Άρθρο 154
Ενεργητική και παθητική νομιμοποίηση
- Οποιοσδήποτε από τους διαδίκους, εκτός από τους κυβερνητικούς οργανισμούς κατά την έννοια του άρθρου 34 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, που έλαβε μέρος σε δίκη ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου, μπορεί να ζητήσει με αίτησή του δίκαιη ικανοποίηση προβάλλοντας ότι η διαδικασία για την εκδίκαση της υπόθεσης διήρκεσε πέραν του ευλόγου χρόνου που απαιτείται για τη διάγνωση των πραγματικών και νομικών ζητημάτων που ανέκυψαν στη δίκη.
- Η αίτηση στρέφεται κατά του Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Οικονομικών.
Η αίτηση ασκείται ανά βαθμό δικαιοδοσίας εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών. Η προθεσμία αυτή αρχίζει από τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης του δικαστηρίου που εκδόθηκε μετά τη δίκη για την οποία ο αιτών παραπονείται ότι υπήρξε υπέρβαση της εύλογης διάρκειάς της.
Άρθρο 156
- Η αίτηση κατατίθεται στην αρμόδια γραμματεία του δικαστηρίου.
- Για την κατάθεση, συντάσσεται έκθεση, η οποία διαλαμβάνει τη χρονολογία της κατάθεσης, το ονοματεπώνυμο του υπαλλήλου που παρέλαβε την αίτηση και εκείνου που την κατέθεσε, καθώς και τον αριθμό καταχώρισής της στο οικείο βιβλίο ή στο ειδικό πρωτόκολλο κατάθεσης κατά περίπτωση, υπογράφεται δε από τον υπάλληλο που την παραλαμβάνει, καθώς και από εκείνον που την καταθέτει.
- Η αίτηση υπογράφεται από δικηγόρο.
Άρθρο 157
- Ο αιτών μνημονεύει στην αίτησή του το δικαστήριο ενώπιον του οποίου προβάλλει ότι υπήρξε αδικαιολόγητη καθυστέρηση, αναφέρει τις αναβολές που τυχόν δόθηκαν με πρωτοβουλία των διαδίκων ή του δικαστηρίου, περιγράφει συνοπτικά τα ανακύψαντα νομικά ή πραγματικά ζητήματα και λαμβάνει θέση επί της πολυπλοκότητας αυτών.
- Ο αιτών δεν δικαιούται να ζητήσει δίκαιη ικανοποίηση για υπέρβαση εύλογης διάρκειας δίκης ενώπιον Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου με αφορμή την κατάθεση αίτησης για καθυστέρηση δίκης ενώπιον της Ολομέλειας αυτού.
- Η αίτηση περιέχει το όνομα και τη διεύθυνση κατοικίας εκείνου που την ασκεί, χρονολογία, υπογραφή, καθώς και την ηλεκτρονική διεύθυνση ή τον αριθμό τηλεφώνου του αιτούντος ή του πληρεξουσίου δικηγόρου του.
- Ο πρόεδρος του δικαστηρίου που εξέδωσε την απόφαση επί της υπόθεσης για την οποία ζητείται δίκαιη ικανοποίηση λόγω υπέρβασης της εύλογης διάρκειας αυτής, ορίζει με πράξη του Σύμβουλο ή Πάρεδρο για την εκδίκασή της.
- Με την πράξη της παρ. 1, η οποία κοινοποιείται στον υπογράφοντα την αίτηση δικηγόρο και, μαζί με αντίγραφο της αίτησης, στον Υπουργό Οικονομικών, ορίζεται επίσης η ημέρα συζήτησης της αίτησης σε δημόσια συνεδρίαση, η οποία δεν μπορεί να απέχει πέραν των πέντε (5) μηνών από την κατάθεση της αίτησης. Η κοινοποίηση αυτή γίνεται τριάντα (30) τουλάχιστον ημέρες πριν από την ημερομηνία της συζήτησης.
- Η γραμματεία του δικαστηρίου που εξέδωσε την οικεία απόφαση υποχρεούται να υποβάλει στον αρμόδιο δικαστή αναλυτική έκθεση για την πορεία, καθώς και τα στοιχεία της υπόθεσης τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ημέρες πριν από τη συζήτηση της αίτησης. Η έκθεση και τα ίδια ως άνω στοιχεία τίθενται στη διάθεση των διαδίκων μερών. Η αίτηση εκδικάζεται ακόμη και σε περίπτωση μη υποβολής της ανωτέρω έκθεσης.
- Αν έχει ασκηθεί αίτηση αναίρεσης κατά της ως άνω απόφασης και η δικογραφία έχει διαβιβαστεί στην Ολομέλεια του δικαστηρίου, η αρμόδια γραμματεία διαβιβάζει αντίγραφα των διαδικαστικών εγγράφων στο Τμήμα ενώπιον του οποίου εκκρεμεί η αίτηση.
- Στην αρχή κάθε δικαστικού έτους, ο Πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου ορίζει τις δικασίμους των αιτήσεων για δίκαιη ικανοποίηση και τους Συμβούλους και Παρέδρους του Ελεγκτικού Συνεδρίου που μετέχουν σε κάθε δικάσιμο.
Συζήτηση
- Η αίτηση εκδικάζεται από Σύμβουλο ή Πάρεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
- Κατά τη συζήτηση της αίτησης οι διάδικοι καλούνται με επιμέλεια της γραμματείας του δικαστηρίου.
- Το Δημόσιο λαμβάνει θέση επί της δικονομικής συμπεριφοράς των διαδίκων και των αρμόδιων κρατικών αρχών κατά την εξέλιξη της δίκης, της πολυπλοκότητας της υπόθεσης και επικαλείται οποιοδήποτε άλλο στοιχείο κρίνει αναγκαίο για τη διάγνωσή της.
Άρθρο 160
- Το δικαστήριο αποφαίνεται αν συντρέχει υπέρβαση της εύλογης διάρκειας της δίκης για τη διάρκεια της οποίας διατυπώνεται παράπονο ότι υπερέβη τον εύλογο χρόνο, συνεκτιμώντας ιδίως:
(α) την καταχρηστική ή παρελκυστική συμπεριφορά των διαδίκων κατά την εξέλιξη της δίκης,
(β) την πολυπλοκότητα των τιθέμενων πραγματικών και νομικών ζητημάτων,
(γ) τη στάση των αρμόδιων κρατικών αρχών και
(δ) το διακύβευμα της υπόθεσης για τον αιτούντα.
- Όταν διαπιστώνεται ότι συντρέχει υπέρβαση της εύλογης διάρκειας της δίκης, το δικαστήριο αποφαίνεται αν πρέπει να καταβληθεί χρηματικό ποσό για τη δίκαιη ικανοποίηση. Σε καταφατική περίπτωση, το δικαστήριο ορίζει το ύψος του ποσού, λαμβάνοντας υπόψη ιδίως την περίοδο υπέρβασης του εύλογου χρόνου για την εκδίκαση της υπόθεσης κατά συνεκτίμηση των κριτηρίων της παρ. 1, καθώς και την ικανοποίηση του αιτούντος από άλλα μέτρα που προβλέπονται στην κείμενη νομοθεσία για την αποκατάσταση της βλάβης του. Τέτοια μέτρα είναι και η καταβολή από τον οφειλέτη τόκων υπερημερίας σε όλη τη διάρκεια της καθυστέρησης ή η επιδίκαση υπέρ του αιτούντος αυξημένης δικαστικής δαπάνης, κατά τα οριζόμενα στις οικείες διατάξεις.
- Αν γίνει δεκτή η αίτηση, επιβάλλονται στο Δημόσιο τα έξοδα του αιτούντος για τη σύνταξη της αίτησης και την παράσταση του πληρεξουσίου δικηγόρου, τα οποία δεν μπορεί να υπερβαίνουν το εκάστοτε οριζόμενο ποσό για την άσκηση και συζήτηση της παρέμβασης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας. Σε περίπτωση απόρριψης της αίτησης, μπορεί, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, να επιβάλλεται δαπάνη υπέρ του Δημοσίου.
- Η απόφαση δημοσιεύεται εντός δύο (2) μηνών από τη συζήτηση της αίτησης και δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα.