Ο τίτλος και το άρθρο 182 του νόμου 4512/2018 αντικαθίστανται ως εξής:
« Άρθρο 182
Υποχρέωση ενημέρωσης από δικηγόρο – Διαδικασία Προσφυγής στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία Διαμεσολάβησης
Η υποχρέωση έγγραφης ενημέρωσης από τον πληρεξούσιο δικηγόρο προς τον εντολέα του, καθώς και η υπαγωγή ιδιωτικών διαφορών στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης ρυθμίζονται ως εξής:
1. Υποχρέωση ενημέρωσης από τον δικηγόρο.
Στις διαφορές που πληρούνται οι προϋποθέσεις προσφυγής σε διαμεσολάβηση, ο πληρεξούσιος δικηγόρος, πριν από την προσφυγή στο δικαστήριο, οφείλει να ενημερώσει τον εντολέα του εγγράφως, για τη δυνατότητα απόπειρας διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διαφοράς, καθώς και για την τυχόν υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης της διαφοράς ή μέρους αυτής επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης του ενδίκου βοηθήματος. Το ενημερωτικό έγγραφο, το οποίο συντάσσεται από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης μετά την σύσταση και έναρξη λειτουργίας της, συμπληρώνεται και υπογράφεται από τον εντολέα και τον πληρεξούσιο δικηγόρο του και κατατίθεται με το εισαγωγικό δικόγραφο της αγωγής ή άλλου ένδικου βοηθήματος επί ποινή απαράδεκτου της κατάθεσης του.
2. Ιδιωτικές διαφορές που υπάγονται στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης.
Επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης του ενδίκου βοηθήματος, οι παρακάτω ιδιωτικές διαφορές υπάγονται στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης:
α) Οι οικογενειακές διαφορές, εκτός από αυτές των περιπτώσεων α’, β’ και γ’ της παραγράφου 1, καθώς και της παραγράφου 2 του άρθρου 592 ΚΠολΔ,
β) Οι διαφορές που εκδικάζονται κατά την Τακτική Διαδικασία και υπάγονται στην καθ΄ ύλην αρμοδιότητα του Μονομελούς και Πολυμελούς Πρωτοδικείου. Η προσφυγή των μερών στην δικαστική μεσολάβηση δεν απαλλάσσει από την ως άνω υποχρέωση.
3. Α. Εξαιρούνται από την υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης της αμέσως προηγούμενης παραγράφου 2: α) η κύρια παρέμβαση που ασκείται σε συνάφεια με το αντικείμενο των διαφορών αυτών, β) οι διαφορές στις οποίες διάδικο μέρος είναι το Δημόσιο ή Ο.Τ.Α. ή Ν.Π.Δ.Δ., γ) οι διαφορές, στις οποίες οι διάδικοι δικαιούνται νομικής βοήθειας κατά το νόμο 3226/2004, όπως ισχύει, ή στους οποίους παρέχεται το ευεργέτημα της πενίας κατά τα άρθρα 194 και 195 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Β. Δικαιώματα ή αξιώσεις των μερών της εν γένει διαφοράς, που δεν περιλαμβάνονται στις προαναφερόμενες περιπτώσεις, δεν υπάγονται στην, επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης του ενδίκου βοηθήματος, υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης.
Γ. Σε περίπτωση μη επίτευξης συμφωνίας συντάσσεται πρακτικό από το διαμεσολαβητή και κάθε μέρος της διαφοράς προσκομίζει αυτό στο δικαστήριο με το δικόγραφο των προτάσεών του, επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης. Το ίδιο δικαίωμα έχει κάθε μέρος της διαφοράς για κάθε κεφάλαιο των απαιτήσεών του, το οποίο δεν συζητήθηκε στη διαδικασία της διαμεσολάβησης από υπαιτιότητα του άλλου μέρους, καίτοι αυτό υπαγόταν στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης, ανεξαρτήτως του αποτελέσματος αυτής. Αν το ένα μέρος της διαφοράς δεν προσέρχεται στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης, παρότι έχει κληθεί προς τούτο σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο της περίπτωσης Α της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, ο διαμεσολαβητής συντάσσει πρακτικό και το άλλο μέρος προσκομίζει αυτό στο Δικαστήριο με το δικόγραφο των προτάσεων του. Στην τελευταία περίπτωση, με την απόφαση του Δικαστηρίου που επιλαμβάνεται της διαφοράς, δύναται να επιβληθεί στο διάδικο μέρος που δεν προσήλθε στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης, αν και κλήθηκε προς τούτο, όπως ανωτέρω, χρηματική ποινή, η οποία δεν μπορεί να είναι κατώτερη από εκατόν είκοσι (120) ευρώ και μεγαλύτερη από τριακόσια (300) ευρώ, συνεκτιμωμένης της εν γένει συμπεριφοράς του στη μη προσέλευση στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης και επιπλέον χρηματική ποινή μέχρι ποσοστού 0,2% επί του αντικειμένου της διαφοράς ανάλογα με την έκταση της ήττας αυτού. Οι χρηματικές ποινές του προηγούμενου εδαφίου περιέρχονται στο ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ., στο οποίο κοινοποιείται με επιμέλεια του γραμματέα του Δικαστηρίου αντίγραφο της απόφασης.
4. Διαδικασία Προσφυγής στη Διαμεσολάβηση.
Α. Για τις διαφορές της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, ο αιτούμενος δικαστική προστασία υποχρεούται, ανεξάρτητα από την αξία του ένδικου αντικειμένου, να υποβάλει σε διαπιστευμένο διαμεσολαβητή εγγεγραμμένο στα Μητρώα του άρθρου 203 του παρόντος αίτημα προσφυγής στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, παραδίδοντάς του συμπληρωμένο ενημερωτικό έντυπο, το οποίο συντάσσεται από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης μετά τη σύσταση και έναρξη λειτουργίας της. Ο διαμεσολαβητής ορίζεται από τα μέρη ή από τρίτο πρόσωπο της κοινής τους επιλογής ή σε περίπτωση μη συμφωνίας από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, κατά σειρά προτεραιότητας, σύμφωνα με τον αύξοντα αριθμό μητρώου από το Ειδικό Μητρώο διαμεσολαβητών του άρθρου 203 του παρόντος, το οποίο είναι δημοσιευμένο στον ιστότοπο της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης.
Ο διαμεσολαβητής γνωστοποιεί στο άλλο ή στα άλλα μέρη το κατά τα ανωτέρω αίτημα προσφυγής στη διαδικασία της διαμεσολάβησης και συνεννοείται με αυτά για την ημερομηνία και τον τόπο διεξαγωγής της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης. Η γνωστοποίηση μπορεί να γίνει εγγράφως με συστημένη επιστολή ή ηλεκτρονικά ή με κάθε άλλο νόμιμο τρόπο, αρκεί να αποδεικνύεται το περιεχόμενό της και η ημερομηνία της, καθώς και η βεβαιότητα παραλαβής. Ειδικά για την υποχρεωτική αρχική συνεδρία της διαμεσολάβησης, η παράσταση των δικηγόρων των μερών είναι δυνητική και στην περίπτωση αυτή εκδίδεται γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών για την αμοιβή των νομικών παραστατών, ποσού αναφοράς πενήντα (50,00) ευρώ. Η υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης λαμβάνει χώρα το αργότερο εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την επομένη της γνωστοποίησης της αίτησης του προσφεύγοντος στο άλλο ή τα άλλα μέρη, ενώ η διαμεσολάβηση θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί εντός των επομένων τριάντα (30) ημερών, που εκκινούν από την επομένη της λήξης της ανωτέρω προθεσμίας. Τα μέρη δύνανται να συμφωνούν παράταση της προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών. Το χρονικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου δεν υπολογίζεται στις παραπάνω προθεσμίες. Εφόσον τα μέρη, μετά την υποχρεωτική αρχική συνεδρία, αποφασίσουν να υπαχθούν στην διαδικασία της διαμεσολάβησης, παρίστανται υποχρεωτικά, μετά των πληρεξούσιων δικηγόρων τους πλην των περιπτώσεων των καταναλωτικών διαφορών και των μικροδιαφορών.
Β. Αν δεν είναι δυνατή η φυσική παρουσία αμφοτέρων των μερών και του διαμεσολαβητή στον ίδιο τόπο και χρόνο, η συνεδρία της διαμεσολάβησης μπορεί να πραγματοποιηθεί με τη διαδικασία της τηλεδιάσκεψης μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή ή άλλου συστήματος τηλεδιάσκεψης, στο οποίο έχει πρόσβαση το άλλο ή τα άλλα μέρη της διαφοράς. Η διαδικασία τηλεδιάσκεψης μπορεί να πραγματοποιείται και μέσω γραφείου άλλου διαπιστευμένου διαμεσολαβητή που εδρεύει στον τόπο της κατοικίας, εγκατάστασης ή έδρας του άλλου ή των άλλων μερών της διαφοράς. Η διαδικασία της τηλεδιάσκεψης μπορεί να πραγματοποιηθεί και μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας, η οποία εγκρίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Οικονομικών και Δικαιοσύνης και ρυθμίζει κάθε αναγκαία τεχνική, διοικητική ή άλλη λεπτομέρεια.
Γ. Αν κατά την υποχρεωτική αρχική συνεδρία της διαμεσολάβησης τα μέρη της διαφοράς δεν συμφωνήσουν να προχωρήσουν σε διαδικασία διαμεσολάβησης, τότε θεωρείται ότι έχει πληρωθεί η υποχρέωση του παρόντος άρθρου και συντάσσεται πρακτικό.
5. Η υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης δεν εφαρμόζεται όταν η πρόσκληση για προσφυγή σε αυτή περιλαμβάνει πρόσωπο ή πρόσωπα αγνώστου διαμονής.
6. Σε κάθε περίπτωση, η διαδικασία της διαμεσολάβησης δεν μπορεί να υπερβαίνει συνολικά τις είκοσι τέσσερις (24) ώρες, εκτός εάν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά.
7. Αν συναφθεί συμφωνία υπαγωγής στη διαμεσολάβηση σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του παρόντος νόμου, ακολουθείται η διαδικασία της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου.
8. Οι ως άνω ρυθμίσεις δεν εμποδίζουν τα μέρη να καταφεύγουν οποτεδήποτε, στη δικαστική μεσολάβηση προς επίλυση των μεταξύ τους διαφορών.»
Στην υποχρεωτικοτητα πρέπει να συμπεριληφθούν και οι υποθέσεις του Ειρηνοδικείου
Ως προς τη διαδικασία της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας του άρθρου 182 παρ 4 Α, ίσως σε πολλές περιπτώσεις όπου η απόπειρα από τον αιτούντα θα πραγματοποιείται ως προθάλαμος της προσφυγής του δικαιοσύνη (και όχι γιατί θα επέλεγε εκουσίως την υπαγωγή στη διαμεσολάβηση), η διαδικασία καθορισμού διαμεσολαβητή όπως προτείνεται στο νομοσχέδιο ενδέχεται να δημιουργήσει προβλήματα και καθυστέρηση στην πρόοδο της διαδικασίας.
Επίσης θα ήταν σημαντικό η παράσταση του δικηγόρου ως νομικού παραστάτη να είναι υποχρεωτική και στην αρχική υποχρεωτική συνεδρία. Η προστασία και η εκπροσώπηση των μερών αλλά και ο σημαντικότατος ρόλος του νομικού παραστάτη είναι εξαιρετικά σημαντικά στοιχεία σε όλα τα στάδια της διαδικασίας.
Τέλος, η παράγραφος 7 του άρθρου 182, θα πρέπει να ξεκαθαριστεί εάν αφορά τη διαδικασία της εκούσιας διαμεσολάβησης ή της διαμεσολάβησης με αρχική υποχρεωτική συνεδρία. Στην πρώτη περίπτωση, θα πρέπει να απαλειφθεί καθώς η διαδικασία για την εκούσια υπαγωγή περιγράφεται στο άρθρο 183 αν όμως η νομοθετική βούληση είναι και στην εκούσια διαμεσολάβηση να ακολουθείται η διαδικασία ενημέρωσης των πλευρών, θα πρέπει να μεταφερθεί ως διάταξη στο επόμενο άρθρο . Αν η παράγραφος αφορά τη διαμεσολάβηση με υποχρεωτική αρχική συνεδρία και αναφέρεται στη διαδικασία της διαμεσολάβησης μετά την ολοκλήρωση του πρώτου υποχρεωτικού σταδίου, αφού δηλαδή τα μέρη έχουν υπογράψει συμφωνία υπαγωγής, τότε θα πρέπει να παραπέμπει το άρθρο 183 και όχι στην παράγραφο 4 του άρθρου 182.
Θεωρούμε ότι η εισαγόμενη με το νομοσχέδιο υποχρεωτικότητα της διαμεσολάβησης θα καταστήσει τον θεσμό της διαμεσολάβησης κενό περιεχομένου και μια ακόμη γραφειοκρατική διαδικασία, χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα στην επιτάχυνση των δικών και στην εξώδικη επίλυση των διαφορών. Όπως αναφέρεται και στην αιτιολογική έκθεση, έπρεπε να καθιερωθούν κίνητρα και μάλιστα φορολογικά (αφορολόγητο των ποσών που συμφωνούνται με τη διαμεσολάβηση, αλλά και των δικηγορικών αμοιβών) υπέρ της διαμεσολάβησης, αλλά και να επιβληθούν σημαντικές κυρώσεις (σε περίπτωση υποβολής συγκεκριμένης πρότασης συμβιβασμού από ένα από τα μέρη και απόρριψης από το άλλο, να επιβάλλεται διπλάσια δικαστική δαπάνη εις βάρος του απορρίπτοντος τον συμβιβασμό στο πρότυπο της νομοθεσίας πολλών πολιτειών των ΗΠΑ), ώστε πράγματι να προωθηθεί ο θεσμός. Η Ένωση μας (ΑΔΕ) θεωρεί ότι η υποχρεωτική διαμεσολάβηση θα εξελιχθεί σε μια νέα τυπική διαδικασία 214Α ΚΠολΔ, όπως ίσχυε στο παρελθόν, που δυστυχώς απέτυχε. Ειδικά δε στην τακτική διαδικασία, η οποία με τον νέο ΚΠολΔ παρουσιάζει πλέον πολύ μεγάλες καθυστερήσεις στην εκδίκαση και στην έκδοση αποφάσεων, η εισαγόμενη κατά τον ανωτέρω τρόπο υποχρεωτικότητα της διαμεσολάβησης θα συνεπάγεται και περαιτέρω επιβράδυνση της όλης διαδικασίας κατά τουλάχιστον 3 μήνες. Τέλος, είναι αδιανόητο σε νομικά ζητήματα να μην συμμετέχει νομικός παραστάτης – δικηγόρος στην πρώτη απόπειρα επίλυσης της διαφοράς κατά τη διαμεσολάβηση, δεδομένου ότι μια τέτοια παράλειψη, όχι μόνο αποστερεί από τον δικηγόρο τον φυσικό του διαμεσολαβητικό/συμβιβαστικό ρόλο στην καθιερωμένη προσπάθεια εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών, αλλά, επιπλέον ενέχει σαφή κίνδυνο απώλειας δικαιωμάτων για έκαστο των διαδίκων μερών, κατά τον, μετά βεβαιότητας, στρεβλό χειρισμό αμιγώς νομικών εννοιών και υποθέσεων, από ξένους προς τις έννοιες αυτές, διαμεσολαβητές που δεν τυγχάνουν νομικοί (ιδίως δε σε θέματα οικογενειακού δικαίου, που πολλές αφορούν διατροφές ή άλλα δικαιώματα ανηλίκων).
ΤΗΡΗΣΗ ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΟΤΗΤΑΣ – ΣΥΜΦΩΝΗΤΙΚΟ ΥΠΑΓΩΓΗΣ
Με δεδομένο ότι δεν είναι σίγουρο ότι της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης, θα ακολουθήσει και η κανονική διαδικασία διαμεσολάβησης (τα μέρη θα το αποφασίσουν), Θα πρέπει να προστεθεί στο παρόν άρθρο το παρακάτω:
Πριν τη διαδικασία προσφυγής στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης, θα πρέπει όλοι οι συμμετέχοντες να δεσμευτούν συμβατικά για την τήρηση της εμπιστευτικότητας.
(στο σημείο αυτό πρέπει να καθοριστεί εάν η υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης καλύπτεται από εμπιστευτικότητα. Εάν ναι, τότε πρέπει να προβλεφθεί συμβατικά. Επίσης πρέπει να ξεκαθαριστεί εάν η υποχρεωτική αρχική συνεδρία είναι απλώς ενημερωτική ή είναι η απαρχή της κανονικής διαδικασίας διαμεσολάβησης. Στη δεύτερη περίπτωση θα πρέπει να προβλεφθεί εξ΄αρχής και η υπογραφή του σχετικού συμφωνητικού υπαγωγής στη διαμεσολάβηση).
Θα ήταν χρήσιμο η Υποχρεωτική Αρχική Συνεδρία της διαμεσολάβησης να εφαρμοστεί και στις ιδιωτικές διαφορές που υπάγονται στη καθ΄υλη αρμοδιότητα των Ειρηνοδικείων. Υπάρχει πλήθος διαφορών (εμπορικές, κληρονομικές, ενοχικές), για τις οποίες λόγω αρμοδιότητας επιλαμβάνονται τα Ειρηνοδικεία και θα μπορούσαν να συμπεριληφθούν και αυτές στη παράγραφο 2, περίπτωση β) του παροντος άρθρου.
Αναφέρεται ότι: Για τις διαφορές της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, ο αιτούμενος δικαστική προστασία υποχρεούται, ανεξάρτητα από την αξία του ένδικου αντικειμένου, να υποβάλει σε διαπιστευμένο διαμεσολαβητή εγγεγραμμένο στα Μητρώα του άρθρου 203 του παρόντος αίτημα προσφυγής στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, παραδίδοντάς του συμπληρωμένο ενημερωτικό έντυπο, το οποίο συντάσσεται από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης μετά τη σύσταση και έναρξη λειτουργίας της. Ο διαμεσολαβητής ορίζεται από τα μέρη ή από τρίτο πρόσωπο της κοινής τους επιλογής ή σε περίπτωση μη συμφωνίας από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, κατά σειρά προτεραιότητας, σύμφωνα με τον αύξοντα αριθμό μητρώου από το Ειδικό Μητρώο διαμεσολαβητών του άρθρου 203 του παρόντος, το οποίο είναι δημοσιευμένο στον ιστότοπο της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης.
Χρειάζεται επιπλέον επεξήγηση:
Ή θα τον επιλέγει αυτός που αιτείται της δικαστικής προστασίας και θα ζητά την συναίνεση του άλλου μέρους ή θα τον επιλέγουν από κοινού από τον κατάλογο. Να ισχύουν και τα 2 που αναφέρει δεν είναι εφικτό.
Θέματα τα οποία τίθενται είναι:
1)Χωρίς το προπαρευσκευαστικό στάδιο πως είναι σε θέση ο διαμεσολαβητής να γνωρίζει πιθανή σύγκρουση συμφερόντων;
2)Πριν την 1η ενημερωτική συνάντηση πρέπει να υπογράφεται έγγραφο τήρησης της εμπιστευτικότητας που πλέον θα είναι ανεξάρτητο από τη συμφωνία υπαγωγής στην διαμεσολάβηση;
Άρθρο 182 – Όπου αναφέρεται «επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης» προτείνουμε να γίνει «επί ποινή απαραδέκτου της κατάθεσης»
Άρθρο 182 – Παράγραφος 2
Στο θέμα των διαφορών που υπάγονται στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία: θεωρούμε πως θα μπορούσε η διατύπωση να περιλαμβάνει και τις διαφορές των Ειρηνοδικείων, όπου η φύση των διαφορών είναι ακόμη απλούστερη και θα μπορούσαν χιλιάδες εξ αυτών να επιλυθούν εξωδικαστικά με ταχύτατες διαδικασίες.
Άρθρο 182 – Παράγραφος 4Α
Στο θέμα της υποβολής αιτήματος προσφυγής: Προτείνουμε να αντικατασταθούν στο πρώτο εδάφιο οι λέξεις «παραδίδοντας» και «ενημερωτικό έντυπο» με τις λέξεις «αποστέλλοντας» (που περιγράφει μια πιο ευέλικτη διαδικασία υποβολής αιτήματος επιτρέποντας τη δυνατότητα ηλεκτρονικής υποβολής (email, φόρμα κλπ) με κείμενο που θα εγκρίνει η ΚΕΔ) και «αίτημα προσφυγής σε διαμεσολάβηση» (που περιγράφει με ακρίβεια το αίτημα που υποβάλλει ο αιτών).
Στο θέμα του ορισμού διαμεσολαβητή από την ΚΕΔ: Προκύπτουν αρκετά ζητήματα στην εφαρμογή αυτής της διατύπωσης. Καταρχάς υπάρχει διαμεσολαβητής ο οποίος έχει ήδη λάβει αίτημα προσφυγής από τον αιτούντα. Συνεπώς, αν προκύψει η διαφωνία στο πρόσωπό του, θα είναι μετά την επικοινωνία του με την άλλη πλευρά. Εάν αυτό συμβεί, με ποιόν τρόπο θα προτείνει ορισμό διαμεσολαβητή η ΚΕΔ; Ποιος θα τηρεί τη σειρά προτεραιότητας; Τι θα γίνει αν η σειρά προτεραιότητας υποδεικνύει διαμεσολαβητή εκτός του τόπου κατοικίας ή έδρας των μερών; Θα υπάρχει αυτοματοποιημένη εφαρμογή με κριτήρια; Με λογάριθμο; Πως θα λειτουργεί και πως θα ελέγχεται; Τι θα γίνει αν ο προτεινόμενος διαμεσολαβητής δε γίνει δεκτός από τα μέρη; Θεωρούμε πως η πρόβλεψη του νόμου εμπλέκει την ΚΕΔ σε έναν ρόλο γραφειοκρατικό που δεν θα πρέπει να την αφορά και θα δημιουργήσει τεράστια πρακτικά προβλήματα διαχείρισης, ενώ θέτει το ζήτημα του ορισμού διαμεσολαβητή σε ένα περιβάλλον καχυποψίας (στη λογική διαμεσολαβητής «δικός μου» ή «δικός του») ακυρώνοντας την αυτονόητη αμεροληψία και ουδετερότητα οποιουδήποτε διαμεσολαβητή. Προτείνουμε το εξής: ο ορισμός διαμεσολαβητής να μείνει αποκλειστικά στην ευθύνη των μερών και των δικηγόρων τους, που είναι ελεύθερα να βρουν τον τρόπο ορισμού, είτε αυτός γίνει από τρίτο μέρος της κοινής τους εμπιστοσύνης, ή ακόμη και με κλήρωση από λίστα προτεινόμενων από κάθε πλευρά διαμεσολαβητών. Συνεπώς προτείνουμε μια νέα διατύπωση: «Ως Διαμεσολαβητής επιλέγεται αυτός στον οποίο υποβάλλει ο ενάγων το αίτημά του για προσφυγή στη διαμεσολάβηση. Σε περίπτωση που αυτός δε γίνει δεκτός από την άλλη πλευρά, ορίζεται νέος διαμεσολαβητής με συμφωνία των μερών ή από τρίτο πρόσωπο κοινής επιλογής των μερών ή μετά από κλήρωση που διενεργούν τα μέρη από λίστα έξι προτεινόμενων διαμεσολαβητών από το Ειδικό Μητρώο διαμεσολαβητών του άρθρου 203 του παρόντος, που περιλαμβάνει τρεις προτεινόμενους από κάθε πλευρά.»
Στο θέμα της γνωστοποίησης της πρόσκλησης από τον διαμεσολαβητή: Θωρούμε πως υπάρχει πρακτικό ζήτημα στο θέμα της γνωστοποίησης της πρόσκλησης του διαμεσολαβητή και στο θέμα της βεβαιότητας παραλαβής. Η υφιστάμενη διατύπωση εισάγει επιπλέον κόστος επιδόσεων με δικαστικό επιμελητή. Πρακτικά σημαίνει πως ή θα επιβαρυνθεί με επιπλέον κόστος ο προσφεύγων (50€ ανά επίδοση ανάλογα με το αριθμό των μερών της άλλης πλευράς) ή με τα ίδια ποσά ο διαμεσολαβητής που ίσως τελικά δαπανήσει περισσότερα από ότι θα είναι η αμοιβή του. Προτείνουμε να αλλάξει η διατύπωση ως εξής: «Η γνωστοποίηση όταν γίνεται ηλεκτρονικά πρέπει να αποδεικνύει το περιεχόμενο και την ημερομηνία της και όταν γίνεται με συστημένη επιστολή ή άλλο νόμιμο τρόπο πρέπει επιπλέον να αποδεικνύει και τη βεβαιότητα παραλαβής».
Άρθρο 182 – Παράγραφος 4Β
Στο θέμα της τηλεδιάσκεψης: Θα πρέπει να διευκρινιστεί πως η δυνατότητα τηλεδιάσκεψης αφορά γενικά στη διαδικασία της διαμεσολάβησης και όχι μόνο στη διαδικασία του άρθρου 182. Επιπλέον, με την παρούσα διατύπωση εισάγει κατά την εκτίμησή μας μια περιττή υποχρέωση και δέσμευση για όλους τους εμπλεκόμενους στη διαδικασία, μέρη, διαμεσολαβητή και δικηγόρους, ακυρώνοντας την ευελιξία που παρέχει η τεχνολογία. Γιατί πρέπει να οριστεί ο τόπος που θα πρέπει να είναι οι συντελεστές της διαδικασίας σε μια online διαμεσολάβηση; Προτείνουμε μια πιο ελεύθερη διατύπωση: «Στην περίπτωση που η φυσική παρουσία οποιουδήποτε από τους νόμιμα παριστάμενους στη διαδικασία της διαμεσολάβησης δεν είναι δυνατή, αυτοί μπορούν να συμμετέχουν στη διαδικασία με τηλεδιάσκεψη μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή ή άλλου συστήματος που παρέχει ο διαμεσολαβητής, ο οποίος έχει την ευθύνη να συντονίσει τη διαδικασία και να διασφαλίσει πως όλα τα μέρη θα βρίσκονται παρόντα στον ίδιο χρόνο με τηλεδιάσκεψη ή με φυσική παρουσία, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα και κάθε αναγκαία τεχνική λεπτομέρεια». Οι διαμεσολαβητές θα πρέπει να παρέχουν στο πλαίσιο των υπηρεσιών τους την τεχνογνωσία και τα μέσα για μια τηλεδιάσκεψη.
Προτείνεται:
1) Η τροποποίηση του πρώτου εδαφίου του άρθρου 182 παρ. 2 περίπτ. β’ ως εξής: «β) Οι διαφορές που εκδικάζονται κατά την Τακτική Διαδικασία.»
Με την προτεινόμενη τροποποίηση συμπεριλαμβάνονται και οι διαφορές που εκδικάζονται κατά την Τακτική Διαδικασία και υπάγονται στην καθ’ ύλη αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου, διότι η εξαίρεσή τους είναι αντίθετη, αφενός μεν, με το ενιαίο της εν λόγω Διαδικασίας και δεν δικαιολογείται αντικειμενικά, αφετέρου δε, με το σκοπό που αποβλέπει η ρύθμιση για την ταχύτερη επίλυση των διαφορών αυτών, δεδομένου ότι δικάσιμος για τις διαφορές αυτές, ιδίως στα περιφερειακά Ειρηνοδικεία της Αττικής, ορίζεται τουλάχιστον μετά από δύο χρόνια. Σημειωτέον ότι ούτε στην Αιτιολογική Έκθεση αναφέρεται ο λόγος της εξαίρεσής τους.
2) Η προσθήκη περίπτωσης «γ’» στο άρθρο 182 παρ. 2 ως εξής: «γ) Οι διαφορές για τις οποίες προβλέπεται «ρήτρα διαμεσολάβησης» σύμφωνα με το άρθρο 180 παρ. 1 του παρόντος.»
Η προτεινόμενη προσθήκη είναι απολύτως σύμφωνη με την ήδη εκφρασμένη εγγράφως βούληση των μερών να υπαγάγουν τις διαφορές τους, σε κάθε περίπτωση, στη διαδικασία της διαμεσολάβησης πριν την υπαγωγή τους στα δικαστήρια.
3) Η τροποποίηση της περίπτωσης α’ της παραγράφου 3.Α. του άρθρου 182 ως εξής: «α) η κυρία και η πρόσθετη παρέμβαση που ασκούνται σε συνάφεια με το αντικείμενο αυτό.»
Με την προτεινόμενη τροποποίηση συμπεριλαμβάνεται και η πρόσθετη παρέμβαση για την ταυτότητα του λόγου και την πληρότητα της διάταξης αφού η εξαίρεσή της δεν δικαιολογείται.
4) Η τροποποίηση του εδαφίου στ’ του άρθρου 182 παρ. 4.Α. ως εξής:
« Η υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης λαμβάνει χώρα το αργότερο εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την επομένη της γνωστοποίησης της αίτησης του προσφεύγοντος στο άλλο ή τα άλλα μέρη, εφόσον είναι κάτοικοι εσωτερικού και εντός εξήντα (60) ημερών εφόσον είναι κάτοικοι εξωτερικού.»
Με την προτεινόμενη τροποποίηση αντιμετωπίζονται οι χρονικές καθυστερήσεις των κοινοποιήσεων στο εξωτερικό, όπως άλλωστε, για τον ίδιο λόγο, αντιμετωπίζονται και στον ΚΠολΔ. με αντίστοιχες προβλέψεις.
Άρθρο 4ο
α. Σκόπιμο είναι να διευκρινιστεί, στην παράγραφο 2 (β) του άρθρου 182, ότι υπαγόμενες διαφορές είναι «Οι αστικές και εμπορικές διάφορες, που εκδικάζονται κατά την Τακτική Διαδικασία … ».
Περαιτέρω, στην ΥΑΣ είναι απόλυτα ενδεδειγμένη η υπαγωγή και υποθέσεων, που εκδικάζονται με ειδικές διαδικασίες, όπως -ενδεικτικά -οι μισθωτικές διαφορές (όπου επιβάλλεται η ταχεία ρύθμιση της διαφοράς, διότι ο μισθωτής μπορεί να εξαφανιστεί ανά πάσα στιγμή στο διάστημα που διαρκεί η δικαστική διαδικασία, μέχρι την έκδοση απόφασης εκτελεστής και στις οποίες η Διαμεσολάβηση επιτρέπει την λύση της διαφοράς με διάφορους τρόπους, που δεν θα μπορούσαν να διαταχθούν από το Δικαστήριο λόγω της δέσμευσης του από το δικόγραφο του ενάγοντος και εκείνο του εναγόμενου σε περίπτωση ανταγωγής, οι εργατικές διαφορές σχετικά με τις οποίες έχει αποδειχθεί στην πράξη ότι η εξωδικαστική επίλυσή τους είναι εφικτή και ενδεδειγμένη, οι διάφορες με αντικείμενο αμοιβές και έξοδα κατ’ άρθρο 614 παράγραφος 5 και, γενικότερα, όλες εκείνες οι υποθέσεις, που εκδικάζονται με ειδικές διαδικασίες και στις οποίες είναι σημαντική η δημιουργία ευνοϊκού / φιλικού κλίματος για την επίλυση της διαφοράς με τρόπο επωφελή για όλα τα μέρη.
β. Οι εξαιρέσεις από την ΥΑΣ, που προβλέπεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 182, είναι αδικαιολόγητες και στις τρεις περιπτώσεις:
i. Η εξαίρεση της κύριας παρέμβασης από την ΥΑΣ είναι αλυσιτελής.
Ο κυρίως παρεμβαίνων, με την από αυτόν ανάληψη της δίκης, καθίσταται νέος διάδικος, που δεν έχει λάβει μέρος στην αρχική ΥΑΣ.
Θα πρέπει να δίνεται μια νέα ευκαιρία στα μέρη, ένα από τα οποία είναι «καινούργιο», με μια ΥΑΣ, που μπορεί να έχει ευτυχέστερο αποτέλεσμα από την πρώτη.
ii. Άτοπη είναι και η εξαίρεση των διαφόρων στις οποίες διάδικο μέρος είναι το Δημόσιο ή ΟΤΑ ή Ν.Π.Δ.Δ. όταν πρόκειται περί διαφορών, που πηγάζουν από σχέσεις στις οποίες το Δημόσιο κλπ δεν έχει ενεργήσει iure imperii αλλά iure gestionis και ως εκ τούτου είναι δεκτικές διαμεσολάβησης.
iii. επιβάλλεται να καταργηθεί η εξαίρεση των διαφόρων, στις οποίες οι διάδικοι δικαιούνται νομικής βοήθειας. Εδώ, οι διάδικοι είναι εξ ορισμού οικονομικά αδύνατοι και, ακριβώς, για τον λόγο αυτό θα πρέπει να τους δίνεται η ευκαιρία, μέσω της υποχρεωτικής ΥΑΣ, να γνωρίσουν την Διαμεσολάβηση -έστω σε αδρές γραμμές- και να ακολουθήσουν την διαδικασίας της και να επιλύσουν την διαφορά τους με μικρότερο κόστος για όσους επωμίζονται το «ευεργέτημα πενίας» από εκείνο της δικαστικής διαδικασίας, ενώ θα μπορούσε να προβλεφθεί ότι το κόστος της διαμεσολάβησης θα καλύπτεται από το ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. στο οποίο άλλωστε περιέρχονται τα ποσά των ποινών του προτελευταίου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 182, οι οποίες, κατ’ αυτόν τον τρόπο θα αποκτήσουν χρήσιμο λόγο ύπαρξης.
γ. Πέραν των ποινών του προτελευταίου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 182, δόκιμο και αποτελεσματικό́ θα ήταν να προβλέπεται ότι, ακόμη και εάν κερδίσει την δίκη, στον διάδικο εκείνο -που δεν θα έχει εμφανιστεί ή που θα έχει αρνηθεί να προχωρήσει η διαδικασία της Διαμεσολάβησης- δεν θα επιδικασθεί η δικαστική του δαπάνη εάν κερδίσει στο Δικαστήριο ή ακόμη και ότι, σε ακραίες περιπτώσεις προφανούς κακοπιστίας του, θα του επιβάλλεται και η δικαστική δαπάνη του αντιδίκου του, που ηττήθηκε.
Το σχήμα, που αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο, εφαρμόζεται σε αρκετές χώρες, μεταξύ των οποίων το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά και ευρύτατα σε διεθνείς εμπορικές διαιτησίες.
δ. Στην παράγραφο 4 Α του άρθρου 182, υπάρχει ασάφεια σχετικά με με την πρώτη φάση της διαδικασιας της ΥΑΣ .
i. Εν πρώτοις, θα πρέπει να προβλεφθεί ρητά εάν η σχετική διαδικασία πρέπει να αρχίσει πριν από την κατάθεση στο Δικαστήριο του ένδικου βοηθήματος ή και μετά από αυτήν, αλλά πριν την συζήτηση του ενδίκου βοηθήματος.
ii. Θα πρέπει, επίσης, να διευκρινιστεί πως επιλέγεται ο διαμεσολαβητής στον οποίο ο διάδικος, που αιτείται δικαστική προστασία, υποχρεούται να υποβάλει αίτημα προσφυγής στην διαδικασία της διαμεσολάβησης. Πρακτικά, σε εκείνη την φάση, δεν μπορεί να επιλέγεται από κοινού από τα μέρη ή ,σε περίπτωση μη συμφωνίας αυτών, από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, αφού τα μέρη δεν έχουν επικοινωνία δεδομένου ότι το αίτημα του προσφεύγοντος δεν έχει ακόμη γνωστοποιηθεί στον αντίδικο του. Στο πρώτο εδάφιο αυτής της παραγράφου, υπάρχει ένα προθύστερο σχήμα, το οποίο χρειάζεται να διευκρινιστεί, διότι δίνει την εντύπωση ότι σχετικά με την ΥΑΣ πρέπει να ενεργήσουν δυο διαμεσολαβητές .
Κατά την άποψη μας, μια δόκιμη ρύθμιση του θέματος θα ήταν εκείνη που θα προέβλεπε ότι ο αιτούμενος δικαστική προστασία επιλέγει, εξ υπαρχής, τον διαμεσολαβητή, που θα διεξάγει την ΥΑΣ, από τον Κατάλογο Διαπιστευμένων Διαμεσολαβητών του Υπουργείου Δικαιοσύνης και μάλιστα από το Ειδικό Μητρώου του Υπουργείου Δικαιοσύνης, το οποίο περιλαμβάνει τους διαπιστευμένους διαμεσολαβητές, που έχουν έδρα στο Πρωτοδικείο του τόπου της κατοικίας ή της μόνιμης διαμονής του επιλέγοντος, με απόλυτη σειρά προτεραιότητας βάσει του αύξοντα αριθμού μητρώου, που έχουν οι διαμεσολαβητές στο ως άνω Ειδικό Μητρώο. Ο αιτούμενος δικαστική προστασία υποχρεούται να υποβάλει στον διαμεσολαβητή που ορίστηκε, κατά τα ανωτέρω, συμπληρωμένο το σχετικό ενημερωτικό έντυπο της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης.
iii. Η υποχρεωτική παράσταση πληρεξουσίων δικηγόρων των μερών κατά την ΥΑΣ είναι απαραίτητη για τον ίδιο λόγο, που είναι υποχρεωτική σε περίπτωση κατά την οποία, μετά την ΥΑΣ, τα μέρη συμφωνήσουν να προχωρήσουν στην διαδικασία της διαμεσολάβηςης, δηλαδή για την ασφάλεια των συναλλαγών δεδομένου ότι ο Διαμεσολαβητής δεν είναι υποχρεωτικά νομικός.
Αδικαιολόγητη είναι η εξαίρεση από την υποχρεωτική παράσταση δικηγόρων στη διαδικασία διαμεσολάβησης που αφορά στις περιπτώσεις των καταναλωτικών διαφορών και των μικροδιαφορών, όπου θα πρέπει και εκεί να προβλεφθεί ως υποχρεωτική.
Κατά συνέπεια, πρέπει να τροποποιηθούν αντίστοιχα οι διατάξεις της δεύτερης υποπαράγραφου της παραγράφου 4.Α του άρθρου 182.
ε. Στο τέλος του άρθρου 182 παρ. 8 προτείνουμε να προστεθεί η φράση «ούτε να επιδιώξουν την, εκ νέου, επίλυση της διαφοράς μέσω διαμεσολάβησης», ώστε να είναι σαφές ότι τυχόν αποτυχία της διαμεσολάβησης, δεν απαγορεύει την εκ νέου προσπάθεια.
στ. Η προβλεπόμενη δυνατότητα πραγματοποίησης της τηλεδιάσκεψης και μέσω γραφείου άλλου διαπιστευμένου διαμεσολαβητή,που προβλέπεται στην παράγραφο 4 Β του άρθρου 182 πρέπει να απαληφθει διότι ενέχει τον κίνδυνο παράβασης της υποχρέωσης εχεμύθειας, δεδομένου ότι ο άλλος αυτός διαμεσολαβητής δεν δεσμεύεται από τέτοια υποχρέωση.
ζ. Η διατύπωση της παραγράφου 7 του άρθρου 182, που προβλέπει ότι: «αν συναφθεί συμφωνία υπαγωγής στην διαμεσολάβηση σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του παρόντος Νόμου, ακολουθείται η διαδικασία του άρθρου 4 του άρθρου 182» δημιουργεί ερμηνευτικά προβλήματα διότι δεν είναι σαφές εάν αφορά κάθε συμφωνία υπαγωγής σε διαμεσολάβηση ή μόνο τέτοια συμφωνία στις περιπτώσεις διαφόρων υποχρεωτικά υπαγομένων σε ΥΑΣ, λόγω του ότι περιλαμβάνεται στο άρθρο 182, που τις αφορά. Είναι προφανές ότι δεν μπορεί να αφορά τις διάφορες, που υπάγονται υποχρεωτικά σε ΥΑΣ, αφού το ζήτημα αυτό ρυθμίζεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 182 και, κατά συνέπεια, παραπομπή σε αυτήν είναι περιττή. Συμπερασματικά, πρέπει να αφορά κάθε περίπτωση συμφωνίας περί υπαγωγής σε διαδικασία Διαμεσολάβησης οποιασδήποτε υπόθεσης δεκτικής επίλυσης με Διαμεσολάβηση, είτε υπόκειται, είτε όχι σε υποχρεωτική ΥΑΣ.
Εξάλλου, πρέπει να καταστεί σαφές ότι οι διαταξεις του άρθρου 183 εφαρμόζονται σε κάθε διαδικασία διαμεσολάβησης, συμπεριλαμβανομένων των ΥΑΣ .
Κατ’ ακολουθία, προτείνουμε η παράγραφος 7 να απαληφθεί από το άρθρο 182 και να περιληφθεί ως παράγραφος (1) στο άρθρο 183 (προσαρμοζόμενης αντίστοιχα της αρίθμησης των επόμενων διατάξεων του), με την εξής διατύπωση: «αν συναφθεί συμφωνία υπαγωγής στην διαμεσολάβηση σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του παρόντος Νόμου, ακολουθείται η διαδικασία του άρθρου 4 του άρθρου 182 και όλων των παραγράφων του άρθρου 183».
Ο νομοθέτης έκανε μια βασική επιλογή: Ότι η υποχρεωτική συνεδρία είναι μόνον ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΗ.
Με δεδομένη αυτή την επιλογή, κατά τη γνώμη μου:
1. Θα πρέπει να γίνουν σαφείς οι ΔΥΟ ΧΩΡΙΣΤΕΣ διαδικασίες.
• η διαδικασία της ΥΑΣ (Υποχρεωτικής Αρχικής Συνεδρίας), η οποία θα αναπτύσσεται στο άρθρο 182 και εν συνεχεία
• η διαδικασία της διαμεσολάβησης που θα περιγράφεται στο άρθρο 183.
Όπως είναι σήμερα διατυπωμένα τα άρθρα, δημιουργείται σύγχυση στον αναγνώστη.
2. Καθώς η ενημέρωση των μερών θα γίνεται από τον διαμεσολαβητή στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης, ΠΑΡΕΛΚΕΙ η θέσπιση υποχρέωσης έγγραφης ενημέρωσης του μελλοντικού ενάγοντα από δικηγόρο. Θα είναι μια μη απαραίτητη γραφειοκρατική διαδικασία, ενοχλητική και άσκοπη απασχόληση για τον δικηγόρο.
3. Είναι πρωθύστερο σχήμα το να απαιτείται για την ΥΑΣ επιλογή διαμεσολαβητή «από κοινού» από τα μέρη, όταν τα μέρη ακόμη δεν γνωρίζουν τίποτε για τον θεσμό, πιθανόν δε γνωρίζουν ούτε το ένα το άλλο και πάντως θα είναι πολύ δύσκολο να συνεννοηθούν. Θα είναι άλλο ένα γραφειοκρατικό εμπόδιο που θα φέρει κόπωση στα μέρη και τους δικηγόρους. Το ποιος διαμεσολαβητής θα κάνει την ενημέρωση, έχει μηδενική σημασία για την ουδετερότητα και την αμεροληψία του διαμεσολαβητή. Κατά συνέπεια, ο διαμεσολαβητής της ΥΑΣ αρκεί να επιλέγεται ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΙΤΟΥΝΤΑ. Μετά την ΥΑΣ, αν τα μέρη αποφασίσουν να προχωρήσουν στο 2ο στάδιο, της πραγματικής διαμεσολάβησης, ΤΟΤΕ θα επιλέξουν από κοινού διαμεσολαβητή σύμφωνα με το 183.
4. Η γνωστοποίηση – πρόσκληση από τον διαμεσολαβητή του μελλοντικού «εναγόμενου» στην ΥΑΣ είναι πολύ χρήσιμο να μπορεί να αποδεικνύεται ΜΕ ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΗ. Έτσι θα αποφεύγεται η αύξηση των δαπανών με επιδόσεις με δικαστικό Επιμελητή. Ο διαμεσολαβητής κανένα συμφέρον δεν έχει να κάνει ψευδή δήλωση. Άλλωστε και ο «εναγόμενος» μπορεί και αυτός να προκαλέσει ο ίδιος διαμεσολάβηση (αν θεωρηθεί ότι θα ήθελε να πάει σε διαμεσολάβηση αλλά δεν έλαβε εγκαίρως την γνωστοποίηση – πρόσκληση).
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΜΟΡΦΗ ΑΡΘΡΟΥ
« Άρθρο 182 Διαδικασία Προσφυγής στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία Διαμεσολάβησης
1. Ιδιωτικές διαφορές που υπάγονται στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης. Επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης του ενδίκου βοηθήματος, οι παρακάτω ιδιωτικές διαφορές υπάγονται στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης:
α) Οι οικογενειακές διαφορές, εκτός από αυτές των περιπτώσεων α’, β’ και γ’ της παραγράφου 1, καθώς και της παραγράφου 2 του άρθρου 592 ΚΠολΔ,
β) Οι διαφορές που εκδικάζονται κατά την Τακτική Διαδικασία και υπάγονται στην καθ΄ ύλην αρμοδιότητα του Μονομελούς και Πολυμελούς Πρωτοδικείου.
Η προσφυγή των μερών στην δικαστική μεσολάβηση δεν απαλλάσσει από την ως άνω υποχρέωση.
2. Α. Εξαιρούνται από την υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης της αμέσως προηγούμενης παραγράφου 1: α) η κύρια παρέμβαση που ασκείται σε συνάφεια με το αντικείμενο των διαφορών αυτών, β) οι διαφορές στις οποίες διάδικο μέρος είναι το Δημόσιο ή Ο.Τ.Α. ή Ν.Π.Δ.Δ., γ) οι διαφορές, στις οποίες οι διάδικοι δικαιούνται νομικής βοήθειας κατά το νόμο 3226/2004, όπως ισχύει, ή στους οποίους παρέχεται το ευεργέτημα της πενίας κατά τα άρθρα 194 και 195 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. δ)όταν η διαφορά αφορά πρόσωπο ή πρόσωπα αγνώστου διαμονής.
Β. Δικαιώματα ή αξιώσεις των μερών της εν γένει διαφοράς, που δεν περιλαμβάνονται στις προαναφερόμενες περιπτώσεις, δεν υπάγονται στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης.
3. Διαδικασία Προσφυγής στην Υποχρεωτική Αρχική Συνεδρία της Διαμεσολάβησης.
Α. Για τις διαφορές της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, ο αιτούμενος δικαστική προστασία υποχρεούται, να υποβάλει σε διαπιστευμένο διαμεσολαβητή εγγεγραμμένο στα Μητρώα του άρθρου 203 του παρόντος αίτημα προσφυγής στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, παραδίδοντάς του συμπληρωμένο ενημερωτικό έντυπο, το οποίο συντάσσεται από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης.
Ο διαμεσολαβητής γνωστοποιεί στο άλλο ή στα άλλα μέρη το κατά τα ανωτέρω αίτημα προσφυγής στη διαδικασία της διαμεσολάβησης και συνεννοείται με αυτά για την ημερομηνία και τον τόπο διεξαγωγής της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης. Η γνωστοποίηση μπορεί να γίνει εγγράφως με συστημένη επιστολή ή ηλεκτρονικά ή με κάθε άλλο νόμιμο τρόπο, αρκεί να αποδεικνύεται το περιεχόμενό της και η ημερομηνία της, καθώς και η βεβαιότητα παραλαβής. Η γνωστοποίηση μπορεί να αποδεικνύεται με δήλωση του διαμεσολαβητή. Στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία της διαμεσολάβησης, η παράσταση των δικηγόρων των μερών είναι δυνητική και εκδίδεται γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών για την αμοιβή των νομικών παραστατών, ποσού αναφοράς πενήντα (50,00) €.
Η υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης λαμβάνει χώρα το αργότερο εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την γνωστοποίησης της αίτησης του προσφεύγοντος στο άλλο ή τα άλλα μέρη. Η διαμεσολάβηση θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί εντός των επομένων τριάντα (30) ημερών, που εκκινούν από την λήξης της ανωτέρω προθεσμίας. Τα μέρη δύνανται να συμφωνούν παράταση της προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών. Το χρονικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου δεν υπολογίζεται στις παραπάνω προθεσμίες.
Αν κάποιο μέρος της διαφοράς δεν προσέλθει στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης, παρότι έχει κληθεί προς τούτο σύμφωνα με το 2ο εδάφιο της περίπτωσης Α της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, ο διαμεσολαβητής συντάσσει πρακτικό και το άλλο μέρος προσκομίζει αυτό στο Δικαστήριο με το δικόγραφο των προτάσεων του. Το Δικαστήριο που επιλαμβάνεται της διαφοράς με την απόφαση του, δύναται να επιβάλει στο διάδικο μέρος που δεν προσήλθε, χρηματική ποινή, η οποία δεν μπορεί να είναι κατώτερη από εκατόν είκοσι (120) ευρώ και μεγαλύτερη από τριακόσια (300) ευρώ, συνεκτιμωμένης της εν γένει συμπεριφοράς του στη μη προσέλευση στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης και επιπλέον χρηματική ποινή μέχρι ποσοστού 0,2% επί του αντικειμένου της διαφοράς ανάλογα με την έκταση της ήττας αυτού. Οι χρηματικές ποινές του προηγούμενου εδαφίου περιέρχονται στο ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ., στο οποίο κοινοποιείται με επιμέλεια του γραμματέα του Δικαστηρίου αντίγραφο της απόφασης.
Εφόσον τα μέρη, μετά την υποχρεωτική αρχική συνεδρία, αποφασίσουν να υπαχθούν στην διαδικασία της διαμεσολάβησης, παρίστανται υποχρεωτικά, μετά των πληρεξούσιων δικηγόρων τους και εφαρμόζονται τα οριζόμενα στο άρθρο 183. Στις περιπτώσεις των καταναλωτικών διαφορών και των μικροδιαφορών μπορούν τα μέρη να παρίστανται χωρίς δικηγόρο.
Γ. Αν κατά την υποχρεωτική αρχική συνεδρία της διαμεσολάβησης τα μέρη της διαφοράς δεν συμφωνήσουν να προχωρήσουν σε διαδικασία διαμεσολάβησης, τότε θεωρείται ότι έχει πληρωθεί η υποχρέωση του παρόντος άρθρου και συντάσσεται πρακτικό. Κάθε μέρος της διαφοράς προσκομίζει το ενλόγω πρακτικό στο δικαστήριο με το δικόγραφο των προτάσεών του, επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης. Το ίδιο δικαίωμα έχει κάθε μέρος της διαφοράς για κάθε κεφάλαιο των απαιτήσεών του, το οποίο δεν συζητήθηκε στη διαδικασία της διαμεσολάβησης καίτοι αυτό υπαγόταν στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης, ανεξαρτήτως του αποτελέσματος αυτής.
1. Προτείνω την προσθήκη στις διαφορές που υπάγονται στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία των ειδικών διαδικασιών του ν. 4512/2017, καθώς στόχευαν σε ειδικό πληθυσμό που είτε με την επιτυχή έκβαση της διαμεσολάβησης θα βοηθούσαν στην κοινωνική ειρήνη, είτε θα διαφύλαταν την ιδιωτικότητα και το απόρρητο μεταξύ των εμπλεκομένων μερών προστατεύοντας επαγγελματικά και ιδιωτικά μυστικά, συνεργασίες και συμφωνίες, καθώς και την επαγγελματική υπόληψη και ηθική τους.
2. Στην εξαίρεση της παρ. 3 περ. Α εδ. β υπάρχει ανακολουθία, καθώς στην παρ. 9 του άρθρου 183 εφαρμόζονται αναλογικά και στη διαμεσολάβηση οι ρυθμίσεις του άρθρου 65 του ν. 4472/2017 περί της ευθύνης των εκπροσώπων του Δημοσίου και των πιστωτικών ιδρυμάτων από πράξεις αναδιάρθρωσης δανείων ή άλλων οφειλών. Είτε εφόσον εκτείνεται η προστασία της ευθύνης των εκπροσώπων του Δημοσίου και στη διαμεσολάβηση θα πρέπει να επιτρέπεται στις περιπτώσεις που του Δημόσιο λειτουργεί ως fiscus, είτε να απαλειφθεί η αναφορά του ν. 4472/2017 από το άρθρο 183.
Στην περίπτωση που επιτραπεί η συμμετοχή του Δημοσίου στη διαμεσολάβηση θα επιταχυνθούν οι διαδικασίες που αφορούν οφειλές του και θα διευθετούνται ταχύτερα για αμφότερες πλευρές, μειώνοντας αν όχι αποφεύγοντας καταδίκες και πρόστιμα της Ε.Ε.
3. Οι αιτούντες και λαμβάνοντες νομική βοήθεια θα έπρεπε να υπάγονται στη διαμεσολάβηση και να μην εξαιρούνται καθώς θα εξυπηρετούσε τόσο τους ίδιους, όσο και την ενημέρωση για το θεσμό. Η ταχύτητα διεκπεραίωσης και λύσης των υποθέσεών τους θα ανακούφιζε ταχύτερα τους δικαιούχους της νομικής βοήθειας, θα ελάφρυνε τα πινάκια των δικαστηρίων, θα επιτάχυνε την καταβολή της αμοιβής των παριστάμενων δικηγόρων που πλέον μπορεί και να φτάσει τα 3,5 – 4 χρόνια από την κατάθεση του αρχικού δικογράφου, περιορίζοντας ενδεχομένως τη δαπάνη του ΤΑΧΔΙΚ σε σύγκριση με τη δικαστηριακή οδό που τώρα αποτελεί μονόδρομο.
Προτείνεται να τηρείται ειδικό μητρώο διαμεσολαβητών νομικής βοήθειας κατόπιν αίτησής τους, αντίστοιχο με των δικηγόρων. Επίσης, οι αμοιβές των δικηγόρων και του διαμεσολαβητή θα μπορούσαν να είναι ειδικές και συγκεκριμένες με πλαφόν ανεξάρτητα από τις ώρες διαμεσολάβησης για τη διαμεσολάβηση νομικής βοήθειας, π.χ. ελάχιστα επαυξημένες σε σχέση με το συνολικό γραμμάτιο νομίμων αμοιβών της αντίστοιχης διαδικασίας στο δικαστήριο. Τέλος, διαδικαστικά θα μπορούσε στον αιτούντα τη νομική βοήθεια, να διορίζεται στην απόφαση της διορισμού του δικηγόρου, του επιμελητή και του συμβολαιογράφου να ορίζεται και ο διαμεσολαβητής από το προαναφερθέν μητρώο.
Στον αριθμό 1 – «Υποχρέωση ενημέρωσης από τον δικηγόρο»:
Όπως προκύπτει από την διατύπωση του σχεδίου νόμου, η υποχρέωση ενημέρωσης από τον δικηγόρο θεσμοθετείται για όλες τις περιπτώσεις ιδιωτικών διαφορών, που μπορούν να υπαχθούν σε διαμεσολάβηση (βλ. άρθρο 3 παρ. 1), και όχι μόνον εκείνες της παραγράφου 2 του άρθρου 4. Εντούτοις, από την αιτιολογική έκθεση του Νόμου, στο άρθρο 4, φαίνεται ότι η υποχρέωση ενημέρωσης από δικηγόρο, επί ποινή απαραδέκτου της κατάθεσης του ενδίκου βοηθήματος, αφορά μόνον τις υποθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 4, που υπάγονται στην Υποχρεωτική Αρχική Συνεδρία. Κατά συνέπεια, ανάλογα με την επιδιωκόμενη ρύθμιση, θα πρέπει ίσως να τροποποιηθεί η διατύπωση, ώστε να μη δημιουργούνται ασάφειες και αμφιβολίες.
Επίσης, να διαγραφεί η πρόταση «… επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης του ενδίκου βοηθήματος…», διότι η έκφραση αυτή προκαλεί σύγχυση με την πιο κάτω έκφραση «.. επί ποινή απαραδέκτου της κατάθεσης του.», η οποία είναι η μόνη που ισχύει σε περίπτωση της μη ενημέρωσης των μερών από τον δικηγόρο.
Στον αριθμό 4: να αλλάξει ο τίτλος από «Διαδικασία Προσφυγής στη Διαμεσολάβηση» σε «Διαδικασία Υποχρεωτικής Αρχικής Συνεδρίας Διαμεσολάβησης».
Γενικά, στον αριθμό 4, πρέπει η διατύπωση να τροποποιηθεί με σκοπό την προσαρμογή της στην θεσπιζόμενη διαδικασία Υποχρεωτικής Αρχικής Συνεδρίας διαμεσολάβησης, διότι προφανώς έχει μεταφερθεί χωρίς τις αναγκαίες προσαρμογές από το άρθρο 182 του Ν. 4512/2018, που προέβλεπε υποχρεωτική προσφυγή στη διαμεσολάβηση.
Πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν η πρακτική ανάγκη τυχόν χωριστής ενημέρωσης των μερών από τον διαμεσολαβητή, αφού, λόγω της αντιδικίας, ενδέχεται τα μέρη να μην επιθυμούν να συνυπάρξουν σε κοινή ενημερωτική συνεδρία. Επομένως, πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα του διαμεσολαβητή, εφόσον τα μέρη το επιθυμούν, να ενημερώσει καθένα από αυτά σε χωριστή αρχική συνεδρία.
Συμφωνούμε με την δυνητική παράσταση δικηγόρου στην αρχική ενημερωτική συνεδρία των μερών από τον διαμεσολαβητή.
Ο αριθμός 6 να μεταφερθεί στο άρθρο 5 (τροποποίηση άρθρου 183), που αφορά την διαδικασία της Διαμεσολάβησης.
Ο αριθμός 7 να διορθωθεί «…. Ακολουθείται η διαδικασία του άρθρου 5 του παρόντος».
Ο αριθμός 8 να απαλειφθεί δεδομένου ότι εξαρχής έχει διευκρινιστεί στο σχέδιο νόμου ότι οι διατάξεις του δεν αφορούν τη δικαστική μεσολάβηση, η οποία προβλέπεται από τον ΚΠολΔ και συνεπώς δημιουργεί σύγχυση.
Αμφίβολο είναι εάν, με την υποχρεωτική αρχική συνεδρία μετά την εκκρεμοδικία, εξυπηρετείται ο σκοπός της αποσυμφόρησης των δικαστηρίων και της ταχείας απονομής της δικαιοσύνης, αφού τα πινάκια θα γεμίζουν και δικονομικές προθεσμίας θα αναστέλλονται, δημιουργώντας ίσως περαιτέρω διαχειριστικά προβλήματα στις γραμματείες των δικαστηρίων. Ορθότερο θα ήταν ίσως να προβλέπεται η αρχική υποχρεωτική συνεδρία, προ της εκκρεμοδικίας επί ποινή απαραδέκτου της ασκήσεως του ενδίκου βοηθήματος.
Στην παρ. 2β εδ. β αναφέρεται ότι « Η προσφυγή των μερών στην δικαστική μεσολάβηση δεν απαλλάσσει από την ως άνω υποχρέωση».
Στην παρ. 8 του ίδιου άρθρου αναφέρεται ότι «Οι ως άνω ρυθμίσεις δεν εμποδίζουν τα μέρη να καταφεύγουν οποτεδήποτε, στη δικαστική μεσολάβηση προς επίλυση των μεταξύ τους διαφορών.»
Δεδομένου ότι οι δυο ρυθμίσεις αφορούν τη σχέση της Διαμεσολάβησης με την Δικαστική Μεσολάβηση, είναι αναγκαίο να βρίσκονται σε κοινή παράγραφο, ώστε να μην προκαλείται σύγχυση
*************
Στην παρ. 3Γ αναφέρεται: Το ίδιο δικαίωμα έχει κάθε μέρος της διαφοράς για κάθε κεφάλαιο των απαιτήσεών του, το οποίο δεν συζητήθηκε στη διαδικασία της διαμεσολάβησης από υπαιτιότητα του άλλου μέρους.
Η φράση «από υπαιτιότητα του άλλου μέρους» θα πρέπει να απαλειφθεί, δεδομένου ότι θα είναι αδύνατον να αποδειχθεί δικαστικά η υπαιτιότητα καθώς υφίσταται απαγόρευση να καταθέσει ως μάρτυρας σε μελλοντική δίκη οποισδήποτε ήταν παρών στη Διαμεσολάβηση.
*******************
Το άρθρο 182 αναφέρεται στη Διαδικασία προσφυγής στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία Διαμεσολάβησης . Το άρθρο 183 αναφέρεται σε αυτή καθεαυτή τη Διαδικασία της Διαμεσολάβησης ανεξαρτήτως του είδους της διαφοράς ( είτε δηλαδή αφορά διαφορές του άρθρου 182 στις οποίες προηγείται αρχική συνεδρία είτε οποιαδήποτε άλλη διαφορά).
Ως εκ τούτου η διαδικασία της επιλογής του Διαμεσολαβητή που θα αναλάβει την διαδικασία (κοινή επιλογής των μερών κλπ) θα πρέπει να αναγράφεται στο άρθρο αυτό και θα πρέπει να απαλειφθεί το αντίστοιχο κείμενο από το άρθρο 182παρ.4Α εδ.2 ώστε να μην προκαλεί σύγχυση.
************
Στην παρ. 6 να διευκρινιστεί αν οι 24 ώρες περιλαμβάνουν την υποχρεωτική αρχική συνεδρία.
**************
Η παρ. 7 θα πρέπει να απαλειφθεί δεδομένου ότι με την υφιστάμενη διατύπωση όλες οι διαφορές (ανεξαρτήτως υποχρεωτικότητας) τελικά έχουν στάδιο υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας
**********
Στο εδάφιο α της παραγράφου 1 του άρθρου 182 του σχεδίου ορίζεται ότι η έγγραφη υποχρέωση ενημέρωσης από τον πληρεξούσιο δικηγόρο γίνεται επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης του ένδικου βοηθήματος. Αντίθετα στο εδάφιο β της παραγράφου 1 του άρθρου 182 ορίζεται ότι το ενημερωτικό έγγραφο πρέπει να κατατίθεται με το εισαγωγικό δικόγραφο της αγωγής ή άλλου ένδικου βοηθήματος επί απαραδέκτου της κατάθεσής του.
Πέραν της προφανούς ασυμφωνίας των δύο εδαφίων, τι σημαίνει το απαράδεκτο της κατάθεσης; Ότι ο δικαστικός υπάλληλος θα πρέπει να μη δέχεται την κατάθεση του εισαγωγικού δικογράφου αν δε συνοδεύεται από αυτό το έγγραφο; ή ότι το εισαγωγικό δικόγραφο θα θεωρείται ως μη κατατεθέν; Και αν ισχύει το δεύτερο, τότε ποιο το νόημα του απαραδέκτου της συζήτησης του εδαφίου α, από τη στιγμή που δε θα υπάρχει εισαγωγικό δικόγραφο; Το απαράδεκτο της κατάθεσης του εισαγωγικού δικογράφου έρχεται σε αντίθεση με την ενωσιακή νομοθεσία αφού ουσιαστικά αποκλείει την πρόσβαση στη δικαιοσύνη. Η δικονομική συνέπεια του απαράδεκτου της συζήτησης, αντίθετα, είναι θεμιτός περιορισμός, συμβατός με τη νομολογία του Αρείου Πάγου και στο ΣτΕ.
*************
Η περίπτωση α της παραγράφου 2 του άρθρου 182 πρέπει να απλουστευθεί στη διατύπωση της ως εξής: «οι οικογενειακές διαφορές της παραγράφου 1 περ. δ και της παραγράφου 3 του άρθρου 592 ΚΠολΔ».
***********
Είναι ακατανόητη η εξαίρεση της τακτικής διαδικασίας αρμοδιότητας Ειρηνοδικείου από την υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης και πρέπει να διορθωθεί ως προς αυτό το εδάφιο α της περίπτωσης β της παραγράφου 2 του άρθρου 182 του σχεδίου. Αντίθετα πρέπει να τροποποιηθεί το εδάφιο β της περίπτωσης β της παραγράφου 2 του άρθρου 182 του σχεδίου με διαγραφή του «δεν», ώστε να ορίζει ότι: Η προσφυγή των μερών στην δικαστική μεσολάβηση ή στην συμβιβαστική επέμβαση του Ειρηνοδίκη των άρθρων 209-214 (εφόσον η υποχρεωτική αρχική συνεδρία προβλεφθεί και για τις τακτικές Ειρηνοδικείου) απαλλάσσει από την ως άνω υποχρέωση». Σκοπός της πολιτείας πρέπει να είναι η ενίσχυση όλων των εναλλακτικών μορφών επίλυσης διαφορών και όχι η προνομιακή αντιμετώπιση του ενός έναντι των άλλων.
**********
Είναι ακατανόητη και προκλητική η εξαίρεση από την υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης των δικαιούχων νομικής βοήθειας. Με ποιο σκεπτικό εμποδίζεται η διαμεσολάβηση σε αυτή την περίπτωση; Για να επιβαρύνεται το ΤΑΧΔΙΚ με επιπλέον αμοιβές; Πρέπει να διαγραφεί από την υποπερίπτωση γ της περίπτωσης Α της παραγράφου 3 του άρθρου 182 του σχεδίου η φράση «στις οποίες οι διάδικοι δικαιούνται νομικής βοήθειας κατά το νόμο 3226/2004, όπως ισχύει» και αντίθετα να προστεθεί στην περίπτωση Γ της παραγράφου 3 του άρθρου 182 του σχεδίου εδάφιο στ το οποίο θα ορίζει ότι: Οι δικαιούχοι νομικής βοήθειας που δεν θα προσέλθουν στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης, αντί των ανωτέρω χρηματικών ποινών, θα στερούνται του δικαιώματος νομικής βοήθειας. Ταυτόχρονα πρέπει να τροποποιηθεί το εδάφιο α της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του Ν 3226/2004 ώστε να ορίζει ότι: Η νομική βοήθεια παρέχεται μετά από αίτηση του δικαιούχου, αφού πρώτα έχει εξαντλήσει όλες τις εναλλακτικές μορφές επίλυσης διαφορών που προβλέπονται στον ΚΠολΔ (ή έστω κάποιες εξ αυτών).
***********
Στην περίπτωση Α της παραγράφου 3 του άρθρου 182 του σχεδίου πρέπει να διαγραφεί η περίπτωση α, καθώς είναι άδικο να εξαιρείται αυτός που αξιώνει ίδιο δικαίωμα επειδή η δικονομική του θέση έτυχε να είναι αυτή του κυρίως παρεμβαίνοντος και να προστεθεί υποπερίπτωση γ (ή δ) σχετικά με τα πρόσωπα αγνώστου διαμονής με ταυτόχρονη διαγραφή της παραγράφου 5 του άρθρου 182. Επίσης πρέπει να εξαιρεθούν και οι κάτοικοι εξωτερικού, γιατί θα είναι τεχνικά πολύ δύσκολη η συμμετοχή τους στη διαδικασία, εκτός εάν επιτραπεί, όπως γίνεται και στις υπόλοιπες μορφές εναλλακτικής επίλυσης διαφορών (δικαστική μεσολάβηση, συμβιβαστικέ επέμβαση ειρηνοδίκη κλπ.) η δια πληρεξουσίου δικηγόρου παράσταση στη διαδικασία, τόσο στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία, όσο και στην περαιτέρω διαδικασία της διαμεσολάβησης, τουλάχιστον στις περιπτώσεις του άρθρου 182§2 του νόμου.
*************
Στο εδάφιο α της περίπτωσης Γ της παραγράφου 3 του άρθρου 182 δημιουργείται σύγχυση σχετικά με το αν πρέπει το πρακτικό μη επίτευξης συμφωνίας να το προσκομίσουν και οι δύο διάδικοι ή μόνο ο ένας και πρέπει να γίνει πιο ξεκάθαρη διατύπωση.
***************
Στο εδάφιο δ της περίπτωσης Γ της παραγράφου 3 του άρθρου 182 του σχεδίου πρέπει να διαγραφή η φράση «δύναται να επιβληθεί» και να προστεθεί η λέξη «επιβάλλει», όπως είχε προβληθεί στο σχέδιο του Ν.4512/2018. Το μεγαλύτερο πρόβλημα για την επιτυχία του θεσμού θα είναι να πεισθεί ο εναγόμενος να συμμετέχει, γι’ αυτό και χρειάζονται βέβαιες και όχι δυνητικές κυρώσεις σε βάρος του. Ταυτόχρονα πρέπει να αυξηθεί η χρηματική ποινή στο εύρος 240-600. Αντίθετα δυνητική πρέπει να παραμείνει η χρηματική ποινή του 0,2 % επί του αντικειμένου της διαφοράς, η οποία όμως θα πρέπει να προσδιορισθεί και σε απόλυτο αριθμό για τις περιπτώσεις μη απομιμητών σε χρήμα υποθέσεων.
**************
Στο εδάφιο α της περίπτωσης Α της παραγράφου 4 του άρθρου 182 του σχεδίου η φράση «ανεξάρτητα από την αξία του ένδικου αντικειμένου» είναι περιττή και προκαλεί σύγχυση, γι’ αυτό και πρέπει να διαγραφεί. Επίσης πρέπει να τροποποιηθεί η λέξη «παραδίδοντας», που παραπέμπει σε αυτοπρόσωπη παράδοση, με τη φράση «αποστέλλοντας του συμπληρωμένο ενημερωτικό έντυπο με συστημένη επιστολή ή ηλεκτρονικά ή με κάθε άλλο νόμιμο τρόπο, αρκεί να αποδεικνύεται το περιεχόμενό του και η ημερομηνία του, καθώς και η βεβαιότητα παραλαβής.
************
Το εδάφιο β της περίπτωσης Α της παραγράφου 4 του άρθρου 182 του σχεδίου πρέπει να διατυπωθεί ως εξής: » ο δικηγόρος του αιτούμενου δικαστική προστασία υποχρεούται να υποβάλλει σε διαπιστευμένο διαμεσολαβητή εγγεγραμμένο στα Μητρώα του άρθρο 203, αίτημα προσφυγής στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, παραδίδοντάς του συμπληρωμένο ενημερωτικό έντυπο, το οποίο έχει συντάξει η Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης μετά τη σύσταση και έναρξη λειτουργίας της. Ο διαμεσολαβητής γνωστοποιεί στο άλλο ή στα άλλα μέρη το κατά τα ανωτέρω αίτημα προσφυγής στη διαδικασία της διαμεσολάβησης και συνεννοείται με αυτά για την ημερομηνία και τον τόπο διεξαγωγής της συνεδρίας διαμεσολάβησης. Η γνωστοποίηση μπορεί να γίνει εγγράφως με συστημένη επιστολή ή ηλεκτρονικά ή με κάθε άλλο νόμιμο τρόπο, αρκεί να αποδεικνύεται το περιεχόμενό της και η ημερομηνία της καθώς και η βεβαιότητα παραλαβής». Αν η πρόθεση της Πολιτείας είναι να συνεννοούνται τα μέρη μεταξύ τους, το οποίο είναι ουτοπικό, τότε θα πρέπει η αίτηση προσφυγής να είναι κοινή. Αν τα μέρη έχουν συμφωνήσει στο διαμεσολαβητή, προφανώς έχουν συμφωνήσει και στη διαδικασία διαμεσολάβησης, οπότε είναι περιττή γραφειοκρατία να στέλνει το ένα μέρος την αίτηση και ο διαμεσολαβητής να πρέπει να ενημερώσει το άλλο. Επειδή όμως αυτό δεν πρόκειται να λειτουργήσει, πρέπει να παραμείνει η πρωτοβουλία επιλογής του διαμεσολαβητή στον αιτούμενο δικαστικής προστασίας στις περιπτώσεις του 182, οι οποίες ακριβώς λόγω του υποχρεωτικού τους χαρακτήρα δεν μπορούν να έχουν ταυτόσημη διαδικασία με αυτές της προαιρετικής διαμεσολάβησης του άρθρου 183.
**************
Σε όσες περιπτώσεις προβλέπεται επιλογή διαμεσολαβητή από την Κ.Ε.Δ., αυτή δε θα πρέπει να γίνεται κατά σειρά προτεραιότητας με βάση τον Αριθμό Μητρώου, αλλά λαμβάνοντας υπόψη το είδος της διαφοράς που άγεται προς διαμεσολάβηση, τις διατάξεις του ΚΠολΔ για την κατά τόπο αρμοδιότητα, εφόσον αυτό είναι εφικτό και τις ειδικές δεξιότητες του διαμεσολαβητή. Αυτό γιατί αφενός σε πολλές περιφέρειες Πρωτοδικείων δεν υπάρχει επαρκής αριθμός διαμεσολαβητών και αφετέρου γιατί οι γνώσεις του διαμεσολαβητή σχετικά με το αντικείμενο της διαμεσολάβησης θα τον βοηθήσουν να κατανοήσει καλύτερα τη διαφορά. Επίσης πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα εξαίρεσης διαμεσολαβητών, κατά τον ορισμό από την ΚΕΔ, στους οποίους έχουν ήδη διαφωνήσει τα μέρη.
*************************
Το εδάφιο ε της περίπτωσης Α της παραγράφου 4 του άρθρου 182 του σχεδίου πρέπει να αντικατασταθεί η φράση «που εκκινούν από την επόμενη της λήξης της ανωτέρω προθεσμίας» με τη φράση «που εκκινούν από την επομένη της γνωστοποίηση του άλλου μέρους ή μερών» καθώς σε αντίθετη περίπτωση θα παρατείνεται άτυπα η προθεσμία ολοκλήρωσης της διαμεσολάβησης των 30 ημερών χωρίς συμφωνία των μερών.
**************
Στο τελευταίο εδάφιου της περίπτωσης Α της παραγράφου 4 του άρθρου 182 η φράση «και των μικροδιαφορών» πρέπει να απαληφθεί, αφού δεν προβλέπεται υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης στις μικροδιαφορές. Αν μικροδιαφορά υπαχθεί σε διαμεσολάβηση θα είναι με συμφωνία των μερών σύμφωνα με το άρθρο 183 του νόμου 4512/2018 στην παράγραφο 1 της οποίας ορθά ορίζεται.
*******************
Το εδάφιο β της περίπτωσης Β της παραγράφου 4 του άρθρου 182 του σχεδίου πρέπει να διευκρινιστεί η διαδικασία τηλεδιάσκεψης μέσω του γραφείου άλλου διαμεσολαβητή. Είναι υποχρεωμένος ο άλλος διαμεσολαβητής να δεχθεί σχετικό αίτημα; Οφείλεται αμοιβή σε αυτόν και πόση; Έχει δικαίωμα να διαφοροποιήσει την ώρα και τη μέρα της συνεδρίας (αρχικής ή μεταγενέστερων) αν ο ίδιος/α δεν διευκολύνεται σε αυτές που θα έχουν συμφωνηθεί από το διαμεσολαβητή και τα μέρη;
4. Διαδικασία Προσφυγής στη Διαμεσολάβηση.
στ. Α.
(ι) Το εδ. β πρέπει να τεθεί πρώτο και να προβλεφθεί και η δυνατότητα μονομερούς προσφυγής στη διαμεσολάβηση καθώς και αντί του «ορίζεται» να προβλέπεται το «επιλέγεται»
(ιι) Στην περίπτωση του εδ. β, σε περίπτωση αδράνειας του αιτούμενου δικαστική προστασία, πρέπει να προβλέπεται η σχετική δυνατότητα υποβολής αιτήματος προσφυγής στην αρχική συνεδρία υπέρ του επιμελέστερου των διαδίκων, ώστε να αποφεύγονται καταχρηστικές δικονομικές συμπεριφορές.
Ούτως, η διάταξη του στ. Α της παρ. 4 δέον διαμορφωθεί ως εξής:
«Α. Ο διαμεσολαβητής «επιλέγεται» από «το μέρος ή» τα μέρη ή από τρίτο πρόσωπο της κοινής τους επιλογής ή, σε περίπτωση μη συμφωνίας, από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, κατά σειρά προτεραιότητας, σύμφωνα με τον αύξοντα αριθμό μητρώου από το Ειδικό Μητρώο διαμεσολαβητών του άρθρου 203 του παρόντος, το οποίο είναι δημοσιευμένο στον ιστότοπο της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης. Για τις διαφορές της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, ο αιτούμενος δικαστική προστασία υποχρεούται, ανεξάρτητα από την αξία του ένδικου αντικειμένου, να υποβάλει σε διαπιστευμένο διαμεσολαβητή εγγεγραμμένο στα Μητρώα του άρθρου 203 του παρόντος αίτημα προσφυγής στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, παραδίδοντάς του συμπληρωμένο ενημερωτικό έντυπο, το οποίο συντάσσεται από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης μετά τη σύσταση και έναρξη λειτουργίας της. «Σε περίπτωση αδράνειας του αιτούμενου δικαστικής προστασία του προηγούμενου εδαφίου, το αίτημα προσφυγής στη διαμεσολάβηση δικαιούται να υποβάλει ο επιμελέστερος των διαδίκων».
αρ. 182 παρ. 5
Η εξαίρεση από την υποχρεωτική αρχική συνεδρία για τα πρόσωπα αγνώστου διαμονής, νομοτεχνικά ορθό θα ήταν να υπάγεται στο αρ. 182 παρ. 3Α, ώστε να προστεθεί σε αυτό ως στοιχείο δ, με την επιφύλαξη της δυνατότητας πρόσκλησης με ηλεκτρονικά μέσα, κατά τα οριζόμενα στην παρ. 4 στ. Α εδ. δ’.
(3. Α. …..»δ)Η υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης δεν εφαρμόζεται όταν η πρόσκληση για προσφυγή σε αυτή περιλαμβάνει πρόσωπο ή πρόσωπα αγνώστου διαμονής»με την επιφύλαξη των οριζομένων στην παρ. 4 στ. Α εδ. δ’ περί γνωστοποίησης του αιτήματος προσφυγής με ηλεκτρονικά μέσα ή με κάθε άλλο νόμιμο τρόπο.»)
στ. Γ της παρ 3 και στ. Γ της παρ. 4
Η διάταξη του στοιχείου Γ της παρ. 4 ( «Αν κατά την υποχρεωτική αρχική συνεδρία της διαμεσολάβησης τα μέρη της διαφοράς δεν συμφωνήσουν να προχωρήσουν σε διαδικασία διαμεσολάβησης, τότε θεωρείται ότι έχει πληρωθεί η υποχρέωση του παρόντος άρθρου και συντάσσεται πρακτικό.») αφορά στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία και πρέπει να προστεθεί στη διάταξη του στοιχείου Γ της παραγράφου 3 ως εξής:
παρ. 3
Γ. «Αν κατά την υποχρεωτική αρχική συνεδρία της διαμεσολάβησης τα μέρη της διαφοράς δεν συμφωνήσουν να προχωρήσουν σε διαδικασία διαμεσολάβησης, τότε θεωρείται ότι έχει πληρωθεί η υποχρέωση του παρόντος άρθρου και συντάσσεται πρακτικό» από το διαμεσολαβητή και κάθε μέρος της διαφοράς προσκομίζει αυτό στο δικαστήριο με το δικόγραφο των προτάσεών του, επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης. Το ίδιο δικαίωμα έχει κάθε μέρος της διαφοράς για κάθε κεφάλαιο των απαιτήσεών του, το οποίο δεν συζητήθηκε στη διαδικασία της διαμεσολάβησης από υπαιτιότητα του άλλου μέρους, καίτοι αυτό υπαγόταν στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης, ανεξαρτήτως του αποτελέσματος αυτής.
Αντιστοίχως, η διάταξη του στ. Γ της παραγράφου 4 πρέπει να απαλειφθεί αφού η σύνταξη του πρακτικού μη επίτευξης συμφωνίας προβλέπεται σε κάθε άλλη περίπτωση από τη διάταξη του αρ. 184 παρ. 3
παρ. 4 Διαδικασία Προσφυγής στη Διαμεσολάβηση.
Η παρ. 4 περιέχει τις γενικές διατάξεις της διαδικασίας της διαμεσολάβησης, με ρητή αναφορά, όπου απαιτείται, στην διαδικασία της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας.
Εντούτοις, εσφαλμένα περιλαμβάνεται στο άρθρο 182 του νόμου, δια του οποίου σκοπείται η θεσμοθέτηση – εισαγωγή της υποχρεωτικής αρχικής ενημερωτικής συνεδρίας διαμεσολάβησης.
Νομοτεχνικά ορθή, τόσο για την εφαρμογή όσο και την ερμηνεία του νόμου, θα ήταν η ενσωμάτωση όλου του περιεχομένου της διάταξης της παρ. 4 στο αρ. 183.
ΠΑΡ. 2 και 3 και 7
Οι παρ. 2 και 3 του αρ. 182, όπως τροποποιείται, εισάγει τις διαφορές, που υπάγονται, υποχρεωτικά και επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης του ενδίκου βοηθήματος, σε μία υποχρεωτική αρχική συνεδρία, προκειμένου για την ενημέρωση των μερών για τη διαμεσολάβηση, ώστε, ελεύθερα να αποφασίσουν, αν θα υπαγάγουν τη διαφορά τους, εν όλω ή εν μέρει, προς επίλυση στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, οι εξαιρέσεις από την υποχρεωτική συνεδρία καθώς και τί προβλέπεται σε περίπτωση μη επίτευξης συμφωνίας, μη εμφάνισης ενός μέρους καίτοι κλητεύθηκε και οι ποινές που επιβάλλονται από το Δικαστήριο.
Ειδικότερα, στην παρ. 3Γ προβλέπεται η περίπτωση μη επίτευξης συμφωνίας για την υπαγωγή, ενώ, αντίθετα από ό,τι θα αναμένετο , νομοτεχνικά, η αντίστοιχη διάταξη, ήτοι για την περίπτωση επίτευξη συμφωνίας για υπαγωγή της διαφοράς, εν όλω ή εν μέρει, στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, η σχετική πρόβλεψη ανευρίσκεται στην παρ. 7 του ίδιου άρθρου.
Ορθό, φαίνεται από νομοτεχνικής άποψης, η παρ. 7 του ίδιου άρθρου να προστεθεί ως στοιχείο Δ της παρ. 3.(» Δ. Αν συναφθεί συμφωνία υπαγωγής στη διαμεσολάβηση σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του παρόντος νόμου, ακολουθείται η διαδικασία της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου.)
182 παρ. 1: Νομοτεχνικά, η υποχρέωση του δικηγόρου να ενημερώσει τον εντολέα του πρέπει να αποτελέσει αυτοτελές άρθρο (πχ 180Α), αφού τοιαύτη υποχρέωση αφορά τόσο στις υποθέσεις του αρ. 180 όσο και σε αυτές του 182, και δεδομένου ότι ούτως ή άλλως η υποχρέωση των δικηγόρων για ενημέρωση των εντολέων τους αναφορικά στη δυνατότητά τους για εξώδικη επίλυση της διαφοράς τους, προβλέπεται ήδη ως δεοντολογική υποχρέωσή τους, από τον Κώδικα περί Δικηγόρων.
Το περιεχόμενο του άρθρου αυτού θα μπορούσε να έχει ως ακολούθως:
«Στις διαφορές που πληρούνται οι προϋποθέσεις προσφυγής σε διαμεσολάβηση,… απαραδέκτου της συζήτησης του ενδίκου βοηθήματος, κατά τα οριζόμενα στο αρ. 182…»
Η ιδιωτική διαμεσολάβηση έπρεπε να είχε θεσμοθετηθεί προ ετων. Είμαστε πίσω ως χώρα σε τέτοιους θεσμούς επίλυσης ιδιωτικών διαφορών. Τάσσομαι υπερ της ιδιωτικής διαμεσολάβησης. Σε άλλες χώρες ο θεσμός είναι απόλυτα επιτυχημένος. Οι δικηγόροι αντιδρούν διοτι θα χάσουν δικηγορική υλη και κατ’ επέκταση μέρος του εισοδήματος τους, ομως η αντιδραση τους αυτη ειναι ξεκάθαρα συντεχνιακή. Αυτοί βαζουν μπροστα τα συντεχνιακά τους δικαιώματα αλλα ξεχνούν τα δικαιώματα όλων ημών των πολιτών. Εμεις ως πολίτες ενδιαφερόμαστε για την ταχύτερη επίλυση των υποθεσεων μας. Η κατασταση εχει φτάσει στο απροχώρητο. Τα δικαστηρια δεν μπορουν να ανταποκριθούν στο εργο τους. Δεν ξερω αν εχουν ανάγκη απο περισσότερους δικαστες ή κατι αλλο. Ομως, δεν ειναι δυνατον να δινουν δικασιμο μετα απο 2-3 χρονια και εν τω μεταξυ εμεις οι πολίτες να βασανιζόμαστε στο πηγαινε ελα στα δικαστηρια και συνεχεια οι υποθεσεις να αναβάλλονται. Παρακαλώ να επεκταθεί η ιδιωτική διαμεσολάβηση σε ολες ανεξαιρέτως τις υποθεσεις. Ειναι πρόθυμος να πληρώσω ολα τα εξοδα της διαμεσολαβησης, αρκει η διαδικασια να ειναι ταχύτερη απο οτι στα δικαστηρια.
Η διαμεσολάβηση θα αποτύχει γιατί:
Αν στα οικογενειακά η διαμεσολάβηση δεν γίνει υποχρεωτική και το ένα εκ των δύο μερών, η γυναίκα συνήθως, με συμφέρον προσφυγής στην σεξιστική Ελληνική δικαιοσύνη μιάς και εκεί οι απόφάσεις θα είναι 100% υπέρ της …
Αν στα οικογενειακά η διαμεσολάβηση αποτύχει για μη προσέλευση ενός εκ των δύο μερών (συνήθως της γυναίκας) και η αποτυχία δεν καταλογίσει δυσφορία και δόλο, δόλο ο οποίος θα πρέπει να έχει βαρύνουσα σημασία στην μετέπειτα προσφυγή στην Ελλ. Δικαιοσ. και να δεσμεύει τον δικαστή..
Αν η δικαστική απόφαση δεν αποτελέσει συνέχεια του πορίσματος της διαμεσολάβησης και δεν ληφθεί υπόψιν στην κρίση του.
Θα ειναι μία κοροιδία και μισή.
Καμμία γυναίκα επιμελήτρια τέκνων δεν θα προσφύγει οικειοθελώς στην διαμεσολάβηση όταν το πρωτοδικέιο θα της τα δινει όλα.!!
Κανένα δικηγόρο δεν συμφέρει η διαμεσολάβηση παρα μόνο η δικαστική μεσολάβηση με ατέλειωτες δίκες και αυξηση της δικηγορικής.
Για όλα αυτά επιμένω η διαμεσολάβηση στα οικογενειακά όπου εκεί εστιάζεται το μεγάλο κέρδος ΘΑ ΑΠΟΤΥΧΕΙ..
μακάρι ο Νέος υπουργός να τα καταφέρει αλλά φαντάζει λίγο δύσκολο..
Οι προσθήκες, αλλαγές και σχόλιά μου στο άρθρο
Αρθρο 182
Δέσμευση ενημέρωσης από Δικηγόρο
(καθώς οι δικηγόροι πρέπει πρώτα να ενημερωθούν και οι ίδιοι με λεπτομέρειες για τη διαδικασία και το ρόλο τους σε αυτή, και τούτο έχει κάποιες χρονικές και οικονομικές προεκτάσεις για τους δικηγόρους και δεν αποτελεί καθαρό κίνητρο για να μάθουν το θεσμό).
Επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης του ένδικου βοηθήματος- ΔΙΑΓΡΑΦΕΤΑΙ
(Καθώς η υποχρεωτικότητα θα ήταν προτιμότερο να συνίσταται σε «Α’ συνάντηση ενημέρωσης και εκτίμησης της υπόθεσης» από το διαμεσολαβητή και η υπόθεση μπορεί τελικά να μην είναι δεκτική για διαμεσολάβηση)
Συνεπώς:
Αρθρο 182
Η υποχρεωτική παρουσία των μερών στην Α’ συνάντηση εκτίμησης της υπόθεσής τους με το διαμεσολαβητή καθώς και η δέσμευση των δικηγόρων για ενημέρωση των πελατών τους και προσέλευση στη διαδικασία για υποθέσεις πριν την έναρξη δικαστικών ενεργειών από τα μέρη, ρυθμίζεται στις ακόλουθες διαφορές και θέτει κατάλληλα διαμορφωμένο καθεστώς εξόδων: ……
1. Δέσμευση ενημέρωσης από τον Δικηγόρο.
( το λεκτικό του Εισαγωγικού εγγράφου στη διαμεσολάβηση ως «Ειδοποίηση για υπαγωγή της υπόθεσης σε διαμεσολάβηση». Το Έγγραφο Ειδοποίησης για υπαγωγή της υπόθεσης σε διαμεσολάβηση απαιτεί τα μέρη να παρευρεθούν σε διαδικασία διαμεσολάβησης. ΔΕΝ απαιτεί τα μέρη να λύσουν την υπόθεσή τους απαραίτητα).
3 Γ. σε περίπτωση μη επίτευξης συμφωνίας σε τι ακριβώς? σε περαιτέρω συμφωνία για συνέχιση της διαμεσολάβησης? σε μερική συμφωνία ως προς τη διαφορά? σε ολική συμφωνία κατά τη διαμεσολάβηση?
4 Α. Ο διαμεσολαβητής ΔΕΝ γνωστοποιεί ΠΟΤΕ στο άλλο μέρος για την προσφυγή στη διαμεσολάβηση. Τούτο καταστρατηγεί βασική αρχή της διαδικασίας και τα θεμέλιά της, ήτοι, την ΟΥΔΕΤΕΡΟΤΗΤΑ του διαμεσολαβητή!
….. ο δικηγόρος του αιτούντος δικαστικής προστασίας αποστέλλει «Ειδοποίηση για υπαγωγή της υπόθεσης σε διαμεσολάβηση» στα άλλα μέρη της υπόθεσης. Όλα τα μέρη υποχρεούνται να συμφωνήσουν σε ένα διαμεσολαβητή μέσα σε 15 ημέρες αφότου η Ειδοποίηση εστάλη στα άλλα μέρη ή σε 30 ημέρες εάν τα μέρη της υπόθεσης είναι πάνω από πέντε. Η διαμεσολάβηση πρέπει να λάβει χώρα μέσα σε 60 ημέρες μετά το διορισμό του/της διαμεσολαβητή/τριας αλλά το αργότερο 7 ημέρες πριν τη δικάσιμο, εκτός αν όλα τα μέρη συμφωνούν σε μεταγενέστερη ημερομηνία ή εκτός αν το Δικαστήριο ορίσει άλλη ημερομηνία. Σε περίπτωση που ένα από τα μέρη αρνηθεί να συμμορφωθεί με τη διαδικασία της Ειδοποίησης για υπαγωγή της υπόθεσης σε διαμεσολάβηση, το άλλο μέρος δύναται να καταθέτει «Ισχυρισμό Αθέτησης (ή Αδικαιολόγητης Άρνησης)» στο Δικαστήριο.
Εάν αυτό συμβεί, το Δικαστήριο έχει τη δυνατότητα:
• να δώσει εντολή για διεξαγωγή διαμεσολάβησης
• να δώσει εντολή σε ένα από τα μέρη να παρευρεθεί στη διαδικασία της διαμεσολάβησης
• να αναβάλλει τη δικάσιμο της υπόθεσης έως ότου ένα από τα μέρη παρευρεθεί στη διαμεσολάβηση
• διατάσσει κυρώσεις για το κόστος των δικαστικών ενεργειών στο μέρος που αδικαιολόγητα αρνήθηκε να παραστεί στη διαμεσολάβηση
[ Τα ανωτέρω θα δώσουν τη δυνατότητα στους δικηγόρους να αμειφθούν για την εργασία τους, να εξηγήσουν στους πελάτες τους τη διαδικασία, το Δικαστήριο να στηρίζει τη διαμεσολάβηση και τα μέρη να συμμορφώνονται και εξοικειώνονται με τη διαδικασία]
Ο δικηγόρος θα ενημερώνει τον ενάγοντα για την δυνατότητα επίλυσης με διαμεσολάβηση. Αν ο ενάγων δεν επιθυμεί να μπει στην διαδικασία αυτή και θέλει να προσφύγει στο δικαστήριο, θα συμπληρώνει μια ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΔΗΛΩΣΗ η οποία θα προσκομίζεται με τις προτάσεις για το παραδεκτό της συζήτησης.
Τόσο απλά, διαφορετικά η διαμεσολάβηση θα μετατραπεί σε μια διαδικασία «αρπαχτής των 50 ευρώ».
Θα πρέπει να προστεθεί και το Ειρηνοδικείο. Έιχα μια υπόθεση σε Ειρηνοδικείο η οποία με ταλαιπώρησε χρονικά.Σε περίπτωση διαμεσολάβησης θα είχε λυθεί ταχύτατα η διαφορά μου
ΓΙΑΤΙ Η ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΘΑ ΑΠΟΤΥΧΕΙ
ΣΕ υποθέσεις τακτικής μονομελούς και πολυμελούς (πχ σε διαφορές από τιμολόγια), ο αντίδικος – εναγόμενος οφειλέτης συνήθως δεν προσέρχεται στο δικαστηριο καθώς γνωρίζει ότι οφείλει το ποσό.
Καθιστώντας υποχρεωτική την διαμεσολάβηση, το μόνο που πετυχαίνετε είναι την επιβάρυνση του ενάγοντος με την αμοιβή του διαμεσολαβητή για την υποχρεωτική αρχική συνεδρία.
ΕΙΝΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΑΣΥΜΦΟΡΗ Η ΔΙΑΜΕΣΟΒΗΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΞΗΣ ΛΟΓΟ
Στο ανωτέρω άρθρο αναγράφεται ότι ο διαμεσολαβητής γνωστοποιεί το αίτημα προσφυγής στο άλλο μέρος. Πρακτικά αυτό θα γίνει με δικαστικό επιμελητή.
Δηλαδή ΑΝ οι εναγόμενοι είναι 5 τότε το κόστος γνωστοποιήσεων είναι: 5 Χ 43,4 = 217 ευρώ
Έτσι εξοντώνονται οικονομικά οι πολίτες και στο τέλος δεν θα προσφεύγουν καθόλου στην δικαιοσύνη με το δυσθεώρητο αυτό κόστος που θέλετε να τους επιβάλλετε για να εξασφαλίσετε δουλειές στους διαμεσολαβητές.
ΠΡΟΤΕΙΝΩ ΤΙΣ ΕΞΗΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ
1) Η ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΣΤΗΝ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΑΠΑΛΛΑΣΣΕΙ ΤΟΝ ΔΙΑΔΙΚΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΣΤΗΝ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ
«Η προσφυγή στην δικαστική μεσολάβηση δεν απαλλάσσει από την ανωτέρω υποχρέωση»
Η διάταξη αυτή αποδεικνύεται την σκοπιμότητα που εξυπηρετεί η διαμεσολάβηση. Δηλαδή προσπαθείτε να εξασφαλίσετε εισόδημα στους διαμεσολαβητές με την υποχρεωτική υπαγωγή διαφορών στην διαμεσολάβηση οι οποίοι θα πλουτίσουν εις βάρος των μαχόμενων δικηγόρων και των πολιτών . Δεν σας ενδιαφέρει η αποσυμφόρηση των δικαστηρίων για αυτό δεν προωθείτε την δικαστική μεσολάβηση. ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΕΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΩΣΤΕ Η ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΣΤΗΝ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΝΑ ΑΠΑΛΛΑΣΣΕΙ ΤΟΝ ΔΙΑΔΙΚΟ ΑΠΌ ΤΗΝ ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΣΤΗΝ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ.
Προσπαθείτε να εξυπηρετήσετε τα οικονομικά συμφέροντα των διαμεσολαβητών εις βάρος της κοινωνίας που θα επιβαρυνθεί από ένα ακόμα στάδιο.
Πάρτε τα οικογενειακά απο δικαστήρια.
ΚΑΝΕΤΕ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ. Εχετε αφήσει 1.000.000 ορφανά παιδιά απο τον ένα γονέα. Οι δικαστές δημιουργούν δράματα με την αποκλειστική επιμέλεια στον ένα γονέα και αποξένωση του πατέρα.
Μακρυά οι δικαστές απο τα παιδιά μας. Τέρμα οι συντεχνίες απο τα οικογενειακά. Είναι παράνομες όλες οι αποφάσεις αποξένωσης γονέα απο τα παιδιά του με μία δικαστική ΑΠΟΦΑΣΗ. Τέρμα η ανοχή.
Στην παρ.4Α εδ΄ αναφέρεται ότι «Η γνωστοποίηση μπορεί να γίνει εγγράφως με συστημένη επιστολή ή ηλεκτρονικά ή με κάθε άλλο νόμιμο τρόπο, αρκεί να αποδεικνύεται το περιεχόμενό της και η ημερομηνία της».
Επειδή ως γνωστόν με συστημένη επιστολή δεν μπορείς να αποδείξεις το περιεχόμενο της επιστολής, πρακτικά η κλήση θα γίνεται μέσω δικαστικού επιμελητή με συνεπομένη την οικονομική επιβάρυνση του επισπεύδοντος, καθώς ο διαμεσολαβητής θα αναζητά από τον διάδικο τα έξοδα επιδόσεως. Σε περίπτωση μάλιστα που οι διάδικοι είναι πολλοί (π.χ πέντε , δέκα εναγόμενοι) θα απαιτείται ένα δυσθεώρητο ποσό μόνο και μόνο για να ολοκληρωθεί μια διαδικασία που δεν έχει κανένα λόγο ύπαρξης.
Από τη στιγμή που ο νομοθέτης επιμένει στη θέσπιση της υποχρεωτικής διαμεσολάβησης, αν και κατά τη γνώμη μου αντισυνταγματική, αυτή θα έπρεπε αρχικά τουλάχιστον να περιοριστεί μόνο στις οικογενειακές διαφορές, όπως αυτές περιγράφονται στην παράγραφο 2α του άρθρου 182. Ας δούμε πώς θα «τρέξει» ο θεσμός στη χώρα μας σε αυτές τις υποθέσεις, που θεωρούνται για πολλούς και διάφορους λόγους ως κατεξοχήν υποθέσεις που συνάδουν με το θεσμό της διαμεσολάβησης, και έπειτα μπορεί να διευρυνθεί και για άλλες διαφορές.
Καταλαβαίνω ότι οι διάφοροι φορείς κατάρτισης διαμεσολαβητών πιέζουν για την υποχρεωτικότητα σε όσο το δυνατόν περισσότερες διαδικασίες, προκειμένου να δικαιολογήσουν τα χρήματά τους και τη συνέχιση της ύπαρξής τους. Ωστόσο, ξεχνάνε ότι αυτό που θα οδηγήσει τελικά στην ευρεία αποδοχή του θεσμού της διαμεσολάβησης, ανεξαρτήτως της υποχρεωτικότητάς της ή μη, είναι η σωστή παιδεία που θα πρέπει να δίδεται ήδη από το σχολείο. Είναι μία διαδικασία (αυτή της σωστής εκπαίδευσης των παιδιών στους θεσμούς εναλλακτικής επίλυσης διαφορών) που θα πρέπει να ξεκινήσει από τώρα, ώστε τα επόμενα 15-20 χρόνια να μπορούμε να μιλάμε για αλλαγή κουλτούρας σε αυτό το κομμάτι. Διαφορετικά, ο θεσμός είναι καταδικασμένος να αποτύχει και να αποτελεί μόνο μία «αρπαχτή» του 50άρικου για τους διαμεσολαβητές.
Σχόλιο στο άρθρο 4- 182 περ.1 Υποχρέωση ενημέρωσης από τον δικηγόρο.
Στις διαφορές που πληρούνται οι προϋποθέσεις προσφυγής σε διαμεσολάβηση, ο πληρεξούσιος δικηγόρος, πριν από την προσφυγή στο δικαστήριο, οφείλει να ενημερώσει τον εντολέα του εγγράφως, για τη δυνατότητα απόπειρας διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διαφοράς, καθώς και για την τυχόν υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης της διαφοράς ή μέρους αυτής επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης του ενδίκου βοηθήματος. Το ενημερωτικό έγγραφο, το οποίο συντάσσεται από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης μετά την σύσταση και έναρξη λειτουργίας της, συμπληρώνεται και υπογράφεται από τον εντολέα και τον πληρεξούσιο δικηγόρο του και κατατίθεται με το εισαγωγικό δικόγραφο της αγωγής ή άλλου ένδικου βοηθήματος επί ποινή απαράδεκτου της κατάθεσης του.
Η διάταξη αυτή ως προς το σκέλος της υποχρέωσης ενημέρωσης από τον δικηγόρο, παραμένει ίδια σε όλα τα σημεία της, όπως ακριβώς έχει θεσπιστεί με τον ν. 4512/2018 με την μόνη διαφορά ότι προτείνεται πλέον το ενημερωτικό έγγραφο να κατατίθεται με το εισαγωγικό δικόγραφο επί ποινή απαράδεκτου της κατάθεσης του και όχι της συζήτησής του.
Αυτό που είχε απασχολήσει και είχε δημιουργήσει σύγχυση με τον Ν. 4512/2018 ήταν το αν η υποχρέωση έγγραφης ενημέρωσης από τον δικηγόρο αφορούσε τόσο τις υποθέσεις που πληρούνται οι προϋποθέσεις προσφυγής σε εκούσια προσφυγή σε διαμεσολάβηση, όσο και τις υποθέσεις που υπάγονται υποχρεωτικά σε προσπάθεια διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διαφοράς ή μόνο τις δεύτερες. Αυτή η σύγχυση δημιουργήθηκε ακριβώς επειδή η υποχρέωση ενημέρωσης από δικηγόρο συμπεριλήφθηκε στην διάταξη του άρθρου 182 που έφερε τον τίτλο «Υποχρεωτικότητα», ώστε να μην είναι ξεκάθαρο αν ο νομοθέτης θέλησε την υποχρέωση αυτή ενημέρωσης και για τις υποθέσεις που είναι επιδεκτικές διαμεσολάβησης, δεν υπάγονται όμως σε υποχρεωτική προσπάθεια επίλυσης με διαμεσολάβηση.
Η άποψή μου είναι ότι Η ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΑΠΟ ΔΙΚΗΓΟΡΟ θα έπρεπε να περιλαμβάνεται σε ΞΕΧΩΡΙΣΤΗ ΔΙΑΤΑΞΗ στον νόμο, ώστε να μην προκαλείται καμία σύγχυση στο ότι αφορά σε ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΔΕΚΤΙΚΕΣ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ, ανεξαρτήτως του τρόπου που προσφεύγει κάποιος σε αυτές.
Στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία της διαμεσολάβησης προβλέπεται ότι είναι απαραίτητη η φυσική παρουσία αμφοτέρων των μερών ακόμα και αν παρίστανται με τον δικηγόρο τους και ότι, εάν αυτό δεν είναι δυνατόν, η συνεδρία μπορεί να γίνει με τηλεδιάσκεψη. Η παραπάνω ρύθμιση θα δημιουργήσει σοβαρές δυσχέρειες και σημαντικές δαπάνες σε όσους κατοικούν μακριά από τον χώρο της διαμεσολάβησης ή έχουν προβλήματα υγείας, όπως σε κατοίκους εξωτερικού ή ορεινών και νησιωτικών περιοχών, σε ηλικιωμένους, ασθενείς, αναπήρους κλπ. Η χρήση δε της τηλεδιάσκεψης σε αρκετές από τις παραπάνω περιπτώσεις θα είναι εξαιρετικά δύσκολη αν όχι αδύνατη. Σημειωτέον δε ότι η αυτοπρόσωπη παρουσία δεν απαιτείται πλέον ούτε στις σοβαρότερες δικαστικές (πχ εκδίκαση κακουργημάτων) ή και εξωδικαστικές πράξεις (πχ συμβόλαια) τις οποίες μπορούν να επιτελούν αντιπρόσωποι των διαδίκων ή των συναλλασσομένων.Πρέπει να υπάρξει πρόβλεψη και για τέτοιες ή ανάλογες περιπτώσεις για παράσταση στην αρχική συνεδρία με εξουσιοδότηση.
Αν ο πραγματικός σκοπός της θεσπιζόμενης διαμεσολάβησης ήταν να εισαχθεί ως τρόπος εναλλακτικής επίλυσης των διαφορών και όχι να εξασφαλίσει εισόδημα για τους διαμεσολαβητές, θα έπρεπε να υπάρχει η δυνατότητα επιλογής ανάμεσα στην ιδιωτική και δικαστική διαμεσολάβηση. Η μεν πρώτη έχει κάποιο κόστος, ή δε δεύτερη είναι δωρεάν.
Προσπάθεια διενέργειας μια από της δυο θα έπρεπε να καλύπτει τη προϋπόθεση του παραδεκτού. Αυτό, που προβλέπει η ρύθμιση είναι πρωτάκουστο όμως, όρος δηλαδή του παραδεκτού να είναι μόνο η ιδιωτική διαμεσολάβηση.
Για να καταλάβουμε πόσο άστοχη είναι η ρύθμιση θα φέρω το εξής παράδειγμα:Είναι σαν αύριο να βγει νόμος που επιβάλλει οι ένορκες βεβαιώσεις να δίνονται μόνο ενώπιον συμβολαιογράφου και όχι και ενώπιον ειρηνοδίκη, ίσα ίσα για να εξασφαλιστεί πελατεία στους συμβολαιογράφους.
Όλες οι προτεινόμενες διατάξεις είναι κακογραμμένες και χωρίς λόγο περίπλοκες. Προκαλούν σημαντική σύγχυση και θα δημιουργήσουν σημαντικά προβλήματα στην εφαρμογή τους. Η κυβέρνηση υποσχέθηκε να εξετάσει από την αρχή το θεσμό και τελικά απλά διευρύνει το αντικείμενο, συμπεριλαμβάνοντας σχεδόν όλες τις υποθέσεις πλέον.
Η υποχρεωτική διαμεσολάβηση είναι αντισυνταγματική και δεν πρέπει να ισχύσει, μόνο και μόνο για να έχουν δουλειά οι διαμεσολαβητές.
Το μόνο εύλογο που θα μπορούσε να γίνει είναι να προβλεφθεί η υποχρέωση του δικηγόρου να ενημερώσει τον ενάγοντα για τη δυνατότητα προσφυγής στη διαμεσολάβηση και αυτός να δηλώνει υπεύθυνα ότι αν το επιθυμεί ή όχι και αυτό το έγγραφο να προσκομίζεται επί ποινή απαραδέκτου στο δικαστήριο.
Η πρόβλεψη για την αρχική συνεδρία με το διαμεσολαβητή έχει ως στόχο να εξασφαλιστεί αμοιβή 50 ευρώ για το διαμεσολαβητή.
Εξάλλου, το συνολικό κόστος της διαμεσολάβησης είναι υπέρογκο αν σκεφτεί κάποιος ότι ο διαμεσολαβητής αμείβεται με την ώρα και μπορεί να χρειαστούν αρκετές ώρες απασχόλησης και τελικά να μην καταλήξουμε σε συμφωνία. Γιατί να πάω στον διαμεσολαβητή και να μην πάω στο δικαστή, που σίγουρα θα επιλύσει τη διαφορά;
Διαμεσολαβητής μπορεί να είναι οποιοσδήποτε απόφοιτος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Ή όλη ρύθμιση είναι εντελώς πρόχειρη και επιφανειακή, δεν υπάρχει καμία περίπτωση να πετύχει, στη καλύτερη των περιπτώσεων και εφόσον δεν κριθεί αντισυνταγματική, που αμφιβάλλω σφόδρα, θα είναι μια τυπική προϋπόθεση για να παίρνουν ένα πενηντάρικο οι διαμεσολαβητές. Με αυτό το τρόπο σταδιακά θα δημιουργηθεί εντελώς αρνητική εικόνα για τον θεσμό.
Τελικά, δεν διδαχθήκαμε τίποτα από την αποτυχία του 214Α; Η υποχρεωτικότητα της διαμεσολάβησης είναι αντίθετη προς τη φιλοσοφία της και τον τρόπο λειτουργίας της προκειμένου να είναι αποτελεσματική ως εναλλακτικό μέσο επίλυσης διαφοράς. Η επιβάρυνση δε της υποχρεωτικής προσφυγής σε αυτήν με γραφειοκρατική διαδικασία (έγγραφη ενημέρωση, γνωστοποιήσεις, επικοινωνία με διαμεσολαβητή, Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, συνεννοήσεις για το που, πότε θα γίνει η διαμεσολάβηση κλπ) θα ανεβάσει το κόστος της ένδικης προστασίας, το οποίο, μάλιστα, κόστος δεν αφορά το δικηγόρο αλλά από εκείνον θα ζητηθεί από τον πελάτη να μειώσει την αμοιβή του, προκειμένου να αντεπεξέλθει σε αυτό. Και αφού θέλουμε τη διαμεσολάβηση υποχρεωτική, γιατί δεν προβλέπεται και η δικαστική διαμεσολάβηση υποχρεωτική;
Δε καταλαβαίνω γιατί κάνετε διαχωρισμό στην Τακτική διαδικασία μεταξυ Πρωτοδικείων και Ειρηνοδικείων. Η τακτική διαδικασία ειναι μια και αδιαίρετη. Τις ίδιες ακριβως διαταξεις της τακτικής εφαρμόζουν τα Πρωτοδικεία και τα Ειρηνοδικεια. Η διαμεσολάβηση πρεπει να επεκταθεί και στα Ειρηνοδικεια. Αρκετοι θα περιορίζουν τις απαιτήσεις τους στα 20.000 ευρω, ωστε να υπαχθούν στην τακτική διαδικασία των Ειρηνοδικείων, με αποτελεσμα να αυξηθούν δραματικά και ανεξέλεγκτα οι υποθεσεις των Ειρηνοδικείων.
Η υπαγωγή διαφορών σε υποχρεωτική διαμεσολάβηση επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης εξακολουθεί να είναι αμφιβόλου συνταγματικότητας. Παρά τον δραστικό περιορισμό των υποθέσεων όπου η προσφυγή στη διαμεσολάβηση είναι υποχρεωτική η προτεινόμενη ρύθμιση εξακολουθεί να αφορά πολύ μεγάλο αριθμό ιδιωτικών διαφορών.
Η προτεινόμενη ρύθμιση απαιτεί κοινοποίηση του αιτήματος προσφυγής στη διαμεσολάβηση με τρόπο που θα εξασφαλίζει: α) απόδειξη του περιεχομένου του αιτήματος β) βεβαιότητα της ημερομηνίας της κοινοποίησης και γ) βεβαιότητα παραλαβής. Πρακτικά μοναδικός τρόπος που εξασφαλίζει σωρευτικά όλα τα παραπάνω είναι η επίδοση με Δικαστικό Επιμελητή. Οι δε αναφορές περί «ηλεκτρονικού ταχυδρομείου» και «συστημένης επιστολής» μόνο διακοσμητικό ρόλο παίζουν στη διάταξη αφού είναι πασίγνωστο ότι ο μεν πρώτος τρόπος κοινοποίησης δεν εξασφαλίζει βεβαιότητα παραλαβής, ο δε δεύτερος δεν αποδεικνύει το περιεχόμενο του αιτήματος. Κατά συνέπεια σε υποθέσεις τακτικής διαδικασίας το κόστος προσφυγής στη δικαιοσύνη εκτοξεύεται και καθίσταται απαγορευτικό, ιδίως σε περιπτώσεις όπου η διαφορά αφορά πολλά πρόσωπα, καθώς σε συνδυασμό με την κατάργηση της προφορικής συζήτησης και την αναγκαστική προσφυγή στη διαδικασία σύνταξης ένορκης βεβαίωσης με προηγούμενη κλήση των αντιδίκων (στην πλειοψηφία των περιπτώσεων όπου τίθενται ζητήματα εμμάρτυρης αποδείξης) το κόστος των επιδόσεων είναι τεράστιο για τον πολίτη.
Κατ’ ελάχιστο πρέπει να προβλεφθεί η κατάργηση του απαραδέκτου και οποιασδήποτε κύρωσης οικονομικής ή δικονομικής φύσης σε όλες τις περιπτώσεις όπου έγινε προσφυγή σε οποιαδήποτε διαδικασία Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφοράς (Διαμεσολάβηση, Δικαστική Μεσολάβηση, Διαιτησία). Τα μέρη πρέπει να διατηρούν την ευχέρεια επιλογής των μέσων και των διαδικασιών εξωδικαστικής επίλυσης, πράγμα που εναρμονίζεται με την προαιρετικό χαρακτήρα των μορφών αυτών επίλυσης διαφοράς. Είναι η μόνη λύση εάν ο σκοπός είναι πράγματι η αποσυμφόρηση των Δικαστηρίων και η επιτάχυνση απονομής της δικαιοσύνης και όχι η πριμοδότηση της διαμεσολάβησης εις βάρος των άλλων μορφών ΕΕΔ για προφανείς λόγους.
Στην παράγραφο 1 του άρθρου υπάρχει η εξής διατύπωση: «Το ενημερωτικό έγγραφο, το οποίο συντάσσεται από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης μετά την σύσταση και έναρξη λειτουργίας της, συμπληρώνεται και υπογράφεται από τον εντολέα και τον πληρεξούσιο δικηγόρο του και κατατίθεται με το εισαγωγικό δικόγραφο της αγωγής ή άλλου ένδικου βοηθήματος επί ποινή απαράδεκτου της κατάθεσης του». Αντιλαμβάνομαι ότι η Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, μετά τη σύστασή της, θα συντάξει ένα είδος υποδείγματος (φόρμας) ενημερωτικού εντύπου που θα συμπληρώνεται από τον εντολέα και τον δικηγόρο του. Πλην όμως στο κείμενο χρησιμοποιείται ενεστώς («συντάσσεται») που δεν καθιστά σαφές εάν πράγματι θα πρόκειται για εφάπαξ σύνταξη ενός τέτοιου υποδείγματος από την Κεντρική Επιτροπή ή εάν θα συντάσσσεται κάθε φορά σε κάθε υπόθεση και ειδικά για αυτήν ένα τέτοιο έγγραφο από την Κεντρική Επιτροπή. Στη δεύτερη περίπτωση θα επέλθει μια περαιτέρω πολύ μεγάλη επιβράδυνση στις δίκες, λόγω άσκοπης γραφειοκρατικής ταλαιπωρίας, ειδικά στην τακτική διαδικασία του Ειρηνοδικείου και Πρωτοδικείου Αθηνών, όπου από την κατάθεση αγωγών μέχρι την έκδοση αποφάσεων μεσολαβούν τουλάχιστον 3 έτη. Κατά τη γνώμη μου πρέπει το σημείο αυτό να διευκρινισθεί.
Κατά τη γνώμη μου, το πρόβλημα δεν είναι να περιοριστεί απλώς το πλαίσιο διαφορών που θα υπάγονται σε υποχρεωτική διαμεσολάβηση, αλλά το ότι η υποχρεωτική διαμεσολάβηση δεν θα έπρεπε να προχωρήσει καθόλου σαν ιδέα. Από εκεί και πέρα είναι πράγματι παράδοξο να υπάγονται σε υποχρεωτική διαμεσολάβηση υποθέσεις αρμοδιότητας Μονομελούς και Πολυμελούς Πρωτοδικείου, αλλά όχι υποθέσεις αρμοδιότητας Ειρηνοδικείου. Δηλαδή οι ελαφρότερες υποθέσεις θα κρίνονται με εγγυήσεις δικαστηρίου και τις σοβαρότερες θα αναλαμβάνει να τις επιλύσει κάποιος διαμεσολαβητής; Το αντίθετο μάλλον θα έπρεπε να προβλέπεται.
ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΔΙΑΤΑΞΗ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΙΑΤΗΡΗΘΟΥΝ ΣΤΗΝ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟΤΗΤΑ ΟΙ ΔΙΑΟΦΡΕΣ ΣΥΝΙΔΙΟΚΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΑΠΟ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΑ .
Το Άρθρο 4 αρ. 4 του Νόμου, προκειμένου ν’απαλειφθεί η Αντισυνταγματικότητά του, θα πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής :
«4. Διαδικασία Προσφυγής στη Διαμεσολάβηση.
Α. Για τις διαφορές της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, ο αιτούμενος δικαστική προστασία υποχρεούται, ανεξάρτητα από την αξία του ένδικου αντικειμένου, να υποβάλει στην Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης αίτημα προσφυγής στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, παραδίδοντας συμπληρωμένο ενημερωτικό έντυπο, το οποίο συντάσσεται από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης μετά τη σύσταση και έναρξη λειτουργίας της, καταβάλλοντας παράλληλα παράβολο των τριάντα (€ 30,00) Ευρώ υπέρ της Κ.Ε.Δ..
Αρμόδιος υπάλληλος της Κ.Ε.Δ., ευθύς γνωστοποιεί στο άλλο ή στα άλλα μέρη το κατά τα ανωτέρω αίτημα προσφυγής στη διαδικασία της διαμεσολάβησης και θέτει προθεσμία πέντε (5) ημερών περί θετικής ή αρνητικής απάντησης στο ανωτέρω αίτημα. Η γνωστοποίηση μπορεί να γίνει εγγράφως με συστημένη επιστολή ή ηλεκτρονικά ή με κάθε άλλο νόμιμο τρόπο, αρκεί να αποδεικνύεται το περιεχόμενό της και η ημερομηνία της, καθώς και η βεβαιότητα παραλαβής.
Αν η απάντηση του άλλου μέρους είναι αρνητική, τότε ο αρμόδιος υπάλληλος της Κ.Ε.Δ. συντάσσει σχετική βεβαίωση, που παραδίδει στον αιτούντα, για να προσκομισθεί στο δικαστήριο.
Αν η απάντηση του άλλου μέρους είναι θετική, τότε ο διαμεσολαβητής ορίζεται από τα μέρη ή από τρίτο πρόσωπο της κοινής τους επιλογής ή σε περίπτωση μη συμφωνίας από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, κατά σειρά προτεραιότητας, σύμφωνα με τον αύξοντα αριθμό μητρώου από το Ειδικό Μητρώο διαμεσολαβητών του άρθρου 203 του παρόντος, το οποίο είναι δημοσιευμένο στον ιστότοπο της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης.
Ο διαμεσολαβητής έρχεται σε συνεννόηση με τα μέρη για την ημερομηνία και τον τόπο διεξαγωγής της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης. Η γνωστοποίηση γίνεται εγγράφως και κατά τα ανωτέρω.
Ο διαμεσολαβητής ορίζεται από τα μέρη ή από τρίτο πρόσωπο της κοινής τους επιλογής ή σε περίπτωση μη συμφωνίας από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, κατά σειρά προτεραιότητας, σύμφωνα με τον αύξοντα αριθμό μητρώου από το Ειδικό Μητρώο διαμεσολαβητών του άρθρου 203 του παρόντος, το οποίο είναι δημοσιευμένο στον ιστότοπο της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης.
Η αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης λαμβάνει χώρα το αργότερο εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την επομένη της απάντησης στη γνωστοποίηση της αίτησης του προσφεύγοντος στο άλλο ή τα άλλα μέρη, ενώ η διαμεσολάβηση θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί εντός των επομένων τριάντα (30) ημερών, που εκκινούν από την επομένη της λήξης της ανωτέρω προθεσμίας. Τα μέρη δύνανται να συμφωνούν παράταση της προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών.»
Στην παρ. 4 περ. Α του αρ 4 δημιουργειται μια συγχιση στον τροπο επιλογης του διαμεσολαβητη. Δηλαδη ενω υποχρεουται να υποβαλλει αιτημα σε διαμεσολαβητη ο αιτουμενος δικαστικη προστασια ακριβως στην επομενη προταση αναφερεται οτι ο διαμεσολαβητης διοριζεται απο τα μερη ή απο τριτον της επιλογης τους ή απο την ΚΕΔ, ενω πιο κατω αναφερεται οτι ο διαμεσολαβητης γνωστοποιει στο αλλο ή αλλα μερη το αιτημα. Θεωρω οτι η διατυπωση ειναι ατυχης και προκαλει συγχιση και πρεπει να διευκρινισθει – διατυπωθει καλυτερα η διαδικασια πχ να διαχωρισθει η διαδικασια ορισμου διαμεσολαβητη για την υποχρεωτικη αρχικη συνεδρια απο τον διορισμο διαμεσολαβητη για να να λυθει η υποθεση ο οποιος εφοσον συμφωνουν τα μερη μπορει να ειναι και το ιδιος διαμεσολαβητης της αρχικης υποχρεωτικης συνεδριας.
Για ποιο λόγο εξαιρέθηκαν οι διαφορές που υπάγονται στην καθ’υλην αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου από την υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης, όπως και οι διαφορές που εκδικάζονται κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρο 614 ΚΠολΔ) και ιδιαίτερα οι διαφορές για ζημιές από αυτοκίνητα;
Η πρόβλεψη ότι θα πρέπει επι ποινή απαράδεκτου της κατάθεσης του δικογράφου να προσκομίζεται το ενημερωτικό έντυπο για την διαμεσολάβηση, θα καταστήσει αδύνατη την ηλεκτρονική κατάθεση δικογράφων. Αφού είναι αδύνατη η κατάθεση του παραπάνω εγγράφου. Πρακτικά για κάποιον άχρηστο σκοπό γυρνάμε στο μεσαίωνα. Από την στιγμη που η διαμεσολάβηση είναι υποχρεωτική ως προδικασία παρέλκει η απόδειξη της ενημέρωση περι αυτού ……
Στην διάφορες που εξαιρούνται από την υποχρεωτικοί διαμεσολάβηση, να προστεθούν και αυτές όπου διάδικος είναι ΚΑΤΟΙΚΟΣ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ (για πρακτικούς λόγους!)