1. Όποιος έχει καταδικαστεί για εγκλήματα που αναφέρονται στο άρθρο 32 του παρόντος Κώδικα σε στερητική της ελευθερίας ποινή και την εκτίει στη φυλακή, αν παρακολούθησε με επιτυχία εγκεκριμένο συμβουλευτικό πρόγραμμα στο κατάστημα κράτησης και υπάρχει βεβαίωση από αναγνωρισμένο θεραπευτικό πρόγραμμα απεξάρτησης που λειτουργεί εκτός του σωφρονιστικού καταστήματος ότι γίνεται αποδεκτός σε αυτό, μπορεί να απολυθεί με βούλευμα του συμβουλίου πλημμελειοδικών του τόπου έκτισης της ποινής και πριν από τη συμπλήρωση του χρόνου που ορίζεται στα άρθρα 105 και επόμενα του Π.Κ., με τον όρο παρακολούθησης του οικείου προγράμματος και εφόσον έχει εκτίσει με οποιονδήποτε τρόπο τουλάχιστον το ένα πέμπτο (1/5) της ποινής. Οι υπεύθυνοι του προγράμματος έχουν την υποχρέωση να ενημερώνουν την πρώτη ημέρα κάθε δεύτερου μήνα τη δικαστική αρχή και να συμπληρώνουν ειδικό δελτίο, στο οποίο αναφέρεται ρητά η συνεχής παρακολούθηση, η συναφής πρόοδος, η σταθεροποίηση και η επιτυχής ολοκλήρωσή του. Η αδικαιολόγητη διακοπή της παρακολούθησης του προγράμματος αναφέρεται άμεσα και το συμβούλιο πλημμελειοδικών προχωρεί σε ανάκληση της υφ’ όρον απόλυσης.
2. Όποιος καταδικάσθηκε σε ποινή φυλάκισης για οποιοδήποτε έγκλημα και υποβάλλεται σε συμβουλευτικό ή θεραπευτικό πρόγραμμα απεξάρτησης κατά την προηγούμενη παράγραφο, μπορεί με βούλευμα του συμβουλίου πλημμελειοδικών του τόπου της κράτησης, ύστερα από γνώμη του επιστημονικού συμβουλίου του ειδικού θεραπευτικού καταστήματος ή του υπευθύνου του ειδικού τμήματος του καταστήματος κράτησης, να απολυθεί υπό όρο και πριν από τη συμπλήρωση του απαιτούμενου χρόνου, σύμφωνα με τα άρθρα 105 επ. Π.Κ., εφόσον έχει παρακολουθήσει με επιτυχία το πρόγραμμα απεξάρτησης. Το συμβούλιο στην απόφασή του για υφ’ όρον απόλυση μπορεί να επιβάλλει στον απολυόμενο την υποχρέωση να εμφανίζεται ανά τακτικά χρονικά διαστήματα σε ειδικό θεραπευτικό κατάστημα απεξάρτησης και να υποβάλλεται σε εξετάσεις. Αν από αυτές αποδειχθεί ότι ξανάρχισε τη χρήση ναρκωτικών ή αν αρνείται ή παραλείπει να εξετάζεται, το ειδικό θεραπευτικό κατάστημα υποχρεούται να ειδοποιεί τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών, οπότε ανακαλείται η υφ’ όρον απόλυση με βούλευμα του συμβουλίου πλημμελειοδικών.
3. Ο χρόνος παραμονής στο εγκεκριμένο κατά νόμο θεραπευτικό πρόγραμμα συντήρησης και απεξάρτησης σε κάθε περίπτωση θεωρείται ως χρόνος έκτισης ποινής.
4. Εφόσον εκείνος που καταδικάστηκε έχει απολυθεί υπό όρο, ύστερα από επιτυχή παρακολούθηση εγκεκριμένου θεραπευτικού προγράμματος, η καταδικαστική απόφαση για εγκλήματα που αναφέρονται στο άρθρο 32 του παρόντος Κώδικα καθώς και το βούλευμα που διατάσσει την υφ’ όρον απόλυση κατά τις προηγούμενες παραγράφους αναγράφεται μόνο στα αντίγραφα ποινικού μητρώου που προορίζονται για δικαστική χρήση.
5. Όποιος καταδικάστηκε για έγκλημα του άρθρου 23 του παρόντος κώδικα σε ποινή ισόβια κάθειρξης, μπορεί να απολυθεί υπό τον όρο της ανάκλησης εφόσον έχει εκτίσει τουλάχιστον είκοσι πέντε έτη. Στον κατάδικο αυτό δεν μπορεί να χορηγηθεί η υφ’ όρον απόλυση αν δεν έχει παραμείνει στο κατάστημα κράτησης για χρονικό διάστημα είκοσι ετών. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 105 και επόμενα του Ποινικού Κώδικα.
Παράλληλα με τον εξορθολογισμό που επιχειρείται στα πλαίσια της απόλυσης υπό όρο, θα έπρεπε να απαλειφθή επίσης από τον ΣωφρΚ (ενδεχομένως με μεταβατική διάταξη) η πρόβλεψη της παρ. 1 εδ. γ΄ του άρθρου 56, σύμφωνα με την οποία απαιτείται μεγαλύτεροσ χρόνος έκτισης στους κρατούμενους για το έγκλημα σχετικό με τα ναρκωτικά (δυσμενέστερη προυπόθεση)για τη χορήγηση τακτικής άδειας.
Η απόλυση υπό όρο ως θεσμός εντάσσεται στο χώρο της έκτισης της ποινής, στον οποίο είναι ανεπίτρεπτο να γίνονται διακρίσεις με βάση το έγκλημα που διαπράχτηκε, αλλά μόνο με βάση την ποινή που έχει επιβληθεί. Έτσι η διαφορετική μεταχείριση κρατουμένου που εκτίει ποινή φυλάκισης με αυτόν που εκτιει ποινή κάθειρξης ή με αυτόν που εκτίει ποινή ισόβιας κάθειρξης φαντάζει λογική, ενώ αντίθετα η διάκριση με βάση το έγκλημα που διαπράχθηκε συνιστά ουσιαστκά ανεπίτρεπτη διπλή αξιολόγηση του ίδιου μεγέθους (με δεδομένο ότι το είδος τουε γκλήματος κρίθηκε ήδη κατά την εκδικαση της ουσίας της υπόθεσης και κατά την επιβολή της ποινής). Συνεπώς, η πρόβλεψη της παρ. 5 του άρθρου 35,που απαιτεί την έκτιση 25 ετών για όσους έχουν καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη με το άρθρο 23 ΚΝΝ προκειμένου να απολυθούν υπό όρο, συνιστά ξεκάθαρη αστοχία του νομοθέτη. Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο αναλογιζόμενοι ότι για όλα τα υπόλοιπα εγκλήματα για τα οποία έχει επιβληθεί ποινή ισόβιας κάθειρξης (οπως ακόμη και η ανθρωποκτονία από πρόθεση κ.α.) για την απόλυση υπό όρο απαιτείται έκτιση 20 ετών (άρθρο 105 Πκ.
ΔΗΛΑΔΗ ΑΝ ΠΙΑΣΟΥΝ ΕΝΑ ΕΜΠΟΡΩ ΜΕ 1 500 ΚΙΛΑ ΚΟΚΑΙΝΗΣ Η ΗΡΩΙΝΗΣ, ΚΑΙ ΕΧΕΙ ΣΤΗΣΕΙ ΜΑΓΑΖΙ ΠΑΡΑΝΟΜΟ ΚΑΙ ΠΟΥΛΑ ΑΝΟΙΧΤΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ, ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΣΕ ΑΝΗΛΙΚΟΥΣ, ΑΥΤΟΣ ΑΜΑ ΠΑΕΙ ΣΕ ΕΝΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ Η ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕΙ ΕΝΑ ΜΕΣΑ ΣΤΗ ΦΥΛΑΚΗ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΟΛΑ ΚΑΛΑ ΚΑΙ ΘΑ ΒΓΕΙ?? ΑΥΤΟ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΣΩΣΤΟ.
Γιατί μόνον οι καταδικασθέντες με το αρ. 23 αντιμετωπίζονται αυστηρά κατά την απόλυση υφ’ όρων;
Έχουμε αντιληφθεί τι σημαίνει διακίνηση ναρκωτικών;
Έχουμε αντιληφθεί τι συνέπειες έχει για τους χρήστες (οι οποίοι στην πλειονότητα είναι νέοι);
Θέλουμε την αυστηρή μεταχείριση όλων των εμπόρων ναι ή όχι;