Η παράγραφος 1 του άρθρου 188 του νόμου 4512/2018 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Οι διαμεσολαβητές πρέπει να είναι: α) απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή κάτοχοι ισότιμου πτυχίου της αλλοδαπής, β) εκπαιδευμένοι από Φορέα Κατάρτισης διαμεσολαβητών αναγνωρισμένο από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης ή κάτοχοι τίτλου διαπίστευσης από άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γ) διαπιστευμένοι από αυτήν (Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης) και εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Διαμεσολαβητών που τηρείται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης.
Κάτοχος διδακτορικού τίτλου ΑΕΙ ή ισότιμου τίτλου της αλλοδαπής με αντικείμενο την διαμεσολάβηση ή συναφές, δεν απαιτείται, προκειμένου να διαπιστευθεί, να εκπαιδευθεί περαιτέρω από Φορέα Κατάρτισης διαμεσολαβητών και δύναται να συμμετέχει απευθείας στις εξετάσεις για την διαπίστευσή του. Αποκλείονται της άσκησης του επαγγέλματος του διαμεσολαβητή, όσοι υπηρετούν ως δημόσιοι και δημοτικοί υπάλληλοι ή έμμισθοι υπάλληλοι νομικών προσώπων και ιδρυμάτων δημοσίου δικαίου, όπως και οι εν ενεργεία δικαστικοί ή κρατικοί λειτουργοί».
Διαφωνώ κάθετα με τον αποκλεισμό των δημοσίων υπαλλήλων αφού με την απαραίτητη άδεια από το αρμόδιο ΚΥΣ και έγκριση του αρμόδιου διοικητικού οργάνου δίνεται βάση του ΥΚ άδεια για οποιαδηποτε δεύτερη εργασία. Γιατί να αποκλείονται όταν επιτρέπεται για όλους τους άλλους? γιατί δεν προβλεπόταν σε προηγούμενο νόμο ώστε να έχει ενημερωθεί ανάλογα ο κόσμος και να το μαθαίνει εκ των υστέρων αφού έχει εκπαιδευτεί και πιστοποιηθεί?? Επιπλέον πρέπει να αναγνωρισθεί από τις υπηρεσίες που υπηρετούν οι πιστοποιημενοι διαμεσολαβητες και να χρησιμοποιηθούν αρμοδίως οι γνώσεις τους όπως στο εξωτερικό…
Η Ελλάδα υιοθετεί το θεσμό της διαμεσολάβησης ο οποίος εφαρμόζεται χρόνια στο εξωτερικό με πρωτοπόρο την Αγγλία (στην Ευρώπη) χωρίς να εξαιρεί τους Δημόσιους υπαλλήλους. Στην Ελλάδα για ποιο λόγο θα πρέπει να γίνει αυτό;
Στο πλαίσιο της προτεινόμενης τροποποίησης παρακολουθώντας την προσπάθεια αποκλεισμού των δημοσίων υπαλλήλων θα αναφερθούμε στην πληρέστατη και επιτυχέστατη ανάρτησης της Κας Μαρίας – Αιμιλίας Σπηλιωτοπούλου την οποία ασπαζόμαστε και αναφέρουμε ξανά διότι στην παρούσα περίπτωση η επανάληψη είναι μήτηρ πάσης μαθήσεως ειδικότερα αναφέρει : «O ν.3528/2007 (Α’ 26), με τον οποίο κυρώθηκε ο Κώδικας Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., στις διατάξεις του οποίου υπάγονται οι πολιτικοί διοικητικοί υπάλληλοι του κράτους και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, περιλαμβάνει ειδική ρύθμιση αναφορικά με την άσκηση ιδιωτικού έργου ή εργασίας με αμοιβή από δημοσίους υπαλλήλους. Ειδικότερα, δεν αποκλείει άνευ ετέρου τους δημοσίους υπαλλήλους από την άσκηση ιδιωτικού έργου ή εργασίας, αλλά συνδέει την άσκηση τους με συγκεκριμένες προϋποθέσεις που σχετίζονται με τα λοιπά καθήκοντα των δημοσίων υπαλλήλων και την εξαρτά από προηγούμενη άδεια της Υπηρεσίας, κατόπιν σύμφωνης αιτιολογημένης γνώμης υπηρεσιακού συμβουλίου. Συνεπώς, βάσει του ως άνω νόμου, απόκειται στον κάθε δημόσιο φορέα να αποφασίσει, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, εάν είναι επιτρεπτή η άσκηση του επαγγέλματος του διαμεσολαβητή από τον υπάλληλο, κατόπιν αίτησης του ενδιαφερόμενου. Περαιτέρω, η ίδια η οδηγία 2008/52/ΕΚ ορίζει ότι ως διαμεσολαβητής νοείται οποιοσδήποτε τρίτος, ανεξαρτήτως της ονομασίας του ή του επαγγέλματός του. Η άσκηση, δε, του επαγγέλματος του διαμεσολαβητή συνδέεται, μεταξύ άλλων, με την κατάλληλη κατάρτιση. Επιπλέον, ο εν λόγω αποκλεισμός περιορίζει την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς ατόμων που έχουν λάβει την δέουσα κατάρτιση από τους Φορείς εκπαίδευσης και διαθέτουν τα απαραίτητα προσόντα για την άσκηση του εν λόγω επαγγέλματος. Παράλληλα θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι στο δυναμικό του δημοσίου περιλαμβάνονται επαγγελματίες διαφόρων ειδικοτήτων (νομικοί ιατροί, μηχανικοί κ.α.), ενώ η ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου αφορά στην εργασιακή σχέση και στο πλαίσιο άσκησης καθηκόντων του υπαλλήλου και ουδόλως σχετίζεται με την ικανότητα άσκησης του επαγγέλματος του διαμεσολαβητή. Κατόπιν των ανωτέρω θεωρώ ότι ο αποκλεισμός των δημοσίων υπαλλήλων από την άσκηση του επαγγέλματος του διαμεσολαβητή χρήζει επανεξέτασης, λαμβάνοντας υπόψη ότι μέχρι σήμερα υπάρχουν δημοσίου υπάλληλοι οι οποίοι έχουν συμμετάσχει στις εξετάσεις ή ενδεχομένως έχουν ήδη περιληφθεί στον κατάλογο διαπιστευμένων διαμεσολαβητών.»
Επειδή ήδη στο κέντρο μας με την επωνυμία ΚΕΔΙΛΑΣ έχουν εκπαιδευθεί και έχουν παρακολουθήσει την βασική εκπαίδευση των 80 ωρών περίπου 30 άτομα (ιερείς, δικαστικοί υπάλληλοι, εκπαιδευτικοί, υπάλληλοι νοσοκομείου και λοιποί), έχουν παρακολουθήσει εξειδικεύσεις και έχουν αποδεχθεί και στηρίξει τον θεσμό της διαμεσολάβησης με την προσωπική και επαγγελματική τους ιδιότητα. Ως εκ τούτου, και πέρα των ανωτέρω αναφερομένων θεωρούμε πως είναι νόμιμο και αναμφισβήτητα ανταποκρινόμενο στο πνεύμα εξ αρχής του εν λόγω θεσμού να τους αναγνωρισθεί η ιδιότητα του διαπιστευμένου επαγγελματία διαμεσολαβητή στην υπηρεσία τους που θα πλαισιώσει την ίδια την υπηρεσία τους καταρχήν και θα υποστηρίξει «εσωτερικά» εργασιακά θέματα που προκύπτουν σε καθημερινή βάση σε σημαντικό αριθμό καθώς επίσης θα βελτιώσουν την επικοινωνία (στο πλαίσιο της υπηρεσίας τους) με το κοινό/πολίτες. Παράλληλα δε από τον εργασιακό χώρο τους ο οποίος είναι ευρύτατου φάσματος και ποσοστού κάλυψης του πληθυσμού μας συντελούν και επιτυγχάνουν την διάδοση του θεσμού κάνοντας γνωστό σε όλα τα κοινωνικά στρώματα
Είναι σημαντικό για την Ελλάδα να αναγνωρίσει τα οφέλη της διαμεσολάβησης για ολόκληρη τη χώρα. Η Διαμεσολάβηση σε οργανισμούς τόσο κερδοσκοπικούς όσο και η μη κερδοσκοπικούς μπορεί να ωφελήσει τους πελάτες, τους εργαζόμενους και άλλους οργανισμούς με τους οποίους συνεργάζονται. Η διαμεσολάβηση μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί ως αποτελεσματικό εργαλείο στις κοινωνικές υπηρεσίες, στα σχολεία, στα αστυνομικά τμήματα, στο στρατό, στα συνδικάτα, στα διοικητικά συμβούλια, στις μη κυβερνητικές οργανώσεις, στα υπουργεία, νοσοκομεία κλπ. Αυτό θα ωφελήσει όχι μόνο την τοπική κοινωνία αλλά ολόκληρη τη χώρα. Στο πλαίσιο αυτό αποκλείοντας τους δημόσιους υπαλλήλους που ήδη εργάζονται σε πολλές από αυτές τις υπηρεσίες εμποδίζεται η σωστή εφαρμογή του θεσμού της διαμεσολάβησης ενώ παράλληλα αποκλείεις το δικαίωμα να επωφεληθούν οι συναλλασσόμενοι που απευθύνονται στις υπηρεσίες αυτές τα οφέλη της του θεσμού της διαμεσολάβησης. Βασικό αρχή της διαμεσολάβησης είναι η διεπιστημονικότητα η οποίο με τον αποκλεισμό των δημοσίων υπαλλήλων αναιρείται.
Στο τέλος της παραγράφου 1 θα πρέπει να προστεθεί το εξής κείμενο: “Από την απαγόρευση του προηγούμενου εδαφίου εξαιρούνται τα πρόσωπα που διατηρούν την ιδιότητα του δικηγόρου και δεν τελούν σε αναστολή του δικηγορικού λειτουργήματος”
Ως προς την σύγκρουση συμφερόντων:
Πρέπει να οριστεί χρόνος που ισχύουν τα α & ε του άρθρου 190 παράγραφος 2 κατά την αντιστοιχία με την παράγραφο 4 του άρθρου 186
Στην παράγραφο 1 το τελευταίο εδάφιο χρήζει περαιτέρω διευκρίνησης ή σαφέστερης διατύπωσης και να οριστεί ότι οι αναφερόμενοι υπάλληλοι, δικαστικοί και κρατικοί λειτουργοί λαμβάνουν την διαπίστευση από την ΚΕΔ και δραστηριοποιούνται αποκλειστικά και μόνο στο πλαίσιο και τις ανάγκες της υπηρεσίας τους ως διαπιστευμένοι διαμεσολαβητές. Με τη διευκρίνηση αυτή δεν τους αναγνωρίζεται η δυνατότητα να εξασκήσουν επαγγελματικά, το επάγγελμα του διαμεσολαβητή, μέχρι την αποχώρηση τους από την υπηρεσία είτε λόγω συνταξιοδότησης είτε λόγω οικειοθελούς αποχώρησης. Αντίθετα η αναγνώριση τους ως διαμεσολαβητών στην υπηρεσία τους θα βοηθήσει την ίδια την υπηρεσία τους καταρχήν και ουσιαστικά σε «εσωτερικά» εργασιακά θέματα που προκύπτουν καθημερινά και πολλαπλά καθώς επίσης στην επικοινωνία (στο πλαίσιο της υπηρεσίας τους) με το κοινό/πολίτες. Παράλληλα δε στους ανωτέρω εργασιακούς χώρους που αποτελούν μεγάλο τμήμα του δυναμικού της κοινωνίας επιτυγχάνεται η διάχυση της γνώσης και αποδοχής του θεσμού ως εναλλακτικού τρόπου επίλυσης θεμάτων.
Άρθρο 8ο
Η σύνθεση της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης δεν είναι ορθολογική και επαναλαμβάνει λάθη προηγούμενων Νομοθετημάτων. Αποτελείται, κατά την συντριπτική πλειοψηφία των Μελών της, από προφανώς αξιόλογους επιστήμονες, αξιοσέβαστα μέλη της κοινωνίας, που κατέχουν μεγάλης βαρύτητας και σημασίας θέσεις σ’ αυτήν, που αναντίρρητα έχουν μεγάλη εμπειρίες στο γνωστικό και στο επαγγελματικό αντικείμενο τους, αλλά δεν έχουν γνώσεις για την διαμεσολάβηση τέτοιες που να μπορούν να καθορίζουν τα θέματα που την αφορούν, αλλά και εκείνα, που αφορούν τους διαμεσολαβητές. Η προϋπόθεση της «εμπειρίας ή εξειδίκευσης στην διαμεσολάβηση» είναι εντελώς αόριστη και είναι βέβαιο ότι θα δημιουργήσει προβλήματα στην πράξη. Όλα τα μέλη της ΚΕΔ και, κυρίως, της Επιτροπής Εξετάσεων θα πρέπει να είναι εκπαιδευμένα στην διαμεσολάβηση, με τρόπο αποδεδειγμένο (πχ διαπίστευση, η οποία προϋποθέτει επιτυχία σε γραπτές και προφορικές εξετάσεις). Άλλως, θα έχομε ένα σχήμα όμοιο με εκείνο, που θα είχαμε εάν βάζαμε πυρηνικούς φυσικούς, έστω καθηγητές Πανεπιστημίου να διδάξουν Όμηρο και Αρχαία Ελληνικά ακόμη και σε Γυμνάσιο.
Ας είναι Μέλη της ΚΕΔ, δικαστές, καθηγητές Πανεπιστημίου ,δικηγόροι κλπ με την αυστηρή προϋπόθεση της εκπαίδευσης και της εμπειρίας τους στην διαμεσολάβηση. Ας αυξηθούν, όμως, οι διαμεσολαβητές -Μέλη της και ας προβλεφθεί ότι στην Επιτροπή Εξετάσεων θα προεδρεύει Ανώτατος Δικαστικός Λειτουργός, αλλά ότι η πλειοψηφία των Μελών της θα είναι διαπιστευμένοι διαμεσολαβητές.
Άρθρο 10ο
Στο τέλος της δεύτερης υποπαραγράφου της παραγράφου 1 του άρθρου 188 του Νόμου 4512/2018, θα πρέπει να εξαιρεθούν από τον αποκλεισμό άσκησης του επαγγέλματος του διαμεσολαβητή όσοι έχουν μεν τις ιδιότητες που αναφέρονται στο τελευταίο εδάφιο της εν λόγω υποπαραγράφου, ασκούν, όμως σύννομα και ελευθέριο επάγγελμα, σε κάθε περίπτωση δε τα πρόσωπα, που διαπιστεύθηκαν ως διαμεσολαβητές πριν την έναρξη ισχύος της εν λόγω υποπαραγράφου.
Προτείνουμε την εξής διατύπωση του εδαφίου, του οποίου εισηγούμεθα την προσθήκη: «Από την απαγόρευση του προηγούμενου εδαφίου εξαιρούνται τα πρόσωπα που νόμιμα ασκούν και ελευθέριο επάγγελμα και σε κάθε περίπτωση τα πρόσωπα που διαπιστεύθηκαν ως Διαμεσολαβητές από το Υπουργείο Δικαιοσύνης πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου»
Με δεδομένο ότι από το 2013 οπότε και άρχισαν να λειτουργούν οι πρώτοι φορείς εκπαίδευσης έχουν ήδη εκπαιδευθεί και διαπιστευθεί δεκάδες Διαμεσολαβητές οι οποίοι και ασκούν νομίμως τα καθήκοντα του Διαμεσολαβητή προτείνεται η ακόλουθη διατύπωση για το τελευταίο εδάφιο του άρθρου:
«Από την απαγόρευση του προηγούμενου εδαφίου εξαιρούνται τα πρόσωπα που νόμιμα ασκούν και ελευθέριο επάγγελμα και σε κάθε περίπτωση τα πρόσωπα που διαπιστεύθηκαν ως Διαμεσολαβητές από το Υπουργείο Δικαιοσύνης πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου»
Θα ήθελα να τοποθετηθώ αναφορικά με τον αποκλεισμό των δημοσίων υπαλλήλων από την άσκηση του επαγγέλματος του διαμεσολαβητή,ο οποίος καθιερώνεται με το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 188 ν.4512/2018, όπως τροποποιείται με το άρθρο 10 του παρόντος νομοσχεδίου.
O ν.3528/2007 (Α’ 26), με τον οποίο κυρώθηκε ο Κώδικας Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.,στις διατάξεις του οποίου υπάγονται οι πολιτικοί διοικητικοί υπάλληλοι του κράτους και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, περιλαμβάνει ειδική ρύθμιση αναφορικά με την άσκηση ιδιωτικού έργου ή εργασίας με αμοιβή από δημοσίους υπαλλήλους. Ειδικότερα, δεν αποκλείει άνευ έτερου τους δημοσίους υπαλλήλους από την άσκηση ιδιωτικού έργου ή εργασίας, αλλά συνδέει την άσκηση τους με συγκεκριμένες προϋποθέσεις που σχετίζονται με τα λοιπά καθηκόντα των δημοσίων υπαλλήλων και την εξαρτά από προηγούμενη άδεια της Υπηρεσίας, κατόπιν σύμφωνης αιτιολογημένης γνώμης υπηρεσιακού συμβουλίου. Συνεπώς, βάσει του ως άνω νόμου, απόκειται στον κάθε δημόσιο φορέα να αποφασίσει, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, εάν είναι επιτρεπτή η άσκηση του επαγγέλματος του διαμεσολαβητή από τον υπάλληλο, κατόπιν αίτησης του ενδιαφερόμενου. Περαιτέρω, η ίδια η οδηγία 2008/52/ΕΚ ορίζει ότι ως διαμεσολαβητής νοείται οποιοσδήποτε τρίτος, ανεξαρτήτως της ονομασίας του ή του επαγγέλματός του. Η άσκηση, δε, του επαγγέλματος του διαμεσολαβητή συνδέεται, μεταξύ άλλων, με την κατάλληλη κατάρτιση. Επιπλέον, ο εν λόγω αποκλεισμός περιορίζει την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς ατόμων που έχουν λάβει την δέουσα κατάρτιση από τους Φορείς εκπαίδευσης και διαθέτουν τα απαραίτητα προσόντα για την άσκηση του εν λόγω επαγγέλματος. Παράλληλα θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι στο δυναμικό του δημοσίου περιλαμβάνονται επαγγελματίες διαφόρων ειδικοτήτων (νομικοί ιατροί, μηχανικοί κ.α.), ενώ η ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου αφορά στην εργασιακή σχέση και στο πλαίσιο άσκησης καθηκόντων του υπαλλήλου και ουδόλως σχετίζεται με την ικανότητα άσκησης του επαγγέλματος του διαμεσολαβητή. Κατόπιν των ανωτέρω θεωρώ ότι ο αποκλεισμός των δημοσίων υπαλλήλων από την άσκηση του επαγγέλματος του διαμεσολαβητή χρήζει επανεξέτασης, λαμβάνοντας υπόψη ότι μέχρι σήμερα υπάρχουν δημοσίου υπάλληλοι οι οποίοι έχουν συμμετάσχει στις εξετάσεις ή ενδεχομένως έχουν ήδη περιληφθεί στον κατάλογο διαπιστευμένων διαμεσολαβητών.
πριν οιασδήποτε άσκησης επαγγέλματος διαμεσολάβησης, οι διαμεσολαβητές των 40 και 80 ωρών προγραμμάτων χωρίς μετεκπαιδεύσεις ή σεμινάρια θα πρέπει να έχουν 2 χρόνια επίβλεψη και παρακολούθηση από πιο έμπειρους διαμεσολαβητές, οι οποίοι θα καθοδηγούν και βοηθούν τους νέους στη διαδικασία
Οι διαμεσολαβητές πρεπει να ειναι Νομικοί. Γιατί όλες οι διαφορές ρυθμίζονται από κανόνες δικαίου, τους οποιους αγνοεί ενας αποφοιτος τριτοβαθμιας εκπαιδευσης. Σύμβαση όμως που αντίκειται στον νόμο δεν θα εφαρμοστεί στην πράξη, ενδεχομενως να ακυρωθει και δικαστικα. Υπάρχει κινδυνος για τα συμφεροντα των πολιτων απο την διαμεσολαβηση απο μη νομικο
Θα ήθελα να θέσω την τοποθέτηση μου στο άρθρο 10 του νομοσχεδίου, που αφορά τα προσόντα των Διαμεσολαβητών. Συγκεκριμένα στην προσθήκη της απαγόρευσης άσκησης του επαγγέλματος από δημόσιους υπαλλήλους θα ήθελα να αναφέρω ότι υπάρχουν Δικηγόροι, οι οποίοι έχουν ήδη διαπιστευθεί ως Διαμεσολαβητες από το Υπουργείο Δικαιοσύνης και κατέχουν θέση στη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση διδάσκοντας μαθήματα νομικων Επιστημών, ενώ ταυτόχρονα δύνανται εκ του νόμου να ιδιωτευουν ως Δικηγόροι, καθώς κάτι τέτοιο προβλέπεται ρητά από τον Κώδικα Δικηγόρων. Η θέση μου λοιπόν είναι ότι αυτή η κατηγορία θα έπρεπε να εξαιρεθεί από τη συγκεκριμένη απαγόρευση, καθώς άλλωστε πρόκειται για πολύ μικρό ποσοστό επαγγελματιών που υπάγονται στη συγκεκριμένη κατηγορία. Θα έπρεπε να προβλεφθεί μια εξαίρεση για τους Δικηγόρους που έχουν ήδη εγγραφεί στα μητρώα των Διαπιστευμένων Διαμεσολαβητων ώστε να μπορούν να ασκούν το επάγγελμα και να διενεργουν Διαμεσολαβητες.