Αρχική Εξορθολογισμός διαδικασιών και επιτάχυνση της διοικητικής δίκηςΆρθρο 2Σχόλιο του χρήστη Σίμος Ι. Σαμαράς | 25 Σεπτεμβρίου 2010, 00:33
Υπουργείο Δικαιοσύνης Μεσογείων 96, Τ.Κ. 11527 Τηλ: 213-1307000 email Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων (DPO): dpo@justice.gov.gr Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Με το σχολιαζόμενο άρθρο του προσχεδίου νόμου (εφεξής ΠρσχΝ) παρέχεται η δυνατότητα άσκησης αναίρεσης στις διαφορές ουσίας ή έφεσης στις ακυρωτικές κατά παρέκκλιση κάθε διάταξης, εφόσον κρίνεται με την προσβαλλόμενη απόφαση διάταξη τυπικού νόμου αντισυνταγματική, υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχει ήδη κριθεί το ζήτημα με άλλη απόφαση από το Συμβούλιο της Επικρατείας (εφεξής ΣτΕ). Η αρνητική προϋπόθεση της μη μη ύπαρξης νομολογίας προϋποθέτει στο τριτενέργεια του δεδικασμένου, η οποία με τη σειρά απαιτεί συνταγματικό ή υπερνομοθετικό έρεισμα. Είναι χαρακτηριστικό ότι κάτι τέτοιο ισχύει στη χώρα μας μόνο για τις αποφάσεις του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου στην περίπτωση του άρθ. 100 § 4 Συντ. και σε επίπεδο διεθνών οργανισμών με τη συμμετοχή της χώρας μας για τις αποφάσεις των του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (εφεξής ΕΔΔΑ) και του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Κατά συνέπεια, δεν μπορεί εγκύρως να τεθεί αυτή η αρνητική προϋπόθεση. Εξάλλου, τίποτε δεν εμποδίζει το ΣτΕ, που έκρινε με ορισμένο τρόπο τη συνταγματικότητα ή μη ορισμένης διάταξης νόμου σε κάποια υπόθεση, να την κρίνει διαφορετικά σε κάποια άλλη μεταβάλλοντας τη νομολογία του εξετάζοντας το πράγμα καλύτερα, όπως λόγω καταδίκης της χώρας μας από το ΕΔΔΑ. Περαιτέρω, κρίσιμο είναι το ζήτημα γενικά της συμφωνίας ή με το Σύνταγμα και όχι μόνο της κήρυξης αντισυνταγματικότητας. Η επιμονή στο τελευταίο, που σε τελική ανάλυση σημαίνει διεύρυνση του πεδίου των ατομικών δικαιωμάτων, εξυπηρετεί στην ουσία μόνο το Ελληνικό Δημόσιο ή νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου – που είναι εκείνα που θίγονται τις περισσότερες φορές από την κήρυξη αντισυνταγματικότητας –, γιατί θα αποκτήσουν έρεισμα για επιπλέον ένδικο μέσο, όταν δεν διέθεταν, οδηγώντας σε παρέλκυση των δικών. Θα ήταν, λοιπόν, σκόπιμο, για να αποφευχθούν φαινόμενα καταστρατήγησης, η παροχή πρόσθετων ένδικων μέσων για την απόφανση σχετικά με τη συμφωνία ή μη ορισμένης διάταξης νόμου με το Σύνταγμα είτε να αποκλειστεί γενικώς, είτε να παρέχεται σε κάθε περίπτωση, όχι δηλ. μόνο επί αντισυνταγματικότητας αλλά και επί συμφωνίας με το Συνταγμα. ΣΙΜΟΣ Ι. ΣΑΜΑΡΑΣ – Δικηγόρος Υπ. Διδάκτορας Νομικής Πανεπιστημίου Αθηνών http://www.nomologio.wordpress.com