Όγδοο Βιβλίο: Αναγκαστική Εκτέλεση

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α`
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 904
1. Αναγκαστική εκτέλεση μπορεί να γίνει μόνο βάσει εκτελεστού τίτλου.
2. Εκτελεστοί τίτλοι είναι :
α) οι τελεσίδικες αποφάσεις, καθώς και οι αποφάσεις κάθε ελληνικού
δικαστηρίου που κηρύχθηκαν προσωρινά εκτελεστές,
β) οι διαιτητικές αποφάσεις,
γ) τα Πρακτικά ελληνικών δικαστηρίων που περιέχουν συμβιβασμό ή
προσδιορισμό δικαστικών εξόδων,
δ) τα συμβολαιογραφικά έγγραφα,
ε) οι διαταγές πληρωμής που εκδίδουν έλληνες δικαστές και απόδοσης της χρήσης μισθίου ακινήτου.
στ) οι αλλοδαποί τίτλοι που κηρύχθηκαν εκτελεστοί,
ζ) οι διαταγές και πράξεις που αναγνωρίζονται από το νόμο ως τίτλοι
εκτελεστοί.

Άρθρο 905
1. Με επιφύλαξη αυτών που ορίζουν διεθνείς συμβάσεις και κανονισμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να γίνει στην Ελλάδα αναγκαστική εκτέλεση βασισμένη σε αλλοδαπό τίτλο από τότε που θα τον κηρύξει εκτελεστό απόφαση του μονομελούς πρωτοδικείου της περιφέρειας όπου βρίσκεται η κατοικία και, αν δεν έχει κατοικία, η διαμονή του οφειλέτη και, αν δεν έχει ούτε διαμονή, του μονομελούς πρωτοδικείου της πρωτεύουσας του Κράτους. Το μονομελές πρωτοδικείο δικάζει κατά τη διαδικασία των άρθρων 740 έως 781.
2. Το μονομελές πρωτοδικείο κηρύσσει εκτελεστό τον αλλοδαπό τίτλο, εφόσον είναι εκτελεστός κατά το δίκαιο του τόπου όπου εκδόθηκε και δεν είναι αντίθετος προς τα χρηστά ήθη ή προς τη δημόσια τάξη.
3. Αν ο αλλοδαπός τίτλος είναι δικαστική απόφαση, για να κηρυχθεί εκτελεστός πρέπει να συντρέχουν και οι όροι του άρθρου 323 αριθ. 2 έως 5.
4. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως 3 εφαρμόζονται και για την αναγνώριση δεδικασμένου από απόφαση αλλοδαπού δικαστηρίου που αφορά την προσωπική κατάσταση.

Άρθρο 906
Οι αλλοδαπές διαιτητικές αποφάσεις κηρύσσονται εκτελεστές, σύμφωνα με το άρθρο 905 παρ. 1 αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 903.

Άρθρο 907
Την προσωρινή εκτέλεση οριστικής απόφασης διατάζει το δικαστήριο, αν τη ζητήσει ο διάδικος που νίκησε.

Άρθρο 908
1. Το δικαστήριο μπορεί να κηρύξει προσωρινώς εκτελεστή την απόφαση ολικά ή εν μέρει σε κάθε περίπτωση που κρίνει πως συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι γι` αυτό ή ότι η καθυστέρηση στην εκτέλεση μπορεί να προκαλέσει σημαντική ζημία στο διάδικο που νίκησε. Ιδίως μπορεί να διαταχθεί προσωρινή εκτέλεση
α) αν η απόφαση στηρίχθηκε σε αναγνώριση της απαίτησης ή σε δικαστική ομολογία ή σε δημόσιο ή αναγνωρισμένο ιδιωτικό έγγραφο,
β) αν πρόκειται για διατροφή από οποιαδήποτε αιτία,
γ) αν πρόκειται για απαιτήσεις από δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας,
δ) αν πρόκειται για Αποζημίωση από άδικη πράξη,
ε) σε απαιτήσεις που πηγάζουν από τις σχέσεις που αναφέρουν τα άρθρα
663 ή 728,
στ) σε εμπορικές διαφορές,
ζ) σε διαφορές σχετικές με τη νομή,
η) σε απαιτήσεις από ανώνυμους τίτλους.
2. Αν πιθανολογείται ότι η εκτέλεση θα βλάψει ανεπανόρθωτα το διάδικο που νικήθηκε, το δικαστήριο μπορεί να μην κηρύξει προσωρινά εκτελεστή την απόφαση.

Άρθρο 909
Προσωρινή εκτέλεση δεν μπορεί να διαταχθεί :
1) κατά του δημοσίου, των δήμων και των κοινοτήτων,
2) κατά οποιουδήποτε διαδίκου για τα Δικαστικά έξοδα,
3) όταν κατά το ουσιαστικό δίκαιο για να επέλθουν οι έννομες
συνέπειες της απόφασης απαιτείται αυτή να γίνει τελεσίδικη ή αμετάκλητη,
4) στις διαφορές του άρθρου 618.

Άρθρο 910
Το δικαστήριο είναι υποχρεωμένο να κηρύξει την απόφαση προσωρινά εκτελεστή :
1) σε απόδοση μισθίου,
2) σε καθυστέρηση μισθωμάτων,
3) σε απαίτηση από συναλλαγματική, γραμμάτιο εις διαταγήν ή τραπεζική επιταγή,
4) σε απαίτηση διατροφής από οποιαδήποτε αιτία και σε απαίτηση από
καθυστερούμενους μισθούς, και στις δύο περιπτώσεις μόνο για το χρόνο
μετά την άσκηση της αγωγής και για τρείς μήνες πριν από αυτήν.

Άρθρο 911
Στις περιπτώσεις του άρθρου 908 το δικαστήριο μπορεί, αν το ζητήσει ο διάδικος που νικήθηκε, να εξαρτήσει την προσωρινή εκτέλεση της απόφασης από την παροχή ανάλογης εγγύησης από το διάδικο που νίκησε, η οποία ορίζεται με την ίδια απόφαση, αν συντρέχουν σπουδαίοι λόγοι και ιδίως αν η οικονομική κατάσταση του διαδίκου που νίκησε ή άλλοι λόγοι, δημιουργούν τον κίνδυνο να μην είναι δυνατή η επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση σε περίπτωση που η απόφαση μεταρρυθμιστεί ή εξαφανιστεί. Το δικαστήριο μπορεί αντί για την εγγύηση να διατάξει να κατατεθεί δημόσια το χρηματικό ποσό ή το πράγμα που θα ληφθεί με την εκτέλεση, αν επιδέχεται κατάθεση, ώσπου να εκδοθεί η τελεσίδικη απόφαση.

Άρθρο 912
1. Αν ασκηθεί εμπρόθεσμα ανακοπή ερημοδικίας ή έφεση κατά της απόφασης που κηρύχθηκε προσωρινά εκτελεστή σύμφωνα με τα άρθρα 908 ή 910 μπορεί έως τη συζήτηση στο ακροατήριο της ανακοπής ερημοδικίας ή της έφεσης να διαταχθεί, αν το ζητήσει ο διάδικος που νικήθηκε, και εφόσον πιθανολογείται η ευδοκίμηση της ανακοπής ερημοδικίας ή της έφεσης, να ανασταλεί ολικά ή εν μέρει, ώσπου να εκδοθεί οριστική απόφαση, με τον όρο να δοθεί εγγύηση, η οποία ορίζεται από την απόφαση που διατάσσει την αναστολή ή και χωρίς εγγύηση.
2. Την αναστολή της παραγράφου 1 διατάζει το δικαστήριο, το οποίο εξέδωσε την απόφαση που προσβάλλεται. Η αίτηση συζητείται κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. Κατά τη συζήτηση καλείται υποχρεωτικά ο αντίδικος του αιτούντος

Άρθρο 913
1. Το δικαστήριο που δικάζει την ανακοπή ερημοδικίας ή την έφεση μπορεί, σε κάθε στάση της δίκης, ύστερα από αίτηση του διαδίκου, η οποία υποβάλλεται μόνο με το δικόγραφο της ανακοπής ερημοδικίας ή της έφεσης ή με τις προτάσεις, να κηρύξει στις περιπτώσεις των άρθρων 908 και 910 προσωρινά εκτελεστή την απόφαση που προσβάλλεται, να διατάξει τα μέτρα που ορίζει το άρθρο 911, να αναστείλει την εκτέλεση κατά το άρθρο 912 ή να μεταρρυθμίσει την απόφαση κατά το ίδιο άρθρο. Οι διατάξεις του άρθρου 909 εφαρμόζονται και εδώ.
2. Το δικαστήριο μπορεί σε κάθε στάση της δίκης να ανακαλεί τις αποφάσεις της παραγράφου 1, ώσπου να εκδοθεί οριστική απόφαση, αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου, που υποβάλλεται με τις προτάσεις και όχι αυτοτελώς και, όταν δεν κατατίθενται προτάσεις, και με προφορική αίτηση που καταχωρίζεται στα πρακτικά

Άρθρο 914
Αν το δικαστήριο δεχτεί την ανακοπή ερημοδικίας ή την έφεση οριστικά και κατ` ουσίαν και απορρίψει, ολικά ή εν μέρει, την αγωγή, την Ανταγωγή ή την Κύρια παρέμβαση, εφόσον αποδειχθεί ότι η απόφαση που προσβάλλεται εκτελέστηκε, διατάζει, αν το ζητήσει εκείνος κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση, την επαναφορά των πραγμάτων στην κατάσταση που βρίσκονταν, πριν εκτελεστεί η απόφαση που εξαφανίστηκε ή μεταρρυθμίστηκε. Η αίτηση υποβάλλεται είτε με τα δικόγραφα της ανακοπής ή της έφεσης και των προσθέτων λόγων είτε με τις προτάσεις είτε με χωριστό δικόγραφο που κοινοποιείται στον αντίδικο. Η εκτέλεση της απόφασης πρέπει να προαποδεικνύεται.

Άρθρο 915
Αναγκαστική εκτέλεση που αφορά απαίτηση υπό αναβλητική αίρεση ή προθεσμία δεν μπορεί να γίνει πριν πληρωθεί η αίρεση ή περάσει η προθεσμία. Η πλήρωση της αίρεσης, καθώς και η πάροδος της προθεσμίας εφόσον η λήξη της δεν βρίσκεται ημερολογιακά, πρέπει να αποδεικνύεται με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο, που έχει αποδεικτική δύναμη. Όταν η απόφαση ορίζει πως η εκτέλεση εξαρτάται από το αν θα συμβεί κάποιο γεγονός, το γεγονός αυτό πρέπει να αποδεικνύεται με έγγραφο δημόσιο ή ιδιωτικό που έχει αποδεικτική δύναμη.

Άρθρο 916
Αναγκαστική εκτέλεση δεν μπορεί να γίνει, αν από τον εκτελεστό τίτλο δεν προκύπτει η ποσότητα και η ποιότητα της παροχής.

Άρθρο 917
Όταν αντικείμενο της παροχής είναι πράγματα αντικαταστατά και πρέπει για την αναγκαστική εκτέλεση να οριστεί η αξία τους σε χρήμα, ο προσδιορισμός της αξίας του αντικειμένου της παροχής γίνεται με απόφαση του μονομελούς πρωτοδικείου, που δικάζει κατά τη διαδικασία των άρθρων 670 έως 676. Αν η παροχή επιδικάστηκε με απόφαση του ειρηνοδικείου, ο προσδιορισμός της αξίας γίνεται από αυτό, κατά την ίδια διαδικασία.

Άρθρο 918
1. Αναγκαστική εκτέλεση μπορεί να γίνει μόνο βάσει αντιγράφου του εκτελεστού τίτλου που έχει τον εκτελεστήριο τύπο (Απόγραφο). Ο εκτελεστήριος τύπος συνίσταται στην έκδοσή του στο όνομα του Ελληνικού Λαού και στη διαταγή προς όλα τα αρμόδια όργανα να εκτελέσουν τον τίτλο.
2. Ο εκτελεστήριος τύπος δίνεται :
α) σε αποφάσεις, διαταγές πληρωμής ή άλλες διαταγές ελληνικών δικαστηρίων, από το δικαστή που εξέδωσε την απόφαση ή τη διαταγή και αν πρόκειται για απόφαση πολυμελούς δικαστηρίου, από τον πρόεδρο,
β) σε Πρακτικά ελληνικών δικαστηρίων, από το δικαστή που δίκασε, και αν πρόκειται για πολυμελές δικαστήριο από τον πρόεδρο,
γ) σε συμβολαιογραφικά έγγραφα, από το συμβολαιογράφο,
δ) σε διαιτητικές αποφάσεις, από το δικαστή του μονομελούς πρωτοδικείου στη γραμματεία του οποίου έχουν κατατεθεί,
ε) σε αλλοδαπούς τίτλους, καθώς και στις αλλοδαπές διαιτητικές αποφάσεις, από το δικαστή του μονομελούς πρωτοδικείου που τους κήρυξε εκτελεστούς.
3. Ένα μόνο απόγραφο δίνεται στον καθένα από εκείνους που έχουν έννομο συμφέρον. Άλλο απόγραφο μπορεί να δοθεί, αν χαθεί εκείνο που δόθηκε ή για άλλο σοβαρό λόγο.
4. Απόγραφο δεν δίνεται, αν δεν μπορεί να γίνει εκτέλεση σύμφωνα με τα άρθρα 915 έως 917.
5. Αν ο αρμόδιος για την έκδοση απογράφου αρνηθεί να το δώσει, η έκδοση μπορεί να ζητηθεί από το μονομελές πρωτοδικείο στην περιφέρεια του οποίου εδρεύει ο αρμόδιος για την έκδοση του απογράφου, με την εφαρμογή της διαδικασίας των άρθρων 686 επ.
6. Ο υπάλληλος του πλειστηριασμού οφείλει να χορηγεί στον επισπεύδοντα επίσημα αντίγραφα του δικαιογράφου που εκτελείται και των επιδοτηρίων της επιταγής, με τα οποία μπορεί αυτός να ενεργήσει νέα εκτέλεση κατά του οφειλέτη και κατά κάθε άλλου υποχρέου, με κατάσχεση άλλης περιουσίας ή με προσωπική κράτηση, αν έχει απαγγελθεί.

Άρθρο 919
Η αναγκαστική εκτέλεση γίνεται:
1) όταν πρόκειται για δικαστικές και διαιτητικές αποφάσεις, υπέρ και κατά των προσώπων έναντι των οποίων ισχύει Δεδικασμένο και κατά των προσώπων που απέκτησαν τη νομή ή κατοχή του επίδικου πράγματος κατά τη διάρκεια της δίκης ή μετά το τέλος της,
2) όταν πρόκειται για όλους τους άλλους εκτελεστούς τίτλους, υπέρ των δικαιούχων και κατά των υποχρέων που αναφέρονται σ` αυτούς, υπέρ και κατά των προσώπων που αναφέρονται στα άρθρα 325 έως 327, καθώς και κατά των προσώπων που απέκτησαν τη νομή ή κατοχή του πράγματος μετά τη σύνταξη του εγγράφου ή την έκδοση του τίτλου.

Άρθρο 920
Με βάση τον εκτελεστό τίτλο κατά της ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης εταιρίας μπορεί να γίνει αναγκαστική εκτέλεση και κατά των ομόρρυθμων εταίρων.

Άρθρο 921
1. Η αναγκαστική εκτέλεση που άρχισε κατά του οφειλέτη συνεχίζεται μετά το θάνατό του αφότου ο κληρονόμος αποδεχτεί την κληρονομία ή αφότου περάσει η προθεσμία για την αποποίηση ή αφότου διοριστεί κηδεμόνας της σχολάζουσας κληρονομίας.
2. Όσο ο κληρονόμος έχει το δικαίωμα να αποποιηθεί την κληρονομία, δεν μπορεί να γίνει αναγκαστική εκτέλεση για να ικανοποιηθεί απαίτηση κατά της κληρονομίας, εκτός αν έχει διοριστεί κηδεμόνας της σχολάζουσας κληρονομίας.
3. Αναγκαστική εκτέλεση για να ικανοποιηθούν απαιτήσεις κατά οφειλέτη που έγινε κληρονόμος δεν μπορεί να γίνει κατά της κληρονομίας, πριν αυτός την αποδεχτεί ή πριν περάσει η προθεσμία για να την αποποιηθεί.
4. Όταν σε αμφοτεροβαρείς συμβάσεις ο οφειλέτης έχει υποχρέωση παροχής με τον όρο ότι ο δανειστής θα εκπληρώσει ταυτόχρονα την αντιπαροχή που τον βαρύνει, η αναγκαστική εκτέλεση δεν μπορεί να προχωρήσει πριν γίνει η προσφορά της αντιπαροχής στον οφειλέτη, εκτός αν αποδεικνύεται με έγγραφο δημόσιο ή ιδιωτικό που έχει αποδεικτική δύναμη ότι εκπληρώθηκε ήδη η αντιπαροχή ή ότι ο οφειλέτης περιήλθε σε υπερημερία αποδοχής.

Άρθρο 922
Όποιος έχει δικαίωμα να ενεργήσει αναγκαστική εκτέλεση μπορεί, όταν πρόκειται να την ενεργήσει, να ζητήσει την παροχή κληρονομητηρίου για το δικαίωμα εκείνου κατά του οποίου θα στραφεί η εκτέλεση.

Άρθρο 923
Αναγκαστική εκτέλεση κατά αλλοδαπού δημοσίου δεν μπορεί να γίνει χωρίς προηγούμενη άδεια του Υπουργού Δικαιοσύνης.

Άρθρο 924
Όποιος επισπεύδει αναγκαστική εκτέλεση, έχει υποχρέωση να διορίσει, με την επιταγή που κοινοποιείται σε εκείνον κατά του οποίου γίνεται η εκτέλεση, αντίκλητο που να κατοικεί στην περιφέρεια του πρωτοδικείου του τόπου της εκτέλεσης, διαφορετικά αντίκλητος θεωρείται ο πληρεξούσιος δικηγόρος που υπογράφει την επιταγή.

Άρθρο 925
1.Ο καθολικός ή ειδικός διάδοχος του δικαιούχου δεν μπορεί να αρχίσει ή να συνεχίσει την αναγκαστική εκτέλεση πριν κοινοποιηθούν σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση η επιταγή και τα έγγραφα που τον νομιμοποιούν.
2. Όταν η αναγκαστική εκτέλεση που άρχισε πρόκειται να συνεχιστεί κατά κληρονόμου ή κηδεμόνα σχολάζουσας κληρονομίας, απαιτείται να τους επιδοθεί προηγουμένως η επιταγή.

Άρθρο 926
1. Μετά την επίδοση της επιταγής δεν μπορεί με ποινή ακυρότητας να γίνει άλλη πράξη εκτέλεσης πριν περάσουν τρεις (3) εργάσιμες ημέρες από την επίδοση. Η προθεσμία αυτή πρέπει να τηρείται και όταν η αναγκαστική εκτέλεση συνεχίζεται κατά του κληρονόμου ή του κηδεμόνα σχολάζουσας κληρονομίας.
2. Όταν περάσει έτος από την επίδοση της επιταγής, δεν μπορεί να γίνει καμιά άλλη πράξη εκτέλεσης που να βασίζεται επάνω σ` αυτήν.

Άρθρο 927
Η αναγκαστική εκτέλεση γίνεται με επιμέλεια εκείνου που έχει δικαίωμα να την ενεργήσει, ο οποίος δίνει, επάνω στο απόγραφο, τη σχετική εντολή σε ορισμένο δικαστικό επιμελητή και ορίζει τον τρόπο και αν είναι δυνατό και τα αντικείμενα επάνω στα οποία θα γίνει η εκτέλεση. Αν πρόκειται για κατάσχεση, ορίζει ως υπάλληλο του πλειστηριασμού ένα συμβολαιογράφο της περιφέρειας του τόπου όπου θα γίνει η κατάσχεση. Η εντολή πρέπει να χρονολογείται και να υπογράφεται από το δικαιούχο ή τον πληρεξούσιό του. Η εντολή δίνει την εξουσία να ενεργηθούν όλες οι πράξεις της εκτέλεσης, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σ` αυτήν.

Άρθρο 928
Ο δικαστικός επιμελητής στον οποίο παραδόθηκε το απόγραφο με εντολή να ενεργήσει την εκτέλεση, έχει την εξουσία να δέχεται καταβολή και να δίνει γραπτή εξοφλητική Απόδειξη, παραδίνοντας συνάμα και το απόγραφο, αν η παροχή εκπληρώθηκε εντελώς. Μπορεί να δεχτεί και μερική καταβολή για την οποία δίνει Απόδειξη και την αναφέρει επάνω στο απόγραφο. Η μερική καταβολή δεν εμποδίζει την πρόοδο της εκτέλεσης.

Άρθρο 929
1. Ο δικαστικός επιμελητής έχει την εξουσία, εφόσον το απαιτεί ο σκοπός της αναγκαστικής εκτέλεσης, να εισέρχεται στην κατοικία ή και σε κάθε άλλο χώρο που βρίσκεται στην κατοχή εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση, να ανοίγει τις πόρτες και να κάνει έρευνες, καθώς και να ανοίγει κλειστά έπιπλα, σκεύη ή δοχεία.
2. Ο δικαστικός επιμελητής μπορεί να ζητεί τη βοήθεια της αρχής που είναι αρμόδια για την τήρηση της τάξης, η οποία οφείλει να παρέχει τη συνδρομή της.
3. Κατά τη νύχτα, τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις ημέρες τις κατά νόμο εξαιρετέες δεν μπορεί να γίνει πράξη της αναγκαστικής εκτέλεσης, εκτός αν ο ειρηνοδίκης του τόπου της εκτέλεσης δώσει τη σχετική άδεια, κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ..

Άρθρο 930
1. Αν κατά την αναγκαστική εκτέλεση προβληθεί αντίσταση, ο δικαστικός επιμελητής μπορεί να χρησιμοποιήσει βία για να αποκρούσει την αντίσταση, καλώντας συνάμα γι` αυτό την αρχή που είναι αρμόδια για την τήρηση της τάξης.
2. Αν προβάλλεται ή απειλείται αντίσταση ή αν στον τόπο όπου πρόκειται να γίνει πράξη εκτέλεσης δεν βρίσκεται εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση ή πρόσωπο ενήλικο, από εκείνα που αναφέρονται στα άρθρα 128 παρ. 1 και 129 παρ. 1, ο δικαστικός επιμελητής προσλαμβάνει δύο ενήλικους μάρτυρες ή δεύτερο δικαστικό
επιμελητή.

Άρθρο 931
1. Ο δικαστικός επιμελητής συντάσσει έκθεση για κάθε πράξη της εκτελεστικής διαδικασίας. Αν η αναγκαστική εκτέλεση δεν πραγματώθηκε, ο δικαστικός επιμελητής συντάσσει σχετική έκθεση στην οποία αναφέρει και τους λόγους.
2. Για κάθε αξιόποινη πράξη που γίνεται κατά την αναγκαστική εκτέλεση ο δικαστικός επιμελητής οφείλει να συντάξει έκθεση και να την υποβάλει στον αρμόδιο εισαγγελέα.

Άρθρο 932
Τα έξοδα της αναγκαστικής εκτέλεσης βαρύνουν εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση και προκαταβάλλονται από εκείνον που την επισπεύδει.

Άρθρο 933
1. Αντιρρήσεις εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση και κάθε δανειστή του που έχει έννομο συμφέρον και αφορούν την εγκυρότητα του εκτελεστού τίτλου, τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης ή την απαίτηση ασκούνται με ανακοπή, που εισάγεται στο ειρηνοδικείο, αν ο εκτελεστός τίτλος έχει εκδοθεί από το δικαστήριο αυτό, και στο μονομελές πρωτοδικείο σε κάθε άλλη περίπτωση. Αν ασκηθούν περισσότερες ανακοπές με ξεχωριστά δικόγραφα, προσδιορίζονται και εκδικάζονται όλες υποχρεωτικά στην ίδια δικάσιμο. Πρόσθετοι λόγοι ανακοπής μπορούν να προταθούν μόνο με ιδιαίτερο δικόγραφο που κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου προς το οποίο απευθύνεται η ανακοπή, κάτω από το οποίο συντάσσεται έκθεση, και κοινοποιείται στον αντίδικο οκτώ τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συζήτηση.
2. Η συζήτηση της ανακοπής προσδιορίζεται υποχρεωτικά μέσα σε εξήντα ημέρες από την κατάθεσή της και γίνεται με τη διαδικασία των άρθρων 686 επ.. Κατά της απόφασης που εκδίδεται δεν επιτρέπεται η άσκηση ένδικων μέσων με εξαίρεση μόνο την περίπτωση της ανακοπής ερημοδικίας και της έφεσης κατά της απόφασης, η οποία έκρινε επί ανακοπής κατά της απαίτησης που στηρίζεται σε συμβολαιογραφικό έγγραφο. Στην τελευταία περίπτωση, η άσκηση ένδικου μέσου δεν αναστέλλει την πρόοδο της εκτέλεσης, εκτός αν το δικαστήριο του ένδικου μέσου, μετά από αίτηση του ανακόπτοντος που υποβάλλεται και αυτοτελώς, διατάξει την αναστολή, με παροχή ή και χωρίς παροχή εγγύησης, εφόσον πιθανολογείται η ευδοκίμηση του ένδικου μέσου.
3. Αρμόδιο κατά τόπο είναι το δικαστήριο της περιφέρειας του τόπου της εκτέλεσης.
4. Αν ο εκτελεστός τίτλος είναι δικαστική απόφαση ή διαταγή πληρωμής, οι αντιρρήσεις είναι απαράδεκτες στην έκταση που ισχύει το δεδικασμένο σύμφωνα, με τα άρθρα 330 και 633 § 2 εδάφ. γ, αντίστοιχα.
5. Οι ισχυρισμοί που αφορούν την απόσβεση της απαίτησης πρέπει να αποδεικνύονται μόνο με έγγραφα.
6. Η απόφαση επί της ανακοπής εκδίδεται υποχρεωτικά μέσα σε προθεσμία εξήντα ημερών από τη συζήτησή της. Αν γίνει δεκτή ανακοπή που διατάζει τη διόρθωση της κατασχετήριας έκθεσης, ιδίως ως προς την περιγραφή του κατασχεθέντος, την εκτίμηση και την τιμή πρώτης προσφοράς, τον τόπο και τον υπάλληλο του πλειστηριασμού, η απόφαση δημοσιεύεται τη δέκατη ημέρα πριν τον πλειστηριασμό στην ιστοσελίδα δημοσιεύσεων πλειστηριασμών του Δελτίου Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Τομέα Ασφάλισης Νομικών του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων.

Άρθρο 934
1. Ανακοπή σύμφωνα με το άρθρο 933 είναι παραδεκτή:
(α) για όλες τις πλημμέλειες του χρονικού διαστήματος από την επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση μέχρι και τη δημοσίευση της κατασχετήριας έκθεσης κατά το άρθρα 955 και 995 μέσα σε σαράντα πέντε ημέρες από την ημέρα της κατάσχεσης,
(β) αν αφορά την εγκυρότητα της τελευταίας πράξης της εκτέλεσης, μέσα σε τριάντα ημέρες αφότου η πράξη αυτή ενεργηθεί και αν πρόκειται για εκτέλεση για την ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων, μέσα σε τριάντα ημέρες από την ημέρα του πλειστηριασμού ή αναπλειστηριασμού αν πρόκειται για κινητά, και εξήντα ημέρες αφότου μεταγραφεί η περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης, αν πρόκειται για ακίνητα.
2. Αν πρόκειται για εκτέλεση για την ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων, τελευταία πράξη εκτέλεσης είναι η σύνταξη έκθεσης πλειστηριασμού και κατακύρωσης.

Άρθρο 935
Λόγοι ανακοπής που είναι ήδη γεννημένοι και μπορούν να προταθούν στη δίκη της ανακοπής σύμφωνα με το άρθρο 933 είναι απαράδεκτοι όταν προταθούν σε οποιαδήποτε μεταγενέστερη δίκη όπου ανακύπτει ζήτημα κύρους της αυτής ή άλλης πράξης της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης.

Άρθρο 936
1. Τρίτος έχει δικαίωμα να ασκήσει ανακοπή κατά της αναγκαστικής εκτέλεσης, αν προσβάλλεται δικαίωμά του επάνω στο αντικείμενο της εκτέλεσης, το οποίο δικαιούται να αντιτάξει σε εκείνον κατά του οποίου έχει στραφεί η εκτέλεση και ιδίως
α) δικαίωμα εμπράγματο που αποκλείει ή περιορίζει το δικαίωμα εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση,
β) απαγόρευση διάθεσης που έχει ταχθεί υπέρ αυτού και συνεπάγεται σύμφωνα με το νόμο την ακυρότητα της διάθεσης. Έχει επίσης δικαίωμα να ασκήσει ανακοπή και ο νομέας, εκτός αν εκείνος υπέρ του οποίου γίνεται η εκτέλεση αποδείξει πως εκείνος κατά του οποίου στρέφεται έχει επάνω στο αντικείμενο που έχει κατασχεθεί εμπράγματο δικαίωμα επικρατέστερο από τη νομή. Η ανακοπή εισάγεται στο καθ` ύλην αρμόδιο δικαστήριο του τόπου όπου γίνεται η εκτέλεση.
2. Η ανακοπή πρέπει να απευθύνεται κατά του δανειστή και του οφειλέτη και αν πρόκειται για ακίνητο εγγράφεται στο βιβλίο διεκδικήσεων κατά το άρθρο 220.
Η συζήτηση της ανακοπής προσδιορίζεται υποχρεωτικά μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από την κατάθεση της, μπορεί δε να επιδοθεί και στον πληρεξούσιο δικηγόρο που υπέγραψε την επιταγή του άρθρου 924 ή παρέσχε την εντολή για τη διενέργεια οποιασδήποτε διαδικαστικής πράξης της αναγκαστικής εκτέλεσης.
3. Τρίτος που απέκτησε το δικαίωμα από τον καθ` ου η εκτέλεση με απαλλοτρίωση που διαρρήχθηκε ως καταδολιευτική κατά τα άρθρα 939 επ. του Αστικού Κώδικα, δεν μπορεί να αντιτάξει το δικαίωμα αυτό κατά του επισπεύδοντος που πέτυχε τη διάρρηξη ούτε κατά του υπερθεματιστή και των διαδόχων του.

Άρθρο 937
1. Στις δίκες τις σχετικές με την εκτέλεση
α) έχει δικαίωμα να παρέμβει κάθε δανειστής εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση,
β) Με την επιφύλαξη του άρθρου 933 § 2 εδ. β’ δεν επιτρέπεται ανακοπή ερημοδικίας ούτε στο πρωτοβάθμιο ούτε και στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο,
γ) η προθεσμία και η άσκηση ένδικων μέσων δεν αναστέλλει την εκτέλεση της απόφασης.
2. Στις δίκες αυτές η προθεσμία της παραγράφου 2 του άρθρου 564 είναι εξήντα (60) ημέρες. Η δικάσιμος για τη συζήτηση της αναίρεσης δεν μπορεί να ορισθεί σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 568, σε χρόνο που υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες. Οι προθεσμίες της παραγράφου 4 του άρθρου 568 είναι τουλάχιστον εξήντα (60) ημέρες σε κάθε περίπτωση. Αναβολή της συζήτησης, σύμφωνα με το άρθρο 575, δεν μπορεί να είναι κάθε φορά μεγαλύτερη από σαράντα πέντε (45) ημέρες.
3. Στις δίκες σχετικά με την εκτέλεση για την εκδίκαση των ανακοπών εφαρμόζεται το άρθρο 591 παράγραφος 1 περίπτωση α`.

Άρθρο 938
1. Με αίτηση του ανακόπτοντος μπορεί να διαταχθεί η αναστολή της αναγκαστικής εκτέλεσης με εγγύηση ή και χωρίς εγγύηση, αν ο δικαστής κρίνει ότι η ενέργεια της αναγκαστικής εκτέλεσης θα προξενήσει ανεπανόρθωτη βλάβη στον αιτούντα και πιθανολογεί την ευδοκίμηση της ανακοπής. Επίσης μπορεί να διαταχθεί να προχωρήσει η αναγκαστική εκτέλεση αφού δοθεί εγγύηση. Η αίτηση αναστολής κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου της ανακοπής και συζητείται υποχρεωτικά κατά την ορισθείσα δικάσιμο αυτής.
2. Αρμόδιος να διατάξει όσα ορίζει η παράγραφος 1 είναι ο δικαστής στον οποίο εκκρεμεί η ανακοπή, ο οποίος μπορεί να εμποδίσει με σημείωμα του την εκτέλεση, ώσπου να εκδοθεί η απόφαση για την αίτηση αναστολής.
3. Οι κατά την παράγραφο 1 αιτήσεις ασκούνται και δικάζονται κατά τα άρθρα 686 επ. Η αίτηση με την οποία ζητείται η αναστολή πλειστηριασμού είναι απαράδεκτη αν δεν κατατεθεί το αργότερο πέντε (5) εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού. Η απόφαση πρέπει να δημοσιεύεται έως τις 12.00` το μεσημέρι της Δευτέρας που προηγείται του πλειστηριασμού.

4. Η αναστολή της παρ. 1 η εγγυοδοσία μπορεί να διαταχθεί μόνο ώσπου να εκδοθεί η οριστική απόφαση για την ανακοπή και με τον όρο να συζητηθεί η ανακοπή μέσα σε προθεσμία που θα καθορίσει το δικαστήριο. Όταν η προθεσμία αυτή περάσει άπρακτη ή σε περίπτωση που υποβλήθηκε ή αν δεν υποβλήθηκε αίτηση, η αναστολή κατά την παρ. 1 η εγγυοδοσία μπορεί να διαταχθεί μόνο κατά τη συζήτηση της ανακοπής.

Άρθρο 939
1. Η απόφαση που διατάζει να ανασταλεί η αναγκαστική εκτέλεση ή απόσπασμά της γνωστοποιείται στα εκτελεστικά όργανα με επιμέλεια των διαδίκων ή της γραμματείας του δικαστηρίου. Σε επείγουσες περιπτώσεις η γνωστοποίηση μπορεί να γίνει από το δικαστήριο με υπηρεσιακό τηλεγράφημα, προφορικά ή με ηλεκτρονικά μέσα, αφού το όργανο της εκτέλεσης κληθεί να παρουσιαστεί στο δικαστήριο για να του γίνει η γνωστοποίηση και αυτό βεβαιωθεί με απλή σημείωση επάνω στην απόφαση της αναστολής.
2. Αφότου γίνει η γνωστοποίηση της παρ. 1 απαγορεύεται να ενεργηθεί οποιαδήποτε πράξη της αναγκαστικής εκτέλεσης, εκτός από εκείνες που έχει ειδικά επιτρέψει η απόφαση της αναστολής, και δεν τρέχουν οι προθεσμίες οι ορισμένες για την ενέργεια των απαγορευμένων πράξεων ενώ εκείνες που άρχισαν διακόπτονται.
3. Η εκτέλεση συνεχίζεται αφότου γνωστοποιηθεί η παύση της αναστολής που γίνεται με τους τρόπους της παρ. 1.

Άρθρο 940
1. Αν εξαφανιστεί ή μεταρρυθμιστεί απόφαση που είχε κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή και εκτελέστηκε, εκείνος κατά του οποίου είχε στραφεί η εκτέλεση έχει δικαίωμα, εκτός από την επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση, σύμφωνα με το άρθρο 914, να ζητήσει από εκείνον που επέσπευσε την εκτέλεση Αποζημίωση για τις ζημίες που προξενήθηκαν από την εκτέλεση, μόνο αν αυτός ήξερε ή αγνοούσε από βαριά του αμέλεια, ότι το δικαίωμα δεν υπήρχε.
2. Αν εξαφανιστεί ύστερα από άσκηση ένδικου μέσου τελεσίδικη απόφαση που εκτελέστηκε, εκείνος κατά του οποίου είχε στραφεί η εκτέλεση έχει δικαίωμα, εκτός από την επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση σύμφωνα με το άρθρο 914, να ζητήσει από εκείνον που επέσπευσε την εκτέλεση Αποζημίωση για τις ζημίες που προήλθαν από την εκτέλεση, μόνο αν αυτός είχε δόλο ως προς τη μη ύπαρξη του δικαιώματος.
3. Αν ακυρωθεί αμετάκλητα η αναγκαστική εκτέλεση, εκείνος κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση έχει δικαίωμα να ζητήσει από εκείνον που την επέσπευσε Αποζημίωση για τις ζημίες που επήλθαν από την εκτέλεση, αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των άρθρων 914 ή 919 του Αστικού Κώδικα.

Άρθρο 940 Α
Στο χρονικό διάστημα από 1 μέχρι 31 Αυγούστου δεν επιτρέπεται η διενέργεια οποιασδήποτε πράξης εκτέλεσης, συμπεριλαμβανομένης και της επιταγής προς εκτέλεση. Το προηγούμενο εδάφιο δεν εφαρμόζεται όταν πρόκειται για πλοία και αεροσκάφη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β`

ΜΕΣΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ

Άρθρο 941
1. Αν υπάρχει υποχρέωση να παραδοθεί ή να αποδοθεί ορισμένο κινητό πράγμα ή ποσότητα από ορισμένα κινητά πράγματα, ο δικαστικός επιμελητής αφαιρεί από εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση το πράγμα ή την ποσότητα των πραγμάτων που οφείλεται και τα παραδίδει σε εκείνον προς όφελος του οποίου γίνεται η εκτέλεση. Η παράγραφος 5 του άρθρου 943 εφαρμόζεται και στην αναγκαστική εκτέλεση για αφαίρεση κινητού.

2. Αν το πράγμα που οφείλεται δεν βρέθηκε, εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση υποχρεώνεται, κατά τη διαδικασία των άρθρων 861 έως 866, να δώσει βεβαιωτικό όρκο ότι δεν κατέχει το πράγμα και δεν γνωρίζει πού βρίσκεται. Το δικαστήριο μπορεί κατά τις περιστάσεις να ορίσει και διαφορετικά το περιεχόμενο του όρκου. Αρμόδιο δικαστήριο είναι το ειρηνοδικείο της περιφέρειας του τόπου της εκτέλεσης ή της κατοικίας εκείνου κατά του οποίου γίνεται η εκτέλεση και, αν δεν έχει κατοικία, της διαμονής του.

Άρθρο 942
Αν υπάρχει υποχρέωση παροχής ορισμένης ποσότητας πραγμάτων αντικαταστατών ή ανώνυμων χρεογράφων, ο δικαστικός επιμελητής, αν βρει στον οφειλέτη τέτοια πράγματα, αφαιρεί από αυτά την ποσότητα που οφείλεται και τα παραδίδει σε εκείνον υπέρ του οποίου γίνεται η εκτέλεση. Αν αυτό δεν κατορθωθεί, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 917.

Άρθρο 943
1. Αν υπάρχει υποχρέωση να παραδοθεί ή να αποδοθεί ακίνητο, ο δικαστικός επιμελητής αποβάλλει εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση και εγκαθιστά εκείνον υπέρ του οποίου γίνεται η εκτέλεση.
2. Τα κινητά πράγματα που βρίσκονται στο ακίνητο και δεν είναι αντικείμενο της εκτέλεσης ο δικαστικός επιμελητής τα παραδίδει με Απόδειξη σε εκείνον κατά του οποίου γίνεται η εκτέλεση. Αν αυτός απουσιάζει ή αρνείται να τα παραλάβει, ο δικαστικός επιμελητής τα παραδίδει είτε σε πρόσωπο που ανήκει στην οικογένεια εκείνου κατά του οποίου γίνεται η εκτέλεση είτε σε πρόσωπο που έχει εξουσία να τα
παραλάβει.
3. Αν δεν υπάρχουν τα πρόσωπα της παρ. 2 ή αν αρνούνται να παραλάβουν τα κινητά πράγματα, ο δικαστικός επιμελητής τα παραδίδει σε μεσεγγυούχο τον οποίο διορίζει ο ίδιος και, ύστερα από άδεια του ειρηνοδίκη της περιφέρειας του τόπου της εκτέλεσης που δικάζει κατά τις διατάξεις των άρθρων 686 επ. πλειστηριάζει τα κινητά πράγματα. Ο ειρηνοδίκης που δίνει την άδεια ορίζει συνάμα τον τόπο, τον υπάλληλο, την ημέρα και ώρα του πλειστηριασμού. Ο Πλειστηριασμός δεν μπορεί να οριστεί πριν περάσουν δέκα ημέρες αφότου προσκληθεί εγγράφως εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση να παραλάβει τα πράγματα.
Πέντε (5) τουλάχιστον ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού γίνεται
δημόσια κήρυξη στον τόπο του πλειστηριασμού και τηρούνται συνάμα οι διατάξεις
του άρθρου 963.
Το πλειστηρίασμα κατατίθεται δημόσια, αφού αφαιρεθούν τα έξοδα.
4. Αν εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση δεν ήταν παρών, η έκθεση της εκτέλεσης του κοινοποιείται μέσα σε τριάντα ημέρες από τη σύνταξη της εφόσον αυτός έχει εγγράφως γνωστοποιήσει τη νέα διεύθυνση του.
5. Αναγκαστική εκτέλεση για απόδοση ακινήτου δεν επιτρέπεται να γίνει κατά το διάστημα α) από 23 Δεκεμβρίου μέχρι 7 Ιανουαρίου του επομένου έτους, β) από τη Μεγάλη Δευτέρα μέχρι την Κυριακή του Θωμά και γ) την προηγουμένη και την επομένη εβδομάδα των εκλογών για την ανάδειξη βουλευτών, αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και Οργάνων Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Η απαγόρευση αυτή ισχύει και για επαναληπτικές εκλογές και μόνο για τις περιφέρειες που διεξάγονται τέτοιες.
6. Στην περίπτωση του παρόντος άρθρου η αξίωση εκείνου κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση, κατά του μεσεγγυούχου που διορίστηκε από τον δικαστικό επιμελητή, προς απόδοση των κινητών πραγμάτων, παραγράφεται ύστερα από έξι (6) μήνες από την αποβολή του.

Άρθρο 944
Οι διατάξεις του άρθρου 943 εφαρμόζονται και στα πλοία και τα αεροσκάφη. Η έκθεση της εκτέλεσης κοινοποιείται χωρίς υπαίτια καθυστέρηση στο λιμενάρχη του λιμανιού, όπου είναι λιμενισμένο το πλοίο ή στο διοικητή του αερολιμένα.

Άρθρο 945
1. Αν ο οφειλέτης δεν εκπληρώνει την υποχρέωσή του να ενεργήσει πράξη που μπορεί να γίνει και από τρίτο πρόσωπο, ο δανειστής έχει δικαίωμα να επιχειρήσει την πράξη με δαπάνη του οφειλέτη.

2. Το δικαστήριο, καταδικάζοντας τον οφειλέτη στην πράξη της παρ. 1, μπορεί, αν το ζητήσει ο δανειστής, να τον καταδικάσει ταυτόχρονα να προκαταβάλει το ποσό της δαπάνης για να επιχειρηθεί η πράξη από το δανειστή, υπό τον όρο ότι ο οφειλέτης δεν θα εκπληρώσει την υποχρέωσή του να ενεργήσει την πράξη. Το δικαίωμα του δανειστή να απαιτήσει ποσό μεγαλύτερο από εκείνο που επιδικάστηκε, αν η δαπάνη για να επιχειρηθεί η πράξη ήταν μεγαλύτερη, δεν επηρεάζεται.

Άρθρο 946
1. Αν ο οφειλέτης δεν εκπληρώνει την υποχρέωση του να επιχειρήσει πράξη που δεν μπορεί να γίνει από τρίτο πρόσωπο και η επιχείρηση της εξαρτάται αποκλειστικά από τη βούληση του οφειλέτη, το δικαστήριο τον καταδικάζει να εκτελέσει την πράξη και στην περίπτωση που δεν την εκτελέσει τον καταδικάζει αυτεπαγγέλτως σε χρηματική ποινή έως πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ υπέρ του δανειστή και σε προσωπική κράτηση έως ένα έτος.

2. Οι διατάξεις της παρ. 1 δεν εφαρμόζονται όταν η πράξη συνίσταται στην αποκατάσταση της έγγαμης συμβίωσης ή εξαρτάται από την ύπαρξη στο πρόσωπο του υποχρέου ιδιαιτέρων προϋποθέσεων για να ασκήσει τις τεχνικές, καλλιτεχνικές ή επιστημονικές ικανότητές του και η άρνησή του δεν οφείλεται σε δυστροπία του.

Άρθρο 947
1. Όταν ο οφειλέτης έχει υποχρέωση να παραλείψει ή να ανεχθεί πράξη, το δικαστήριο, για την περίπτωση που παραβεί την υποχρέωση του, απειλεί για κάθε παράβαση χρηματική ποινή έως εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ υπέρ του δανειστή και προσωπική κράτηση έως ένα έτος. Αν η απειλή της χρηματικής ποινής και της προσωπικής κράτησης δεν περιέχεται στην απόφαση που καταδικάζει τον οφειλέτη να παραλείψει ή να ανεχθεί πράξη, απαγγέλλεται από το μονομελές πρωτοδικείο. Το δικαστήριο αυτό είναι αρμόδιο να βεβαιώσει την παράβαση και να καταδικάσει στη χρηματική ποινή και στην προσωπική κράτηση. Στην τελευταία περίπτωση, δικάζει κατά τη διαδικασία των άρθρων 670 έως 676.
2. Αν το ζητήσει ο δανειστής, το δικαστήριο μπορεί, εκτός από την απειλή της χρηματικής ποινής και της προσωπικής κράτησης, να επιβάλει στον οφειλέτη να δώσει και εγγύηση για την παράλειψη ή την ανοχή της πράξης.
3. Αν ο οφειλέτης που έχει υποχρέωση να ανεχθεί πράξη προβάλει αντίσταση, ο δικαστικός επιμελητής παραμερίζει κάθε εμπόδιο και ενέργεια σύμφωνα με το άρθρο 930.

Άρθρο 948
Οι διατάξεις των άρθρων 941 έως 947 δεν θίγουν το δικαίωμα του δανειστή να απαιτήσει την Αποζημίωση που προβλέπουν οι διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου.

Άρθρο 949
Όταν κάποιος καταδικάζεται σε δήλωση βούλησης, η δήλωση αυτή θεωρείται ότι έγινε μόλις η απόφαση γίνει τελεσίδικη. Αν η καταδίκη σε δήλωση βούλησης εξαρτήθηκε από αντιπαροχή, η δήλωση βούλησης θεωρείται ότι έγινε από τη στιγμή που εκπληρώθηκε η αντιπαροχή ή επήλθε υπερημερία αποδοχής της.

Άρθρο 950
1. Με την απόφαση που διατάσσεται η απόδοση ή παράδοση τέκνου καταδικάζεται ο γονέας που έχει το τέκνο να εκτελέσει αυτή την πράξη και με την ίδια απόφαση, για την περίπτωση που δεν την εκτελέσει, απαγγέλλεται αυτεπαγγέλτως χρηματική ποινή έως εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ υπέρ του αιτούντος την απόδοση ή παράδοση και σε προσωπική κράτηση έως ένα έτος. Αν το τέκνο δεν βρεθεί, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 861 έως 866.
2. Αν παρεμποδίζεται το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας του γονέα με το τέκνο, η απόφαση που ρυθμίζει την επικοινωνία μπορεί να απειλήσει με χρηματική ποινή και προσωπική κράτηση εκείνον που εμποδίζει την επικοινωνία και εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 947.
3. Κατά την επικύρωση από το δικαστήριο της κατά το άρθρο 1441 του Αστικού Κώδικα συμφωνίας των συζύγων, με την οποία ρυθμίζεται η επιμέλεια των τέκνων, διατάσσεται αυτεπαγγέλτως και η απόδοση ή παράδοση του τέκνου στον γονέα στον οποίο ανατίθεται η επιμέλεια και εφαρμόζεται κατά τα λοιπά η πρώτη παράγραφος του παρόντος άρθρου. Ως προς τη ρυθμιζόμενη με την ίδια συμφωνία επικοινωνία με το τέκνο εφαρμόζεται αναλόγως η δεύτερη παράγραφος του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 951
1. Η αναγκαστική εκτέλεση για να ικανοποιηθεί χρηματική απαίτηση γίνεται με κατάσχεση περιουσίας εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση ή με αναγκαστική διαχείριση ή με προσωπική κράτηση. Όταν πρόκειται για ένωση προσώπων του άρθρου 62 παρ. 2, η αναγκαστική εκτέλεση γίνεται στην κοινή περιουσία τους.
2. Η κατάσχεση δεν επιτρέπεται να επεκταθεί σε περισσότερα από όσα χρειάζονται για να ικανοποιηθεί η απαίτηση και για να καλυφθούν τα έξοδα της εκτέλεσης.

Άρθρο 952
Αν με την κατάσχεση που έχει επιβληθεί δεν ικανοποιείται ή αν πιθανολογείται ότι με την κατάσχεση δεν μπορεί να ικανοποιηθεί εντελώς η απαίτηση του δανειστή, μπορεί με αίτηση του δανειστή να υποχρεωθεί ο οφειλέτης, κατά τη διαδικασία των άρθρων 861 έως 866, να υποβάλει αναλυτικό κατάλογο όλων των περιουσιακών του στοιχείων με ακριβή αναφορά του τόπου όπου βρίσκονται. Ως προς τις απαιτήσεις θα πρέπει να αναφέρονται η νομική αιτία, το αντικείμενο, ο οφειλέτης, οι τυχόν εξασφαλίσεις και τα τυχόν υπάρχοντα αποδεικτικά μέσα. Από τον κατάλογο θα πρέπει να προκύπτουν επίσης οι απαλλοτριώσεις ακινήτων που έλαβαν χώρα την τελευταία πενταετία πριν από την υποβολή της αίτησης. Ο οφειλέτης θα πρέπει να βεβαιώνει συγχρόνως με όρκο ότι ο κατάλογος περιέχει όλα τα περιουσιακά στοιχεία του, καθώς και τις ως άνω απαλλοτριώσεις, ότι δεν παραλείπει κανένα στοιχείο και ότι έκανε κάθε προσπάθεια, για να εξακριβώσει όλα τα περιουσιακά του στοιχεία.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ`
ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΚΙΝΗΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΟΦΕΙΛΕΤΗ

Άρθρο 953
1. Κατάσχεση μπορεί να γίνει στα κινητά πράγματα που βρίσκονται στα
χέρια του οφειλέτη.
2. Οι διατάξεις για την κατάσχεση στα χέρια του οφειλέτη εφαρμόζονται και
α) όταν κινητά πράγματα του οφειλέτη βρίσκονται στα χέρια του δανειστή ή τρίτου πρόθυμου να τα αποδώσει,
β) όταν κατάσχεται εμπράγματο δικαίωμα του οφειλέτη επάνω σε ξένο κινητό πράγμα.
γ) όταν πρόκειται για κινητά πράγματα που είχαν μεταβιβαστεί από τον οφειλέτη σε τρίτο, εφόσον η κατάσχεση επιβάλλεται από δανειστή που πέτυχε τη διάρρηξη της μεταβίβασης ως καταδολιευτικής κατά τα άρθρα 939 επ. του Αστικού Κώδικα.
3. Εξαιρούνται από την κατάσχεση τα πράγματα που είναι απολύτως απαραίτητα για τις στοιχειώδεις ανάγκες διαβίωσης του οφειλέτη και της οικογένειάς του και, προκειμένου για πρόσωπα που με την προσωπική τους εργασία αποκτούν όσα τους χρειάζονται για να ζήσουν, τα πράγματα, τα οποία είναι απαραίτητα για την εργασία τους.
4. Αν τα κατασχεμένα πράγματα είναι ασφαλισμένα η κατάσχεση ισχύει και για την αποζημίωση που οφείλεται από την ασφάλιση.

Άρθρο 954
1. Η κατάσχεση γίνεται με την αφαίρεση του πράγματος από το δικαστικό επιμελητή και συντάσσεται σχετική έκθεση μπροστά σε ενήλικο μάρτυρα. Το κατασχεμένο το εκτιμά ο δικαστικός επιμελητής ή ο πραγματογνώμονας που ο επιμελητής προσλαμβάνει κατα την κρίση του γι` αυτό το σκοπό.
2. Η κατασχετήρια έκθεση πρέπει να περιέχει, εκτός από τα ουσιώδη που απαιτούνται από το άρθρο 117 και
α) ακριβή περιγραφή του κατασχεμένου πράγματος, ώστε να μη γεννιέται αμφιβολία για την ταυτότητά του,
β) αναφορά της εκτίμησης του κατασχεμένου που έκανε ο δικαστικός επιμελητής ή ο πραγματογνώμονας,
γ) Τιμή πρώτης προσφοράς που πρέπει να είναι τουλάχιστον τα δύο τρίτα της αξίας, στην οποία εκτιμήθηκε το κατασχεμένο.
δ) αναφορά του εκτελεστού τίτλου στον οποίο βασίζεται η εκτέλεση, της επιταγής που επιδόθηκε στον οφειλέτη και του ποσού για το οποίο γίνεται η κατάσχεση,
ε) αναφορά της ημέρας, η οποία ορίζεται υποχρεωτικά οκτώ μήνες από την ημέρα της κατάσχεσης, και του τόπου του πλειστηριασμού, καθώς και του ονόματος του υπαλλήλου του πλειστηριασμού.
Στην έκθεση αναφέρονται επίσης οι όροι που τυχόν έθεσε, σχετικά με τον πλειστηριασμό, ο υπέρ ου η εκτέλεση με την κατά το άρθρο 927 εντολή.
3. Την κατασχετήρια έκθεση υπογράφουν ο δικαστικός επιμελητής και ο μάρτυρας και αν είναι παρόντες εκείνος υπέρ του οποίου γίνεται και εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση την υπογράφουν και αυτοί. Αν κάποιος από αυτούς αρνηθεί να υπογράψει, η άρνησή του αναφέρεται στην έκθεση.
4. Ύστερα από ανακοπή του επισπεύδοντος ή του καθ` ου η εκτέλεση ή οποιουδήποτε άλλου έχει έννομο συμφέρον, το αρμόδιο κατά το άρθρο 933 δικαστήριο, δικάζοντας κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., μπορεί να διατάξει τη διόρθωση της έκθεσης, ιδίως ως προς την περιγραφή του κατασχεθέντος, την εκτίμηση και την τιμή πρώτης προσφοράς. Μπορεί επίσης να επιβάλει πρόσθετα μέτρα δημοσιότητας πέρα από αυτά που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 960. Η ανακοπή είναι απαράδεκτη αν δεν κατατεθεί το αργότερο πέντε (5) εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού. Η απόφαση πρέπει, κατά το δυνατόν, να δημοσιεύεται έως τις 12.00` το μεσημέρι της προηγούμενης του πλειστηριασμού ημέρας. Αν η ανακοπή γίνει δεκτή, εφόσον ο υπολειπόμενος χρόνος δεν επαρκεί για την τήρηση των διατυπώσεων δημοσιότητας, ορίζεται με την απόφαση νέα ημέρα πλειστηριασμού. Η απόφαση αυτή κατατίθεται στον υπάλληλο του πλειστηριασμού και, αφού η σχετική διόρθωση γίνει και στην περίληψη της κατασχετήριας έκθεσης, τηρούνται οι διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 960 παρ.2.

Άρθρο 955
1. Αντίγραφο της κατασχετήριας έκθεσης επιδίδεται μόλις περατωθεί η κατάσχεση στον καθ’ ου η εκτέλεση, αν ήταν παρών, και, αν αυτός αρνηθεί να παραλάβει το έγγραφο που του επιδίδεται, ο επιμελητής συντάσσει έκθεση για την άρνησή του. Αν είναι απών ή δεν είναι δυνατή η άμεση κατάρτιση του αντιγράφου, η επίδοση γίνεται το αργότερο την επομένη της ημέρας που έγινε η κατάσχεση, εφόσον εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση έχει την κατοικία του στην περιφέρεια του δήμου όπου έγινε η κατάσχεση, διαφορετικά μέσα σε τρεις ημέρες από την κατάσχεση. Μέσα στην ίδια τριήμερη προθεσμία η έκθεση επιδίδεται στον γραμματέα του ειρηνοδικείου του τόπου όπου έγινε η κατάσχεση, ο οποίος οφείλει να την καταχωρίσει σε ειδικό βιβλίο με αλφαβητικό ευρετήριο εκείνων κατά των οποίων γίνεται η κατάσχεση. Η παράλειψη των διατυπώσεων αυτών επιφέρει ακυρότητα της κατάσχεσης.
2. Ο δικαστικός επιμελητής οφείλει, μέσα σε πέντε ημέρες από την ημέρα της κατάσχεσης, να καταθέσει στον υπάλληλο του πλειστηριασμού τον εκτελεστό τίτλο, την έκθεση επίδοσης της επιταγής προς εκτέλεση, την κατασχετήρια έκθεση και τις εκθέσεις επίδοσής της στον οφειλέτη και τον γραμματέα του ειρηνοδικείου και, στην περίπτωση του άρθρου 956 παράγραφος 3, και το γραμμάτιο της δημόσιας κατάθεσης, συντάσσοντας έκθεση για όλα αυτά. Απόσπασμα της κατασχετήριας έκθεσης, που περιλαμβάνει τα ονοματεπώνυμα του υπέρ ου και του καθ’ ου η εκτέλεση, περιγραφή των κατασχεθέντων κινητών, την τιμή της πρώτης προσφοράς, το όνομα και τη διεύθυνση του υπαλλήλου του πλειστηριασμού, καθώς και τον τόπο και την ώρα του πλειστηριασμού, δημοσιεύεται μέχρι την όγδοη ημέρα από την κατάσχεση στην ιστοσελίδα δημοσιεύσεων πλειστηριασμών του Δελτίου Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Τομέα Ασφάλισης Νομικών του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων. Ο πλειστηριασμός δεν μπορεί να γίνει χωρίς να τηρηθούν οι διατυπώσεις των προηγούμενων εδαφίων, διαφορετικά είναι άκυρος.

Άρθρο 956
1. Ο δικαστικός επιμελητής παραδίδει τα κατασχεμένα πράγματα για φύλαξη σε μεσεγγυούχο. Μεσεγγυούχος μπορεί να οριστεί εκείνος υπέρ του οποίου γίνεται η εκτέλεση, αν συναινεί εκείνος κατά του οποίου στρέφεται ή και εκείνος κατά του οποίου στρέφεται, αν συναινεί εκείνος υπέρ του οποίου γίνεται η εκτέλεση.
2. Αν κατασχέθηκαν πράγματα που η μεταφορά τους είναι δύσκολη ή μπορεί να τα βλάψει, ο δικαστικός επιμελητής τα αφήνει στον τόπο όπου έγινε η κατάσχεση.
3. Αν κατασχέθηκαν χρήματα ή άλλα πράγματα δεκτικά κατά το νόμο κατάθεσης, ο δικαστικός επιμελητής τα καταθέτει σύμφωνα με τα οριζόμενά στο άρθρο 965 παρ. 4.
4. Ο μεσεγγυούχος φυλάει τα κατασχεθέντα πράγματα και δεν έχει εξουσία να τα χρησιμοποιεί. Αν η φύση του κατασχεμένου το επιβάλλει, ο μεσεγγυούχος, μετά από άδεια του ειρηνοδικείου της περιφερείας του τόπου όπου έγινε η κατάσχεση, το οποίο δικάζει κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., ενεργεί και διαχειριστικές πράξεις. Ο μεσεγγυούχος έχει υποχρέωση να λογοδοτήσει και παραδίδει στον υπάλληλο του πλειστηριασμού το προϊόν της διαχείρισης.
5. Κάθε αμφισβήτηση για τον ορισμό του μεσεγγυούχου ή για ό,τι αφορά τη μεσεγγύηση, καθώς και η αίτηση για την αντικατάστασή του, εισάγεται κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., στο ειρηνοδικείο της περιφέρειας του τόπου της εκτέλεσης. Το δικαστήριο μπορεί να ορίσει ως μεσεγγυούχο και εκείνον κατά του οποίου στρέφεται ή εκείνον υπέρ του οποίου γίνεται η εκτέλεση.
6. Αν ο μεσεγγυούχος αποβληθεί η χάσει την κατοχή του πράγματος, το ειρηνοδικείο του τόπου της εκτέλεσης, δικάζοντας κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., διατάζει να του αποδοθεί το πράγμα.
7. Αν ο ασφαλιστικός κίνδυνος πραγματοποιήθηκε μετά την κατάσχεση, ο ασφαλιστής καταβάλλει στον υπάλληλο του πλειστηριασμού την Αποζημίωση που οφείλεται. Ο ασφαλιστής έγκυρα καταβάλλει την Αποζημίωση σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση, πριν ειδοποιηθεί εγγράφως από εκείνον που έκανε την κατάσχεση σχετικά με την επιβολή της.

Άρθρο 957
1. Αν τα κατασχεμένα είναι μόνο χρήματα εφαρμόζονται τα άρθρα 971 επ. Το ίδιο ισχύει αν τα κατασχεμένα είναι αλλοδαπά χρήματα τα οποία ο υπάλληλος του πλειστηριασμού μετατρέπει σε ελληνικό χρήμα.
2. Αν εκτός από τα χρήματα κατασχέθηκαν και άλλα πράγματα, η διανομή των χρημάτων γίνεται μαζί με το πλειστηρίασμα.

Άρθρο 958
1. Αφότου γίνει η επίδοση αντιγράφου της κατασχετήριας έκθεσης κατά το άρθρο 955 παρ. 1, απαγορεύεται και είναι άκυρη υπέρ εκείνου που επέβαλε την κατάσχεση και των δανειστών που αναγγέλθηκαν η διάθεση του κατασχεμένου από εκείνον κατά του οποίου έγινε η κατάσχεση.
2. Η αναγκαστική κατάσχεση κινητών πραγμάτων δεν εμποδίζει την κατάσχεσή τους και από άλλο δανειστή. Κάθε διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης διενεργείται ξεχωριστά και δεν επηρεάζει η μια την άλλη. Δεν επιτρέπεται η αναζήτηση των εξόδων της εκτέλεσης που προκατέβαλε εκείνος ο δανειστής, η εκτέλεση του οποίου δεν περατώθηκε.

Άρθρο 959
1. Τα κατασχεμένα πράγματα πλειστηριάζονται δημόσια ενώπιον συμβολαιογράφου της περιφέρειας του τόπου όπου έγινε η κατάσχεση, ο οποίος ορίστηκε για τον πλειστηριασμό. Ο πλειστηριασμός γίνεται με την υποβολή γραπτών και ενσφράγιστων προσφορών και στη συνέχεια διαδοχικών προφορικών προσφορών κατά την παράγραφο 4.
2. Ο πλειστηριασμός γίνεται στο κατάστημα του ειρηνοδικείου στην περιφέρεια του οποίου έγινε η κατάσχεση εργάσιμη ημέρα Τετάρτη. Αν τα κατασχεμένα πράγματα βρίσκονται στην περιφέρεια περισσότερων ειρηνοδικείων, ο πλειστηριασμός γίνεται στο κατάστημα του ειρηνοδικείου, που ορίζει ο δικαστικός επιμελητής με την κατασχετήρια έκθεση.
3. Οι γραπτές και ενσφράγιστες προσφορές, με ποινή ακυρότητας, δεν πρέπει να περιλαμβάνουν αίρεση ή όρο, είναι ανέκκλητες και υποβάλλονται, μαζί με την εγγύηση του άρθρου 965 παρ. 1 και το τυχόν πληρεξούσιο του άρθρου 1003 παρ. 2, στον υπάλληλο του πλειστηριασμού είτε στο γραφείο του την αμέσως προηγούμενη εργάσιμη ημέρα του πλειστηριασμού κατά τις ώρες 10 το πρωί έως 2 το απόγευμα, με σύνταξη σχετικής πράξης, είτε την ημέρα του πλειστηριασμού στον τόπο του από τις 4 έως τις 5 το απόγευμα, οπότε καταχωρίζονται στην έκθεση του πλειστηριασμού. Ο υπάλληλος του πλειστηριασμού οφείλει κατά την έναρξη του πλειστηριασμού να καταχωρίσει στην έκθεσή του τα στοιχεία ταυτότητας των πλειοδοτών, που έχουν ήδη καταθέσει προσφορές, και τις εγγυήσεις τους. Στις 5 το απόγευμα και εφόσον δεν υπάρχει άλλος πλειοδότης, ο οποίος αναμένει να καταθέσει προσφορά, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού κηρύσσει περαιωμένη τη διαδικασία συγκέντρωσης των προσφορών και αμέσως μετά προβαίνει δημόσια στην αποσφράγισή τους, καταχωρίζοντας το περιεχόμενό τους στην έκθεσή του.
4. Αν υποβλήθηκε μία μόνο γραπτή προσφορά, τα πράγματα που πλειστηριάζονται κατακυρώνονται στο μοναδικό πλειοδότη, ακόμα και αν δεν παρευρίσκεται στον τόπο του πλειστηριασμού. Αν υποβλήθηκαν δύο ή περισσότερες γραπτές προσφορές, τα πράγματα που πλειστηριάζονται κατακυρώνονται σε εκείνον που προσφέρει τη μεγαλύτερη προσφορά. Αν οι περισσότερες αυτές προσφορές είναι ίσες, τότε η διαδικασία συνεχίζεται με την υποβολή προφορικών προσφορών προς τον υπάλληλο του πλειστηριασμού.
5. Ο υπάλληλος του πλειστηριασμού μετά την ολοκλήρωση των προφορικών προσφορών προβαίνει στην κατακύρωση, αφού προηγουμένως προσκαλέσει τρεις φορές για μεγαλύτερη προφορική προσφορά. Σε περίπτωση ίσων γραπτών προσφορών με τη μεγαλύτερη τιμή, χωρίς να υποβληθεί προφορική προσφορά, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού διενεργεί αμέσως κλήρωση, από την οποία αναδεικνύεται ο υπερθεματιστής.
6. Με ανακοπή κατά το άρθρο 933 εκείνου υπέρ του οποίου έγινε ή εκείνου κατά του οποίου έχει στραφεί η εκτέλεση ή δανειστή που έχει αναγγελθεί, το αρμόδιο δικαστήριο μπορεί να ορίσει άλλο τόπο πλειστηριασμού και να ορίσει συγχρόνως και τον υπάλληλο του πλειστηριασμού, αν ο τόπος του πλειστηριασμού βρίσκεται έξω από την περιφέρεια του υπαλλήλου του πλειστηριασμού που είχε οριστεί αρχικά, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των ορισμών του άρθρου 933.
7. Ο πλειστηριασμός δεν μπορεί να γίνει από 1 έως 31 Αυγούστου, εκτός αν πρόκειται για πράγματα που μπορούν να υποστούν φθορά.

Άρθρο 960
Το άρθρο 960 καταργείται.

Άρθρο 961
Καταργήθηκε με το άρθρο 4 παρ. 12 του ν 2298/1995.

Άρθρο 962
Αν τα κατασχεμένα πράγματα μπορεί, κατά την κρίση του υπαλλήλου του πλειστηριασμού, να υποστούν φθορά, πλειστηριάζονται αμέσως, αφού προηγηθεί ανάρτηση της γνωστοποίησης του πλειστηριασμού στην ιστοσελίδα δημοσιεύσεων πλειστηριασμών του Δελτίου Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Τομέα Ασφάλισης Νομικών του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων δύο ημέρες πριν τη διεξαγωγή του. Ο υπάλληλος του πλειστηριασμού μπορεί να κάνει κάθε άλλη ενέργεια για να εξασφαλίσει μεγαλύτερη δημοσιότητα. Αν διαφωνήσει εκείνος υπέρ του οποίου γίνεται ή εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση, αποφασίζει το ειρηνοδικείο του τόπου της εκτέλεσης, που δικάζει κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ.

Άρθρο 963
Το άρθρο 963 καταργείται

Άρθρο 964
Εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση, αν είναι παρών, ορίζει τη σειρά με την οποία θα κατακυρώνονται τα κατασχεμένα πράγματα. Από τη στιγμή που το πλειστηρίασμα καλύψει το ποσό της απαίτησης εκείνου υπέρ του οποίου έγινε η εκτέλεση και των δανειστών που αναγγέλθηκαν, καθώς και τα έξοδα της εκτέλεσης, τελειώνει ο Πλειστηριασμός των κατασχεμένων πραγμάτων.

Άρθρο 965
1. Η πλειοδοσία αρχίζει με βάση την τιμή της πρώτης προσφοράς. Δεν μπορούν να πλειοδοτήσουν ο οφειλέτης, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού και οι υπάλληλοί του. Ο υπάλληλος του πλειστηριασμού οφείλει, αν προβληθεί αντίρρηση από τον επισπεύδοντα ή τον καθ` ου η εκτέλεση ή από οποιονδήποτε πλειοδότη να αποκλείσει από την πλειοδοσία κάθε πρόσωπο εις βάρος του οποίου επισπεύδεται αναπλειστηριασμός, εφόσον το γεγονός αυτό προκύπτει από δημόσιο έγγραφο ή ομολογείται.
Κάθε πλειοδότης οφείλει να καταθέτει, σε μετρητά ή με εγγυητική επιστολή τράπεζας, διάρκειας τουλάχιστον ενός μηνός ή με επιταγή που έχει εκδοθεί από τράπεζα ή άλλο πιστωτικό ίδρυμα, εγγυοδοσία ίση προς την τιμή της πρώτης προσφοράς.
Αν Υπερθεματιστής αναδείχθηκε άλλος ή αν η κατακύρωση ματαιώθηκε από οποιονδήποτε λόγο, η εγγυοδοσία επιστρέφεται σε εκείνον που την είχε καταθέσει αμέσως μετά το πέρας του πλειστηριασμού.
2. Τα πράγματα που πλειστηριάζονται κατακυρώνονται στον πλειοδότη που προσφέρει τη μεγαλύτερη τιμή, αφού πρώτα γίνει τρεις φορές πρόσκληση για μεγαλύτερη προσφορά. Ο υπάλληλος του πλειστηριασμού πρέπει να καταχωρίζει στην έκθεσή του όλες τις προσφορές που έγιναν.
3. Ο Υπερθεματιστής έχει υποχρέωση να καταβάλει στον υπάλληλο του πλειστηριασμού το πλειστηρίασμα σε μετρητά, μόλις γίνει η κατακύρωση, και αμέσως μετά του παραδίδεται το κατακυρωμένο πράγμα. Η παράδοση του πράγματος στον υπερθεματιστή δεν μπορεί να γίνει πριν αυτός καταβάλει το πλειστηρίασμα.
4. Ο υπάλληλος του πλειστηριασμού οφείλει, το αργότερο την τρίτη εργάσιμη ημέρα από τον πλειστηριασμό, να καταθέσει εντόκως το πλειστηρίασμα σε πιστωτικό ίδρυμα που λειτουργεί στην Ελλάδα και οι τόκοι της κατάθεσης προσαυξάνουν το πλειστηρίασμα. Η κατάθεση είναι ακατάσχετη, δεν εμπίπτει στην πτωχευτική περιουσία και δεν υπόκειται στις δεσμεύσεις που επιβάλλει το Δημόσιο για τη διασφάλιση των συμφερόντων του.
5. Αν ο Υπερθεματιστής δεν καταβάλει εμπροθέσμως το πλειστηρίασμα, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού οφείλει μέσα στις επόμενες δύο (2) εργάσιμες ημέρες να τον οχλήσει με εξώδικη πρόσκληση που επιδίδεται με δικαστικό επιμελητή. Αν ο Υπερθεματιστής δεν καταβάλει το πλειστηρίασμα μέσα στις επόμενες από την όχληση πέντε (5) εργάσιμες ημέρες, η Κατακύρωση σε αυτόν ανατρέπεται, η εγγυοδοσία που έχει καταθέσει καταπίπτει, καλούνται δε οι επόμενοι πλειοδότες, η προσφορά των οποίων, αθροιζομένη με το ποσό της εγγυοδοσίας που κατέπεσε, είναι ίση με το πλειστηρίασμα, να καταβάλουν σε τακτή ημέρα που ορίζεται στην πρόσκληση, το ποσόν που είχαν προσφέρει. Η πρόσκληση επιδίδεται με δικαστικό επιμελητή. Αν εμφανισθούν περισσότεροι ενδιαφερόμενοι συντάσσεται σχετική έκθεση από το συμβολαιογράφο και η Κατακύρωση γίνεται σε εκείνον που είχε προσφέρει κατά τον πλειστηριασμό το μεγαλύτερο ποσόν.
Το πλειστηρίασμα συνίσταται στο άθροισμα του ποσού που καταβλήθηκε και της εγγυοδοσίας του αρχικού υπερθεματιστή που κατέπεσε. Αν, κατά την ελεύθερη κρίση του υπαλλήλου του πλειστηριασμού, η κατά τα προηγούμενα εδάφια πρόσκληση των επόμενων πλειοδοτών είναι αδύνατη ή ιδιαίτερα δυσχερής για λόγους που εκτίθενται σε σχετική έκθεση, καθώς και σε κάθε περίπτωση που η διαδικασία αυτή δεν τελεσφόρησε, γίνεται αναπλειστηριασμός κατά τις διατάξεις των επόμενων εδαφίων. Η επίσπευση του αναπλειστηριασμού γίνεται είτε με επιμέλεια του υπαλλήλου του πλειστηριασμού είτε από τον υπέρ ου ή από τον καθ` ου η εκτέλεση ή από κάθε δανειστή που έχει αναγγελθεί με τίτλο εκτελεστό. Ο αναπλειστηριασμός επισπεύδεται με πράξη του υπαλλήλου του πλειστηριασμού ή με δήλωση προς τον υπάλληλο του πλειστηριασμού του υπέρ ου ή του καθ` ου ή του δανειστή, για την οποία συντάσσεται πράξη. Περίληψη της πράξης, η οποία περιέχει και όσα πρέπει να περιλαμβάνονται στην περίληψη της κατασχετήριας έκθεσης, υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 960 παρ. 2. Η διάταξη του άρθρου 959 παρ. 4 ισχύει αναλόγως και η σχετική προθεσμία υπολογίζεται αφότου συνταχθεί η πράξη. Ο αρχικός Υπερθεματιστής, που δεν κατέβαλε το πλειστηρίασμα, δεν μπορεί να πλειοδοτήσει, δικαιούται όμως, έως ότου αρχίσει η πλειοδοσία, να καταβάλει το οφειλόμενο πλειστηρίασμα, με τον τόκο υπερημερίας, καθώς και τα έξοδα του αναπλειστηριασμού και να ζητήσει να του κατακυρωθεί το πράγμα.
6. Αν κατά τον αναπλειστηριασμό δεν επιτευχθεί το ίδιο πλειστηρίασμα, ο πρώτος Υπερθεματιστής, που δεν κατέβαλε, ευθύνεται για τη διαφορά εντόκως, με το επιτόκιο υπερημερίας. Η εγγυοδοσία που είχε καταθέσει, με τους τυχόν τόκους της, καταλογίζεται στη διαφορά για την οποία ευθύνεται. Αν απομένει επιπλέον διαφορά, η έκθεση του αναπλειστηριασμού αποτελεί εναντίον του τίτλο εκτελεστό για τη συμπλήρωση. Αν έγιναν περισσότεροι αναπλειστηριασμοί, όλοι οι προηγούμενοι διαδοχικοί υπερθεματιστές, που δεν κατέβαλαν, εξακολουθούν να ευθύνονται εις ολόκληρον για την τυχόν διαφορά μεταξύ του αρχικού πλειστηριάσματος και του πλειστηριάσματος που τελικά επιτεύχθηκε και καταβλήθηκε, χωρίς όμως η ευθύνη του καθενός να υπερβαίνει το ποσόν της διαφοράς από τη δίκη του οφειλή. Οι εγγυοδοσίες που είχαν κατατεθεί από τους προηγούμενους διαδοχικούς υπερθεματιστές δεν επιστρέφονται έως ότου καταβληθεί το πλειστηρίασμα από τον τελικό υπερθεματιστή, προκειμένου να γίνει ο ως άνω καταλογισμός στην τυχόν διαφορά. Ο Υπερθεματιστής που δεν κατέβαλε δεν δικαιούται, αν κατά τον αναπλειστηριασμό επιτεύχθηκε μεγαλύτερο πλειστηρίασμα, να απαιτήσει το επιπλέον.
7. Ο υπάλληλος του πλειστηριασμού μπορεί, αν κρίνει ότι υπάρχει ανάγκη, να ζητεί την παρουσία κατά τη διεξαγωγή του πλειστηριασμού αστυνομικού οργάνου, στο οποίο παρέχει τις αναγκαίες οδηγίες για την τήρηση της τάξης.

Άρθρο 966
1. Περισσότεροι μπορούν να υπερθεματίσουν από κοινού οπότε ευθύνονται εις ολόκληρον.
2. Αν δεν παρουσιαστούν πλειοδότες, το πράγμα που πλειστηριάζεται κατακυρώνεται στην τιμή της πρώτης προσφοράς σε εκείνον υπέρ του οποίου έγινε η εκτέλεση, αν το ζητήσει. Αν δεν υποβληθεί αίτηση, γίνεται νέος πλειστηριασμός μέσα σε σαράντα ημέρες.
3. Αν στο νέο πλειστηριασμό δεν γίνει Κατακύρωση, το αρμόδιο δικαστήριο του άρθρου 933 που δικάζει κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., ύστερα από αίτηση οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον, μπορεί να διατάξει να γίνει νέος Πλειστηριασμός μέσα σε τριάντα ημέρες, με την ίδια ή κατώτερη τιμή πρώτης προσφοράς ή να επιτρέψει μέσα στην ίδια προθεσμία να πουληθεί ελεύθερα το πράγμα από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού σε εκείνον υπέρ του οποίου έγινε η εκτέλεση ή σε τρίτον, με τίμημα που ορίζεται από το δικαστήριο, το οποίο μπορεί να ορίσει και να πληρωθεί με δόσεις μέρος του τιμήματος.
4. Αν και ο νέος Πλειστηριασμός έμεινε χωρίς αποτέλεσμα ή δεν κατορθώθηκε η ελεύθερη εκποίηση, το δικαστήριο μπορεί να άρει την κατάσχεση ή να διατάξει να γίνει αργότερα νέος Πλειστηριασμός με την ίδια ή κατώτερη τιμή πρώτης προσφοράς.

Άρθρο 967
1.Αν τα κατασχεμένα πράγματα είναι από εκείνα που αναγράφονται στο δελτίο του χρηματιστηρίου αξιών, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού τα εκποιεί στο χρηματιστήριο.
2. Αν τα πράγματα που πλειστηριάζονται είναι νομίσματα ή άλλα αντικείμενα από χρυσό ή άργυρο, δεν μπορούν να κατακυρωθούν σε τιμή μικρότερη από την αγοραία τιμή του νομίσματος, του χρυσού ή του αργύρου. Στην περίπτωση που αυτό δεν κατορθώθηκε, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού τα πωλεί ελεύθερα στην παραπάνω τιμή τους.

Άρθρο 968
Ο Πλειστηριασμός των καρπών μπορεί να γίνει είτε μετά είτε πριν από τον αποχωρισμό τους. Ο υπάλληλος του πλειστηριασμού μπορεί να διατάξει να γίνει η συγκομιδή των καρπών πριν από τον πλειστηριασμό.

Άρθρο 969
1. Ο Πλειστηριασμός ολοκληρώνεται με την Κατακύρωση. Όποιος υπερθεματίζει δεσμεύεται ώσπου να γίνει καλύτερη προσφορά ή ώσπου να ματαιωθεί η Κατακύρωση.
2. Έως την Κατακύρωση εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση έχει δικαίωμα να εξοφλήσει τα έξοδα και τις απαιτήσεις εκείνου που την επισπεύδει και των άλλων δανειστών που έχουν τίτλο εκτελεστό και αναγγέλθηκαν, και να αναλάβει τα πράγματα που πλειστηριάζονται. Εκείνος κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση έχει δικαίωμα να ενεχυριάζει τα πράγματα που πλειστηριάζονται για να βρει τα μέσα να εξοφλήσει την απαίτηση και να πληρώσει τα έξοδα.
3. Ο υπάλληλος του πλειστηριασμού είναι υποχρεωμένος να τον ενεργήσει, εκτός αν συμφωνούν στη ματαίωσή του ο επισπεύδων την εκτέλεση και όλοι οι αναγγελμένοι δανειστές που έχουν καταθέσει εκτελεστό τίτλο.

Άρθρο 970
Όταν το πράγμα κατακυρώνεται σε εκείνον υπέρ του οποίου έγινε η εκτέλεση, αυτός πληρώνει στον υπάλληλο του πλειστηριασμού το υπόλοιπο του πλειστηριάσματος που μένει, αφού αφαιρεθεί η απαίτησή του και τα έξοδα της εκτέλεσης, εφόσον δεν αναγγέλθηκαν άλλοι δανειστές. Η πληρωμή πρέπει να γίνει μέσα στην επόμενη ημέρα από τη λήξη της προθεσμίας για αναγγελία, και το πράγμα που πλειστηριάστηκε δεν παραδίδεται πριν περάσει αυτή η προθεσμία. Αν αναγγελθούν άλλοι δανειστές οφείλει να πληρώσει ολόκληρο το πλειστηρίασμα. Κατά την παράδοση του πράγματος ο υπερθεματιστής οφείλει με δήλωση προς τον υπάλληλο του πλειστηριασμού, να διορίσει αντίκλητο στην περιφέρεια του πρωτοδικείου του τόπου του πλειστηριασμού, στον οποίο μπορούν να γίνονται όλες οι επιδόσεις που αφορούν την εκτέλεση.

Άρθρο 971
1.Αν το πλειστηρίασμα αρκεί για να ικανοποιηθούν εκείνος υπέρ του οποίου έγινε η εκτέλεση και οι δανειστές που αναγγέλθηκαν, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού, αφού αφαιρέσει τα έξοδα της εκτέλεσης, τους ικανοποιεί την εικοστή ημέρα μετά τον πλειστηριασμό, ή και ενωρίτερα, αν συμφωνήσει εκείνος κατά του οποίου έχει στραφεί η εκτέλεση.

2. Εκείνος κατά του οποίου έχει στραφεί η εκτέλεση μπορεί να ανακόψει την αναγγελία μέχρι και την ημέρα της διανομής του πλειστηριάσματος, σύμφωνα με τα άρθρα 933 επ. Αντίγραφο της ανακοπής επιδίδεται χωρίς καθυστέρηση και στον υπάλληλο του πλειστηριασμού.
3. Αν εκείνος κατά του οποίου έχει στραφεί η εκτέλεση ασκήσει ανακοπή, εφαρμόζεται αναλόγως η διάταξη του άρθρου 980 παρ.2 ως προς τους δανειστές των οποίων τις απαιτήσεις έχει προσβάλει με την ανακοπή.

Άρθρο 972
1. Οι δανειστές εκείνου κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση έχουν δικαίωμα να αναγγείλουν την απαίτησή τους. Η αναγγελία επιδίδεται στον υπάλληλο του πλειστηριασμού, σε εκείνον υπέρ του οποίου γίνεται και σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση και πρέπει να περιέχει:
(α) διορισμό αντικλήτου στην περιφέρεια του πρωτοδικείου του τόπου της εκτέλεσης, στον οποίον μπορούν να γίνονται όλες οι επιδόσεις και προσφορές που αφορούν την εκτέλεση και αν δεν οριστεί αντίκλητος, αντίκλητος είναι ο δικηγόρος που τυχόν υπέγραψε την αναγγελία και
(β) περιγραφή της απαίτησης του δανειστή που αναγγέλλεται. Η αναγγελία πρέπει να επιδοθεί το αργότερο μέσα σε δέκα ημέρες από τον πλειστηριασμό και μέσα στην ίδια προθεσμία πρέπει να κατατεθούν τα έγγραφα που αποδεικνύουν την απαίτηση. Τα έξοδα της αναγγελίας βαρύνουν όποιον αναγγέλλεται.
2. Το κύρος της αναγγελίας δεν επηρεάζεται από την αναστολή ή τη ματαίωση του πλειστηριασμού. Αν η απαίτηση του δανειστή που αναγγέλλεται στηρίζεται σε τίτλο εκτελεστό, η αναγγελία έχει τα ίδια αποτελέσματα με την κατάσχεση.

Άρθρο 973
1. Αν για οποιονδήποτε λόγο ο πλειστηριασμός δεν έγινε κατά την ημέρα που είχε οριστεί, επισπεύδεται πάλι με δήλωση που κατατίθεται στον υπάλληλο του πλειστηριασμού και συντάσσεται σχετική πράξη. Η νέα ημέρα του πλειστηριασμού ορίζεται από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού πέντε (5) μήνες από την ημέρα της δήλωσης. Ο υπάλληλος του πλειστηριασμού εντός τριών ημερών μεριμνά ώστε να αναρτηθεί η γνωστοποίηση της δήλωσης και η ημέρα του πλειστηριασμού στην ιστοσελίδα δημοσιεύσεων πλειστηριασμών του Δελτίου Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Τομέα Ασφάλισης Νομικών του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων.
2. Κάθε δανειστής, εφόσον έχει απαίτηση που στηρίζεται σε εκτελεστό τίτλο και κοινοποίησε σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση επιταγή προς εκτέλεση, μπορεί να επισπεύσει τον πλειστηριασμό.
3. Όταν ένας δανειστής, άλλος από τον επισπεύδοντα, θέλει να επισπεύσει τον πλειστηριασμό κατά την παράγραφο 2, πρέπει να το δηλώσει στον υπάλληλο του πλειστηριασμού και να συνταχθεί σχετική πράξη. Αν ο δανειστής αυτός έχει και ο ίδιος επιβάλει δική του κατάσχεση, η δήλωση συνέχισης του πλειστηριασμού επέχει θέση ανάκλησης της δικής του κατάσχεσης. Αντίγραφο της πράξης επιδίδεται μέσα σε τρεις ημέρες από τη δήλωση στον αρχικώς επισπεύδοντα. Ο πλειστηριασμός γίνεται ενώπιον του ίδιου υπαλλήλου.
4. Κάθε δανειστής της παραγράφου 2 μπορεί να ζητήσει από το αρμόδιο κατά το άρθρο 933 δικαστήριο, που δικάζει κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, να του επιτρέψει να επισπεύσει αυτός την εκτέλεση, αν ο πλειστηριασμός ματαιώθηκε για δεύτερη φορά χωρίς σοβαρό λόγο, καθώς και σε κάθε άλλη περίπτωση που από τη στάση του επισπεύδοντος προκύπτει συμπαιγνία ή ολιγωρία. Η ανάθεση της επίσπευσης στον αιτούντα μπορεί να εξαρτηθεί από τη ματαίωση του τυχόν επισπευδόμενου πλειστηριασμού. Ο δανειστής, στον οποίο ανατέθηκε η επίσπευση, οφείλει να προβεί στην κατά την παράγραφο 3 δήλωση. Ο πλειστηριασμός επισπεύδεται κατά τις διατάξεις της παραγράφου αυτής.
5. Αν στην περίπτωση της παραγράφου 3 εμφανίστηκαν ταυτόχρονα περισσότεροι δανειστές που θέλουν να επισπεύσουν την εκτέλεση ή, στην περίπτωση της παραγράφου 4, οι αιτούντες είναι περισσότεροι, το κατά το άρθρο 933 δικαστήριο, ύστερα από αυτοτελή ή παρεμπίπτουσα αίτηση οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον, δικάζοντας με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, επιλέγει τον καταλληλότερο στον οποίο και αναθέτει την επίσπευση. Ο πλειστηριασμός επισπεύδεται κατά τις διατάξεις της παραγράφου 3.
6. Αντιρρήσεις για οποιοδήποτε λόγο αφορά το κύρος της δήλωση συνέχισης ασκούνται με ανακοπή μέσα σε προθεσμία τριάντα ημερών από την ημέρα της κατά την παράγραφο 1 ανάρτησης. Η συζήτηση της ανακοπής προσδιορίζεται υποχρεωτικά μέσα σε εξήντα ημέρες από την κατάθεσή της και γίνεται με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. Κατά της απόφασης που εκδίδεται μέσα σε ένα μήνα από τη συζήτηση της ανακοπής δεν επιτρέπεται η άσκηση ένδικων μέσων. Πρόσθετοι λόγοι ανακοπής μπορούν να προταθούν μόνο με ιδιαίτερο δικόγραφο που κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου προς το οποίο απευθύνεται η ανακοπή, κάτω από την οποία συντάσσεται έκθεση, και κοινοποιείται στον αντίδικο οκτώ τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συζήτηση

Άρθρο 974
Αν το πλειστηρίασμα δεν αρκεί για να ικανοποιηθεί εκείνος υπέρ του οποίου έγινε η εκτέλεση και οι δανειστές που αναγγέλθηκαν, αυτός, όπως και εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση, καθώς και κάθε δανειστής που αναγγέλθηκε έχουν δικαίωμα μέσα σε πέντε ημέρες αφότου λήξει η προθεσμία για την αναγγελία να υποβάλουν παρατηρήσεις ενώπιον του υπαλλήλου του πλειστηριασμού ο οποίος συντάσσει πράξη. Μέσα σε άλλες δέκα ημέρες αφότου λήξει αυτή η προθεσμία ο υπάλληλος του πλειστηριασμού, αφού λάβει υπόψη και τις παρατηρήσεις που τυχόν έχουν υποβληθεί, συντάσσει πίνακα κατάταξης.
Η πέρα του διμήνου από τη λήξη των προθεσμιών αυτών καθυστέρηση σύνταξης του πίνακα αποτελεί για τον υπάλληλο του πλειστηριασμού πειθαρχικό παράπτωμα.

Άρθρο 975
Η κατάταξη των δανειστών στον πίνακα γίνεται με την εξής σειρά. Αφού αφαιρεθούν τα έξοδα της εκτέλεσης, που ορίζονται αιτιολογημένα από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού, κατατάσσονται:
(1) Οι απαιτήσεις για την κηδεία ή τη νοσηλεία εκείνου κατά του οποίου είχε στραφεί η εκτέλεση, του συζύγου και των τέκνων του, αν προέκυψαν κατά τους τελευταίους δώδεκα (12) μήνες πριν από την ημέρα διενέργειας του πλειστηριασμού ή κήρυξης της πτώχευσης. Στην ίδια τάξη υπάγονται και οι απαιτήσεις αποζημίωσης δανειστών, λόγω αναπηρίας ποσοστού ογδόντα τοις εκατό (80%) και άνω, με εξαίρεση την ικανοποίηση για ηθική βλάβη, εφόσον προέκυψαν έως την ημέρα του πλειστηριασμού ή την κήρυξη της πτώχευσης.
(2) Οι απαιτήσεις για την παροχή τροφίμων αναγκαίων για τη συντήρηση εκείνου κατά του οποίου είχε στραφεί η εκτέλεση, του συζύγου και των τέκνων του, αν προέκυψαν κατά τους τελευταίους έξι (6) μήνες πριν από την ημέρα διενέργειας του πλειστηριασμού ή κήρυξης της πτώχευσης.
(3) Οι απαιτήσεις, που έχουν ως βάση τους την παροχή εξαρτημένης εργασίας, οι απαιτήσεις των δασκάλων, καθώς και οι απαιτήσεις από αμοιβές, έξοδα και αποζημιώσεις των δικηγόρων, είτε αμείβονται κατά υπόθεση είτε κατά πάγια περιοδική αμοιβή, εφόσον προέκυψαν μέσα στην τελευταία διετία πριν από την ημερομηνία ορισμού του πρώτου πλειστηριασμού ή κήρυξης της πτώχευσης. Οι αποζημιώσεις λόγω καταγγελίας της σχέσης εργασίας, καθώς και οι απαιτήσεις των δικηγόρων για αποζημίωση λόγω λύσης της σύμβασης έμμισθης εντολής κατατάσσονται στην τάξη αυτή ανεξάρτητα από το χρόνο που προέκυψαν. Η διαίρεση του πλειστηριάσματος σε ποσοστά, κατά το άρθρο 977, γίνεται μετά την ικανοποίηση των απαιτήσεων της τάξης αυτής. Στην ίδια τάξη υπάγονται και οι απαιτήσεις των φορέων κοινωνικής ασφάλισης αρμοδιότητας γενικής γραμματείας κοινωνικών ασφαλίσεων, οι απαιτήσεις αποζημίωσης σε περίπτωση θανάτου του υπόχρεου προς διατροφή, καθώς και οι απαιτήσεις αποζημίωσης λόγω αναπηρίας ποσοστού εξήντα επτά τοις εκατό (67%) και άνω, εφόσον προέκυψαν έως την ημέρα του πλειστηριασμού ή την κήρυξη της πτώχευσης.
(4) Οι απαιτήσεις αγροτών ή αγροτικών συνεταιρισμών από πώληση αγροτικών προϊόντων, αν προέκυψαν κατά τον τελευταίο χρόνο πριν από την ημερομηνία ορισμού του πρώτου πλειστηριασμού ή κήρυξης της πτώχευσης.
(5) Οι απαιτήσεις του Δημοσίου από φόρους που ορίστηκαν από την αξία της προσόδου ή από το είδος των πραγμάτων που πλειστηριάστηκαν και που αφορούν το έτος που έγινε ο πλειστηριασμός και το προηγούμενο.
(6) Οι απαιτήσεις του Συνεγγυητικού κατά του οφειλέτη, εφόσον ο τελευταίος έχει ή είχε στο παρελθόν την ιδιότητα της επιχείρησης παροχής επενδυτικών υπηρεσιών κατά την έννοια του άρθρου 2 ν. 2396/1996 και οι απαιτήσεις του Συνεγγυητικού έχουν προκύψει εντός δύο ετών πριν από την ημέρα διενέργειας του πλειστηριασμού ή κήρυξης της πτώχευσης

Άρθρο 976
Οι απαιτήσεις που έχουν προνόμιο επάνω σε ορισμένο κινητό πράγμα ή σε ποσότητα χρημάτων κατατάσσονται με την ακόλουθη σειρά, εφόσον πρόκειται να διανεμηθεί το πλειστηρίασμα του πράγματος ή η ποσότητα χρημάτων,
1) οι απαιτήσεις που προέκυψαν από δαπάνες για τη διατήρηση του πράγματος,
2) οι απαιτήσεις για τις οποίες υπάρχει ενέχυρο,
3) οι απαιτήσεις που προέκυψαν από δαπάνες για την παραγωγή και τη συγκομιδή καρπών.

Άρθρο 977
1. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού, αν εκτός από τις απαιτήσεις του άρθρου 975 υπάρχουν και οι απαιτήσεις του άρθρου 976 αριθ. 3, προτιμώνται οι πρώτες. Αν υπάρχουν και απαιτήσεις του άρθρου 976 αριθ. 1 και 2, τότε οι απαιτήσεις του άρθρου 975 ικανοποιούνται έως το ένα τρίτο του πλειστηριάσματος που πρέπει να διανεμηθεί στους πιστωτές και τα δύο τρίτα διαθέτονται για να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις του άρθρου 976 αριθ. 1 και 2. Από τα υπόλοιπα που απομένουν από το ένα τρίτο ή τα δύο τρίτα, μετά την ικανοποίηση των απαιτήσεων των άρθρων 975 και 976 αριθ. 1 και 2, κατά το προηγούμενο εδάφιο, κατατάσσονται, ώσπου να καλυφθούν, οι απαιτήσεις της άλλης από τις προαναφερόμενες δύο κατηγορίες, που δεν έχουν ικανοποιηθεί.
2. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού, αν υπάρχουν περισσότερες απαιτήσεις από αυτές που αναφέρονται στα άρθρα 975 ή 976, η απαίτηση της προηγούμενης τάξης προτιμάται από την απαίτηση της επόμενης τάξης και αν είναι της ίδιας τάξης ικανοποιούνται συμμέτρως. Αν συντρέχουν περισσότερες απαιτήσεις από εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 976 αριθ. 2, ακολουθείται η κατά το ουσιαστικό δίκαιο σειρά.
3. Αν εκτός από τις απαιτήσεις του άρθρου 975 υπάρχουν και απαιτήσεις του άρθρου 976 καθώς και μη προνομιούχες απαιτήσεις, τότε οι απαιτήσεις του άρθρου 976 ικανοποιούνται έως το 65%, οι απαιτήσεις του άρθρου 975 έως το 25% και οι μη προνομιούχες απαιτήσεις έως το 10% του ποσού του πλειστηριάσματος που πρέπει να διανεμηθεί στους πιστωτές συμμέτρως. Από τα υπόλοιπα που απομένουν από το 65% ή από το 25% κατατάσσονται, ώσπου να καλυφθούν οι απαιτήσεις της εκάστοτε άλλης από τις δύο προαναφερόμενες κατηγορίες, που δεν έχουν ικανοποιηθεί. Από τα υπόλοιπα που απομένουν από την ικανοποίηση των εγχειρόγραφων δανειστών ικανοποιούνται οι απαιτήσεις του άρθρου 976 και στη συνέχεια του άρθρου 975. Αν υπάρχουν απαιτήσεις του άρθρου 976 και μη προνομιούχες απαιτήσεις, οι πρώτες ικανοποιούνται έως το 90% και οι δεύτερες έως το 10% του ποσού του πλειστηριάσματος, που πρέπει να διανεμηθεί στους πιστωτές συμμέτρως. Αν υπάρχουν απαιτήσεις του άρθρου 975 και μη προνομιούχες απαιτήσεις, κάθε κατηγορία ικανοποιείται έως το 50% του ποσού του πλειστηριάσματος, που πρέπει να διανεμηθεί στους πιστωτές, ενώ στους μη προνομιούχους η ικανοποίηση γίνεται συμμέτρως.

Άρθρο 978
1. Απαιτήσεις που εξαρτώνται από αίρεση ή αμφίβολες κατατάσσονται τυχαίως. Με την προσκόμιση ισόποσης πλέον τόκων εγγυητικής επιστολής σε πρώτη ζήτηση τράπεζας που είναι εγκατεστημένη στην Ελλάδα, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού υποχρεούται να ικανοποιήσει το δανειστή, η απαίτηση του οποίου κατατάχθηκε τυχαία. Σε περίπτωση που δεν πληρωθεί ο όρος υπό τον οποίο τελεί η τυχαία κατάταξη, ο δανειστής υποχρεούται να επιστρέψει έντοκα το ποσό που εισέπραξε. Απαιτήσεις υπό προθεσμία κατατάσσονται, αφού αφαιρεθεί ο τόκος που αναλογεί έως τη λήξη τους.
2. Όταν απαίτηση κατατάσσεται τυχαίως, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού ορίζει στον πίνακα κατάταξης πως κατανέμεται το ποσό της απαίτησης πλέον των αναλογούντων τόκων, αν αυτή παύσει να υφίσταται.

Άρθρο 979
1. Μέσα σε τρείς ημέρες αφότου συνταχθεί ο πίνακας, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού καλεί με έγγραφο εκείνον υπέρ του οποίου έγινε και εκείνον κατά του οποίου είχε στραφεί η εκτέλεση και τους δανειστές που αναγγέλθηκαν, για να λάβουν γνώση του πίνακα της κατάταξης.
2.Μέσα σε δώδεκα εργάσιμες ημέρες αφότου επιδοθεί η πρόσκληση της παρ. 1 οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον μπορεί να ανακόψει τον πίνακα της κατάταξης, οπότε εφαρμόζονται τα άρθρα 933 επ. Αντίγραφο της ανακοπής επιδίδεται, μέσα στην ίδια προθεσμία, και στον υπάλληλο του πλειστηριασμού.
Η ανακοπή στρέφεται κατά των δανειστών των οποίων προσβάλλεται η κατάταξη. Η συζήτηση της προσδιορίζεται υποχρεωτικά μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από την κατάθεση της, αν ο δανειστής είναι κάτοικος ημεδαπής ή μέσα σε εκατόν είκοσι (120) ημέρες αν είναι κάτοικος αλλοδαπής.

Άρθρο 980
1.Αν δεν ασκήθηκε ανακοπή κατά του πίνακα της κατάταξης, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού διανέμει αμέσως το πλειστηρίασμα.
2. Αν κάποιος από τους δανειστές άσκησε ανακοπή, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού δεν μπορεί να ικανοποιήσει τους δανειστές των οποίων η κατάταξη προσβάλλεται με την ανακοπή, εκτός αν προσκομίσουν ισόποση πλέον τόκων εγγυητική επιστολή σε πρώτη ζήτηση τράπεζας που είναι νόμιμα εγκατεστημένη στην Ελλάδα. Σε περίπτωση τελεσίδικης ευδοκίμησης της ανακοπής ο δανειστής υποχρεούται να επιστρέψει στον υπάλληλο του πλειστηριασμού εντόκως το ποσό που εισέπραξε.

Άρθρο 981
Κάθε υπάλληλος πλειστηριασμού τηρεί ιδιαίτερο βιβλίο, που ονομάζεται «Βιβλίο πλειστηριασμών». Στο βιβλίο αυτό, και σε ιδιαίτερη μερίδα για κάθε πλειστηριασμό, καταχωρίζονται με αύξοντα αριθμό και χρονολογική σειρά τα στοιχεία των εγγράφων που κοινοποιούνται ή κατατίθενται στον υπάλληλο του πλειστηριασμού, καθώς και τα στοιχεία των πράξεων που αυτός συντάσσει. Στο τέλος του βιβλίου τηρείται αλφαβητικό ευρετήριο, όπου σημειώνονται τα ονοματεπώνυμα του επισπεύδοντος την εκτέλεση και εκείνου κατά του οποίου στρέφεται.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ`
ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΡΙΤΟΥ

Άρθρο 982
1. Μπορούν να κατασχεθούν
α) χρηματικές απαιτήσεις εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση κατά τρίτων μη εξαρτώμενες από αντιπαροχή ή απαιτήσεις του κατά τρίτων για μεταβίβαση της κυριότητας κινητών μη εξαρτώμενη από αντιπαροχή,
β) κινητά πράγματά του που βρίσκονται στα χέρια τρίτου.
2. Εξαιρούνται από την κατάσχεση
α) πράγματα που μπορούν να υποστούν άμεση φθορά,
β) η εταιρική μερίδα σε προσωπικές εταιρίες,
γ) απαιτήσεις διατροφής που πηγάζουν από το νόμο ή από διάταξη τελευταίας βούλησης, καθώς και απαιτήσεις για συνεισφορά των συζύγων στις ανάγκες της οικογένειας,
δ) απαιτήσεις μισθών, συντάξεων ή ασφαλιστικών παροχών, εκτός αν πρόκειται να ικανοποιηθεί απαίτηση για διατροφή που στηρίζεται στο νόμο ή σε διάταξη τελευταίας βούλησης ή για συνεισφορά στις ανάγκες της οικογένειας, οπότε επιτρέπεται να γίνει κατάσχεση έως το μισό, αφού ληφθούν υπόψη τα ποσά που εισπράττει ο υπόχρεος, το μέγεθος των υποχρεώσεων που του δημιουργεί ο γάμος του για αντιμετώπιση των οικογενειακών αναγκών και ο αριθμός των δικαιούχων.
ε) κάθε είδους κοινοτικές ενισχύσεις ή επιδοτήσεις στα χέρια του Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε. ως τρίτου, μέχρι την κατάθεση τους στον τραπεζικό λογαριασμό των δικαιούχων ή την με άλλο τρόπο καταβολή τους σε αυτούς.
3. Η εξαίρεση της περίπτωσης δ` της παραγράφου 2 ισχύει και όταν η καταβολή του ποσού γίνεται με κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό του οφειλέτη σε πιστωτικό ίδρυμα. Η εξαίρεση ισχύει μόνο στην έκταση που ο λογαριασμός παρουσιάζει υπόλοιπο που δεν υπερβαίνει, κατά το χρονικό διάστημα από την επιβολή της κατάσχεσης έως την επόμενη ημέρα της καταβολής, το ποσό της εξαιρούμενης από την κατάσχεση απαίτησης.

Άρθρο 983
1. Η Κατάσχεση στα χέρια τρίτου γίνεται με επίδοση στον τρίτο και σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση εγγράφου που πρέπει να περιέχει, εκτός από τα στοιχεία του άρθρου 118, και
α) ακριβή περιγραφή του εκτελεστού τίτλου και της απαίτησης βάσει των οποίων γίνεται η κατάσχεση,
β) το ποσό για το οποίο επιβάλλεται η κατάσχεση,
γ) επιταγή προς τον τρίτο να μην καταβάλει σε εκείνον κατά του οποίου γίνεται η εκτέλεση,
δ) διορισμό αντικλήτου που κατοικεί στην περιφέρεια του ίδιου ειρηνοδικείου ή στην έδρα του πρωτοδικείου της κατοικίας του τρίτου, αν εκείνος υπέρ του οποίου γίνεται η εκτέλεση δεν κατοικεί στην περιφέρεια του ειρηνοδικείου της κατοικίας του τρίτου.
2. Το έγγραφο που προορίζεται για εκείνον κατά του οποίου γίνεται η κατάσχεση πρέπει να του επιδοθεί το αργότερο μέσα σε οκτώ ημέρες αφότου γίνει η επίδοση στον τρίτο, αλλιώς η κατάσχεση είναι άκυρη.
3. Όταν πρόκειται για απαίτηση από τίτλο εις διαταγήν, η κατάσχεση της παρ.1 μπορεί να γίνει μόνο αφού ο τίτλος αφαιρεθεί κατά το άρθρο 954 παρ. 1 από εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση και παραδοθεί σε εκείνον υπέρ του οποίου γίνεται.
4. Για την κατάσχεση στα χέρια πιστωτικού ιδρύματος ως τρίτου το έγγραφο επιδίδεται είτε στην έδρα του είτε στοκατάστημα στο οποίο τηρείται ο λογαριασμός.
5. Το απόρρητο των κάθε μορφής καταθέσεων σε πιστωτικά ιδρύματα, καθώς και των άυλων μετοχών που καταχωρίζονται στο Σύστημα Άυλων Τίτλων (Σ.Α.Τ.) του Κεντρικού Αποθετηρίου Αξιών δεν ισχύει έναντι του δανειστή που έχει δικαίωμα κατάσχεσης της περιουσίας του δικαιούχου της κατάθεσης ή της μετοχής. Το απόρρητο αίρεται μόνο για τα χρηματικό ποσό που απαιτείται για την ικανοποίηση του δανειστή. Για την κατάσχεση στα χέρια πιστωτικού ιδρύματος ως τρίτου το έγγραφο επιδίδεται είτε στην έδρα του είτε στο κατάστημα στο οποίο τηρείται ο λογαριασμός.

Άρθρο 984
1. Απαγορεύεται και είναι άκυρη υπέρ του κατάσχοντος η διάθεση του κατασχεμένου από εκείνον κατά του οποίου έγινε η κατάσχεση, αφότου του επιδοθεί το κατά το άρθρο 983 έγγραφο, έστω και αν το έγγραφο αυτό δεν έχει ακόμη επιδοθεί στον τρίτο. Η ευθύνη του τρίτου ρυθμίζεται σύμφωνα με την παρ.3.
2. Απαγορεύεται και δεν παράγει έννομες συνέπειες για τον κατάσχοντα η εξόφληση από τον τρίτο της κατασχεμένης απαίτησης ή ο συμψηφισμός της με μεταγενέστερη απαίτηση, καθώς και η απόδοση σε εκείνον κατά του οποίου έγινε η κατάσχεση ή η διάθεση σε τρίτους του κατασχεμένου, αφότου του επιδοθεί το έγγραφο του άρθρου 983, έστω και αν αυτό δεν επιδόθηκε ακόμα σε εκείνον κατά του οποίου γίνεται η κατάσχεση. Όταν πρόκειται για χρηματικές απαιτήσεις, η απαγόρευση αφορά μόνο το ποσό για το οποίο έγινε η κατάσχεση.
3. Αφότου του κοινοποιηθεί η κατάσχεση, ο τρίτος γίνεται μεσεγγυούχος.
4. Η κατάσχεση που έχει επιβληθεί δεν εμποδίζει εκείνον κατά του οποίου έγινε να στραφεί κατά του τρίτου δικαστικώς ή με αναγκαστική εκτέλεση. Σ` αυτή την περίπτωση, μετά την ενέργεια της εκτέλεσης, και αν πρόκειται για πράγμα που μπορεί να κατατεθεί, κατατίθεται δημόσια, αλλιώς ο δικαστικός επιμελητής ορίζει μεσεγγυούχο για να το φυλάει.
5. Οι διατάξεις του άρθρου 956 παρ. 4 έως 6 εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις των παρ.3 και 4 του άρθρου αυτού.

Άρθρο 985
1. Μέσα σε οκτώ ημέρες αφότου του επιδοθεί το κατασχετήριο, ο τρίτος οφείλει να δηλώσει αν υπάρχει η απαίτηση που κατασχέθηκε, αν έχει στα χέρια του το κατασχεμένο πράγμα και αν επιβλήθηκε στα χέρια του άλλη κατάσχεση και συνάμα να αναφέρει ποιος την επέβαλε και για ποιο ποσό. Όταν η κατάσχεση επιβάλλεται στα χέρια πιστωτικού ιδρύματος, αυτό θα πρέπει να δηλώσει, αν υφίσταται στα χέρια του ακατάσχετη απαίτηση κατά την έννοια του άρθρου 982 παρ. 2 στοιχ. γ’ και δ’.
2. Η δήλωση της παρ.1 γίνεται προφορικά στη γραμματεία του ειρηνοδικείου του τόπου της κατοικίας εκείνου που δηλώνει και συντάσσεται σχετική έκθεση.
3. Η παράλειψη της δήλωσης εξομοιώνεται με αρνητική δήλωση. Αν η δήλωση παραλειφθεί ή είναι ανακριβής, ο τρίτος ευθύνεται να αποζημιώσει αυτόν που επέβαλε την κατάσχεση.

Άρθρο 986
Μέσα σε τριάντα ημέρες από τη δήλωση του άρθρου 985 όποιος επέβαλε την κατάσχεση έχει δικαίωμα να την ανακόψει ενώπιον του κατά τα άρθρα 12 επ. και 23 επ. δικαστηρίου. Με την ανακοπή μπορεί να ζητηθεί και αποζημίωση κατά το άρθρο 985 παρ. 3.
Η συζήτηση της ανακοπής προσδιορίζεται υποχρεωτικά μέσα σε εκατόν είκοσι (120) ημέρες από την κατάθεση της, μπορεί δε να επιδοθεί και στον πληρεξούσιο δικηγόρο που υπέγραψε την προσβαλλομένη δήλωση.

Άρθρο 987
Ο τρίτος δεν έχει δικαίωμα να προσβάλει το κύρος της κατάσχεσης παρά μόνο αν το κατασχετήριο δεν περιέχει τα στοιχεία του άρθρου 983 ή δεν κοινοποιήθηκε σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση.

Άρθρο 988
1. Αν ο τρίτος δηλώσει πως η απαίτηση που κατασχέθηκε υπάρχει και είναι επαρκής για να ικανοποιηθούν εκείνος ή εκείνοι που επέβαλαν την κατάσχεση, ο τρίτος οφείλει, αφού περάσουν οκτώ ημέρες αφότου η κατάσχεση κοινοποιήθηκε σε εκείνον κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση, αν κατοικεί στην Ελλάδα, και αφού περάσουν τριάντα ημέρες, αν κατοικεί στο εξωτερικό ή είναι άγνωστη η διαμονή του, να καταβάλει στον καθένα από εκείνους που επέβαλαν κατάσχεση το ποσό για το οποίο έγινε η κατάσχεση. Αν η κατασχεμένη απαίτηση δεν επαρκεί για να ικανοποιηθούν όλοι όσοι επέβαλαν κατάσχεση, ο τρίτος οφείλει να κάνει δημόσια κατάθεση και η διανομή γίνεται από συμβολαιογράφο που ορίζεται, αφού το ζητήσει οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον, από τον ειρηνοδίκη του τόπου της εκτέλεσης κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. Η διανομή σε εκείνους που έκαναν την κατάσχεση γίνεται σύμφωνα με τα άρθρα 974 επ. και η προθεσμία του άρθρου 974 παρ. 1 αρχίζει αφότου γνωστοποιηθεί στο συμβολαιογράφο η απόφαση του ειρηνοδίκη που τον διορίζει.
2. Αν ο τρίτος δηλώσει ότι έχει στα χέρια του το κατασχεμένο πράγμα, γίνεται Πλειστηριασμός ενώπιον συμβολαιογράφου που ορίζεται σύμφωνα με την παρ. 1. Ο Πλειστηριασμός γίνεται κατά τα άρθρα 959 επ., και οι προθεσμίες του άρθρου 960 παρ.1 και 2 αρχίζουν αφότου η απόφαση του ειρηνοδικείου για το διορισμό του γνωστοποιηθεί στο συμβολαιογράφο, ο οποίος και ορίζει το δικαστικό επιμελητή ο οποίος θα ενεργήσει την εκτέλεση.

Άρθρο 989
Η καταφατική δήλωση του άρθρου 988 αποτελεί τίτλο εκτελεστό κατά του τρίτου. Τον εκτελεστήριο τύπο τον δίνει ο ειρηνοδίκης στη γραμματεία του οποίου έγινε η δήλωση.

Άρθρο 990
Αν η ανακοπή του άρθρου 986 γίνει δεκτή, το δικαστήριο με την απόφασή του υποχρεώνει τον τρίτο να καταβάλει το κατασχεμένο ποσό ή να παραδώσει το κατασχεμένο πράγμα, τηρούνται όμως οι διατάξεις του άρθρου 988.

Άρθρο 991
Αν η κατασχεμένη απαίτηση ασφαλίζεται με ενέχυρο ή υποθήκη, εφαρμόζονται και οι διατάξεις των άρθρων 458 και 1312 του Αστικού Κώδικα. Η σημείωση στα δημόσια βιβλία γίνεται μετά την καταφατική δήλωση ή την τελεσιδικία της απόφασης που δέχεται την ανακοπή κατά της δήλωσης του τρίτου.

Άρθρο 991Α
Αν αντικείμενο της κατάσχεσης είναι κινητές αξίες ή χρηματοπιστωτικά μέσα που τηρούνται σε άυλη μορφή και εκποιούνται σε χρηματιστήριο ή άλλη ρυθμιζόμενη αγορά που λειτουργεί στην ημεδαπή, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 983 επόμενα. Η κατάσχεση θεωρείται ως κατάσχεση πράγματος που βρίσκεται στα χέρια τρίτου. Η εκποίηση των κινητών αξιών ή των χρηματοπιστωτικών μέσων που κατασχέθηκαν γίνεται στο πλαίσιο δημόσιου αναγκαστικού πλειστηριασμού, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται σε αποφάσεις της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.

Άρθρο 991Β
Αν αντικείμενο της κατάσχεσης είναι μερίδια οργανισμών συλλογικών επενδύσεων, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 983 επόμενα. Η κατάσχεση θεωρείται ως κατάσχεση απαίτησης στα χέρια τρίτου και καταλαμβάνει την αξίωση του οφειλέτη για εξαγορά των μεριδίων. Ως τρίτος προς τον οποίον επιδίδεται το προβλεπόμενο στο άρθρο 983 έγγραφο νοείται η εταιρεία διαχείρισης που έχει εκδώσει τα μερίδια.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε`
ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ ΑΚΙΝΗΤΩΝ, ΠΛΟΙΩΝ Η ΑΕΡΟΣΚΑΦΩΝ
ΤΟΥ ΟΦΕΙΛΕΤΗ

Άρθρο 992
1. Μπορεί να γίνει κατάσχεση ακινήτου που ανήκει στην κυριότητα του οφειλέτη ή εμπράγματου δικαιώματος του οφειλέτη επάνω σε ακίνητο. Ακίνητο που έχει μεταβιβαστεί από τον οφειλέτη σε τρίτο κατάσχεται στην περιουσία του οφειλέτη από το δανειστή που πέτυχε τη διάρρηξη της μεταβίβασης αυτής ως καταδολιευτικής, κατά τα άρθρα 939 επ. του Αστικού Κώδικα, αφού η απόφαση που απαγγέλλει τη διάρρηξη σημειωθεί στο περιθώριο της μεταγραφής της απαλλοτριωτικής πράξης. Οι διατάξεις για την κατάσχεση ακινήτου εφαρμόζονται και για την κατάσχεση δικαιωμάτων στα οποία ισχύουν οι σχετικοί με τα ακίνητα κανόνες, καθώς και για την κατάσχεση πλοίων και αεροσκαφών.
2. Η κατάσχεση ακινήτου εκτείνεται και στα συστατικά του, καθώς και στα παραρτήματά του μόνο αν περιληφθούν σ` αυτήν. Αν τα παραρτήματα δεν έχουν περιληφθεί στην κατάσχεση του ακινήτου, μπορούν να κατασχεθούν σύμφωνα με τη διαδικασία της κατάσχεσης κινητών πραγμάτων.
3. Αν το κατασχεμένο είναι ασφαλισμένο, η κατάσχεση ισχύει και για την Αποζημίωση που οφείλεται από την ασφάλιση.

Άρθρο 993
1. Η κατάσχεση γίνεται με τη σύνταξη έκθεσης από το δικαστικό επιμελητή μπροστά σ` έναν ενήλικο μάρτυρα. Η κατάσχεση του ενυπόθηκου κτήματος μπορεί να γίνει είτε κατά του οφειλέτη είτε κατά του τρίτου κυρίου είτε κατά εκείνου που νέμεται με νόμιμο τίτλο το ενυπόθηκο κτήμα, αφού κοινοποιηθεί η επιταγή στον οφειλέτη και στον τρίτο. Η προθεσμία του άρθρου 926 αρχίζει από την τελευταία κοινοποίηση.
2. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 εδ. β` και 2 έως 4 του άρθρου 954 εφαρμόζονται και εδώ. Το κατασχεμένο ακίνητο πρέπει, ύστερα από επιτόπια μετάβαση του δικαστικού επιμελητή, να περιγράφεται με ακρίβεια ως προς το είδος, τη θέση, τα όρια και την έκτασή του, με τα συστατικά και τα παραρτήματα που κατασχέθηκαν, ώστε να μη χωρεί αμφιβολία για την ταυτότητά του.
Αν για το ακίνητο που κατάσχεται προβλέπεται αντικειμενική αξία για τον υπολογισμό του φόρου μεταβίβασης, η εκτίμηση δεν μπορεί να υπολείπεται της αξίας αυτής, όπως ισχύει κατά το χρόνο της κατάσχεσης.
3. Για την επιβολή της κατάσχεσης και την περιγραφή του ακινήτου ο δικαστικός επιμελητής έχει το δικαίωμα να εισέρχεται σε αυτό έστω και αν κατέχεται από τρίτο.

Άρθρο 994
Αν μαζί με το ακίνητο κατασχέθηκαν και τα παραρτήματά του, το αρμόδιο κατά το άρθρο 933 δικαστήριο, ύστερα από αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον, μπορεί δικάζοντας κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., να διατάξει να πλειστηριαστούν χωριστά, κατά τη διαδικασία του πλειστηριασμού κινητών πραγμάτων, εφόσον κρίνει ότι αυτό συμφέρει περισσότερο, οπότε και ορίζει προθεσμία για «την επίσπευση του
πλειστηριασμού.

Άρθρο 995
1. Αντίγραφο της κατασχετήριας έκθεσης επιδίδεται μόλις περατωθεί η κατάσχεση στον καθ’ ου η εκτέλεση, αν ήταν παρών, και, αν αυτός αρνηθεί να παραλάβει το έγγραφο που του επιδίδεται, ο επιμελητής συντάσσει έκθεση για την άρνησή του. Αν είναι απών ή δεν είναι δυνατή η άμεση κατάρτιση του αντιγράφου, η επίδοση γίνεται το αργότερο την επομένη της ημέρας που έγινε η κατάσχεση, εφόσον εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση έχει την κατοικία του στην περιφέρεια του δήμου όπου έγινε η κατάσχεση, διαφορετικά μέσα σε τρεις ημέρες από την κατάσχεση. Η παράλειψη των διατυπώσεων αυτών επιφέρει ακυρότητα.
2. Με ποινή ακυρότητας, αντίγραφο της κατασχετήριας έκθεσης επιδίδεται στον υποθηκοφύλακα (κτηματολόγιο) της περιφέρειας όπου βρίσκεται το κατασχεμένο καθώς και στο γραμματέα του ειρηνοδικείου του τόπου όπου έγινε η εκτέλεση μέσα σε πέντε ημέρες από την κατάσχεση. Αν πρόκειται για πλοία νηολογημένα στην Ελλάδα, η επίδοση γίνεται σε εκείνον που τηρεί το νηολόγιο, όπου είναι γραμμένο το πλοίο, και αν πρόκειται για αεροσκάφη γραμμένο σε μητρώο που τηρείται στην Ελλάδα, η επίδοση γίνεται σε εκείνον που το τηρεί. Ο υποθηκοφύλακας ή όποιος τηρεί το νηολόγιο ή το μητρώο οφείλει να εγγράψει την ίδια ημέρα την κατάσχεση σε ειδικό βιβλίο κατασχέσεων που τηρείται για το σκοπό αυτό και να παραδώσει μέσα σε προθεσμία τριών ημερών, αφότου κατά τα προαναφερόμενα του έγινε η επίδοση, το σχετικό πιστοποιητικό βαρών στον αρμόδιο για την εκτέλεση δικαστικό επιμελητή, ενώ ο γραμματέας του ειρηνοδικείου οφείλει αυθημερόν να καταχωρίσει την κατασχετήρια έκθεση σε ειδικό βιβλίο με αλφαβητικό ευρετήριο, με βάση τα ονοματεπώνυμα των καθ’ ων η κατάσχεση.
3. Αν πρόκειται για κατάσχεση ενυπόθηκου κτήματος, αν η κατάσχεση έγινε κατά του τρίτου, κυρίου ή νομέα, πρέπει να επιδοθεί σ’ αυτόν και στον οφειλέτη αντίγραφο της κατασχετήριας έκθεσης, αλλιώς επέρχεται ακυρότητα. Αν η κατάσχεση έγινε κατά του οφειλέτη, πρέπει να επιδοθεί στον τρίτο, κύριο ή νομέα, αντίγραφο της κατασχετήριας έκθεσης, αλλιώς επέρχεται ακυρότητα.
4. Ο δικαστικός επιμελητής οφείλει, μέσα σε δέκα ημέρες από την κατάσχεση, να καταθέσει στον υπάλληλο του πλειστηριασμού τον εκτελεστό τίτλο, την έκθεση επίδοσης της επιταγής προς εκτέλεση, την κατασχετήρια έκθεση και τις εκθέσεις επίδοσής της στον οφειλέτη, τον τρίτο κύριο ή νομέα και τον υποθηκοφύλακα ή όποιον τηρεί το νηολόγιο ή το μητρώο, καθώς και το πιστοποιητικό βαρών, συντάσσοντας έκθεση για όλα αυτά. Απόσπασμα της κατασχετήριας έκθεσης, που περιλαμβάνει τα ονοματεπώνυμα του υπέρ ου και του καθ’ ου η εκτέλεση, περιγραφή των κατασχεθέντων, την τιμή της πρώτης προσφοράς, το όνομα και τη διεύθυνση του υπαλλήλου του πλειστηριασμού, καθώς και τον τόπο και την ώρα του πλειστηριασμού, δημοσιεύεται την δέκατη πέμπτη ημέρα από την κατάσχεση στην ιστοσελίδα δημοσιεύσεων πλειστηριασμών του Δελτίου Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Τομέα Ασφάλισης Νομικών του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων. Ο πλειστηριασμός δεν μπορεί να γίνει χωρίς να τηρηθούν οι διατυπώσεις των προηγούμενων εδαφίων, διαφορετικά είναι άκυρος.

Άρθρο 996
1. Μεσεγγυούχος του ακινήτου είναι όποιος το κατέχει όταν γίνεται η κατάσχεση. Αν το ζητήσει οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον, ο ειρηνοδίκης της περιφέρειας, όπου βρίσκεται το κατασχεμένο μπορεί, δικάζοντας κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., να ορίζει άλλο μεσεγγυούχο ή να τον αντικαθιστά, καθώς και να αποφασίζει για κάθε αμφισβήτηση που αφορά τη μεσεγγύηση. Οι διατάξεις των παρ.4 και 5 του
άρθρου 956 εφαρμόζονται και εδώ.
2. Οι φυσικοί καρποί του κατασχεμένου που συλλέγονται μετά την επιβολή της κατάσχεσης εκποιούνται από το μεσεγγυούχο εκτός αν, ύστερα από αίτηση του δανειστή που επέβαλε την κατάσχεση ή του οφειλέτη, ο ειρηνοδίκης της περιφέρειας όπου βρίσκεται το κατασχεμένο, δικάζοντας κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., διατάξει να πουληθούν σε πλειστηριασμό. Το προϊόν της εκποίησης των φυσικών καρπών κατατίθεται δημόσια. Αν το κατασχεμένο αγροτικό ή άλλο προσοδοφόρο ακίνητο είναι εκμισθωμένο, οι φυσικοί καρποί που έχουν συλλεγεί μετά την κατάσχεση ανήκουν στο μισθωτή που έχει υποχρέωση να καταθέσει δημόσια το μίσθωμα.
3. Από την εγγραφή της κατάσχεσης στο βιβλίο των κατασχέσεων ο μεσεγγυούχος εισπράττει και καταθέτει δημόσια τις προσόδους του κατασχεμένου πράγματος που προέρχονται από έννομη σχέση. Ο οφειλέτης από την έννομη σχέση καταβάλλει έγκυρα σε εκείνον κατά του οποίου έχει στραφεί η εκτέλεση πριν εκείνος ο οποίος επέβαλε την κατάσχεση τον ειδοποιήσει εγγράφως για την επιβολή της.
4. Οι διατάξεις του άρθρου 956 παρ.7 εφαρμόζονται και εδώ.

Άρθρο 997
1. Απαγορεύεται και είναι άκυρη υπέρ εκείνου που επέβαλε την κατάσχεση και υπέρ των δανειστών που αναγγέλθηκαν η διάθεση του κατασχεμένου από τον οφειλέτη· αν πρόκειται για ενυπόθηκο ακίνητο είναι άκυρη η διάθεσή του και από τον τρίτο, κύριο ή νομέα. Μετά την κατάσχεση του ακινήτου η εκμίσθωσή του από τον οφειλέτη ή τον τρίτο κύριο ή νομέα ή η παραχώρηση της χρήσης ή κατοχής του με βάση άλλη έννομη σχέση μπορεί να καταγγελθεί από τον υπερθεματιστή μέσα σε προθεσμία ενός μηνός από τη μεταγραφή της περίληψης της κατακυρωτικής έκθεσης. Με την καταγγελία αυτή η μίσθωση ή άλλη έννομη σχέση λύεται μετά από δύο μήνες και χωρεί η κατά το άρθρο 1005 παρ. 2 εκτέλεση. Δικαίωμα καταγγελίας της μίσθωσης κατά το άρθρο 615 ΑΚ δεν θίγεται και εφαρμόζεται η διάταξη του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 1009.
2. Τα αποτελέσματα της παραγράφου 1 αρχίζουν αναδρομικά, (α) για τον οφειλέτη, αφότου του επιδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 995 αντίγραφο της κατασχετήριας έκθεσης ή συνταχθεί η έκθεση, που πιστοποιεί την άρνησή του να παραλάβει το αντίγραφο κατά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 995, με την προϋπόθεση ότι θα ακολουθήσει η επίδοση αντιγράφου της κατασχετήριας έκθεσης μέσα σε προθεσμία τριών [εργάσιμων] ημερών, (β) για τον τρίτο, κύριο ή νομέα, αφότου του επιδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 995 αντίγραφο της κατασχετήριας έκθεσης ή συνταχθεί η έκθεση, που πιστοποιεί την άρνησή του να παραλάβει το αντίγραφο κατά το άρθρο 995 παρ. 1 και 4, με την προϋπόθεση ότι θα ακολουθήσει η επίδοση του αντιγράφου της κατασχετήριας έκθεσης εντός προθεσμίας τριών [εργάσιμων] ημερών, (γ) για τους τρίτους, μόνο αφότου η κατάσχεση εγγραφεί κατά το άρθρο 995 στο βιβλίο κατασχέσεων και εφόσον έγιναν οι, κατά τις περιπτώσεις α΄ και β΄ της παραγράφου αυτής, επιδόσεις στον οφειλέτη και τον τρίτο, κύριο ή νομέα.
3. Σε όποιον επέβαλε την κατάσχεση και στους δανειστές που αναγγέλθηκαν δεν αντιτάσσεται η μεταγραφή ή η εγγραφή υποθήκης που έγινε μετά την εγγραφή της κατάσχεσης στο βιβλίο κατασχέσεων σε οποιονδήποτε τίτλο και αν στηρίζεται η υποθήκη. Η τροπή της προσημείωσης σε υποθήκη, που έγινε μετά την εγγραφή της κατάσχεσης, είναι έγκυρη και για το δανειστή που επέβαλε την κατάσχεση και για τους δανειστές που έχουν αναγγελθεί.
4. Αν συμπέσει την ίδια ημέρα εγγραφή κατάσχεσης και μεταγραφή ή εγγραφή υποθήκης στο ίδιο ακίνητο, προτιμάται αυτή που καταχωρίστηκε έστω και ελάχιστο χρόνο νωρίτερα.
5. Μετά την εγγραφή της αναγκαστικής κατάσχεσης στο βιβλίο κατασχέσεων επιτρέπεται να επιβληθεί και άλλη αναγκαστική κατάσχεση επάνω στο ίδιο ακίνητο από άλλο δανειστή του οφειλέτη. Οι διαφορετικές διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης διενεργούνται ξεχωριστά, χωρίς να επηρεάζει η μια την άλλη. Δεν επιτρέπεται η αναζήτηση των εξόδων της εκτέλεσης που προκατέβαλε εκείνος ο δανειστής, η εκτέλεση του οποίου δεν περατώθηκε.

Άρθρο 998
1. Το κατασχεμένο ακίνητο πλειστηριάζεται δημόσια ενώπιον του συμβολαιογράφου της περιφέρειας όπου βρίσκεται το ακίνητο, ο οποίος ορίστηκε για τον πλειστηριασμό. Ο πλειστηριασμός γίνεται με την υποβολή γραπτών και ενσφράγιστων προσφορών, σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου 959 παρ. 2 έως 4.
2. Ο πλειστηριασμός δεν μπορεί να γίνει από την 1η έως και τις 31 Αυγούστου, καθώς και την προηγουμένη και την επομένη Τετάρτη της ημέρας των εκλογών για την ανάδειξη βουλευτών, αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και Οργάνων Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Η απαγόρευση αυτή ισχύει και για τις επαναληπτικές εκλογές και μόνο για τις περιφέρειες που διεξάγονται τέτοιες.
3. Η διάταξη της προηγούμενης παραγράφου σχετικά με την απαγόρευση πλειστηριασμού από την 1η έως και τις 31 Αυγούστου δεν εφαρμόζεται, όταν πρόκειται για πλοία και αεροσκάφη.

Άρθρο 999
1. Ο αρμόδιος για την εκτέλεση δικαστικός επιμελητής καταρτίζει περίληψη της κατασχετήριας έκθεσης, που περιέχει συνοπτική περιγραφή του ακινήτου που κατασχέθηκε κατά το είδος, τη θέση, τα όρια και την έκτασή του, με τα συστατικά και όσα παραρτήματα συγκατάσχονται, καθώς και με μνεια των υποθηκών ή προσημειώσεων που υπάρχουν επάνω στο ακίνητο, το ονοματεπώνυμο του υπέρ ου και του καθ` ου η εκτέλεση, το όνομα του υπαλλήλου του πλειστηριασμού, τον τόπο, την ημέρα και την ώρα του πλειστηριασμού, την τιμή της πρώτης προσφοράς και τους όρους του πλειστηριασμού που θέτει τυχόν ο υπέρ ου η εκτέλεση και που γνωστοποιήθηκαν στο δικαστικό επιμελητή με την Εντολή για εκτέλεση του
άρθρου 927.
2. Ο δικαστικός επιμελητής σημειώνει επίσης στην περίληψη της κατασχετήριας έκθεσης, με ειδική ευδιάκριτη σφραγίδα, τις προθεσμίες που πρέπει να τηρηθούν για τις αιτήσεις αναστολής του πλειστηριασμού, διόρθωσης της κατασχετήριας έκθεσης και αλλαγής τόπου πλειστηριασμού, κατά τα άρθρα 938 παρ. 3, 1000, 954 πορ. 4 και 959 παρ. 3.
3. Την κατά την παράγραφο 1 περίληψη της κατασχετήριας έκθεσης ο δικαστικός επιμελητής επιδίδει μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από την ημέρα της κατάσχεσης στον οφειλέτη, στον τρίτο κύριο ή νομέα και στους ενυπόθηκους δανειστές, καταθέτει δε την περίληψη αυτή μέσα στην ίδια προθεσμία στον υπάλληλο του πλειστηριασμού, ο οποίος συντάσσει σχετική πράξη.
Απόσπασμα της περίληψης αυτής, το οποίο πρέπει να περιέχει τα ονοματεπώνυμα του υπέρ ου και του καθ` ου η εκτέλεση, συνοπτική περιγραφή του ακινήτου κατά το είδος, τη θέση και την έκταση του με τα συστατικά αυτού, μνεία του αριθμού των εγγεγραμμένων υποθηκών και προσημειώσεων, την τιμή της πρώτης προσφοράς, το όνομα και την ακριβή διεύθυνση του υπαλλήλου του πλειστηριασμού, καθώς και τον τόπο, την ημέρα και την ώρα του πλειστηριασμού, δημοσιεύεται σε Ιστοσελίδα Δημοσιεύσεων Πλειστηριασμών του Δελτίου Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Τομέα Ασφάλισης Νομικών του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων, καθώς και σε κύριο φύλλο καθημερινής εφημερίδας που εκδίδεται στο δήμο όπου βρίσκεται ο τόπος του πλειστηριασμού και, αν δεν εκδίδεται τέτοια εφημερίδα, δημοσιεύεται σε κύριο φύλλο καθημερινής εφημερίδας που εκδίδεται στο δήμο όπου βρίσκεται ο τόπος του πλειστηριασμού και, αν δεν εκδίδεται τέτοια εφημερίδα, δημοσιεύεται σε κύριο φύλλο καθημερινής εφημερίδας, που εκδίδεται στην περιφερειακή ενότητα, διαφορετικά στην έδρα της περιφέρειας, όπου υπάγεται ο δήμος, δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού.
Μέσα στην ίδια προθεσμία η κατά τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου περίληψη επιδίδεται στον ειρηνοδίκη του τόπου όπου έγινε η κατάσχεση. Ο ειρηνοδίκης οφείλει να καταχωρίσει την περίληψη της έκθεσης σε ειδικό βιβλίο με αλφαβητικό ευρετήριο, με βάση τα ονοματεπώνυμα των καθ` ων η κατάσχεση.
4. Ο πλειστηριασμός με ποινή ακυρότητας δεν μπορεί να γίνει χωρίς να έχουν τηρηθεί οι διατυπώσεις που ορίζονται στην παρ. 1 και στην παρ. 3 εδάφια πρώτο, δεύτερο, τρίτο, πέμπτο και έκτο.
5. Οι διατάξεις των άρθρων 972 και 973 εφαρμόζονται και εδώ εφόσον στο άρθρο αυτό δεν ορίζεται διαφορετικά.

Άρθρο 1000
Ύστερα από αίτηση του οφειλέτη, η οποία κατατίθεται, με ποινή απαραδέκτου, δεκαπέντε (15) τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού, το δικαστήριο του άρθρου 933, δικάζοντας κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., μπορεί να αναστείλει τη διαδικασία του πλειστηριασμού έως έξι (6) μήνες από την αρχική ημέρα του πλειστηριασμού, αν δεν υπάρχει κίνδυνος βλάβης του επισπεύδοντος και εφόσον προσδοκάται βάσιμα ότι ο οφειλέτης θα ικανοποιήσει μέσα στο χρονικό αυτό διάστημα τον επισπεύδοντα ή ότι, αν περάσει το χρονικό αυτό διάστημα, θα επιτευχθεί μεγαλύτερο πλειστηρίασμα. Η απόφαση εκδίδεται υποχρεωτικά έως τις 12.00 το μεσημέρι της Δευτέρας που προηγείται του πλειστηριασμού και η αναστολή χορηγείται πάντοτε υπό τον όρο της καταβολής: (α) των τυχόν εξόδων επίσπευσης του πλειστηριασμού, τα οποία καθορίζονται κατά προσέγγιση στην απόφαση και (β) του ενός τετάρτου τουλάχιστον του οφειλόμενου κεφαλαίου στον επισπεύδοντα. Η απόφαση με την οποία αναστέλλεται ο πλειστηριασμός γνωστοποιείται στον υπάλληλο του πλειστηριασμού αυθημερόν με την έκδοσή της. Η καταβολή γίνεται υποχρεωτικά μέχρι την 10.00 πρωινή της Τετάρτης της ημέρας διεξαγωγής του πλειστηριασμού και αν αυτή δεν γίνει ο πλειστηριασμός διεξάγεται κανονικά. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει να γίνει ταυτόχρονα η πώληση του ακινήτου, ολόκληρου ή τμηματικά, με βάση σχεδιάγραμμα ή σχέδιο μηχανικού ή γεωμέτρηση, που υποβάλλεται μαζί με την αίτηση. Στην περίπτωση αυτή η κατακύρωση τότε μόνο γίνεται τμηματικά σε όποιους πλειοδοτούν τμηματικά, όταν το σύνολο των προσφορών τους είναι μεγαλύτερο από την τιμή που προσφέρεται για να πωληθεί τμηματικά.

Άρθρο 1001
1. Η παρ. 1 καταργείται.

2. Αν με την ίδια έκθεση κατασχέθηκαν περισσότερα ακίνητα που βρίσκονται στην ίδια περιφέρεια, αυτά πλειστηριάζονται χωριστά την ίδια ημέρα. Εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση ή αλλιώς ο υπάλληλος του πλειστηριασμού ορίζει τη σειρά με την οποία κατακυρώνονται αυτά. Μόλις το πλειστηρίασμα των ακινήτων που κατακυρώθηκαν καλύψει το ποσό της απαίτησης εκείνου υπέρ του οποίου γίνεται η εκτέλεση, των δανειστών που αναγγέλθηκαν και τα έξοδα της εκτέλεσης, παύει ο Πλειστηριασμός των λοιπών ακινήτων.

Άρθρο 1001Α`
Σε περίπτωση κατάσχεσης ακινήτων, στα οποία έχουν εγκατασταθεί βιομηχανικές, βιοτεχνικές, ξενοδοχειακές ή τουριστικές επιχειρήσεις ή άλλες παραγωγικές μονάδες, που διαθέτουν εξοπλισμό και αποτελούν οικονομικό σύνολο, εφαρμόζονται οι επόμενες διατάξεις:
α. Το ακίνητο εκτίθεται σε πλειστηριασμό με τα παραρτήματά του εφόσον έχουν κατασχεθεί μαζί. Χωριστή πλειστηρίαση των παραρτημάτων μπορεί να διαταχθεί, σύμφωνα με το άρθρο 994, μόνο αν κατά τον πρώτο πλειστηριασμό δεν επιτεύχθηκε Κατακύρωση.
β. Αν έχουν κατασχεθεί με την ίδια έκθεση περισσότερα ακίνητα, πλειστηριάζονται μαζί, εφόσον έχουν λειτουργική ενότητα για την εξυπηρέτηση της επιχείρησης ή της παραγωγικής μονάδας, που έχει εγκατασταθεί σε ένα από αυτά. Αν τα παραπάνω ακίνητα βρίσκονται σε διάφορες περιφέρειες, αρμόδια για την εκτέλεση είναι τα όργανα της περιφέρειας στην οποία βρίσκεται οποιοδήποτε από αυτά κατ` επιλογή του επισπεύδοντος. Η διάταξη του άρθρου 998 παρ.3 εφαρμόζεται αναλόγως.
γ. Η αναστολή κατά το άρθρο 1000 δεν μπορεί να υπερβεί συνολικά τους τέσσερις μήνες.

Άρθρο 1002
1. Ο Πλειστηριασμός ολοκληρώνεται με την Κατακύρωση. Ο Υπερθεματιστής δεσμεύεται ώσπου να γίνει καλύτερη προσφορά ή ώσπου να ματαιωθεί η κατακύρωση.
2. Έως την Κατακύρωση εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση έχει δικαίωμα να εξοφλήσει τις απαιτήσεις εκείνου υπέρ του οποίου γίνεται η εκτέλεση και των δανειστών που αναγγέλθηκαν, καθώς και τα έξοδα. Στην περίπτωση αυτή ο Πλειστηριασμός ματαιώνεται και αίρεται η κατάσχεση.
3. Η παρ.3 του άρθρου 969 εφαρμόζεται και εδώ.

Άρθρο 1003
1. Το ακίνητο που πλειστηριάζεται κατακυρώνεται σε εκείνον που προσφέρει τη μεγαλύτερη τιμή κατ` εφαρμογή των παρ.1 και 2 του άρθρου 965.
2. Όποιος υπερθεματίζει για λογαριασμό τρίτου, οφείλει να δηλώσει προηγουμένως στον υπάλληλο του πλειστηριασμού τα πλήρη στοιχεία του τρίτου και να καταθέσει σε αυτόν ειδικό συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο, με το οποίο του χορηγείται η σχετική εντολή.
3. Στην έκθεση της Κατακύρωσης πρέπει να καταχωρίζονται και οι όροι που τυχόν έθεσε εκείνος προς όφελος του οποίου έγινε η εκτέλεση, όσοι αφορούν την Κατακύρωση και δεσμεύουν τον υπερθεματιστή.
4. Οι διατάξεις των άρθρων 965 παρ.4 έως 7 και 966 παρ.1 έως 4 εφαρμόζονται αναλόγως.

Άρθρο 1004
1. Ο Υπερθεματιστής οφείλει να καταβάλει αμέσως ολόκληρο το πλειστηρίασμα, εκτός αν ο υπάλληλος του πλειστηριασμού του επιτρέψει να καταβάλει το πέραν της εγγυοδοσίας οφειλόμενο πλειστηρίασμα ή μέρος του μέσα σε δεκαπέντε (15) το αργότερο ημέρες. Στην τελευταία περίπτωση ο υπάλληλος του πλειστηριασμού μπορεί, εκτός από το ποσόν που έχει προκαταβληθεί ή για το οποίο έχει κατατεθεί εγγυοδοσία κατά το άρθρο 965 παρ. 1 εδ. β`, να ζητήσει από τον υπερθερματιστή και περαιτέρω εγγυοδοσία για την εκπλήρωση όλων των υποχρεώσεών του.

2. Αν ο Υπερθεματιστής είναι ενυπόθηκος δανειστής, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού μπορεί να επιτρέψει να μην καταβάλει το ποσό του πλειστηριάσματος που αναλογεί στην ενυπόθηκη απαίτησή του ή μέρος του ποσού αυτού, ώσπου να γίνει η οριστική κατάταξη, με εγγύηση ή και χωρίς εγγύηση.

Άρθρο 1005
1. Από τη στιγμή που ο Υπερθεματιστής καταβάλει το πλειστηρίασμα, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού του δίνει περίληψη της κατακυρωτκής έκθεσης. Με την Κατακύρωση, και αφότου μεταγραφεί η περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης, ο Υπερθεματιστής αποκτά το δικαίωμα που είχε εκείνος κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση.
2. Η περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης είναι Τίτλος εκτελεστός. Με βάση αυτή την περίληψη μπορεί να γίνει κατά το άρθρο 943 αναγκαστική εκτέλεση υπέρ του υπερθεματιστή και των διαδόχων του και εναντίον εκείνου κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση και των διαδόχων του, εφόσον η διαδοχή επέλθει μετά την εγγραφή της κατάσχεσης στο βιβλίο κατασχέσεων, καθώς και κατά εκείνου που νέμεται ή κατέχει το πράγμα στο όνομα εκείνου κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση ή των διαδόχων του, αδιάφορο αν πρόκειται για σχέση εμπράγματη ή ενοχική. Οι διατάξεις του άρθρου
947 εφαρμόζονται και εδώ.
3. Η καταβολή του πλειστηριάσματος από τον υπερθεματιστή επιφέρει απόσβεση της υποθήκης ή προσημείωσης που υπάρχει επάνω στο ακίνητο. Ο Υπερθεματιστής μετά την καταβολή του πλειστηριάσματος έχει δικαίωμα να ζητήσει την εξάλειψη των υποθηκών, προσημειώσεων και κατασχέσεων που είναι γραμμένες στο ακίνητο. Αν ο Πλειστηριασμός ακυρωθεί, αναβιώνουν αυτοδικαίως οι υποθήκες και οι προσημειώσεις που εξαλείφθηκαν. Ο υποθηκοφύλακας έχει υποχρέωση να κάνει σχετική σημείωση στα ειδικά βιβλία, όταν του προσαχθεί αντίγραφο της ακυρωτικής απόφασης.

Άρθρο 1006
1. Αν ο Υπερθεματιστής καταβάλει αμέσως το πλειστηρίασμα και είναι αυτό αρκετό για να ικανοποιηθεί εκείνος υπέρ του οποίου έγινε η εκτέλεση και οι δανειστές που αναγγέλθηκαν, εφαρμόζονται όσα ορίζει το άρθρο 971.
2. Αν δόθηκε προθεσμία για την καταβολή μέρους του πλειστηριάσματος και αυτή έγινε αφού πέρασε η προθεσμία του άρθρου 971 παρ.1, η ικανοποίηση των δανειστών πρέπει να γίνει μέσα σε δύο ημέρες από την καταβολή του υπολοίπου.
3. Αν το πλειστηρίασμα δεν αρκεί για να ικανοποιηθούν εκείνος υπέρ του οποίου έγινε η εκτέλεση και οι δανειστές που αναγγέλθηκαν, εφαρμόζονται τα άρθρα 974, 979, 980 και 1007.
4. Αν η απαίτηση του δανειστή που αναγγέλλεται στηρίζεται σε τίτλο εκτελεστό, η αναγγελία έχει τα ίδια αποτελέσματα με την κατάσχεση, εφόσον επιδοθεί και στον υποθηκοφύλακα της περιφέρειας όπου βρίσκεται το κατασχεμένο και αφότου αυτό σημειωθεί στο περιθώριο της εγγραφής της κατάσχεσης. Αντίγραφο της πράξης του άρθρου 973 παρ.2 και 3 για τη δήλωση ότι άλλος δανειστής επισπεύδει τον πλειστηριασμό, πρέπει να επιδοθεί μέσα σε πέντε ημέρες από την ημέρα που έγινε η δήλωση στον υποθηκοφύλακα της περιφέρειας όπου βρίσκεται το κατασχεμένο και αυτό να σημειωθεί στο περιθώριο της εγγραφής της κατάσχεσης, αλλιώς επέρχεται
ακυρότητα.

Άρθρο 1007
1. Για την κατάταξη των δανειστών εφαρμόζονται τα άρθρα 975 έως 978, εκτός από τη διάταξη του άρθρου 976 αριθ. 3. Τη θέση της απαίτησης του άρθρου 976 αριθ. 2 παίρνει η ενυπόθηκη απαίτηση. Η απαίτηση υπέρ της οποίας έχει εγγραφεί προσημείωση κατατάσσεται τυχαίως.
2. Αν γίνει χωριστός Πλειστηριασμός των παραρτημάτων ενυπόθηκου κτήματος στα οποία εκτείνεται η υποθήκη, η απαίτηση του ενυπόθηκου δανειστή κατατάσσεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1.

Άρθρο 1008
Αν συναινεί ο ενυπόθηκος δανειστής, ο Υπερθεματιστής μπορεί να αναδεχτεί την ενυπόθηκη απαίτηση, οπότε η υποθήκη διατηρείται επάνω στο ακίνητο. Η δήλωση του υπερθεματιστή και η συναίνεση του ενυπόθηκου δανειστή καταχωρίζονται στην κατακυρωτική έκθεση. Ο Υπερθεματιστής σ` αυτή την περίπτωση μπορεί να μην καταβάλει ανάλογο μέρος από το πλειστηρίασμα, οπότε εφαρμόζεται το άρθρο 1004 παρ.2.

Άρθρο 1009
Αν το ακίνητο που πλειστηριάστηκε ήταν μισθωμένο με την άσκηση σε αυτό επιχείρησης, ο υπερθεματιστής έχει δικαίωμα να καταγγείλει τη μίσθωση, οπότε αυτή λύεται μετά την πάροδο δύο (2) μηνών από την καταγγελία. Στην περίπτωση αυτή η περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης εκτελείται κατά του μισθωτή και του υπομισθωτή, καθώς και κατά οποιουδήποτε αντλεί τα δικαιώματά του από αυτούς ή κατέχει το μίσθιο γι’ αυτούς.

Άρθρο 1010
Η ανακοπή για την ακύρωση πλειστηριασμού ή αναπλειστηριασμού ακινήτου είναι απαράδεκτη, αν δεν εγγραφεί στο βιβλίο διεκδικήσεων της περιφέρειας όπου βρίσκεται το ακίνητο μέσα σε τριάντα ημέρες από την κατάθεσή της. Σ` αυτήν την περίπτωση επιτρέπεται νέα ανακοπή μέσα στην προθεσμία του άρθρου 934.

Άρθρο 1011
1. Στην έκθεση κατάσχεσης πλοίου πρέπει να αναφέρονται και το όνομα και η ιθαγένεια του πλοιοκτήτη, το όνομα του πλοίου, η πράξη της νηολόγησης, καθώς και το διεθνές σήμα του. Η περιγραφή του κατασχεμένου πλοίου πρέπει να περιλαμβάνει τις διαστάσεις και τη χωρητικότητα, το είδος της κινητήριας δύναμης και τη δύναμη της μηχανής, καθώς και τα κατασχεμένα παραρτήματα. Η περιγραφή πρέπει να γίνεται με ακρίβεια σε τρόπο που να μη γεννιέται αμφιβολία για την ταυτότητα του πλοίου.
2. Αντίγραφο της κατασχετήριας έκθεσης επιδίδεται και στο λιμενάρχη του λιμανιού όπου έγινε η κατάσχεση του πλοίου, μέσα σε δύο ημέρες από την ημέρα που έγινε η κατάσχεση. Η κατάσχεση εμποδίζει τον απόπλου του πλοίου και ο λιμενάρχης, μόλις του επιδοθεί το αντίγραφο της κατασχετήριας έκθεσης, οφείλει να εμποδίσει τον απόπλου.

Άρθρο 1012
1. Ο Πλειστηριασμός του κατασχεμένου πλοίου γίνεται ενώπιον συμβολαιογράφου της περιφέρειας του λιμανιού όπου βρίσκεται το πλοίο κατά την κατάσχεση. Η αναστολή του άρθρου 1000 δεν μπορεί να υπερβεί τους τρεις μήνες.

2. «Η περίληψη της κατασχετήριας έκθεσης» πλοίου επιδίδεται και στον πλοίαρχο, στο λιμενάρχη του λιμανιού όπου το πλοίο κατασχέθηκε και στο Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο και κατατίθεται στον υπάλληλο του πλειστηριασμού.
3. Τοιχοκόλληση της περίληψης της κατασχετήριας έκθεσης, όταν απαιτείται κατά το άρθρο 999 παρ.2, γίνεται στο λιμεναρχείο του λιμανιού, όπου έγινε η κατάσχεση και σε φανερό μέρος του πλοίου.
4. Η κατάταξη των δανειστών στον πίνακα της κατάταξης γίνεται κατά πρώτο λόγο σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου.
5. Σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης κατά ελληνικού πλοίου ή αεροσκάφους, αν αυτό βαρύνεται με υποθήκη σε ξένο νόμισμα, καθώς και κατά αλλοδαπού πλοίου ή αεροσκάφους, σε κάθε περίπτωση, η επιταγή πληρωμής, η εκτίμηση του κατασχεμένου, η περίληψη της κατασχετήριας έκθεσης, ο αναγκαστικός Πλειστηριασμός και η κατάταξη των δανειστών γίνονται σε ξένο νόμισμα, που ορίζεται από τον επισπεύδοντα. Κάθε δανειστής που έχει έννομο συμφέρον δικαιούται να ζητήσει, με τη διαδικασία του άρθρου 961, τη διενέργεια του πλειστηριασμού σε άλλο ξένο νόμισμα ή, αν η Κατακύρωση ματαιώθηκε τουλάχιστον μια φορά, επειδή δεν παρουσιάστηκαν πλειοδότες, και σε δραχμές, σε αυτήν την περίπτωση και από τον επισπεύδοντα. Στην περίπτωση πλειστηριασμού σε συνάλλαγμα, η δημόσια κατάθεση του πλειστηριάσματος γίνεται σε αυτούσιο συνάλλαγμα, μη υποχρεωτικά εκχωρητέο στην Τράπεζα της Ελλάδος. Η διανομή στους δανειστές που έχουν απαιτήσεις σε συνάλλαγμα γίνεται σε αυτούσιο ελεύθερο συνάλλαγμα, ενώ στους υπόλοιπους η διανομή γίνεται σε δραχμές, με την ισοτιμία του χρόνου διανομής.

Άρθρο 1013
Αν το πλοίο που κατασχέθηκε σε ελληνικό λιμάνι είναι αλλοδαπό, ο λιμενάρχης του λιμανιού όπου έγινε η κατάσχεση έχει υποχρέωση να στείλει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση αντίγραφο της κατασχετήριας έκθεσης και την περίληψή της σε εκείνον που τηρεί το νηολόγιο όπου είναι νηολογημένο το πλοίο. Το ίδιο ισχύει και όταν πρόκειται για πλοία ελληνικά, γραμμένα σε νηολόγια που τηρούν ελληνικές προξενικές αρχές.

Άρθρο 1014
1. Στην κατασχετήρια έκθεση αεροσκάφους πρέπει να αναφέρονται και το όνομα και η ιθαγένεια του ιδιοκτήτη του αεροσκάφους, τα διακριτικά στοιχεία του αεροσκάφους, η πράξη της εγγραφής του στα μητρώα και το διεθνές σήμα του. Η περιγραφή του κατασχεμένου αεροσκάφους πρέπει να περιλαμβάνει τις διαστάσεις και τη χωρητικότητα, το είδος και τη δύναμη των κινητήρων του, καθώς και τα παραρτήματα που κατασχέθηκαν. Η περιγραφή πρέπει να γίνεται με ακρίβεια, σε τρόπο που να μη γεννιέται αμφιβολία για την ταυτότητα του αεροσκάφους.
2. Αντίγραφο της κατασχετήριας έκθεσης επιδίδεται και στο διοικητή του αερολιμένα όπου έγινε η κατάσχεση του αεροσκάφους μέσα σε δύο ημέρες από την ημέρα που έγινε η κατάσχεση. Η κατάσχεση εμποδίζει την απογείωση του αεροσκάφους και ο διοικητής του αερολιμένα, μόλις του επιδοθεί το αντίγραφο της κατασχετήριας έκθεσης, οφείλει να εμποδίσει την απογείωσή του.

Άρθρο 1015
1. Ο Πλειστηριασμός του κατασχεμένου αεροσκάφους γίνεται ενώπιον συμβολαιογράφου της περιφέρειας του αερολιμένα όπου έγινε η κατάσχεση.

2. Η περίληψη της κατασχετήριας έκθεσης επιδίδεται και στον κυβερνήτη του αεροσκάφους και στο διοικητή του αερολιμένα και κατατίθεται στον υπάλληλο του πλειστηριασμού.
3. Τοιχοκόλληση της περίληψης της κατασχετήριας έκθεσης όταν απαιτείται, κατά το άρθρο 999 παρ.2, γίνεται σε φανερό μέρος του γραφείου της διοίκησης του αερολιμένα, όπου έγινε η κατάσχεση.
4. Η κατάταξη των δανειστών στον πίνακα της κατάταξης γίνεται κατά πρώτο λόγο σύμφωνα με τις διατάξεις των νόμων για την πολιτική αεροπορία.

Άρθρο 1016
Αν το αεροσκάφος που κατασχέθηκε σε ελληνικό αερολιμένα είναι αλλοδαπό, ο διοικητής του αερολιμένα όπου έγινε η κατάσχεση έχει υποχρέωση να στείλει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση αντίγραφο της κατασχετήριας έκθεσης και της περίληψής της σε εκείνον που τηρεί το μητρώο, όπου είναι γραμμένο το αεροσκάφος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ`
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΟΙΝΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟ
ΚΙΝΗΤΩΝ ΚΑΙ ΑΚΙΝΗΤΩΝ

Άρθρο 1017
1. Οι διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου για την κτήση κυριότητας από μη κύριο εφαρμόζονται και στον πλειστηριασμό κινητού πράγματος.
2. Σε πλειστηριασμό πράγματος κινητού ή ακινήτου δεν υπάρχει ευθύνη για πραγματικά ελαττώματα. Για τα νομικά ελαττώματα υπάρχει ευθύνη μόνο εκείνου που επισπεύδει τον πλειστηριασμό και μόνο αν αυτός γνώριζε το χρόνο του πλειστηριασμού την ύπαρξη του νομικού ελαττώματος. Η ευθύνη από τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού δεν αποκλείεται.
3. Τον κίνδυνο από την τυχαία καταστροφή ή χειροτέρευση του πράγματος φέρει ο Υπερθεματιστής από την Κατακύρωση.
4. Ο Υπερθεματιστής παίρνει τα ωφελήματα και φέρει τα βάρη του πράγματος από την Κατακύρωση.

Άρθρο 1018
Σε περίπτωση που ο Πλειστηριασμός ακυρώθηκε και διενεργηθεί νέος, η απαίτηση του υπερθεματιστή του πλειστηριασμού που ακυρώθηκε να αναλάβει το πλειστηρίασμα που διανεμήθηκε κατατάσσεται μετά τα έξοδα της εκτέλεσης του νέου πλειστηριασμού και πριν από τις απαιτήσεις των άρθρων 975, 976, 1007, 1012 παρ. 4 και 1015 παρ.4. Για να ικανοποιηθεί αυτή η απαίτηση, ο Υπερθεματιστής μπορεί να επισπεύσει πλειστηριασμό με βάση την απόφαση που ακύρωσε την εκτέλεση και πιστοποίηση του υπαλλήλου του πλειστηριασμού ότι το πλειστηρίασμα έχει καταβληθεί και διανεμηθεί.

Άρθρο 1019
1. Η κατάσχεση, εφόσον δεν ακολούθησε Πλειστηριασμός μέσα σε ένα έτος αφότου επιβλήθηκε ή αναπλειστηριασμός μέσα σε έξι μήνες από τον πλειστηριασμό, ανατρέπεται, αν το ζητήσει οποιοσδήποτε έννομο συμφέρον, με απόφαση του ειρηνοδικείου στην περιφέρεια του οποίου επιβλήθηκε η κατάσχεση, το οποίο δικάζει κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. Το δικαστήριο γνωστοποιεί χωρίς υπαίτια καθυστέρηση την απόφαση στον υπάλληλο του πλειστηριασμού που οφείλει να σταματήσει κάθε παραπέρα ενέργεια και να ζητήσει να εγγραφεί σχετική σημείωση στο βιβλίο κατασχέσεων. Η ανατροπή λογίζεται ότι έχει επέλθει ως προς όλους αφότου δημοσιευθεί η απόφαση.
2. Στις προθεσμίες που ορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο δεν υπολογίζεται το διάστημα από την έκδοση απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 966 παράγραφοι 3 και 4 μέχρι την ημέρα του πλειστηριασμού που ορίσθηκε σύμφωνα με αυτήν, το διάστημα αναστολής της εκτέλεσης, η οποία χορηγήθηκε με δικαστική απόφαση ή με κοινή συναίνεση εκείνου που επισπεύδει και του οφειλέτη, η οποία βεβαιώνεται με συμβολαιογραφική πράξη, καθώς και ο χρόνος από 1 έως 31 Αυγούστου.
3. Αν πριν από την έκδοση της κατά την παρ. 1 απόφασης είχαν αναγγελθεί δανειστές με τα προσόντα αυτοτελούς κατάσχεσης, κατά τα άρθρα 972 παρ. 2 εδ. β` και 1006 παρ. 1 εδ. α`, η ανατροπή επέρχεται ως προς αυτούς μόνο αν οι ως άνω προθεσμίες είχαν συμπληρωθεί και ως προς αυτούς από τις αναγγελίες τους. Διαφορετικά, η κατάσχεση ως προς αυτούς διατηρείται και ισχύει αυτοτελής προθεσμία ανατροπής της από την αναγγελία τους, η προθεσμία όμως αυτή ουδέποτε συμπληρώνεται πριν από την πάροδο εξαμήνου από την ανατροπή.

Άρθρο 1020
Αγωγή διεκδίκησης του πράγματος που πλειστηριάστηκε πρέπει να ασκηθεί μέσα σε αποκλειστική προθεσμία, για τα κινητά ενός έτους από τότε που παραδόθηκαν στον υπερθεματιστή, και για τα ακίνητα πέντε ετών από τότε που μεταγράφηκε η περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης.

Άρθρο 1021
Όταν σύμφωνα με διάταξη νόμου ή με δικαστική απόφαση ή με συμφωνία των μερών γίνεται Εκούσιος Πλειστηριασμός ενώπιον συμβολαιογράφου, η διαδικασία αρχίζει με έκθεση περιγραφής, η οποία συντάσσεται από δικαστικό επιμελητή και περιέχει όσα ορίζονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 955, αν πρόκειται για κινητό, ή του άρθρου 995, αν πρόκειται για ακίνητο. Περαιτέρω, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 954 παρ.4, 955 παρ.1 960 παρ.2,965,966,967,969 παρ.1, 999,1001 παρ.1,1002,1003 παρ.1, 2 και 4, 1004,105 παρ.1 και 2 και 1010.Ο Εκούσιος Πλειστηριασμός γίνεται ενώπιον συμβολαιογράφου της περιφέρειας όπου βρίσκεται το πράγμα ή το ακίνητο. Με συμφωνία των μερών ή με απόφαση του ειρηνοδικείου της περιφέρειας όπου βρίσκεται το πράγμα ή το ακίνητο, η οποία εκδίδεται κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., μπορεί, αν το ζητήσει οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον, να οριστεί άλλος τόπος πλειστηριασμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ`
ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ ΕΙΔΙΚΩΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

Άρθρο 1022
Κατάσχεση μπορεί να γίνει και σε περιουσιακά δικαιώματα εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση, τα οποία δεν μπορούν να αποτελέσουν Αντικείμενο κατάσχεσης κατά τη διαδικασία των άρθρων 953 παρ.1 και 2, 982 και 992, ιδίως σε δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, ευρεσιτεχνίας, εκμετάλλευσης κινηματογραφικών ταινιών, σε απαιτήσεις κατά τρίτων εξαρτώμενες από αντιπαροχή, εφόσον κατά τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου επιτρέπεται η μεταβίβαση αυτών των δικαιωμάτων.

Άρθρο 1023
1. Την κατάσχεση δικαιωμάτων του άρθρου 1022 διατάζει ύστερα από αίτηση εκείνου υπέρ του οποίου γίνεται η εκτέλεση, το ειρηνοδικείο, κατά τη διαδικασία των άρθρων 741 επ..
2. Το δικαστήριο μπορεί να μην επιτρέψει την κατάσχεση αν κρίνει ότι είναι δύσκολο να γίνει η αναγκαστική εκτέλεση ή ότι το αποτέλεσμά της θα είναι ασύμφορο.

Άρθρο 1024
1. Το δικαστήριο με την απόφαση που διατάζει την κατάσχεση ή και με μεταγενέστερη ορίζει τα μέσα που κρίνει πρόσφορα για την αξιοποίηση του δικαιώματος και ιδίως μπορεί να διατάξει να μεταβιβαστεί το δικαίωμα σε εκείνον υπέρ του οποίου γίνεται η εκτέλεση, με πληρωμή ορισμένου τιμήματος ή με συμψηφισμό ολόκληρης ή μέρους της απαίτησής του, ή να διατάξει την ελεύθερη ή με πλειστηριασμό διάθεση του δικαιώματος και αν δεν κρίνει πρόσφορα τα μέτρα αυτά, διορίζει διαχειριστή. Διαχειριστής μπορεί να διοριστεί και εκείνος υπέρ του
οποίου έγινε η κατάσχεση ή κάποιος από τους δανειστές που αναγγέλθηκαν.
2. Αν η απαίτηση εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση συνίσταται στο να εκπληρώσει ένας τρίτος παροχή εξαρτώμενη από αντιπαροχή, το δικαστήριο επιτρέπει την κατάσχεση και υπό τον όρο να εκπληρωθεί η αντιπαροχή προς τον τρίτο. Σ` αυτήν την περίπτωση η αξιοποίηση του κατασχεμένου γίνεται σύμφωνα με την παρ. 1, οπότε αποκλείεται ο διορισμός διαχειριστή και η αξία της αντιπαροχής που εκπληρώθηκε θεωρείται ως έξοδο εκτέλεσης κατά το άρθρο 975.

Άρθρο 1025
1. Η κατάσχεση γίνεται αν πρόκειται για απαίτηση κατά τρίτου, με επίδοση της απόφασης που επέτρεψε την κατάσχεση σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση και στον τρίτο. Αν πρόκειται για δικαίωμα εκείνου κατά του οποίου γίνεται η εκτέλεση, η κατάσχεση γίνεται με την επίδοση της απόφασης σ` αυτόν. Στις περιπτώσεις που για τη σύσταση ή τη μεταβίβαση του δικαιώματος προβλέπεται η τήρηση βιβλίων από δημόσιες αρχές, η κατάσχεση εγγράφεται στο περιθώριο της πράξης και εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 995 παρ. 2 και 997. Οι αρχές αυτές έχουν θέση υποθηκοφύλακα.
2. Αφότου η απόφαση επιδοθεί σύμφωνα με την παρ. 1 σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση απαγορεύεται και είναι άκυρη υπέρ εκείνου που επέβαλε την κατάσχεση η διάθεση του κατασχεμένου. Όταν προβλέπεται να γίνει εγγραφή σε βιβλίο, η ακυρότητα ισχύει για τους τρίτους, μόνον αν η κατάσχεση είχε ήδη εγγραφεί στο βιβλίο, όταν έγινε η διάθεση.
3. Οι διατάξεις των άρθρων 984 παρ. 1 και 2, 985 έως 987 και 990
εφαρμόζονται και εδώ.

Άρθρο 1026
Αν διατάχθηκε να εκποιηθεί με πλειστηριασμό το κατασχεμένο δικαίωμα, το δικαστήριο του άρθρου 1023 παρ. 1 ορίζει τον υπάλληλο του πλειστηριασμού και εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τον πλειστηριασμό κινητών.

Άρθρο 1027
1. Η απόφαση που διορίζει διαχειριστή καταχωρίζεται σε ιδιαίτερο βιβλίο, όπως ορίζουν οι διατάξεις του άρθρου 776, και κοινοποιείται στο διαχειριστή με επιμέλεια εκείνου υπέρ του οποίου γίνεται η εκτέλεση.
2. Ο διαχειριστής οφείλει μέσα σε οκτώ ημέρες αφότου του επιδοθεί η απόφαση να δηλώσει στη γραμματεία του δικαστηρίου που την εξέδωσε αν δέχεται το διορισμό. Η παράλειψη της δήλωσης θεωρείται αποποίηση.
3. Ώσπου να αναλάβει ο διαχειριστής τα καθήκοντά του, ασκεί προσωρινά καθήκοντα διαχειριστή εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση, ο οποίος οφείλει να λογοδοτήσει στο διαχειριστή.

Άρθρο 1028
1. Ο διαχειριστής ενεργεί όλες τις δικαιοπραξίες ή πράξεις που είναι ενδεδειγμένες για την επωφελή εκμετάλλευση του δικαιώματος και για την επιτυχία του σκοπού της διαχείρισης και παρίσταται στο δικαστήριο για κάθε έννομη σχέση που αφορά τη διαχείριση του δικαιώματος έστω και αν η σχέση αυτή γεννήθηκε πριν από τη διαχείριση.
2. Ο διαχειριστής δεν μπορεί χωρίς άδεια, που τη δίνει κατά τη διαδικασία των άρθρων 741 επ. το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση για την διαχείριση, να καταρτίζει δικαιοπραξίες με διάρκεια μεγαλύτερη από ένα έτος.

Άρθρο 1029
1. Αν το ζητήσει εκείνος υπέρ του οποίου έγινε ή εκείνος κατά του οποίου έχει στραφεί η εκτέλεση ή κάποιος από τους δανειστές που αναγγέλθηκαν, το δικαστήριο του άρθρου 1023 παρ. 1 μπορεί να αντικαταστήσει το διαχειριστή.
2. Κάθε διαφορά που αφορά τη διαχείριση του δικαιώματος λύνεται από το δικαστήριο του άρθρου 1023 παρ. 1 ύστερα από αίτηση εκείνου κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση ή του διαχειριστή ή οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον. Το δικαστήριο μπορεί να ορίζει τον τρόπο που θα γίνεται η διαχείριση και να διατάζει κάθε μέτρο πρόσφορο για το σκοπό αυτό.

Άρθρο 1030
1. Το δικαστήριο του άρθρου 1023 παρ. 1 ορίζει τη μηνιαία αποζημίωση του διαχειριστή.
2. Ο διαχειριστής αφού αφαιρέσει τα έξοδα, τους φόρους και την αποζημίωσή του για τη διαχείριση, καταβάλλει χωρίς καθυστέρηση στο δανειστή το υπόλοιπο που απομένει, ώσπου να εξοφληθεί η απαίτησή του.
3. Αν υπάρχουν και άλλοι δανειστές, αναγγέλλονται με έγγραφη δήλωση που επιδίδεται στο διαχειριστή και σε κείνον κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση. Ο διαχειριστής κάθε τρίμηνο συντάσσει πίνακα διανομής. Η κατάταξη των δανειστών γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 975, 977 παρ. 2 και 3 και 1024 παρ. 2. Για την κατάταξη των απαιτήσεων του άρθρου 975, αντί της ημέρας του πλειστηριασμού λαμβάνεται υπόψη η ημέρα που άρχισε η διαχείριση.
4. Μέσα σε πέντε ημέρες αφότου συνταχθεί ο πίνακας διανομής, ο διαχειριστής καλεί εγγράφως εκείνον υπέρ του οποίου έγινε και εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση και τους δανειστές που αναγγέλθηκαν για να λάβουν γνώση του πίνακα.

Άρθρο 1031
Κατά της αναγγελίας δανειστή και κατά του πίνακα διανομής, εκείνος υπέρ του οποίου έγινε και εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση, καθώς και όσοι άλλοι αναγγέλθηκαν μπορούν να προβάλλουν αντιρρήσεις στο δικαστήριο του άρθρου 1023 παρ. 1, μέσα σε δέκα ημέρες από την επίδοση που προβλέπει το άρθρο 1030 παρ. 4. Η άσκηση αντιρρήσεων κατά της αναγγελίας ή κατά του πίνακα διανομής αναστέλλει την καταβολή ως προς το δανειστή κατά του οποίου στρέφονται οι αντιρρήσεις, ώσπου να γίνει τελεσίδικη η απόφαση του δικαστηρίου.

Άρθρο 1032
1. Ο διαχειριστής οφείλει να υποβάλλει κάθε έτος, καθώς και όταν περατωθεί η διαχείριση, έγγραφη λογοδοσία σε εκείνον υπέρ του οποίου έγινε και σε εκείνον κατά του οποίου είχε στραφεί η εκτέλεση και στους διαχειριστές που αναγγέλθηκαν.
2. Ο διαχειριστής ευθύνεται, κατά τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου, να αποζημιώσει εκείνον υπέρ του οποίου έγινε και εκείνον κατά του οποίου είχε στραφεί η εκτέλεση και τους δανειστές που αναγγέλθηκαν.

Άρθρο 1033
Η διαχείριση του δικαιώματος παύει με τελεσίδικη απόφαση του δικαστηρίου του άρθρου 1023 παρ. 1 όταν το ζητήσει εκείνος κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση ή οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον 1) αν ικανοποιήθηκαν οι απαιτήσεις εκείνου υπέρ του οποίου έγινε η εκτέλεση και των δανειστών που αναγγέλθηκαν ή αν αυτοί, με έγγραφη δήλωσή τους προς εκείνον κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση, παραιτήθηκαν από τη διαχείριση, 2) αν το δικαστήριο κρίνει ότι δεν είναι ενδεδειγμένη η εξακολούθηση της διαχείρισης ή ότι αυτή είναι επιβλαβής για τα συμφέροντα εκείνου κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η`
ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ

Άρθρο 1034
1. Για να ικανοποιηθεί χρηματική απαίτηση του δανειστή, μπορεί να επιβληθεί αναγκαστική διαχείριση ακινήτου ή επιχείρησης του οφειλέτη.
2. Η αναγκαστική διαχείριση επιβάλλεται ύστερα από απόφαση του μονομελούς πρωτοδικείου της περιφέρειας όπου βρίσκεται το ακίνητο ή η έδρα της επιχείρησης του οφειλέτη, αν το ζητήσει δανειστής που έχει τίτλο εκτελεστό και που επέδωσε στον οφειλέτη επιταγή για εκτέλεση. Η απόφαση που δέχεται ή απορρίπτει την αίτηση προσβάλλεται μόνο με έφεση. Η αίτηση και η έφεση δικάζονται κατά τα άρθρα 686 επ. Ο πρόεδρος των εφετών ορίζει την προθεσμία για την εμφάνιση, ενώ το άρθρο 226 εφαρμόζεται και εδώ.
3. Το ακίνητο ή η επιχείρηση βρίσκεται σε αναγκαστική διαχείριση, αφότου επιδοθεί στον οφειλέτη η απόφαση που διατάζει την αναγκαστική διαχείριση. Το άρθρο 912 εφαρμόζεται και εδώ.

Άρθρο 1035
Αναγκαστική διαχείριση ακινήτου ή επιχείρησης δεν επιβάλλεται για έναν από τους ακόλουθους λόγους:
1) αν το δικαστήριο κρίνει ότι από τα εισοδήματα του ακινήτου ή της επιχείρησης δεν μπορεί να ικανοποιηθεί μέσα σε λογικό διάστημα η απαίτηση του δανειστή,
2) αν το δικαστήριο κρίνει ότι το ποσό της απαίτησης δεν δικαιολογεί να τεθεί το ακίνητο ή η επιχείρηση σε αναγκαστική διαχείριση,
3) αν πρόκειται για μικρή επιχείρηση ή για ακίνητο μικρής αξίας και το δικαστήριο κρίνει ότι θα ήταν ασύμφορη η αναγκαστική διαχείριση,
4) αν πρόκειται για επιχείρηση και το δικαστήριο κρίνει ότι συντρέχουν σπουδαίοι λόγοι για να μην τεθεί η επιχείρηση σε αναγκαστική διαχείριση.

Άρθρο 1036
1. Η απόφαση που διατάζει την αναγκαστική διαχείριση, αν πρόκειται για ακίνητο, εγγράφεται με επιμέλεια του δανειστή που τη ζήτησε στο βιβλίο κατασχέσεων της περιφέρειας όπου βρίσκεται το ακίνητο, κα αν πρόκειται για επιχείρηση, σε ειδικό βιβλίο που το τηρεί η γραμματεία του πρωτοδικείου στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται η έδρα της επιχείρησης.
2. Η εγγραφή της αναγκαστικής διαχείρισης στα σχετικά βιβλία σύμφωνα με την παρ. 1 δεν εμποδίζει τη διάθεση του ακινήτου ή της επιχείρησης, η αναγκαστική όμως διαχείριση εξακολουθεί και μετά τη διάθεση.
3. Αν κατασχέθηκαν το ακίνητο ή τα περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης, η αναγκαστική διαχείριση παύει αφότου γίνει ο Πλειστηριασμός. Επίσης παύει η αναγκαστική διαχείριση, αν ο οφειλέτης κηρυχθεί σε πτώχευση. Και στις δύο περιπτώσεις μπορεί να ζητηθεί η εξάλειψη της εγγραφής της παρ. 1.

Άρθρο 1037
1. Με την απόφαση που διατάζει την αναγκαστική διαχείριση διορίζεται συνάμα και διαχειριστής του ακινήτου ή της επιχείρησης . Ο διαχειριστής που διορίζεται πρέπει να είναι πρόσωπο κατάλληλο και προτιμώνται όποιοι ασκούν το ίδιο ή συγγενικό επάγγελμα ή έχουν τις απαιτούμενες ειδικές γνώσεις ή πείρα.
2. Διαχειριστής μπορεί να διοριστεί ο οφειλέτης, αν το δικαστήριο κρίνει ότι αυτό συμφέρει στην εκμετάλλευση του ακινήτου ή τη λειτουργία της επιχείρησης. Οταν διαχειριστής διορίζεται ο οφειλέτης, διορίζεται συνάμα και επόπτης του διαχειριστή.
3. Διαχειριστής μπορεί να διοριστεί και ένας από τους δανειστές. Αν ένας αξιόχρεος δανειστής προτείνει για διαχειριστή ή επόπτη ορισμένο πρόσωπο και δηλώνει συνάμα ότι αναλαμβάνει την ευθύνη για πράξεις ή τις παραλείψεις του, προτιμάται το πρόσωπο που αυτός προτείνει κατά την κρίση του δικαστηρίου.
4. Ο διαχειριστής και ο επόπτης που τυχόν διορίστηκε οφείλουν μέσα σε οκτώ ημέρες αφότου τους επιδοθεί η απόφαση να δηλώσουν στο δανειστή που ζήτησε την αναγκαστική διαχείριση, αν δέχονται το διορισμό, αλλιώς θεωρούνται ότι τον αποποιήθηκαν.

Άρθρο 1038
1. Η απόφαση που διατάζει την αναγκαστική διαχείριση κοινοποιείται με επιμέλεια του δανειστή που ζήτησε την αναγκαστική διαχείριση, στον οφειλέτη, στο διαχειριστή, στον τυχόν διορισμένο επόπτη και στους ενυπόθηκους δανειστές. Αν ο οφειλέτης αρνηθεί να συμμορφωθεί με την απόφαση γίνεται αναγκαστική εκτέλεση, κατά τις διατάξεις του άρθρου 947.
2. Αφότου η απόφαση που διατάζει την αναγκαστική διαχείριση επιδοθεί στον οφειλέτη, αυτός στερείται τη διαχείριση του ακινήτου ή της επιχείρησης. Ώσπου να αναλάβει τα καθήκοντά του ο διαχειριστής, καθήκοντα διαχειριστή ασκεί προσωρινά ο οφειλέτης και έχει υποχρέωση να λογοδοτήσει στο διαχειριστή.

3. Αν επιβληθεί στο ακίνητο ή στα περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης συντηρητική ή αναγκαστική κατάσχεση, μεσεγγυούχος είναι ο διαχειριστής.

Άρθρο 1039
1. Ο διαχειριστής ενεργεί όλες τις πράξεις που είναι ενδεδειγμένες για την τακτική και επωφελή οικονομική εκμετάλλευση του ακινήτου ή της επιχείρησης και οφείλει να διατηρεί το ακίνητο ή την επιχείρηση σε καλή κατάσταση και να αποφεύγει πράξεις που βλάπτουν την οικονομική τους υπόσταση.
2. Ο διαχειριστής μόλις αναλάβει τα καθήκοντά του ειδοποιεί με έγγραφο τους οφειλέτες εκείνου κατά του οποίου έχει επιβληθεί η διαχείριση και εκείνους που συναλλάσσονται με την επιχείρηση ότι ανέλαβε τη διαχείριση του ακινήτου ή της επιχείρησης και πρέπει σ` αυτόν να καταβάλλουν στο εξής τις οφειλές τους και μαζί του να συναλλάσσονται.
3. Ο διαχειριστής ενεργεί κάθε δικαιοπραξία ή πράξη για να πετύχει ο σκοπός της διαχείρισης και έχει το δικαίωμα για να συνεχιστούν οι εργασίες της επιχείρησης ή της εκμετάλλευσης του ακινήτου, να συνάπτει δάνεια και μπορεί να δίνει και ενέχυρο επάνω στις πρώτες ύλες ή τα προϊόντα της επιχείρησης. Για κάθε έννομη σχέση που αφορά την διαχείριση, και αν ακόμη η σχέση αυτή γεννήθηκε πριν από τη διαχείριση, στο δικαστήριο παρίσταται ο διαχειριστής. Οι διατάξεις των άρθρων 997 του Αστικού Κώδικα και 956 παρ. 6 του κώδικα αυτού, εφαρμόζονται και εδώ.
4. Ο διαχειριστής δεν μπορεί, χωρίς την άδεια του μονομελούς πρωτοδικείου, που παρέχεται κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. να καταρτίζει δικαιοπραξίες με διάρκεια μεγαλύτερη από ένα έτος.

Άρθρο 1040
1. Όταν το ζητήσει ο οφειλέτης ή κάποιος από τους δανειστές, ο διαχειριστής ή ο επόπτης, το μονομελές πρωτοδικείο μπορεί, κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. να αντικαταστήσει το διαχειριστή ή τον επόπτη.
2. Κάθε διαφορά σχετική με τη διαχείριση επιλύεται από το μονομελές πρωτοδικείο κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. αν το ζητήσει ο διαχειριστής ή ο επόπτης ή ο οφειλέτης ή οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον. Το δικαστήριο μπορεί να ορίζει τον τρόπο που θα γίνει η διαχείριση και να διατάζει κάθε μέτρο πρόσφορο γι αυτήν.

Άρθρο 1041
1. Το μονομελές πρωτοδικείο ορίζει τη μηνιαία αποζημίωση του διαχειριστή και του επόπτη. Οι διατάξεις του άρθρου 1034 παρ. 2 εδαφ. δεύτερο, τρίτο και τέταρτο εφαρμόζονται και εδώ.
2. Αν ο οφειλέτης δεν έχει τα μέσα για τη διατροφή του, το μονομελές πρωτοδικείο ορίζει ένα χρηματικό ποσό που πρέπει να του πληρώνεται κάθε μήνα για τα απαραίτητα έξοδα της διατροφής του και της διατροφής της οικογένειάς του. Οι διατάξεις του άρθρου 1034 παρ. 2 εδάφια δεύτερο, τρίτο και τέταρτο, εφαρμόζονται και εδώ.
3. Αν ο οφειλέτης κατοικεί μέσα στο ακίνητο, έχει το δικαίωμα να εξακολουθήσει να κατοικεί εκεί και μετά την επιβολή της αναγκαστικής διαχείρισης.
4. Ο οφειλέτης όταν ορίζεται διαχειριστής δεν έχει δικαίωμα μηνιαίας αποζημίωσης.

Άρθρο 1042
Ο διαχειριστής από τους καρπούς και τα εισοδήματα του ακινήτου ή της επιχείρησης καταβάλλει τις αποδοχές του προσωπικού, τους τακτικούς φόρους και τις εισφορές σε ασφαλιστικούς οργανισμούς που γίνονται απαιτητοί αφού αρχίσει η διαχείριση, εξοφλεί τα δάνεια που πήρε και γενικά καταβάλλει όλα τα έξοδα που χρειάζονται για την εκμετάλλευση του ακινήτου ή τη λειτουργία της επιχείρησης.

Άρθρο 1043
1. Το υπόλοιπο που απομένει αφού αφαιρεθούν τα έξοδα του άρθρου 1042, ο διαχειριστής το καταβάλλει στο δανειστή ώσπου να ικανοποιηθεί η απαίτησή του.
2. Αν υπάρχουν και άλλοι δανειστές, εκτός από εκείνον που ζήτησε την αναγκαστική διαχείριση, αναγγέλλονται με έγγραφη δήλωση που επιδίδεται στο διαχειριστή και σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση.
3. Αν αναγγέλθηκαν δανειστές, ο διαχειριστής συντάσσει κάθε τρίμηνο πίνακα διανομής και με βάση αυτόν πληρώνει εκείνον που ζήτησε την αναγκαστική διαχείριση και τους δανειστές που αναγγέλθηκαν. Η κατάταξη των δανειστών στον πίνακα διανομής γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 975, 976, 977 και 1007. Για την κατάταξη των απαιτήσεων του άρθρου 975 αντί της ημέρας του πλειστηριασμού λαμβάνεται υπόψη η ημέρα που άρχισε η αναγκαστική διαχείριση.
4. Μέσα σε δέκα ημέρες αφότου συνταχθεί ο πίνακας διανομής ο διαχειριστής καλεί εγγράφως τον οφειλέτη και τους δανειστές να λάβουν γνώση του πίνακα.

Άρθρο 1044
1. Κατά της αναγγελίας δανειστή, καθώς και κατά του πίνακα διανομής, ο οφειλέτης και κάθε δανειστής που έχει αναγγελθεί μπορεί, μέσα σε δέκα ημέρες αφότου περάσει η προθεσμία του άρθρου 1043 παρ. 4, να ασκήσει αντιρρήσεις στο κατά το άρθρο 933 αρμόδιο δικαστήριο. Η άσκηση αντιρρήσεων κατά αναγγελίας ή κατά του πίνακα διανομής αναστέλλει την καταβολή στο δανειστή κατά του οποίου στρέφονται οι αντιρρήσεις, ώσπου να γίνει τελεσίδικη η απόφαση του δικαστηρίου.
2. Όταν περάσει η προθεσμία της παρ. 1, ο διαχειριστής καταβάλλει στους δανειστές με βάση τον πίνακα διανομής.

Άρθρο 1045
1. Ο διαχειριστής οφείλει να υποβάλλει κάθε έτος καθώς και όταν περατωθεί η διαχείριση, έγγραφη λογοδοσία στον οφειλέτη, σε εκείνον που ζήτησε την αναγκαστική διαχείριση και στους δανειστές που αναγγέλθηκαν.
2. Ο επόπτης του διαχειριστή επιβλέπει και παρακολουθεί τη διαχείριση και έχει δικαίωμα να εξετάζει τα βιβλία και τους λογαριασμούς της διαχείρισης και να ενημερώνεται για την γενική κατάσταση της διαχείρισης.
3. Σε κάθε περίπτωση που το δικαστήριο του άρθρου 1040 παρ. 2 επιλύει διαφορά σχετική με την αναγκαστική διαχείριση καλείται υποχρεωτικά και ο επόπτης.
4. Ο διαχειριστής και ο επόπτης είναι υπεύθυνοι να αποζημιώσουν τον οφειλέτη και τους δανειστές κατά τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου.

Άρθρο 1046
1. Η αναγκαστική διαχείριση παύει με τελεσίδικη απόφαση του μονομελούς πρωτοδικείου της περιφέρειας όπου βρίσκεται το ακίνητο ή όπου εδρεύει η επιχείρηση του οφειλέτη, όταν το ζητήσει ο οφειλέτης ή ο δανειστής ή οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον α) αν ικανοποιήθηκαν οι απαιτήσεις εκείνου που ζητεί την αναγκαστική διαχείριση και των δανειστών που αναγγέλθηκαν ή αν αυτοί, με έγγραφη δήλωσή τους προς τον οφειλέτη, παραιτήθηκαν από την αναγκαστική διαχείριση, β) αν το δικαστήριο κρίνει ότι η εξακολούθηση της αναγκαστικής διαχείρισης δεν είναι ενδεδειγμένη ή ζημιώνει τα συμφέροντα του οφειλέτη, γ) αν ο δανειστής που ζήτησε την αναγκαστική διαχείριση δεν φρόντισε, μέσα σε λογικό διάστημα αφότου επιδόθηκε στον οφειλέτη η απόφαση που διατάζει την αναγκαστική διαχείριση, να αναλάβει τα καθήκοντά του διαχειριστής ή επόπτης. Οι διατάξεις του άρθρου 1034 παρ. 2 εδαφ. δεύτερο, τρίτο και τέταρτο εφαρμόζονται και εδώ.
2. Αφότου με βάση την τελεσίδικη απόφαση, εξαλειφθεί η εγγραφή στα ειδικά βιβλία, σύμφωνα με το άρθρο 1036 παρ. 1, παύει η αναγκαστική διαχείριση του ακινήτου ή της επιχείρησης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ`
ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΚΡΑΤΗΣΗ

Άρθρο 1047
1. Προσωπική κράτηση διατάσσεται στις περιπτώσεις που ορίζει ρητώς ο νόμος. Μπορεί να διαταχθεί επίσης και κατά εμπόρων για εμπορικές απαιτήσεις και για απαιτήσεις από αδικοπραξίες. Η διάρκεια της προσωπικής κράτησης ορίζεται με την απόφαση, έως ένα έτος. Η αγωγή για απαγγελία προσωπικής κράτησης μπορεί να ασκηθεί και αυτοτελώς. Στην περίπτωση αυτή εκδικάζεται κατά το άρθρο 591 και υπάγεται στο μονομελές πρωτοδικείο. Η αγωγή αυτή, όταν ασκείται αυτοτελώς, εισάγεται είτε στο δικαστήριο της γενικής δωσιδικίας του εναγομένου, είτε στο δικαστήριο που είναι κατά τόπον αρμόδιο για την απαίτηση. Αίτηση απαγγελίας προσωπικής κράτησης που περιέχεται σε αγωγή για την απαίτηση εκδικάζεται κατά τη διαδικασία στην οποία υπάγεται η αγωγή.
2. Δεν διατάσσεται προσωπική κράτηση για απαίτηση δικαστικών εξόδων που επιδικάστηκαν από πολιτικό δικαστήριο ή για απαίτηση μικρότερη από τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ.
3. Αν πρόκειται για νομικά πρόσωπα, εκτός από τις ανώνυμες εταιρείες, τις εταιρείες περιορισμένης ευθύνης και τις ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες, ως προς τα χρέη της παραγράφου 1, εδάφιο πρώτο του άρθρου αυτού, η προσωπική κράτηση διατάσσεται κατά των εκπροσώπων τους και στις περιπτώσεις του άρθρου 947 παράγραφος 1 διατάσσεται κατά των νομίμων αντιπροσώπων του διαδίκου που τελεί υπό επιμέλεια.

Άρθρο 1048
Προσωπική κράτηση δεν διατάσσεται: α) κατά των ανηλίκων που τελούν υπό γονική μέριμνα ή υπό επιτροπεία και κατά των προσώπων που έχουν τεθεί σε κατάσταση δικαστικής συμπαράστασης, β) κατά βουλευτών όσο διαρκεί η βουλευτική περίοδος και τέσσερις εβδομάδες μετά τη λήξη της, γ) κατά προσώπων που συμπλήρωσαν το εξηκοστό πέμπτο έτος της ηλικίας τους και δ) κατά κληρικών κάθε βαθμού κάθε γνωστής θρησκείας.

Άρθρο 1049
1. Η διάταξη για προσωπική κράτηση εκτελείται μόνο αφότου η δικαστική απόφαση που τη διατάζει γίνει τελεσίδικη και αφού προηγουμένως επιδοθεί σ` αυτόν που καταδικάστηκε. Όταν πρόκειται για εκπρόσωπο νομικού προσώπου, η προσωπική κράτηση δεν εκτελείται πριν περάσουν τρεις ημέρες αφότου η απόφαση του επιδόθηκε. Απόφαση που διατάζει την προσωπική κράτηση, σύμφωνα με το άρθρο 1047, δεν εκτελείται αν εκείνος που καταδικάστηκε βρίσκεται κατά το χρόνο της εκτέλεσης σε αδυναμία να εκπληρώσει τη χρηματική οφειλή του.
2. Όποιος καταδικάστηκε σε προσωπική κράτηση συλλαμβάνεται από το δικαστικό επιμελητή, πάντα μπροστά σε μάρτυρα που προσλαμβάνεται για το σκοπό αυτό, και συντάσσεται σχετική έκθεση. Η σύλληψη απαγορεύεται α) στον τόπο όπου συνεδριάζει δικαστήριο και όσο διαρκεί η συνεδρίαση β) σε καθιερωμένο τόπο ιερουργίας γνωστής θρησκείας και όσο διαρκεί η ιερουργία και γ) από 1 έως 31 Αυγούστου, δ) από 23 Δεκεμβρίου μέχρι 7 Ιανουαρίου του επόμενου έτους, ε) από τη
Μεγάλη Δευτέρα μέχρι την Κυριακή του Θωμά και στ) την προηγούμενη και την επόμενη εβδομάδα των εκλογών για την ανάδειξη βουλευτών, αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και Οργάνων Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Η απαγόρευση αυτή ισχύει και για επαναληπτικές εκλογές και μόνο για τις περιφέρειες που διεξάγονται τέτοιες.

Άρθρο 1050
1. Αν όποιος έχει συλληφθεί προβάλει αντιρρήσεις κατά της προσωπικής κράτησης, προσάγεται αμέσως στον πρόεδρο πρωτοδικών στην περιφέρεια του οποίου έγινε η σύλληψη. Αυτός, δικάζοντας κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. αποφασίζει για τις αντιρρήσεις που μπορούν να υποβληθούν και προφορικά.
2. Αν δεν προβλήθηκαν αντιρρήσεις ή αν απορρίφθηκαν, αυτός που έχει συλληφθεί οδηγείται στις φυλακές, όπου κρατείται σε χώρο διαφορετικό από εκείνον που προορίζεται για όσους είναι υπόδικοι ή κατάδικοι για αξιόποινες πράξεις. Μόνον ώσπου να τον οδηγήσουν στη φυλακή μπορεί να φυλαχθεί σε οποιαδήποτε άλλη φυλακή ή και σε οποιοδήποτε άλλο χώρο.
3. Ο διευθυντής της φυλακής παραλαμβάνει εκείνον που έχει συλληφθεί μόνο αν του παραδοθεί η απόφαση που διατάζει την προσωπική κράτηση και αντίγραφο της έκθεσης της σύλληψής του και του προκαταβληθούν, με απόδειξη, για ένα μήνα, τα τροφεία που ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης. Στον ίδιο διευθυντή προκαταβάλλονται, με απόδειξη, τα τροφεία κάθε επόμενου μήνα.
4. Η προσωπική κράτηση των στρατιωτικών εκτελείται από τη στρατιωτική αρχή, στην οποία προκαταβάλλονται τα τροφεία, σύμφωνα με όσα ορίζει η προηγούμενη παράγραφος.

Άρθρο 1051
Αποφάσεις προσωπικής κράτησης για την είσπραξη απαιτήσεων προγενέστερες από την έναρξη της προσωποκράτησης που αποτίθηκε, εκτελούνται μόνο αν αυτή δεν κράτησε ένα έτος και μόνο για το χρονικό διάστημα που μένει για να συμπληρωθεί το έτος. Η προσωπική κράτηση για το χρονικό αυτό διάστημα ενεργείται ως συνέχεια της προηγούμενης ή και μετά την απόλυση του καταδικασμένου. Για να εκτελεστεί στη συνέχεια αρκεί έκθεση του δικαστικού επιμελητή που συντάσσεται μπροστά σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση και στο διευθυντή της φυλακής στον οποίο παραδίδεται η απόφαση που εκτελείται και αντίγραφο της έκθεσης και στον οποίο προκαταβάλλονται τα τροφεία σύμφωνα με την παρ. 3 του προηγούμενου άρθρου.

Άρθρο 1052
1. Ο κρατούμενος απολύεται α) αν συμπληρώθηκε η διάρκεια της προσωπικής κράτησης που ορίζει η απόφαση, β) αν κατατεθεί στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων το χρέος για το οποίο επιβλήθηκε η προσωπική κράτηση μαζί με τους τόκους που οφείλονται ήδη και τα έξοδα της εκτέλεσης και κατατεθεί το γραμμάτιο στο γραμματέα του πρωτοδικείου στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται η φυλακή γ) αν συναινέσουν εγγράφως ο δανειστής που επέβαλε την προσωπική κράτηση και κάθε άλλος δανειστής που ζήτησε να παραταθεί η κράτηση, δ) αν ο κρατούμενος συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας του και ε) αν παραλείφθηκε η προκαταβολή των τροφείων. Στις περιπτώσεις α`, γ` και ε` η απόλυση γίνεται από το διευθυντή της φυλακής. Στις άλλες, με απόφαση του προέδρου πρωτοδικών στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται η φυλακή, ο οποίος δικάζει κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. Στην περίπτωση ε` η απόλυση γίνεται μόλις περάσει η ώρα 12 το μεσημέρι της τελευταίας ημέρας για την οποία πληρώθηκαν τροφεία και δεν επιτρέπεται νέα κράτηση του οφειλέτη για το ίδιο χρέος.

Άρθρο 1053
Αν ο κρατούμενος είναι ασθενής ή ασθενήσει κατά τη διάρκεια της κράτησής του, ο πρόεδρος πρωτοδικών που αναφέρεται στο προηγούμενο άρθρο, δικάζοντας κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. μπορεί να επιτρέψει να κρατηθεί ο κρατούμενος, με δικά του έξοδα, σε νοσοκομείο ή σε ιδιωτική κατοικία και μπορεί επίσης να επιτρέψει την ελευθέρωσή του, αν η ασθένεια είναι τέτοια, ώστε να υπάρχει κίνδυνος
από την παράταση της κράτησης.

Άρθρο 1054
1. Κάθε διαφορά σχετική με την εκτέλεση της προσωπικής κράτησης υπάγεται, αν δεν ορίζεται διαφορετικά, στην Αρμοδιότητα του πολυμελούς πρωτοδικείου στην περιφέρεια του οποίου εκτελείται. Ο πρόεδρος του δικαστηρίου αυτού ορίζει σύντομη δικάσιμο, και την προθεσμία για να κλητευθεί ο αντίδικος εκείνου που προσφεύγει.
2. Η προθεσμία της ανακοπής ερημοδικίας και της έφεσης κατά της απόφασης που εκδίδεται σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο είναι πέντε ημέρες, αλλά ούτε αυτή ούτε και η άσκηση των ένδικων αυτών μέσων αναστέλλουν την εκτέλεση.

Σας παρακαλούμε να σχολιάσετε τα επι μέρους σημεία του Κώδικα αναφέροντας το συγκεκριμένο άρθρο, παράγραφο ή εδάφιο στο οποίο αναφέρεται το σχόλιό σας»

  • 28 Μαρτίου 2014, 10:15 | ΣΙΔΗΡΟΠΟΥΛΟΣ ΒΑΣΙΛΗΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΣ Σ.Δ.Ε.Ε.Θ.

    Άρθρο 933
    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ-ΣΧΟΛΙΑ:
    Ο διορισμός αντικλήτου που να κατοικεί στον τόπο της εκτέλεσης είναι απολύτως απαραίτητος. Ο πληρεξούσιος δικηγόρος που υπογράφει την επιταγή, αν δεν κατοικεί/εδρεύει στην περιφέρεια του πρωτοδικείου του τόπου της εκτέλεσης δεν καλύπτει τις ανάγκες διορισμού αντικλήτου.
    Η διάταξη του εδαφίου β΄ που αφορά την «ανακοπή» διόρθωσης της κατασχετήριας έκθεσης δεν έχει θέση στο άρθρο 933, το οποίο ρυθμίζει την ακυρωτική ανακοπή. Εξ άλλου είναι και αντιφατική προς την ειδική ρύθμιση που διατηρείται στο άρθρο 954 παρ. 4, κατά την οποία η σχετική απόφαση δημοσιεύεται το αργότερο την προηγούμενη του πλειστηριασμού ημέρα. Περαιτέρω, η φράση «τη δέκατη ημέρα πριν τον πλειστηριασμό» πρέπει να αντικατασταθεί με διατύπωση που θα προβλέπει το απώτερο χρονικό σημείο «δημοσίευσης» της αντίστοιχης απόφασης (: «μέχρι» ή «το αργότερο» κ.τ.λ.). Τέλος, μπορεί να δημιουργηθεί ζήτημα ως προς το όργανο/υποκείμενο που έχει το καθήκον της «δημοσίευσης».

    Άρθρο 943.
    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ-ΣΧΟΛΙΑ:
    Πως είναι δυνατόν να γίνει δημόσια Κήρυξη κατά το άρθρο 963, εφ’ όσον αυτό καταργείται;
    Να αντικατασταθεί το εδάφιο της παραγράφου 3 όπως παρακάτω:
    *Πέντε (5) τουλάχιστον ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού γίνεται δημόσια κήρυξη στον τόπο του πλειστηριασμού, την δε ημέρα του πλειστηριασμού και αμέσως πριν αυτός αρχίσει, πρέπει να γίνεται κήρυξη από Κήρυκα στον τόπο του πλειστηριασμού και αυτό να αναφερθεί στην έκθεση του πλειστηριασμού*.

    Άρθρο 953
    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ-ΣΧΟΛΙΑ:
    Εάν Δικαστικός Επιμελητής επιβάλει κατάσχεση π.χ. κινητού ή κινητών στα χέρια του οφειλέτη και τον ορίσει φύλακα και μεσεγγυούχο, είναι δυνατόν να προκύψουν πλείστα όσα νομικά ή πραγματικά προβλήματα, όπως π.χ. κατά την παρ. 2 του άρθρου 958 που τροποποιείται, δεν θα είναι εφικτή ή δυνατή η επιβολή άλλης κατάσχεσης στα ίδια κινητά, επειδή ο οφειλέτης που ορίστηκε μεσεγγυούχος με την προηγούμενη κατάσχεση έχει αποκτήσει εν τω μεταξύ και την ιδιότητα του τρίτου και εάν δεν προτίθεται να τα αποδώσει (κακόπιστος), τότε δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί άλλη κατάσχεση.
    Εάν πάλι έχει ορισθεί άλλο πρόσωπο ως μεσεγγυούχος και έχει αφαιρεθεί το πράγμα από τα χέρια του οφειλέτη, τότε πως θα ανεύρει άλλος δανειστής το προς κατάσχεση κινητό ; και εάν το ανεύρει πως θα το κατάσχει σύμφωνα με την παρ. 1 του παρόντος άρθρου;
    Επίσης μπορεί να παρατηρηθούν περιπτώσεις συμπαιγνιών, όπως π.χ να κατασχεθεί το ίδιο κινητό από περισσότερους δανειστές σε διαφορετικούς τόπους, να ορίζονται διαφορετικοί τόποι πλειστηριασμών (Ειρηνοδικεία), διαφορετικοί Συμβολαιογράφοι, με διαφορετικές τιμές πρώτης προσφοράς.
    Ποιο λοιπόν είναι το νόημα των πολλαπλών κατασχέσεων, εφ’ όσον με βεβαιότητα θα προκύψουν τα παραπάνω προβλήματα;
    Και γιατί διαφορετικοί δανειστές να επιβαρύνονται με έξοδα εκτέλεσης, εφ’ όσον δεν θα γνωρίζουν εκ των προτέρων ότι θα πληρωθούν από το εκπλειστηρίασμα;
    Και γιατί ο οφειλέτης να υποχρεώνεται να ασκεί περισσότερες ανακοπές, γεγονός που θα τον επιβαρύνει με δυσβάσταχτα έξοδα;

    Άρθρο 954
    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ-ΣΧΟΛΙΑ
    Η διατύπωση που χρησιμοποιεί η νέα διάταξη ως προς την ημέρα του πλειστηριασμού, η οποία ορίζεται υποχρεωτικά οκτώ μήνες από την ημέρα της κατάσχεσης, είναι ασαφής και θα προκαλέσει προβλήματα, αφού δεν προκύπτει με ασφάλεια αν η διάταξη θέτει [απώτατο ή ελάχιστο] χρονικό όριο, ή αντίθετα, ακριβές χρονικό σημείο.Πάντως το διάστημα των οκτώ (8) μηνών είναι υπερβολικά και ανεξήγητα μεγάλο.Η διάταξη είναι πιθανό να προκαλέσει μεγαλύτερα προβλήματα καθυστερήσεων και οικονομικών επιβαρύνσεων σε σύγκριση προς αυτά που πιθανώς θέλει να αντιμετωπίσει (βλ. λ.χ. κόστος φύλαξης, τόκοι υπερημερίας της απαίτησης, κίνδυνοι καταστροφών κ.τ.λ.).
    Από την παρ. 4 να απαλειφθεί η φράση τηρούνται οι διατυπώσεις του άρθρου 960 παρ. 2, διότι το άρθρο ήδη καταργείται και δεν θα υφίσταται.

    Άρθρο 955
    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ-ΣΧΟΛΙΑ
    Προτείνεται να γίνει αλλαγή στις προθεσμίες επίδοσης στον οφειλέτη, όταν αυτός έχει την κατοικία του σε διαφορετική περιφέρεια από αυτήν του τόπου της κατάσχεσης, από τρεις (3) ημέρες σε οκτώ (8) ημέρες σύμφωνα με τον υφιστάμενο Κ.Πολ.Δ. και της κατάθεσης των εγγράφων στο Συμβολαιογράφο, από πέντε (5) ημέρες σε δέκα (10) ημέρες μετά την ολοκλήρωση της κατάσχεσης, επειδή σε πολλές περιπτώσεις λόγω της ιδιαιτερότητας της επικράτειας και κυρίως της Νησιωτικής περιφέρειας, δεν θα είναι αρκούντως επαρκείς οι προθεσμίες που προτείνονται στο νέο Κ.Πολ.Δ. άλλως οι προτεινόμενες ημέρες να γίνουν *εργάσιμες*.
    Εξ’ άλλου η επιμήκυνση αυτών των προθεσμιών, ούτε αλλοιώνουν, ούτε επιφέρουν ακυρότητα στο κύρος της κατάσχεσης.
    Οι προθεσμίες επίδοσης της κατασχετήριας έκθεσης να εκκινούν από την ολοκλήρωση της κατάσχεσης και όχι από την έναρξή της, δεδομένου ότι σε μερικές περιπτώσεις, η κατάσχεση μπορεί να διαρκέσει περισσότερες της μίας ημέρας.
    Στην παρ. 2, η φράση *συντάσσοντας έκθεση για όλα αυτά * να αντικατασταθεί με την φράση *και ο αρμόδιος υπάλληλος του πλειστηριασμού συντάσσει τη σχετική πράξη*, διότι έτσι όπως είναι διατυπωμένο υπονοεί, ότι ο Δικαστικός Επιμελητής συντάσσει την πράξη και όχι ο Συμβολαιογράφος.
    Περαιτέρω η μη δημοσιότητα του πλειστηριασμού πιθανόν να επιφέρει βλάβη στο Ελληνικό Δημόσιο, διότι δεν θα τηρούνται οι διατυπώσεις του άρθρου 54 του Ν.Δ. 356/74 (ΚΕΔΕ), οι οποίοι για τον ίδιο λόγο δεν θα λαμβάνουν εγγράφως γνώση της περαιτέρω διαδικασίας του πλειστηριασμού.
    Επομένως κατά τα ως άνω και εφ’ όσον καταργηθεί τελικά το άρθρο 960 του Κ.Πο.Δ. πρέπει να επιδίδεται η Κατασχετήρια Έκθεση στους ως άνω φορείς (Δ.Ο.Υ. ΙΚΑ, Τελωνεία).

    Άρθρο 956
    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ-ΣΧΟΛΙΑ Ο ορισμός μεσεγγυούχου, ο οποίος θα αναλάβει τη φύλαξη των κατασχεμένων πραγμάτων, επιβαρύνει περαιτέρω την εκτελεστική διαδικασία, εφ’ όσον διατηρηθεί η διενέργεια του πλειστηριασμού σε οχτώ μήνες, διότι αυξάνει το κόστος φύλαξης και συντήρησης των κατασχεμένων πραγμάτων σε βάρος του οφειλέτη.
    Η παραπάνω παρατήρηση καταδεικνύει την ανάγκη αλλαγής της ημέρας του πλειστηριασμού, έτσι όπως αυτή προβλέπεται από την παράγραφο 2, εδαφ. (ε) του άρθρου 954.

    Άρθρο 958
    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ-ΣΧΟΛΙΑ
    Παρ. 2.
    Υπάρχει ο κίνδυνος, εάν ένα κινητό πράγμα κατασχεθεί και από άλλους δανειστές, να ορισθούν πλειστηριασμοί την ίδια ημέρα, με διαφορετικούς υπαλλήλους επί του πλειστηριασμού (Συμβολαιογράφους), πιθανόν σε διαφορετικά Ειρηνοδικεία, με διαφορετικές τιμές πρώτης προσφοράς, οπότε σίγουρα θα προκύψουν νέα νομικά ή πραγματικά προβλήματα.
    Είναι πιθανό ότι το παραπάνω άρθρο θα δημιουργήσει πολλά περισσότερα προβλήματα από αυτά που προσπαθεί να επιλύσει, καθώς θα δώσει την ευκαιρία να πραγματοποιούνται εικονικοί πλειστηριασμοί (συμπαιγνία δανειστών – οφειλετών).
    ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΟ Αρθρο 960
    Η κατάργηση της περίληψης της κατασχετήριας έκθεσης από τις προτεινόμενες διατάξεις για τον πλειστηριασμό κινητών, η οποία αποτελεί συστατικό και ουσιώδες στοιχείο της προδικασίας του πλειστηριασμού, δημιουργεί σοβαρό και επικίνδυνο κενό, το οποίο δεν αναπληρώνεται ικανοποιητικά από κάποιο ισοδύναμο μέσο, το οποίο μάλιστα να επιδίδεται στον καθ’ ου η εκτέλεση και σε άλλα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, ή φορείς.
    Η δημοσίευση «αποσπάσματος της κατασχετήριας έκθεσης» που προβλέπεται στη νέα παρ. 3 του άρθρου 955 (όπως προτείνεται), αποτελώντας ένα μικρό απομεινάρι από τις διατάξεις του άρθρου 960, του οποίου προτείνεται η συνολική κατάργηση, δεν μπορεί να καλύψει ικανοποιητικά το κενό αυτό, αφού γίνεται: α) μέσα σε πολύ σύντομο χρόνο από την κατάσχεση («μέχρι την όγδοη ημέρα από την κατάσχεση»), β) στην ιστοσελίδα δημοσιεύσεων πλειστηριασμών του ΔΔΔ του ΤΑΝ και ΕΤΑΑ και γ) είναι πολύ πιθανό να μην εξυπηρετεί τελικά σε τίποτα, ενόψει όλων όσα είναι δυνατό να ακολουθήσουν μέχρι τον πλειστηριασμό (ανακοπές, ρυθμιστικά μέτρα, καταβολές, πραγματικές μεταβολές κ.τ.λ).
    Τέλος, με τις τροποποιήσεις που προτείνονται για την προδικασία του πλειστηριασμού κινητών δημιουργείται ζήτημα συνύπαρξης με τις διατάξεις που προβλέπουν επιδόσεις της «περίληψης της κατασχετήριας έκθεσης» σε διάφορους τρίτους, ιδίως δε σε υπηρεσίες του ελληνικού δημοσίου (βλ. λ.χ. άρθρο 54 ν.δ. 356/1974 ΚΕΔΕ).

    Αρθρο 965
    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ-ΣΧΟΛΙΑ
    Εδώ γίνεται λόγος για «περίληψη της πράξης» και αναφορά τόσο στην «περίληψη της κατασχετήριας έκθεσης» όσο και στις «διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 960 παρ. 2», του οποίου όμως προτείνεται η κατάργηση………
    Επίσης στην παρ. 3 να συμπληρωθεί ότι η καταβολή του πλειστηριάσματος θα γίνεται εκτός από μετρητά και με τραπεζική επιταγή
    Άρθρο 972
    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ-ΣΧΟΛΙΑ
    Η ημερομηνίες επίδοσης και κατάθεσης της Αναγγελίας να διατηρηθούν στις (15) ημέρες όπως προβλέπονταν πριν από την προτεινόμενη τροποποίηση, έτσι ώστε να δίδεται επί πλέον χρόνος στους δανειστές που προτίθενται να αναγγείλουν τις απαιτήσεις τους.

    Άρθρο 973
    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ-ΣΧΟΛΙΑ
    Προτείνεται να γίνει αλλαγή στην προθεσμία επίδοσης της Δήλωσης στον αρχικό επισπεύδοντα σε προθεσμία οκτώ εργασίμων (8) ημερών, διότι πολλές φορές συμβαίνει ο αρχικός επισπεύδοντας να είναι κάτοικος διαφορετικής περιφέρειας από αυτήν του τόπου της εκτέλεσης.
    Επίσης προτείνεται λόγω της μη επαρκούς δημοσιότητας και για την προστασία, τόσο των πολιτών (οφειλετών, δανειστών), όσο και Δημοσίου, να προστεθεί στο άνω άρθρο η έκδοση περίληψης της Δήλωσης, που να περιλαμβάνει τα στοιχεία της Περίληψης της Κατασχετήριας Έκθεσης που περιγράφεται στο άρθρο 999 του Κ.Πολ.Δ. με σκοπό την περαιτέρω δημοσιότητα του πλειστηριασμού.
    Περαιτέρω η μη δημοσιότητα του πλειστηριασμού πιθανόν να επιφέρει βλάβη στο Ελληνικό Δημόσιο, διότι δεν θα τηρούνται πλέον οι διατυπώσεις του άρθρου 54 του Ν.Δ. 356/74 (ΚΕΔΕ), αλλά και σε τυχόν ενυπόθηκους δανειστές, οι οποίοι για τον ίδιο λόγο δεν θα λαμβάνουν εγγράφως γνώση της περαιτέρω διαδικασίας του πλειστηριασμού.
    Επίσης στη παρ. 1 του άρθρου προβλέπεται ως νέα ημερομηνία επανάληψης του πλειστηριασμού, το διάστημα των πέντε (5) μηνών από τη δήλωση.
    Το ανωτέρω διάστημα είναι υπερβολικά μεγάλο και δεσμεύει περαιτέρω τους τυχόν τρίτους δανειστές και επιβαρύνει με επιπλέον τόκους υπερημερίας τον οφειλέτη.
    Η κατά την παρ. 3 πράξη της Δήλωσης συνέχισης πρέπει να επιδίδεται και στον οφειλέτη εκτός από τον αρχικώς επισπεύδοντα, διότι η μη έκδοση της περίληψης η οποία καταργείται, στερεί από τον οφειλέτη το δικαίωμα ενημέρωσης.
    Εάν αυτό ισχύσει, τότε η Δήλωση να επιδίδεται στον οφειλέτη σε οχτώ τουλάχιστον ημέρες και όχι σε τρεις (οι λόγοι αναπτύσσονται στις παρατηρήσεις του άρθρου 955).

    Άρθρο 983
    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ-ΣΧΟΛΙΑ:
    Προτείνεται η επίδοση του κατασχετήριου στα χέρια Πιστωτικού ιδρύματος ως τρίτου, να γίνεται σε οποιοδήποτε υποκατάστημα, όπως ισχύει με τον υφιστάμενο ΚΠολΔ, διότι ο δανειστής δεν γνωρίζει εκ των προτέρων σε ποιό κατάστημα τηρείται ο λογαριασμός του οφειλέτη του και στο χρονικό διάστημα που θα μεσολαβήσει για να πραγματοποιηθεί η επίδοση στην έδρα του Πιστωτικού ιδρύματος, πιθανόν να μην υφίσταται πλέον (πιθανή ανάληψη) το προς κατάσχεση αντικείμενο (χρήματα).
    Εξ’ άλλου τα τραπεζικά ιδρύματα έχουν ενοποιημένα πληροφορικά συστήματα και λαμβάνουν γνώση άμεσα από κάθε υποκατάστημά τους.
    Επομένως η επίδοση στην έδρα του Πιστωτικού ιδρύματος, προσθέτει περαιτέρω έξοδα στο δανειστή, δημιουργεί καθυστέρηση σε ότι αφορά την αποτελεσματικότητα της κατάσχεσης και συμβάλλει στο συγκεντρωτισμό και όχι στην αποκέντρωση.
    Άρθρο 995

    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ-ΣΧΟΛΙΑ:
    Προτείνεται να γίνει αλλαγή στις προθεσμίες επίδοσης στον οφειλέτη όταν αυτός έχει την κατοικία του σε διαφορετική περιφέρεια από αυτήν του τόπου της κατάσχεσης, από τρεις (3) εργάσιμες ημέρες σε οκτώ εργάσιμες και της κατάθεσης στο Συμβολαιογράφο από δέκα (10) ημέρες σε δεκαπέντε (15) ημέρες μετά την ολοκλήρωση της κατάσχεσης, για τον λόγο ότι, σε πολλές περιπτώσεις λόγω της ιδιαιτερότητας της επικράτειας και κυρίως της Νησιωτικής περιφέρειας δεν είναι επαρκείς οι προθεσμίες που προτείνονται στο νέο Κ.Πολ.Δ.
    Εξ’ άλλου η επιμήκυνση αυτών των προθεσμιών, ούτε αλλοιώνουν, ούτε επιφέρουν ακυρότητα στο κύρος της κατάσχεσης.
    Το απόσπασμα της κατασχετήριας έκθεσης να δημοσιεύεται έως την δεκάτη πέμπτη ημέρα από την κατάσχεση και όχι την δεκάτη πέμπτη, διότι η ημέρα αυτή, μπορεί να είναι κατά νόμο εξαιρετέα.
    Περαιτέρω υπάρχει ο κίνδυνος ένα ακίνητο να κατασχεθεί και από άλλους δανειστές και να ορισθούν πλειστηριασμοί την ίδια ημέρα με διαφορετικούς υπαλλήλους επί του πλειστηριασμού (Συμβολαιογράφους) και πιθανόν με διαφορετικές τιμές πρώτης προσφοράς.
    Στην παραπάνω περίπτωση, θα παρατηρηθεί το φαινόμενο πολλαπλών πλειστηριασμών με διαφορετικές τιμές, πιθανόν εξ αιτίας συμπαιγνιών.
    Εάν τα παραπάνω συμβούν, ο οφειλέτης θα επιβαρυνθεί με περισσότερα έξοδα εκτέλεσης και αυτά στο μέλλον θα καταστούν απαιτητά από τους δανειστές, οι οποίοι δεν θα πληρωθούν από το εκπλειστηρίασμα.
    Άρθρο 999
    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ-ΣΧΟΛΙΑ
    Στο ανωτέρω άρθρο προβλέπεται, ότι η επίδοση της περίληψης πρέπει να γίνεται στον Ειρηνοδίκη του τόπου όπου έγινε η κατάσχεση και όχι στο Γραμματέα του Ειρηνοδικείου, όπως προβλέπεται στα άρθρα 955 παρ. 1 και άρθρο 995 παρ 2. και αφορούν τις επιδόσεις της κατασχετήριας έκθεσης κινητών και ακινήτων, οι οποίες γίνονται στον Γραμματέα του Ειρηνοδικείου
    Άρθρο 1021
    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ-ΣΧΟΛΙΑ:
    Εφ’ όσον τα άρθρα 960 και 1001 παρ. 1 καταργούνται, γιατί μνημονεύεται εδώ; (προχειρότητα;)

  • 27 Μαρτίου 2014, 19:30 | Α.ΜΠΙΛΙΣΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

    Αρ. 924
    Πρέπει να διατηρηθεί η 1η παράγραφος για την επιταγή. Άστοχη η κατάργησή της. Δημιουργηθεί μόνον προβλήματα ενώ δεν επιφέρει κάποια ωφέλεια στο δίκαιο της αν. εκτέλεσης.

    Αρ. 933
    1] Πρέπει να γραφεί «με επιμέλεια της γραμματείας» προσδιορίζονται οι ανακοπές για να δικαστούν στην ίδια δικάσιμο.
    Τριάντα (30) μέρες πριν τη συζήτηση ο πρόσθετος λόγος ανακοπής όσο και η προθεσμία επίδοσης πριν τη δίκη και όχι μόνον οκτώ . Ο ανακόπτων, αφού η ανακοπή προσδιορίζεται να συζητηθεί μέσα σε 60 μέρες έχει 30 ημέρες να υποβάλλει τον πρόσθετο λόγο του. Αλλιώς υπάρχει διάκριση κατά του καθ’ ού η ανακοπή που δεν μπορεί να προετοιμαστεί για να αντιμετωπίσει τον πρόσθετο λόγο την τελευταία στιγμή. Η βραχεία προθεσμία αντίκειται και στην γενική αρχή ότι η προθεσμία επίδοσης της ανακοπής είναι ένας μήνας πριν, σύμφωνα με το αρ. 591 Κ. Πολ.Δ.

    2] Ο περιορισμός του δικαιώματος Έφεσης, μόνο στην περίπτωση της απαίτησης που στηρίζεται σε συμβολαιογραφικό έγγραφο, είναι άστοχος διότι υπάρχουν κι άλλες περιπτώσεις που δεν έχει προηγηθεί δικαστική κρίση για την εκκαθάριση της απαίτησης όπως: α) η επίκληση της εξόφληση και η επίκληση της εξόφλησης λόγω συμψηφισμού με ανταπαίτηση του οφειλέτη. Και στην 1η και στην 2η περίπτωση, εισάγεται στη δίκη ανέλεγκτος δικαστικά ισχυρισμός του οφειλέτη και άρα επιβάλλεται το δικαίωμα στην άσκηση των ενδίκων μέσων της ανακοπής ερημοδικίας και της Έφεσης. β) Το ίδιο επιβάλλεται και στις άλλες περιπτώσεις εκτελεστών τίτλων, πλήν του α εδαφίου της 2ης παραγράφου του αρ. 904 Κ.Πολ.Δ. Στην περίπτωση που εκτελεστός τίτλος είναι η διαταγή πληρωμής, αν δεν προηγήθηκε ανακοπή κατά αυτής σύμφωνα με το αρ. 632 Κ.Πολ.Δ., αλλά προτιμήθηκε η άσκηση της ανακοπής του 933, η απαίτηση δεν έχει ελεγχθεί δικαστικά . γ) Ο περιορισμός του δικαιώματος Έφεσης θα επιβαρύνει τον Άρειο Πάγο καθώς όλες οι πλημμέλειες της εκτελεστικής διαδικασίας ελέγχονται αναιρετικά και εφόσον δεν θα μεσολαβεί το Εφετείο οι διάδικοι θα προσφεύγουν στον Άρειο Πάγο για τον έλεγχο των λαθών των αποφάσεων των Μονομελών Πρωτοδικείων, τα οποία λόγω του εκ του νόμου περιορισμού του χρόνου έκδοσής τους αναμενόμενο είναι να αυξηθούν.

    3] Στην παρ. 2 προβλέπεται ότι η συζήτηση της ανακοπής γίνεται με την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων ( 686 επ. ). Η υπαγωγή στην εν λόγω διαδικασία δεν είναι ορθή, διότι δεν νοείται, σε δίκη που μπορεί να προβληθεί ουσιαστική ένσταση, όπως αυτή της εξόφλησης λόγω συμψηφισμού, να κρίνεται με πιθανολόγηση η ύπαρξη ή όχι της έννομης σχέσης που αποτελεί τη βάση της απαίτησης που τάσσεται σε συμψηφισμό κι εκ της κρίσεως αυτής να παράγεται δεδικασμένο.

    4] Στην παρ. 5 που αναφέρεται στην απόδειξη των ισχυρισμών που αφορούν την απαίτηση, πρέπει να συμπληρωθεί στα έγγραφα και η δικαστική ομολογία, διότι δίνεται η εντύπωση ότι εξαιρείται το εν λόγω αποδεικτικό μέσο.

    5] Αδικαιολόγητη η κατάργηση της επίδοσης της ανακοπής στον πληρεξούσιο δικηγόρο που υπέγραψε την επιταγή σύμφωνα με το αρ. 924 ή παρέσχε την εντολή εκτέλεσης. Δεν μπορεί ο οφειλέτης να ψάχνει να βρει την κατοικία – έδρα του επισπεύδοντα για να ασκήσει έγκυρα την ανακοπή τους.

    Αρ. 934
    Παρ. 1α . Η προθεσμία ασκήσεως της ανακοπής πρέπει να εκκινεί από την επομένη της επίδοσης της έκθεσης κατάσχεσης στον οφειλέτη.
    Ορθή η σύμπτυξη των παλιών εδαφίων α και β. Συντομεύει αντικειμενικά την έκδοση απόφασης απόφασης επί της ανακοπής. Λάθος ο περιορισμός της προθεσμίας ανακοπής για την εγκυρότητα της τελευταίας πράξης στα ακίνητα. Οι υποθέσεις είναι σοβαρές και τα δικηγορικά γραφεία χρειάζονται χρόνο για να αντιδράσουν. Πρέπει να παραμείνει 90 μέρες η προθεσμία.

    Αρ. 937 παρ. 3
    Καταργείται η εφαρμογή του αρ. 643 που παρέπεμπε στα άρθρα 649 και 650. Το πρώτο προέβλεπε τη διαδικασία της συζήτησης (αποδεικτικά μέσα μέχρι το τέλος αυτής και τη μη υποχρεωτικότητα προτάσεων) και το δεύτερο την αποδεικτική διαδικασία. Η προτεινόμενη διαδικασία είναι, σύμφωνα με το σχέδιο του αρ. 933 παρ. 2, η των ασφαλιστικών μέτρων. Ωστόσο η υπαγωγή στην εν λόγω διαδικασία είναι εσφαλμένη για τους λόγους που προαναφέρθηκαν και πρέπει η διάταξη να παραμείνει ως έχει.

    Αρ. 938 παρ. 1
    Αδικαιολόγητη η κατάργηση της επίδοσης της αίτησης αναστολής στον πληρεξούσιο δικηγόρο που υπέγραψε την επιταγή σύμφωνα με το αρ. 924 ή παρέσχε την εντολή εκτέλεσης. Δεν μπορεί ο οφειλέτης να ψάχνει να βρει την κατοικία – έδρα του επισπεύδοντα για να ασκήσει έγκυρα την αίτηση αναστολής.

    Αρ. 954 παρ 1
    Το άρθρο θέτει ως προϋπόθεση της κατάσχεσης την αφαίρεση των κινητών από το δικαστικό επιμελητή και τη σύνταξη σχετικής έκθεσης. Σύμφωνα δε με το άρθρο 956 παρ. 1, ο δικαστικός επιμελητής παραδίδει τα κατασχεμένα πράγματα για φύλαξη σε μεσεγγυούχο, ο οποίος μπορεί να είναι και ο καθ’ ού ή εκτέλεση αλλά και ο επισπεύδων αν υπάρχει μεταξύ τους συμφωνία. Με αυτά τα δεδομένα είναι αδύνατη άλλη κατάσχεση εκτός από την πρώτη από άλλον δανειστή, αφού δεν μπορεί να υπάρξει άλλη αφαίρεση των κινητών εκτός από αυτή που έγινε κατ’ εντολή του 1ου κατασχόντα. Η μεγάλη διάρκεια της μεσεγγύησης, (οκτώ και σε περίπτωση αναβολής + πέντε μήνες), αποτελούν σοβαρό αντικίνητρο για αποδοχή της ιδιότητας του μεσεγγυούχου από τρίτα, σε σχέση με την εκτέλεση πρόσωπα, και θα υπάρξει πρόβλημα στο διορισμό μεσεγγυούχων.

    Αρ. 954 παρ. 2 εδ. ε
    Σφάλμα ο εκπλειστηριασμός των κινητών 8 μήνες μετά την ημέρα της κατάσχεσης. Δεν διακρίνεται η αναγκαιότητα που επιβάλλει τέτοια καθυστέρηση. Πρέπει να διατηρηθεί η παλιά προθεσμία του αρ. 959 παρ 4 , ήτοι 15 ημέρες μετά και όχι πέραν του τριμήνου. Ο καθ’ ού μπορεί να αιτηθεί την αναστολή της εκτέλεσης. Τα προβλήματα που θα δημιουργηθούν αν υιοθετηθεί η διάταξη είναι: α) απαξίωση των κινητών και άρα αντικίνητρο για τους υποψήφιους πλειοδότες, β) μεγάλα έξοδα φύλαξης σε περίπτωση αφαίρεσης που θα προκαταβάλλονται από τον επισπεύδοντα και θα χρεώνονται στον οφειλέτη, όταν δε πρόκειται για την επίσπευση της διαδικασίας της εκτέλεσης για μικρές απαιτήσεις θα την καθιστούν ασύμφορη, γ) αδυναμία εξεύρεσης μεσεγγυούχου σε περίπτωση αφαίρεσης λόγω της μεγάλης διάρκειας της ευθύνη του και δ) αδικαιολόγητη τοκοφορία της απαίτησης για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα.
    Σε κάθε περίπτωση, αν παραμείνει η προθεσμία, πρέπει να γίνει εντός οκτώ μηνών κατ’ επιλογή του επισπεύδοντα και όχι λιγότερο από 15 ημέρες από την επιβολή της κατάσχεσης.
    Στο ίδιο άρθρο στην παρ. 4 υπάρχει αναφορά στο αρ.960 παρ. 2 που έχει καταργηθεί .

    Αρ. 955 .
    Στην παρ. 1 πρέπει να διατηρηθεί η προθεσμία των 8 ημερών για την επίδοση της έκθ. κατάσχεσης στον καθ’ ού που δεν κατοικεί στην περιφέρεια του Δήμου που έγινε η κατάσχεση. Δημιουργείται πρόβλημα στους δικαστικούς επιμελητές με την προτεινόμενη τριήμερη προθεσμία, οι οποίοι πιέζονται υπερβολικά να διενεργήσουν σε ελάχιστο χρόνο επίδοση σε χώρο εκτός της εποπτείας τους με αποτέλεσμα να απειλείται αδικαιολόγητα η εγκυρότητα της κατάσχεσης. [Θα υπάρχει σίγουρα πρόβλημα στις επιδώσεις στη νησιωτική Ελλάδα]. Ο περιορισμός της προθεσμίας δεν ωφελεί τη διαδικασία με κανένα τρόπο. Η περίπτωση εντός του 8ημέρου, ο πληροφορηθείς ατύπως την κατάσχεση ( απών κατ’ αυτήν) οφειλέτης να μεταβιβάσει συμπαικτικά ή πραγματικά τα κατασχεμένα κινητά, αντιμετωπίζεται με την εξάρτηση της απαγόρευσης διάθεσης του αρ. 958 από την επίδοση της κατασχετήριας έκθεσης στον Ειρηνοδίκη η οποία πρέπει να γίνεται το αργότερο εντός τριημέρου. Με την επίδοση αυτή η κατάσχεση προκύπτει από δημόσιο βιβλίο.

    Άρα το 3ο εδάφιο του 955 πρέπει να εισάγεται με τη φράση « Εντός τριών εργασίμων ημερών η έκθεση επιδίδεται …» .
    Στην παρ. 2 πρέπει να παραμείνει η 10 ήμερη προθεσμία για την κατάθεση των εγγράφων στον υπάλληλο του πλειστηριασμού. Είναι ελάχιστος ο χρόνο των 5 ημερών και εισάγεται αδικαιολόγητα παράγοντας ακυρότητας, χωρίς να οφελείται η διαδικασία.
    Στην παρ. 2 εδάφιο 1 πρέπει να αντικατασταθεί η φράση «συντάσσοντας έκθεση» με τη φράση, ο αρμόδιος υπάλληλος του πλειστηριασμού συντάσσει σχετική έκθεση.

    Πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι προθεσμίες εκκινούν από την ολοκλήρωση της κατάσχεσης δεδομένου ότι σε πολλές περιπτώσεις η κατάσχεση διαρκεί περισσότερο από μία ημέρα .
    ——————————–
    Όλες οι καταχωρήσεις στο σύστημα στο όνομα Α.ΜΠΙΛΙΣΗΣ αποτελούν το προϊόν της εργασίας των δικηγόρων Θεσσαλονίκης Αντωνίου Μπιλίση-Χρήστου Αθανασίου- Μαρούσας Πρωτοπαπαδάκη -Σαρακενίδη Ηλία – Μπλατσούκα Κωνσταντίνου –Σταύρου Καραμπάσογλου, μελών της κίνησης «ΕΠΙΛΟΓΗ ΠΡΑΞΗΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ»

  • 27 Μαρτίου 2014, 19:11 | Α.ΜΠΙΛΙΣΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

    Αρ. 958

    Κεφαλαιώδες λάθος η διάσπαση της αρχής της μιάς κατασχέσης και στα κινητά και στα ακίνητα. [ Στα ακίνητα προτείνεται με το αρ. 997 παρ. 5]. Και τούτο διότι: —- α) Επί περισσότερων χρεών του οφειλέτη θα γίνεται αμέσως ο πλειστηριασμός των ακινήτων του οφειλέτη και δεν θα έχει αυτός τη δυνατότητα να ρυθμίσει τα χρέη του όπως συνέβαινε μέχρι σήμερα με συναινετικές αναβολές έναντι μερικής καταβολής της απαίτησης του επισπεύδοντα. Είναι παράλογο το καθεστώς αυτό να ανατραπεί τώρα στην καρδιά της κρίσης, που στη θέση του οφειλέτη μπορεί να βρεθεί ο καθένας. [Οι περισσότεροι των νυν οφειλετών χρεώθηκαν πριν από αυτήν υπολογίζοντας ότι μπορούν να ανταπεξέλθουν με βάση τα συνήθη μέχρι τότε εισοδήματά τους]. Η λογική δε της ρύθμισης των χρεών διαπνέει πλέον ολόκληρη τη νομοθεσία και η συγκεκριμένη διάταξη βρίσκεται στον αντίποδα. Συνεπώς, για όσο χρόνο διαρκεί η κρίση η ρύθμιση των χρεών είναι επιβεβλημένη και η μη ρύθμιση με πλειστηριασμούς «εδώ και τώρα» άλλως (Fast Track) εξυπηρετεί σκοπούς που εκφεύγουν από τον κοινωνικό ρόλο της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης.
    —– β) Γίνονται αδικαιολόγητα έξοδα από πολλούς δανειστές οι οποίοι δεν τα παίρνουν πίσω και για αυτόν τον λόγο ο ανταγωνισμός για το ποιού ο πλειστηριασμός θα γίνει. θα είναι πραγματικά αδυσώπητος, με την έννοια ότι δεν θα αφήνει περιθώριο για κανενός είδους επιεική συμπεριφορά του επισπεύδοντα έναντι του οφειλέτη. Επιπλέον επιβαρύνεται οικονομικά και ο οφειλέτης αφού κάθε ξεχωριστή κατάσχεση θα παράγει και ξεχωριστή ανακοπή (εντός 45 ημερών από αυτήν με τη νέα διάταξη του αρ, 934 ), ο οποίος ωστόσο ευρισκόμενος σε αντικειμενική οικονομική αδυναμία, δεν θα μπορεί να υπερασπιστεί τα συμφέροντά του.
    —– δ) Αφαιρείται η δυνατότητα από τον επιμελή εγχειρόγραφο που θα κινηθεί πρώτος να εισπράξει, επισπεύδοντας ο ίδιος την διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης.

    Εκτός των παραπάνω η προτεινόμενη διάταξη θα δημιουργήσει αξεπέραστα πρακτικά προβλήματα, καθώς είναι δυνατόν να συμπίπτουν πολλοί πλειστηριασμοί των ίδιων ακινήτων και κινητών την ίδια ημέρα που θα διενεργούνται από διαφορετικούς υπάλληλους του πλειστηριασμού. Είναι δε προφανές ότι στην περίπτωση των κινητών, μετά την 1η κατάσχεση οι άλλοι δανειστές θα κατάσχουν με μικρότερες τιμές εκτίμησης και 1ης προσφοράς και ο 1ος ορισθείς πλειστηριασμός δεν θα γίνεται και ο 1ος κατασχών θα κάνει αδικαιολόγητα έξοδα. Λόγω του ενδεχόμενου αυτού θα δημιουργείται κάθε φορά «διαγωνισμός» μεταξύ των δικαστικών επιμελητών που ενεργούν επάλληλες εκτελεστικές διαδικασίες, ποιος θα βάλλει τη μικρότερη τιμή εκτίμησης και 1ης προσφοράς, ώστε να γίνει ο δικός του πλειστηριασμός, με αποτέλεσμα τα κινητά να απαξιώνονται εντελώς.

    Αλλά αν ο λόγος της προτεινόμενης διάσπασης της αρχής της μιάς κατάσχεσης είναι η άρση των συμπαιγνιών, είναι προφανές ότι οι πολλαπλές κατασχέσεις δεν είναι το δόκιμο μέσο, καθώς επιβάλλεται αδιάκριτα «επί δικαίους και αδίκους». Oι συμπαιγνίες εξαλείφονται με απλό τρόπο που δεν ανατρέπει το ισχύον καθεστώς, το οποίο μπορεί να βελτιωθεί :
    —– 1ον] Με την επέκταση του δικαιώματος υποκατάστασης του αρ. 979 παρ. 4 Κ.Πολ.Δ., στην περίπτωση δύο συναινετικών αναβολών, σε οποιονδήποτε δανειστή διαθέτει εκτελεστό τίτλο κι έχει επιδώσει επιταγή, ο οποίος θα δηλώσει στον υπάλληλο του πλειστηριασμού, εντός πέντε (5) ημερών από την ματαίωση του πλειστηριασμού που ορίστηκε μετά από τη δεύτερη συναινετική αναβολή, ότι επιθυμεί να τον επισπεύσει.
    —– 2ον] Με την απόδοση της πρωτοπραξίας από το δικαστήριο, αν υπάρχουν περισσότεροι δικαιούχοι υποκατάστασης που προβαίνουν στη σχετική δήλωση, σε αυτόν που διαθέτει τον παλαιότερο εκτελεστό τίτλο. Αν όμως μεταξύ των απαιτήσεων των δανειστών αυτών υπάρχουν και προερχόμενες από συμβάσεις: α) σε περίπτωση δανείου ή αναγνώρισης χρέους, οι δικαιούχοι τους προτιμώνται μόνον αν αποδεικνύονται από έγγραφα βέβαιης χρονολογίας, τόσο οι συμβάσεις όσο και η μετακίνηση των χρημάτων που αποτελεί τη βάση της αναγγελλόμενης απαίτησης και β) σε περίπτωση εμπορικών συμβάσεων, αν η συναλλαγή προκύπτει από νόμιμα διασταυρούμενο στοιχείο ήτοι τις λογιστικές εγγραφές των εμπορικών βιβλία και τα έγγραφα της αντίστοιχης τραπεζικής συναλλαγής.
    Την ύπαρξη των προϋποθέσεων πρέπει να ελέγχει το αρμόδιο για την εκτέλεση Δικαστήριο, που δικάζει κατά τη διαδικασία των αρ. 686 επ., μετά από σχετική αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον, η οποία απευθύνεται υποχρεωτικά εναντίον όσων δήλωσαν ότι επιθυμούν την επίσπευση του πλειστηριασμού. Το δικαστήριο απονέμει μεταξύ αυτών την πρωτοπραξία και σε περίπτωση που διαπιστωθεί συμπαιγνία οποτεδήποτε, λόγω ύπαρξης εικονικής απαίτησης το δικαστήριο επιβάλλει χρηματική ποινή τόσο στον οφειλέτη όσο και στον εικονικώς επισπεύδοντα που μπορεί να φτάσει το σύνολο της εικονικής απαίτησης.
    ________________________________________

    Αρ. 960
    Πρέπει να παραμείνει η περίληψη κατασχετήριας έκθεσης και στα
    κινητά καθώς σε περίπτωση αναβολής του πλειστηριασμού, συνεπεία συμφωνίας ή δικαστικής απόφασης, επιβάλλεται να γνωστοποιηθεί το γεγονός της αναβολής και ο λόγος αυτής στον οφειλέτη τον επισπεύδοντα στους ενεχυρούχους δανειστές, καθώς επίσης και στα τελωνεία την εφορία και το ΙΚΑ, ( αρ. 54 Ν.Δ. 356/1974 ΚΕΔΕ), σε όλους δηλαδή που, επί ποινή ακυρότητας του πλειστηριασμού, έπρεπε να λαμβάνουν γνώση με βάση τα μέχρι σήμερα ισχύοντα. Αλλιώς υπάρχει κίνδυνος να μην αντιλαμβάνονται την αναβολή ιδίως οι δικαιούχοι εμπράγματων ασφαλειών, τα τελωνεία, η εφορία και το ΙΚΑ Περαιτέρω είναι αντιφατικό από τη μια να καταργείται η περίληψη κατασχετήριας έκθεσης στα κινητά και από την άλλη να διατηρείται η υποχρέωση κοινοποίησης αυτής σύμφωνα με το αρ. 54 ΚΕΔΕ.

    Αρ. 963
    Να παραμείνει η κήρυξη. Ας την κάνει ο υπάλληλος του πλειστηριασμού αν το πρόβλημα είναι τα κηρύκεια που είναι ελάχιστα 30 € περίπου .

    Αρ. 965 παρ 3
    Πρέπει να συμπληρωθεί ότι η καταβολή του πλειστηριάσματος θα μπορεί να γίνεται εκτός από μετρητά και με τραπεζική επιταγή.
    ________________________________________

    Αρ. 965 παρ. 4
    Εισάγεται αδικαιολόγητα διάταξη υπέρ των συμφερόντων των Τραπεζών, καθώς όλα τα χρήματα που τηρούνται σήμερα στο ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων από πλειστηριάσματα μέχρι το αμετάκλητο του πίνακα και τη διανομή του πλειστηριάσματοας, περιέρχονται σε αυτές. Το μέτρο θα προκαλέσει προφανή βλάβη στα συμφέροντα του δημοσίου, λόγω στέρησης του συγκεκριμένου πόρου και της προερχόμενης από αυτόν ρευστότητας, η οποία θα επηρεάσει την πολιτική του ταμείου για την επίτευξη των κύριων σκοπών του που είναι: α) οι δανειοδοτήσεις των οργανισμών τοπικής και νομαρχιακής αυτοδιοίκησης, β) η χορήγηση δανείων για την απόκτηση 1ης κατοικίας σε υπαλλήλους του δημοσίου και γ) η πληρωμή των αποζημιώσεων λόγω απαλλοτρίωσης.
    Περαιτέρω θα δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα καθώς η επιλογή του πιστωτικού ιδρύματος θα υπόκειται πλέον στους συμβολαιογράφους οι οποίοι: α) θα δέχονται πιέσεις κι ενδεχομένως ανταλλάγματα διαπραγματευόμενοι αναγκαστικά τα επιτόκια επί πλειστηριασμών που έχουν αποδώσει μεγάλα ποσά ως εκπλειστηρίασμα και β) θα έρχονται, στις περιπτώσεις αυτές, σε δύσκολη θέση διότι θα αναγκάζονται να απολογούνται γιατί προτίμησαν τη μία και όχι την άλλη τράπεζα.

    Τέλος: α) με δεδομένο ότι οι τράπεζες είναι συχνότατα μεταξύ των αναγγελθέντων δανειστών θα δημιουργείται κίνητρο στις νομικές τους υπηρεσίες για συνολική ανακοπή των πινάκων κατάταξης, ώστε τα εκπλειστηριάσματα να παραμένουν στα ταμεία τους για μεγάλα χρονικά διαστήματα μέχρι την τελεσιδικία, β) σε περίπτωση καταρρεύσεως για οποιοδήποτε λόγο των τραπεζικών ιδρυμάτων, ή «κουρέματος» των καταθέσεων όπως έχουμε δει να συμβαίνει στις Κυπριακές Τράπεζες, τα εκπλειστηριάσματα θα απομειώνονται με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το σύστημα της αναγκαστικής εκτέλεσης και γ) όσον αφορά το επιχείρημα της τοκοδοσίας αν τα χρήματα περιέλθουν στις τράπεζες, με αλλαγή της νομοθεσίας μπορεί και το Τ.Π.Δ. να δίδει τόκο για τις καταθέσεις των πλειστηριασμάτων, όπως ακριβώς πράττει με τους λογαριασμούς ταμιευτηρίου του. ______________________________________________
    Όλες οι καταχωρήσεις στο σύστημα στο όνομα Α.ΜΠΙΛΙΣΗΣ αποτελούν το προϊόν της εργασίας των δικηγόρων Θεσσαλονίκης Αντωνίου Μπιλίση-Χρήστου Αθανασίου- Μαρούσας Πρωτοπαπαδάκη -Σαρακενίδη Ηλία – Μπλατσούκα Κωνσταντίνου –Σταύρου Καραμπάσογλου, μελών της κίνησης «ΕΠΙΛΟΓΗ ΠΡΑΞΗΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ

  • 27 Μαρτίου 2014, 19:34 | Α.ΜΠΙΛΙΣΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

    Αρ. 972
    Η αναγγελία 15 μέρες μετά τον πλειστηριασμό. Δεν υπάρχει λόγος μείωσης της προθεσμίας.

    Αρ. 973
    Το πότε θα διενεργηθεί νέος πλειστηριασμός αν ματαιώθηκε δεν είναι δουλειά του νόμου αλλά του επισπεύδοντα. Δεν χρειάζεται προθεσμία και γι’ αυτό δεν υπήρχε μέχρι τώρα καθώς ισχύει η γενική διάταξη του αρ. 959 παρ. 4 . Όπως δεν είναι δουλειά του συμβολαιογράφου να αναρτά τη γνωστοποίηση της δήλωσης συνέχισης για τη νέα ημέρα του πλειστηριασμού Αυτή είναι δουλειά του δικαστικού επιμελητή, ο οποίος πρέπει να έχει την ευθύνη της ανάρτησης και να λαμβάνει και σχετική εκτύπωση κατά τον χρόνο διενέργειάς της. .
    Η τριήμερη προθεσμία επίδοσης στον αρχικό επισπεύδοντα της δήλωσης συνέχισης δεν έχει λόγο. Αν πάντως πρέπει να μπει προθεσμία αυτή δεν μπορεί να είναι μικρότερη των 8 εργασίμων ημερών, αλλιώς λόγω της μικρής προθεσμίας διακυβεύεται αδικαιολόγητα το κύρος της δήλωσης συνέχισης.

    Στην παρ. 4 πρέπει να μπει ότι υποκατάσταση χωρεί και στην περίπτωση 2ης συναινετικής αναβολής. Επίσης πρέπει να προβλεφθεί η έκδοση από τον δικαστικό επιμελητή περίληψης δήλωσης συνέχισης, (για τους λόγους που προαναφέρθηκαν ότι επιβάλλουν την έκδοση περίληψης), όπως ακριβώς συνέβαινε μέχρι σήμερα.

    Αρ. 975
    Η είσπραξη του Φ.Π.Α. πρέπει να κατατάσσεται μαζί με τις άλλες απαιτήσεις του Δημοσίου. Το υπερπρονόμιο που θεσπίστηκε με το αρ. 33 παρ. 2 του Ν 4141/2013 πρέπει να καταργηθεί, καθώς δεν είναι λογικό ούτε και συνταγματικά επιτρεπτό, ο συγκεκριμένος φόρος να αντιμετωπίζεται διαφορετικά από τους άλλους φόρους, σε βάρος των συμφερόντων των ιδιωτών.

    Το σύστημα της παρ. 3 με το οποίο επιχειρείται η απόδοση κάποιου τμήματος του εκπλειστηριάσματος στους δανειστές που δεν διαθέτουν προνομιούχες απαιτήσεις είναι εξαιρετικά δυσνόητο και είναι προφανές ότι θα γίνονται λάθη στους υπολογισμούς και θα δημιουργούνται αδικαιολόγητα δίκες. Προτείνουμε το εξής απλό. Από το εκπλειστηρίασμα που απομένει μετά την αφαίρεση των εξόδων αφαιρείται το 15% το οποίο διατίθεται για την πληρωμή των δανειστών προνομιούχων και μη που δεν κατατάσσονται λόγω ανεπάρκειας του εκπλειστηριάσματος. Στην είσπραξη του ποσού αυτού συμμετέχουν όλοι αυτοί ανάλογα με το ύψος της αναγγελθείσας απαίτησής τους. Στην περίπτωση δε που κάποιος από τους προνομιούχους κατατάσσεται με βάση το προνόμιό του, για οποιονδήποτε λόγο, σε ποσό μικρότερα από αυτό που θα ελάμβανε αν συμμετείχε στη διανομή του 15 %, η διαφορά αφαιρείται από το ποσοστό αυτό και του αποδίδεται και το υπόλοιπο διανέμεται στους λοιπούς που δεν κατατάσσονται προνομιούχους και μη.

    Αρ. 983
    H επίδοση του κατασχετηρίου πρέπει να γίνεται σε οποιοδήποτε υποκατάστημα Τράπεζας όπως στο παρελθόν. Ο δανειστής δεν γνωρίζει σε ποιο κατάστημα τηρείται ο λογαριασμός του οφειλέτη του και οι τράπεζες διαθέτουν ενοποιημένα πληροφορικά συστήματα με αποτέλεσμα να είναι δυνατή η άμεση ενημέρωση της αρμόδιας υπηρεσίας τους.

    Αρ. 995
    Εντός 8 ημερών η προθεσμία για την επίδοση της κατασχετήριας έκθεσης, όπως μέχρι σήμερα. Εντός 15 ημερών η κατάθεση των εγγράφων στο συμβολαιογράφο, όπως μέχρι σήμερα. Δεν εξυπηρετεί καμία αναγκαιότητα η ελαχιστοποίηση των προθεσμιών.
    Η ανάρτηση της κατασχετήριας έκθεσης στην ιστοσελίδα δημοσιεύσεων του Δελτίου Δικαστικών Δημοσιεύσεων του τομέα ασφάλισης νομικών του ΕΤΑΑ πρέπει να αποτελεί μέριμνα του δικαστικού επιμελητή και όχι του συμβολαιογράφου Δεν διευκρινίζεται ο τρόπος ανάρτησης. Προτιμότερο ωστόσο είναι ο δικαστικός επιμελητής να επιδίδει την περίληψη κατασχετήριας έκθεσης για το νέο πλειστηριασμό στο Δ.Δ.Δ και η ανάρτηση να γίνεται με ευθύνη ης υπηρεσίας του.
    Η ανάρτηση έως 15 ημέρες από την κατάσχεση και όχι την 15η ημέρα. Η ημέρα αυτήν μπορεί να έιναι εξαιρετέα.

    Αρ. 997
    Όχι στις πολλαπλές κατασχέσεις για τους προαναφερθέντες λόγους.

    Αρ. 1000
    Η προθεσμία πρέπει να παραμείνει στις 5 εργάσιμες ημέρες πριν. Είναι παρόμοια δίκη με αυτήν της διόρθωσης του αρ. 954 παρ. 4 Κ.Πολ.Δ. όπου η προθεσμία παραμένει στις 5 εργάσιμες πριν. Δεν υπάρχει λόγος διαφοροποίησης και θα δημιουργείται αδικαιολόγητα σύγχυση στους δικηγόρους.
    Η απόφαση επί της αναστολής του 1000 πρέπει να εκδίδεται μέχρι τις 12 το μεσημέρι της Τετάρτης στην οποία έχει οριστεί για να γίνει ο πλειστηριασμός. Δεν υπάρχει λόγος να πιέζονται οι Δικαστές να την εκδώσουν την Δευτέρα όπως ισχύει σήμερα . Το ίδιο πρέπει να ισχύσει και στην περίπτωση της απόφασης επί της ανακοπής του αρ. 954 παρ. 4, όπου σήμερα προβλέπεται να εκδίδεται κατά το δυνατόν μέχρι τις 12 το μεσημέρι της προηγούμενης του πλειστηριασμού ημέρας.
    Εσφαλμένα τίθενται στο συγκεκριμένο άρθρο τα δύο (2) τελευταία εδάφια περί τμηματικής πώλησης ακινήτου . Είναι αντιφατική τέτοια διάταξη με το πνεύμα του 1000 που αφορά αναστολή εκτέλεσης. Τα δύο εδάφια μπορούν να προστεθούν στο 966 που ρυθμίζει τη μείωση του τιμήματος και την ελεύθερη εκποίηση.

    Αρ. 1009
    Η προτεινόμενη τροποποίηση για αποβολή του μισθωτή είναι εντελώς εσφαλμένη. Δίνει το δικαίωμα στον υπερθεματιστή να διαρρήξει εμπορική μίσθωση, κατά παράβαση της γενικής αρχής ότι μεταβολή στο πρόσωπο του εκμισθωτή δεν λύει τη μισθωτική σύμβαση εφόσον αυτή προκύπτει από έγγραφο βέβαιης χρονολογίας ( αρ. 614 Α.Κ.) και ο νέος κτήτορας του μισθίου υπεισέρχεται στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της μίσθωσης. Επιπλέον αντίκειται και στη διάταξη του αρ. 1005 παρ. 2 από την προκύπτει ότι η περίληψη κατακυρωτικής έκθεσης είναι τίτλος εκτελεστός για την αποβολή του καθ’ ού η εκτέλεση και των διαδόχων του και σε περίπτωση διαδοχής δυνάμει ενοχικής σχέσης (και άρα και μίσθωσης) εφόσον η διαδοχή επέλθει μετά την εγγραφή της κατάσχεσης στο βιβλίο κατασχέσεων αδιάφορο.
    Αν ο λόγος της διάταξης είναι να αντιμετωπιστούν οι συμπαιγνίες υπάρχει άλλος τρόπος αντιμετώπισης και όχι η συλλήβδην «επί δικαίους και αδίκους» ακύρωση επαγγελματικών μισθώσεων που οδηγεί στην οικονομική καταστροφή των πράγματι μισθωτών.
    Η λύση είναι η εξής :
    Το δικαστήριο της εκτέλεσης δικάζων με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων μετά από αίτηση του υπερθεματιστή ελέγχει την επικαλούμενη από αυτόν εικονικότητα της μίσθωσης και στην περίπτωση παραδοχής της αίτησης πέραν της άμεσης αποβολής του φερόμενου ως μισθωτή, επιβάλλεται σε αυτόν η χρηματική ποινή που προβλέπεται από το αρ. 946 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.

    Αρ. 1007
    Το εν λόγω άρθρο δεν αλλάζει. Πρέπει όμως να συμπληρωθεί ότι με ποινή απαραδέκτου, το δικόγραφο για την επιδίκαση της απαίτησης που κατατάχθηκε τυχαία κατατίθεται εντός 30 ημερών από την επίδοση της πρόσκλησης αναγγελθέντων δανειστών και η εκδίκαση της σχετικής υπόθεσης προσδιορίζεται κατά προτίμηση. Έτσι θα τακτοποιείται η εκκρεμότητα στον απαραίτητο χρόνο.
    ———————————————————————–

    Όλες οι καταχωρήσεις στο σύστημα στο όνομα Α.ΜΠΙΛΙΣΗΣ αποτελούν το προϊόν της εργασίας των δικηγόρων Θεσσαλονίκης Αντωνίου Μπιλίση-Χρήστου Αθανασίου- Μαρούσας Πρωτοπαπαδάκη -Σαρακενίδη Ηλία – Μπλατσούκα Κωνσταντίνου –Σταύρου Καραμπάσογλου, μελών της κίνησης «ΕΠΙΛΟΓΗ ΠΡΑΞΗΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ»

  • ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
    ΣΥΛΛΟΓΟΣ
    ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΜΕΛΗΤΩΝ
    ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
    (ΝΠΔΔ) (Ν.2318/1995)
    Ολ.Διαμαντή αρ. 7.
    ΤΗΛ: 2310-517026
    ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
    ΘΕΜΑ: Παρατηρήσεις επί των προτεινομένων άρθρων του κεφαλαίου της Αναγκαστικής εκτέλεσης.

    ΒIΒΛΙΟ ΟΓΔΟΟ
    (ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ)
    ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
    ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Άρθρο 908 παρ. 1 περ. ε΄:
    Η αναφορά στο άρθρο 663 πρέπει να διαγραφεί/αντικατασταθεί από άλλη διατύπωση, αν και εφόσον καταργούνται οι διατάξεις των άρθρων 663 επ. και η συγκεκριμένη ειδική διαδικασία.

    Άρθρο 917 εδ. α΄:
    Το ίδιο ισχύει και για την παραπομπή στη διαδικασία των άρθρων 670 έως 676 που γίνεται από το προτεινόμενο άρθρο 917 εδ. α΄.

    Άρθρο 924:
    α) Προφανώς λησμονήθηκαν τα δύο πρώτα εδάφια [βλ. λ.χ. και άρθρα 973 παρ. 2 και 993 παρ. 1 που κάνουν λόγο για κοινοποίηση επιταγής προς εκτέλεση].
    β) Ο διορισμός αντικλήτου που να κατοικεί στον τόπο της εκτέλεσης είναι απολύτως απαραίτητος. Ο πληρεξούσιος δικηγόρος που υπογράφει την επιταγή, αν δεν κατοικεί/εδρεύει στην περιφέρεια του πρωτοδικείου του τόπου της εκτέλεσης δεν καλύπτει τις ανάγκες διορισμού αντικλήτου.
    γ) Θα πρέπει να συντονιστούν όλες οι διατάξεις που προβλέπουν διορισμό αντικλήτου και τις ιδιότητες ή τα χαρακτηριστικά αυτού, ιδίως δε τον τόπο της κατοικίας του. Βλ. λ.χ. τη διάταξη του άρθρου 983 παρ. 1 περ. δ΄, που προβλέπει τόπο κατοικίας που διευκολύνει τον τρίτο και όχι τον επισπεύδοντα. Βλ. επίσης άρθρο 970 τελευταίο εδάφιο για αντίκλητο υπερθεματιστή σε περίπτωση πλειστηριασμού κινητών.

    Άρθρο 933 παρ. 2 εδ. α΄:
    α) Η εφαρμογή της διαδικασίας των άρθρων 686 επ. για την εκδίκαση των ακυρωτικών ανακοπών μπορεί να αποδειχθεί επικίνδυνη. Ίσως είναι και άχρηστη, ενόψει του χρόνου του πλειστηριασμού.
    β) Σε όλες τις δίκες για τη λήψη ρυθμιστικών μέτρων της εκτέλεσης που μέχρι τώρα γίνεται επίσης παραπομπή στην ίδια διαδικασία και στο ίδιο δικαστήριο, ίσως η παραπομπή στην τηρητέα διαδικασία να είναι περιττή ή να αρμόζει περισσότερο η τήρηση της διαδικασίας της εκούσιας δικαιοδοσίας.

    Άρθρο 933 παρ. 2 εδ. β΄:
    Το επιτρεπτό άσκησης ενδίκων μέσων (πρβλ. 699) στην περίπτωση που ως εκτελεστός τίτλος χρησιμοποιείται συμβολαιογραφικό έγγραφο πρέπει μάλλον να επεκταθεί και σε άλλους εκτελεστούς τίτλους που δεν προέκυψαν από διαγνωστική δίκη. Η ασφαλιστική δικλείδα της δι’ εγγράφων αποδείξεως κατά την παρ. 5 του άρθρου 933 πρέπει να θεωρηθεί επαρκής.

    Άρθρο 933 παρ. 3:
    Όταν προσβάλλεται η επιταγή (και δεν έχει χωρήσει άλλη πράξη εκτέλεσης), ο προσδιορισμός του τόπου της εκτέλεσης για τον καθορισμό της κατά τόπον αρμοδιότητας μπορεί να προκαλέσει προβλήματα. Η μέχρι σήμερα ισχύουσα παραπομπή στο άρθρο 584 πρέπει μάλλον να διατηρηθεί.

    Άρθρο 933 παρ. 6:
    Η διάταξη του εδαφίου β΄ που αφορά την «ανακοπή» διόρθωσης της κατασχετήριας έκθεσης δεν έχει θέση στο άρθρο 933, το οποίο ρυθμίζει την ακυρωτική ανακοπή. Εξ άλλου είναι και αντιφατική προς την ειδική ρύθμιση που διατηρείται στο άρθρο 954 παρ. 4, κατά την οποία η σχετική απόφαση δημοσιεύεται το αργότερο την προηγούμενη του πλειστηριασμού ημέρα. Περαιτέρω, η φράση «τη δέκατη ημέρα πριν τον πλειστηριασμό» πρέπει να αντικατασταθεί με διατύπωση που θα προβλέπει το απώτερο χρονικό σημείο «δημοσίευσης» της αντίστοιχης απόφασης (: «μέχρι» ή «το αργότερο» κ.τ.λ.). Τέλος, μπορεί να δημιουργηθεί ζήτημα ως προς το όργανο/υποκείμενο που έχει το καθήκον της «δημοσίευσης».

    Άρθρο 934 παρ. 1 περ. α΄:
    Ο καθορισμός «πλημμελειών» «χρονικού διαστήματος» δεν είναι μάλλον δόκιμος και μπορεί να προκαλέσει ερμηνευτικά προβλήματα. Θα έπρεπε εδώ να περιλαμβάνονται ρητά και οι αντιρρήσεις που αφορούν τον τίτλο και την απαίτηση.

    Άρθρο 934 παρ. 2:
    Η διάταξη αυτή είναι τώρα μάλλον άχρηστη, ενόψει της ρύθμισης του άρθρου 934 παρ. 1 περ. β΄.

    Άρθρο 937:
    α) Οι διατάξεις των περ. β΄ και γ΄ της παρ. 1 είναι μάλλον άχρηστες ενόψει των νέων ρυθμίσεων της παρ. 2 του άρθρου 933.
    β) Για τον ίδιο λόγο πρέπει ίσως να επανεξετασθεί και η παραπομπή της παρ. 3 στο άρθρο 591 παρ. 1 περ. α΄.

    Άρθρο 938:
    α) Οι διατάξεις της παρ. 3 πρέπει να επανεξετασθούν. Δεν έχουν μάλλον λόγο ύπαρξης, ενόψει των νέων ρυθμίσεων του άρθρου 933 (ιδίως της παρ. 2 αυτού).
    β) Γενικότερα, όλες οι προθεσμίες για την άσκηση ενδίκων βοηθημάτων προς λήψη ρυθμιστικών μέτρων της εκτέλεσης πρέπει να αφετηριάζονται από την επιβολή της κατασχέσεως και να μη συναρτώνται από την ημερομηνία για την οποία ορίστηκε ο πλειστηριασμός.
    γ) Τέλος, ενόψει της διαδικασίας των άρθρων 686 επ. που προβλέπεται πλέον και για την εκδίκαση της ανακοπής του άρθρου 933, το αίτημα της αναστολής θα μπορεί να σωρεύεται και στο δικόγραφο της ανακοπής, η δε συζήτηση της αιτήσεως αναστολής θα μπορούσε να ορίζεται ότι γίνεται ταυτόχρονα με τη συζήτηση της ανακοπής, ιδίως στις περιπτώσεις της εκτέλεσης για την ικανοποίηση χρηματικών αξιώσεων.
    ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
    ΜΕΣΑ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ

    Άρθρο 943:
    Οι διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της παρ. 3 για «δημόσια κήρυξη» στον τόπο του πλειστηριασμού με παραπομπή στο άρθρο 963 δεν πρέπει να διατηρηθούν, αφού προτείνεται να καταργηθούν τόσο το άρθρο 963 όπως και η κήρυξη γενικότερα, ως μέσο/τρόπος δημοσιότητας/δημοσιοποίησης.

    Άρθρο 947:
    α) Η παραπομπή στη διαδικασία των άρθρων 670 έως 676 από το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 για τη βεβαίωση της παράβασης και την επιβολή της ποινής δεν πρέπει να διατηρηθεί, αν η διαδικασία αυτή καταργείται.
    β) Η διάταξη της παρ. 3 είναι ανεφάρμοστη στην πράξη και πρέπει ν’ αντικατασταθεί ή να καταργηθεί.

    Άρθρο 950 παρ. 2:
    Για τη δυνατότητα εφαρμογής της ρύθμισης θα πρέπει να προβλεφθεί ρητά ότι κάθε εμπόδιο στην επικοινωνία βεβαιώνεται με έκθεση του αρμοδίου για την εκτέλεση δικαστικού επιμελητή [: «έκθεση μη συμμόρφωσης»], σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 931 παρ. 1 εδ. β΄. Βλ. επίσης και άρθρα 955 παρ. 1 εδ. α΄ και 995 παρ. 1 εδ. α΄ για την έκθεση αρνήσεως παραλαβής της κατασχετήριας έκθεσης.
    Άρθρο 952:
    Η προβλεπόμενη στο εδ. γ΄ «βεβαίωση» για τις απαλλοτριώσεις ακινήτων της τελευταίας πενταετίας (σε συνδυασμό και προς την πρόβλεψη του εδ. δ΄ του ίδιου άρθρου) είναι μάλλον υπερβολική και μπορεί να προκαλέσει πολλά ζητήματα νομιμότητας αλλά και ηθικής τάξεως.

    ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
    ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟ ΚΙΝΗΤΩΝ ΚΑΙ ΑΚΙΝΗΤΩΝ

    Ανάγκη διάκρισης μεταξύ διατυπώσεων επιβολής και κύρους κατασχέσεως
    και διατυπώσεων προδικασίας πλειστηριασμού και κύρους αυτού

    1. Πρέπει να γίνει σαφής διάκριση ανάμεσα α) στις «διατυπώσεις» επιβολής της κατάσχεσης (προϋποθέσεις υποστατού και κύρους αυτής), οι οποίες έχουν σημασία για την ασφαλή επέλευση των εννόμων συνεπειών της και για την αφετηρίαση των προθεσμιών άσκησης όλων των ενδίκων βοηθημάτων που (θα) προβλέπει ο νόμος για τη νόμιμη και άρτια διεξαγωγή της διαδικασίας και β) στις «διατυπώσεις» που ακολουθούν την κατάσχεση και προετοιμάζουν τον πλειστηριασμό, αποτελώντας την απολύτως απαραίτητη προδικασία αυτού και εξασφαλίζοντας τη δημοσιότητα που είναι αναγκαία τόσο για την επίτευξη των σκοπών του πλειστηριασμού, όσο και για την προστασία όλων όσων έχουν έννομο συμφέρον και ανάγκη προστασίας, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται φυσικά και ο οφειλέτης.

    2. Από τη σκοπιά αυτής της αναγκαίας διάκρισης, είναι προφανές ότι οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 955 (για τα κινητά) ανήκουν συστηματικά στον κύκλο της επιβολής της κατάσχεσης και των προϋποθέσεων του κύρους της, ενώ οι υπόλοιπες του ίδιου άρθρου ανήκουν στο πεδίο της προετοιμασίας και προδικασίας του πλειστηριασμού. Η ίδια διάκριση πρέπει να γίνει ανάμεσα στις διατάξεις του άρθρου 995 παρ. 1 και παρ. 2 από τη μια μεριά και σ’ αυτές της παρ. 4 του ίδιου άρθρου από την άλλη (για τα ακίνητα).

    3. Επίσης, από την ίδια σκοπιά, ο εξοβελισμός της περίληψης της κατασχετήριας έκθεσης από τις προτεινόμενες διατάξεις για τον πλειστηριασμό κινητών, η οποία αποτελεί συστατικό και ουσιώδες στοιχείο της προδικασίας του πλειστηριασμού, δημιουργεί σοβαρό και επικίνδυνο κενό, το οποίο δεν αναπληρώνεται ικανοποιητικά με κάποιο ισοδύναμο μέσο, το οποίο μάλιστα να επιδίδεται στον καθ’ ου η εκτέλεση και σε άλλα ενδιαφερόμενα ή ενδιαφέροντα πρόσωπα. Η δημοσίευση «αποσπάσματος της κατασχετήριας έκθεσης» που προβλέπεται στη νέα παρ. 3 του άρθρου 955 (όπως προτείνεται), αποτελώντας ένα μικρό απομεινάρι από τις διατάξεις του άρθρου 960, του οποίου προτείνεται η συνολική κατάργηση, δεν μπορεί να καλύψει ικανοποιητικά το κενό αυτό, αφού γίνεται α) μέσα σε πολύ σύντομο χρόνο από την κατάσχεση («μέχρι την όγδοη ημέρα από την κατάσχεση») β) στην ιστοσελίδα δημοσιεύσεων πλειστηριασμών του ΔΔΔ του ΤΑΝ και ΕΤΑΑ και γ) είναι πολύ πιθανό να μην εξυπηρετεί τελικά σε τίποτα, ενόψει όλων όσα είναι δυνατό να ακολουθήσουν μέχρι τον πλειστηριασμό (ανακοπές, ρυθμιστικά μέτρα, καταβολές, πραγματικές μεταβολές κ.τ.λ).

    4. Τέλος, με τις τροποποιήσεις που προτείνονται για την προδικασία του πλειστηριασμού κινητών δημιουργείται ζήτημα συνύπαρξης με τις διατάξεις που προβλέπουν επιδόσεις της «περίληψης της κατασχετήριας έκθεσης» σε διάφορους τρίτους, ιδίως δε σε υπηρεσίες του ελληνικού δημοσίου (βλ. λ.χ. άρθρο 54 ν.δ. 356/1974 ΚΕΔΕ).

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ
    ΤΡΙΤΟ
    ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΚΙΝΗΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΟΦΕΙΛΕΤΗ
    Άρθρο 953 παρ. 1 και 2:
    Ενόψει της εισαγωγής του επιτρεπτού των περισσοτέρων κατασχέσεων, πρέπει να προβλεφθεί και η περίπτωση κατά την οποία τα υπό (νέα) κατάσχεση πράγματα βρίσκονται στα χέρια είτε τρίτου είτε του ίδιου του οφειλέτη που ορίσθηκε ως μεσεγγυούχος με την προηγούμενη κατάσχεση.

    Άρθρο 954:
    α) Ως προς τον τρόπο επιβολής της κατάσχεσης και την έννοια της «αφαίρεσης» κατά την παρ. 1 εδ. α΄ του άρθρου 954, μπορεί να δημιουργηθούν πολλά ερμηνευτικά και πρακτικά προβλήματα με αφορμή την επιτρεπόμενη πλέον νέα κατάσχεση ήδη κατασχεθέντος, ενόψει και των διατάξεων του άρθρου 956.
    β) Η ρύθμιση της παρ. 2 περ. ε΄, αν και αφορά ζητήματα περιεχομένου της κατασχετήριας έκθεσης, επεμβαίνει ευθέως σε ζήτημα ορισμού του χρόνου του πλειστηριασμού. Το ζήτημα αυτό όμως ανήκει συστηματικά στις διατάξεις για τον πλειστηριασμό (βλ. σήμερα άρθρο 959 παρ. 4 και παρ. 5). Εξ άλλου, η διατύπωση που χρησιμοποιεί η νέα διάταξη ως προς την ημέρα του πλειστηριασμού (: «η οποία ορίζεται υποχρεωτικά οκτώ μήνες από την ημέρα της κατάσχεσης») είναι ασαφής και θα προκαλέσει προβλήματα, αφού δεν προκύπτει με ασφάλεια αν η διάταξη θέτει [απώτατο ή ελάχιστο] χρονικό όριο ή, αντίθετα, ακριβές χρονικό σημείο. Υπό οιαδήποτε εκδοχή πάντως, το διάστημα των οκτώ (8) μηνών είναι υπερβολικά και ανεξήγητα μεγάλο. Η διάταξη είναι πιθανό να προκαλέσει μεγαλύτερα προβλήματα καθυστερήσεων και οικονομικών επιβαρύνσεων σε σύγκριση προς αυτά που πιθανώς θέλησε να αντιμετωπίσει (βλ. λ.χ. κόστος φύλαξης, τόκοι υπερημερίας της απαίτησης, κίνδυνοι καταστροφών κ.τ.λ.).
    γ) Τα σχετικά ζητήματα χρόνου και κόστους θα μπορούσαν να αντιμετωπισθούν αποτελεσματικότερα με διατάξεις που θα προέβλεπαν ότι τα διάφορα ένδικα βοηθήματα λήψης ρυθμιστικών μέτρων ή αναστολών (βλ. λ.χ. 954 παρ. 4, 938 κ.τ.λ.) ασκούνται μέσα σε σύντομες προθεσμίες, με αφετηρία την ημέρα επιβολής της κατάσχεσης (ή επίδοσης της κατασχετήριας έκθεσης στον καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη).
    δ) Η κατά το άρθρο 954 παρ. 4 ανακοπή διόρθωσης θα έπρεπε (και μπορεί) να ασκείται πολύ νωρίτερα και για το λόγο αυτό η διάταξη της παρ. 4 εδ. γ΄ πρέπει να αντικατασταθεί ως εξής: «Η ανακοπή είναι απαράδεκτη, αν δεν κατατεθεί το αργότερο ………………(……..) εργάσιμες ημέρες μετά την ημέρα επιβολής της κατασχέσεως». Στη συνέχεια, μετά την έκδοση της αποφάσεως, για την οποία μπορεί επίσης να προβλεφθεί σύντομη προθεσμία (πρβλ. τις προθεσμίες που προβλέπονται σε άλλες διατάξεις), θα πρέπει να εκδίδεται περίληψη της κατασχετήριας έκθεσης, με βάση την οποία θα αρχίζει πλέον η προδικασία του πλειστηριασμού, με όλες τις εγγυήσεις δημοσιότητας και τήρησης πλήρους προδικασίας που απαιτούνται για την παροχή έννομης προστασίας κατά το Σύνταγμα, υπό συνθήκες πλήρους ισότητας, αλλά και με στόχο την εξυπηρέτηση των αναγκών της αναγκαστικής εκτέλεσης που συγκεντρώνονται στην προσέλκυση πλειοδοτών και στην επίτευξη του μεγαλύτερου κατά το δυνατόν πλειστηριάσματος.
    ε) Η κατά την παρ. 4 εδ. β΄ αναφορά σε «μέτρα δημοσιότητας», «πέρα από αυτά που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 960», πρέπει να διαγραφεί κατά το δεύτερο σκέλος της, αν και εφόσον υιοθετηθεί οριστικά η προτεινόμενη κατάργηση του άρθρου 960. Ενδεχόμενη όμως κατάργηση του άρθρου 960 θα προκαλέσει περισσότερα προβλήματα, για τα οποία βλ. παρακάτω.
    στ) Σε κάθε περίπτωση, η διατηρούμενη διάταξη του εδ. δ΄ της παρ. 4 του άρθρου 954 (περί δημοσίευσης της απόφασης ως τις 12:00΄ το μεσημέρι της προηγούμενης του πλειστηριασμού ημέρας) δεν πρέπει να διατηρηθεί, αφού μάλιστα αντιφάσκει και προς την προτεινόμενη νέα διάταξη του άρθρου 933 παρ. 6 εδ. β΄. Βλ. και παρατηρήσεις για το άρθρο 933.
    ζ) Εφόσον αντιμετωπισθούν τα προβλήματα που επισημάνθηκαν παραπάνω, δεν θα έχουν λόγο ύπαρξης τα δύο τελευταία εδάφια της παρ. 4 του άρθρου 954, το δεύτερο από τα οποία μάλιστα παραπέμπει και πάλι σε «διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 960 § 2», του οποίου όμως προτείνεται η πλήρης κατάργηση.

    Άρθρο 955 παρ. 1:
    Η σύντμηση των προθεσμιών που προβλέπονται στις διατάξεις των εδ. β΄ και γ΄ του άρθρου αυτού, χωρίς μάλιστα την ασφαλιστική δικλείδα των «εργασίμων» ημερών (βλ και άρθρο 995 παρ. 1 εδ. β΄, πρβλ. όμως στο άρθρο 997 παρ. 2 τη λέξη «εργασίμων» μέσα σε αγκύλες) δεν εξυπηρετεί κανένα σκοπό (και μάλιστα ενόψει της πρόβλεψης ημέρας πλειστηριασμού σε χρονική απόσταση «οκτώ μηνών»), ενώ παράλληλα είναι πιθανό να προκαλέσει αφόρητες πιέσεις και ακυρότητες (βλ. και 955 παρ. 1 εδ. δ΄). Εξάλλου, οι προθεσμίες πρέπει να αφετηριάζονται ρητά από την «ολοκλήρωση» της κατάσχεσης, αφού σε ορισμένες περιπτώσεις η κατάσχεση (πολλών) κινητών είναι δυνατό να διαρκέσει περισσότερες από μία ημέρες. Τέλος, η «βιασύνη» που προκαλείται με τη σύντμηση αυτών των προθεσμιών (όπως και αυτών που αναφέρονται στον επόμενο αριθμό) μπορεί να επιβαρύνουν την εκτέλεση με αδικαιολόγητο κόστος και να δυσχεραίνουν τελικά την ικανοποίηση του δανειστή.

    Άρθρο 955 παρ. 2 και παρ. 3 (ή εδάφιο β΄):
    Τα ίδια ισχύουν και για τις προθεσμίες των πέντε (5) ημερών από την ημέρα της κατάσχεσης για την κατάθεση στον υπάλληλο του πλειστηριασμού των εγγράφων της εκτέλεσης και της όγδοης (8ης) ημέρας από την κατάσχεση για τη δημοσίευση του αποσπάσματος της κατασχετήριας έκθεσης στην ιστοσελίδα δημοσιεύσεων πλειστηριασμών του ΔΔΔ του ΤΑΝ και ΕΤΑΑ, η τήρηση των οποίων μάλιστα προβλέπεται με ρητή απειλή ακυρότητας του πλειστηριασμού. Η πρώτη μάλιστα από αυτές είναι δύσκολο να τηρείται σε ορισμένες περιοχές της χώρας. Συνεπώς, όλες οι ανωτέρω προθεσμίες πρέπει να επανέλθουν στα μέχρι σήμερα ισχύοντα τουλάχιστον πλαίσια. Τέλος, θα πρέπει να είναι σαφές από ποιον συντάσσεται η έκθεση για την κατάθεση των εγγράφων στον υπάλληλο του πλειστηριασμού.

    Άρθρο 959 παρ. 2:
    Ενώ διατηρείται η δυνατότητα του δικαστικού επιμελητή να ορίσει ειρηνοδικείο πλειστηριασμού στην περίπτωση του εδ. β΄, προτείνεται η κατάργηση της δυνατότητάς του να ορίσει ότι ο πλειστηριασμός κινητών θα διεξάγεται είτε στον τόπο της κατάσχεσης των κινητών είτε στον τόπο στον οποίο αυτά φυλάσσονται κατά την «κρίση» του. Η προτεινόμενη κατάργηση μπορεί να προκαλέσει προβλήματα και να οδηγήσει σε αδυναμία πλειστηριασμού, λόγω απροθυμίας πλειοδοτών, εν όψει της ειδικότερης (και εκ των προτέρων άγνωστης) φύσης των πραγμάτων που κάθε φορά κατάσχονται. Πρβλ. και τη ρύθμιση του άρθρου 962, από την οποία απουσιάζει ρητή πρόβλεψη για τον τόπο του πλειστηριασμού, αν και χορηγείται εξουσία στον υπάλληλο του πλειστηριασμού να αποφασίσει, «κατά την κρίση του», «άμεση» πλειστηρίαση πραγμάτων που μπορεί να υποστούν φθορά, τα οποία, πολύ συχνά, είναι δύσκολο να μεταφερθούν στο αντίστοιχο ειρηνοδικείο.

    Άρθρο 959 παρ. 6:
    α) Είναι αμφίβολη η ανάγκη διατήρησης/θέσπισης της διάταξης. Τη σχετική «απόφαση» μπορούν να λάβουν τα όργανα της εκτέλεσης, χωρίς να είναι ανάγκη να διεξαχθεί δίκη (πρβλ. τη λύση που επιλέγει το άρθρο 962, που οδηγεί στο δικαστήριο μόνο σε περίπτωση «διαφωνίας»).
    β) Σε κάθε περίπτωση, θα έπρεπε να προβλέπεται προθεσμία και για την «ανακοπή» αυτή.
    γ) Βλ. και άρθρο 999 παρ. 2 που αναφέρεται στις προθεσμίες, μεταξύ άλλων, και του άρθρου 959 παρ. 3, το οποίο όμως πλέον πρέπει να διορθωθεί σε 959 παρ. 6, που όμως δεν προβλέπει προθεσμία. Εκτός αν εννοούνται οι προθεσμίες του άρθρου 934, που όμως δεν είναι δυνατό να εφαρμοστούν στην προκειμένη περίπτωση, που δεν αφορά ακυρωτική ανακοπή αλλά λήψη ρυθμιστικού μέτρου της εκτέλεσης. Ούτε όμως μπορεί να εννοούνται οι «προθεσμίες» για την υποβολή προσφορών από υποψήφιους πλειοδότες, στις οποίες αναφέρεται πράγματι το άρθρο 959 παρ. 3, αφού δεν πρόκειται για προθεσμία «αιτήσεως» (για αλλαγή του τόπου πλειστηριασμού κ.τ.λ.), στην οποία αναφέρεται εύλογα το άρθρο 999 παρ. 2.

    Άρθρο 962:
    Εδώ ο νόμος κάνει λόγο για «ανάρτηση γνωστοποίησης του πλειστηριασμού» [και όχι για «δημοσίευση αποσπάσματος»], χωρίς να μνημονεύει το περιεχόμενό της, και προβλέπει προθεσμία δύο ημερών πριν τη διεξαγωγή του πλειστηριασμού, χωρίς να προκύπτει παρόμοια ανάγκη και με κίνδυνο πρόκλησης καταστροφών, αφού εξ ορισμού πρόκειται για πράγματα που υπόκεινται σε φθορά και πρέπει να πλειστηριασθούν «αμέσως».

    Αρθρο 965 παρ. 5 δύο προτελευταία εδάφια που διατηρούνται ως έχουν:
    α) Εδώ γίνεται λόγος για «περίληψη της πράξης» και αναφορά τόσο στην «περίληψη της κατασχετήριας έκθεσης» όσο και στις «διατύπωσης δημοσιότητας του άρθρου 960 παρ. 2», του οποίου όμως προτείνεται η κατάργηση.
    β) Στο προτελευταίο εδάφιο γίνεται λόγος για «ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 959 παρ. 4 και για «υπολογισμό της σχετικής προθεσμίας». Για τη διάταξη αυτή ισχύουν οι παρατηρήσεις που προηγήθηκαν με αφορμή το άρθρο 959 παρ. 6. Βλ. και ανάλογο πρόβλημα στο (διατηρούμενο) άρθρο 999 παρ. 2 που παραπέμπει στην προθεσμία του άρθρου 959 παρ. 3.

    Άρθρο 966 παρ. 2 έως 4:
    Οι διατάξεις αυτές (οι οποίες διατηρούνται ως έχουν σήμερα) πρέπει να επανεξεταστούν, αν υιοθετηθεί τελικά το επιτρεπτό των περισσότερων κατασχέσεων. Ειδικά μάλιστα η διάταξη του β΄ εδαφίου της παρ. 2 πρέπει να επανεξετασθεί και υπό το πρίσμα της νέας (προτεινόμενης) διάταξης του άρθρου 973 παρ. 1 εδ. β΄ που κάνει λόγο για νέα ημέρα πλειστηριασμού που ορίζεται (και μάλιστα από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού) πέντε (5) μήνες από την ημέρα της δήλωσης (!!!).

    Άρθρο 970 εδ. γ΄:
    Ο ορισμός αντικλήτου θα πρέπει να γίνεται με την υποβολή της προσφοράς από κάθε πλειοδότη. Στον πλειστηριασμό ακινήτων δεν υπάρχει αντίστοιχη πρόβλεψη, ούτε παραπομπή στο άρθρο 970 εδ. γ΄ για «ανάλογη εφαρμογή». Ο διορισμός αντικλήτου από όλους τους πλειοδότες εξυπηρετεί και τη διαδικασία του αναπλειστηριασμού.

    Αρθρο 972 παρ. 1 εδ. β;΄περ. β;΄:
    O διορισμός αντικλήτου πρέπει να αφορά πρόσωπο που έχει την κατοικία του στον τόπο της εκτέλεσης, ενώ ο δικηγόρος που υπογράφει την αναγγελία μπορεί να μην έχει.

    Άρθρο 972 παρ. 1 εδ. β΄ και γ΄:
    Η συντομότερη προθεσμία επιδοσης της αναγγελίας δεν εξυπηρετεί ουσιωδώς την ανάγκη επιτάχυνσης της διαδικασίας.
    Ειδικές διατάξεις κατανομής των εξόδων μεταξύ των διαφόρων προσώπων που εμπλέκονται στην εκτέλεση, ανάλογες προς αυτή κατά την οποία τα έξοδα της αναγγελίας τα φέρει ο αναγγελλόμενος δανειστής, θα έπρεπε ίσως να υπάρχουν και για άλλες περιπτώσεις, ώστε να αποφεύγεται η διόγκωση των προαφαιρούμενων από το πλειστηρίασμα εξόδων και γενικότερα των εξόδων εκτέλεσης.

    Άρθρο 973:
    α) Οι διατάξεις του άρθρου αυτού είναι αμφίβολης σκοπιμότητας, αν και εφόσον υιοθετηθεί το σύστημα του επιτρεπτού των περισσοτέρων κατασχέσεων, αφού η υποκατάσταση σε θέση επισπεύδοντος προϋποθέτει ύπαρξη εκτελεστού τίτλου και επίδοση επιταγής προς εκτέλεση (βλ. 973 παρ. 2).
    β) Βέβαια στην παρ. 3 εδ. β΄ προβλέπεται σιωπηρή/έμμεση/συναγόμενη ανάκληση τυχόν επιβληθείσης αυτοτελούς κατασχέσεως, στην πράξη όμως θα δημιουργηθούν πολλά ερωτηματικά και προβλήματα, όπως λ.χ. αν ισχύει και το αντίστροφο, δηλαδή αν ανακαλείται έμμεσα η δήλωση συνέχισης – υποκατάστασης σε περίπτωση μεταγενέστερης επιβολής αυτοτελούς κατάσχεσης από τον ίδιο τον δανειστή, ή αν μπορεί να τεθεί θέμα εφαρμογής του άρθρου 926 παρ. 2 σε περίπτωση που από την επίδοση της επιταγής, δυνάμει της οποίας είχε επιβληθεί (εμπρόθεσμα – έγκαιρα) αυτοτελής κατάσχεση, έχει παρέλθει πλέον (κατά το χρόνο της δήλωσης συνέχισης) χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του έτους κ.τ.λ.
    γ) Η προβλεπόμενη στο εδ. β΄ του άρθρου 973 παρ. 1 «προθεσμία» (χρονικό διάστημα 5 μηνών) προκαλεί τα ίδια ερωτηματικά που σημειώθηκαν για το χρόνο του αρχικού πλειστηριασμού και είναι ανεξήγητα μεγάλη (ή μεγάλο).
    δ) Σε περίπτωση συνέχισης – υποκατάστασης από άλλο δανειστή κατά την παρ. 3, δεν φαίνεται να επιδίδεται αντίγραφο ή περίληψη της πράξης στον καθ’ ου η εκτέλεση, ενώ προβλέπεται επίδοση αντιγράφου αυτής στον αρχικώς επισπεύδοντα μέσα σε προθεσμία τριών ημερών, η οποία είναι όμως πολύ σύντομη, χωρίς αυτό να εξηγείται με επάρκεια.
    ε) Ερωτηματικά δημιουργούνται για την προδικασία του νέου πλειστηριασμού αφού (μόνο) η παρ. 1 του άρθρου 973 κάνει λόγο για «ανάρτηση γνωστοποίησης της δήλωσης και της ημέρας του πλειστηριασμού» (μόνο και πάλι), η «διατύπωση» αυτή όμως δεν μπορεί να θεωρηθεί επαρκής ούτε για την ενημέρωση και προστασία του καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη και άλλων δανειστών του, ούτε για την προσέλευση πλειοδοτών. Βλ. και άρθρο 1006 παρ. 4 για τα ακίνητα.
    στ) Οι διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 973 όπως και αυτές της παρ. 5 δεν φαίνεται να εξυπηρετούν πια κάποια υπαρκτή αναγκαιότητα, ενώ και τα τελευταία εδάφια αυτών (: «ο πλειστηριασμός επισπεύδεται κατά τις διατάξεις της παραγράφου αυτής» ή «της παραγράφου 3») δεν φαίνεται να αποδίδουν κάποια πραγματικότητα υπό τις προτεινόμενες νέες διατάξεις. Ο τρόπος και η διαδικασία επίσπευσης του πλειστηριασμού περιγράφεται στη σημερινή παρ. 3 του άρθρου 973 στο εδ. δ΄, όπου όμως γίνεται λόγος για «περίληψη της κατασχετήριας έκθεσης» και για «διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 960 παρ. 2» που προτείνεται να καταργηθούν.
    ζ) Τέλος, οι διατάξεις της νέας (προτεινόμενης) παραγράφου 6 του άρθρου 973 πρέπει να εξετασθεί κατά πόσο συμβιβάζονται και συμπλέουν με τις προτεινόμενες αντίστοιχες διατάξεις των άρθρων 933 και 934. Η προτεινόμενη πάντως προθεσμία άσκησης των «αντιρρήσεων» και ιδίως η αφετηρία της θα προκαλέσουν προβλήματα στην πράξη.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
    ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΡΙΤΟΥ

    Άρθρο 983
    Προτείνεται η επίδοση του κατασχετήριου στα χέρια Πιστωτικού ιδρύματος ως τρίτου, να γίνεται σε οποιοδήποτε υποκατάστημα, όπως ισχύει με τον υφιστάμενο ΚΠολΔ, διότι ο δανειστής δεν γνωρίζει εκ των προτέρων σε ποιό κατάστημα τηρείται ο λογαριασμός του οφειλέτη του και στο χρονικό διάστημα που θα μεσολαβήσει για να πραγματοποιηθεί η επίδοση στην έδρα του Πιστωτικού ιδρύματος, πιθανόν να μην υφίσταται πλέον (πιθανή ανάληψη) το προς κατάσχεση αντικείμενο (χρήματα).
    Εξ’ άλλου τα τραπεζικά ιδρύματα έχουν ενοποιημένα πληροφορικά συστήματα και λαμβάνουν γνώση άμεσα από κάθε υποκατάστημά τους.
    Επομένως η επίδοση στην έδρα του Πιστωτικού ιδρύματος, προσθέτει περαιτέρω έξοδα στο δανειστή, δημιουργεί καθυστέρηση σε ότι αφορά την αποτελεσματικότητα της κατάσχεσης και συμβάλλει στο συγκεντρωτισμό και όχι στην αποκέντρωση.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ
    ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ ΑΚΙΝΗΤΩΝ, ΠΛΟΙΩΝ Η ΑΕΡΟΣΚΑΦΩΝ ΤΟΥ ΟΦΕΙΛΕΤΗ
    Άρθρο 993 παρ. 1 εδ. β΄ και γ΄:
    Στις διατηρούμενες διατάξεις τους αναφέρεται η επίδοση της επιταγής που προφανώς λησμονήθηκε στο προτεινόμενο άρθρο 924.

    Άρθρο 993 παρ. 2 εδ. α΄:
    Η παραπομπή στις εκεί αναφερόμενες διατάξεις των παραγράφων 1 εδ. β΄ και 2 έως 4 του άρθρου 954 προκαλεί τα προβλήματα που επισημάνθηκαν ήδη σε σχέση με το χρόνο του πλειστηριασμού και τα λοιπά θέματα που αφορούν στις διάφορες ρυθμίσεις του άρθρου 954. Τα προβλήματα αυτά μπορεί να πολλαπλασιαστούν ενόψει των ρυθμίσεων των άρθρων 1000 και 1001Α΄ που ισχύουν ειδικά για τα ακίνητα.

    Άρθρο 995 παρ. 1 και 2:
    Για την ανεπάρκεια των σύντομων προθεσμιών που προβλέπουν οι ως άνω διατάξεις και τα προβλήματα ακυροτήτων που μπορεί να προκαλέσουν χωρίς σοβαρό λόγο, ισχύουν όσα προαναφέρθηκαν στις παρατηρήσεις για το άρθρο 955 παρ. 1. Εξάλλου, ορισμένες από τις προθεσμίες αυτές είναι αδύνατο να τηρηθούν στην πράξη (βλ. λ.χ. 995 παρ. 2 εδ. γ΄).

    Άρθρο 995 παρ. 4:
    α) Για τις προθεσμίες και διατυπώσεις δημοσιότητας βλ. ανάλογα τις παρατηρήσεις που προηγήθηκαν για τις διατάξεις του άρθρου 955 παρ. 2 και παρ. 3 (ή εδ. β΄ της παρ. 2).
    β) Στη διάταξη αυτή λησμονήθηκε η πρόθεση «μέχρι» (για το χρόνο δημοσίευσης).
    γ) Για την προδικασία του πλειστηριασμού ακινήτων πάντως, προβλέπεται και πάλι στο άρθρο 999 παρ. 3 δημοσίευση στην ίδια ιστοσελίδα, αυτή τη φορά δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ημέρες πριν από την ημέρα πλειστηριασμού.

    Άρθρο 997 παρ. 2:
    α) Η χρήση του επιρρήματος «αναδρομικά» μπορεί να προκαλέσει ερμηνευτικά προβλήματα.
    β) Εδώ προστίθεται το επίθετο «εργασίμων» (ημερών) για τον προσδιορισμό της προθεσμίας επίδοσης αντιγράφου της κατασχετήριας έκθεσης στον καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη αλλά και στον τρίτο κύριο ή τομέα του κατασχεθέντος, η οποία δεν υπάρχει στις διατάξεις του άρθρου 995 παρ. 1 και παρ. 2.
    γ) Για τις ουσιαστικού δικαίου (αυτοδίκαιες) συνέπειες της κατασχέσεως θα μπορούσε να μην απαιτείται και η ανωτέρω επίδοση (η οποία ούτως ή άλλως επιβάλλεται για το δικονομικό κύρος της κατάσχεσης), αλλά να αρκεί η σύνταξη εκθέσεων για την άρνηση του καθ’ ου που ήταν παρών να παραλάβει την έκθεση.

    Άρθρο 997 παρ. 5 εδ. α΄ και β΄:
    Για τα ζητήματα που μπορεί να ανακύψουν λόγω της προτεινόμενης εισαγωγής του επιτρεπτού των περισσοτέρων κατασχέσεων έγινε ήδη λόγος σε άλλα σημεία του παρόντος (βλ. λ.χ. παρατηρήσεις στα άρθρα 966, 973 κ.τ.λ.). Στο σημείο αυτό πρέπει να προστεθεί ότι οι διαφορές που μπορεί να σημειωθούν στα διαδικαστικά έγγραφα κάθε εκτέλεσης (λ.χ. ως προς τον τόπο και το χρόνο του πλειστηριασμού, ή την περιγραφή του κατασχεθέντος, ή την αξία του, ή την τιμή πρώτης προσφοράς κ.τ.λ.) είναι πιθανό να προκαλέσουν πολλαπλασιασμό των δικών περί την εκτέλεση και κίνδυνο ακυροτήτων.

    Άρθρο 997 παρ. 5 εδ. γ΄:
    Για τη «μη αναζήτηση» εξόδων θα έπρεπε να επιλεγεί διατύπωση που να μην προκαλεί προβλήματα ως προς τις «προϋποθέσεις» της «προκαταβολής» των εξόδων και της «μη περάτωσης» της εκτέλεσης. Για παράδειγμα, στις διατάξεις για τη διανομή του πλειστηριάσματος (και όχι στο σημείο αυτό) θα μπορούσε να ορισθεί ότι προαφαιρούνται μόνο τα έξοδα της κατάσχεσης και της διαδικασίας που οδήγησε σε πλειστηριασμό. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα ώστε το κόστος των παράλληλων διαδικασιών εκτέλεσης που μπορούν πλέον να επισπεύδονται δεν θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη επιβάρυνση της οικονομίας γενικότερα, ακόμη και αν δε βαρύνουν τη συγκεκριμένη διαδικασία και το συγκεκριμένο πλειστηρίασμα. Τέλος, εφόσον πάντως όλα τα έξοδα προκαταβάλλονται από τον (κάθε) επισπεύδοντα, τίθεται το ερώτημα αν οι διατάξεις του άρθρου 997 παρ. 5 εδ. γ΄ και 958 παρ. 2 εδ. γ΄ τροποποιούν το άρθρο 932, κατά το οποίο τα έξοδα της αναγκαστικής εκτέλεσης βαρύνουν (πάντα) τον καθ’ ου η εκτέλεση. Αν ο νόμος εννοεί απλώς ότι αυτά τα έξοδα δεν προαφαιρούνται από το πλειστηρίασμα κατά την έννοια του άρθρου 975, τότε οι λοιποί κατασχόντες, οι κατασχέσεις των οποίων δεν οδήγησαν σε περάτωση διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, θα μπορούν να αναγγελθούν ως εγχειρόγραφοι δανειστές για τα έξοδα αυτά.

    Άρθρο 998 παρ. 1:
    Στις εφαρμοζόμενες διατάξεις του άρθρου 959 πρέπει να προστεθεί μάλλον και αυτή της παρ. 5 που δεν υπάρχει λόγος να εξαιρεθεί από τον πλειστηριασμό ακινήτων.

    Άρθρο 999:
    α) Για την παρ. 2 και την παραπομπή, μεταξύ άλλων, και στην «προθεσμία» («αιτήσεως αλλαγής τόπου πλειστηριασμού») «κατά το άρθρο 959 παρ. 3» (που δεν προβλέπει πλέον κάτι παρόμοιο), έγινε ήδη λόγος στις παρατηρήσεις επί του άρθρου 959.
    β) Στα δύο τελευταία εδάφια της παρ. 3 η αναφορά στον ειρηνοδίκη (του τόπου της εκτελέσεως) πρέπει να αντικατασταθεί από αναφορά στο γραμματέα του ειρηνοδικείου, όπως στα άρθρα 995 παρ. 2 και 955 παρ. 2.

    Άρθρο 1000:
    α) Οι διατάξεις των δύο τελευταίων εδαφίων παρουσιάζουν συγγένεια προς τα θέματα που ρυθμίζονται από τις διατάξεις των άρθρων 1001 παρ. 2 και 1001Α΄ και για το λόγο αυτό πρέπει μάλλον να υπαχθούν όλες σε ένα άρθρο. Η προθεσμία της σχετικής αιτήσεως πρέπει να είναι σύντομη και να αφετηριάζεται από την επιβολή της κατασχέσεως.
    β) Οι διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων μπορούν να παραμείνουν στο άρθρο 1000, αν και η χρησιμότητά τους μπορεί να αποδειχθεί πολύ περιορισμένη, ενόψει του εισαγόμενου συστήματος των περισσοτέρων κατασχέσεων. Εξ άλλου, ο όρος καταβολής των τυχόν εξόδων επίσπευσης του πλειστηριασμού (για τη χορήγηση της αναστολής) μπορεί να αλλοιώνει τελικά την πρόβλεψη του άρθρου 997 παρ. 5 εδ. γ΄ ή να οδηγεί σε αφόρητο ανταγωνισμό των δανειστών και αντίστοιχη υπερβολική πίεση σε βάρος του οφειλέτη.

    Άρθρο 1001Α΄:
    Το τελευταίο εδάφιο της παρ. β΄ (: «η διάταξη του άρθρου 998 παρ. 3 εφαρμόζεται αναλόγως») δεν έχει πλέον λόγο ύπαρξης.

    Άρθρο 1003 παρ. 4:
    Σε σχέση με τις παραπομπές στην «ανάλογη εφαρμογή» των άρθρων 965 παρ. 4 έως 7 και 966 παρ. 1 έως 4 βλ. τις παρατηρήσεις που προηγήθηκαν με αφορμή τις διατάξεις αυτές.

    Άρθρο 1005 παρ. 1 (βλ. και άρθρο 1003):
    Εδώ δεν προβλέπεται ορισμός αντικλήτου, ούτε γίνεται παραπομπή σε «ανάλογη» εφαρμογή του άρθρου 970 εδ. δ΄ (βλ. και παρατηρήσεις στο άρθρο εκείνο).

    Άρθρο 1006 παρ. 4:
    Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής, οι οποίες αναφέρονται στην αναγγελία με ισχύ κατασχέσεως και στη δήλωση συνεχίσεως – υποκατάστασης κατά το άρθρο 973 παρ. 2 και 3 πρέπει να συνδυαστούν και με τη διάταξη του άρθρου 999 παρ. 5 που προβλέπει την εφαρμογή των άρθρων 972 και 973 στον πλειστηριασμό ακινήτων γενικότερα. Για τα συναφή ζητήματα βλ. παρατηρήσεις στα αντίστοιχα άρθρα.
    ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ
    ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΟΙΝΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟ ΚΙΝΗΤΩΝ ΚΑΙ ΑΚΙΝΗΤΩΝ
    Άρθρο 1021:
    Πρέπει να επανεξετασθούν οι παραπομπές στις εφαρμοζόμενες στον «εκούσιο πλειστηριασμό» διατάξεις, καθώς στο άρθρο αυτό περιλαμβάνονται και διατάξεις που προτείνεται να καταργηθούν (βλ. λ.χ. άρθρα 960 και 1001 παρ. 1), ίσως δε και άλλες που αντικαθίστανται και στις οποίες δεν υπάρχει πλέον λόγος να γίνεται παρόμοια παραπομπή.

  • 27 Μαρτίου 2014, 18:18 | Π.Χ.

    Η αλήθεια είναι ότι εφαρμογή της διαδικασίας των ασφ. μέτρων για την ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ είναι πολύ καλή πρόβλεψη (το σημειώνω αυτό παρά τις παρακάτω αντιδράσεις των δικηγόρων που είναι προφανές γιατί αντιδρούν σε μια τέτοια ρύθμιση, αφού πλέον θα αδυνατούν να καθυστερήσουν τη διαδικασία αναγκ. εκτέλεσης σε βάρος του πελάτη τους που τις 9/10 φορές με την άσκηση των ανακοπών των άρθρων 933 και 632 επιδιώκουν να «κερδίσουν χρόνο» με λόγους, ως επί το πλείστον, αβάσιμους και απαράδεκτους, που μάλιστα τις περισσότερες φορές ξεπερνούν τους 10 ώστε να καθυστερήσει η έκδοση απόφασης, αφού ο δικαστής υποχρεώνεται να απαντήσεις σε σωρεία αβάσιμων λόγων ανακοπής). Δεν θεωρώ όμως ότι μετά την τροποποίηση αυτή έχει κάποιο νόημα η αίτηση αναστολής του άρθρου 938 ΚΠολΔ. Με τη διάταξη αυτή θα πρέπει να προβλέπεται μόνο η χορήγηση σημειώματος, πάντα υπό τον όρο καταβολής εγγύησης.
    Επίσης θετικό μέτρο θα ήταν και η πρόβλεψη ενός παραβόλου για την άσκηση ανακοπών 933 και 632, το οποίο σε περίπτωση παραδοχής της ανακοπής θα επιστρέφεται στον ανακόπτοντα αλλιώς θα καταπίπτει υπέρ του Δ.Τ. ώστε να αποφευχθεί το παραπάνω φαινόμενο άσκησης αβάσιμων ανακοπών προκειμένου να κερδίσει χρόνο ο οφειλέτης [τον οποίο όλοι σήμερα προσπαθούν να τον παρουσιάσουν σαν αδικημένο απέναντι στην αδηφάγο Τράπεζα που του δάνεισε 100.000 ευρώ, τα σπατάλησε εκείνος και στη συνέχεια αρνείται να την ικανοποιήσει, ασκώντας παράλληλα ανακοπές, ζητώντας αναβολές επ’ αυτών (δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι -όχι 9/10 αλλά- 10/10 φορές ζητείται αναβολή από τον ανακόπτοντα) προκειμένου να πάει πίσω η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης].
    Όλα αυτά θα πρέπει να τεθούν υπόψη της επιτροπής καθώς και θα πρέπει να μέλη της να σκεφτούν γιατί σε τέτοιες ρυθμίσεις αντιδρούν μόνο οι δικηγόροι και αν οι αντιδράσεις αυτές έχουν να κάνουν με την ουσιαστική απονομή της δικαιοσύνης ή με την παγίωση μιας κατάστασης που μέχρι σήμερα μόνο προβλήματα έχει δημιουργήσει σε βάρος κυρίως των δανειστών που αδυνατούν να ικανοποιηθούν.

  • Μερικές παρατηρήσεις για την εκτέλεση:
    1. Στο άρθ. 909 περ. 4, γίνεται παραπομπή στο άρθ. 618, το οποίο πλέον δεν ρυθμίζει το ίδιο θέμα που ρύθμιζε. Πρέπει η παραπομπή να γίνει πλέον στο νέο άρθ. 952 § 2.
    2. Επισημαίνω κι εγώ ότι στα άρθ. 954 και 965, εξακολουθεί η παραπομπή στο καταργούμενο άρθ. 960 !
    3. Στο άρθ. 924, δεν περιέχονται πλέον τα περί επιταγής προς εκτέλεση, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει πλέον πρόβλεψη για τον τρόπο έναρξης της εκτέλεσης !
    4. Προβλέπεται η εκδίκαση της ανακοπής της εκτέλεσης με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων και χωρίς δυνατότητα άσκησης ένδικων μέσων. Ενόψει του γεγονότος ότι προτείνεται η ύπαρξη συνοπτικής αιτιολογίας στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, η κατάσταση γίνεται επικίνδυνη. Ασφαλώς οι δίκες περί την εκτέλεση πρέπει να συντομευθούν. Όμως επιβάλλεται πλήρης αιτιολογία και επίσης θα πρέπει να προβλεφθεί δυνατότητα άσκησης έφεσης (έστω σε μονομελές εφετείο) και δυνατότητα άσκησης αναίρεσης με περιορισμένους λόγους.
    Υπενθυμίζω ότι η πρόβλεψη συνοπτικής αιτιολογίας έρχεται σε ΠΛΗΡΗ αντίθεση προς το άρθ. 93 § 3 του Συντάγματος που προβλέπει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία.
    5. Άλλο στοιχείο που αποδεικνύει την προχειρότητα του σχεδίου είναι ότι στο άρθ. 938 § 4, έχει παραλείφθεί το διαζευκτικό «ή», με αποτέλεσμα να μην γίνεται κατανοητό το κείμενο !
    6. Τέλος να επισημάνω ότι πλέον με το νέο σχέδιο καταργείται στην ουσία η προσωπική κράτηση, αφού προβλέπεται ότι η απόφαση που τη διατάζει δεν εκτελείται αν ο οφειλέτης βρίσκεται σε αδυναμία να εκπληρώσει τη χρηματική οφειλή του. Πότε ο οφειλέτης βρίσκεται σε αδυναμία δεν το λέει. Εδώ θα πρέπει να γίνει κάποια περαιτέρω συμπλήρωση της διάταξης. Ίσως είναι σκόπιμο τότε, να καταργηθεί εντελώς αυτό το μέσο εκτέλεσης.
    7. Ποια λογική επιτάσσει σήμερα, την εξαίρεση από την προσωπική κράτηση των κληρικών;

  • 24 Μαρτίου 2014, 22:54 | Γιάννης Χαλκιαδάκης

    Διαπίστωσή μου είναι ότι πρόκειται για ένα προχειρογραμμένο και παράλληλα κακό κείμενο.
    Είναι τόσο κακογραμμένο, που ενώ π.χ καταργείται το άρθρο 960, μνημονεύεται στο άρθρο 954, στο 965 και όχι μόνο.
    Τέτοιες αντιφάσεις υπάρχουν σωρεία στο υπό διαβούλευση κείμενο.
    Αν τελικά το ψηφίσουν ως έχει, θα γεμίσουν τα δικαστήρια με ανακοπές. Πέρα των άλλων, οι διατάξεις τις αναγκαστικής εκτέλεσης που τροποποιούνται, πιστεύω ότι εξυπηρετούν αποκλειστικά τραπεζικά συμφέροντα.
    Είναι φοβερό λάθος και ενάντια σε κάθε έννοια έννομης προστασίας, η κατάργηση της φυσικής ενημέρωσης του πολίτη – οφειλέτη, δανειστή, ή ενυπόθηκου δανειστή, κ.α. δια του δικαστικού επιμελητή, με την καθιέρωση της ιντερνετικής ενημέρωσης, μέσα από την υπό διαμόρφωση ιστοσελίδα του Τ.Ν.
    Λες και μπορεί ο κάθε ένας να έχει πρόσβαση στο Ιντερνετ και να χειρίζεται Η/Υ.
    Επίσης λάθος είναι η κατάργηση του άρθρου 960, των επαναληπτικών περιλήψεων στην διαδικασία ακινήτων, οι πολλαπλές κατασχέσεις επί του ιδίου πράγματος, στέλνουν στα αζήτητα την αναγγελία και την επίσπευση.
    Θα μπορούσα να γράψω σελίδες επί σελίδων,αναφέροντας σωρεία ασαφειών και αντιφάσεων, καθώς και κατάργησης δικαιωμάτων των διαδίκων.Αυτό είναι εξάλλου το προνόμιο ενός κακογραμμένου και στο πόδι κειμένου. Απορώ πώς θα βάλουν την υπογραφή τους κάτω από αυτό έγκριτοι νομικοί. Στερείται κάθε σοβαρότητας η προκρούστεια μέθοδος περικοπών (νομικών ενεργειών) για να γίνει το χατίρι των τραπεζών.
    Είναι ξεκάθαρο πως σε μερικούς μήνες, θα χρειαστεί νέο εργαλείο (Κ.Πολ.Δ.), αφού θα έχουν δημιουργηθεί σωρεία προβλημάτων και προκειμένου να συμμαζέψουν τα ασυμμάζευτα, θα αρχίσουν οι τροποποιήσεις επί των τροποποιήσεων, με αποτέλεσμα το πλήρες δικονομικό μπάχαλο.
    Φαίνεται πως η νομοπαρασκευαστική επιτροπή, δεν γνωρίζει τον τύπο που εφαρμόζεται ανάμεσα στο μέσο και το αποτέλεσμα ή της είναι αδιάφορος, στην προσπάθεια να εξυπηρετηθεί ο «ευγενής» σκοπός της αλλαγής της δικονομίας.
    Προσωπικά το κείμενο δεν με πείθει ότι στις προθέσεις της, είναι η ταχύτητα στην αποτελεσματικότητα των διαδικασιών και ο περιορισμός του κόστους προς όφελος του πολίτη.
    Αντίθετα όσο αφορά στον πολίτη-οφειλέτη με την προτεινόμενη διαδικασία, «σχεδόν αδιαφανώς», ο οφειλέτης σε λίγους μήνες, θα χάνει το σπίτι του. Ποιόν οφειλέτη εξυπηρετεί κάτι τέτοιο;
    Σάμπως η κατάσχεση επί κατασχεθέντος, ποιόν άλλο εξυπηρετεί πέρα από τις τράπεζες, την στιγμή που τα έξοδα εκτέλεσης θα τα εισπράττει μόνο ο δανειστής του οποίου η διαδικασία θα ευδοκιμήσει;
    Ποιος μικροδανειστής θα επισπεύσει εκτέλεση αν γνωρίζει πως υπάρχει κίνδυνος να μην εισπράξει ούτε τα έξοδά του;
    Ο Κ.Πολ.Δ χρειάζεται πράγματι διορθώσεις, σε εντελώς όμως άλλη κατεύθυνση.
    Επιβάλλεται π.χ. να θεσπιστεί διάταξη με την οποία τα όργανα της εκτέλεσης (δικαστικοί επιμελητές) θα μπορούν να συντάξουν διαπιστωτικές πράξεις, βεβαιώνοντας πραγματικά περιστατικά (βλέπε επικοινωνία τέκνων, δουλείες διόδου, αποφάσεις για εκούσια συμμόρφωση κ.α. πολλά).
    Κάτι τέτοιο ας πούμε, θα βοηθούσε αισθητά στην αποσυμφόρηση των πινακίων των δικαστηρίων, κατά συνέπεια στην επιτάχυνση απονομής της δικαιοσύνης, αλλά και του κόστους της, προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος.
    Η δικονομία για να είναι λειτουργική,χρειάζεται επαρκώς εξοπλισμένα όργανα (να έχουν την εξουσία και την ευθύνη να ενεργούν).
    Η ευστοχία των όποιων διατάξεων του Κ.Πολ.Δ. εξαρτάται σχεδόν αποκλειστικά από αυτά. Τόσο στην διαγνωστική δίκη όσο και στην αναγκαστική εκτέλεση.
    Οι όποιες αλλαγές στον Κ.Πολ.Δ. επιβάλλεται να είναι στην κατεύθυνση της βελτίωσης των δικαιωμάτων των πολιτών (δανειστή – οφειλέτη),με παράλληλη κατοχύρωση μιας διαδικασίας που δεν θα χρειάζεται εκατοντάδες κανονιστικές διατάξεις για να λειτουργήσει.
    Επίσης είναι αναγκαία και η κατοχύρωση χωρίς εκπτώσεις, των δικαιωμάτων όλων των εμπλεκομένων με αυτήν .
    Χρειαζόμαστε μια δικονομία που δεν θα γραφτεί στο πόδι,με την υπόδειξη κάποιων, αλλά με την συμμετοχή και τον πραγματικό διάλογο εκείνων που την ζουν κάθε μέρα. Στις αίθουσες των δικαστηρίων(Δικαστών, Δικηγόρων) στους δρόμους και στην κοινωνική αντιπαράθεση (Δικαστικών Επιμελητών), στους τόπους των πλειστηριασμών (Συμβολαιογράφων).
    Όμως αυτά… θα συνέβαιναν στην περίπτωση που η πρόθεση θα ήταν η εξυπηρέτηση της Κοινωνίας και όχι συγκεκριμένων συμφερόντων…

  • Άρθρο 979 ΚΠολΔ: Η τροποποίηση του άρθ. 933 ΚΠολΔ επηρεάζει και την εκδίκαση της ανακοπής κατά του πίνακα κατάταξης, με αποτέλεσμα αυτή πλέον να δικάζεται με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, δίχως δυνατότητα άσκησης έφεσης. Εκτός του ότι δεν καθίσταται αντιληπτή η αναγκαιότητα μίας τέτοιας τροποποίησης, αφού τυχόν συμπαιγνίες μεταξύ επισπεύδοντος και καθού η εκτέλεση δεν παρατηρούνται σε αυτό το στάδιο της εκτελεστικής διαδικασίας, με την αλλαγή αυτή σχεδόν εκμηδενίζονται τα δικαιώματα των δανειστών. Πιο συγκεκριμένα:

    Στις περισσότερες περιπτώσεις, προκειμένου να γίνει δεκτή η ανακοπή του άρθ. 979 ΚΠολΔ, το Δικαστήριο πρέπει να αποφανθεί τόσο επί της απαίτησης του ανακόπτοντος, όσο και επί της απαίτησης του καθού η ανακοπή. Ακόμη, σύμφωνα με την κρατούσα άποψη, ο ανακόπτων δεν δεσμεύεται από το δεδικασμένο της απόφασης που έχει εκδοθεί μεταξύ του καθού η ανακοπή και του καθού η εκτέλεση, συνεπώς ο καθού η ανακοπή του άρθ. 979 ΚΠολΔ πρέπει εκ νέου να αποδείξει την καταταγείσα απαίτησή του (666/2010 ΕφΛαρ, 1501/2006 ΑΠ, 1513/2006 ΑΠ). Επίσης, δεν είναι λίγες οι φορές που ασκούνται περισσότερες ανακοπές κατά του ιδίου πίνακα κατάταξης, οι οποίες πρέπει υποχρεωτικά να συνεκδικαστούν.

    Συνεπώς, στην ανακοπή του άρθ. 979 ΚΠολΔ, εντός 48 ωρών, όπως ορίζει το αρθ. 691 ΚΠολΔ, ο Δικαστής θα πρέπει να αποφανθεί επί όλων των ανωτέρω σύνθετων ζητημάτων, τα οποία πολλαπλασιάζονται στην – όχι σπάνια – περίπτωση συνεκδίκασης περισσότερων ανακοπών, οπότε πρέπει να γίνει και σύγκριση των απαιτήσεων των ανακοπτόντων, λόγω της επιγενόμενης αναγκαστικής ομοδικίας που διαμορφώνεται μεταξύ τους.

    Με άλλα λόγια, ενώ για την επιδίκαση της απαίτησης του δανειστή, ο νομοθέτης έχει φροντίσει ώστε να τηρηθεί η προσήκουσα διαδικασία, τόσο σε πρώτο όσο και σε δεύτερο βαθμό, για το σημαντικότερο στάδιο της εκτελεστικής διαδικασίας, ήτοι την ικανοποίηση της απαίτησής του από το πλειστηρίασμα, για την τελεσίδικη επιδίκαση της οποίας έχει προηγηθεί πολύχρονος και πολυδάπανος δικαστικός αγώνας, αρκείται στην πιθανολόγηση, δίχως δυνατότητα δευτεροβάθμιας κρίσης.

    Συνεπώς, ο τρόπος εκδίκασης της ανακοπής του άρθ. 979 ΚΠολΔ θα πρέπει να παραμείνει ως έχει, με μία διευκρίνιση: Η διαδικασία της εκδίκασης να μην εξαρτάται από την προβαλλόμενη απαίτηση, όπως δέχεται η νομολογία (ενδεικτικά ΑΠ 1410/2007, Νόμος). Κι αυτό διότι η ανάγκη συνεκδίκασης των περισσότερων ανακοπών κατά του ίδιου πίνακα κατάταξης, δημιουργεί προβλήματα στις περιπτώσεις που ο ανακόπτων προσβάλλει την κατάταξη περισσοτέρων δανειστών, οι απαιτήσεις των οποίων δικάζονται με διαφορετικές διαδικασίες ή ακόμη και απαίτηση του Δημοσίου, για την οποία δεν προβλέπεται κάποια διαδικασία στον ΚΠολΔ. Έτσι, είναι σκόπιμο να διευκρινιστεί, ότι για την εν λόγω ανακοπή πρέπει να ακολουθείται η τακτική διαδικασία.

  • 23 Μαρτίου 2014, 20:14 | Ιωάννης Τσαρουχάς

    Στην παράγραφο 2 του άρθρου 1019 πρέπει να προβλεφθεί επίσης ο μη υπολογισμός του διαστήματος νομοθετικής αναστολής των πλειστηριασμών (βλ. και ΕιρΛαρ 95/2011 ΕΠολΔ 2011.658 και ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Κατά τα λοιπά η εκδίκαση της ανακοπής του 933 με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση και βοηθά στην επιτάχυνση της διαδικασίας. Ορθή είναι και η προσθήκη της παραγράφου 5 στο άρθρο 983. Τέλος, θα πρέπει να αυστηροποιηθεί το πλαίσιο άσκησης της ανακοπής του άρθρου 954 παρ. 4, καθώς στην πρακτική δεν χρησιμοποιείται παρά μόνο για καθυστέρηση της διαδικασίας.

  • 21 Μαρτίου 2014, 08:18 | ΣΤΑΘΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ

    Αρθρο 958 παρ. 2 και 997 παρ.5
    « Η αναγκαστική κατάσχεση πραγμάτων δεν εμποδίζει την κατάσχεσή τους από άλλο δανειστή. Η κάθε διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης διενεργείται ξεχωριστά και δεν επηρεάζει η μία την άλλη …»
    Πολλά τα ερωτήματα : π.χ. εάν γίνει κατάσχεση ενός ακινήτου οφειλέτη από δύο ξεχωριστούς δανειστές και ορίζεται η ίδια ημερομηνία πλειστηριασμού με διαφορετική τιμή πρώτης προσφορά σε διαφορετικούς υπαλλήλους του πλειστηριασμού ……????

    Επίσης η παράλειψη επίδοσης προγράμματος πλειστηριασμού στον οφειλέτη σε κάθε στάδιο της διαδικασίας, δημιουργεί πρόβλημα.
    ΄Εχουμε απώλεια ιδιοκτησίας ύστερα από πλειστηριασμό που θα ακολουθήσει χωρίς ο οφειλέτης να έχει λάβει γνώση .
    Αδυναμία δικαστικής υπεράσπισης αφού ο ίδιος αλλά και το Δικαστήριο αδυνατεί να ελέγξει τη νομιμότητα του (υπολοίπου) χρέους, όπως επίσης αδυνατεί να ασκήσει ένδικα βοηθήματα.

  • 20 Μαρτίου 2014, 20:10 | Στέφανος Ακριτίδης Δικηγόρος Θεσσαλονίκης

    Από το συνδυασμό των διατάξεων 954 παρ. 2 στοιχείο ε, 973 παρ. 1 εδ. 2, 993 παρ. 2 εδ. 1 και 999 παρ. 5 προκύπτει, ότι ο πλειστηριασμός θα πρέπει να ορίζεται αρχικά 8 μήνες μετά την κατάσχεση και αν δεν γίνει την ημέρα εκείνη (επειδή π.χ. ο οφειλέτης κατέβαλε μέρος της οφειλής και ο δανειστής συναίνεσε για το λόγο αυτό στην αναβολή του) θα πρέπει να ορίζεται νέα ημέρα τουλάχιστον 5 μήνες μετά την δήλωση συνέχισής του. Σύνολο 13 μήνες. Το ίδιο με το σύνολο των μηνών του άρθρου 1019 παρ. 1 (1 έτος = 12 μήνες) πλέον του Αυγούστου (άρθρο 1019 παρ. 2) (12+1=13). Αυτό σημαίνει όμως, ότι αυτόματα η διαδικασία διασώζεται μετά από τα παραπάνω από την ανατροπή στην περίπτωση, που δεν έχει υπάρξει ούτε μιας μέρας καθυστέρηση στις παραπάνω ενέργειες. Θα υπόκειται δε σε ανατροπή σύμφωνα με το άρθρο 1019 εφόσον η δήλωση συνέχισης γίνει έστω και με μια ημέρα καθυστέρηση. Ακροβασίες. Φαινόμενο απαράδεκτο όποιες και αν είναι οι αιτίες του. Πρέπει η να αποσυρθεί το νέο άρθρο 954 παρ. 2 στοιχείο ε και το νέο 973 παρ. 1, εδ. 2 ή να τροποποιηθούν ώστε το άθροισμα των μηνών των δύο διατάξεων να είναι σημαντικά μικρότερο των 13 μηνών ή να τροποποιηθεί (δηλαδή να επιμηκυνθεί) η ετήσια προθεσμία του 1019 παρ. 1.

  • Στην παρ. 4 του άρθ. 973 ΚΠολΔ, με την οποία προβλέπεται η δυνατότητα δικαστικής υποκατάστασης, πρέπει να προβλεφθεί η υποχρέωση του Δικαστή να εκδώσει την απόφαση πριν τον πλειστηριασμό, όπως προβλέπεται στις διατάξεις των άρθ. 938 και 954 ΚΠολΔ.

  • Η τροποποίηση του άρθρ. 1009 ΚΠολΔ, με την οποία καταργείται η προστασία του μισθωτή στην περίπτωση κατακύρωσης του μισθίου ακινήτου, δημιουργεί μεγάλη ανασφάλεια, κυρίως στις επαγγελματικές μισθώσεις. Δεδομένης της, ούτως ή άλλως, μικρής πλέον χρονικής διάρκειας της επαγγελματικής μίσθωσης (τριετής), η ύπαρξη μίσθωσης επί του εκπλειστηριαζόμενου ακινήτου δεν είναι τόσο μεγάλο πρόσκομμα, όπως στο παρελθόν. Έτσι, η διάταξη θα πρέπει να παραμείνει ως έχει, ώστε να παρέχεται προστασία στον καλόπιστο μισθωτή, που όταν μίσθωσε το ακίνητο, αυτό ήταν ελεύθερο κατάσχεσης.

  • 19 Μαρτίου 2014, 12:23 | ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΤΣΕΛΙΟΥ

    Εάν ισχύσει η εφαρμογή της διαδικασίας και των γενικών που ισχύουν στα ασφαλιστικά μέτρα, σις ανακοπές, παύει η δυνατότητα προβολής και ευδοκίμησης της ενστάσεως καταχρηστικότητας έκδοσης του ανακοπτόμενου τίτλου. Καθίσταται έτσι πολύ περιορισμένη η δυνατότητα του Δικαστή να κρίνει την εκάστοτε υπόθεση από όλες τις όψεις της, και αποκλείεται η χρήση του εργαλείου της καταχρηστικότητας στην οποία πολλάκις προστρέχει, ως ύστατο κριτήριο κατά την έκδοση της αποφάσεώς του.

  • 18 Μαρτίου 2014, 22:24 | Σταυρος Δημητριαδης

    Οσον αφορα στο αρθρο 933 ΚΠολΔ, προτεινω να το καταργησετε τελειως, να μη ταλαιπωρουμε τις Τραπεζες με ανακοπες και να θεσπισουμε το αμερικανικο συστημα ωστε να καταργηθουν οι πλειστηριασμοι κ να παιρνουν τα ακινητα απευθειας οι τραπεζες. Καταργουν τον 2ο βαθμο , προβλεπουν συνοπτικη αιτιολογια κ 48 ωρες για εκδοση αποφασης , «ψεκαστε σκουπιστε τελειωσατε» και σε 5 μηνες θα ξαναψηφισετε νεο κωδικα. Πραγματικα περιμενουν ολα αυτα να τυχουν εφαρμογης στην πραξη;

  • Η εκδίκαση της ανακοπής του 933 ΚΠολΔ με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση για την επιτάχυνση της «βαλτωμένης» εκτελεστικής διαδικασίας (μία από τις λίγες θετικές ρυθμίσεις του σχεδίου). Ωστόσο, εδώ θα πρέπει να παρατηρηθεί το εξής παράλογο από την πλευρά του νομοθέτη: Διατηρείται σε ισχύ η διάταξη του 938 ΚΠολΔ που προβλέπει ξεχωριστή διαδικασία για την αναστολή της εκτελεστικής διαδικασίας με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. Και το ερώτημα είναι το εξής: Αφού πλέον η ανακοπή του αρ. 933 ΚΠολΔ δικάζεται με τα αρ. 686 επ. δε θα μπορούσε στα πλαίσια αυτά να είναι δυνατή η χορήγηση προσωρινής διαταγής αναστολής της εκτέλεσης μέχρι την εκδίκαση των ασφαλιστικών μέτρων, ώστε να καταργηθεί η παράλληλη αναστολή του 938 ΚΠολΔ; Τι σκοπό εξυπηρετεί η διπλή επιβάρυνση με δικαστικά έξοδα για την ανακοπή με την ίδια διαδικασία τόσο του αρ. 933 όσο και του αρ. 938; Ας μας απαντήσουν οι αρμόδιοι που σκέφτηκαν την παράλληλη αυτή ρύθμιση!

  • 16 Μαρτίου 2014, 03:44 | ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΟΥ ΑΓΓΕΛΙΚΗ Ειρηνοδίκης Αθηνών

    Το κεφάλαιο της αναγκαστικής εκτέλεσης, που αποτελούσε και αποτελεί «ακανθώδες θέμα», θέλει ιδιαίτερη μελέτη κι αυτό δεν μπορεί να γίνει επί τροχάδην. Μια παρατήρηση που αφορά τα αρθρ. 933,934, όμως, είναι εφικτή. Η πρόκριση της διαδικασίας των ασφαλιστικών μέτρων, όπου αρκεί πιθανολόγηση ισχυρισμών, δεν θεωρώ ότι προσήκει σε διαδικασία και ανακοπή, που αφορά «αναγκαστική εκτέλεση», όπου οι κανόνες αποτελούν κανόνες δημόσιας τάξης και θα πρέπει, να υπάρχει σαφής πεποίθηση και όχι πιθανολόγηση. Η πρόκριση της διαδικασίας των ασφαλιστικών μέτρων αφενός δημιουργεί προβλήματα στους εμπλεκόμενους, με αδυναμία σώρρευσης ανακοπών κατά διαταγής πληρωμής και κατά της εκτέλεσης (ταλαιπωρία, έξοδα)και αφετέρου επιπλέον ταλαιπωρία για τα δικαστήρια και τους εμπλεκόμενους υπαλλήλους. Παράλληλα, πρέπει να τονιστεί ότι θα πρέπει να ληφθεί πρόνοια, όσον αφορά τις διαταγές πληρωμής, που εκδίδονται από απαιτήσεις τραπεζών, στις οποίες συνήθως τα δικαστήρια δεν μπορούν να έχουν κανένα έλεγχο και χρησιμοποιούνται συνήθως προς απλή επικύρωση της τραπεζικής σύμβασης. Τα προνόμια που προβλέφτηκαν εξαιτίας εύνοιας προς τα τραπεζικά ιδρύματα, όπως:α)η τήρηση δοσοληπτικού λογαριασμού από τις Τράπεζες, που βαφτίστηκε «αλληλόχρεος λογαριασμός», χωρίς να είναι, αφού ο απλός δανειολήπτης δεν καθίσταται ουδέποτε δανειστής της Τράπεζας, β)η δυνατότητα να εκλαμβάνεται η μη αντίδραση του οφειλέτη στις κοινοποιήσεις λογαριασμών ως πλασματικό τεκμήριο «ομολογίας», γ)η δυνατότητα να κλείνει η Τράπεζα μονομερώς το λογαριασμό του δανειολήπτη, δ)η δυνατότητα να προσκομίζει αποσπασματικά αντίγραφα του λογαριασμού, αφού συνήθως έχει κλείσει το λογαριασμό, που εμφανίζει χρεωστικό υπόλοιπο, που υποτίθεται ότι αναγνωρίστηκε, ε)η δυνατότητα να σπάει την κατάθεση από το δανειολήπτη σε τμήματα, για λογιστική της και μόνο εξυπηρέτηση, όπως και τα ποσά των τόκων, στ)η αντιστροφή του βάρους απόδειξης. Όπως και η δυσκολία εξαιτίας της μεγάλης χρονικής διάρκειας της σύμβασης και της δυνατότητας μονομερούς ανατοκισμού, ΚΑΤΑΛΗΓΟΥΝ ΣΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ, ΟΤΙ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΤΡΟΠΟ, ΝΑ ΕΛΕΓΞΕΙ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ, που έλαβαν χώρα. Στην ίδια κατάσταση συνήθως βρίσκεται και ο δανειολήπτης, που δεν μπορεί να αποδείξει τους ισχυρισμούς του, ενώ συνήθως στερείται των απαιτούμενων εγγράφων, που κατέχει η Τράπεζα, που δεν τα προσκομίζει. Όλα αυτά έγιναν αφορμή ή να γίνονται δεκτές «αόριστες ανακοπές» ή να «απορρίπτονται» συλλήβδην ως αόριστες οι περισσότερες. Ούτε στη μια περίπτωση, ούτε στην άλλη αποδίδεται πράγματι δίκαιο. Συνεπώς, για να ισχύσουν τα παραπάνω στην περίπτωση αυτή, θα πρέπει να ληφθεί ιδιαίτερη πρόνοια και να θεμοθετηθούν «ειδικές διατάξεις» ή να καταργηθούν κάποια από τα προνόμια των Πιστωτικών Ιδρυμάτων, που άλλωστε έλαβαν χρήματα για ανακεφαλαιοποίηση των κόκκινων δανείων και υπάρχει πρόβλεψη να επαναληφθεί αυτό. Παράλληλα τα τραπεζικά ιδρύματα που θα παραμείνουν με δεδομένες τις συνθήκες και το δανεισμό μας, θα περάσουν σε ξένο έλεγχο. Αν λοιπόν εκτός από το μη έλεγχο εκ μέρους των δικαστηρίων, κατά την εξέταση της ανακοπής του 632, δεν υπάρχει δυνατότητα να ελεγχθεί η αλήθεια ή αναλήθεια των ισχυρισμών των δανειοληπτών κατά την αναγκαστική εκτέλεση, αυτό δεν παρίσταται ως δίκαιο, ούτε εύλογο. Αποτελεί λοιπόν θέμα προς προβληματισμό όλων μας,το τι πρέπεινα γίνει προς ουσιαστικότερο έλεγχο και μεγαλύτερη διαφάνεια. Περαιτέρω, όσον αφορά τις προθεσμίες, που ορίζονται στο αρθρ. 934, θεωρώ, ότι θα πρέπει αφενός να επιμηκυνθούν, αφετέρου να αρχίζουν να τρέχουν από την επίδοση στον οφειλέτη και όχι από την επιχείρηση της πράξης αναγκαστικής εκτέλεσης.

  • 14 Μαρτίου 2014, 09:20 | Αθανασία-Ιωάννα Βαντσιούρη

    Άρθρο 983

    4. Για την κατάσχεση στα χέρια πιστωτικού ιδρύματος ως τρίτου το έγγραφο επιδίδεται είτε στην έδρα του είτε στο κατάστημα στο οποίο τηρείται ο λογαριασμός.

    Σχόλιο: Με αυτό τον τρόπο δυσχεραίνεται δυσανάλογα η θέση του κατασχόντος, καθώς, στην πολύ λογική περίπτωση που δε γνωρίζει σε ποιο ακριβώς κατάστημα διατηρεί λογαριασμό ο οφειλέτης του, υποχρεώνεται να επιδώσει το κατασχετήριο στην Αθήνα, επιβαρυνόμενος με επιπλέον έξοδα, ενώ ταυτόχρονα λόγω των αντικειμενικών εξωτερικών συνθηκών, αφαιρείται και δικηγορική ύλη από τους δικηγόρους της υπόλοιπης χώρας.

  • Άρθρο 972 ΚΠολΔ
    Χωρίς λόγο η σύντμηση της ήδη σύντομης προθεσμίας των 15 ημερών για την αναγγελία, χωρίς, μάλιστα, η αλλαγή αυτή να συνοδεύεται από τροποποίηση του αρθ. 974 ΚΠολΔ για την καθυστέρηση σύνταξης του πίνακα κατάταξης από τον συμβολαιογράφο. Συνεπώς, δεν εξυπηρετεί σε τίποτα, απλά δυσκολεύει τον δανειστή, οποίος πολλές φορές πρέπει να διενεργήσει και επιδόσεις σε άλλες πόλεις, για το παραδεκτό της αναγγελίας.

  • Άρθρο 933 ΚΠολΔ
    Με την αλλαγή της διαδικασίας συζήτησης της ανακοπής του αρθ. 933 ΚΠολΔ, η οποία θα γίνεται πλέον κατά τα αρθ. 686 επ., στην ουσία χάνεται η δυνατότητα σώρευσης στο ίδιο δικόγραφο ανακοπής του αρθ. 632 και του αρθ. 933 ΚΠοΔ, κάτι ιδιαίτερα συχνό στην πράξη. Έτσι, θα επιφορτιστούν κατά πολύ τα πινάκια των Δικαστηρίων, αλλά και τα δικαστικά έξοδα των οφειλετών, οι οποίοι αναγκαστικά θα προβαίνουν σε κατάθεση δύο ξεχωριστών δικογράφων.

  • Με την αλλαγή της διαδικασίας συζήτησης της ανακοπής του αρθ. 933 ΚΠολΔ, η οποία θα γίνεται πλέον κατά τα αρθ. 686 επ., στην ουσία χάνεται η δυνατότητα σώρευσης στο ίδιο δικόγραφο ανακοπής του αρθ. 632 και του αρθ. 933 ΚΠοΔ, κάτι ιδιαίτερα συχνό στην πράξη. Έτσι, θα επιφορτιστούν κατά πολύ τα πινάκια των Δικαστηρίων, αλλά και τα δικαστικά έξοδα των οφειλετών, οι οποίοι αναγκαστικά θα προβαίνουν σε κατάθεση δύο ξεχωριστών δικογράφων.

  • Δεν καθίσταται αντιληπτό, για ποιο λόγο καταργείται η υποχρέωση του επισπεύδοντος να κοινοποιήσει στον καθ’ ού η εκτέλεση την επιταγή παρά πόδας του αντιγράφου του εκτελεστού τίτλου. Εάν επιδοθεί η επιταγή χωρίς τον εκτελεστό τίτλο, ο καθ’ ού πώς θα λάβει γνώση αυτού, ώστε να είναι σε θέση να προβάλλει αντιρρήσεις σχετικές με την απαίτηση και τον τίτλο;

  • 11 Μαρτίου 2014, 07:01 | ΜΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

    Οσο αφορά τις απαιτήσεις που ΄δεν κατάσχονται, υπάρχει και το ακατάσχετο τραπεζικού λογαριασμού, όπως ορίζει το άρθρο 20 του Ν4161/13. Ειδικότερα:

    «Απαιτήσεις από καταθέσεις σε πιστωτικά ιδρύματα
    είναι ακατάσχετες μέχρι του ποσού των χιλίων πε−
    ντακοσίων (1.500) ευρώ και των δύο χιλιάδων (2.000)
    ευρώ σε περίπτωση κοινού λογαριασμού. Από το προ−
    ηγούμενο εδάφιο εξαιρείται ως δανειστής το Δημόσιο,
    για το οποίο ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 31 του
    ν.δ. 356/1974 (Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων,
    Α΄ 90). Με δήλωση του καταθέτη προς ένα εκ των πι−
    στωτικών ιδρυμάτων προσδιορίζεται ο λογαριασμός
    για τον οποίο θα ισχύει το ακατάσχετο. Καταθέσεις
    που αφορούν σε μισθούς ή συντάξεις ή ασφαλιστικές
    παροχές προσδιορίζονται υποχρεωτικά ως τέτοιες και
    κατά το υπερβάλλον του ποσού του ανωτέρω εδαφίου
    α΄ καταλαμβάνονται από τις διατάξεις του άρθρου 982
    του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α΄ 182).»

    Δέν θα πρέπει αυτή ακριβώς η προστασία να αναφερθει με κάποιο τρόπο και στον Κ.Π.Δ. έτσι ώστε να διατυπώνονται ολοκληρωμένα όλες οι περιπτώσεις εξαιρέσεων απο κατασχέσεις, έτσι ώστε να προστατευθούν οι πολίτες απο διάφορες αυθαιρεσίες τραπεζών που εξακολουθούν να αγνοούν και το παραπάνω άρθρο του Ν4161/13 αλλα και το άρθρο 982 του Κ.Π.Δ. και επιμένουν να παρακρατούν μισθούς και πενιχρές καταθέσεις ακόμα και απο ανθρώπους που βρίσκονται σε οικονομική δεινότητα? Επίσης η προστασία του μίσθού ή της ΄συνταξης όπως ορίζεται στο αρθρο 982 του Κ.Π.Δ. δέν θα πρέπει να περιορίζεται μόνο μέχρι την επόμενη ημέρα της κατάθεσης στον τραπεζικό λογαριασμό, αλλα και για ένα έυλογο διάστημα μετά απο την κατάθεση έτσι ώστε να μπορεί ο δικαιούχος να αναλάβει το μισθό η τη σύνταξη με ασφάλεια, χωρίς προβλήματα και πίεση χρόνου, κάτι που είναι πολύ σημαντικο για όλους και πολυ περισσότερο για τους ηλικιωμένους συνταξιούχους που συνωστίζονται στις τράπεζες.

  • 10 Μαρτίου 2014, 19:26 | Κώστας Δημητρίου

    θα πρέπει να προβλεφθεί υποχρεωτικά για τον συμβολαιογράφο (υπάλληλο της διενέργειας του πλειστηριασμού) να μην επιδίδεται μόνο η πρόσκληση για κατάταξη δανειστών, αλλά και η πράξη του πίνακα κατάταξης μαζί με τα νομιμοποιητικά έγγραφα κάθε δανειστή που κατατάσσεται και λαμβάνει ποσό από το πλειστηρίασμα, όπως και των λοιπών (π.χ. του δικαστικού επιμελητή, του συμβολαιογράφου, του δικηγόρου )

  • Πρέπει να προβλεφθεί συγκεκριμένη προθεσμία, εντός της οποίας ο τυχαίως καταταγείς δανειστής θα υποχρεούται να καταστήσει την κατάταξή του οριστική, η οποία (προθεσμία) θα μπορεί να παραταθεί για σπουδαίο λόγο, με αίτηση του δανειστή προς το δικαστήριο (ίσως με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων). Η πρόβλεψη αυτή θα αντιμετώπιζε περιπτώσεις κατά τις οποίες αυτός που κατετάγη τυχαία δεν ενδιαφέρεται ή δεν μπορεί να καταστήσει την απαίτησή του, με αποτέλεσμα να μένει σε εκκρεμότητα η αποβολή του από τον πίνακα και η διανομή του ποσού που αντιστοιχεί στην κατάταξή του στους λοιπούς δανειστές, που έχουν καταταγεί στον επικουρικό πίνακα κατάταξης.

  • 8 Μαρτίου 2014, 23:36 | Δημήτρης

    Πρέπει να διευκρινισθεί και να προστεθεί μια γρήγορη και ευέλικτη διαδικασία για άρση επιβληθείσης κατασχέσεως του άρθρου 983 (εις χείρας τρίτου),σε περίπτωση εξοφλήσεως της απαιτήσεως από τον οφειλέτη.
    Στην πράξη (ιδιαίτερα στις δίκες διατροφής που έχουμε περιοδικές
    παροχές και για το μέλλον), παρατηρείται πολλές φορές καταχρηστική συμπεριφορά των κατασχόντων και σκόπιμη απροθυμία άρσεως της, με αποτέλεσμα να εξοφλούνται οι απαιτήσεις τους (πχ. από παρακράτηση μισθού ή μισθωμάτων)και να συνεχίζουν να εισπράττουν, αφού ο τρίτος στα χέρια του οποίου έγινε η κατάσχεση συνεχίζει να αφαιρεί από το μισθό ή το μίσθωμα, επικαλούμενος ότι δεν έχει εντολή διακοπής από τον επισπεύδοντα.

  • 8 Μαρτίου 2014, 00:01 | Σταύρος Σταυρακάκης

    Άρθρο 920
    Με βάση τον εκτελεστό τίτλο κατά της ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης εταιρίας μπορεί να γίνει αναγκαστική εκτέλεση και κατά των ομόρρυθμων εταίρων.

    Πρόταση 1η : Να προστεθεί παράγραφος ως εξής: » Με βάση τον εκτελεστό τίτλο κατά εταιρίας περιορισμένης ευθύνης (Ε.Π.Ε, αλλά και κατά ανωνύμου εταιρείας, (Α.Ε. – Α.Β.Ε.Ε. κλπ), μπορεί να γίνει αναγκαστική εκτέλεση και κατά των μετόχων εκείνων που μετείχαν στο Δ.Σ. των εταιρειών κατά τον κρίσιμο χρόνο ύπαρξης της αιτίας με βάσει την οποία δημιουργήθηκε το χρέος.
    ———–
    Πρόταση 2η: Να προστεθεί η φράση: «αλληλεγγύως και εις ολόκληρο έκαστο μέλος» για να μην υπάρχει αμφιβολία αν θα πρέπει να γίνει εκτέλεση σε μέλος που διαθέτει περιουσία, για ολόκληρο το ποσό της οφειλής, ή για μέρος αυτής ανάλογα με το εκατοστιαίο ποσοστό συμμετοχής του στην εταιρεία.
    —————————————————————-

    Άρθρο 926
    1. Μετά την επίδοση της επιταγής δεν μπορεί με ποινή ακυρότητας να γίνει άλλη πράξη εκτέλεσης πριν περάσουν τρεις (3) εργάσιμες ημέρες από την επίδοση. Η προθεσμία αυτή πρέπει να τηρείται και όταν η αναγκαστική εκτέλεση συνεχίζεται κατά του κληρονόμου ή του κηδεμόνα σχολάζουσας κληρονομίας F
    2. Όταν περάσει έτος από την επίδοση της επιταγής, δεν μπορεί να γίνει καμιά άλλη πράξη εκτέλεσης που να βασίζεται επάνω σ` αυτήν.
    ____________
    F Προσθήκη : στον οποίο κληρονόμο κλπ θα πρέπει εκ νέου να κοινοποιηθεί επιταγή προς συμμόρφωση. Στην περίπτωση αυτή θα αναστέλλεται κάθε παραγραφή που ορίζουν άλλες διατάξεις, από την ημέρα θανάτου του κληρονομούμενου και μέχρι της μεταγραφής της αποδοχής κληρονομιάς ή την επομένη της λήγουσας προθεσμίας που ορίζεται από το νόμο για την αποποίηση της κληρονομιάς, εάν και εφ΄όσον δεν έλαβε χώρα τέτοια ενέργεια.
    ——————————————————————-

    Άρθρο 928
    Ο δικαστικός επιμελητής στον οποίο παραδόθηκε το απόγραφο με εντολή να ενεργήσει την εκτέλεση, έχει την εξουσία να δέχεται καταβολή και να δίνει γραπτή εξοφλητική Απόδειξη, παραδίνοντας συνάμα και το απόγραφο, αν η παροχή εκπληρώθηκε εντελώς. Μπορεί να δεχτεί και μερική καταβολή για την οποία δίνει Απόδειξη και την αναφέρει επάνω στο απόγραφο. Η μερική καταβολή δεν εμποδίζει την πρόοδο της εκτέλεσης F.
    _____________
    F Προσθήκη : εκτός αν στην σχετική εντολή εκτέλεσης ή σε συμπληρωματική αυτής, ο επισπεύδοντας ορίζει τμηματική καταβολή της οφειλής σε δόσεις, με ταυτόχρονη αναστολή της εκτέλεσης, προσδιορίζοντας όμως επ΄ ακριβώς τις δόσεις και με τον όρο να τηρούνται με ακρίβεια οι ημερομηνίες καταβολής.
    ——————————————————————–

    Άρθρο 929
    1. Ο δικαστικός επιμελητής έχει την εξουσία, εφόσον το απαιτεί ο σκοπός της αναγκαστικής εκτέλεσης, να εισέρχεται στην κατοικία ή και σε κάθε άλλο χώρο που βρίσκεται στην κατοχή εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση, να ανοίγει τις πόρτες και να κάνει έρευνες, καθώς και να ανοίγει κλειστά έπιπλα, σκεύη ή δοχεία.
    2. Ο δικαστικός επιμελητής μπορεί να ζητεί τη βοήθεια της αρχής που είναι αρμόδια για την τήρηση της τάξης, η οποία οφείλει να παρέχει τη συνδρομή της F1.
    3. Κατά τη νύχτα, τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις ημέρες τις κατά νόμο εξαιρετέες δεν μπορεί να γίνει πράξη της αναγκαστικής εκτέλεσης, εκτός αν ο ειρηνοδίκης του τόπου της εκτέλεσης δώσει τη σχετική άδεια, κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ.. F2

    F1 Προσθήκη : άμεσα χωρίς καμία καθυστέρηση. Σε περίπτωσης άρνησης βοήθειας, ο εκάστοτε υπεύθυνος οφείλει αμελλητί, να χορηγήσει στον Δικαστικό Επιμελητή, υπηρεσιακό έγγραφο – βεβαίωση, στην οποία θα αναλύει τα αίτια για τα οποία αρνήθηκε την βοήθεια, διαφορετικά διώκεται, σύμφωνα με τον ποινικό κώδικα κλπ διατάξεις, για παράβαση καθήκοντος.
    ____________
    F2 Προσθήκη : Αντικατάσταση της φράσης: «κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ.» με την φράση: «μετά από σχετική αίτηση του επισπεύδοντα ή του προς εκτέλεση Δικαστικού Επιμελητή, πάνω στην οποία αίτηση θα χορηγείται συνοπτικά η σχετική άδεια» ……σχόλιο: έτσι συντομεύεται η διαδικασία χωρίς πρόσθετα έξοδα που δημιουργούνται με την διαδικασία του άρθρου 686.
    ——————————————————————–

    Άρθρο 951
    1. Η αναγκαστική εκτέλεση για να ικανοποιηθεί χρηματική απαίτηση γίνεται με κατάσχεση περιουσίας εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση ή με αναγκαστική διαχείριση ή με προσωπική κράτηση. Όταν πρόκειται για ένωση προσώπων του άρθρου 62 παρ. 2, η αναγκαστική εκτέλεση γίνεται στην κοινή περιουσία τους.
    2. Η κατάσχεση δεν επιτρέπεται να επεκταθεί σε περισσότερα από όσα χρειάζονται για να ικανοποιηθεί η απαίτηση και για να καλυφθούν τα έξοδα της εκτέλεσης.
    ______________
    F Προσθήκη παραγράφου 3. : Σε σχέση με τα όσα ορίζει η παράγραφος 2 και εάν το κατασχεμένο είναι ακίνητο, πλοίο ή αεροσκάφος, να λαμβάνονται υπόψη, (προσθετικά) και τα εγγεγραμμένα βάρη.
    ——————————————————————–

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ`
    ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΚΙΝΗΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΟΦΕΙΛΕΤΗ

    Άρθρο 953
    1. Κατάσχεση μπορεί να γίνει στα κινητά πράγματα που βρίσκονται στα
    χέρια του οφειλέτη.
    2. Οι διατάξεις για την κατάσχεση στα χέρια του οφειλέτη εφαρμόζονται και
    α) όταν κινητά πράγματα του οφειλέτη βρίσκονται στα χέρια του δανειστή ή τρίτου πρόθυμου να τα αποδώσει,
    β) όταν κατάσχεται εμπράγματο δικαίωμα του οφειλέτη επάνω σε ξένο κινητό πράγμα.
    γ) όταν πρόκειται για κινητά πράγματα που είχαν μεταβιβαστεί από τον οφειλέτη σε τρίτο, εφόσον η κατάσχεση επιβάλλεται από δανειστή που πέτυχε τη διάρρηξη της μεταβίβασης ως καταδολιευτικής κατά τα άρθρα 939 επ. του Αστικού Κώδικα.
    3. Εξαιρούνται από την κατάσχεση τα πράγματα που είναι απολύτως απαραίτητα για τις στοιχειώδεις ανάγκες διαβίωσης του οφειλέτη και της οικογένειάς του και, προκειμένου για πρόσωπα που με την προσωπική τους εργασία αποκτούν όσα τους χρειάζονται για να ζήσουν, τα πράγματα, τα οποία είναι απαραίτητα για την εργασία τους F.
    4. Αν τα κατασχεμένα πράγματα είναι ασφαλισμένα η κατάσχεση ισχύει και για την αποζημίωση που οφείλεται από την ασφάλιση.
    ___________
    F Προσθήκη στο τέλος της παραγράφου 3: εκτός των απλών απαραίτητων για την εργασία θεωρούνται απαραίτητα και τα εξής ειδικότερα: α) Όλα τα αγροτικά μηχανήματα και αγροτικά αυτοκίνητα του χαρακτηρισμένου με νόμο αγρότη, αρκεί εμφανώς να υφίσταται η αγροτική επιχείρηση του και ο ίδιος να μην έχει συνταξιοδοτηθεί, β)Το ένα και μοναδικά μικρό αυτοκίνητο (μέχρι 3.500 κυβικά ή ____ φορολογίσημους ίππους), δημόσιας χρήσης, (ταξί κλπ), αρκεί να το εκμεταλεύεται αποκλειστικά ο ίδιος ο ιδιοκτήτης-οφειλέτης. γ) Το ένα και μοναδικά μικρό αυτοκίνητο (μέχρι 1.600 κυβικά ή ____ φορολογίσημους ίππους), αντιπροσώπου, αρκεί αποδεδειγμένα να το χρησιμοποιεί ο ίδιος για τις μετακινήσεις του και αποκλειστικά για την δική του εργασία και όχι με την ιδιότητα του υπαλλήλου.
    ———————————————————————

    Άρθρο 954
    1. Η κατάσχεση γίνεται με την αφαίρεση του πράγματος από το δικαστικό επιμελητή και συντάσσεται σχετική έκθεση μπροστά σε ενήλικο μάρτυρα. Το κατασχεμένο το εκτιμά ο δικαστικός επιμελητής ή ο πραγματογνώμονας που ο επιμελητής προσλαμβάνει κατα την κρίση του γι` αυτό το σκοπό.
    2. Η κατασχετήρια έκθεση πρέπει να περιέχει, εκτός από τα ουσιώδη που απαιτούνται από το άρθρο 117 και
    α) ακριβή περιγραφή του κατασχεμένου πράγματος, ώστε να μη γεννιέται αμφιβολία για την ταυτότητά του,
    β) αναφορά της εκτίμησης του κατασχεμένου που έκανε ο δικαστικός επιμελητής ή ο πραγματογνώμονας,
    γ) Τιμή πρώτης προσφοράς που πρέπει να είναι τουλάχιστον τα δύο τρίτα της αξίας, στην οποία εκτιμήθηκε το κατασχεμένο.
    δ) αναφορά του εκτελεστού τίτλου στον οποίο βασίζεται η εκτέλεση, της επιταγής που επιδόθηκε στον οφειλέτη και του ποσού για το οποίο γίνεται η κατάσχεση,
    ε) αναφορά της ημέρας, η οποία ορίζεται υποχρεωτικά οκτώ μήνες από την ημέρα της κατάσχεσης, F1 και του τόπου του πλειστηριασμού, καθώς και του ονόματος του υπαλλήλου του πλειστηριασμού.
    Στην έκθεση αναφέρονται επίσης οι όροι που τυχόν έθεσε, σχετικά με τον πλειστηριασμό, ο υπέρ ου η εκτέλεση με την κατά το άρθρο 927 εντολή.
    3. Την κατασχετήρια έκθεση υπογράφουν ο δικαστικός επιμελητής και ο μάρτυρας και αν είναι παρόντες εκείνος υπέρ του οποίου γίνεται και εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση την υπογράφουν και αυτοί. Αν κάποιος από αυτούς αρνηθεί να υπογράψει, η άρνησή του αναφέρεται στην έκθεση.F2
    4. Ύστερα από ανακοπή του επισπεύδοντος ή του καθ` ου η εκτέλεση ή οποιουδήποτε άλλου έχει έννομο συμφέρον, το αρμόδιο κατά το άρθρο 933 δικαστήριο, δικάζοντας κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., μπορεί να διατάξει τη διόρθωση της έκθεσης, ιδίως ως προς την περιγραφή του κατασχεθέντος, την εκτίμηση και την τιμή πρώτης προσφοράς. Μπορεί επίσης να επιβάλει πρόσθετα μέτρα δημοσιότητας πέρα από αυτά που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 960. Η ανακοπή είναι απαράδεκτη αν δεν κατατεθεί το αργότερο πέντε (5) εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού. Η απόφαση πρέπει, κατά το δυνατόν, να δημοσιεύεται έως τις 12.00` το μεσημέρι της προηγούμενης του πλειστηριασμού ημέρας. Αν η ανακοπή γίνει δεκτή, εφόσον ο υπολειπόμενος χρόνος δεν επαρκεί για την τήρηση των διατυπώσεων δημοσιότητας, ορίζεται με την απόφαση νέα ημέρα πλειστηριασμού. Η απόφαση αυτή κατατίθεται στον υπάλληλο του πλειστηριασμού και, αφού η σχετική διόρθωση γίνει και στην περίληψη της κατασχετήριας έκθεσης, τηρούνται οι διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 960 παρ.2.
    ——–

    F1 Σχόλιο: το εδάφιο ε της παραγράφου 2, είναι δυσνόητο. Εάν δεν συμπληρωθεί ή φράση ως εξής: «…εντός 8 μηνών από την κατάσχεση» ή «η πρώτη εργάσιμη Τετάρτη μετά την παρέλευση 8μήνου», (ανάλογα με το τι θέλετε να πείτε), τότε δεν βγαίνει νόημα.

    F2 Προσθήκη στο τέλος της παραγράφου 3 : «Η σημείωση θα γίνεται μετά το κλείσιμο της έκθεσης στην θέση που θα υπέγραφε, όπου κάτω από το όνομα του και αντί της υπογραφής του θα γραφεί η φράση του «αρνήθηκε να υπογράψει»…σχόλιο: αυτό πρέπει να γίνει έτσι, επειδή δεν είναι δυνατόν πριν κλείσει η έκθεση εκτέλεσης να γνωρίζει ο Δικαστικός Επιμελητής, την πρόθεση του οφειλέτη να υπογράψει, ή όχι…εξάλλου μπορεί και να αναχωρήσει την στιγμή που όλα είναι έτοιμα για τις υπογραφές, οπότε στην θέση της υπογραφής πρέπει να αναφερθεί η φράση: «αποχώρησε πριν υπογράψει»
    ———————————————————————

    Άρθρο 955
    1. Αντίγραφο της κατασχετήριας έκθεσης επιδίδεται μόλις περατωθεί η κατάσχεση στον καθ’ ου η εκτέλεση, αν ήταν παρών, και, αν αυτός αρνηθεί να παραλάβει το έγγραφο που του επιδίδεται, ο επιμελητής συντάσσει έκθεση για την άρνησή του. Αν είναι απών ή δεν είναι δυνατή η άμεση κατάρτιση του αντιγράφου, η επίδοση γίνεται το αργότερο την επομένη F1 της ημέρας που έγινε η κατάσχεση, εφόσον εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση έχει την κατοικία του στην περιφέρεια του δήμου όπου έγινε η κατάσχεση, διαφορετικά μέσα σε τρεις F2 ημέρες από την κατάσχεση. Μέσα στην ίδια τριήμερη προθεσμία η έκθεση επιδίδεται στον γραμματέα του ειρηνοδικείου του τόπου όπου έγινε η κατάσχεση, ο οποίος οφείλει να την καταχωρίσει σε ειδικό βιβλίο με αλφαβητικό ευρετήριο εκείνων κατά των οποίων γίνεται η κατάσχεση. Η παράλειψη των διατυπώσεων αυτών επιφέρει ακυρότητα της κατάσχεσης.
    2. Ο δικαστικός επιμελητής οφείλει, μέσα σε πέντε ημέρες από την ημέρα της κατάσχεσης, να καταθέσει στον υπάλληλο του πλειστηριασμού τον εκτελεστό τίτλο, την έκθεση επίδοσης της επιταγής προς εκτέλεση, την κατασχετήρια έκθεση και τις εκθέσεις επίδοσής της στον οφειλέτη και τον γραμματέα του ειρηνοδικείου και, στην περίπτωση του άρθρου 956 παράγραφος 3, και το γραμμάτιο της δημόσιας κατάθεσης, συντάσσοντας έκθεση για όλα αυτά. Απόσπασμα της κατασχετήριας έκθεσης, που περιλαμβάνει τα ονοματεπώνυμα του υπέρ ου και του καθ’ ου η εκτέλεση, περιγραφή των κατασχεθέντων κινητών, την τιμή της πρώτης προσφοράς, το όνομα και τη διεύθυνση του υπαλλήλου του πλειστηριασμού, καθώς και τον τόπο και την ώρα του πλειστηριασμού, δημοσιεύεται μέχρι την όγδοη ημέρα από την κατάσχεση στην ιστοσελίδα δημοσιεύσεων πλειστηριασμών του Δελτίου Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Τομέα Ασφάλισης Νομικών του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων. Ο πλειστηριασμός δεν μπορεί να γίνει χωρίς να τηρηθούν οι διατυπώσεις των προηγούμενων εδαφίων, διαφορετικά είναι άκυρος.
    ______________

    F1 Να συμπληρωθεί η λέξη: «εργάσιμη»
    F2 Να συμπληρωθεί η λέξη: «εργάσιμες»
    Σχόλιο: Εάν γίνει η κατάσχεση Παρασκευή, μεσολαβούν οι ημέρες Σάββατο και Κυριακή και εάν η Δευτέρα είναι αργία, (π. χ. καθαρά Δευτέρα ή κάποια εθνική εορτή κλπ, τότε η κατάσχεση θα καταστεί άκυρη εάν δεν προστεθεί η λέξη «εργάσιμη» ή «εργάσιμες».
    ———————————————————————

    Άρθρο 959
    1. Τα κατασχεμένα πράγματα πλειστηριάζονται δημόσια ενώπιον συμβολαιογράφου της περιφέρειας του τόπου όπου έγινε η κατάσχεση, ο οποίος ορίστηκε για τον πλειστηριασμό. Ο πλειστηριασμός γίνεται με την υποβολή γραπτών και ενσφράγιστων προσφορών και στη συνέχεια διαδοχικών προφορικών προσφορών κατά την παράγραφο 4.
    2. Ο πλειστηριασμός γίνεται στο κατάστημα του ειρηνοδικείου στην περιφέρεια του οποίου έγινε η κατάσχεση εργάσιμη ημέρα Τετάρτη. Αν τα κατασχεμένα πράγματα βρίσκονται στην περιφέρεια περισσότερων ειρηνοδικείων, ο πλειστηριασμός γίνεται στο κατάστημα του ειρηνοδικείου, που ορίζει ο δικαστικός επιμελητής με την κατασχετήρια έκθεση.
    3. Οι γραπτές και ενσφράγιστες προσφορές, με ποινή ακυρότητας, δεν πρέπει να περιλαμβάνουν αίρεση ή όρο, είναι ανέκκλητες και υποβάλλονται, μαζί με την εγγύηση του άρθρου 965 παρ. 1 και το τυχόν πληρεξούσιο του άρθρου 1003 παρ. 2, στον υπάλληλο του πλειστηριασμού είτε στο γραφείο του την αμέσως προηγούμενη εργάσιμη ημέρα του πλειστηριασμού κατά τις ώρες 10 το πρωί έως 2 το απόγευμα, με σύνταξη σχετικής πράξης, είτε την ημέρα του πλειστηριασμού στον τόπο του από τις 4 έως τις 5 το απόγευμα, οπότε καταχωρίζονται στην έκθεση του πλειστηριασμού. Ο υπάλληλος του πλειστηριασμού οφείλει κατά την έναρξη του πλειστηριασμού να καταχωρίσει στην έκθεσή του τα στοιχεία ταυτότητας των πλειοδοτών, που έχουν ήδη καταθέσει προσφορές, και τις εγγυήσεις τους. Στις 5 το απόγευμα και εφόσον δεν υπάρχει άλλος πλειοδότης, ο οποίος αναμένει να καταθέσει προσφορά, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού κηρύσσει περαιωμένη τη διαδικασία συγκέντρωσης των προσφορών και αμέσως μετά προβαίνει δημόσια στην αποσφράγισή τους, καταχωρίζοντας το περιεχόμενό τους στην έκθεσή του.
    4. Αν υποβλήθηκε μία μόνο γραπτή προσφορά, τα πράγματα που πλειστηριάζονται κατακυρώνονται στο μοναδικό πλειοδότη, ακόμα και αν δεν παρευρίσκεται στον τόπο του πλειστηριασμού. Αν υποβλήθηκαν δύο ή περισσότερες γραπτές προσφορές, τα πράγματα που πλειστηριάζονται κατακυρώνονται σε εκείνον που προσφέρει τη μεγαλύτερη προσφορά. Αν οι περισσότερες αυτές προσφορές είναι ίσες, τότε η διαδικασία συνεχίζεται με την υποβολή προφορικών προσφορών προς τον υπάλληλο του πλειστηριασμού.
    5. Ο υπάλληλος του πλειστηριασμού μετά την ολοκλήρωση των προφορικών προσφορών προβαίνει στην κατακύρωση, αφού προηγουμένως προσκαλέσει τρεις φορές για μεγαλύτερη προφορική προσφορά. Σε περίπτωση ίσων γραπτών προσφορών με τη μεγαλύτερη τιμή, χωρίς να υποβληθεί προφορική προσφορά, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού διενεργεί αμέσως κλήρωση, από την οποία αναδεικνύεται ο υπερθεματιστής.
    6. Με ανακοπή κατά το άρθρο 933 εκείνου υπέρ του οποίου έγινε ή εκείνου κατά του οποίου έχει στραφεί η εκτέλεση ή δανειστή που έχει αναγγελθεί, το αρμόδιο δικαστήριο μπορεί να ορίσει άλλο τόπο πλειστηριασμού και να ορίσει συγχρόνως και τον υπάλληλο του πλειστηριασμού, αν ο τόπος του πλειστηριασμού βρίσκεται έξω από την περιφέρεια του υπαλλήλου του πλειστηριασμού που είχε οριστεί αρχικά, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των ορισμών του άρθρου 933.
    7. Ο πλειστηριασμός δεν μπορεί να γίνει από 1 έως 31 Αυγούστου, εκτός αν πρόκειται για πράγματα που μπορούν να υποστούν φθορά.
    F2
    _____________

    F1 Σχόλιο:
    Η τελευταία πρόταση του άρθρου 4: «Αν οι περισσότερες αυτές προσφορές είναι ίσες, τότε η διαδικασία συνεχίζεται με την υποβολή προφορικών προσφορών προς τον υπάλληλο του πλειστηριασμού» είναι δυσνόητοι. Έπρεπε να προσδιορίζει καλύτερα το αποτέλεσμα. Προτείνω να αλλαχθεί με την ολοκληρωμένη πρόταση: «Αν δύο ή περισσότεροι πλειοδότες έχουν καταθέσει ίσες, υψηλότερες προσφορές, τότε συνεχίζεται, μόνο απ’ αυτούς, η υποβολή προφορικών προσφορών», εκτός αν όλοι αυτοί δηλώσουν άρνηση προφορικής προσφοράς, οπότε θα γίνει κλήρωση από την υπάλληλο του πλειστηριασμού.

    F2 Προσθήκη 8ης παραγράφου:
    Σε περίπτωση που τα κατασχεμένα κινητά πράγματα δεν είναι εύκολο να μετακινηθούν για να μεταφερθούν στο Ειρηνοδικείο, όπου διεξάγεται ο πλειστηριασμός, αυτός μπορεί να γίνει και στο σημείο που βρίσκονται τα κατασχεμένα, εάν και εφόσον είναι εφικτό στον υπάλληλο του πλειστηριασμού και το αποφασίσει ο ίδιος. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να υπάρχει κατάλληλο άτομο, διορισμένο από την υπάλληλο του πλειστηριασμού, στο Ειρηνοδικείο, για να πληροφορεί τους πλειοδότες για τον ακριβή χώρο που διεξάγεται ο πλειστηριασμός. Στην περίπτωση αυτή παρατείνεται ο πλειστηριασμός μέχρι την 18:00 ώρα.

    ——————————————————————————————————-

    Επιφυλάσσομαι να αποστείλλω τα σχόλια μου για τα υπόλοιπα άρθρα που αφορούν την εκτέλεση, (εις χείρας τρίτου και Κατάσχεση ακινήτων κλπ)