Αρχική Καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησηςΆρθρο 08:Σχόλιο του χρήστη ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΣ | 17 Φεβρουαρίου 2014, 22:49
Υπουργείο Δικαιοσύνης Μεσογείων 96, Τ.Κ. 11527 Τηλ: 213-1307000 email Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων (DPO): dpo@justice.gov.gr Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Το κείμενο του άρθρου είναι αντίθετο νομίζω στο περιεχόμενο του άρθρου 5 της Οδηγίας 92/2011 που αναφέρει άλλες πολύ ελαφρύτερες ποινές και θα δημιουργηθεί πρόβλημα αν θα υπερισχύουν αυτές ως της Οδηγίας της Ε.Ε. των επαναλαμβανόμενων παλιών ποινών με το παρόν άρθρο (;;;;) που είναι παρωχημένες, αφού όπως λέει ο καθηγητής Ν. Κουράκης για το ζήτημα "η τιμώρηση αυτή ευλόγως πρέπει να διέπεται από τις αρχές της αναλογικότητας και της δικαιοκρατίας, με την έννοια, ότι το ποινικό δίκαιο δεν είναι παρά το έσχατο καταφύγιο (ultimum refugium) της κοινωνικής αντίδρασης κατά του εγκλήματος (βλ. σχετ. την από 22-2-2012 ημερίδα για το θέμα δημοσιευμένη στο διαδίκτυο). Επίσης ένα ζήτημα αφορά την προσφορότητα ορισμένων πλαισίων ποινής του ά. 348Α ΠΚ. Ιδίως εντυπωσιάζει εδώ το γεγονός ότι κατά τις διατάξεις του εν λόγω άρθρου αναδεικνύεται σε κακούργημα, τιμωρούμενο μάλιστα με ποινή κάθειρξης μέχρι 10 ετών (ά. 348Α §4.α), η "κατά συνήθεια" κατοχή κ.λπ. υλικού παιδικής πορνογραφίας. Σύμφωνα με την αυθεντική ερμηνεία που προβλέπει ο Ποινικός μας Κώδικας (ά. 13 περίπτ. στ' εδ. β') για την έννοια του όρου αυτού, "κατά συνήθεια τέλεση του εγκλήματος συντρέχει, όταν από την επανειλημμένη τέλεση της πράξης προκύπτει σταθερή ροπή του δράστη προς τη διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος ως στοιχείο της προσωπικότητας του δράστη". Ωστόσο, όπως ενίοτε γίνεται δεκτό και από τη νομολογία των δικαστηρίων μας, αρκεί για την επανειλημμένη τέλεση, η κατ' εξακολούθηση τέλεση του υπό κρίση εγκλήματος, εφόσον αποδειχθούν περισσότερες από μία μερικότερες πράξεις . Πράγμα το οποίο σημαίνει ότι, ακόμη και δύο "κατεβάσματα" πορνογραφικού υλικού, έστω και με εικονικό χαρακτήρα (!), μπορούν θεωρητικά να οδηγήσουν σε επιβολή κακουργηματικής ποινής. Θεωρώ ότι τέτοιου είδους ποινική μεταχείριση είναι εξαιρετικά αυστηρή λόγω αντίθεσης προς την αρχή της αναλογικότητας (ορθά ο Παν. Μπρακουμάτσος πρότεινε την πλημμελειοποίηση αυτής της συμπεριφοράς, που και με το παρόν περίεργα συνεχίζει να τιμωρείται ως κακούργημα ). Όμως η ποινική αυτή μεταχείριση είναι και δικαιοπολιτικά απρόσφορη διότι εξισώνει από πλευράς πλαισίου ποινής (έστω και in abstracto) τον απλό κάτοχο τέτοιου υλικού αφενός (α) με εκείνον που διαπράττει τα εγκλήματα του ά. 348Α ΠΚ κατ' επάγγελμα, δηλ. με σκοπό τον πορισμό εισοδήματος (άρα και τον επί σκοπώ κέρδους παραγωγό πορνογραφικού υλικού! –βλ. τη διατύπωση του ά. 348Α §4.α ΠΚ), και αφετέρου (β) με εκείνον που συγκροτεί ή εντάσσεται ως μέλος σε δομημένη και με διαρκή δράση ομάδα από τρία ή περισσότερα πρόσωπα και επιδιώκει τη διάπραξη κακουργημάτων του ά. 348Α ΠΚ (ά. 187 §1 ΠΚ )! Όλοι αυτοί δηλ. απειλούνται εξίσου με την ίδια ποινή, δηλ. με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών! Είναι προφανές ότι με τέτοιες ποινικές προβλέψεις, έστω και αν υπό προϋποθέσεις μπορεί να συρρέουν αληθώς και πραγματικά τα εγκλήματα αυτά μεταξύ τους και επομένως η συνολική ποινή να είναι αυξημένη , όμως η εκφοβιστική λειτουργία της ποινής εμφανίζεται αποδυναμωμένη: Κάποιος που σκοπεύει αρχικά να γίνει απλός κάτοχος (κατά συνήθεια) πορνογραφικού υλικού ανηλίκων πιθανότατα θα προτιμήσει εντέλει να το παραγάγει ο ίδιος και να το διακινήσει κατ' επάγγελμα επί σκοπώ κέρδους ή και να το προωθήσει στην αγορά μέσω εγκληματικής οργάνωσης, αφού και στις δύο αυτές τελευταίες περιπτώσεις η ποινή που θα του επιβληθεί εάν συλληφθεί θα είναι (in abstracto) στα ίδια επίπεδα με το απλό κατέβασμα δύο ή τριών βίντεο πορνογραφικού υλικού ανηλίκων. Μάλιστα, οι ανισότητες αυτές στην επιβολή ποινής γίνονται ακόμη εντονότερες διότι στο ά. 348Α ΠΚ δεν προβλέπεται αυστηρότερη ή ηπιότερη ποινική μεταχείριση ανάλογα με το εάν ο χρήστης ενεργεί ευκαιριακά ή χάριν κερδοσκοπίας, και διότι, γενικότερα, δεν υπάρχει ουσιαστική διαβάθμιση ποινής με βάση το μέγεθος της απαξίας για την κάθε ειδικότερη πράξη Τέτοιου είδους ποινικοποιητικές ανισότητες καθίσταται πρόδηλο ότι είναι δικαιοπολιτικά άστοχες, καθώς αντιστρατεύονται μια βασική αρχή της αντεγκληματικής πολιτικής, διατυπωμένη ήδη από την εποχή του Διαφωτισμού. Ότι, δηλ., οι ποινές θα πρέπει να κλιμακώνονται με βάση την απαξία της εκάστοτε αξιόποινης συμπεριφοράς, έτσι ώστε ο υποψήφιος δράστης να προτιμά εν τέλει τη διάπραξη ενός ήσσονος σημασίας αδικήματος (π.χ. κλοπής) αντί για ένα αδίκημα μείζονος σημασίας που τιμωρείται αυστηρότερα (π.χ. ληστείας) . Με τις ανωτέρω επισημάνσεις έγινε μια προσπάθεια να χωροθετηθούν τα –ερμηνευτικά ιδίως- όρια μιας in concreto τιμώρησης δραστών που εμπλέκονται στο έγκλημα της πορνογραφίας ανηλίκων, κυρίως, όμως, δραστών των οποίων οι πράξεις έχουν σχετικώς μικρή κοινωνικοηθική απαξία, όπως συμβαίνει όταν κάποιος απλώς κατέχει τέτοιο υλικό, χωρίς να το παράγει ο ίδιος ή να το διακινεί εν γένει σε άλλους. Επιπλέον, στην κρισιολόγηση τέτοιων υποθέσεων βαρύνοντα ρόλο διαδραματίζουν ένα ακόμη στοιχείο που πρέπει οπωσδήποτε να λαμβάνεται υπόψη από τον εφαρμοστή του δικαίου, ως ασφαλιστική δικλίδα, προς αποτροπή αδικιών Αυτό είναι ότι η επιβολή ποινής κατ' ά. 348Α ΠΚ δεν θα πρέπει να επισυμβαίνει εάν δεν ερευνηθεί προηγουμένως με εξαντλητικό τρόπο ότι πληρούται –πέραν της αντικειμενικής- και η υποκειμενική υπόσταση του αδικήματος. Ειδικότερα ως προς την "κατοχή", απαιτείται να αποδειχθεί, από υποκειμενική άποψη, η βούληση του φερόμενου ως δράστη για εξουσίαση και ακώλυτη πρόσβαση στο πορνογραφικό υλικό, υπό την έννοια της γνώσης και βούλησης για σταθερή αποθήκευση και διατήρηση των επίμαχων δεδομένων. Αντίστροφα, δεν αρκεί στην περίπτωση κατοχής η απλή γνώση ύπαρξης του υλικού, ούτε και μπορεί να θεωρηθεί ως κατοχή η αποθήκευση υλικού για επιστημονικούς ή καλλιτεχνικούς λόγους Τέλος ως προς την ποινική μεταχείριση, θα πρέπει η επιβαρυντική περίσταση της κατά συνήθεια κατοχής να συσχετίζεται απαραίτητα με τη νομική έννοια που αποδίδει το ποινικό μας δίκαιο στον όρο "κατά συνήθεια": Ότι δηλ. πέρα από την επανειλημμένη τέλεση, θα αποδεικνύεται στην εκάστοτε υπό κρίση υπόθεση και σταθερή ροπή του δράστη για τέλεση αυτού του εγκλήματος ως στοιχείο της προσωπικότητάς του , επί τη βάσει επίσημης ψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης κατ' ά. 352Α ΠΚ . Κατόπιν αυτών φρονώ ότι θα πρέπει να μπουν στο παρόν άρθρο οι ποινές που αναφέρει ρητά ως ανώτατες το άρθρο 5 της ΟΔ92/2011 και όχι οι εξοντωτικές του παρόντος άρθρου που είναι και εξωπραγματικές και αποτελούν πλέον σήμερα παρωχημένες αντιλήψεις και μάλλον προκαταλήψεις για το θέμα και θα δημιουργηθεί και σοβαρό θέμα αν προτείνει ο κατηγορούμενος να εφαρμοστούν οι ποινές της Οδηγίας οι οποίες θα υπερισχύσουν του παρόντος άρθρου που τροποποιεί (;;;) το άρθρο 348Α ΠΚ.