Το άρθρο 270 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Ενώπιον των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων η συζήτηση είναι προφορική. Ο δικαστής οφείλει πριν από τη συζήτηση να έχει ενημερωθεί επί της αγωγής και επί των εκατέρωθεν ισχυρισμών και αποδεικτικών μέσων και ιδίως ως προς τα θέματα και το βάρος απόδειξης των ισχυρισμών. Οι διάδικοι ή οι νόμιμοι αντιπρόσωποί τους οφείλουν κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο να εμφανισθούν αυτοπροσώπως. Η μη εμφάνιση του διαδίκου ή του νόμιμου αντιπροσώπου του στο ακροατήριο, αν είναι αδικαιολόγητη, εκτιμάται από το δικαστήριο ελεύθερα.
2. Το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη τα αποδεικτικά μέσα που πληρούν τους όρους του νόμου, σύμφωνα με την προβλεπόμενη αποδεικτική δύναμη του καθενός. Συμπληρωματικά μπορεί να λαμβάνει υπόψη και να εκτιμά ελεύθερα
και αποδεικτικά μέσα που δεν πληρούν τους όρους του νόμου, με την επιφύλαξη των άρθρων 393 και 394. Ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου ή προξένου λαμβάνονται υπόψη το πολύ τρεις για κάθε πλευρά και μόνον αν έχουν δοθεί ύστερα από κλήτευση του αντιδίκου δύο τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από τη βεβαίωση και, αν πρόκειται να δοθούν στην αλλοδαπή, οκτώ τουλάχιστον ημέρες πριν από αυτή. Για την αντίκρουση ένορκων βεβαιώσεων επιτρέπεται η προσκομιδή, μέσα στις προθεσμίες της παραγράφου 3 του άρθρου 237 και του γ’ εδαφίου του άρθρου 238, πρόσθετων βεβαιώσεων, το πολύ ίσου αριθμού προς τις αντικρουόμενες.
3. Το δικαστήριο ζητεί τις αναγκαίες πληροφορίες και διασαφήσεις από τους διαδίκους ή τους εκπροσώπους τους και τους εξετάζει κατά την κρίση του σύμφωνα με τα άρθρα 415 επόμενα. Οφείλει να εξετάσει ένα τουλάχιστον από τους προτεινόμενους και παριστάμενους μάρτυρες για κάθε πλευρά. Σε περίπτωση ομοδικίας μπορεί να εξετασθεί ένας μάρτυρας για κάθε ομόδικο, αν τούτο κριθεί απαραίτητο λόγω διαφορετικών συμφερόντων.
4. Το δικαστήριο, αν είναι αναγκαίο, διατάσσει αυτοψία ή πραγματογνωμοσύνη με προφορική ανακοίνωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά. Στην ανακοίνωση αυτή προσδιορίζεται ο τόπος, ο χρόνος, τα ονόματα των πραγματογνωμόνων, το θέμα της πραγματογνωμοσύνης, η προθεσμία για την κατάθεση της γνωμοδότησης των πραγματογνωμόνων, που δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από εξήντα ημέρες, καθώς και κάθε άλλο χρήσιμο στοιχείο.
5. Η συζήτηση και η διεξαγωγή της απόδειξης ολοκληρώνονται σε μία δικάσιμο. Οι υποθέσεις εκφωνούνται με τη σειρά τους από το πινάκιο και συζητούνται αμέσως αυτές για τις οποίες δεν θα διεξαχθεί εμμάρτυρη απόδειξη. Αν ο χρόνος δεν επαρκεί, επιτρέπεται διακοπή για άλλη ημέρα και ώρα ενώπιον των ίδιων δικαστών, με προφορική ανακοίνωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά και επέχει θέση κλήτευσης όλων των διαδίκων και εκείνων που δεν παρίστανται.
6. Η οριστική απόφαση εκδίδεται με βάση τα αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι έχουν προσκομίσει και τις αποδείξεις που έχουν διεξαχθεί στο ακροατήριο.
7. Το δικαστήριο, ύστερα από αίτηση των διαδίκων ή αυτεπαγγέλτως. μπορεί να αποφασίσει, oι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους κατά τη διάρκεια της συζήτησης να παρίστανται σε άλλο τόπο και να ενεργούν εκεί διαδικαστικές πράξεις. Η συζήτηση αυτή μεταδίδεται ταυτόχρονα με ήχο και εικόνα στην αίθουσα συνεδρίασης του δικαστηρίου και στον τόπο, όπου παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους. Η διάταξη αυτή θα τεθεί σε εφαρμογή με προεδρικό διάταγμα, που θα εκδοθεί ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, και στο οποίο θα ορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής της.
8. Το δικαστήριο, ύστερα από αίτηση των διαδίκων ή αυτεπαγγέλτως, μπορεί να αποφασίσει την εξέταση μαρτύρων, πραγματογνωμόνων και διαδίκων χωρίς αυτοί να παρίστανται στην αίθουσα συνεδρίασής του, η δε σχετική απόφαση του δικαστηρίου δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα. Η εξέταση μεταδίδεται ταυτόχρονα με ήχο και εικόνα στην αίθουσα συνεδρίασης του δικαστηρίου και στον τόπο εξέτασης των μαρτύρων, πραγματογνωμόνων και διαδίκων. Η εξέταση αυτή, η οποία θεωρείται ότι διεξάγεται ενώπιον του δικαστηρίου, έχει την ίδια αποδεικτική ισχύ με την εξέταση στο ακροατήριο. Η διάταξη αυτή θα τεθεί σε εφαρμογή με προεδρικό διάταγμα, που θα εκδοθεί ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, και στο οποίο θα ορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής της.»
Η αντίκρουση των ένορκων βεβαιώσεων με άλλες μετά τη συζήτηση δημουργει προβλήματα στην πράξη και δεν συμβάλλει στην ορθή διάγνωση της υπόθεσης. Ενορκες βεβαιώσεις μετά τη συζήτηση στον 1ο βαθμό θα έπρεπε να λαμβάνονται υπόψη μόνο στο Εφετείο.
Η πρόσβαση των ατόμων με αναπηρία σε όλες τις δικαστικές αρχές αποτελεί υποχρέωση της Πολιτείας η οποία θα πρέπει να λαμβάνει επαρκή και συγκεκριμένα μέτρα σε αυτή την κατεύθυνση. Υπό αυτό το πρίσμα η Πολιτεία πρέπει να δίνει τη δυνατότητα στα κωφά άτομα να μετέχουν ισότιμα σε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες συμπεριλαμβανομένων και των υπηρεσιών της Δικαιοσύνης. Όπως καταλαβαίνετε θα πρέπει στο παρόν άρθρο να συμπληρωθεί διάταξη ως εξής:
Ο δικαστής υποχρεούται να έχει μεριμνήσει, εάν στη συζήτηση ένας εκ των διαδίκων, τουλάχιστον, είναι κωφός ή βαρήκοος, για την παρουσία διερμηνέα νοηματικής γλώσσας μετά από αίτηση που έχει καταθέσει ο δικηγόρος που εκπροσωπεί τον κωφό διάδικο, σε εύλογο χρονικό διάστημα και τουλάχιστον 10 ημέρες πριν την εκδίκαση της υπόθεσης. Σε περίπτωση αδυναμίας του δικαστηρίου να καλέσει διερμηνέα, τότε ο δικαστής οφείλει κατά τη συζήτηση να καλέσει διερμηνέα από την σχετική κατάσταση του Μητρώου Διερμηνέα Ε.Ν.Γ. την οποία αποστέλλει η Ομοσπονδία Κωφών Ελλάδας. Σε περίπτωση ολοκληρωτικής αδυναμίας να παρευρεθεί διερμηνέας ο δικαστής οφείλει να αναβάλλει την εκδίκαση της υπόθεσης όχι για διάστημα μεγαλύτερο των 15 ημερών μεριμνώντας για την παρουσία διερμηνέα.
Απολύτως θετικά κρίνεται η επιλογή της πρόταξης των υποθέσεων για τις οποίες δεν απαιτείται εμμάρτυρη απόδειξη (δεύτερο εδάφιο της προτεινόμενης παρ. 5 του άρθρου 270 ΚΠολΔ). Για λόγους συστηματικούς όμως, το συγκεκριμένο εδάφιο μάλλον θα έπρεπε να τεθεί στο άρθρο 233 ΚΠολΔ, που αφορά την εν γένει εκφώνηση των υποθέσεων από το πινάκιο και την προκαταρκτική οργάνωση της ακροαματικής διαδικασίας, και όχι στο άρθρο 270 ΚΠολΔ, που αφορά την κατ’ ιδίαν διεξαγωγή της συζήτησης εκάστης υποθέσεως.
Το αρ. 270 παρ. 6 εδαφ β να παραμείνει ως έχει και να επεκταθεί ώστε να περιλαμβάνει και την ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ μαγνητοφώνηση των πρακτικών σε όλα τα δικαστήρια αλλά και την παροχή τους στους διαδίκους σε εύλογο χρόνο για την ετοιμασία της προσθήκης!
Σήμερα απόφαση βγάζει ο γραμματέας όχι ο δικαστής…ότι καταγράψει αυτός/η γνωρίζει ο δικαστής….