Άρθρο 4

1. Το άρθρο 18 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:

«Στην αρμοδιότητα των πολυμελών πρωτοδικείων υπάγονται όλες οι διαφορές, για τις οποίες δεν είναι αρμόδια τα ειρηνοδικεία ή τα μονομελή πρωτοδικεία.»

2. Το άρθρο 19 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:

«Στην αρμοδιότητα των μονομελών εφετείων υπάγονται οι εφέσεις κατά των αποφάσεων των μονομελών πρωτοδικείων και στην αρμοδιότητα των τριμελών εφετείων υπάγονται οι εφέσεις κατά των αποφάσεων πολυμελών πρωτοδικείων της περιφέρειάς τους.»

3. Το άρθρο 20 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:

«Στην αρμοδιότητα του Αρείου Πάγου υπάγονται οι αναιρέσεις κατά αποφάσεων οποιουδήποτε πολιτικού δικαστηρίου. Οι αναιρέσεις κατά αποφάσεων που εκδόθηκαν από μονομελή δικαστήρια, δικάζονται υπό τριμελή σύνθεση. Οι αναιρέσεις κατά αποφάσεων που εκδόθηκαν από πολυμελή δικαστήρια δικάζονται υπό πενταμελή σύνθεση.»

  • 21 Μαρτίου 2011, 21:49 | ΑΛΑΠΑΝΤΑΣ ΑΝΤΩΝΗΣ

    Γενικά είμαι αντίθετος στην ίδρυση μονομελών οργάνων που θα κρίνουν τελεσίδικα μια διαφορά. Η διάσκεψη και η εμπειρία του Προέδρου αποτελούν εχέγγυα ορθοκρισίας. Πάντως, αν κριθεί ότι αυτά είναι αναγκαία για την ταχύτερη απονομή της δικ/νης, θα έπρεπε να περιοριστούν στις ειδικές διαδικασίες, όπου κατά κανόνα τα νομικά προβλήματα είναι λιγότερα και η ανάγκη για γρήγορη έκδοση απόφασης προφανής.

  • «ίδιο με το σχόλιο στο άρθρο 3»
    Μεταξύ θετικών ρυθμίσεων που αποσκοπούν στην ορθή απονομή της δικαιοσύνης, θεσπίζεται για πρώτη φορά πλέγμα αρνητικών ρυθμίσεων που αφορούν την εκδίκαση πολιτικών υποθέσεων σε δεύτερο βαθμό από ένα μόνο δικαστή.
    Το τελευταίο χρονικό διάστημα, γίνεται προσπάθεια για επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης σε όλους τους κλάδους του δικαίου. Παρατηρώ όμως πως στα πρόσφατα νομοσχέδια, περιλαμβάνονται συχνά ρυθμίσεις οι οποίες αντί να αποσκοπούν στην ορθή απονομή της δικαιοσύνης, κατατείνουν αποκλειστικά και μόνο στην επιτάχυνση της διαδικασίας.
    Στον πρώτο βαθμό λαμβάνει χώρα διά ζώσης εκδίκαση της υπόθεσης και ο δικαστής που διεξήχθη ενώπιον του η δίκη σε συνδυασμό με το υπόλοιπο αποδεικτικό υλικό που περιλαμβάνεται στις προτάσεις και τα έγγραφα των διαδίκων, με περισυλλογή και λαμβάνοντας υπόψη το νόμο ελέγχει το νομικά και ουσιαστικά βάσιμο της αγωγής, ανταγωγής, παρέμβασης κλπ και εκδίδει απόφαση.
    Ο δεύτερος βαθμός κρίσης, υπάρχει για να κρίνει την πρωτοβάθμια απόφαση και αν θεωρεί ότι είναι εσφαλμένη είτε νομικά είτε ουσιαστικά να την κρίνει εξαρχής. Αφού κατά κανόνα δεν γίνεται προφορική συζήτηση και κρίνεται αποκλειστικά και μόνο το υλικό της πρωτοβάθμιας δίκης, καθίσταται ακόμα μεγαλύτερη ανάγκη, ο δεύτερος βαθμός να είναι ενισχυμένος, τόσο από άποψη νομικής κατάρτισης και εμπειρίας του δικάζοντος σε δεύτερου βαθμού δικαστή, όσο και άποψη αριθμού των δικαστών που μετέχουν στο δεύτερο βαθμό.
    Το ζήτημα δεν εντοπίζεται στο αν ο νεοδιοριζόμενος Πρωτοδίκης ή πάρεδρος έχει νεαρότερη ηλικία και δικαστηριακή απειρία σε σχέση με τον Ειρηνοδίκη που έκρινε σε πρώτο βαθμό, διότι στο σώμα από τη μία υπηρετούν Ειρηνοδίκες με περιορισμένη νομική κατάρτιση και κακή κρίση, ενώ από την άλλη υπηρετούν νεοδιοριζόμενοι Πρωτοδίκες με άριστη νομική κατάρτιση και καθαρή και δίκαιη κρίση ως προς τα πραγματικά περιστατικά, γεγονός που το καταδεικνύουν πρόσφατες αιτιολογημένες δικαστικές αποφάσεις των Πρωτοδικείων. Επομένως δεν εντοπίζεται το πρόβλημα της μονομελούς συνθέσεως του κατ’ έφεση δικαστηρίου στο αν ο νέος Πρωτοδίκης θα κρίνει την απόφαση του παλαιού Ειρηνοδίκη.
    Το ζήτημα είναι ότι στη δευτεροβάθμια δίκη, θα πρέπει να είναι απολύτως απαραίτητη η γνώμη περισσοτέρων σε αριθμό δικαστών. Είναι αληθές ότι και σήμερα ο εισηγητής κατά κανόνα επεξεργάζεται το ιστορικό της υπόθεσης και είναι λυπηρό το γεγονός ότι συμβαίνει συχνά να εκδίδονται αποφάσεις πολυμελών δικαστηρίων διά περιφοράς ή διά τηλεφωνικής επικοινωνίας. Όχι πάντα όμως, διότι εναπόκειται στην επαγγελματική ευσυνειδησία του Προέδρου Πρωτοδικών ή Εφετών να προεδρεύει σε ουσιαστική διάσκεψη. Η κατάσταση αυτή αποτελεί πρόβλημα στη απονομή της δικαιοσύνης και θα έπρεπε ήδη να έχει καταπολεμηθεί.
    Αντί όμως να συμβεί αυτή, έρχεται η νέα διάταξη, όχι μόνο να «ομολογήσει» πως συμβαίνει ο «ένας» να δικάζει αντί «πολλών», αλλά επιπρόσθετα να νομιμοποιήσει το παράλογο, λέγοντας ότι δεν χρειάζεται η γνώμη των «πολλών» και ότι αρκεί του «ενός».
    Έλλειψη σοβαρότητας και σωφροσύνης παρουσιάζεται στο σημείο της αιτιολογικής έκθεσης που αναφέρει ότι « αν προκύψουν κρίσιμα νομικά ζητήματα, ο δρόμος της αναίρεσης είναι πάντα ανοικτός».
    Οι δικαστικές αποφάσεις δε σφάλλουν μόνο κατά το νομικό μέρος αλλά και κατά το ουσιαστικό. Σύμφωνα με το Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ, καθένας έχει δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας και να δικαστεί δίκαια. Ο διάδικος προσφεύγει στη δικαιοσύνη για το ουσιαστικό «δίκιο» και όχι και μόνο για το νομικά ορθό της υπόθεσης.
    Ο δεύτερος βαθμός κρίσης υπάρχει όχι απλά για να δώσει λύσεις στα ανακύπτοντα νομικά ζητήματα της αστικής υπόθεσης, αλλά να δικάσει δίκαια, εύλογα και αμερόληπτα επί των πραγματικών ζητημάτων που έχουν ανακύψει, να δικάσει ως δικαστήριο «ουσίας».
    Στον δεύτερο βαθμό χρειάζεται η «γνώμη» πολλών, όταν δύναται να εκδικαστεί το πραγματικό μέρος της υπόθεσης. Εκεί απαιτείται η ουσιαστική διάσκεψη, η ανταλλαγή και ο πλουραλισμός των απόψεων, η πολλαπλότητα των θέσεων και των ιδεών, η κοινή κρίση στα πραγματικά ζητήματα και η έκδοση απόφασης μετά από γνήσιο διάλογο.
    Φρονώ ότι θυσιάζεται η ορθή απονομή της δικαιοσύνης, διότι ένας μόνο δικαστικός λειτουργός δεν «αρκεί» να κρίνει τελεσίδικα τα πραγματικά περιστατικά και την απόφαση του πρώτου βαθμού, διότι η αναζήτηση της ουσιαστικής αλήθειας δεν είναι μονόδρομος και πρέπει να την προσεγγίζουμε από διαφορετικές αφετηρίες. Έχουμε χρέος να προστατεύσουμε τον Δικαστή από την αμφιβολία που θα δημιουργείται στον διάδικο για το αν δικάστηκε δίκαια και αμερόληπτα, διότι δύσκολα πείθεται κανείς ότι μια υπόθεση «κλείνει», τελεσικεί από ένα φυσικό πρόσωπο, έστω και αν είναι το πρόσωπο Δικαστού, εκτός αν πιστεύουμε πως υφίσταται στο πρόσωπο του «το αλάθητο του Πάπα».
    Καταλήγοντας, νομίζω ότι ο νομικός κόσμος κουράστηκε από τους συχνούς «εξορθολογισμούς», οι οποίοι ομοιάζουν περισσότερο με «ανορθολογισμούς» και οι ίδιοι οι λειτουργοί της δικαιοσύνης δυσκολευόμαστε να εμπιστευτούμε και να αναμένουμε δίκαιες και ορθές δικαστικές αποφάσεις. Ας αφήσουμε την πολυνομία και την αντιφατικότητα στις υπό ψήφιση διατάξεις, ας ενισχύσουμε την ουσιαστική διάσκεψη, ας δημιουργήσουμε ασφάλεια δικαίου. Κυρίως όμως, ας μη ψηφίζονται διατάξεις που οδηγούν στην απώλεια εμπιστοσύνης στο έργο και στο πρόσωπο του δικάζοντος δικαστή και στην υποβάθμιση της ποιότητας των δικαστικών αποφάσεων. Ως κοινωνοί του δικαίου αξιώνουμε και δικαιούμαστε να γνωρίζουμε ότι κάθε τελεσίδικη δικαστική απόφαση κρίθηκε και ως προς το πραγματικό και ως προς το νομικό μέρος από περισσότερους από έναν δικαστές και ας αξιώνουμε να θεωρείται απολύτως απαραίτητη η γνώμη περισσοτέρων δικαστών. Αποδώστε στους Δικαστές μας, τους απονεμητές της δικαιοσύνης, το εμπρέπον γόητρο και την αρμόζουσα κοινωνική και επιστημονική αξία.

  • 21 Μαρτίου 2011, 11:12 | Δημήτρης Γαλλής

    Το μονομελές δευτεροβάθμιο δεν θα φέρει ουσιαστική επιτάχυνση. Ήδη σήμερα, μόνο ο εισηγητής ασχολείται ουσιαστικά με την υπόθεση. Καλό θα ήταν να απλοποιηθεί η ουσιαστική νομοθεσία, η οποία μεταφέρει διοικητικές ανεπάρκειες ή ύλη των διοικητικών δικαστηρίων στα πολιτικά δικαστήρια (ενδεικτικά: ποινικοποίηση αυθαιρέτων, αγορανομικων, επιταγών κλπ., ΚΟΚ, έλεγχος ανωνύμων εταιριών, προσημειώσεις με συμβολαιογραφική πράξη, υποχρεωτική διαμεσολάβηση στα τροχαία)

  • 20 Μαρτίου 2011, 19:25 | Theodoros

    Η πρόταση να ιδρυθούν μονομελή εφετεία είναι επιτυχής.
    Με την εισαγωγη του μονοπροσωπου συστηματος απονομης της δικαιοσυνης στον δευτερο βαθμό: α) θα επιτευχθεί ταχύτερη, ορθότερη, απλούστερη και ουσιαστικότερη απονομή της δικαιοσύνης, β) θα ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα της διαδικασίας και γ) θα υπάρξει καλυτερη αξιοποίηση των υπηρετούντων δικαστικων λειτουργων χωρίς περαιτερω επιβαρυνση του προυπολογισμου, που ειναι σημαντικό στις σημερινες δυσμενείς οικονομικες συγκυρίες και δ) θα υπάρξει επιτάχυνση της διαδικασίας και εξοικονόμηση δικαστικού μόχθου.
    Δεν θα υπάρξει προβλημα ποιότητας των δικαστικων αποφασεων, εφοσον
    στην συνθεση του μονομελους εφετείου χρησιμοποιηθούν αρχαιότεροι,εμπειροι, καταρτισμενοι και ικανοί γενικωτερα δικαστικοί λειτουργοί(Το νομοσχεδιο στο άρθρο 64 αναφερει ότι το μονομελες αυτό δικαστηριο θα αποτελειται από Προεδρο Εφετων ή εφετη).

  • 20 Μαρτίου 2011, 19:57 | Κiρτίδου Ωραιοζήλη

    Η ίδρυση μονομελών εφετείων και μονομελών πρωτοδικείων που θα δικάζουν εφέσεις κατ αποφάσεων ειρηνοδικείου θα έχει ως αποτέλεσμα πραγματικά να επιταχυνθεί η έκδοση των αποφάσεων. Τα μονομελή δικαστήρια είναι πιο ευέλικτα και συνεπώς πιο αποτελεσματικά. Γιατί δεν εκδίδουν και καλές αποφάσεις τα μονομελή πρωτοδικεία στις υποθέσεις αποζημίωσης απο τροχαία ατυχήμτα ή στις μισθωτικές διαφορές; Συχνά γίνονται και σοβαρά λάθη, αλλά αυτά μπορούν να διορθωθούν στον παραπάνω βαθμό. Η πολιτική όμως δικαιοσύνη πρέπει στο μέλλον να διαχωρισθεί εντελώς από την ποινική και κάθε δικαστής να δικάζει μόνο ένα είδος υποθέσεων. Ετσι θα υπάρξει επιστημονική εξειδίκευση των δικαστών σε ένα αντικείμενο και με τον τρόπο αυτό θα έχουμε και πιο ποιοτικές αποφάσεις. Ο δικαστής πρέπει επίσης να εμπνέεται από την εργασία του και να την αντιμετωπίζει με ενθουσιασμό και όχι διεκπεραιωτικά. Η κοινωνία έχει μεγάλες απαιτήσεις από αυτόν. Πρέπει και καλά να αμείβεται, αλλά και την ευθύνη του να συναισθάνεται και να αναλαμβάνει. Πρέπει να ασχολείται σοβαρά με την επιστήμη του και τη δουλειά του και να είναι προσηλωμένος σε αυτή. Οι υπόλοιπες υποχρεώσεις του (προσωπικές, οικογενειακές) πρέπει να έρχονται σε δεύτερη μοίρα.Επέλεξε να γίνει δικαστής…

  • 18 Μαρτίου 2011, 17:12 | διάδικος

    Ναι στην ιδρυση των μονομελών εφετείων. Θα εκδίδονται πιο σύντομα οι αποφάσεις. Η ενότητα στη νομολογία μπορεί να κινδυνεύσει από τον εσφαλμένο μεθοδολογικά τρόπο που γίνεται συχνά η ερμηνεία του δικαίου και όχι επειδή θα δικάζει ένας μόνο εφέτης δικαστής, χωρίς την παρουσία προέδρου εφετών, όπως φοβούνται μερικοί σχολιαστές. Ο αρχαιότερος εξάλλου δικαστής δεν είναι πάντα καλύτερος από το νεότερό του. Οι κοινωνικοοικονομικές εξάλλου συνθήκες εξελίσσονται, οι νόμοι αλλάζουν και πρέπει να είμαστε δεκτικοί και στην εξέλιξη της νομολογίας. Αν επιμένουμε στις παραδοσιακές μας παραστάσεις για τη σύμβαση εργασίας, δεν θα μπορέσουμε να αντιληφθούμε την κοσμογονία στο εργατικό δίκαιο που συντελείται τελευταία. Η εκδίκαση όμως εφέσεων από το μονομελές πρωτοδικείο έχει τον κίνδυνο να δικάζουν εφέσεις νέοι πρωτοδίκες, οι οποίοι στην πλειοψηφία τους εμφανώς δεν έχουν κοινωνική εμπειρία, υπαγωγική ικανότητα και περιορίζονται μόνο στην έρευνα δεδομένων από τράπεζες νομικών πληροφοριών για να εκδώσουν, όταν εκδώσουν, απόφαση. Καλύτερο θα ήταν τις εφέσεις κατά αποφάσεων ειρηνοδικείων να τις δικάζουν μόνο πρόεδροι πρωτοδικών για να περιμένουμε μια πιο νηφάλια και ορθή κρίση.Ευχαριστώ

  • 18 Μαρτίου 2011, 00:06 | Νικόλαος Σειμένης

    Η πρόταση να ιδρυθούν μονομελή εφετεία είναι επιτυχής. Επιτέλους θα συντομευθεί ο χρόνος που θα εκδίδονται οι αποφάσεις. Η ποιότητα εξάλλου της δικαστικής απόφασης εξαρτάται σχεδόν αποκλειστικά από τη γενικότερη παιδεία και αντίληψη του εισηγητή-δικαστή. Ενας εφέτης με είκοσι χρόνια υπηρεσίας και καλές μεταπτυχιακές σπουδές, έχει άραγε άμεση ανάγκη τη γνώμη και άλλου συναδέλφου του ; Σε κάθε περίπτωση ο εφέτης μπορεί και άτυπα να συμβουλευθεί κάποιον συνάδελφό του για οποιοδήποτε νομικό ζήτημα τον απασχολεί. Η ποιότητα των πολιτικών αποφάσεων είναι κατά κανόνα ανεκτή. Το μεγάλο πρόβλημα εντοπίζεται στην ποιότητα των βουλευμάτων και των ποινικών αποφάσεων των εφετείων…

  • 17 Μαρτίου 2011, 16:29 | Αθανάσιος

    θεωρώ ότι η θέσπιση Μονομελούς Εφετείου θα υποβαθμίσει το κύρος του Εφετείου. Στα τμήματα με σωστούς Προέδρους γίνεται διάσκεψη και επιλύονται ζητήματα σοβαρά. Το Εφετείο δημιουργεί Νομολογία. Και δεν καταλαβαίνω: υπόθεση από 20.001 έως 120.000 ευρώ είναι αστεία. Γιατί να μην κρίθει από τρείς Εφέτες;

  • 14 Μαρτίου 2011, 22:20 | feidon

    Πράγματι και σήμερα σε πολλές περιπτώσεις (ίσως στις περισσότερες) με τις εφέσεις ασχολείται μόνον ο Εισηγητής. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι πρέπει να νομιμοποιηθεί, όπως επιχειρείται με το νομοσχέδιο. Πολύ περισσότερο, μάλιστα, που και στον πρώτο βαθμό η υπόθεση θα έχει δικαστεί από ένα δικαστή.
    Η πρόβλεψη για τριμελή σύνθεση στον Αρειο Πάγο είναι σωστή, αν προβλεφθεί ότι σε περίπτωση μη παμψηφίας (όταν δηλαδή η απόφαση λαμβάνεται με πλειοψηφία 2 – 1) θα γίνεται παραπομπή στην Ολομέλεια, ή έστω στην πενταμελή σύνθεση. Θα πρέπει, όμως, να διευκρινισθεί ότι αφορά υποθέσεις αρμοδιότητας Μονομελούς Πρωτοδικείου ή Ειρηνοδικείου και όχι, όπως είναι διατυπωμένο, «αποφάσεις που εκδόθηκαν από μονομελή δικαστήρια», αφού έτσι θα υπάγονται στην τριμελή σύνθεση του Α.Π. και οι υποθέσεις που δικάστηκαν από μονομελές εφετείο (αν τελικά καθιερωθούν τα μονομελή εφετεία)

  • 14 Μαρτίου 2011, 15:25 | ΑΝΤΩΝΗΣ ΛΑΧΑΝΟΠΟΥΛΟΣ

    Συμφωνω με την άποψη του κ. Μπιλίση. Ειναι κοινό μυστικο ότι ο εκπαιδευτικός αλλά και ενοποιητικός της νομολογίας ρόλος της διασκεψης στα δικαστήρια της ουσίας έχει ατονήσει γιατί δεν γίνεται ουσιαστικά διάσκεψη αλλά υπογραφη της εισήγησης ως σχεδίου απόφασης δια περιφοράς. Αντί να βρεθεί τρόπος να ενισχυθεί και ουσιαστικοποιηθεί η διάσκεψη, η επιλογή των μονομελών εφετείων θα οδηγήσει στην έκδοση αποφάσεωςν χαμηλής ποιότητας, αφού και οι λίγες περιπτώσεις που γίνεται ουσιαστική διάσκεψη θα εκλείψουν. Εκεί που ίσως θα μπορούσε να λειτουργήσουν μονομελή εφετεία θα ήταν στις αποφάσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας -πλην της πτώχευσης και των άρθρων 786-790ΚΠολΔ- και των ασφαλιστικών νομής ή κατοχής, λόγω του απλούστερου αντικειμένου τους.

  • 14 Μαρτίου 2011, 13:13 | ΑΝΝΥ

    Δε νομίζω πως η επιλογή του ενός δικαστή και στους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας θα είναι η λύση στο πρόβλημα. Ο στόχος είναι η απλούστευση της διαδικασίας των Δικαστηρίων και όχι η μείωση της ποιότητας των αποφάσεων που εκδίδονται, πράγμα που συμβαίνει αρκετές φορές στα μονομελή δικαστήρια. Με την επιβάρυνση των μονομελών και λόγω ποσού, θα είναι εξαιρετικά δύσκολο σε έναν δικαστή να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις κάθε υπόθεσης. Δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα από την έκδοση μιας κακής απόφασης και μόνο οι πολυμελείς συνθέσεις μπορούν να εξασφαλίσουν πως κάτι τέτοιο δε γίνεται. Μπορούν λοιπόν να προβλέπονται έστω για τις υποθέσεις που παρουσιάζουν νομικές ιδιαιτερότητες. Τέσσερα μάτια είναι πάντα καλύτερα από δύο, ας γίνει έστω διαχωρισμός των υποθέσεων ανάλογα με την σοβαρότητά τους.

  • 14 Μαρτίου 2011, 09:40 | Κώστας Γ.Μαμέλης

    Σημαντική και ενδιαφέρουσα η πρόταση του κ.ΖΗΣΗ ΔΟΥΓΑΛΗ.Ισχυροποιεί τη διάταξη που κινείται προς την ορθή κατεύθυνση.

  • 13 Μαρτίου 2011, 19:32 | Βασίλης

    Συμφωνώ με τα μονομελή εφετεία .Υπάρχουν έμπειροι και καταρτισμένοι δικαστές(εφέτες) στα Εφετεία με πάνω από 25 έτη υπηρεσία ,οι οποίοι μπορούν να αποδώσουν με εξαιρετικά αποτελέσματα ,συγκροτώντας τα Μονομελή Εφετεία .Αλλωστε οι περισσότεροι πρόεδροι εφετών ,ασχολούνται με επουσιώδη ζητήματα κατά τον έλεγχο των σχεδίων αποφάσεων που τους παραδίδουν οι εισηγητές ,όπως κόμματα και συντακτικά λάθη.Πραγματικά θα εκδίδονται γρηγορότερα αποφάσεις το ιδιο ορθές αν θεσπισθεί το παραπάνω προτεινόμενο μέτρο

  • 13 Μαρτίου 2011, 14:25 | Αντώνης Μπιλίσης

    ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΤΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

    ΟΧΙ στα μονομελή Εφετεία. Καμία επιτάχυνση δεν θα υπάρξει. Αντιθέτως θα υπάρξει σοβαρό πρόβλημα με την ποιότητα. ΝΑΙ στις τριμελείς συνθέσεις στον Άρειο Πάγο για την εξέταση των αιτήσεων αναίρεσης που αφορούν υποθέσεις αρμοδιότητας των Μονομελών Πρωτοδικείων και των Ειρηνοδικείων, όπως προβλέπει το νομοσχέδιο.

    Η επιτροπή μας πρώτη πρότεινε το μέτρο για την κατηγορία των υποθέσεων με αντικείμενο μέχρι 50.000 €, διότι κι εμείς νομίσαμε αρχικά ότι αυτό θ’ αποτελέσει παράγοντα επιτάχυνσης. Γρήγορα όμως συνειδητοποιήσαμε ότι πρόκειται για ψευδαίσθηση και ότι ενδεχόμενη υιοθέτηση του μέτρου θα δημιουργήσει σοβαρό πρόβλημα στην ποιότητα των αποφάσεων των Εφετείων. Ειδικότερα :
    α) Με το ισχύον σύστημα ορίζεται εισηγητής μετά τη συζήτηση στο Εφετείο ο οποίος φέρνει εισήγηση και μετά γίνεται διάσκεψη με τον πρόεδρο και το άλλο μέλος της σύνθεσης κι εκδίδεται απόφαση. Η καθυστέρηση στην έκδοσή της, όταν συμβαίνει, οφείλεται σε καθυστέρηση του εισηγητή να φέρει την εισήγηση και ο χρόνος της διάσκεψης δεν αποτελεί παράγοντα καθυστέρησης. Αν λοιπόν αλλάξει το σύστημα είναι προφανές ότι δεν θα αυξηθούν οι υποθέσεις που παίρνει έκαστος εισηγητής και άρα ο χρόνος έκδοσης των αποφάσεων θα είναι περίπου ο ίδιος.

    β) Με το ισχύον σύστημα ο πρόεδρος Εφετών που είναι έμπειρος καθοδηγεί τον εισηγητή κι ελέγχει τα σφάλματα και τις αβλεψίες του. επίσης επιβάλλει την τήρηση της νομολογίας. Αν λείψει ο ελεγκτικός του ρόλος του η ποιότητα θα κάνει «βουτιά» και αυτό που θα συμβεί θα είναι να βλέπουμε αβασάνιστες αποφάσεις με σοβαρές αστοχίες νομικές και ουσιαστικές. Το αποτέλεσμα θα είναι ν’ αυξηθόύν οι κακές αποφάσεις και να επιβαρύνεται αδιακολόγητα ο Αρείος Πάγος, οι δικαστές του οποίου ήδη είναι φορτωμένοι. Με δεδομένο μάλιστα ότι η υλική αρμοδιότητα του Μονομελούς πηγαίνει τώρα στα 120.000 € το πρόβλημα των αστοχιών θα έχει σοβαρότατες επιπτώσεις στους πολίτες.

  • 13 Μαρτίου 2011, 12:37 | Δημήτριος Μωρίδης

    Μονομελές Εφετείο;;;;Τότε ο δεύτερος βαθμός δικαιοδοσίας πρέπει να καταργηθεί;;; Ο ένας εφέτης θα βγάλει πιο γρήγορα τις αποφάσεις του;;; Μα ποιος το πιστεύει αυτό;

  • Στο άρθρο 20, δεν χρειάζεται οι αναιρέσεις των πολυμελών να δικάζονται από τριμελή σύνθεση τμημάτων του Αρείου Πάγου. Μπορούν να δικάζονται και από μονομελή σύνθεση (one judge pannel, όπως στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου).

  • 11 Μαρτίου 2011, 16:22 | Κώστας Δημητρίου

    Αν δεν υπάρξει κάτι άλλο, φρονώ ότι ο κ. Ζ. ΔΟΥΓΑΛΗΣ έχει μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα πρόταση-σκέψη και πρέπει να υιοθετηθεί.

  • 11 Μαρτίου 2011, 12:48 | ΖΗΣΗΣ ΔΟΥΓΑΛΗΣ

    Δηλαδή η συντριπτική πλειονότητα των διαφορών θα δικαζεται σε πρώτο και δεύτερο βαθμό από 2 δικαστές, έναν πρωτοδίκη και έναν εφέτη.
    Νομίζω θα πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα, ιδίως στον 2ο αλλά ίσως και στον 1ο βαθμό, παραπομπής μιας υπόθεσης στην πολυμελή σύνθεση, ανάλογα με την πολυπλοκότητα των νομικών και πραγματικών ζητημάτων. Η παραπομπή θα γίνεται είτε με απόφαση του δικάζοντος δικαστή είτε με απόφαση του προϊσταμένου του δικαστηρίου, ενδεχομένως και μετά από άιτηση των διαδίκων.