Αρχική Σύμφωνο ΣυμβίωσηςΆρθρο 08: Κληρονομικό δικαίωμαΣχόλιο του χρήστη Γεώργιος Γεωργιάδης | 15 Νοεμβρίου 2015, 00:43
Υπουργείο Δικαιοσύνης Μεσογείων 96, Τ.Κ. 11527 Τηλ: 213-1307000 email Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων (DPO): dpo@justice.gov.gr Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Το άρθρο 8 του νομοσχεδίου εισάγει δυο ρυθμίσεις που αφορούν τα κληρονομικά δικαιώματα του συμβίου. Με τις ρυθμίσεις αυτές επιχειρείται να θεραπευθούν δυο αστοχίες του υφιστάμενου νόμου 3719/2008, τις οποίες δημοσίως είχα επισημάνει με εισήγησή μου στο πλαίσιο των εργασιών του 10ου Πανελληνίου Συνεδρίου της Ένωσης Αστικολόγων, που έλαβε χώρα στις 22 και 23 Φεβρουαρίου 2013, στη Θεσσαλονίκη και έχουν δημοσιευθεί στο τεύχος Οκτωβρίου 2013 του περιοδικού «Χρονικά Ιδιωτικού Δικαίου». Πρώτον, το εξ αδιαθέτου κληρονομικό δικαίωμα του συμβίου έχει ορισθεί με τη διάταξη του άρθρου 11 § 1 του ν. 3719/2008 στο 1/6 της κληρονομίας αντί του 1/4 που ορίζεται στην ΑΚ 1820 για τον επιζώντα σύζυγο. Η διαφοροποίηση της κληρονομικής μερίδας του συμβίου έναντι αυτής του συζύγου είναι αδικαιολόγητη και μικρόψυχη και παραπέμπει στο ιστορικά στιγματισμένο κληρονομικό ποσοστό (1/6) της επιβιώσασας παλλακίδος που είχε πρωτοεισαχθεί επί Ιουστινιανού με τη Νεαρά 98. Ορισμένοι χαιρετίζουν τη διαφοροποίηση αυτή ως κίνητρο για να προτιμήσει κανείς τη σύναψη γάμου αντί συμφώνου συμβίωσης. Το κίνητρο αυτό όμως μπορεί να λειτουργεί και αντίστροφα: H διαφοροποίηση μπορεί να προκαλεί πιέσεις από το στενό οικογενειακό περιβάλλον του προσώπου (π.χ. γονείς ή τέκνα από προηγούμενο γάμο) για τη σύναψη συμφώνου συμβίωσης αντί γάμου, προκειμένου να μειωθεί κατά το δυνατόν λιγότερο η εξ αδιαθέτου κληρονομική τους μερίδα. Ορθά λοιπόν προτείνεται με τη ρύθμιση του πρώτου εδαφίου του άρθρου 8 του νομοσχεδίου η πλήρης εξομοίωση των κληρονομικών δικαιωμάτων του συμβίου με τα δικαιώματα του συζύγου, καθώς δεν συντρέχει λόγος για τη διαφοροποίηση που είχε εισαχθεί με τον ν. 3719/2008. Η δεύτερη αστοχία στο πεδίο των κληρονομικών σχέσεων αφορά την απονομή με τις διατάξεις των άρθρων 11 §§ 2 και 3 του ν. 3719/2008 δικαιώματος νόμιμης μοίρας του επιζώντος συμβίου στην περιουσία του θανόντος συμβίου. Είχα επισημάνει η πως πρόβλεψη νόμιμης μοίρας υπέρ προσώπου που συνδέεται μόνο με σύμφωνο συμβίωσης με τον κληρονομούμενο αντιφάσκει με την ιδεολογική αφετηρία του συμφώνου συμβίωσης ως θεσμού ενδοτικού δικαίου. Είναι παράδοξο ο νόμος να μην περιέχει οποιαδήποτε ρύθμιση αναγκαστικού χαρακτήρα για τις προσωπικές και περιουσιακές σχέσεις των συμβίων εν ζωή, αλλά να επιβάλλει αναγκαστική διαδοχή μετά τον θάνατο ενός από αυτούς. Πέραν όμως της ιδεολογικής αντίφασης, η υποχρεωτική απονομή νόμιμης μοίρας μειώνει σημαντικά την ελκυστικότητα του θεσμού του συμφώνου συμβίωσης για τους «αντιρρησίες του γάμου». Για την αντιμετώπιση του ζητήματος αυτού προτείνεται στο νομοσχέδιο να παρέχεται η δυνατότητα σε καθένα από τους συμβίους να επιλέξει κατά την κατάρτιση του συμφώνου συμβίωσης αν θα εμείνει στο δικαίωμα της νόμιμης μοίρας ή αν θα παραιτηθεί από αυτό. Η προτεινόμενη ρύθμιση είναι σαφώς καλύτερη από την υφιστάμενη: Η νόμιμη μοίρα παύει να επιβάλλεται ετερόνομα στους συμβίους και τους δίνεται η δυνατότητα να επιλέξουν (άραγε κατόπιν διαπραγματεύσεων;) αν θα παραιτηθούν εκ των προτέρων από αυτήν ή όχι. Αναρωτιέμαι όμως, αν αυτό το δικαίωμα επιλογής είναι σύμφωνο με τον χαρακτήρα της νόμιμης μοίρας ως θεσμού αναγκαστικού δικαίου. Είναι νοητό να μιλάμε για «νόμιμη μοίρα», δηλαδή για αναγκαστική διαδοχή πέρα και ανεξάρτητα από τη βούληση του κληρονομουμένου, όταν δίνεται στον μελλοντικό κληρονόμο η δυνατότητα να παραιτηθεί από το δικαίωμά του ήδη κατά την κατάρτιση του συμφώνου συμβίωσης, δηλαδή πριν από τη γέννηση του δικαιώματος; Η δυνατότητα ή μη παραίτησης από τη νόμιμη μοίρα μετά τη γέννηση του δικαιώματος απασχολεί από παλιά τη νομολογία αλλά και τη θεωρία. Ο νομοθέτης επιχειρεί πλέον να τάμει το ζήτημα νομοθετικά και μάλιστα για τον χρόνο πριν από τη γέννηση του δικαιώματος. Το πώς θα επιδρούσε μια τέτοια νομοθετική ρύθμιση στον επιστημονικό διάλογο ως προς τη δυνατότητα παραίτησης από τη νόμιμη μοίρα σε όλες τις άλλες περιπτώσεις μένει να φανεί στο μέλλον. Ωστόσο, δεν είμαι βέβαιος κατά πόσο είναι χρήσιμη μια τόσο τολμηρή νομοθετική πρωτοβουλία που μόνο προβλήματα θα δημιουργήσει στο δόγμα του αστικού δικαίου. Ορθότερο μου φαίνεται να εξαιρεθούν οι διατάξεις περί νομίμου μοίρας από τη νομοθετική παραπομπή που επιχειρείται με το πρώτο εδάφιο του άρθρου 8 του νομοσχεδίου και να προβλεφθεί ρητώς ότι στον επιζώντα σύμβιο δεν απονέμεται δικαίωμα νόμιμης μοίρας. Η λύση αυτή είναι συνεπέστερη και προς τον θεσμό του συμφώνου συμβίωσης ως θεσμού ενδοτικού δικαίου αλλά και προς τον θεσμό της νόμιμης μοίρας ως θεσμού αναγκαστικού δικαίου. Εξάλλου, λαμβάνοντας υπόψη τη δυνατότητα που θα παρέχεται πλέον με το άρθρο 1 του νομοσχεδίου να συνάπτουν σύμφωνο συμβίωσης άτομα του ίδιου φύλου, αν δεν υπάρξει κατά την κατάρτιση του συμφώνου συμβίωσης παραίτηση από τη νόμιμη μοίρα κατ’ άρθρο 8 εδ. β΄ του νομοσχεδίου, θα οδηγηθούμε στο παράδοξο μεταξύ των νόμιμων μεριδούχων κατά την κληρονόμηση ενός προσώπου να συγκαταλέγονται υποχρεωτικά οι κατιόντες, οι γονείς και ο/η συνδεόμενος με σύμφωνο συμβίωσης ομόφυλος σύντροφος. Είναι άραγε ώριμη η ελληνική κοινωνία να υποδεχθεί τον ομόφυλο σύντροφο στον κύκλο των νόμιμων μεριδούχων και είναι αντίστοιχα ο θεσμός της νόμιμης μοίρας, που αποτελεί εκδήλωση της συνταγματικής προστασίας της οικογένειας, η οποία κατοχυρώνεται θεσμικά στο άρθρο 21 παρ. 1 του Συντάγματος, κατάλληλος και πρόσφορος για να προστατεύσει τα κληρονομικά δικαιώματα του ομόφυλου συμβίου;