«Οσοι καταδικάζονται σε ποινή κάθειρξης για παράβαση του παρόντος Κεφαλαίου
υπό τις επιβαρυντικές περιστάσεις των άρθρων 23 και 23Α του παρόντος μπορούν
να απολυθούν, υπό τον όρο της ανάκλησης, εφόσον έχουν εκτίσει προκειμένου
για πρόσκαιρη κάθειρξη τα τέσσερα πέμπτα (4/5) της ποινής τους και
προκειμένου για ισόβια κάθειρξη τουλάχιστον είκοσι πέντε (25) έτη.»Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 105 του Π.Κ. δεν εφαρμόζονται.
Στον κατά το πρώτο εδάφιο κατάδικο δεν μπορεί να χορηγηθεί η υπό όρο
απόλυση, αν δεν έχει παραμείνει στο σωφρονιστικό κατάστημα για χρονικό
διάστημα, προκειμένου για πρόσκαιρη κάθειρξη, ίσο με τα δύο τρίτα (2/3) της
ποινής που του επιβλήθηκε και, σε περίπτωση ισόβιας κάθειρξης, είκοσι (20)
ετών.
Προτεινόμενη τροποποίηση:
Άρθρο 40
Έκτιση ποινών εμπόρων ναρκωτικών
Όσοι καταδικάσθηκαν, υπό τις επιβαρυντικές περιστάσεις των άρθρων 23 και 23 Α του παρόντος, σε ποινή ισόβιας κάθειρξης, μπορούν να απολυθούν υπό τον όρο της ανάκλησης εφόσον έχουν εκτίσει τουλάχιστον είκοσι πέντε έτη. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 105 επ. ΠΚ.
Αιτιολογική Έκθεση:
1. Η συγκεκριμένη πρόβλεψη είχε δημιουργήσει μια διαφορετική κατηγορία καταδίκων, η οποία είχε σημείο αναφοράς το είδος του εγκλήματος για το οποίο είχαν καταδικαστεί και όχι το ύψος της ποινής που τους είχε επιβληθεί. Ήταν, ωστόσο, φανερό ότι το είδος του εγκλήματος για το οποίο είχαν καταδικαστεί και η συναφής βαρύτητά του είχαν ήδη κριθεί από το δικαστήριο, κατά τη διαδικασία της επιμέτρησης της ποινής (άρθρο 79 ΠΚ) που είχε επιβληθεί στον κατηγορούμενο. Το δικαστήριο επιβάλλοντας ποινή για οποιοδήποτε είδος εγκλήματος, λαμβάνει υπόψη του, κατά νόμο, και τη βαρύτητα του εγκλήματος που έχει τελεστεί και την προσωπικότητα του δράστη. Με εξαίρεση την περίπτωση των τρομοκρατικών πράξεων (άρθρο 187 Α παρ. 1. ΠΚ) για κανένα έγκλημα δεν υπάρχει μετά από τα στάδιο αυτό διαφοροποίηση ως προς τις προϋποθέσεις της απόλυσης υπό όρο ακόμη και όταν αυτό είναι πολύ σοβαρό και η ποινή που έχει επιβληθεί στο δράστη είναι ιδιαίτερα υψηλή. Έτσι, για παράδειγμα, στον κανόνα του άρθρου 105 ΠΚ υπάγονται και οι περιπτώσεις ανθρωποκτονίας από πρόθεση, εγκληματικής οργάνωσης, ομαδικού βιασμού, αποπλάνησης παιδιών, σωματεμπορίας, παιδικής πορνογραφίας κατ’ επάγγελμα κ.λπ. Είναι δηλαδή φανερό ότι τη βαρύτητα του εγκλήματος προσδιορίζει η απειλούμενη στο νόμο ποινή, ενώ η βαρύτητα της ποινής που θα εκτιθεί προσδιορίζεται από την απόφαση του δικαστηρίου, τόσο ως προς το είδος της ποινής που επέβαλε όσο και ως προς τη χρονική της διάρκεια.
2. Παράλληλα, σε σχέση με τη νομοθεσία για τα ναρκωτικά, από την αρχή επισημάνθηκε στη θεωρία ότι η διαμόρφωση κρατουμένων πολλαπλών ταχυτήτων εξόδου από το σωφρονιστικό κατάστημα, έμμεσα αλλά με σαφήνεια αναιρεί την κυρωτική ισότητα που η ίδια η εκτιόμενη ποινή θεμελιώνει, εκ του είδους της και της χρονικής της διάρκειας. Εξάλλου, επισημάνθηκε και η -προκληθείσα με την διάταξη που καταργείται- λειτουργική παραμόρφωση του θεσμού της απόλυσης υπό όρο, αφού τα μεγέθη της ειδικής πρόληψης και της αρχής της ενοχής που έπρεπε να τον νοηματοδοτούν είχαν δώσει τη θέση τους σε μια γενικοπροληπτική χρησιμοποίηση των καταδίκων ως μέσου αποτροπής της τελέσεως νέων εγκλημάτων (βλ. Μαργαρίτη, Ναρκωτικά: Απόλυση υπό όρο, Δογματικές επισημάνσεις Νομολογιακές καταγραφές, Παύλου, Το ειδικό καθεστώς υφ’ όρον απολύσεως και εν γένει εκτίσεως των ποινών για ναρκωτικά του άρθρου 19 Α Ν. 1729/1987, ΠοινΧρον 2001, σελ. 1065 επ.). Είναι, τέλος, σαφές ότι όταν ο κατηγορούμενος χρησιμοποιείται με τη μορφή εκφοβιστικού παραδείγματος για πολλούς άλλους, η μεταχείρισή του τον υποβιβάζει σε απλό μέσο για τη συνέτιση των άλλων πολιτών και, παρά το γεγονός ότι η συγκεκριμένη ρύθμιση δεν αναιρούσε ολοκληρωτικά τη δυνατότητα απόλυσης υπό όρο, ο πρόδηλος γενικοπροληπτικός χαρακτήρας της μπορεί να μην παραβίαζε τυπικά την αρχή του σεβασμού και της προστασίας της αξίας του ανθρώπου, αλλά πλησίαζε την ουσιαστική παραβίασή της. Με την κατάργηση της συγκεκριμένης διάταξης επανερχόμαστε σε ενιαίο κανονιστικό πλαίσιο για τους δράστες όλων των εγκλημάτων και τούτο το κανονιστικό πλαίσιο είναι συστηματικά ενταγμένο στον Ποινικό Κώδικα. Έτσι, απόλυση υπό όρο για όλους τους καταδικασθέντες για παράβαση του νόμου 3459/2006 είναι δυνατή με βάση τις διατάξεις των άρθρων 105 επ. του ΠΚ, δηλαδή με βάση τις διατάξεις που ισχύουν για όλους τους καταδικασθέντες ανεξάρτητα από το είδος του εγκλήματος που τέλεσαν.
3. Μοναδική εξαίρεση, από το σύστημα απόλυσης υπό όρο των άρθρων 105 επ. ΠΚ, στη νέα ρύθμιση παραμένει η περίπτωση καταδίκης για ιδιαίτερα σοβαρές περιπτώσεις εμπορίας ναρκωτικών (μεγαλέμποροι), για τις οποίες το δικαστήριο επέβαλε την ποινή της ισόβιας κάθειρξης. Η εξαίρεση αυτή εναρμονίζεται με την εξαίρεση του άρθρου 187 α ΠΚ σύμφωνα με την οποία «αν επιβληθεί η ποινή της ισόβιας κάθειρξης εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 105 μέχρι 110, εφόσον ο καταδικασθείς έχει εκτίσει ποινή είκοσι πέντε ετών»