Ορισμός της δικονομικής ακυρότητας και εξουσίες του δικαστηρίου
- Η παράβαση διάταξης που ρυθμίζει τη διαδικασία και ιδίως τον τύπο της διαδικαστικής πράξης συνεπάγεται ακυρότητα.
- Την ακυρότητα απαγγέλλει το δικαστήριο:
(α) αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας, αν αυτό προβλέπεται ρητώς από τον νόμο ή αν η διαδικαστική πράξη προέρχεται από αναρμόδιο όργανο ή αν αυτή έγινε κατά παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας,
(β) ύστερα από αίτηση του διαδίκου σε κάθε άλλη περίπτωση και εφόσον κριθεί ότι η παράβαση προκάλεσε σε αυτόν βλάβη, η οποία δεν μπορεί να αποκατασταθεί διαφορετικά παρά μόνο με την κήρυξη της ακυρότητας.
Πρόταση και συνέπειες δικονομικών ακυροτήτων
- Η αίτηση του διαδίκου στην περ. β΄ της παρ. 2 του άρθρου 86 είναι απαράδεκτη:
(α) αν δεν υποβληθεί κατά την πρώτη, μετά τη συντέλεση της παράβασης, συζήτηση της υπόθεσης,
(β) αν υποβληθεί από διάδικο που έχει προκαλέσει την παράβαση ή που έχει συντελέσει σε αυτή ή που έχει παραιτηθεί ρητώς ή σιωπηρώς, μετά τη διενέργεια της διαδικαστικής πράξης, από την υποβολή αίτησης.
- Το δικαστήριο, όταν απαγγέλλει την ακυρότητα, διατάσσει την επανάληψη της πράξης, εκτός αν επήλθε απώλεια του δικαιώματος ή αποκλείεται η επανάληψη για άλλο λόγο.
Σαν πρόεδρος της ΠΕΔΜΗΕΔΕ- Πανελλήνιας Ενωσης Μηχανολόγων Ηλεκτρολόγων ΕΔΕ προτείνω όπως : 1) Στο σχέδιο νόμου και τουλάχιστον για τις διαφορές του προσυμβατικού ελέγχου – αν όχι σε όλα τα αντικείμενα από τα οποία βλάπτεται μέλος πανελλήνιας ένωσης – το αντίστοιχο ένδικο μέσο , ήτοι προσφυγή ανάκλησης η αναθεώρησης πράξεως , να ασκείται νομίμως από το σωματείο , το οποίο έχει μέλη αναδόχους δημοσίων συμβάσεων , έργων η προμηθειών η υπηρεσιών εφόσον από την εφαρμογή της πράξεως του Ελεγκτικού Συνεδρίου είτε διώκεται μέλος είτε βλάπτονται τα συμφέροντά του. Στερείται πάσης λογικής και ασφάλειας δικαίου , να διώκεται ποινικά μέλος σωματείου από παράνομη ανάθεση και εκτέλεση εντάλματος δημόσιας υπηρεσίας και το σωματείο να θεωρείται παράνομο με την αρχή actio polularis και να καθορίζεται από το ΕΣ ότι δικαίωμα για ανάκληση εντάλματος έχουν η υπηρεσία που το εξέδωσε και αυτός που εισέπραξε τα χρήματα δηλαδή μόνο οι δύο παράνομοι και όχι ο βλαπτόμενος η η ένωση στην οποία ανήκει.( Ελ. Συνέδριο VII τμήμα σε συμβούλιο πράξη 0008/8-5-2018 Συνεδρ. 5η)
2) Σε πάμπολλα σημεία του σχεδίου νόμου αναφέρονται λόγοι ακυρότητος μίας σύμβασης η μίας δαπάνης . Προτείνεται σαν γενικός κανόνας να προστεθεί ότι αν μία σύμβαση η μία δαπάνη κριθεί παράνομη για λόγους που δεν εμπλέκεται ο ανάδοχος και δεν είναι στον έλεγχό του, αλλά αφορά σφάλματα υπηρεσίας η σύμβαση να σταματάει την ίδια στιγμή και να εκκαθαρίζεται και να εξωφλείται ο ανάδοχος για ότι έχει κάνει μέχρι τότε και πιθανός καταλογισμός παράνομων πρέξεων να γίνεται στην υπηρεσία-φορέα-αρχή που έκανε το σφάλμα. Στην πράξη οποιαδήποτε αβλεψία η παρανομία γίνεται από μία δημόσια αρχή την πληρώνει ο ανάδοχος ο οποίος να είναι μικροποσά πρέπει να τα ξεχάσει και αν είναι σοβαρότερα ποσά τα αναζητάει από τα δικαστήρια και τα πληρώνεται-αν τα πληρωθεί ποτέ- μετά,από χρόνια και αφού έχει πληρώσει μεγάλο ποσοστό σε δικηγόρους και γεμίζοντας φυσικά και τα πινάκια των δικαστηρίων για ανύπαρκτες διαφορές. Ετσι το κράτος αυτοπροσδιορίζεται σε αναξιόπιστο συνεργάτη και το Ελεγκτικό Συνέδριο που απορρίπετι δαπάνες εκτελεσμένων συμβάσεων σε εταιρία οικονομικών δολοφόνων αντί για τηρητή της ασφάλειας δικαίου. ( Μόνο στην Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας μένουν ανεξόφλητα για απόλυτα γελοίες παρατυπίες των οργάνων της 2.500 τιμολόγια τον χρόνο με αποτέλεσμα πλέον άμεσο στην ασφάλεια των πτήσεων.