- Υπουργείο Δικαιοσύνης - http://www.opengov.gr/ministryofjustice -

Άρθρο 30 Χρήστες ναρκωτικών ουσιών που υποβάλλονται σε ειδική μεταχείριση

1. Όσοι απέκτησαν την έξη της χρήσης ναρκωτικών και δεν μπορούν να την
αποβάλουν με τις δικές τους δυνάμεις, υποβάλλονται σε ειδική μεταχείριση
κατά τους όρους του νόμου αυτού.

2. Η συνδρομή ή μη των προϋποθέσεων της προηγούμενης παραγράφου στο πρόσωπο
κατηγορουμένου ή καταδίκου διαπιστώνεται από το δικαστήριο. Για το σκοπό
αυτόν το δικαστήριο μπορεί να διατάξει ψυχιατροδικαστική πραγματογνωμοσύνη
και εργαστηριακή εξέταση, προκειμένου να καθοριστεί αν πράγματι υπάρχει
εξάρτηση, καθώς και το είδος και η έκταση αυτής κατά τα αναφερόμενα
ειδικότερα στην παράγραφο 3. Η πραγματογνωμοσύνη διεξάγεται από τα ειδικά
δημόσια κέντρα απεξάρτησης, από τις ψυχιατρικές κλινικές και τα εργαστήρια
ιατροδικαστικής και τοξικολογίας των Α.Ε.Ι. της χώρας, τις ιατροδικαστικές
υπηρεσίες, εφόσον διαθέτουν ειδικά εργαστήρια, ή από τα νομαρχιακά ή
περιφερειακά νοσοκομεία που έχουν τη δυνατότητα να διεξαγάγουν τέτοια
πραγματογνωμοσύνη με αντίστοιχες κλινικές και εργαστήρια. Πίνακας με τις
υπηρεσίες που πληρούν τις προϋποθέσεις για την πραγματογνωμοσύνη
διαβιβάζεται ανά έτος στον αρμόδιο εισαγγελέα με ευθύνη των Υπουργείων που
τις εποπτεύουν. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις επιτρέπεται η ανάθεση
πραγματογνωμοσύνης σε τρεις πραγματογνώμονες ιατρούς, από τους οποίους ο
ένας τουλάχιστον ψυχίατρος, κατά προτίμηση κρατικούς λειτουργούς ή
ορισμένους πραγματογνώμονες στον πίνακα πραγματογνωμόνων κατά το άρθρο 185
του Κ.Π.Δ.. Η πραγματογνωμοσύνη διεξάγεται σύμφωνα με τις διατυπώσεις που
ορίζει κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Υγείας και Κοινωνικής
Αλληλεγγύης και Δικαιοσύνης.

«3. Ο ενεργών την προανάκριση ή κύρια ανάκριση διατάσσει υποχρεωτικά την
άμεση διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, εάν υποβληθεί ισχυρισμός του
κατηγορουμένου ότι είναι τοξικομανής (ουσιοεξαρτημένος) εντός είκοσι
τεσσάρων (24) ωρών από τη σύλληψη του ή κατά την αρχική απολογία του, ο
οποίος καταχωρείται στην έκθεση σύλληψης, εξέτασης ή απολογίας. Στην
περίπτωση που ο επ` αυτοφώρω συλληφθείς κατηγορούμενος υποβάλλει τον κατά τα
άνω ισχυρισμό στον ενεργούντα την προανάκριση, αυτός μεριμνά για την άμεση
λήψη δειγμάτων σωματικών υγρών (ούρων και αίματος) και τυχόν άλλου
βιολογικού υλικού και για την αποστολή αυτών στα Εργαστήρια της Διεύθυνσης
των Εγκληματολογικών Ερευνών της Ελληνικής Αστυνομίας ή της Ιατροδικαστικής
Υπηρεσίας ή των δημόσιων νοσοκομείων ή στα Εργαστήρια των Α.Ε.Ι. της χώρας,
προς εξέταση για τη διαπίστωση ύπαρξης στον οργανισμό του κατηγορουμένου
τοξικών ουσιών ή φαρμάκων. Η λήψη των εν λόγω δειγμάτων σωματικών υγρών
πραγματοποιείται από το αρμόδιο ιατρικό προσωπικό του εφημερεύοντος δημόσιου
νοσοκομείου της περιοχής, σύμφωνα με τις διατυπώσεις που ορίζονται από την
προβλεπόμενη στην προηγούμενη παράγραφο κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας
και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Δικαιοσύνης. Η λήψη αίματος του
κατηγορουμένου προς εξέταση δεν γίνεται μόνο στην περίπτωση, κατά την οποία
σύμφωνα με ιατρική πιστοποίηση από δημόσιο νοσοκομείο υπάρχουν ειδικοί
παθολογικοί λόγοι συνεπεία των οποίων θεωρείται επικίνδυνη για την υγεία και
τη ζωή του. Οι πραγματογνώμονες εξετάζουν τον κατηγορούμενο αμέσως μόλις
τους γνωστοποιηθεί η σχετική παραγγελία και σε κάθε περίπτωση το αργότερο
εντός σαράντα οκτώ (48) ωρών, συντάσσουν δε και υποβάλλουν την έκθεση τους
όσο το δυνατόν ταχύτερα, λαμβάνοντας υπόψη και τα αποτελέσματα της κατά τα
άνω τοξικολογικής ανάλυσης των σωματικών υγρών και τυχόν άλλου βιολογικού
υλικού. Αν οι πραγματογνώμονες αποφανθούν ότι υπάρχει εξάρτηση, πρέπει να
καθορίσουν και το είδος της (σωματική ή ψυχική) και αν είναι δυνατόν το
βαθμό της, το συνήθως χρησιμοποιούμενο ναρκωτικό (εξαρτησιογόνο), την
ημερήσια δόση, την κατάλληλη θεραπευτική αγωγή και, αν τους ζητείται ειδικώς
με την παραγγελία, την επίδραση της εξάρτησης στον καταλογισμό.»

4. Δράστης, στο πρόσωπο του οποίου συντρέχουν οι προϋποθέσεις της
παραγράφου 1, αν είναι υπαίτιος τέλεσης:

α. Της πράξης του άρθρου 29 παρ. 1 παραμένει ατιμώρητος και εφαρμόζονται σε
αυτόν οι διατάξεις του άρθρου 32.

β. Των πράξεων του άρθρου 20 παρ. 1 περιπτώσεις β`, στ`, ζ`, η`, ι` και
ιβ`
τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και με χρηματική ποινή
πεντακοσίων ενενήντα (590) έως δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ και αν
συντρέχει διακεκριμένη περίπτωση του άρθρου 21 ή επιβαρυντική περίσταση
«των άρθρων 23 και 23Α»
τιμωρείται με πρόσκαιρη κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών και με
χρηματική ποινή οκτακοσίων ογδόντα (880) έως εκατόν πενήντα χιλιάδων
(150.000) ευρώ.

γ. Των πράξεων των άρθρων 20 παρ. 1 περιπτώσεις α`, γ`, δ`, ε`, θ`, ια`,
ιγ` ή 22 τιμωρείται με πρόσκαιρη κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών και με
χρηματική ποινή πεντακοσίων ενενήντα (590) έως είκοσι εννέα χιλιάδων
(29.000) ευρώ και αν συντρέχει διακεκριμένη περίπτωση του άρθρου 21 ή
επιβαρυντική περίσταση «των άρθρων 23 και 23Α»
τιμωρείται με πρόσκαιρη κάθειρξη και
χρηματική ποινή χιλίων πεντακοσίων (1.500) έως διακοσίων ενενήντα χιλιάδων
(290.000) ευρώ.

5. Των ευεργετικών διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου και των παραγράφων
1, 6 και 11 του άρθρου 31 απολαμβάνουν, εκτός από εκείνους που θα
ακολουθήσουν εγκεκριμένο θεραπευτικό πρόγραμμα της ημεδαπής, και όσοι
απέκτησαν την έξη της χρήσης ναρκωτικών ουσιών με την έννοια της παραγράφου
1 του παρόντος άρθρου, αλλά αποδεδειγμένα την απέκτησαν και την απέβαλαν υπό
τις ακόλουθες προϋποθέσεις: α) η απόκτηση της έξης της χρήσης ναρκωτικών
ουσιών σε χρόνο προγενέστερο της πράξης πρέπει να αποδεικνύεται κατά τρόπο
αδιαμφισβήτητο από εργαστηριακές εξετάσεις, εκθέσεις ή βεβαιώσεις
προερχόμενες από επιστημονικό διευθυντή δημόσιου νοσοκομείου της ημεδαπής ή
χώρας της Ευρωπαϊκής Ενωσης ή αναγνωρισμένων από τις αρμόδιες αρχές
θεραπευτικών Προγραμμάτων της ημεδαπής ή χώρας της Ευρωπαϊκής Ενωσης και β)
η εντελής απεξάρτηση να αποδεικνύεται με βεβαίωση αναγνωρισμένης κατά νόμο
θεραπευτικής κοινότητας που λειτουργεί νομότυπα στα πλαίσια των θεραπευτικών
προγραμμάτων του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Η βεβαίωση
δίνεται ύστερα από προηγούμενη παρακολούθηση εγκεκριμένου κατά νόμο
θεραπευτικού προγράμματος σωματικής και ψυχικής απεξάρτησης για διάστημα έξι
(6) τουλάχιστον μηνών. Σε περίπτωση που δεν προσκομιστεί αυτή η βεβαίωση,
αλλά αποδέχεται ο κατηγορούμενος την εισαγωγή του, διατάσσεται υποχρεωτικά
από το δικαστήριο η εισαγωγή του αιτουμένου την εφαρμογή των ευεργετικών
διατάξεων σε θεραπευτική κοινότητα του προηγούμενου εδαφίου. Απαιτείται
επίσης να προσκομιστεί πιστοποιητικό ότι ο κατηγορούμενος δεν διώκεται για
αξιόποινες πράξεις που τυχόν διέπραξε στο διάστημα της επικαλούμενης
θεραπείας μέχρι την εκδίκαση του αδικήματος με αφορμή το οποίο ζητεί την
εφαρμογή των ευεργετικών διατάξεων που έχουν σχέση με τα ναρκωτικά και την
εξασφάλιση μέσων για την προμήθειά τους.

Προτεινόμενη ρύθμιση:

Στο άρθρο 30 του ν. 3459/2006 προστίθεται παράγραφος 6, η οποία έχει ως εξής:
6. Ο κατά νόμο ποινικός χαρακτήρας των πράξεων που τελέστηκαν από δράστη, στο πρόσωπο του οποίου συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παρ. 1, κρίνεται με βάση την απειλούμενη στις παραγράφους 4 στοιχ. β΄ και γ΄ ποινή.

Αιτιολογική Έκθεση:

Με τη συγκεκριμένη διάταξη ορίζεται ότι ο χαρακτηρισμός της πράξης που τελέστηκε από δράστη, στο πρόσωπο του οποίου συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παρ. 1 (εξαρτημένος χρήστης), σύμφωνα με την τριμερή διάκριση που ακολουθεί ο ελληνικός Ποινικός Κώδικας, κρίνεται με βάση το ανώτερο όριο της ποινής που απειλεί ο νόμος. Η συγκεκριμένη πρόβλεψη εναρμονίζεται με την πρόβλεψη του άρθρου 19 εδαφ. α΄ του ΠΚ σύμφωνα με την οποία «αν μια πράξη που εκδικάστηκε είναι κακούργημα ή πλημμέλημα, κρίνεται με βάση τη βαρύτερη ποινή που καθορίζεται από το νόμο γι’ αυτή την πράξη και όχι με βάση την τυχόν ελαφρότερη ποινή που επέβαλε ο δικαστής λόγω ελαφρυντικών περιστάσεων (άρθρο 84) ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο μείωσης της ποινής σύμφωνα με το άρθρο 83». Έτσι, επιλύεται πλέον νομοθετικά το ζήτημα που δημιουργήθηκε σε σχέση με τον ποινικό χαρακτήρα των πράξεων που τελέστηκαν από εξαρτημένο χρήση και απειλούνται στο νόμο με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός έτους, το οποίο απασχόλησε έντονα τόσο τη θεωρία όσο και τη νομολογία.