Το άρθρο 198 του νόμου 4512/2018, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Άρθρο 198
Φορείς κατάρτισης
1. Φορέας κατάρτισης διαμεσολαβητών (εφεξής «Φορέας»), που λειτουργεί με άδεια που χορηγείται κατόπιν ειδικής και αιτιολογημένης απόφασης της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης, είναι:
Α. Νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, δικαίωμα σύστασης του οποίου έχουν:
α) ένας δικηγορικός σύλλογος ή περισσότεροι από κοινού,
β) ένας ή περισσότεροι δικηγορικοί σύλλογοι σε σύμπραξη με επιστημονικούς, εκπαιδευτικούς ή επαγγελματικούς φορείς ή επιμελητήρια.
Στις περιπτώσεις α’ και β’ είναι δυνατή η σύμπραξη και με φορέα κατάρτισης της αλλοδαπής εγνωσμένου κύρους και διεθνούς αναγνώρισης και εμπειρία στην παροχή εκπαίδευσης διαμεσολάβησης και γενικότερα στις εναλλακτικές μεθόδους επίλυσης διαφορών ή στην διενέργεια διαμεσολαβήσεων.
Ο νόμιμος εκπρόσωπος του ανωτέρω Ν.Π.Ι.Δ., δύναται να είναι δικηγόρος, καθώς πρόκειται για εταιρεία ειδικού σκοπού, ήτοι εταιρεία που έχει ως σκοπό της την εκπαίδευση στις εναλλακτικές μορφές επίλυσης διαφορών.
Β. Κέντρο Επιμόρφωσης και Δια Βίου Μάθησης (Κ.Ε.ΔΙ.ΒΙ.Μ.) ΑΕΙ, το οποίο διαθέτει σχετικό πρόγραμμα, η δε λειτουργία του διέπεται αποκλειστικά από τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις περί λειτουργίας των ΑΕΙ, υπό τον όρο ότι τηρούνται όλες οι προϋποθέσεις που τίθενται από τον παρόντα νόμο για τα προσόντα των εκπαιδευτών, την εκπαίδευση της διαμεσολάβησης και τον ελάχιστο αριθμό εκπαιδευτών και εκπαιδευομένων.
Γ. Φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει συσταθεί σύμφωνα με τα εκάστοτε ισχύοντα στην ελληνική νομοθεσία, ή στην νομοθεσία κράτους – μέλους και η οποία έχει αποκλειστικά ως σκοπό την παροχή εκπαίδευσης στην διαμεσολάβηση και στους λοιπούς εναλλακτικούς τρόπους επίλυσης διαφορών.
Οι ανωτέρω φορείς, αδειοδοτούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 199 του παρόντος νόμου.
2. Ο Φορέας έχει διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια, εκτός των Κ.Ε.ΔΙ.ΒΙ.Μ.
3. Ο Φορέας υποχρεούται να απασχολεί κατ` ελάχιστον το ακόλουθο διευθυντικό προσωπικό: α) έναν (1) Διευθυντή του Φορέα και β) έναν (1) Διευθυντή Κατάρτισης. Οι ανωτέρω πρέπει να κατέχουν τίτλο σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης της ημεδαπής ή αντίστοιχο τίτλο σπουδών σχολής της αλλοδαπής.
4. Ο Φορέας υποχρεούται να απασχολεί διοικητικό προσωπικό για γραμματειακή υποστήριξη.
5. O σκοπός του Φορέα είναι:
α) ο σχεδιασμός προγραμμάτων και η παροχή υπηρεσιών βασικής εκπαίδευσης κατ` ελάχιστο ογδόντα (80) ωρών, ως και,
β) ο σχεδιασμός προγραμμάτων μετεκπαίδευσης πέραν των ογδόντα (80) ωρών της βασικής εκπαίδευσης των υποψηφίων διαμεσολαβητών, για την περαιτέρω απόκτηση γνώσεων, δεξιοτήτων και επιμόρφωσης αυτών, αναγκαίων για την άσκηση της διαμεσολάβησης.
6. Οι Φορείς Κατάρτισης υποχρεούνται να συνεργάζονται με τουλάχιστον τρεις (3) εκπαιδευτές, προκειμένου να παρέχουν ποιοτική εκπαίδευση. Οι εκπαιδευτές πρέπει να είναι διαπιστευμένοι διαμεσολαβητές και να διαθέτουν τετραετή επαγγελματική εμπειρία στο γνωστικό τους αντικείμενο, εμπειρία στη διαμεσολάβηση, η οποία προκύπτει είτε λόγω συμμετοχής στην εκπαίδευση διαμεσολαβητών, είτε λόγω συμμετοχής σε διαδικασίες διαμεσολάβησης ως διαμεσολαβητής ή βοηθός διαμεσολαβητή ή νομικός παραστάτης, είτε λόγω συμμετοχής σε συνέδρια, σεμινάρια, ερευνητικά προγράμματα συναφή με τη διαμεσολάβηση, καθώς και:
α) να κατέχουν μεταπτυχιακό ή διδακτορικό τίτλο στον τομέα της εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών σε συναφή επιστημονικό κλάδο (ιδίως νομικής επιστήμης ή επιστημών οικονομίας ή διοίκησης ή κοινωνικών επιστημών) ή
β) να έχουν τουλάχιστον εκατόν εξήντα (160) ώρες εκπαίδευσης επιπλέον της βασικής εκπαίδευσης στη διαμεσολάβηση.
7. Σε δικαστικούς ή εισαγγελικούς λειτουργούς εν ενεργεία με τουλάχιστον οκταετή υπηρεσία, ως και στους επί τιμή δικαστικούς λειτουργούς, εφόσον και στις δύο περιπτώσεις έχουν δικαστική εμπειρία ή επιστημονική εξειδίκευση στη διαμεσολάβηση, μπορούν να ανατίθενται καθήκοντα εκπαίδευσης υποψηφίων διαμεσολαβητών και δικαστικών μεσολαβητών, αποκλειστικά και μόνον σε Κέντρα Επιμόρφωσης και Διά Βίου Μάθησης (Κ.Ε.ΔΙ.ΒΙ.Μ.) των ΑΕΙ. Τα καθήκοντα αυτά λογίζονται ως δικαστικά, εφαρμοζόμενης αναλόγως της διατάξεως του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 41 του ν. 1756/1988, όπως κάθε φορά ισχύει, μη εμπίπτοντα σε καμία περίπτωση στα ασυμβίβαστα του άρθρου αυτού.
8. Ο αριθμός των υποψήφιων διαμεσολαβητών που συμμετέχουν σε κάθε εκπαιδευτικό κύκλο στα προγράμματα βασικής εκπαίδευσης δεν μπορεί να υπερβαίνει τους είκοσι ένα (21). Οι εκπαιδευτές δεν δύνανται να είναι λιγότεροι από δύο (2) για κάθε εκπαιδευτικό κύκλο.»
Προκειμένου να μην αποκλείονται αδίκως εκπαιδευτές οι οποίοι έχουν εμπειρία χρόνων στο αντικείμενο της Διαμεσολάβησης, η παράγραφος 6 περίπτωση β, θα πρέπει να διαμορφωθεί ως εξής: «…β) να έχουν τουλάχιστον εκατόν εξήντα (160) ώρες αποδεδειγμένης εμπειρίας παροχής εκπαίδευσης με την ιδιότητα των εκπαιδευτών είτε αποδεδειγμένης παρακολούθησης μετεκπαίδευσης με την ιδιότητά των διαμεσολαβητών κατόπιν της επιτυχούς βασικής τους εκπαίδευσης στη διαμεσολάβηση».
Προτείνεται η τροποποίηση του εδαφίου α’ του άρθρου 197 ως εξής:
«Κάθε διαπιστευμένος διαμεσολαβητής υποχρεούται μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του μηνός Ιουλίου κάθε έτους να ενημερώνει για τα πεπραγμένα του αμέσως προηγούμενου έτους την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, η οποία προβαίνει στον έλεγχό τους.»
Με την προτεινόμενη τροποποίηση αποσαφηνίζεται ότι η εκάστοτε ετήσια έκθεση πεπραγμένων αφορά το χρονικό διάστημα από 1 Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου και υποβάλλεται μέχρι τις 15 Ιουλίου αμέσως επομένου έτους, όπως άλλωστε συμβαίνει και σε αντίστοιχες περιπτώσεις υποβολής ετησίων καταστάσεων και δηλώσεων (π.χ. δηλώσεις φόρου εισοδήματος κλπ), πράγμα το οποίο δεν γίνεται πλήρως σαφές με την υφισταμένη διατύπωση της συγκεκριμένης διάταξης.
Άρθρο 12ο
Εντελώς αδικαιολόγητη είναι -και, κατά συνέπεια, πρέπει να καταργηθεί- η προβλεπόμενη στην παράγραφο 7 του άρθρου 198 δυνατότητα ανάθεσης της εκπαίδευσης υποψηφίων διαμεσολαβητών, στα Κέντρα Επιμόρφωσης και Διάστημα Βίου Μάθησης (Κ.Ε.ΔΙ.ΒΙ.Μ) των Α.Ε.Ι., σε μη εκπαιδευμένους Εκπαιδευτές Διαμεσολαβητών (που δεν είναι ούτε καν Διαμεσολαβητές) κατά παρέκκλιση όσων προβλέπονται για την εκπαίδευση υποψηφίων Διαμεσολαβητών από τους Φορείς Εκπαίδευσης.
Δε γίνεται κατανοητή η εισαγωγή της εξαίρεσης της παρ. 7, η οποία έρχεται σε ευθεία αντίθεση και καταστρατηγεί την ουσία της διάταξης της παρ. 1 Β σύμφωνα με την οποία πρέπει να τηρούνται όλες οι προϋποθέσεις που τίθενται από τον παρόντα νόμο για τα προσόντα των εκπαιδευτών.
Εντοπίζεται ότι επιφυλάσσεται μια διακριτική μεταχείριση υπέρ εισαγγελικών και δικαστικών λειτουργών, ακόμη και συνταξιούχων οι οποίοι χωρίς να διαθέτουν τα σωρευτικώς απαιτούμενα εκ του νόμου προσόντα της παρ. 6, ΑΝΑΚΗΡΥΣΣΟΝΤΑΙ και εξομοιώνονται σε εκπαιδευτές διαμεσολαβητών αρκεί να έχουν εργαστεί για οκτώ χρόνια ως εισαγγελείς ή δικαστές, και ΔΙΑΖΕΥΚΤΙΚΑ να έχουν δικαστική εμπειρία ή επιστημονική εξειδίκευση στη διαμεσολάβηση!
Ως η δικαστική εμπειρία επί οκταετία και η ασαφής «εξειδίκευση» στη διαμεσολάβηση των εισαγγελικών και δικαστικών λειτουργών της παρ. 7 να ΙΣΟΔΥΝΑΜΕΙ με την τετραετή επαγγελματική εμπειρία στο γνωστικό αντικείμενο, την εμπειρία στη διαμεσολάβηση, η οποία προκύπτει συγκεκριμένα, καθώς και:
α) την κατοχή μεταπτυχιακού ή διδακτορικού τίτλου στον τομέα της εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών σε συναφή επιστημονικό κλάδο (ιδίως νομικής επιστήμης ή επιστημών οικονομίας ή διοίκησης ή κοινωνικών επιστημών) ή
β) να έχουν τουλάχιστον εκατόν εξήντα (160) ώρες εκπαίδευσης επιπλέον της βασικής εκπαίδευσης στη διαμεσολάβηση, που ΑΠΑΙΤΟΥΝΤΑΙ για τους μη δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς.
Επίσης, η εφαρμογή της διάταξης της παρ. 3 του άρθρου 41 του ν. 1756/1988 είναι καταχρηστική καθώς αυτή επί λέξη ορίζει πως «καθήκοντα σχετικά με την εκπαίδευση των δικαστικών λειτουργών θεωρούνται δικαστικά» και αναφέρεται στην εκπαίδευση που λαμβάνουν οι δικαστές και όχι στην εκπαίδευση που παρέχουν οι δικαστές!
Προτείνεται η διατήρηση των αναφερομένων στην παρ. 6 ως απαιτούμενα για τους εκπαιδευτές και αυτά να καταλαμβάνουν και τους δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς και τους επί τιμή ώστε να πραγματώνεται το πρώτο εδάφιο της παρ. 6: «Οι Φορείς Κατάρτισης υποχρεούνται να συνεργάζονται με τουλάχιστον τρεις (3) εκπαιδευτές, ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΝΑ ΠΑΡΕΧΟΥΝ ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ.»