Άρθρο 8 Ένταξη στην ειδική επετηρίδα – Βαθμολογική αντιστοιχία – Ένταξη στη γενική επετηρίδα

1. Για την ένταξη των υπηρετούντων, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, ειρηνοδικών στην ειδική επετηρίδα και την αντιστοίχισή τους με τους δικαστικούς λειτουργούς της γενικής επετηρίδας ισχύουν τα εξής:
α) Οι ειρηνοδίκες Α΄ τάξης αντιστοιχούν σε προέδρους πρωτοδικών.
β) Οι ειρηνοδίκες Β΄ τάξης αντιστοιχούν σε πρωτοδίκες που έχουν συμπληρώσει από επτά (7) έως δώδεκα (12) έτη υπηρεσίας.
γ) Οι ειρηνοδίκες Γ΄ τάξης αντιστοιχούν σε πρωτοδίκες που έχουν συμπληρώσει από τέσσερα (4) έως επτά (7) έτη υπηρεσίας.
δ) Οι ειρηνοδίκες Δ΄ τάξης αντιστοιχούν σε πρωτοδίκες που έχουν συμπληρώσει έως τέσσερα (4) έτη υπηρεσίας.
2. Στους υπηρετούντες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, ειρηνοδίκες παρέχεται δυνατότητα ένταξης στη γενική επετηρίδα των πρωτοδικών, μετά από αίτησή τους. Η δυνατότητα αυτή παρέχεται ανά τριετία, για αριθμό θέσεων που αντιστοιχεί σε ποσοστό όχι μεγαλύτερο από το είκοσι τοις εκατό (20%) του συνολικού αριθμού των υπηρετούντων πρωτοδικών της γενικής επετηρίδας κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης, εφόσον οι αιτούντες έχουν ολοκληρώσει τα υποχρεωτικά προγράμματα επιμόρφωσης του άρθρου 7 και έχουν δύο (2) τουλάχιστον εκθέσεις επιθεώρησης του άρθρου 101 του Kώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 4938/2022, A’ 109) από τον αρμόδιο Επιθεωρητή του Αρείου Πάγου της δικαστικής περιφέρειας στην οποία υπηρετούν. Για την ένταξη στη γενική επετηρίδα και τον ακριβή αριθμό των εντασσομένων αποφαίνεται το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης με αιτιολογημένη απόφασή του, η οποία εκδίδεται μετά από ακρόαση των αιτούντων, λαμβάνοντας υπόψη τις εκθέσεις επιθεώρησης, το ήθος, την επιστημονική κατάρτιση, την ποιοτική και ποσοτική απόδοση της εργασίας και την επίδοση αυτών γενικά. Οι εντασσόμενοι στη γενική επετηρίδα των πρωτοδικών τοποθετούνται μετά από τον τελευταίο πρωτοδίκη, με βάση τη σειρά που κατείχε ο καθένας εξ αυτών στην ειδική επετηρίδα των ειρηνοδικών κατά τον χρόνο της αίτησης. Οι απόφοιτοι της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών, οι οποίοι, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, έχουν διοριστεί ως Δόκιμοι Ειρηνοδίκες Δ΄ ή βρίσκονται στο στάδιο της πρακτικής τους άσκησης μετά από την ολοκλήρωση του πρώτου σταδίου κατάρτισης, μπορούν με αίτησή τους, η οποία υποβάλλεται εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, και μετά από ακρόαση και απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης, να ενταχθούν στη γενική επετηρίδα των πρωτοδικών, τοποθετούμενοι μετά από τον τελευταίο πάρεδρο πρωτοδικείου.

  • 15 Απριλίου 2024, 18:28 | Θ.Μ.

    Συμφωνώ με την πρόταση του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης

  • 15 Απριλίου 2024, 16:46 | Δημήτρης Μαυρέλης Πρωτοδίκης

    Ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας, με την συνύπαρξη δικαστών δύο ταχυτήτων δεν είναι νοητή. Η διατήρηση δικαστών σε ειδική επετηρίδα επ’ αόριστον, ακυρώνει στην πράξη την ίδια την ουσία της λέξης ενοποίηση και διατηρεί ουσιαστικά τη σημερινή κατάσταση, της απονομής δικαιοσύνης από δύο διαφορετικά πρωτοβάθμια Δικαστήρια, αυτή τη φορά με το μανδύα δικαστών ειδικής επετηρίδας.
    Η δημιουργία ειδικής επετηρίδας θα πρέπει να έχει ως αποκλειστικό στόχο την εξυπηρέτηση των σκοπών του νόμου και την εύρυθμη λειτουργία των δικαστικών σχηματισμών και των υπηρεσιακών ζητημάτων των δικαστών βραχυπρόθεσμα και όχι να διατηρηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, με αποτέλεσμα να ακυρώνει εν τοις πράγμασι την ίδια την έννοια της ενοποίησης. Η ύπαρξη της πρέπει να είναι περιορισμένης χρονικής διάρκειας, προορισμένη για την σταδιακή και ομαλή απορρόφηση των Ειρηνοδικών στην γενική επετηρίδα, ως Πρωτοδικών με πλήρη καθήκοντα, όπως προφανώς μπορεί να εννοηθεί ο όρος ενοποίηση. Η ύπαρξη διακριτών, περιορισμένων ή ειδικών καθηκόντων, ακυρώνει επίσης της έννοια του όρου ενοποίηση.
    Ο χρόνος διάρκειας της ειδικής επετηρίδας μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την επιμόρφωση των ειρηνοδικών στα νέα τους καθήκοντα, ωστόσο δεν είναι κρίσιμο επιχείρημα για την ύπαρξη ειδικής επετηρίδας, δεδομένου ότι οι ειρηνοδίκες είναι εν ενεργεία δικαστές ενώ βασική αρχή που διέπει το δικαϊκό μας σύστημα – iura novit curia, το Δικαστήριο γνωρίζει το νόμο.
    Προς τούτο, πρέπει να διαμορφωθούν οι συνθήκες, με τον παρόντα νόμο, για την γρήγορη και αποτελεσματική ενσωμάτωση των ειρηνοδικών στην γενική επετηρίδα, με πλήρη καθήκοντα πρωτοδίκη (άλλωστε καθήκοντα πρωτοδίκη θα εκτελούν από την 16-09-2024) βοηθώντας τόσο με τον αριθμό τους, όσο και με την εμπειρία και επιστημοσύνη τους στην ταχύτερη εκκαθάριση των υποθέσεων, που το Υπουργείο θέτει ως βασικό στόχο.
    Ωστόσο η απορρόφησή τους θα πρέπει να γίνει με όρους σεβασμού και εμπιστοσύνης στην μέχρι τούδε υπηρεσιακή τους πορεία, ως πρωτοβάθμιων δικαστών, που σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, δίκαζαν παρόμοιες υποθέσεις με αυτές που θα κληθούν να χειριστούν. Βασικό σημείο της δίκαιης αντιμετώπισής τους είναι η αναγνώριση των ετών υπηρεσίας τους, ολοκληρωτικά ή έστω εν μέρει. Πρέπει, επομένως, από την ημερομηνία έναρξης του νόμου, να καθοριστεί με σαφή και αντικειμενικά κριτήρια η είσοδος των ειρηνοδικών στην γενική επετηρίδα, με αναγνώριση, έστω μέρους των ετών υπηρεσίας τους και η ρύθμιση της αρχαιότητάς τους προς τους λοιπούς συναδέλφους τους, φυσικά κατόπιν κρίσης και αξιολόγησης από το ΑΔΣ.
    Σε κάθε περίπτωση ακόμα και αν προκρίνεται η λύση της ένταξης τους στη γενική επετηρίδα μετά τον τελευταίο υπηρετούντα πρωτοδίκη, θα πρέπει να οριστεί σαφώς, ότι η ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου θα είναι και ο χρόνος ένταξης των ειρηνοδικών στα Πρωτοδικεία (είτε στην ειδική είτε στη γενική επετηρίδα), αλλιώς, θα έχουμε το παράδοξο, να θεωρούνται όλοι οι νεοεισερχόμενοι στο σώμα δικαστές, κάθε χρόνο αρχαιότεροι των ειρηνοδικών και να μη λογίζεται ως χρόνος προϋπηρεσίας, ούτε ο χρόνος που θα εκτελούν χρέη Πρωτοδικών, πράγμα που δεν εκφεύγει μόνο των συνταγματικών επιταγών αλλά και αυτής της κοινής λογικής!
    Επιπλέον, είναι αναγκαίο, για την κατά τα ανωτέρω γρήγορη απορρόφηση των ειρηνοδικών, να προβλεφθεί η δυνατότητα εισαγωγής στη γενική επετηρίδα ετησίως και όχι ανά τριετία. Αν κρίνεται σκόπιμο, δε, να υπάρχουν δύο εκθέσεις επιθεώρησης από τον Επιθεωρητή του ΑΠ μπορεί η δυνατότητα ένταξης στην γενική επετηρίδα να δοθεί μετά από τρία έτη την πρώτη φορά, και κατ’ έτος από τότε και στο εξής, δεδομένου ότι κάθε επόμενο έτος θα υπάρχουν τουλάχιστον δύο εκθέσεις επιθεώρησης.

  • 15 Απριλίου 2024, 14:13 | N

    Δηλαδή, για να το καταλάβουμε, πρώην Ειρηνοδίκης 60 ετών, που έχει φάει όλη τη ζωή του πάνω στις έδρες και έχει γράψει εκατοντάδες αποφάσεις, αν αποφασίσει να μπει στη γενική επετηρίδα, θα έπεται ενός 30χρονου Πρωτοδίκη, που μόλις θα έχει αποφοιτήσει από την ΕΣΔΙ, που ακόμα δεν θα έχει «βγει από το αυγό του» επαγγελματικά και θα είναι παντελώς άπειρος; Είναι σοβαρές διατάξεις αυτές; Ποιος φαεινός νους τις έχει εμπνευστεί;

  • 15 Απριλίου 2024, 12:30 | ΥΠ. ΑΡ’ 30/2024 ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ EIΡHNOΔIKEIOΥ AΘHNΩN

    Επί του άρθρου 8 παρ. 2
    ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ Η ΟΠΟΙΑ ΨΗΦΙΣΤΗΚΕ ΟΜΟΦΩΝΑ: «Οι υπηρετούντες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, Ειρηνοδίκες Α’ τάξης που θα επιλέξουν να παραμείνουν στην ειδική επετηρίδα λαμβάνουν το βαθμό του Προέδρου και οι Ειρηνοδίκες των λοιπών τάξεων προάγονται στο βαθμό του Προέδρου Πρωτοδικών, εφόσον έχουν συμπληρώσει συνολικά δεκαέξι (16) χρόνια υπηρεσίας ως δικαστικοί λειτουργοί. Προς το σκοπό αυτό δύνανται να συστήνονται θέσεις Προέδρων Πρωτοδικών ειδικής επετηρίδας, οι οποίες θα καλύπτονται από τους Πρωτοδίκες της ειδικής επετηρίδας μετά τη συμπλήρωση των απαιτούμενων ετών. Στους υπηρετούντες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, Ειρηνοδίκες παρέχεται επίσης η δυνατότητα ένταξης στη γενική επετηρίδα των Πρωτοδικών, μετά από αίτησή τους, με διατήρηση της οργανικής τους θέσης και τροπής αυτής από θέση Πρωτοδίκη της ειδικής επετηρίδας σε θέση Πρωτοδίκη της γενικής επετηρίδας. Η δυνατότητα αυτή παρέχεται ετησίως, για αριθμό θέσεων που αντιστοιχεί σε ποσοστό όχι μεγαλύτερο από το είκοσι τοις εκατό (20%) του συνολικού αριθμού των υπηρετούντων Πρωτοδικών της γενικής επετηρίδας κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης, εφόσον οι αιτούντες έχουν ολοκληρώσει τα υποχρεωτικά προγράμματα επιμόρφωσης του άρθρου 7 και έχουν μία (1) τουλάχιστον έκθεση επιθεώρησης του άρθρου 101 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 4938/2022, Α’ 109) από τον αρμόδιο Επιθεωρητή του Αρείου Πάγου της δικαστικής περιφέρειας στην οποία υπηρετούν. Για την ένταξη στη γενική επετηρίδα και τον ακριβή αριθμό των εντασσομένων αποφαίνεται το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης με αιτιολογημένη απόφασή του, η οποία εκδίδεται μετά από ακρόαση των αιτούντων, λαμβάνοντας υπόψη τις εκθέσεις επιθεώρησης, το ήθος, την επιστημονική κατάρτιση, την ποιοτική και ποσοτική απόδοση της εργασίας και την επίδοση αυτών γενικά. Οι εντασσόμενοι στη γενική επετηρίδα τοποθετούνται ως εξής: Οι Ειρηνοδίκες Α’ τάξης μετά από τον τελευταίο αντίστοιχο Πρόεδρο Πρωτοδικών, οι Ειρηνοδίκες Β’, Γ’ και Δ’ τάξης μετά από τον τελευταίο αντίστοιχο Πρωτόδικη, με βάση τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 8 και με βάση τη σειρά που κατείχε ο καθένας εξ αυτών στην ειδική επετηρίδα των ειρηνοδικών κατά το χρόνο της αίτησης. Οι απόφοιτοι της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών, οι οποίοι, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, έχουν διοριστεί ως Δόκιμοι Ειρηνοδίκες ή βρίσκονται στο στάδιο της πρακτικής τους άσκησης μετά από την ολοκλήρωση του πρώτου σταδίου κατάρτισης, μπορούν με αίτησή τους, η οποία υποβάλλεται εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, και μετά από ακρόαση και απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης, να ενταχθούν στη γενική επετηρίδα των Πρωτοδικών, τοποθετούμενοι μετά από τον τελευταίο πάρεδρο Πρωτοδικείου. Οι Πρόεδροι Πρωτοδικών της ειδικής επετηρίδας προάγονται στον βαθμό του Εφέτη μετά συμπλήρωση υπηρεσίας πέντε(5) ετών. Η προαγωγή γίνεται με βάση τις κενές θέσεις Εφετών και για αριθμό θέσεων που αντιστοιχεί σε ποσοστό όχι μεγαλύτερο από το είκοσι τοις εκατό (20 %) του συνολικού αριθμού των προς προαγωγή προέδρων πρωτοδικών της γενικής επετηρίδας. Για τους υπηρετούντες Ειρηνοδίκες που δεν θα εντάσσονται στη γενική επετηρίδα των Πρωτοδικών, τα έτη υπηρεσίας τους ως Πρωτοδικών υπολογίζονται από την έναρξη ισχύος του παρόντος και με βάση τη σειρά που κατείχε ο καθένας εξ αυτών στην ειδική επετηρίδα των Ειρηνοδικών».

  • 15 Απριλίου 2024, 12:42 | ΥΠ. ΑΡ’ 30/2024 ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ EIΡHNOΔIKEIOΥ AΘHNΩN

    Επί των άρθρων 7 παρ. 4 και 8 παρ. 2 : Η έλλειψη δυνατότητας υπηρεσιακής εξέλιξης για τους πρώην Ειρηνοδίκες δεν συνάδει με το πνεύμα της ουσιαστικής ενοποίησης του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας της πολιτικής Δικαιοσύνης, καθώς και με τη συνταγματική αρχή της ισότητας, και δη την ισότιμη μεταχείριση δημοσίων λειτουργών. Και αυτό διότι από την ερμηνευτική δήλωση του άρθρου 88 του Συντάγματος δεν εξάγεται συμπέρασμα περί αδυναμίας εξέλιξης των πρώην Ειρηνοδικών. Η ερμηνευτική δήλωση εστιάζει στη δυνατότητα, αλλά και «προτροπή», της ενοποίησης του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας της πολιτικής Δικαιοσύνης και όχι σε απαγόρευση της περαιτέρω εξέλιξης των (ενοποιημένων πλέον) πρώην Ειρηνοδικών, εφόσον μάλιστα ρητά γίνεται λόγος για κρίση και αξιολόγηση αυτών. Αντίθετα, το σχέδιο νόμου δεν δίνει καμία δυνατότητα εξέλιξης στους Ειρηνοδίκες που θα επιλέξουν να παραμείνουν στην ειδική επετηρίδα, ούτε στο βαθμό του Προέδρου Πρωτοδικών κι ενώ ήδη το άρθρο 8 παρ. 1 του ίδιου σχεδίου προβαίνει σε αντιστοίχιση των Ειρηνοδικών με τους Προέδρους Πρωτοδικών και Πρωτοδίκες, με βάση τα αναφερόμενα σε αυτό έτη υπηρεσίας. Επιπλέον, στους Ειρηνοδίκες της ειδικής επετηρίδας παρέχεται η δυνατότητα ένταξης στη γενική επετηρίδα των Δικαστικών Λειτουργών, πλην όμως τους τοποθετεί μετά τον τελευταίο Πρωτοδίκη, κατά παράβαση του Συντάγματος, αλλά και του Ενωσιακού Δικαίου, καθώς δεν αναγνωρίζει τα χρόνια προϋπηρεσίας τους κι ενώ ήδη θα ασκούν καθήκοντα Πρωτοδίκη από την ένταξή τους στην ειδική επετηρίδα και για ένα ικανό χρονικό διάστημα μέχρι την ένταξή τους στη γενική επετηρίδα. Η εν λόγω μετακίνηση δεν αποτελεί μετάταξη, όπως εσφαλμένα διαλαμβάνεται στην αιτιολογική έκθεση του σχεδίου νόμου,υπό τον τίτλο «Ανάλυση συνεπειών ρύθμισης». Και τούτο διότι οι Ειρηνοδίκες δε συνιστούν διακριτό, ιδιαίτερο και αυτοτελή κλάδο της Δικαιοσύνης, αλλά υποκλάδο (τμήμα) της ενιαίας πολιτικής και ποινικής Δικαιοσύνης, που διαφοροποιείται από τους υπόλοιπους τακτικούς Δικαστές του ίδιου κλάδου με κριτήρια λειτουργικά, δηλαδή με βάση την, κατά τις επιλογές του νομοθέτη, κατανομή της δικαιοδοσίας. Κατά συνέπεια δεν δύνανται να τοποθετηθούν, εν είδει διακριτής βαθμίδας και μόνον, στο κάτω μέρος μίας ενιαίας πυραμίδας (επετηρίδας). Η ενοποίηση των δύο διακριτών κλάδων της πολιτικής και ποινικής Δικαιοσύνης δεν φέρει επομένως τη μορφή προαγωγής ή μετάταξης, ώστε να τύχει αναλογικής εφαρμογής η σχετική νομολογία της Ολομέλειας του ΣτΕ, αλλά πρόκειται για «ενοποίηση» των δύο, μία δηλαδή δομική, και όχι καταρχήν προσωποποιημένη, αλλαγή στη συγκρότηση της πολιτικής και ποινικής Δικαιοσύνης. Επιπλέον, καίτοι η αιτιολογική έκθεση του σχεδίου νόμου κάνει αναφορά στη «διατήρηση του κεκτημένου κάθε επετηρίδας», από τις διατάξεις του προκύπτει το εξής άστοχο: Οι Δόκιμοι Ειρηνοδίκες και όσοι βρίσκονται στο στάδιο της πρακτικής τους άσκησης μπορούν να ενταχθούν εντός έξι (6) μηνών στη γενική επετηρίδα, σε αντίθεση με τους λοιπούς, οι οποίοι θα πρέπει αφενός μεν να ολοκληρώσουν τα προγράμματα επιμόρφωσης, αφετέρου δε να έχουν δύο (2) εκθέσεις επιθεώρησης και αφού ολοκληρώσουν και όλα τα παραπάνω να μη ληφθούν καθόλου υπόψη τα ήδη υπάρχοντα χρόνια πραγματικής δικαστικής υπηρεσίας. Τονίζεται ότι η επιθεώρηση των Πρωτοδικών γίνεται πλέον ανά δύο (2) έτη με βάση το άρθρο 100 παρ. 2 του ΚΟΔΚΔΛ. Έτσι δημιουργείται το παράδοξο αλλά και αντισυνταγματικό φαινόμενο να βρεθούν οι Δόκιμοι Ειρηνοδίκες και όσοι βρίσκονται στο στάδιο της πρακτικής τους άσκησης ως αρχαιότεροι Δικαστές στην επετηρίδα από τους νυν αρχαιότερους και εκπαιδευτές τους Ειρηνοδίκες.

  • 15 Απριλίου 2024, 11:04 | Μ.Κ.

    Το παρόν νομοσχέδιο αποτελεί ένα κείμενο ενάντια στην ουσία της δικαιοσύνης, την οποία καλούμαστε να απονείμουμε οι 1000 περίπου ειρηνοδίκες που υπηρετούμε σήμερα σε όλη την Ελλάδα. Η ένταξη των ειρηνοδικών, κατόπιν αίτησης, στο τέλος της γενικής επετηρίδας απαξιώνει απολύτως τα έτη υπηρεσίας μας στο δικαστικό σώμα το οποίο υπηρετούμε με ευσυνειδησία και αξιοπρέπεια επί σειρά ετών. Η μη υπηρεσιακή εξέλιξη όσων ειρηνοδικών επιλέξουν να παραμείνουν στην ειδική επετηρίδα αντιβαίνει στο άρθρο 88 του Συντάγματος και αποτελεί αντικίνητρο στην ποιοτική άσκηση των καθηκόντων τους. Οι δεύτεροι (δικαστές της ειδικής επετηρίδας) επιβάλλεται, πέραν της υπηρεσιακής τους εξέλιξης, να έχουν μειωμένη αρμοδιότητα και όχι απλώς να εξαιρούνται από την εκδίκαση ΜΟΔ και από το να προεδρεύουν στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο. Η επιτυχής αναμόρφωση του δικαστικού χάρτη απαιτεί χρόνο, οργάνωση, σχέδιο, μελέτη όλων των παραμέτρων (υλικοτεχνικών και ανθρωπίνου δυναμικού – δικαστών, γραμματέων, δικηγόρων κλπ), καθώς και τη συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων φορέων και οφείλει να στοχεύει στην ουσιαστική επιτάχυνση της απονομή της δικαιοσύνης με απόλυτη διασφάλιση της ποιότητας, της ισότητας και εν τέλει της ίδιας της δικαιοσύνης. Τέλος, Θα ήθελα να τονίσω -ώστε να θυμηθούν όσοι έχουν λησμονήσει ή να πληροφορηθούν όσοι το αγνοούν-, ότι οι ειρηνοδίκες πολλών ειρηνοδικείων (εντός κι εκτός Αττικής), δεν δικάζουν μόνο πολιτικές υποθέσεις, αλλά συμμετέχουν ως αριστεροί σύνεδροι στα τριμελή πλημμελειοδικεία (προς ελάφρυνση των νυν πρωτοδικών), διενεργούν κατ’ οίκον έρευνες (προς ελάφρυνση των εισαγγελέων), προανάκριση κ.λπ. Επιπλέον, όλοι οι ειρηνοδίκες χειριστήκαμε έναν τεράστιο όγκο των υποθέσεων των υπερχρεωμένων νοικοκυριών, στο Δικαστήριο που είτε είχαμε ήδη τοποθετηθεί είτε αποσπασθηκαμε στη συνέχεια λόγω υπηρεσιακών αναγκών. Επομένως, οι ειρηνοδίκες, αμέσως μετά από την επιτυχή μας εξέταση σε ιδιαίτερα απαιτητικό γραπτό και προφορικό διαγωνισμό, «ριχτήκαμε» στη μάχη των δικών και όχι μόνο…

  • 14 Απριλίου 2024, 21:54 | Ειρηνοδίκης 12ετίας

    Η προτεινόμενη ρύθμιση του άρθρου 8 παρ. 2 εγείρει σοβαρά ζητήματα ως προς τη συνταγματικότητά της. Η τοποθέτηση των Ειρηνοδικών στον πάτο της επετηρίδας μετά τον τελευταίο Πρωτοδίκη δεν συνιστά ενοποίηση και σίγουρα δεν ήταν αυτό που εννοούσε ο συνταγματικός νομοθέτης με την ερμηνευτική δήλωση του άρθρου 88 του Σ.
    Εξίσου προβληματική και η εύνοια προς του δόκιμους Ειρηνοδίκες και τους σπουδαστές της Εσδι, για τους οποίους προβλέπεται άμεση ένταξη στη γενική επετηρίδα, άρα και ιεραρχικό προβάδισμα απέναντι στους εκπαιδευτές τους, δικαστές με πορεία ετών και μεγάλη προσφορά στο δικαστικό σώμα, κατά προφανή παράβαση των αρχών της ισότητας και της αναλογικότητας.
    Όπως ορθώς επεσήμαναν και άλλοι σχολιαστές, τα χρονικά εμπόδια που τίθενται ακόμα και για οποίον προκρίνει στο μέλλον την μεταπήδησή του στη γενική επετηρίδα, καθιστούν απαγορευτική μια τέτοια επιλογή, καθώς προϋποθέτουν πάροδο πλέον των 5 ετών, δεδομένου ότι η τακτική επιθεώρηση των Πρωτοδικών γίνεται πλέον ανά διετία, χωρίς μάλιστα αναγνώριση του χρόνου αυτού ως χρόνου υπηρεσίας κατά την είσοδο στη γενική επετηρίδα.

  • 14 Απριλίου 2024, 16:22 | Λ.Μ.

    Προτείνεται και είναι σκόπιμο οι περιπτώσεις β), γ) και δ) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου να αναδιατυπωθούν ως ακολούθως: «Οι ειρηνοδίκες Β’, Γ’ και Δ’ τάξης αντιστοιχούν σε πρωτοδίκες που έχουν συμπληρώσει τα αντίστοιχα με αυτούς έτη υπηρεσίας». Με την υπάρχουσα διατύπωση δεν αναγνωρίζεται σε μεγάλο αριθμό Ειρηνοδικών το σύνολο των ετών υπηρεσίας του κατά την ένταξή του στην ειδική επετηρίδα, αλλά μόνο μέρος αυτών (π.χ. η συντριπτική πλειονότητα των Ειρηνοδικών Β’ τάξης έχει ήδη συμπληρώσει 12 έτη υπηρεσίας, ήτοι προ της ενάρξεως ισχύος του παρόντος).

  • 14 Απριλίου 2024, 15:22 | Ειρηνοδίκης Δ

    Προ πάσης αναφοράς, δηλώνω την ιδιότητά μου ως Ειρηνοδίκη Δ’ τάξης.
    Χαιρετίζω το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο, το οποίο επί της Αρχής κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, επιχειρώντας να διακόψει την ύπαρξη Δικαστών δύο ταχυτήτων στον α’ βαθμό δικαιοδοσίας, μία κατάσταση που είναι υπό τα σημερινά δεδομένα αναχρονιστική και δεν ανταποκρίνεται στις σύγχρονες εξελίξεις και ανάγκες.
    Ωστόσο, οφείλουν να επισημανθούν προβληματικές και άδικες ρυθμίσεις του ΣχΝ. Με τις προτεινόμενες, μόνο κατ’ επίφαση επιτυγχάνεται η ενοποίηση του πρώτου βαθμού, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα. Διότι ναι μεν μετά την αφυπηρέτηση του τελευταίου σήμερα Ειρηνοδίκη, ήτοι μετά από 30 περίπου χρόνια (ο γράφων είμαι 36 ετών) [ορ. υπό άρ. 7 της ανάλυσης συνεπειών ρύθμισης], θα επέλθει αναγκαίως και αυτονοήτως η πλήρης ενοποίηση, ωστόσο μέχρι να συμβεί αυτό δημιουργείται μία κατάσταση που στη μία περίπτωση (αυτή της παράλληλης επετηρίδας) δημιουργεί ένα στεγανό και διακριτό σώμα οιονεί Πρωτοδικών, με μειωμένα δικαιώματα και απαξιωμένων έναντι των λοιπών Δικαστών (ακόμη και νεότερων ομοιόβαθμών τους), στην άλλη δε περίπτωση (αυτή της ενιαίας επετηρίδας) προϋποθέτει την άδικη απεμπόληση εκ μέρους των Ειρηνοδικών των υπηρεσιακών τους κεκτημένων (θίγοντας και την επετηρίδα τους όπως θα αναλυθεί κατωτέρω). Ειδικότερα:
    Α] Οι Ειρηνοδίκες που δεν θα επιλέξουν την ένταξή τους στη γενική επετηρίδα (πλέον Πρωτοδίκες της ειδικής επετηρίδας) θα παραμένουν ες αεί νεότεροι έναντι των ήδη σήμερα Δοκίμων Ειρηνοδικών Δ’ τάξης (άρα ΜΗ ισόβιων Δικαστών) [άρ. 8 παρ. 2 εδ. τελ. ΣχΝ] ακόμη και του μεταγενέστερα διοριζόμενου (άρα νεότερου) Πρωτοδίκη της γενικής επετηρίδας (άρ. 7 παρ. 4 εδ. γ’ ΣχΝ). Αυτό, βέβαια, έχει αντανακλαστικές συνέπειες και σε πλείστα όσα ζητήματα, όπως η ανάθεση υπηρεσιών κατά προτεραιότητα σε Περιφερειακές έδρες, η επιλογή της υπηρεσίας των τμημάτων διακοπών, η θέση πάντα εξ αριστερών του Προέδρου στις πολυμελείς συνθέσεις κλπ, που ανατίθενται πάντοτε στον υπηρεσιακά νεότερο κάθε Δικαστηρίου. Επιπλέον, καθόσον οι υπηρετούντες κατά την έναρξη ισχύος του νόμου Ειρηνοδίκες εξακολουθούν να εκτελούν τα καθήκοντα που εκτελούσαν έως την κατάργηση των Ειρηνοδικείων χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι περιορισμοί της καθ’ ύλη αρμοδιότητας αυτών (άρ. 7 παρ. 2 ΣχΝ), είναι προφανές ότι οι πρώην Ειρηνοδίκες – Πρωτοδίκες της ειδικής επετηρίδας θα επωμιστούν αποκλειστικά με έργα όπως η θεώρηση βιβλίων, οι κατ’ οίκον έρευνες και οι προανακρίσεις, πέραν των λοιπών καθηκόντων που θα τους ανατεθούν.
    Β] Η ένταξη στην ενιαία επετηρίδα, με τον τρόπο που προτείνεται, θίγει κατάφορά την επετηρίδα των Ειρηνοδικών και την προϋπηρεσία τους. Κατ’ αρχάς, με την ένταξη υπό τον τελευταίο Πρωτοδίκη δεν αναγνωρίζονται ούτε η προϋπηρεσία τους ως Ειρηνοδικών, ούτε όμως, και κυριότερον, η προϋπηρεσία τους ως Πρωτοδικών. Δηλαδή, ενώ κατά τον χρόνο ένταξης, δηλαδή μετά από περίπου 3 έτη από την έναρξη ισχύος του νόμου για την 1η φορά και +3 για κάθε επόμενη (άρ. 8 παρ. 2 ΣχΝ), οι συνάδελφοι θα εκτελούν χρέη Πρωτοδίκη, εντούτοις ΟΥΤΕ αυτή η προϋπηρεσία τους θα αναγνωρίζεται, αφού θα τοποθετούνται κάτω από τον τελευταίο Πρωτοδίκη. Επίσης, εάν κάποιος αρχαιότερος Ειρηνοδίκης γίνει δεκτός στην γενική επετηρίδα στη 2η φορά λχ (μετά από 6 έτη), θα τοποθετηθεί τότε κάτω από τον τελευταίο Πρωτοδίκη, άρα και κάτω από κάποιον άλλο συνάδελφό του (Ειρηνοδίκη), ενδεχομένως νεότερο κατά την επετηρίδα των Ειρηνοδικών, που «πέρασε» στην 1η φορά. Ας αναλογιστεί κανείς ότι συνάδελφος που βρίσκεται σε νόμιμη άδεια (αναρρωτική, τοκετού, λοχείας, ανατροφής) δεν θα έχει στη διάθεσή του 2 εκθέσεις επιθεώρησης, συνεπώς δεν θα δύναται να υποβάλει αίτηση ένταξης κατά την 1η φορά. Το ζήτημα γίνεται προβληματικότερο με τους Δόκιμους Ειρηνοδίκες αποφοίτους της ΕΣΔΙ, που δεν έχουν καν δικάσει και δεν είναι ισόβιοι Δικαστές. Με λίγα λόγια, πρέπει κατ’ ελάχιστον, να αναγνωρίζεται κατά τον χρόνο ένταξης η προϋπηρεσία των (πρώην) Ειρηνοδικών ως Πρωτοδίκες, εάν όχι και κάποια από τα έτη τους ως Ειρηνοδίκες.
    Σε κάθε περίπτωση, εφόσον επιδιώκεται η ενοποίηση του α’ βαθμού και προκειμένου να αμβλυνθούν οι στρεβλώσεις που θα διαιωνίζει η ύπαρξη δύο (2) επετηρίδων, πρέπει να τροποποιηθεί η διάταξη του άρ. 8 παρ. 2 του ΣχΝ, ώστε να δίδεται η δυνατότητα ένταξης στην ενιαία επετηρίδα αφενός κατ’ έτος (αντί ανά τριετία), στη δε 1η φορά ευθύς αμέσως, μετά την έναρξη ισχύος του νόμου. Άλλωστε, η τελική κρίση θα ανήκει στο ΑΔΣ του ΑΠ.
    Τέλος, πρέπει να ξεκαθαρισθεί η μισθολογική κατάσταση των Ειρηνοδικών, αφού η διατύπωση του άρ. 10 του ΣχΝ εξασφαλίζει μεν τον μισθό και τα κεκτημένα τους κατά τον χρόνο ένταξης, ωστόσο δεν είναι σαφές τι θα συμβεί με τους Πρωτοδίκες της ειδικής επετηρίδας, εάν δηλαδή θα λάβουν μετά από έτη τον μισθό, όπως προσδοκάται με την τάξη τους.

    Με εκτίμηση.

  • 14 Απριλίου 2024, 14:31 | Ειρηνοδίκης Γ’ τάξης

    Όντας Ειρηνοδίκης Γ’ τάξης θεωρώ ότι το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο κινείται σε γενικές γραμμές προς τη σωστή κατεύθυνση. Η ύπαρξη δύο διαφορετικών δικαστικών σχηματισμών στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας αποτελεί στρέβλωση και είναι πλέον αναχρονιστική. Ωστόσο, η προβλεπόμενη ρύθμιση για την ένταξη των υπηρετούντων Ειρηνοδικών στη γενική επετηρίδα των Πρωτοδικών είναι άδικη και δημιουργεί εμπόδια στην ταχεία και πλήρη ενοποίηση των δικαστών του πρώτου βαθμού. Για να επιτύχει η μεταρρύθμιση στη δικαιοσύνη και οι δικαστικές αποφάσεις να εκδίδονται με ταχύτητα, αλλά και κυρίως με ποιότητα, θα πρέπει αφενός μεν να εργάζονται όλοι οι δικαστές σε ένα περιβάλλον που να διαπνέεται από την αρχή της ισότητας, των ίσων ευκαιριών και του αλληλοσεβασμού, αφετέρου δε να δίνονται κίνητρα σε όλους τους δικαστές να βελτιώνονται συνεχώς μέσω επιμορφωτικών σεμιναρίων, αλλά και ενόψει προαγωγής, εξέλιξης και προόδου. Ο εγκλωβισμός των Πρωτοδικών – πρώην Ειρηνοδικών στην ειδική επετηρίδα χωρίς σημαντική δυνατότητα εισόδου στη γενική επετηρίδα των Πρωτοδικών δημιουργεί Πρωτοδίκες δύο ταχυτήτων, χωρίς κίνητρο για τους πρώτους για παραγωγικότητα, βελτίωση και ανέλιξη. Η περιθωριοποίηση των Πρωτοδικών – πρώην Ειρηνοδικών στο ενιαίο πλέον πλαίσιο του Πρωτοδικείου είναι μία επιπλέον στρέβλωση, που θα καθυστερήσει την επιτυχία και την αποτελεσματικότητα της επιδιωκόμενης μεταρρύθμισης. Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η άμεση και τακτική κατ’ έτος δυνατότητα ένταξης ενός μεγάλου ποσοστού Πρωτοδικών – πρώην Ειρηνοδικών στη γενική επετηρίδα με ταυτόχρονη αναγνώριση των ετών προϋπηρεσίας τους. Σε κάθε περίπτωση δε, είναι αναγκαίο και δίκαιο να αναγνωρίζονται κατά τον χρόνο ένταξης στη γενική επετηρίδα τουλάχιστον τα έτη υπηρεσίας των πρώην Ειρηνοδικών ως Πρωτοδίκες, μετά δηλαδή τη στιγμή της ενοποίησης. Είναι εντελώς παράδοξη η ρύθμιση που εκμηδενίζει τα έτη προϋπηρεσίας των Ειρηνοδικών, ήτοι δικαστικών λειτουργών, που, ενώ επί σειρά ετών εκδίδουν δικαστικές αποφάσεις και θα συνεχίσουν να εκδίδουν ως δικαστές, θα καταλήγουν μετά την τυχόν ένταξή τους στη γενική επετηρίδα τελευταίοι στη σειρά, μετά μάλιστα από σημερινούς φοιτητές νομικής, που στο μέλλον θα επιτύχουν στις εξετάσεις της ΕΣΔΙ, χωρίς καμία εργασιακή εμπειρία. Εξάλλου, η ένταξη στη γενική επετηρίδα δεν είναι δυνατόν να θεωρείται ως τοποθέτηση και οι Πρωτοδίκες της ειδικής επετηρίδας κατά την ένταξη στη γενική θα πρέπει να διατηρούν τις οργανικές τους θέσεις στο δικαστήριο που ήδη υπηρετούν ως Πρωτοδίκες της ειδικής επετηρίδας. Επομένως, η βραδεία και στον πυθμένα ένταξη των Πρωτοδικών – πρώην Ειρηνοδικών στη γενική επετηρίδα αποτελεί αντικίνητρο για την υποβολή σχετικής αίτησης, καθόσον το μεγαλύτερο ποσοστό των Ειρηνοδικών Β’, Γ’ και Δ’ τάξης, που αφορά η ρύθμιση, βρίσκονται σήμερα στην ηλικία των 40 ετών περίπου, στην πλέον παραγωγική υπηρεσιακά ηλικία, και η απώλεια τόσων πολλών ετών υπηρεσίας (και ως Ειρηνοδίκες και ως Πρωτοδίκες της ειδικής επετηρίδας) δεν αφήνει περιθώρια εκ των πραγμάτων εξέλιξης των πρώην Ειρηνοδικών σε ανώτερους βαθμούς της δικαστικής ιεραρχίας και άρα δεν θα υφίσταται λόγος για την υποβολή τέτοιας αίτησης όταν αυτό επιτραπεί. Κατά τα προρρηθέντα, το σύστημα απονομής της δικαιοσύνης, όπως έχει διαμορφωθεί στο εν λόγω νομοσχέδιο, εκ νέου περιθωριοποιεί, απομονώνει και καθιστά μη παραγωγικό έναν ολόκληρο κλάδο δικαστών, που διορθώνοντας αυτές τις άδικες ρυθμίσεις, θα μπορούσε να αξιοποιήσει η πολιτεία στο έπακρο, επί τω τέλει απονομής ταχύτερης και ποιοτικότερης δικαιοσύνης προς όφελος των πολιτών και του κράτους δικαίου. Όλα τα κρίσιμα και προβληματικά σημεία του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου έχουν επισημανθεί διεξοδικά και στις προτάσεις των Ειρηνοδικείων Αθηνών και Θεσσαλονίκης, με τις οποίες συμφωνώ.

  • 14 Απριλίου 2024, 14:44 | ΒΑΓΓΕΛΗΣ

    Πλήρως εμπεριστατωμένες κι απόλυτα εύστοχες οι παρατηρήσεις των ειρηνοδικών Θεσσαλονίκης. Συμφωνώ απόλυτα.

  • 14 Απριλίου 2024, 14:34 | Ε.Σ

    Συντάσσομαι απόλυτα με τις προτεινόμενες παρατηρήσεις και διορθώσεις επί του νομοσχεδίου, όπως αυτές αναλύονται από το σύνολο των Ειρηνοδικών του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης. Σε μια ιστορική στιγμή στο χώρο της Δικαιοσύνης, όπου επιχειρείται η Ενοποίηση του Πρώτου Βαθμού Δικαιοδοσίας, επιχειρείται ταυτόχρονα με το παρόν νομοσχέδιο η μεγαλύτερη αδικία σε βάρος δικαστών που οι ίδιοι καλούνται να υπηρετούν το δίκαιο!!! Καμία δυνατότητα εξέλιξης των ειρηνοδικών της ειδικής επετηρίδας κατά παράβαση του άρθρου 88 του Συντάγματος, από το οποίο δεν εξάγεται συμπέρασμα περί αδυναμίας εξέλιξης των ειρηνοδικών. Ένταξη των ειρηνοδικών που θα επιλέξουν τη γενική επετηρίδα στο τέλος αυτής, κάτω από τον τελευταίο πρωτοδίκη, χωρίς καμία αναγνώριση όχι μόνο των ετών που έχουν υπηρετήσει ως ειρηνοδίκες, αλλά και των ετών που θα έχουν υπηρετήσει ως πρωτοδίκες στην ειδική επετηρίδα. Απαιτείται άμεση αποκατάσταση της επιχειρούμενης κατάφωρης αυτής αδικίας σε βάρος των ειρηνοδικών, που κατατείνει στην απόλυτη απαξίωση ανθρώπων που κατά το μεγαλύτερο ποσοστό εργάζονται με ευσυνειδησία, αμεροληψία, τιμιότητα και αξιοπρέπεια επί πολλά έτη, απονέμοντας δικαιοσύνη. Έτη, που τους ακυρώνονται, μηδενίζονται και ξεκινούν από την αρχή ως πρωτοδίκες, σεβόμενοι τη βούληση της πολιτείας, καθώς η ενοποίηση αυτή ξεκάθαρα δεν υπήρξε βούληση της πλειοψηφίας του κλάδου των Ειρηνοδικών. Θα πρέπει και η πολιτεία να σεβαστεί αν μη τι άλλο το στοιχειώδες εργασιακό δικαίωμα που έχει και ο τελευταίος εργαζόμενος, αυτό της αναγνώρισης των ετών προϋπηρεσίας, ενώ κάθε μισθολογική και μόνο εξομοίωση δεν αίρει τον άδικο τρόπο με τον οποίο επιχειρείται η ενοποίηση.

  • 14 Απριλίου 2024, 07:19 | Σωτήρης Τσιουμάκας

    Συμφωνώ με την πρόταση του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης

  • 13 Απριλίου 2024, 19:52 | Ευαγγελία

    Επίσης πρέπει να υπάρχει πρόβλεψη περί προαγωγής των δικ λειτουργών που παραμείνουν στην ειδική επετηρίδα, διότι τούτο επιβάλλεται για λόγους ισότητας. Δε μπορεί σε δύο κατηγορίες εργαζομένων με ίδια καθήκοντα να υπάρχει διαφοροποίηση και οι μεν να προαγονται ενώ οι δε οχι. Μετά βεβαιότητας οι θέσεις του 2ου βαθμού (εφετων)θα αυξηθούν, αφού θα αυξηθούν διπλασιαστουν για την ακρίβεια οι αποφάσεις του πρώτου βαθμο. Επομένως, θα πρέπει να προβλεφθεί ότι μετά την υπηρετηση ενός ελςχιστου χρόνου (πχ 15 ετων) ως πρωτοδικη της ειδικής, (είτε όταν φτάσει στην προαγωγή ο πρωτοδικης της γενικής που διορίστηκε το έτος της ενοποίησης) και κατόπιν εννοείται αξιολόγησης οι θέσεις
    του Β βαθμού θα καλύπτονται με
    ποσοστωση με τον βαση τον αριθμο
    εκαστης επετηρίδας.δηλαδη πχ η γενική έχει 600 πρωτοδικες και προέδρους και η ειδική άλλους 600,και οι κενές θέσεις εφετων είναι 20, θα καλυφθούν 10 από τη γενική και 10 από την ειδική επετηρίδα. Αυτό ουδόλως βλάπτει τα κεκτημένα των ήδη υπηρευουντων πρ τοπικών, αντίθετα θα εξελιχθούν ταχύτερα αλλά ταυτόχρονα δε θα δημιουργείται το παράδοξο δύο δικαστές ενω ασκούν ίδια καθήκοντα και εχουν συμπληρώσει τον ίδιο χρόνο υπηρεσίας ως πρωτοδικες, ο μεν να προάγεται παρόλο που διορίστηκε μεταγενεστερα, ενω ο δε
    που μάλιστα έχει ήδη δικαστικα καθήκοντα να μην προάγεται. Αυτό είναι καταφωρη αδικία!

  • 13 Απριλίου 2024, 18:18 | Νυν Ειρηνοδίκης

    Εφόσον θα υπάρχει ειδική επετηρίδα πρωτοδικών χωρίς υπηρεσιακή εξέλιξη, θα πρέπει οι εν λόγω πρωτοδίκες να έχουν μειωμένη αρμοδιότητα και καθήκοντα και όχι απλώς να εξαιρούνται από την εκδίκαση ΜΟΔ και το να προεδρεύουν στο ΤριμΠλημ. Η τωρινή πρόβλεψη είναι άδικη για τους ειρηνοδίκες που θα θελήσουν να παραμείνουν στην ΕΕ.

  • 13 Απριλίου 2024, 16:18 | Ελευθερία Α

    Η εκδίκαση όμοιων υποθέσεων από δικαστές που ο νόμος τους δίνει διαφορετικά χαρακτηριστικά (Πρωτοδίκη γενικής επιτηρίδας και Πρωτοδίκη ειδικής επιτηρίδας), εφόσον μάλιστα η διάκριση αυτή έχει ως κριτήριο την εμπειρία και την επάρκεια των δικαστών, ειναι αναπόφευκτο ότι θα προκαλέσει δυσλειτουργικά προβλήματα, με συνταγματικό έρεισμα, αφού οι διάδικοι θα δύνανται να ισχυριστούν ότι στερήθηκαν την αιτούμενη δικαστική προστασία όταν η υπόθεσή τους δικαστεί από τον («κατώτερο») Πρωτοδίκη ειδικής επιτηρίδας.

  • 13 Απριλίου 2024, 16:56 | Λ.Μ.

    Υπό την παρούσα πρόβλεψη ένας ειρηνοδίκης προκειμένου να ενταχθεί στη γενική επετηρίδα πρέπει α) να έχει ολοκληρώσει τα υποχρεωτικά προγράμματα επιμόρφωσης του άρθρου 7, β) να έχει δύο (2) τουλάχιστον εκθέσεις επιθεώρησης του άρθρου 101 του Kώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 4938/2022, A’ 109) από τον αρμόδιο Επιθεωρητή του Αρείου Πάγου της δικαστικής περιφέρειας στην οποία υπηρετεί και γ) εν συνεχεία να αποφασίσει θετικά για τη μεταπήδησή του το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο. Δεδομένου ότι η επιθεώρηση λαμβάνει χώρα ανά διετία στο βαθμό του Πρωτοδίκη και δεδομένου ότι για την Περιφέρεια Αττικής προβλέπεται αναστολή εφαρμογής του μέρους Α’ του παρόντος μέχρι την 01-01-2026, με έναν απλό μαθηματικό υπολογισμό συνάγεται ότι ένας πρώην ειρηνοδίκης – πρωτοδίκης ειδικής επετηρίδας που υπηρετεί στην Περιφέρεια Αττικής θα έχει δικαίωμα να μεταπηδησει στη γενική επετηρίδα το νωρίτερο την 01-01-2032. Ας πάρουμε το παράδειγμα ενός Ειρηνοδίκη Β’ Τάξης που έχει ήδη συμπληρώσει 12 έτη υπηρεσίας (καθόσον διορίστηκε με το διαγωνισμό του 2011) και υπηρετεί στην Περιφέρεια Αττικής: Οι εναλλακτικές του είναι είτε να παραμείνει εγκλωβισμένος στην ειδική επετηρίδα χωρίς καμία βαθμολογική εξέλιξη και προαγωγή (με ο,τι αυτό συνεπάγεται) για χρονικό διάστημα περίπου 25 ετών μέχρι τη συνταξιοδότησή του ασκώντας ωστόσο τα ίδια (πλην ελαχιστων παραλλαγών) καθήκοντα με ένα πρωτοδίκη γενικής επετηρίδας, είτε να μεταπηδήσει (εφόσον μάλιστα κριθεί ικανός προς τούτο και εφόσον ανήκει στο προβλεπόμενο ποσοστό του 20%) το έτος 2032 στη γενική επετηρίδα, εντασσόμενος στο τέλος αυτής, με αποτέλεσμα να μην του αναγνωρίζονται 18 έτη προϋπηρεσίας (12 ως ειρηνοδίκη και 6 ως πρωτοδίκη ειδικής επετηρίδας) και χάνοντας μάλιστα το αμετάθετο, ενώ έχει ήδη υπηρετήσει επί πολλά έτη στην επαρχία. Δυστυχώς υπάρχουν ακόμα χειρότερα παραδείγματα από πλευράς αριθμών και το ανωτέρω είναι όλως ενδεικτικό. Εφόσον όμως παραμείνουν αμετάβλητες οι υφιστάμενες προβλέψεις είναι σκόπιμο το μέρος Α’ του παρόντος να μην τιτλοφορείται ως «ενοποίηση» του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας, καθόσον η ενοποίηση συνεπάγεται ίδια δικαιώματα, ίδιες υποχρεώσεις, ίδια καθήκοντα και ίδια εξέλιξη. Θα μπορούσε ίσως να μετονομαστεί σε ενοποίηση μόνο της ύλης του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας χωρίς ενοποίηση και των υπηρετούντων στον εν λόγω βαθμό.

  • 13 Απριλίου 2024, 15:56 | Αικατερίνη Μαντέλη

    Λόγω μεγάλων καθυστερήσεων στη σύγκληση του ΑΔΣ που έκρινε τις προαγωγές και στη δημοσίευση του σχετικού ΦΕΚ, πολλοί ειρηνοδίκες ενώ θα έχουν συμπληρώσει κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος του παρόντος ν/σ τα απαιτούμενα έτη για προαγωγή τους στην επόμενη τάξη και ένω διαθέτουν τα προσόντα θα θεωρούνται Ειρηνοδίκες μικρότερης τάξης. Ορθότερο θα ήταν η αντιστοίχιση των ειρηνοδικων με τους πρωτοδίκες να γίνει όχι βάσει τάξης αλλά βάσει ετών προϋπηρεσίας.

  • 12 Απριλίου 2024, 22:21 | Προβληματισμένος Ειρηνoδίκης

    Συμφωνώ με την πρόταση του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης.
    Η τοποθέτηση των Ειρηνοδικών κάτω από τον τελευταίο πρωτοδίκη, μετά μάλιστα από διπλή αξιολόγηση από το ΑΔΣ, αποτελεί κατάφορη παραβίαση της αρχής της ισότητας, της αρχαιότητας και της αξιοκρατίας, καθόσον οι Ειρηνοδίκες που επιθυμούν να εισέλθουν στην γενική επετηρίδα θα παρατηρούν υπομονετικά να εισέρχονται διαδοχικά σε αυτή και να προηγούνται δεκάδες πρωτοδίκες με πολύ λιγότερα χρόνια υπηρεσίας, καθώς και οι δόκιμοι Ειρηνοδίκες. Πώς διασφαλίζεται έτσι ο σεβασμός αμφότερων των επετηρίδων κατά την εισηγητική έκθεση;

  • 12 Απριλίου 2024, 21:40 | Τ.Π.

    Η ορθότερη κατά τη γνώμη μου πρόταση είναι αυτή του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης.
    Η μεταφορά με το άρθρο 6 των οργανικών θέσεων των Ειρηνοδικών Α’ τάξης στα πρωτοδικεία ως οργανικές πρωτοδικών και όχι προέδρων κατά την αντιστοιχία της παρ. 1 του άρθρου 8 στερεί ουσιαστικά από αυτούς οποιαδήποτε προσδοκία υπηρεσιακής εξέλιξης. Αναρωτιέμαι όταν υπάρχουν χώρες όπως η Ολλανδία, που επιτρέπει σε δικηγόρους να εισέρχονται στο δκαστικό κλάδο, χωρίς όριο ηλικίας, εφόσον κρίνεται ότι έχουν την απαραίτητη εμπειρία και ικανότητα για αυτό, πώς στην Ελλάδα ένας δικαστής με 24-35 έτη εμπειρίας σε αστικές υποθέσεις και συχνά στην διοίκηση δικαστηρίων, παροπλίζεται καθηλωμένος στο βαθμό του πρωτοδίκη έως τη σύνταξή του. Πως αξιοποιείται η εμπειρία του και ποιο κίνητρο παραγωγικότητας του δίνεται (βλ. και πόρισμα της Παγκόσμιας Τράπεζας), ώστε να συμβάλει στην πολυπόθητη επιτάχυνση της δικαιοσύνης; Η ταχύτητα δεν είναι θέμα αριθμών, αλλά βούλησης του ανθρώπινου δυναμικού!

  • 12 Απριλίου 2024, 21:54 | Προβληματισμένος Ειρηνoδίκης

    Η παράγραφος 2 του άρθρου 8 έρχεται σε σαφή σύγκρουση με την παρ. 1 αυτού. Τι νόημα έχει η αντιστοιχία που ορίζει η παρ. 1 όταν στην παρ. 2 όλοι αδιακρίτως οι Ειρηνοδίκες που θα επιλέξουν να ενταχθούν στην κοινή επετηρίδα τοποθετούνται κάτω από τον τελευταίο Πρωτοδίκη και κάτω από τον Δόκιμο Ειρηνοδίκη; Πρόκειται για κατάφορη και πρωτοφανή παραβίαση κάθε εργασιακού κεκτημένου, που μηδενίζει και απαξιώνει την πολυετή εμπειρία δικαστικών λειτουργών. Επιπλέον, επιβραδύνει τον ρυθμό ενοποίησης παρατείνοντας την χρονική διάρκεια της ειδικής επετηρίδας, καθότι αποτελεί αντικίνητρο για την επιλογή εισόδου στην γενική. Ειδικά Ειρηνοδίκες Β΄τάξης βρίσκονται στο αδιέξοδο να επιλέξουν να παραμείνουν άλλα 20-25 έτη σε μία στάσιμη επετηρίδα χωρίς ουδεμία προοπτική εξέλιξης, ούτε καν στον βαθμό του Προέδρου πρωτοδικών και να παρακολουθούν την ραγδαία ανέλιξη πολύ νεότερων σε χρόνια υπηρεσίας και άπειρων δικαστών στην ειδική επετηρίδα ή να εισέλθουν σε αυτή θυσιάζοντας άλλα 18-20 έτη εμπειρίας τοποθετούμενοι κάτω από πρωτοδιόριστους πρωτοδίκες.

  • 12 Απριλίου 2024, 21:13 | Προβληματισμένος Ειρηνoδίκης

    Νομίζω ότι απαραίτητη προϋπόθεση για την ίση μεταχείρηση των εισερχομένων στην γενική επετηρίδα ειρηνοδικών αποτελεί η διασφάλιση του αμετάθετου έως την προαγωγή τους, καθόσον στην πλειοψηφία τους έχουν ήδη υπηρετήσει επί σειρά ετών σε διάφορα επαρχιακά Ειρηνοδικεία, συχνά σε απομακρυσμένα νησιά, ολοκληρώνοντας τον κύκλο των μεταθέσεών τους. Η εκ νέου μετάθεσή τους πριν την προαγωγή τους σε προέδρους πρωτοδικών αποτελεί παραβίαση της αρχής της ισότητας και της αξιοκρατίας. Κατά τα λοιπά συντάσσομαι με την πρόταση του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης.

  • 12 Απριλίου 2024, 21:36 | ΜΝ

    Με το άρ. 8 παρ. 2 παραβιάζεται η αρχή της ισότητας, διότι παραβλέπεται/ διαγράφεται ολοσχερώς η δικαστική προϋπηρεσία των πρώην ειρηνοδικών (η οποία, για την πλειοψηφία εξ αυτών, είναι πολυετής), καθώς και η ανά έτος αξιολόγηση/ επιθεώρησή τους, ως ειρηνοδικών, από ανώτατους Δικαστές και απαιτείται επιπλέον τουλάχιστον 3ετής πραγματική υπηρεσία τους ως πρωτοδίκες ειδικής επετηρίδας για να έχουν απλώς το δικαίωμα να αιτηθούν τη μεταπήδησή τους στη γενική επετηρίδα, προϋποθέσεις, οι οποίες, ωστόσο, δεν απαιτούνται για το διορισμό των αποφοίτων της ΕΣΔι – νεοεισερχόμενων παρέδρων ως πρωτοδικών, ούτε για τους νυν Δόκιμους Ειρηνοδίκες (προερχομένους από την ΕΣΔι) και τους σπουδαστές στην ΕΣΔι (κατεύθυνση Ειρηνοδικών). Με τον τρόπο αυτό, η πολιτεία επιδεικνύει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη σε νεοεισερχόμενους άπειρους δικαστές, με μηδενικό ή ελάχιστο χρόνο στην έδρα και τη σύνταξη αποφάσεων, έναντι δικαστών με εμπειρία ακόμη και άνω των 10 ή 20 ετών, χωρίς, όμως, να αιτιολογείται ο λόγος και ο σκοπός της διαφορετικής αυτής μεταχείρισης. Να σημειωθεί ότι και οι ειρηνοδίκες, για την είσοδό τους στο Σώμα, συμμετείχαν και πέτυχαν σε απαιτητικές εξετάσεις, ενώ κατά τη δικαστική τους θητεία επεξεργάστηκαν πλήθος δικογραφιών, συναφούς αντικειμένου με αυτές των πρωτοδικών, καθώς και συμμετείχαν σε συνθέσεις τριμελών πλημμελειοδικών και δικαστικών συμβουλίων.
    Περαιτέρω, προβληματικός φαίνεται ο προσδιορισμός του χρονικού διαστήματος των 3 ετών για τη δυνατότητα υποβολής αίτησης για τη μεταπήδηση στη γενική επετηρίδα, καθότι, πέραν από αυθαίρετος, είναι και μη εύλογος. Και τούτο, διότι οι ενδιαφερόμενοι θα κληθούν να έχουν τουλάχιστον 3ετή, 6ετή, 9ετή κ.ο.κ. υπηρεσία ως πρωτοδίκες, πλέον της ήδη διανυθείσας τους προϋπηρεσίας ως ειρηνοδίκες (5, 10, 20 κ.λπ. χρόνια κατά περίπτωση), για να εισέλθουν, τελικά, τελευταίοι στη γενική επετηρίδα, δηλαδή, πρακτικά, δικαστής με π.χ. 15ετή προϋπηρεσία θα είναι κατώτερος του νεοεισερχόμενου δικαστή με μηδενική εμπειρία.
    Για την άρση των ανωτέρω αδικιών και ανισοτήτων, δέον όπως, αφενός, απλοποιηθούν οι προϋποθέσεις μεταπήδησής τους στη γενική επετηρίδα με σύντμηση του χρονικού διαστήματος υπηρεσίας τους στην ειδική (επετηρίδα) και, αφετέρου, όπως αναγνωριστεί η προϋπηρεσία τους ως ειρηνοδικών εν συνόλω (με βάση την αντιστοίχιση της παρ. 1 του ιδίου άρ. 8), άλλως αφαιρουμένου 1 έτους λόγω μη φοίτησής τους στην ΕΣΔι [δεδομένου ότι η φοίτηση στην ΕΣΔι φαίνεται να αναγορεύεται (εμμέσως) ως βασικό κριτήριο για την κτήση της ιδιότητας του πρωτοδίκη].

  • 12 Απριλίου 2024, 20:03 | ΜΝ

    Στο άρθρο 8 παρ. 1 περ. γ’ προβλέπεται ότι, οι ειρηνοδίκες Γ’ τάξης αντιστοιχούν σε πρωτοδίκες που έχουν συμπληρώσει από 4 έως 7 έτη υπηρεσίας. Ωστόσο, υπάρχουν ειρηνοδίκες Γ’ τάξης, οι οποίοι τον Ιούλιο του 2024 συμπληρώνουν 8 έτη υπηρεσίας, με αποτέλεσμα να χάνουν, με την παραπάνω πρόβλεψη, αναιτιολόγητα, 1 έτος υπηρεσίας. Θα ήταν χρήσιμο να διορθωθεί η εν λόγω διάταξη και η αντιστοιχία να γίνεται με βάση τα ορθά έτη υπηρεσίας, ώστε να αποσοβηθεί οιαδήποτε τυχόν μελλοντική αδικία στην υπηρεσιακή/ μισθολογική εξέλιξη των εν λόγω δικαστών.

  • 12 Απριλίου 2024, 16:32 | Τριανταφυλλιά Μπακαλοπούλου

    Συντάσσομαι πλήρως με την πρόταση του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης, τονίζοντας ότι η παρ. 2 του ως άνω άρθρου θα πρέπει να τεθεί σε αρμονία με την παρ. 1 αυτού. Η τοποθέτηση όλων των Ειρηνοδικών που θα επιλέξουν να εισέλθουν στην γενική επετηρίδα, φυσικά μετά από αξιολόγηση από το ΑΔΣ, κάτω από τον τελευταίο πρωτοδίκη, αδιαφορώντας για τα χρόνια υπηρεσίας τους ως τη δεδομένη χρονική στιγμή, αντίκειται στην αρχή της ισότητας, αξιοκρατίας και αρχαιότητας, καθώς και σε πληθώρα αρχών του Εργατικού Δικαίου, που εμείς οι δικαστές καλούμαστε σε άλλες περιπτώσεις να εφαρμόσουμε. Είναι κρίμα σε μια ιστορική στιγμή για τη δικαιοσύνη, αντί να επιτευχθεί η απαιτούμενη από το Σύνταγμα ενοποίηση, ο νομοθέτης να επιλέξει έναν «νόμο – ασανσέρ», με τον οποίο απλά οι Ειρηνοδίκες φορτώνονται αρμοδιότητες και αλλάζουν όροφο στα δικαστικά μέγαρα.
    Περαιτέρω, ως εκπαιδεύτρια στην ΕΣΔΙ για δύο έτη στον κλάδο Ειρηνοδικών, αναρωτιέμαι πώς είναι δυνατόν με το παρόν σχέδιο να τοποθετούνται οι Δόκιμοι Ειρηνοδίκες και όσοι βρίσκονται στο στάδιο της πρακτικής τους άσκησης – μαθητές μου, εντός έξι μηνών στη γενική επετηρίδα, ενώ εγώ, παρότι δασκάλα τους, θα πρέπει εκτός από τα προγράμματα επιμόρφωσης, να αξιολογηθώ δις από τον ΑΠ, τοποθετούμενη υπό αίρεση πολύ κάτω από εκείνους στην γενική επετηρίδα. Όσο καλή δουλειά και αν έγινε κατά την εκπαίδευσή τους, τόσο από εμένα όσο και από τους λοιπούς συναδέλφους μου Ειρηνοδίκες, αναρωτιέμαι πώς μπορεί να αξιολογηθεί μια τέτοια επιλογή του νομοθέτη;

  • 12 Απριλίου 2024, 14:26 | ΕΓ

    Ποιος ο λόγος της διακριτικής αντιμετώπισης των Δόκιμων Ειρηνοδικών Δ αποφοίτων της ΕΣΔΙ; Βρίσκονται στη βάση της επετηρίδας των ειρηνοδικών και ξαφνικά θα βρεθούν χωρίς να υφίσταται κάποιο επαρκές κριτήριο (η φοίτηση στην ΕΣΔΙ είναι επαρκές;) πάνω από από όλους τους υπόλοιπους ειρηνοδίκες. Αποτελεί ανεπίτρεπτη παρέμβαση στον πίνακα αρχαιότητας, μοναδικό κριτήριο του οποίου είναι τα έτη υπηρεσίας. Επίσης δεν προκύπτει από την ανάλυση συνεπειών ρύθμισης για ποιο λόγο κριτήριο του ΑΔΣ για την ένταξη των ειρηνοδικών στη γενική επετηρίδα δεν αποτελεί και η αρχαιότητα.

  • 12 Απριλίου 2024, 13:07 | ΕΛ.Φ

    Συμφωνώ με την πρόταση της Θεσσαλονίκης.

  • 12 Απριλίου 2024, 11:19 | ΔΗΜΟΓΕΡΟΝΤΑΣ

    Απάντηση στον juge de paix:
    Ακριβώς έτσι είναι με μια επισήμανση: και οι ειρηνοδίκες είναι δικαστές, και αυτών η ένταξη τους σε άλλη επετηρίδα θα ήταν αντισυνταγματική, καθώς θα διαταράσσονταν η δικαιολογημένη εμπιστοσύνη και εύλογη προσδοκία των ειρηνοδικών για εξέλιξη τους στον επόμενο βαθμό σε προβλέψιμο χρόνο. (ισοβιότητα). Το σχέδιο του 1999 εξαιτίας αυτών των λόγων δεν προχώρησε. Την αντισυνταγματικότητα δε των διαφορετικών επετηρίδων με ίδια καθήκοντα περιγράφει ακροθιγώς η γνωμάτευση Αλιβιζάτου.

  • 12 Απριλίου 2024, 10:16 | juge de paix

    Το νομοσχέδιο ορθώς προβλέπει την ένταξη όσων Ειρηνοδικών το επιθυμούν, μετά από σύμφωνη κρίση του Α.Δ.Σ., στην επετηρίδα των Πρωτοδικών (γενική), μετά από τον τελευταίο Πρωτοδίκη. Η εμβόλιμη ένταξη τους στην επετηρίδα αυτή, όπως ζητούν οι Ειρηνοδίκες Θεσσαλονίκης και άλλοι σχολιαστές, θα ήταν αντισυνταγματική, καθώς θα διαταράσσονταν η δικαιολογημένη εμπιστοσύνη και εύλογη προσδοκία των Πρωτοδικών για εξέλιξη τους στον επόμενο βαθμό σε προβλέψιμο χρόνο. Το ίδιο εξάλλου, δηλαδή η ένταξη στο τέλος της επετηρίδας, προβλεπόταν και στο σχέδιο του 1999. Την αντισυνταγματικότητα δε της εμβόλιμης ένταξης περιγράφει ακροθιγώς η γνωμάτευση Αλιβιζάτου.
    Οι Ειρηνοδίκες, αντί να επιμένουμε, λοιπόν, σε ανέφικτα πράγματα, θα έπρεπε να εστιάζουμε, κυρίως, στην άνιση μεταχείριση όσων δεν επιθυμούν να ενταχθούν στη γενική επετηρίδα και θα παραμείνουν στην ειδική επετηρίδα, στην οποία ορθώς μεν δεν επιτρέπεται η εξέλιξή μας σε άλλους βαθμούς, αλλά από την άλλη μας επιβάλλονται τα ίδια-γενικά σχεδόν καθήκοντα με τους Πρωτοδίκες της γενικής επετηρίδας (εκδίκαση συνόλου αστικών υποθέσεων, υποθέσεων μονομελούς πλημμελειοδικείου, συμμετοχή σε συνθέσεις Τριμελών). Θα πρέπει, συνεπώς, να ζητήσουμε, τον περιορισμό των καθηκόντων όσων παραμένουν στην ειδική επετηρίδα. Ειδική επετηρίδα = ειδικά καθήκοντα. Το ίδιο εξάλλου προβλεπόταν και στο σχέδιο του 1999, αλλά και στη γνωμάτευση Αλιβιζάτου, που αναφέρουν ότι οι Ειρηνοδίκες που δεν επιθυμούν την ένταξη τους στη γενική επετηρίδα των Πρωτοδικών ή δεν κρίνονται ικανοί γι’αυτό από το Α.Δ.Σ., συνεχίζουν να ασκούν τα ίδια καθήκοντα που ασκούσαν έως τώρα. Δηλαδή, τα καθήκοντα για τα οποία αποφασίσαμε να γίνουμε Ειρηνοδίκες. Κι έτσι δεν διαταράσσεται και η δική μας δικαιολογημένη εμπιστοσύνη, καθώς, με το διορισμό μας ως Ειρηνοδίκες αποδεχθήκαμε να ασκούμε συγκεκριμένα καθήκοντα (εκδίκαση ήσσονος οικονομικής αξίας διαφορών και υποθέσεων ειδικών αστικών νόμων σε πρώτο βαθμό και σε μονομελή σύνθεση), χωρίς δυνατότητα βαθμολογικής εξέλιξης.

  • 12 Απριλίου 2024, 09:52 | Π.Κ.

    Ορθότερη όλων η πρόταση των υπηρετούντων στο Ειρηνοδικείο Θεσσαλονίκης.

  • 12 Απριλίου 2024, 09:11 | ΚΠ

    ΕΙΜΑΣΤΕ ΠΕΡΙΠΟΥ 15 ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΣ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΣΥΜΠΛΗΡΩΝΟΥΜΕ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ 16 ΧΡΟΝΙΑ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ. ΤΟ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΚΑΜΙΑ ΠΡΟΒΛΕΨΗ ΓΙΑ ΕΜΑΣ. ΑΥΤΗ ΤΗ ΧΡΟΝΙΚΗ ΣΤΙΓΜΗ ΕΧΟΥΜΕ ΒΑΘΜΟ Β ΠΛΗΝ ΟΜΩΣ ΕΧΟΥΜΕ ΑΝΩ ΤΩΝ 12 ΕΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ. ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΡΟΣΤΕΘΕΙ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟ ΕΔΑΦΙΟ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΚΗ ΜΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΣΗ ΣΕ ΒΑΘΜΟ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ.

  • 12 Απριλίου 2024, 08:10 | Πρωην Ειρηνοδίκης

    Πρέπει να τροποποιηθούν τα εδάφια β,γ και δ της παραγράφου 1 με διαγραφή της αναφοράς των τάξεων των Ειρηνοδικών και την αντιστοίχισή των τελευταίων με μόνο κριτήριο τα έτη πραγματικής υπηρεσίας τους. Διαφορετικά δημιουργείται αντινομία με το άρθρο 10, δεδομένου άλλωστε του γεγονότος ότι, αν δεν μεσολαβούσε το παρόν νομοσχέδιο, θα διενεργούνταν κρίσεις από το ΑΔΣ και προαγωγές εντός του καλοκαιριού. Άλλωστε η εν λόγω διατύπωση δημιουργεί ασάφειες σχετικά με την αντιστοίχιση των Ειρηνοδικών Γ τάξης με 8 έτη πραγματικής υπηρεσίας και των Β τάξης με άνω των 12 ετών έτη πραγματικής υπηρεσίας.

  • 11 Απριλίου 2024, 23:38 | ΑΡΓΥΡΗΣ

    Γίνεται αντιληπτό ότι η §2 για ένταξη των Ειρηνοδικών στη γενική επετηρίδα υπό τον τελευταίο Πρωτοδίκη αναιρεί λογικά και νομικά την ίδια την §1 για αντιστοίχιση των δύο επετηρίδων?? Σκοπούμενο είναι η ενοποίηση των δύο επετηρίδων, πλήρης, πραγματική, ουσιαστική και ισότιμη ή η καταπάτηση της ειδικής από τη γενική, προκειμένου να εκπληρωθεί ένα αφήγημα για πρόσφορη εκμετάλλευση του δικαστικού δυναμικού??
    Γιατί δεν προκρίθηκε η εμβόλιμη ένταξη με βάση την ίδια την §1, όπου θα λαμβάνετο υπόψη η υπηρεσιακή διαδρομή των Ειρηνοδικών, έστω με χρονικές διαβαθμίσεις και κρίσεις, ή έστω μια συνάντηση των δύο επετηρίδων σε βαθμούς ανώτερους απ’ αυτούς που ήδη φέρει κάθε μία (ο Ειρηνοδίκης Α εξομοιώνεται κατά τον ΚΟΔΚΔΛ αρθ.66 με Προέδρο Πρωτοδικών), με τη δημιουργία νέων θέσεων Εφετών, που εκ των πραγμάτων θα κριθεί αναγκαία στο μέλλον?? Η πρόσφορη ερμηνεία της ΕρμΔηλ αρθ.88 Σ δεν αναιρεί ούτε την εμβόλιμη ένταξη (την προτάσσει μάλιστα) ούτε την περαιτέρω εξέλιξη των Ειρηνοδικών (όπως προκύπτει από την απαίτηση για κρίση και αξιολόγηση), ενώ επίσης το αδιατάρακτο των δικαστικών επετηρίδων δεν είναι δυνατό να ισχύει μόνο για την μία επετηρίδα και να μην ισχύει για την επετηρίδα των Ειρηνοδικών.

  • 11 Απριλίου 2024, 18:39 | Αχιλλεύς Καρύδας

    Αρχικώς θυμίζω και παραθέτω τα συμπεράσματα της από 26-02-2024 γνωμοδότησης του Καθηγητή Νικολάου Αλιβιζάτου (στην οποία και παραπέμπω τους δέκτες του παρόντος σχολίου):

    https://ende.gr/wp-content/uploads/2024/03/%CE%93%CE%BD%CF%89%CE%BC%CE%BF%CE%B4%CF%8C%CF%84%CE%B7%CF%83%CE%B7-%CE%BA.-%CE%91%CE%BB%CE%B9%CE%B2%CE%B9%CE%B6%CE%AC%CF%84%CE%BF%CF%85.-pdf.pdf

    «1. Για να ενισχύσει την προσωπική ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργιών, το Σύνταγμα του 1975 έθεσε τέρμα στην πρακτική των μετατάξεών τους, που ακολουθούνταν έως τότε (άρθρο 88 παρ. 6)
    2. Εξαίρεση από τον ανωτέρω κανόνα εισάγει, μεταξύ άλλων, η ερμηνευτική δήλωση του άρθρου 88, η οποία προβλέπει τη δυνατότητα ενοποίησης δια νόμου του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας της πολιτικής δικαιοσύνης. Ως εξαίρεση, η δυνατότητα αυτή θα πρέπει να ερμηνεύεται και να ρυθμίζεται στενά, εν όψει των αρχών της ισότητας και της αξιοκρατίας, οι οποίες αποτελούν εγγυήσεις της δικαστικής ανεξαρτησίας.
    3. Η δικαστική επετηρίδα είναι το κατ’ εξοχήν εργαλείο για την τήρηση των αρχών αυτών στην πράξη. Ως εκ τούτου, η ανατροπή της δεν επιτρέπεται, διότι προσβάλλει την εύλογη προσδοκία των δικαστικών λειτουργών να εξελιχθούν στον ανώτερο κάθε φορά βαθμό σε προβλέψιμο κατ’ αρχήν χρόνο, ενώ ταυτόχρονα διαταράσσει την εύρυθμη λειτουργία των δικαστηρίων.
    4. Έτσι, η αθρόα ένταξη των υπηρετούντων Ειρηνοδικών στην γενική επετηρίδα των Προέδρων Πρωτοδικών, Πρωτοδικών και Παρέδρων Πρωτοδικείων αποκλείεται, ελλείψει προηγούμενης αξιολόγησης των εντασσομένων. Σε κάθε περίπτωση, η αθρόα ένταξη θα ήταν αντίθετη πρώτον με την ερμηνευτική δήλωση του άρθρου 88, η οποία προβλέπει υποχρεωτικά «κρίση και αξιολόγηση» των επιθυμούντων να ενταχθούν και, δεύτερον, με το άρθρο 90 παρ. 1, το οποίο ορίζει ότι οι κατ’ εξαίρεση μετατάξεις και οι προαγωγές δικαστικών λειτουργών διενεργούνται μόνο ύστερα από απόφαση του ανώτατου δικαστικού συμβουλίου.
    5. Οι αρχές της ισότητας και της αξιοκρατίας απαιτούν εξατομικευμένη ουσιαστική κρίση των ενδιαφερομένων, ώστε να αξιολογείται τόσο η επιστημονική κατάρτισή τους, όσο και τα λοιπά ουσιαστικά προσόντα τους.
    6. Η κρίση αυτή είναι αναγκαία προϋπόθεση για την ένταξη των ενδιαφερομένων Ειρηνοδικών στην γενική επετηρίδα, ακόμη και στην περίπτωση που αυτοί θα εντάσσονταν μετά τον υπηρετούντα τελευταίο Πάρεδρο.
    7. Η κρίση αυτή εν τούτοις δεν αρκεί, αν προβλεφθεί η εμβόλιμη ένταξή τους στην γενική επετηρίδα. Διότι, στην περίπτωση αυτή, οι αρχές της ισότητας και της αξιοκρατίας προϋποθέτουν σύγκρισή τους με τους υπηρετούντες Προέδρους Πρωτοδικών, Πρωτοδίκες και Παρέδρους, καθώς, με την πρόταξη πρώην Ειρηνοδικών, θα επηρεαζόταν δυσμενώς η υπηρεσιακή κατάσταση και η προσδοκία εξέλιξης των πρώτων στον ανώτερο βαθμό, σε προβλέψιμο χρόνο.
    8. Επειδή η σύγκριση αυτή είναι πρακτικά ανέφικτη και υπερβαίνει τους σκοπούς της ερμηνευτικής δήλωσης του άρθρου 88 του Συντάγματος, οι εντασσόμενοι, ύστερα από θετική κατά τα ως άνω κρίση Ειρηνοδίκες θα πρέπει απαραιτήτως να εγγράφονται ως Πάρεδροι Πρωτοδικών, κάτω από τον υπηρετούντα τελευταίο Πάρεδρο.
    9. Η διατήρηση, εξάλλου, ειδικής επετηρίδας παράλληλα με τη γενική είναι αναγκαία προκειμένου να παραμείνουν σε αυτήν οι μη επιθυμούντες να ενταχθούν στην γενική επετηρίδα, καθώς και όσοι δεν κρίνονται επαρκείς κατά την αξιολόγηση που θα διενεργηθεί. Θα είναι προσωρινή και «παγιωμένη», όσον αφορά τα καθήκοντα και την εν γένει υπηρεσιακή κατάσταση των εγγεγραμμένων σε αυτήν. Οι τελευταίοι, για λόγους ομοιογένειας, θα μπορούσαν να μετονομασθούν σε «περιφερειακούς Πρωτοδίκες».
    10. Η κατά παράβαση, τέλος, των όρων της ερμηνευτικής δήλωσης του άρθρου 88 και των γενικών εγγυήσεων της δικαστικής ανεξαρτησίας ένταξη Ειρηνοδικών στη γενική επετηρίδα θα θέσει σοβαρά ζητήματα κακής σύνθεσης των δικαστηρίων στα οποία θα κληθούν να συμμετάσχουν.»

    Επιπλέον, ούτε λογικό είναι ούτε δίκαιο να μπει κάποιος Ειρηνοδίκης εμβόλιμα στην γενική επετηρίδα (πέραν των αναφερόμενων στην ως άνω γνωμοδότηση) και για τους ακόλουθους πραγματικούς λόγους: 1) η εισαγωγή στο βαθμό του πρωτοδίκη είναι δυσκολότερη από ότι στο βαθμό του ειρηνοδίκη (δυσκολία εξετάσεων), 2) δυσκολότερο αντικείμενο πρωτοδίκη (χρέωση, περισσότερες υπηρεσίες, υποθέσεις, που αφορούν κακουργήματα, προσωρινά κρατούμενους, οικογενειακές σχέσεις με προσωρινές διαταγές, που έχουν άμεσες και σοβαρότατες συνέπειες, αλλά και εν γένει ευρύτατο πεδίο προσωρινών διαταγών, συμβούλια και δυσχερέστερες υποθέσεις συνολικά και τουλάχιστον επιπλέον ενασχόληση με ποινικές έδρες, τουλάχιστον μία το μήνα με συνακόλουθη σύνταξη αποφάσεων και μία ως σύνεδρος), 3) μεταθέσεις. Τα ανωτέρω εξάλλου ήταν και αποτρεπτικός παράγοντας, που κατόπιν στάθμισης, πολλοί συνάδελφοι επέλεξαν να γίνουν ειρηνοδίκες. Επιπλέον σύμφωνα και με τα αναφερόμενα στο 7ο συμπέρασμα της γνωμοδότησης η εμβόλιμη ένταξη των ειρηνοδικών στην γενική επετηρίδα προσκρούει ευθέως στις αρχές της ισότητας και της αξιοκρατίας, αφού και αιφνιδίως προσβάλλεται η προσδοκία υπηρεσιακής εξέλιξής των πρωτοδικών, αλλά και χωρίς να έχουν υποστεί δυσμενή κρίση χάνουν τη σειρά τους από κάποιον, που σύμφωνα με τα ανωτέρω έχει κατά κανόνα περισσότερα μεν χρόνια υπηρεσίας, αλλά ποιοτικά πολύ ευκολότερα.

  • 11 Απριλίου 2024, 18:08 | Ελένη Βερβεροπούλου, ειρηνοδίκης Θεσσαλονίκης

    Αναγνωρίζοντας ότι επιχειρείται μια μεγάλη τομή στην ιστορία της δικαιοσύνης με την ‘ενοποίηση’ του πρώτου βαθμού με την κατάργηση των ειρηνοδικών και των ειρηνοδικείων, πρέπει, κατά την άποψή μου, να ληφθούν υπόψη τα κατωτέρω:
    Από την ερμηνευτική δήλωση του άρθρου 88 του Συντάγματος που ρυθμίζει την ενδεχόμενη ενοποίηση του πρώτου βαθμού, δεν συνάγεται ότι οι ειρηνοδίκες δεν θα εξελίσσονται μετά την ένταξή τους ως πρωτοδίκες. Εξάλλου, το συμπέρασμα αυτό προσκρούει σε συνταγματικές διατάξεις του εσωτερικού δικαίου (εθνικού και ευρωπαϊκού), καθώς, από τη στιγμή που ομιλούμε για ενοποίηση, δηλαδή όλοι οι δικαστές θα έχουν τα ίδια καθήκοντα, είναι αντίθετο με το Σύνταγμα να μην έχουμε και ίδια δικαιώματα. Το επιχείρημα ότι οι ειρηνοδίκες της ειδικής επετηρίδας θα έχουν λιγότερες αρμοδιότητες, επειδή δεν θα συμμετέχουν στα ΜΟΔ ή στο Πολυμελές Πρωτοδικείο, δεν έχει συνταγματικό έρεισμα, δεδομένου ότι, εφόσον πρόκειται για ενοποίηση, ακόμα και η μη συμμετοχή μας στις ανωτέρω συνθέσεις, δεν αναιρεί τον όρο ‘ίδια καθήκοντα’, καθόσον θα επιφορτιζόμαστε με περισσότερα καθήκοντα στα μονομελή, πολιτικά και ποινικά, σε σχέση με τους συναδέλφους μας πρωτοδίκες. Τούτο ισχύει, καθώς το νομοσχέδιο κάνει λόγο για ισομερή κατανομή μεταξύ μας.
    Η μη εξέλιξη προσκρούει στη γενική αρχή της ισότητας και της μη διάκρισης (άρθρο 4 Σ), όπως και στην αρχή της ίσης μεταχείρισης των δικαστικών λειτουργών (άρθρο 22 Σ), συντελώντας στη δυσμενή διάκρισή μας σε σχέση με τους συναδέλφους μας πρωτοδίκες και μάλιστα η διάκριση αυτή είναι άμεση, καθώς προκύπτει από το γράμμα του νομοσχεδίου. Επίσης, προσκρούει στην αρχή της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας των δικαστικών λειτουργών (άρθρο 87 Σ), δοθέντος ότι δεν λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι οι ειρηνοδίκες είναι ισόβιοι δικαστές, έχουν κριθεί ως προς την επάρκειά τους και συνεχίζουν να κρίνονται από ανώτερους δικαστές κατά τη διάρκεια της θητείας τους, έχουν επιστημονικά προσόντα, έχουν αποκτήσει δικαστηριακή εμπειρία ανάλογη με τα χρόνια υπηρεσίας τους, ενώ επιπλέον συμμετέχουν στην παρακολούθηση εκπαιδευτικών σεμιναρίων από την ΕΣΔΙ και από άλλους φορείς, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Παραβιάζεται επίσης η έννοια της ‘αρχαιότητας’ (άρθρο 66 παρ. 2 Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ.) που είναι συνυφασμένη με τον υπηρεσιακό βίο των δικαστών. Με την αρχαιότητα ρυθμίζονται οι σχέσεις μεταξύ των δικαστικών λειτουργών, οι οποίες με την ενοποίηση είναι αυτονόητο ότι θα πρέπει να επαναπροσδιοριστούν. Το αυτό ισχύει και για τη γενική επετηρίδα, όπου με το παρόν νομοσχέδιο δεν αναγνωρίζονται χρόνια προϋπηρεσίας κατά την είσοδο στη γενική επετηρίδα των ειρηνοδικών που θα αξιολογηθούν από το ΑΔΣ του ΑΠ, αλλά εντάσσονται κάτω από τον νεότερο πρωτοδίκη.
    Συμπληρωματικά, η μη εξέλιξη χειροτερεύει τη θέση των ειρηνοδικών επί της ουσίας, καθώς προωθείται η εσαεί τοποθέτηση των ειρηνοδικών της ειδικής επετηρίδας κάτω από τον νεότερο πρωτοδίκη όχι της σημερινής επετηρίδας, αλλά και της μελλοντικής επετηρίδας, εκείνης δηλαδή που θα δημιουργείται με την είσοδο νέων πρωτοδικών από την σχολή δικαστών. Η χειροτέρευση συνίσταται στο γεγονός ότι οι πρώην ειρηνοδίκες θα επιφορτιστούν με το σύνολο σχεδόν της δικαστηριακής ύλης των πρωτοδικών, χωρίς υπηρεσιακή εξέλιξη, ενώ το επιχείρημα για αύξηση των μισθολογικών απολαβών δεν είναι απολύτως ακριβές, καθώς οι ειρηνοδίκες Α΄ τάξης 24ετίας λαμβάνουμε το μισθό του Εφέτη.
    Τέλος, η μη εξέλιξη των ειρηνοδικών προσβάλλει το κύρος μας ως δικαστικών λειτουργών και μακροπρόθεσμα προσβάλει το κύρος της δικαιοσύνης, ενώ σκοπός του ενλόγω νομοσχεδίου είναι ο εξορθολογισμός της απονομής της δικαιοσύνης, μίας δικαιοσύνης ταχείας, αλλά ταυτόχρονα ποιοτικής και δίκαιης. Αφαιρούνται με αυτόν τον τρόπο από τους ειρηνοδίκες τα κίνητρα αποδοτικότητας και εξέλιξης, τα οποία είναι συνυφασμένα με την ορθή απονομή της δικαιοσύνης.
    Συμφωνώ με το σύνολο των από 10-04-2024 προτάσεων του ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης, όπου γίνεται ειδική αναφορά ανά άρθρο του νομοσχεδίου στα σημεία που πρέπει να τροποποιηθούν.
    Συμφωνώ με την από 10-04-2024 πρόταση τροποποίησης επί του νομοσχεδίου που προτείνουν οι πταισματοδίκες Αφροδίτη Σακελλαροπούλου και Πάνος Βασταρούχας, η οποία είναι στο ίδιο ως άνω πνεύμα, όπου αιτείται ανάλογη υπηρεσιακή αντιμετώπιση με τους συναδέλφους πρωτοδίκες και γίνεται αναφορά στο ρόλο, την εμπειρία και την συμβολή των ειρηνοδικών στην απονομή της δικαιοσύνης

  • 11 Απριλίου 2024, 17:52 | ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΜΑΡΟΥΣΙΟΥ

    Προς θεραπεία των αντισυνταγματικών διατάξεων του σχεδίου νόμου για την ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας (σύμφωνα και με τις υπ’αριθμ. 67 και 68 συστάσεις της σχετικής έκθεσης της Παγκόσμιας Τράπεζας) επιβάλλεται να ρυθμιστούν ρητά τα ακόλουθα:
    1. Μισθολογική εξομοίωση μεταξύ επετηρίδων ανάλογα με τα έτη υπηρεσίας. Άλλως ρύθμιση ειδικότερων ζητημάτων (προαγωγές, μισθό εφέτη στα 24 έτη υπηρεσίας) με τροποποίηση του ΚΟΔΚΔΛ.
    2. Δικαίωμα εισαγωγής σε γενική επετηρίδα ετησίως με αναγνώριση ετών υπηρεσίας. Άλλως δυνατότητα εξέλιξης σε β’ βαθμό δικαιοδοσίας από παράλληλη.

  • 11 Απριλίου 2024, 14:28 | Ιωάννα Κυρούδη

    Μία τόσο ριζική μεταρρύθμιση δεν μπορεί να γίνεται με ταυτόχρονη απαξίωση, παντελώς υποτιμητική μεταχείριση του ανθρώπινου δυναμικού που αφορά και να επιτύχει. Εμπεριέχει την ακόλουθη αντίφαση, από τη μία κρίνει τους Ειρηνοδίκες ικανούς ως Δικαστές να ανταπεξέλθουν σε σχεδόν όμοια καθήκοντα με τους Πρωτοδίκες, από την άλλη, όμως, δεν αναγνωρίζει σε αυτούς πραγματική δυνατότητα υπηρεσιακής εξέλιξης. Μετά την επιμόρφωσή τους αξιώνει να υπηρετούν επί πενταετία στο Πρωτοδικείο πριν τους δοθεί η δυνατότητα να αξιολογηθούν για πρώτη φορά από το ΑΔΣ, τοποθετεί δε αυτούς στο τέλος της γενικής επετηρίδας, χωρίς να αναγνωρίζεται η εμπειρία και η μέχρι τώρα πορεία τους στη Δικαιοσύνη. Αντίκειται στο Σύνταγμα και την ερμηνευτική δήλωση του άρθρου 88, όπου ορίζεται ότι κατά την ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας αξιολογούνται οι Δικαστές του Πρώτου Βαθμού και όχι μόνο οι Ειρηνοδίκες.
    Συντάσσομαι πλήρως με την άποψη του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης και την εκεί εκτενή αιτιολογία.
    Προτεινόµενη τροποποίηση : Οι υπηρετούντες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, Ειρηνοδίκες Α’ τάξης που θα επιλέξουν να παραµείνουν στην ειδική επετηρίδα λαµβάνουν το βαθµό του Προέδρου και οι Ειρηνοδίκες των λοιπών τάξεων προάγονται στο βαθµό του Προέδρου Πρωτοδικών, εφόσον συµπληρώσουν οχτώ (8) τουλάχιστον χρόνια υπηρεσίας στο βαθµό του Πρωτοδίκη. Προς το σκοπό αυτό δύνανται να συστήνονται και νεοπαγείς προσωποπαγείς θέσεις Προέδρων Πρωτοδικών ειδικής επετηρίδας, οι οποίες θα καλύπτονται από τους Πρωτοδίκες της ειδικής επετηρίδας µετά τη συµπλήρωση των απαιτούµενων ετών. Στους υπηρετούντες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, Ειρηνοδίκες παρέχεται επίσης δυνατότητα ένταξης στη γενική επετηρίδα των Πρωτοδικών, µετά από αίτησή τους, µε διατήρηση της οργανικής τους θέσης και τροπής αυτής από θέση Πρωτόδικη της ειδικής επετηρίδας σε θέση Πρωτόδικη της γενικής επετηρίδας. Η δυνατότητα αυτή παρέχεται ετησίως, για αριθµό θέσεων που αντιστοιχεί σε ποσοστό όχι µεγαλύτερο από το είκοσι τοις εκατό (20%) του συνολικού αριθµού των υπηρετούντων Πρωτοδικών της γενικής επετηρίδας κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης, εφόσον οι αιτούντες έχουν ολοκληρώσει τα υποχρεωτικά προγράµµατα επιµόρφωσης του άρθρου 7 και έχουν µία (1) τουλάχιστον έκθεση επιθεώρησης του άρθρου 101 του Kώδικα Οργανισµού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν . 4938/2022, A’ 109) από τον αρµόδιο Επιθεωρητή του Αρείου Πάγου της δικαστικής περιφέρειας στην οποία υπηρετούν. Για την ένταξη στη γενική επετηρίδα και τον ακριβή αριθµό των εντασσοµένων αποφαίνεται το Ανώτατο Δικαστικό Συµβούλιο Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης µε αιτιολογηµένη απόφασή του, η οποία εκδίδεται µετά από ακρόαση των αιτούντων, λαµβάνοντας υπόψη τις εκθέσεις επιθεώρησης, το ήθος, την επιστηµονική κατάρτιση, την ποιοτική και ποσοτική απόδοση της εργασίας και την επίδοση αυτών γενικά. Οι εντασσόµενοι στη γενική επετηρίδα τοποθετούνται ως εξής: Οι Ειρηνοδίκες Α’ τάξης µετά από τον τελευταίο αντίστοιχο Πρόεδρο Πρωτοδικών, οι Ειρηνοδίκες Β’, Γ’ και Δ’ τάξης µετά από τον τελευταίο αντίστοιχο Πρωτοδίκη, µε βάση τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 8 και µε βάση τη σειρά που κατείχε ο καθένας εξ αυτών στην ειδική επετηρίδα των ειρηνοδικών κατά τον χρόνο της αίτησης. Οι απόφοιτοι της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών, οι οποίοι, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, έχουν διοριστεί ως Δόκιµοι Ειρηνοδίκες Δ΄ ή βρίσκονται στο στάδιο της πρακτικής τους άσκησης µετά από την ολοκλήρωση του πρώτου σταδίου κατάρτισης, µπορούν µε αίτησή τους, η οποία υποβάλλεται εντός προθεσµίας έξι (6) µηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, και µετά από ακρόαση και απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συµβουλίου Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης, να ενταχθούν στη γενική επετηρίδα των Πρωτοδικών, τοποθετούµενοι µετά από τον τελευταίο πάρεδρο Πρωτοδικείου.
    ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Σε περίπτωση µη εµβόλιµης ένταξης των Ειρηνοδικών στη γενική επετηρίδα των Πρωτοδικών, τα έτη υπηρεσίας τους ως Πρωτοδίκες υπολογίζονται από την έναρξη ισχύος του παρόντος και µε βάση τη σειρά που κατείχε ο καθένας εξ αυτών στην ειδική επετηρίδα των Ειρηνοδικών.

  • 11 Απριλίου 2024, 13:18 | Π.B.

    Η ρύθμιση του άρθρου αυτού είναι κατάφωρα άδικη για τους Ειρηνοδικες.Η ενοποίηση με τον προτεινόμενο τρόπο αναθέτει στους Ειρηνοδίκες το σύνολο της δικαστηριακής ύλης των Πρωτοδικών χωρίς παράλληλα να τους εξασφαλίζει μισθολογική και υπηρεσιακή εξέλιξη όμοια με των Πρωτοδικών, παράλληλα δε παραγνωρίζει παντελώς τα χρόνια υπηρεσίας τους για την κατάταξη τους στη γενική επετηρίδα. Η πρόταση του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης για τις τροποποιήσεις που πρέπει να λάβουν χώρα , είναι σε πολύ σωστή κατεύθυνση και πρέπει να ληφθεί υπόψιν .

  • 11 Απριλίου 2024, 13:59 | Κωνσταντίνος Γαλίδης

    Μια τέτοια ριζική μεταρρύθμιση για να έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα θα πρέπει να μπορεί να γίνει αποδεκτή από την πλειοψηφία αυτών που άμεσα αφορά, ήτοι των Ειρηνοδικών. Εν προκειμένω το νομοσχέδιο απαξιώνει τους Ειρηνοδίκες και εκμηδενίζει κάθε εργασιακή τους εμπειρία, παραβλέποντας το γεγονός ότι πρόκειται ως επί το πλείστον για καταρτισμένους Δικαστές, οι οποίοι δύνανται με την κατάλληλη επιμόρφωση να ανταποκριθούν σε σύντομο χρόνο και στα νέα τους καθήκοντα, όπως άλλωστε έχουν αποδείξει τουλάχιστον κατά την τελευταία δεκαετία με τη διαρκή ανάθεση νέας δικαστικής ύλης, για την οποία αξιολογούνται ετησίως. Όπως είναι διατυπωμένο το άρθρο 8 δεν παρέχει στην ουσία τη δυνατότητα υπηρεσιακής εξέλιξης των πρώην Ειρηνοδικών. Εάν κάποιος επιλέξει να παραμείνει στην Ειδική Επετηρίδα θα παραμείνει εσαεί Πρωτοδίκης χωρίς καμία περαιτέρω εξέλιξη και συνεπώς χωρίς κίνητρο. Εάν επιλέξει να ενταχθεί στη Γενική Επετηρίδα, υπό τις προϋποθέσεις που τίθενται, δεν θα έχει ηλικιακά τη δυνατότητα εξέλιξης, διότι οι πρώτες τοποθετήσεις στη Γενική Επετηρίδα θα γίνουν πρακτικά περίπου πέντε έτη μετά την έναρξη ισχύος του νόμου, προκειμένου οι ενδιαφερόμενοι να έχουν λάβει εκτός των άλλων και τις δύο εκθέσεις επιθεώρησης που προβλέπονται. Επιπλέον, μετά την ένταξη τους στην Επετηρίδα αυτή, δεν τους αναγνωρίζεται κανένα έτος από την προϋπηρεσία τους ως Ειρηνοδίκες (παρά τη σχετική αντιστοίχιση της παρ. 1) και δεν τους αναγνωρίζονται ούτε καν τα έτη αυτά που θα υπηρετούν ως Πρωτοδίκες στην Ειδική Επετηρίδα με σχεδόν ίδιο αντικείμενο εργασίας με αυτό των Πρωτοδικών της Γενικής Επετηρίδας. Ως εκ τούτου η ένταξη αυτή αφορά ελάχιστους και κυρίως νέους Ειρηνοδίκες, ηλικίας σήμερα μέχρι 35 ετών, οι οποίοι θα μπορούν να έχουν τη δυνατότητα πραγματικής υπηρεσιακής εξέλιξης.
    Για τους λόγους αυτούς συντάσσομαι με την πρόταση του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης ως προς την τροποποίηση του εν λόγω άρθρου με το εξής περιεχόμενο :
    Οι υπηρετούντες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, Ειρηνοδίκες Α’ τάξης που θα επιλέξουν να παραµείνουν στην ειδική επετηρίδα λαµβάνουν το βαθµό του Προέδρου και οι Ειρηνοδίκες των λοιπών τάξεων προάγονται στο βαθµό του Προέδρου Πρωτοδικών, εφόσον συµπληρώσουν οχτώ (8) τουλάχιστον χρόνια υπηρεσίας στο βαθµό του Πρωτοδίκη. Προς το σκοπό αυτό δύνανται να συστήνονται και νεοπαγείς προσωποπαγείς θέσεις Προέδρων Πρωτοδικών ειδικής επετηρίδας, οι οποίες θα καλύπτονται από τους Πρωτοδίκες της ειδικής επετηρίδας µετά τη συµπλήρωση των απαιτούµενων ετών. Στους υπηρετούντες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, Ειρηνοδίκες παρέχεται επίσης δυνατότητα ένταξης στη γενική επετηρίδα των Πρωτοδικών, µετά από αίτησή τους, µε διατήρηση της οργανικής τους θέσης και τροπής αυτής από θέση Πρωτόδικη της ειδικής επετηρίδας σε θέση Πρωτόδικη της γενικής επετηρίδας. Η δυνατότητα αυτή παρέχεται ετησίως, για αριθµό θέσεων που αντιστοιχεί σε ποσοστό όχι µεγαλύτερο από το είκοσι τοις εκατό (20%) του συνολικού αριθµού των υπηρετούντων Πρωτοδικών της γενικής επετηρίδας κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης, εφόσον οι αιτούντες έχουν ολοκληρώσει τα υποχρεωτικά προγράµµατα επιµόρφωσης του άρθρου 7 και έχουν µία (1) τουλάχιστον έκθεση επιθεώρησης του άρθρου 101 του Kώδικα Οργανισµού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 4938/2022, A’ 109) από τον αρµόδιο Επιθεωρητή του Αρείου Πάγου της δικαστικής περιφέρειας στην οποία υπηρετούν. Για την ένταξη στη γενική επετηρίδα και τον ακριβή αριθµό των εντασσοµένων αποφαίνεται το Ανώτατο Δικαστικό Συµβούλιο Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης µε αιτιολογηµένη απόφασή του, η οποία εκδίδεται µετά από ακρόαση των αιτούντων, λαµβάνοντας υπόψη τις εκθέσεις επιθεώρησης, το ήθος, την επιστηµονική κατάρτιση, την ποιοτική και ποσοτική απόδοση της εργασίας και την επίδοση αυτών γενικά. Οι εντασσόµενοι στη γενική επετηρίδα τοποθετούνται ως εξής: Οι Ειρηνοδίκες Α’ τάξης µετά από τον τελευταίο αντίστοιχο Πρόεδρο Πρωτοδικών, οι Ειρηνοδίκες Β’, Γ’ και Δ’ τάξης µετά από τον τελευταίο αντίστοιχο Πρωτοδίκη, µε βάση τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 8 και µε βάση τη σειρά που κατείχε ο καθένας εξ αυτών στην ειδική επετηρίδα των ειρηνοδικών κατά τον χρόνο της αίτησης. Οι απόφοιτοι της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών, οι οποίοι, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, έχουν διοριστεί ως Δόκιµοι Ειρηνοδίκες Δ΄ ή βρίσκονται στο στάδιο της πρακτικής τους άσκησης µετά από την ολοκλήρωση του πρώτου σταδίου κατάρτισης, µπορούν µε αίτησή τους, η οποία υποβάλλεται εντός προθεσµίας έξι (6) µηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, και µετά από ακρόαση και απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συµβουλίου Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης, να ενταχθούν στη γενική επετηρίδα των Πρωτοδικών, τοποθετούµενοι µετά από τον τελευταίο πάρεδρο Πρωτοδικείου. Τέλος, σε περίπτωση µη εµβόλιµης ένταξης των Ειρηνοδικών στη γενική επετηρίδα των Πρωτοδικών, τα έτη υπηρεσίας τους ως Πρωτοδίκες υπολογίζονται από την έναρξη ισχύος του παρόντος και µε βάση τη σειρά που κατείχε ο καθένας εξ αυτών στην ειδική επετηρίδα των Ειρηνοδικών.

  • 11 Απριλίου 2024, 12:59 | ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ

    -Η αντιστοίχιση των ειρηνοδικων με τους πρωτοδίκες θα πρέπει να γίνει όχι βάσει τάξης αλλά βάσει ετών προϋπηρεσίας, διότι λόγω μεγάλων καθυστερήσεων στη σύγκληση του ΑΔΣ που έκρινε τις προαγωγές και ακόμα μεγαλύτερων στη δημοσίευση του σχετικού ΦΕΚ (τότε μόνον πραγματοποιείτο η προαγωγή και δεν είχε αναδρομική ισχύ), πολλοί ειρηνοδίκες θα έχουν συμπληρώσει κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος του παρόντος ν/σ τα απαιτούμενα έτη για προαγωγή τους στην επόμενη τάξη. Για παράδειγμα περίπου 200 Ειρηνοδικες, που διορίστηκαν αμέσως, το έτος 2016, θα έχουν συμπληρώσει 8 έτη κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος, ωστόσο θα θεωρηθούν ως Ειρηνοδικες Γ, μολονότι έχουν όλα τα προσόντα και έχουν συμπληρώσει τον απαιτούμενο χρόνο προϋπηρεσίας.
    -η ένταξη στην γενική επετηρίδα πρέπει να ξεκινήσει ήδη από την έναρξη ισχύος και με μόνη την κρίση του ΑΔΣ, αφού υπάρχουν ήδη εκθέσεις επιθεωρησης.
    -η αντιστοιχία είτε για την επίλυση ζητημάτων ιεραρχίας μεταξύ δικαστών της ειδικής και της γενικής επετηρίδας, είτε για την ένταξη πρώην ειρηνοδικων στην γενική επετηρίδα (ακόμα και στο τέλος αυτής) θα πρέπει να ανατρέχει επίσης στον χρόνο έναρξης ισχύος του νόμου. Έτσι θα αποφευχθεί το παράδοξο να θεωρούνται στο μέλλον ιεραρχικά ανώτεροι πρωτοδικες που σήμερα δεν έχουν αποκτήσει καν την ιδιότητα του φοιτητή νομικής, έναντι δικαστικών λειτουργων-πρωην ειρηνοδικων με 20 και 30 χρόνια υπηρεσίας. Επίσης θα αποφευχθει και το άτοπο,οι δόκιμοι ειρηνοδικες που τώρα φοιτούν στην Εσδι και έχουν δικαίωμα ένταξης στην γενική κάτω από τον τελευταίο πάρεδρο, να καταλήξουν ανώτεροι τόσο σε σχεση με τους συναδέλφους της ειδικής επετηρίδας όσο και σε σχέση με Ειρηνοδικες που μεταπήδησαν στην γενική επετηρίδα, αλλά επρεπε πρώτα να αναμεινουν 3 χρόνια (για 2 έκθεσης επιθεώρησης και κρίση του ΑΔΣ). Διαφορετικά, είναι σαν να λέμε ότι οι ειρηνοδικες που μόλις έχουν βγει από την ΕΣΔΙ είναι έτοιμοι δικαστές και μπορούν να δικάσουν, ενώ οι Ειρηνοδικες 10ετιας, που έχουν χειριστεί χιλιάδες υποθέσεις, ανεπαρκείς και θα πρέπει να παραμείνουν στην ειδική επετηρίδα τουλάχιστον 3 χρόνια πριν να αποκτήσουν δικαίωμα ένταξης στην γενική επετηρίδα.
    Ενόψει αυτών, θεωρώ ότι η οποία βελτίωση πρέπει να ξεκινήσει με την πρόβλεψη ότι η ένταξη των ειρηνοδικων στην γενική επετηρίδα κάτω από τον τελευταίο πρωτοδίκη μπορεί να γίνει από τον πρώτο χρόνο, με τις ίδιες προϋποθέσεις που τίθενται για τους Δόκιμους.

  • 11 Απριλίου 2024, 00:10 | ΘΜ

    Οι προτάσεις των Ειρηνοδικών Θεσσαλονίκης αντιμετωπίζουν λυσιτελώς τα ανακύπτοντα από την ενοποίηση ζητήματα δίδοντας υπηρεσιακή προοπτική στο έμπειρο επιστημονικό προσωπικό που υπηρετεί αυτή τη στιγμή στη Δικαιοσύνη. Σε κάθε περίπτωση, εφόσον ο νομοθέτης δεν προκρίνει την εμβόλιμη ένταξη, θα πρέπει να υιοθετηθεί η δεύτερη σημείωση των προτάσεων, ήτοι τα έτη υπηρεσίας ως Πρωτοδίκες να υπολογίζονται από την έναρξη ισχύος του νόμου και με βάση τη σειρά που κατείχε ο καθένας εξ αυτών στην ειδική επετηρίδα των Ειρηνοδικών.

  • 10 Απριλίου 2024, 23:13 | Λαμπρινή Νάστου

    Η ρύθμιση της παρ.2 είναι κατάφωρα άδικη για τους Ειρηνοδικες. Με την τοποθετησή τους στο τέλος της γενικής επετηρίδας σε περίπτωση ένταξης σε αυτή, δεν λαμβάνει υπόψη ούτε τα έτη προϋπηρεσίας τους ως Ειρηνοδικών, ούτε όμως και τα έτη υπηρεσίας, που θα έχουν διανύσει μέχρι τοτε ως Πρωτοδικες της ειδικής επετηρίδας, ασκώντας κατά βάση τα ίδια καθήκοντα με τους Πρωτοδικες της γενικής. Περαν τουτου η δυνατότητα ένταξης ανά τριετία και μάλιστα έως του συγκεκριμένου, χαμηλού ποσοστού εντείνει το πρόβλημα, καθώς καθυστερεί έτι περαιτέρω την ένταξη τους, οδηγώντας τους στην απώλεια ακόμη περισσότερων ετών υπηρεσίας, καθώς, αν και εφόσον τελικά ενταχθουν στη γενική επετηριδα, καλούνται να ξεκινήσουν και πάλι από το μηδέν. Όλα τα ανωτέρω, δηλαδή η μη αναγνώριση της προϋπηρεσίας και η καθυστερηση της ένταξης, θα λειτουργήσουν αποτρεπτικά για τη συντριπτική πλειοψηφία των Ειρηνοδικων και ουσιαστικά θα αναιρεσουν εκ των πραγμάτων το δικαίωμα ένταξής τους στη γενική επετηριδα, εγκλωβίζοντας τους στην ειδική, χωρίς καμία υπηρεσιακή εξέλιξη, και καταδικάζοντας τους έως το τέλος του υπηρεσιακού τους βίου σε στασιμότητα και ιεραρχική κατωτερότητα έναντι των πρωτοδικών της γενικής επετηριδας, με τους οποίους, ωστόσο, θα ασκουν τα ίδια καθήκοντα. Η ανωτέρω προοπτική δεν συνιστά ενοποιηση υπό την έννοια της ύπαρξης μιας ενιαίας επετηριδας, στην οποία οι Ειρηνοδικες θα εντάσσνται δίκαια κατόπιν κρίσης και αξιολόγησής τους από το ΑΔΣ, σύμφωνα με την ερμηνευτική δήλωση του άρθρου 88 του Συντάγματος.

  • 10 Απριλίου 2024, 23:56 | Πρόταση συμπλήρωσης

    Στην παρ. 1 να προστεθεί το εξής:
    Οι ανωτέρω ειρηνοδίκες (Β΄, Γ΄ και Δ΄) που εντάσσονται στην ειδική επετηρίδα αντιστοιχούν σε προέδρους πρωτοδικών, μετά τη συμπλήρωση συνολικής δικαστικής υπηρεσίας δεκαέξι (16) ετών από του αρχικού διορισμού τους.

  • 10 Απριλίου 2024, 23:05 | Ευπραξια κυριλη

    Συμφωνώ με πρόταση θεσσαλονικης

  • 10 Απριλίου 2024, 23:08 | Ευπραξια κυριλη

    Συμφωνώ με θεσσαλονικη

  • 10 Απριλίου 2024, 21:26 | Νυν Ειρηνοδίκης

    Ειδική επετηρίδα με ίδια στη συντριπτική τους πλειοψηφία καθήκοντα και αρμοδιότητες;; Και νοείται να μην προβλέπεται υπηρεσιακή εξέλιξη;;
    Κακότεχνες ρυθμίσεις σε ένα πρόχειρα και βιαστικά επεξεργασμένο νομοσχέδιο!

  • 10 Απριλίου 2024, 20:44 | Νυν Ειρηνοδίκης

    Απαντώντας στο σχόλιο του συναδέλφου κ. Α. Διακονή:
    Η σειρά αρχαιότητας στη γενική επετηρίδα δεν μπορεί να μην διαταραχθεί όταν το ΑΔΣ με αιτιολογημένη απόφασή του κρίνει ότι ένας Ειρηνοδίκης έχει την απαραίτητη επιστημονική κατάρτιση και τα απαιτούμενα προσόντα. Είναι αδιανόητη και τουλάχιστον προσβλητική η πρόβλεψη του νομοσχεδίου ότι, παρά την εν λόγω κρίση (όχι οποιουδήποτε οργάνου, αλλά του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης), ο έχων τα αυξημένα αυτά προσόντα Ειρηνοδίκης «χάνει» τα χρόνια προϋπηρεσίας του και θα βρεθεί κάτω από έναν πρωτόδικη που μόλις έγινε ισόβιος. Αυτό είναι ένα από τα μέγιστα σφάλματα στα οποία υποπίπτει το παρόν νομοσχέδιο και θα πρέπει να ισχύσει αντίστοιχη πρόβλεψη με τη μισθολογική αντιστοίχιση.

  • 10 Απριλίου 2024, 17:52 | Νίκη Καντούρου

    Οι ειρηνοδίκες μέχρι τώρα έχουν ανταπεξέλθει στη μεταφορά ύλης από το Πρωτοδικείο ( μεγάλο μέρος υποθέσεων εκούσιας δικαιοδοσίας , κληρονομητηρια , σωματεία , προσημειώσεις ) οπως επισης και σε νέα δικαστηριακή υλη που κλήθηκαν να δικάσουν όπως ήταν οι υποθέσεις των υπερχρεωμένων νοικοκυριών , με χρεώσεις ανά έτος ανά δικαστή που έφθασαν σε πολλά ειρηνοδικεία της Αττικής κυρίως τις 300 υποθέσεις , ενώ παράλληλα δικαζουν κατά το μεγαλύτερο ποσοστό τις ίδιες αστικές υποθέσεις με τους πρωτοδίκες μέχρι το ποσό των 20χιλ ευρώ , συνεπώς οι ειρηνοδίκες εχουν αποκτήσει εμπειρία δικαστική ικανή ώστε να οφείλει το νομοσχέδιο να τροποποιηθεί και να τους αναγνωρίσει τα έτη υπηρεσίας τους έτσι ώστε η εισαγωγή τους στη γενική επετηρίδα οπως προβλέπεται να γίνεται μετά από ένα έτος ισχύος του νόμου και μετά απο μια επιθεώρηση και εμβόλιμα με τους συναδέλφους τους πρωτοδίκες κατόπιν υπολογισμού των ετών υπηρεσίας τους.

  • 10 Απριλίου 2024, 13:39 | Dikastis

    Δεν είναι λογικό, αφενός μεν τα τόσα έτη δικαστικής εμπειρίας των Ειρηνοδικών, οι οποίοι έχουν εκδόσει χιλιάδες αποφάσεις επί αστικές υποθέσεις των πολιτών, σηκώνοντας μάλιστα το κύριο βάρος του Ν. 3869 για την προστασία της κύριας κατοικίας οφειλετών τραπεζών, να εκμηδενίζονται, αφετέρου, ακόμη και μετά την εκπαίδευσή τους και την ανάληψη από αυτούς καθηκόντων Πρωτοδικών, και πάλι να μην αναγνωρίζονται τα έτη που θα υπηρετήσουν ως Πρωτοδίκες, θεωρούμενοι ες αεί ιεραρχικά κατώτεροι ακόμη και των σπουδαστών ΕΣΔΙ και των Δόκιμων Ειρηνοδικών (τους οποίους εκπαιδεύουν στα κεντρικά Ειρηνοδικεία). Αυτό καταπατά κάθε έννοια συνταγματικού δικαίου (οι Ειρηνοδίκες είναι ισόβιοι Δικαστές), ευρωπαϊκού δικαίου, αλλά και κάθε έννοια εργατικού δικαίου. Άλλωστε και το πόρισμα της Παγκόσμιας Τράπεζας για την επιτάχυνση της Δικαιοσύνης, όσον αφορά την ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας αναφέρει ότι πρέπει να αναγνωριστούν τα έτη υπηρεσίας των Ειρηνοδικών, έστω εν μέρει, και να δοθεί στους Ειρηνοδίκες κίνητρο ισότιμης συμμετοχής στην απονομή της Δικαιοσύνης. Προς αυτή την κατεύθυνση, εξάλλου, προστέθηκε και η ερμηνευτική δήλωση στο άρθρο 88 του Συντάγματος,

  • 10 Απριλίου 2024, 12:07 | Σ. Χ.

    Με την υπόψη διάταξη και την ένταξη συλλήβδην όλων των ειρηνοδικών στη βάση της γενικής επετηρίδας και χωρίς αναγνώριση (βαθμολογική) των ετών προϋπηρεσίας τους ουσιαστικά δεν συνυπολογίζονται έτη υπηρεσίας, κατά τη διάρκεια των οποίων έλαβε χώρα έκδοση πολυάριθμων αποφάσεων, συμμετοχή σε σύνθεση Τριμελών Πλημμελειοδικείων και Συμβουλίων και εκτέλεση λοιπών δικαστικών καθηκόντων. Η εναλλακτική δε της παραμονής σε ειδική επετηρίδα χωρίς προοπτική ανέλιξης και με σταδιακή μείωση θέσεων οδηγεί σε στασιμότητα και έλλειψη κινήτρου για εξέλιξη. Συνεπώς, ο σκοπός του παρόντος νομοσχεδίου για αξιοποίηση των ειρηνοδικών δεν επιτυγχάνεται.