Αρχική Κώδικας Πολιτικής ΔικονομίαςΠρώτο Βιβλίο: Γενικές ΔιατάξειςΣχόλιο του χρήστη Σίμος Ι. Σαμαράς | 28 Μαρτίου 2014, 06:27
Υπουργείο Δικαιοσύνης Μεσογείων 96, Τ.Κ. 11527 Τηλ: 213-1307000 email Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων (DPO): dpo@justice.gov.gr Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Π λ η ρ ε ξ ο υ σ ι ό τ η τ α π ρ ο ς δ ι κ η γ ό ρ ο Με το άρθρο 94 §§ 1 & 2 του προσχεδίου νόμου του νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας επεκτείνεται η υποχρεωτική παράσταση δικηγόρου στο Ειρηνοδικείο και στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. Η ρύθμιση αυτή φαινομενικά ευνοεί τους επαγγελματίες δικηγόρους, των οποίων διευρύνεται ο κύκλος των υποθέσεων. Αναφύεται, όμως το εξής λογικό ερώτημα. Ήταν, άραγε, περισσότερο ικανοί ή λογικοί οι πολίτες πριν από μισό αιώνα, ώστε να μη χρειάζονται δικηγόρο στο Ειρηνοδικείο και τα ασφαλιστικά μέτρα – όταν το επίπεδο αναλφαβητισμού ήταν υψηλό και, φυσικά, ασύγκριτα μεγαλύτερο σε σχέση με σήμερα; Ή μήπως ο νομοθέτης μέχρι σήμερα ήταν τόσο ανάλγητες ώστε να εκθέτει ευαίσθητες κατηγορίες των πολιτών, λόγω της εξαιρετικής καθ’ ύλην αρμοδιότητας του ειρηνοδικείου, στον κίνδυνο της απώλειας μιας δίκης. Σαφέστατα και η απάντηση είναι αρνητική σε αμφότερα. Η εκπροσώπηση με δικηγόρο θα πρέπει να επιβάλλεται, όταν το είδος της δίκης ή του δικαστηρίου το απαιτούν, όπως το ΚΠολΔ 94 προ του Ν. 3994/2011, κάτι που υπαγορεύει η λογική, κι όχι με βάση το βραχυπρόθεσμο οικονομικό συμφέρον μιας τάξης επαγγελματιών που βλέπουν, όπως όλοι, να μειώνονται τα έσοδά τους. Η επιλογή του δικαστικού παραστάτη θα πρέπει να είναι προϊόν ενσυνείδητης επιλογής κι όχι εξαναγκασμού, διότι τότε η ανάγκη αντιμετωπίζεται ως έξωθεν επιβεβλημένο έξοδο που απαξιώνει τον επαγγελματία, ακόμα και όταν λειτουργεί ευσυνείδητα, κάτι που έγινε στην περίπτωση των συμβάσεων μεταβίβασης ακινήτων προκαλώντας εντέλει την αποβολή των δικηγόρων από τη διαδικασία. Άλλωστε, ας μη λησμονούμε ότι υπάρχει μια ικανή κατηγορία πολιτών που, όντας νομικοί, δεν χρήζουν αντικειμενικώς πρόσθετης νομικής συμπαράστασης, όπως συμβολαιογράφοι, δικαστικοί λειτουργοί, υπάλληλοι του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και λοιποί νομικοί που υπηρετούν σε θέσεις δημοσίων υπαλλήλων, κατηγορίες που θα έπρεπε σε κάθε περίπτωση να εξαιρεθούν από την υποχρεωτική συμπαράσταση δικηγόρου με αντίστοιχη προσθήκη στο ΠρσχΚΠολΔ 94 § 2. Δ ι κ ο ν ο μ ι κ έ ς π ο ι ν έ ς Στην περίπτωση που το ένδικο βοήθημα και γενικότερα η διαδικαστική πράξη απορρίπτεται ως απαράδεκτη ή νόμω αβάσιμη, είναι προφανές ότι ευθύνεται ο δικηγόρος που συνέταξε το αντίστοιχο δικόγραφο, αφού είναι υπεύθυνος για τη νομική κατάστρωση. Θα έπρεπε, λοιπόν, να καταπίπτει εκ του νόμου χρηματική ποινή στον πληρεξούσιο δικηγόρο που συνέταξε την ούτως απορριφθείσα διαδικαστική πράξη και τον εντολέα του, υπό τον όρο της τελεσιδικίας προς αποτροπή σφαλμάτων, με σχετική προσθήκη στο ΠρσχΚΠολΔ 203 του προσχεδίου νόμου του νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Αυτό θα λειτουργούσε πράγματι αποτρεπτικά για ένδικα βοηθήματα-«πυροτεχνήματα», αντίθετα προς τις σχεδόν ανύπαρκτες σήμερα δικονομικές ποινές. ΣΙΜΟΣ Ι. ΣΑΜΑΡΑΣ – Δικηγόρος Διαπ. Διαμεσολαβητής ADRg Ηνωμένου Βασιλείου Υπ. Διδάκτορας Νομικής Πανεπιστημίου Αθηνών http://www.nomologio.wordpress.com