Ο τίτλος και το άρθρο 182 του νόμου 4512/2018 αντικαθίστανται ως εξής:
« Άρθρο 182
Υποχρέωση ενημέρωσης από δικηγόρο – Διαδικασία Προσφυγής στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία Διαμεσολάβησης
Η υποχρέωση έγγραφης ενημέρωσης από τον πληρεξούσιο δικηγόρο προς τον εντολέα του, καθώς και η υπαγωγή ιδιωτικών διαφορών στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης ρυθμίζονται ως εξής:
1. Υποχρέωση ενημέρωσης από τον δικηγόρο.
Στις διαφορές που πληρούνται οι προϋποθέσεις προσφυγής σε διαμεσολάβηση, ο πληρεξούσιος δικηγόρος, πριν από την προσφυγή στο δικαστήριο, οφείλει να ενημερώσει τον εντολέα του εγγράφως, για τη δυνατότητα απόπειρας διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διαφοράς, καθώς και για την τυχόν υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης της διαφοράς ή μέρους αυτής επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης του ενδίκου βοηθήματος. Το ενημερωτικό έγγραφο, το οποίο συντάσσεται από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης μετά την σύσταση και έναρξη λειτουργίας της, συμπληρώνεται και υπογράφεται από τον εντολέα και τον πληρεξούσιο δικηγόρο του και κατατίθεται με το εισαγωγικό δικόγραφο της αγωγής ή άλλου ένδικου βοηθήματος επί ποινή απαράδεκτου της κατάθεσης του.
2. Ιδιωτικές διαφορές που υπάγονται στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης.
Επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης του ενδίκου βοηθήματος, οι παρακάτω ιδιωτικές διαφορές υπάγονται στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης:
α) Οι οικογενειακές διαφορές, εκτός από αυτές των περιπτώσεων α’, β’ και γ’ της παραγράφου 1, καθώς και της παραγράφου 2 του άρθρου 592 ΚΠολΔ,
β) Οι διαφορές που εκδικάζονται κατά την Τακτική Διαδικασία και υπάγονται στην καθ΄ ύλην αρμοδιότητα του Μονομελούς και Πολυμελούς Πρωτοδικείου. Η προσφυγή των μερών στην δικαστική μεσολάβηση δεν απαλλάσσει από την ως άνω υποχρέωση.
3. Α. Εξαιρούνται από την υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης της αμέσως προηγούμενης παραγράφου 2: α) η κύρια παρέμβαση που ασκείται σε συνάφεια με το αντικείμενο των διαφορών αυτών, β) οι διαφορές στις οποίες διάδικο μέρος είναι το Δημόσιο ή Ο.Τ.Α. ή Ν.Π.Δ.Δ., γ) οι διαφορές, στις οποίες οι διάδικοι δικαιούνται νομικής βοήθειας κατά το νόμο 3226/2004, όπως ισχύει, ή στους οποίους παρέχεται το ευεργέτημα της πενίας κατά τα άρθρα 194 και 195 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Β. Δικαιώματα ή αξιώσεις των μερών της εν γένει διαφοράς, που δεν περιλαμβάνονται στις προαναφερόμενες περιπτώσεις, δεν υπάγονται στην, επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης του ενδίκου βοηθήματος, υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης.
Γ. Σε περίπτωση μη επίτευξης συμφωνίας συντάσσεται πρακτικό από το διαμεσολαβητή και κάθε μέρος της διαφοράς προσκομίζει αυτό στο δικαστήριο με το δικόγραφο των προτάσεών του, επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης. Το ίδιο δικαίωμα έχει κάθε μέρος της διαφοράς για κάθε κεφάλαιο των απαιτήσεών του, το οποίο δεν συζητήθηκε στη διαδικασία της διαμεσολάβησης από υπαιτιότητα του άλλου μέρους, καίτοι αυτό υπαγόταν στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης, ανεξαρτήτως του αποτελέσματος αυτής. Αν το ένα μέρος της διαφοράς δεν προσέρχεται στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης, παρότι έχει κληθεί προς τούτο σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο της περίπτωσης Α της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, ο διαμεσολαβητής συντάσσει πρακτικό και το άλλο μέρος προσκομίζει αυτό στο Δικαστήριο με το δικόγραφο των προτάσεων του. Στην τελευταία περίπτωση, με την απόφαση του Δικαστηρίου που επιλαμβάνεται της διαφοράς, δύναται να επιβληθεί στο διάδικο μέρος που δεν προσήλθε στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης, αν και κλήθηκε προς τούτο, όπως ανωτέρω, χρηματική ποινή, η οποία δεν μπορεί να είναι κατώτερη από εκατόν είκοσι (120) ευρώ και μεγαλύτερη από τριακόσια (300) ευρώ, συνεκτιμωμένης της εν γένει συμπεριφοράς του στη μη προσέλευση στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης και επιπλέον χρηματική ποινή μέχρι ποσοστού 0,2% επί του αντικειμένου της διαφοράς ανάλογα με την έκταση της ήττας αυτού. Οι χρηματικές ποινές του προηγούμενου εδαφίου περιέρχονται στο ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ., στο οποίο κοινοποιείται με επιμέλεια του γραμματέα του Δικαστηρίου αντίγραφο της απόφασης.
4. Διαδικασία Προσφυγής στη Διαμεσολάβηση.
Α. Για τις διαφορές της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, ο αιτούμενος δικαστική προστασία υποχρεούται, ανεξάρτητα από την αξία του ένδικου αντικειμένου, να υποβάλει σε διαπιστευμένο διαμεσολαβητή εγγεγραμμένο στα Μητρώα του άρθρου 203 του παρόντος αίτημα προσφυγής στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, παραδίδοντάς του συμπληρωμένο ενημερωτικό έντυπο, το οποίο συντάσσεται από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης μετά τη σύσταση και έναρξη λειτουργίας της. Ο διαμεσολαβητής ορίζεται από τα μέρη ή από τρίτο πρόσωπο της κοινής τους επιλογής ή σε περίπτωση μη συμφωνίας από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, κατά σειρά προτεραιότητας, σύμφωνα με τον αύξοντα αριθμό μητρώου από το Ειδικό Μητρώο διαμεσολαβητών του άρθρου 203 του παρόντος, το οποίο είναι δημοσιευμένο στον ιστότοπο της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης.
Ο διαμεσολαβητής γνωστοποιεί στο άλλο ή στα άλλα μέρη το κατά τα ανωτέρω αίτημα προσφυγής στη διαδικασία της διαμεσολάβησης και συνεννοείται με αυτά για την ημερομηνία και τον τόπο διεξαγωγής της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης. Η γνωστοποίηση μπορεί να γίνει εγγράφως με συστημένη επιστολή ή ηλεκτρονικά ή με κάθε άλλο νόμιμο τρόπο, αρκεί να αποδεικνύεται το περιεχόμενό της και η ημερομηνία της, καθώς και η βεβαιότητα παραλαβής. Ειδικά για την υποχρεωτική αρχική συνεδρία της διαμεσολάβησης, η παράσταση των δικηγόρων των μερών είναι δυνητική και στην περίπτωση αυτή εκδίδεται γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών για την αμοιβή των νομικών παραστατών, ποσού αναφοράς πενήντα (50,00) ευρώ. Η υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης λαμβάνει χώρα το αργότερο εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την επομένη της γνωστοποίησης της αίτησης του προσφεύγοντος στο άλλο ή τα άλλα μέρη, ενώ η διαμεσολάβηση θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί εντός των επομένων τριάντα (30) ημερών, που εκκινούν από την επομένη της λήξης της ανωτέρω προθεσμίας. Τα μέρη δύνανται να συμφωνούν παράταση της προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών. Το χρονικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου δεν υπολογίζεται στις παραπάνω προθεσμίες. Εφόσον τα μέρη, μετά την υποχρεωτική αρχική συνεδρία, αποφασίσουν να υπαχθούν στην διαδικασία της διαμεσολάβησης, παρίστανται υποχρεωτικά, μετά των πληρεξούσιων δικηγόρων τους πλην των περιπτώσεων των καταναλωτικών διαφορών και των μικροδιαφορών.
Β. Αν δεν είναι δυνατή η φυσική παρουσία αμφοτέρων των μερών και του διαμεσολαβητή στον ίδιο τόπο και χρόνο, η συνεδρία της διαμεσολάβησης μπορεί να πραγματοποιηθεί με τη διαδικασία της τηλεδιάσκεψης μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή ή άλλου συστήματος τηλεδιάσκεψης, στο οποίο έχει πρόσβαση το άλλο ή τα άλλα μέρη της διαφοράς. Η διαδικασία τηλεδιάσκεψης μπορεί να πραγματοποιείται και μέσω γραφείου άλλου διαπιστευμένου διαμεσολαβητή που εδρεύει στον τόπο της κατοικίας, εγκατάστασης ή έδρας του άλλου ή των άλλων μερών της διαφοράς. Η διαδικασία της τηλεδιάσκεψης μπορεί να πραγματοποιηθεί και μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας, η οποία εγκρίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Οικονομικών και Δικαιοσύνης και ρυθμίζει κάθε αναγκαία τεχνική, διοικητική ή άλλη λεπτομέρεια.
Γ. Αν κατά την υποχρεωτική αρχική συνεδρία της διαμεσολάβησης τα μέρη της διαφοράς δεν συμφωνήσουν να προχωρήσουν σε διαδικασία διαμεσολάβησης, τότε θεωρείται ότι έχει πληρωθεί η υποχρέωση του παρόντος άρθρου και συντάσσεται πρακτικό.
5. Η υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης δεν εφαρμόζεται όταν η πρόσκληση για προσφυγή σε αυτή περιλαμβάνει πρόσωπο ή πρόσωπα αγνώστου διαμονής.
6. Σε κάθε περίπτωση, η διαδικασία της διαμεσολάβησης δεν μπορεί να υπερβαίνει συνολικά τις είκοσι τέσσερις (24) ώρες, εκτός εάν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά.
7. Αν συναφθεί συμφωνία υπαγωγής στη διαμεσολάβηση σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του παρόντος νόμου, ακολουθείται η διαδικασία της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου.
8. Οι ως άνω ρυθμίσεις δεν εμποδίζουν τα μέρη να καταφεύγουν οποτεδήποτε, στη δικαστική μεσολάβηση προς επίλυση των μεταξύ τους διαφορών.»