Άρθρο 234
- Ο προεδρεύων διευθύνει τη συζήτηση, κηρύσσει την έναρξη της συνεδρίασης, προεκφωνεί και εκφωνεί τις υποθέσεις κατά την καθορισμένη τάξη, δίδει τον λόγο στους διαδίκους, τους νόμιμους αντιπροσώπους και πληρεξουσίους αυτών, αφαιρεί τον λόγο στις περιπτώσεις παράβασης των όρων της λυσιτελούς ή κόσμιας συζήτησης, εξετάζει τους διαδίκους, τους νόμιμους αντιπροσώπους αυτών και τα λοιπά κλητευθέντα πρόσωπα και κηρύσσει περαιωμένη τη συζήτηση, εφόσον κατά την κρίση του ερευνήθηκε επαρκώς η υπόθεση.
- Η τήρηση της ευταξίας και της ευπρέπειας, κατά τις συνεδριάσεις, ανήκει στον προεδρεύοντα, ο οποίος δικαιούται να απομακρύνει από το ακροατήριο όποιον θορυβεί ή αυτόν που συμπεριφέρεται κατά άκοσμο τρόπο, αν δε αυτός είναι δικηγόρος, δύναται να εφαρμόσει το άρθρο 155 του Κώδικα Δικηγόρων. Οι ανωτέρω αποφάσεις υπόκεινται σε ανάκληση από αυτόν που τις εξέδωσε.
- Αν κατά τη συνεδρίαση ή κατά τη διενέργεια διαδικαστικής πράξης τελεστεί αξιόποινη πράξη, εφαρμόζεται η διαδικασία του άρθρου 39 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Σε κάθε περίπτωση, όμως, το δικαστήριο μπορεί να διατάξει τη σύλληψη του δράστη και την παραπομπή του σύμφωνα με το άρθρο 279 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας στον αρμόδιο εισαγγελέα.
- Η συνεδρίαση αρχίζει με την προεκφώνηση των υποθέσεων από το πινάκιο, κατά τη σειρά της εγγραφής τους σε αυτό. Κατά την προεκφώνηση διερευνάται ιδίως αν συντρέχει λόγος διαγραφής της υπόθεσης από το πινάκιο λόγω παραίτησης ή διακοπής της δίκης, καθώς και αν συντρέχει αποχρών λόγος για την αναβολή της υπόθεσης ή για τη μεταβολή στη σειρά της υπόθεσης στο πινάκιο. Αν όλοι οι παριστάμενοι πληρεξούσιοι δηλώσουν ότι προτίθενται να αναφερθούν στο δικόγραφο ή σε υπόμνημα που θα καταθέσουν χωρίς προφορική ανάπτυξη, τότε η υπόθεση αυτή μπορεί να συζητείται κατά προτεραιότητα μετά την προεκφώνηση.
- Την προεκφώνηση ακολουθεί η εκφώνηση και η συζήτηση των υποθέσεων.
- Ο προεδρεύων δίνει τον λόγο πρώτα σε αυτόν που άσκησε το ένδικο βοήθημα ή μέσο προς ανάπτυξη των λόγων του δικογράφου και των εγγράφων υπομνημάτων του, έπειτα δε σε αυτόν κατά του οποίου στρέφεται. Τελευταίος ακούγεται ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας, εφόσον δεν ασκεί το ένδικο βοήθημα ή μέσο. Σε περίπτωση που έχει συνταχθεί έκθεση από τον ορισθέντα εισηγητή δικαστή της υπόθεσης, η συζήτηση αρχίζει με την ανάγνωση της έκθεσης από τον εισηγητή δικαστή.
- Τα μέλη του δικαστηρίου και ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας δικαιούνται, με άδεια του προεδρεύοντος, να απευθύνουν ερωτήσεις προς τους διαδίκους, τους νόμιμους αντιπροσώπους αυτών, τους μάρτυρες και τους πραγματογνώμονες και να ζητούν την ανάγνωση εγγράφων.
- Αν διάδικος, μάρτυρας ή πραγματογνώμονας αγνοεί την ελληνική γλώσσα, προσλαμβάνεται διερμηνέας, ο οποίος ορκίζεται ενώπιον του δικαστηρίου ότι θα αποδώσει ακριβώς όσα θα διαμειφθούν. Οι λόγοι του αποκλεισμού και της απαλλαγής των μαρτύρων ισχύουν και για τον διερμηνέα.
- Αν τα πρόσωπα της παρ. 1 είναι κωφοί, άλαλοι ή κωφάλαλοι, η συνεννόηση μαζί τους γίνεται εγγράφως. Τις απαντήσεις τους υπογράφει ο δικαστής που προεδρεύει κατά τη συνεδρίαση και περιλαμβάνονται, μαζί με τις αντίστοιχες ερωτήσεις, στο πρακτικό της συζήτησης. Αν τα πρόσωπα αυτά δεν είναι ικανά να απαντήσουν εγγράφως, προσλαμβάνεται κατάλληλος διερμηνέας, σύμφωνα με την παρ. 1.
Άρθρο 237
Κατά τη συζήτηση, ο διάδικος ή ο νόμιμος πληρεξούσιος αυτού ενημερώνεται για τις τυπικές ελλείψεις που ο γραμματέας του δικαστηρίου εντόπισε στον φάκελο και καλείται από τον πρόεδρο, με μνεία στα πρακτικά της συνεδρίασης, να τις συμπληρώσει σε εύλογο χρόνο.
- Εφόσον συντρέχει αποχρών λόγος, η συζήτηση δύναται να αναβληθεί από το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αίτησης του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας.
- Με αίτηση του διαδίκου μπορεί επίσης να αναβληθεί η συζήτηση της υπόθεσης, εφόσον, κατά την κρίση του δικαστηρίου, συντρέχει αποχρών λόγος.
- Αίτηση αναβολής της συζήτησης, έστω και αν υποβάλλεται από όλους τους διαδίκους, δεν δεσμεύει το δικαστήριο.
- Αν η συζήτηση υπόθεσης αναβληθεί ή αν από οποιοδήποτε λόγο η συνεδρίαση ματαιωθεί ή δεν καταστεί δυνατή η συζήτηση όλων ή κάποιων υποθέσεων του πινακίου, το δικαστήριο ορίζει τη συζήτηση αυτών σε άλλη ορισμένη δικάσιμο, τακτική ή έκτακτη, χωρίς να απαιτείται νέα κατά το άρθρο 110 κλήση προς συζήτηση, αν ο διάδικος ή ο νόμιμος πληρεξούσιος παραστάθηκε κατά τη συνεδρίαση και έλαβε έτσι γνώση της ημερομηνίας της νέας δικασίμου.
Αποφάσεις που αφορούν στη διεξαγωγή της συζήτησης
Οι αποφάσεις που αφορούν στη διεξαγωγή της συζήτησης, εφόσον δεν ορίζεται άλλως στον παρόντα νόμο, λαμβάνονται στην έδρα, διατυπώνονται συνοπτικά στα πρακτικά και δημοσιεύονται με ανακοίνωση από την έδρα κατά την ίδια συνεδρίαση.