημόσιο). Είναι, όμως, αντιληπτό ότι ενασχόληση με τα νομικά μπορεί να υπάρξει και πέραν αυτών, όπως με την νομική επιμέλεια των προσωπικών υποθέσεων, όταν αυτές είναι ευάριθμες. Η ύπαρξη ενός τεκμηρίου αποξένωσης από τη νομική επιστήμη με την πάροδο ορισμένου χρονικού διαστήματος είναι ορθή, καθώς ανταποκρίνεται στα δεδομένα της κοινής πείρας. Ωστόσο, όταν η απόδειξη της μη αποξένωσης γίνεται μόνο με την επίκληση ορισμένων δραστηριοτήτων αντικειμενικώς πρόσφορων και αποκλείεται η απόδειξη με άλλον τρόπο προσβάλλεται η ελευθερία πρόσβασης στο επάγγελμα, που κατοχυρώνεται στο πλαίσιο του Συντ. 5 § 1 και στα άρθ. 15 §§ 1 & 2 Χάρτη Θεμ. Δικαιωμάτων Ευρ. Ένωσης και δευτερευόντως το δικαίωμα δικαστικής προστασίας (άρθ. 20 § 1 Συντ., 6 § 1 ΕΣΔΑ, 47 ΧΘΔΕΕ, 14 § 1 Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά & Πολιτικά Δικαιώματα). Κατά συνέπεια, πέρα από τις περιπτώσεις μη αποξένωσης που προαναφέρθηκαν λόγω άσκησης αντίστοιχης δραστηριότητας, θα έπρεπε να παρασχεθεί η δυνατότητα απόδειξης και της ενασχόλησης με επίκληση άλλων δραστηριοτήτων και, σε περίπτωση αδυναμίας αυτής, με τη διαδικασία των εξετάσεων. Αυτές θα μπορούσαν, όπως και σε κάθε περίπτωση που προβλέπεται από το ΠρσχΝ να διενεργούνται από τις επιτροπές διαγωνισμού της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών (άρθ. 11 Ν. 3689/2008), οι οποίες αφενός διαθέτουν ανεξαρτησία και αμεροληψία τους και αφετέρου θα εξοικονομούνταν δαπάνη από τη μη συγκρότηση πρόσθετων επιτροπών. ΣΙΜΟΣ Ι. ΣΑΜΑΡΑΣ – Δικηγόρος Υπ. Διδάκτορας Νομικής Πανεπιστημίου Αθηνών http://www.nomologio.wordpress.com