1. Σε περίπτωση εγκλημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 31 του παρόντος Κώδικα, εκτός των εγκλημάτων του άρθρου 23 καθώς και εκτός των εγκλημάτων που προβλέπονται στα άρθρα 187 Α, 299, 310 παρ. 3, 311, 322, 323, 324, 336 και 380 παρ. 2 του Π.Κ εφόσον αυτά έχουν τελεστεί από πρόσωπο που συμμετέχει σε εγκεκριμένο κατά νόμο θεραπευτικό πρόγραμμα απεξάρτησης, τότε:
α) Ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών, μπορεί με αιτιολογημένη διάταξή του και με έγκριση του εισαγγελέα εφετών να αναβάλει για ορισμένο χρόνο την άσκηση ποινικής δίωξης, η οποία μπορεί να παρατείνεται, αν λαμβάνει γνώση από έκθεση ή και εκθέσεις του διευθυντή εγκεκριμένου κατά νόμο θεραπευτικού προγράμματος απεξάρτησης, ότι ο δράστης έχει προσέλθει οικειοθελώς και καταβάλλει σοβαρές προσπάθειες για την απεξάρτησή του. Αν ο δράστης ολοκληρώσει με επιτυχία το θεραπευτικό πρόγραμμα, σύμφωνα με έγγραφη βεβαίωση και έκθεση του διευθυντή του προγράμματος, το συμβούλιο πλημμελειοδικών, μπορεί να απόσχει οριστικά από την ποινική δίωξη, εφόσον η τελευταία θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την επανένταξή του στην κοινωνική ζωή. Τα στοιχεία που αναφέρονται στις παραπάνω εκθέσεις του διευθυντή θεραπευτικού προγράμματος είναι απόρρητα και απαγορεύεται η ανακοίνωσή τους σε οποιονδήποτε άλλον εκτός από τον ίδιο το χρήστη ναρκωτικών, που υποβλήθηκε σε θεραπεία, επί ανηλίκου δε στον έχοντα την επιμέλεια. Το ευεργέτημα της παρούσας παραγράφου παρέχεται μία μόνο φορά.
β) Ο αρμόδιος εισαγγελέας μπορεί να αναστέλλει με διάταξή του την ισχύ εντάλματος σύλληψης προσώπου, που παρακολουθεί εγκεκριμένο πρόγραμμα απεξάρτησης, εάν το ένταλμα αυτό αφορά εγκλήματα που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο και φέρεται ότι τελέστηκε πριν από την εισαγωγή του διωκομένου στο παραπάνω πρόγραμμα. Στην περίπτωση που έχει διατηρηθεί η ισχύς του με σύμφωνη γνώμη του προέδρου εφετών ή με βούλευμα, τότε για την αναστολή απαιτείται απόφαση του συμβουλίου ενώπιον του οποίου εκκρεμεί η κατηγορία.
γ) Το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση αναστέλλει την εκτέλεση των στερητικών της ελευθερίας και των χρηματικών ποινών προσώπου που παρακολουθεί εγκεκριμένο κατά νόμο θεραπευτικό πρόγραμμα απεξάρτησης εκτός σωφρονιστικών καταστημάτων μέχρι την ολοκλήρωσή του, εάν οι ποινές αυτές αφορούν πράξεις που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο και τελέστηκαν πριν από την εισαγωγή του διωκομένου στο θεραπευτικό πρόγραμμα, εφόσον βεβαιώνεται από τον υπεύθυνο αυτού του προγράμματος η συνεπής παρακολούθησή του εκ μέρους του διωκομένου. Με τις ίδιες προϋποθέσεις και με διάταξη του αρμόδιου εισαγγελέα αναστέλλεται προσωρινά η εκτέλεση των ανωτέρω ποινών έως ότου εκδοθεί η απόφαση του δικαστηρίου επί της αίτησης αναστολής εκτέλεσης που υποβάλλεται κατά το προηγούμενο εδάφιο. Εάν για οποιονδήποτε λόγο χωρήσει βεβαίωση της χρηματικής ποινής και των εξόδων, αναστέλλεται η λήψη κάθε δυσμενούς ατομικού μέτρου και κάθε μέτρου αναγκαστικής είσπραξης της συναφούς οφειλής ως και κάθε τυχόν τοκογονία ή προσαύξηση του βεβαιωθέντος ποσού.
2. Σε δράστη που κατηγορείται για εγκλήματα της παραγράφου 1 και απέκτησε την έξη της χρήσης ναρκωτικών ουσιών, την οποία δεν μπορεί να αποβάλει με τις δικές του δυνάμεις εφόσον έχει ενταχθεί σε εγκεκριμένο από το νόμο θεραπευτικό πρόγραμμα απεξάρτησης:
α) Χορηγείται αναβολή στράτευσης, η οποία διακόπτεται ύστερα από γραπτή βεβαίωση του διευθυντή του θεραπευτικού προγράμματος ότι ολοκληρώθηκε ή διακόπηκε η θεραπευτική αγωγή. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται και επί των ανυποτάκτων.
β) Δεν επιτρέπεται η σύλληψη και παραπομπή σε δίκη για λιποταξία και τα συναφή προς αυτήν εγκλήματα, καθώς και για τα λοιπά εγκλήματα κατά της στρατιωτικής υποχρεώσεως των άρθρων 32-45 του ν. 2287/1995 περί Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα.
γ) Η συμμετοχή του σε θεραπευτική αγωγή αποτελεί υποχρεωτικό λόγο αναβολής της δίκης. Κατά τη διάρκεια αυτής της θεραπευτικής αγωγής αναστέλλεται η παραγραφή οποιουδήποτε εγκλήματος του θεραπευομένου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 113 παρ. 3 του Π.Κ.. Ως χρόνος θεραπευτικού προγράμματος θεωρείται και ο εγκεκριμένος από τον επιστημονικό διευθυντή του οικείου προγράμματος κοινωνικής επανένταξης.
3. Απαγορεύεται σε οποιονδήποτε, εκτός από εκπρόσωπο της δικαστικής αρχής, να εισέλθει στους χώρους των παραπάνω θεραπευτικών προγραμμάτων συντήρησης και απεξάρτησης, χωρίς γραπτή άδεια του διευθυντή του. Με βούλευμα του συμβουλίου εφετών, ύστερα από πρόταση του αρμόδιου εισαγγελέα, μπορεί να διαταχθεί η σύλληψη και παραπομπή σε δίκη ατόμου που υποβάλλεται σε θεραπευτική αγωγή στα παραπάνω προγράμματα αν υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις ότι έχει διαπράξει κακούργημα του άρθρου 23 ή από τα αναφερόμενα ως εξαιρέσεις στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.
Σαφώς προς την ορθή κατεύθυνση η προσπάθεια απεμπλοκής από το σύστημα της ποινικής δικαιοσύνης των κατηγορουμένων που έχουν απεξαρτηθεί, εφόσον η εγκληματική τους συμπεριφορά είχε να κάνει κατά κύριο λόγο με την εξάρτησή τους. Σε έναν κατηγορούμενο,ο οποίος κατέβαλε μια υπερπροσπάθεια και απεξαρτήθηκε, αφήνοντας πίσω τον γενεσιουργό λόγο της εγκληματικής του συμπεριφοράς, είναι αυτοκαταστροφικό για το ίδιο το κράτος είτε να συντηρεί την ποινική διαδικασία γύρω του είτε να του επιβάλλει ποινή και να τον ξαναστέλνει στη φυλακή. Ωστόσο θα ήταν σκόπιμο την ίδια αντιμετώπιση να απολαύσουν και οι ήδη καταδικασμένοι αμετάκλητα (ενδεχομένως με κάποια μεταβατική διάταξη), τους οποίους το σχέδιο νόμου φαίνεται να αφήνει εκτός ρύθμισης.
Εμείς οι θεραπευόμενοι της κοινωνικής επανένταξης του 18 ΑΝΩ,διαβάζοντας το νέο νομοσχέδιο που μας αφορά σαν πρώην εξαρτημένους απο ναρκωτικές ουσίες,αισθανθήκαμε ανακούφιση και μας δόθηκε η ελπίδα ότι τελειώνοντας την θεραπειά μας και όλη αυτήν την προσπάθεια που κάνουμε θα μπορέσουμε να ζήσουμε σαν άνθρωποι έχοντας την ευκαιρία για ένα νέο ξεκίνημα στην ζωή μας,μακριά όχι μόνο απ’ τις ουσίες αλλά και τις καταστάσεις που μας οδήγησαν σε παραβατικές συμπεριφορές.Χαιρόμαστε που το νέο νομοσχέδιο αναγνωρίζει την αξία των θεραπευτικών προγραμμάτων και θέλουμε να εκφράσουμε την αγωνία μας σε ότι αφορά τις αμετάκλητες αποφασείς και το θέμα του υπότροπου,θέματα τα οποία δεν είναι ξεκάθαρα και αφορούν πολΛούς από εμάς.Έχοντας την δυνατότητα για πρώτη φορά να εκφράσουμε την άποψή μας γα το θέμα κατευθείαν σε σας.Θα θέλαμε να καταλάβετε το πόσο οδυνηρό και καταστροφικό ειναι μετά απο μία τέτοια προσπάθεια να οδηγηθούμε σ’ ένα περιβάλλον,όπως η φυλακή,η οποία δεν διαφέρει σε τίποτα απο την κόλαση της εξάρτησης.Πιστεύουμε οτι θα νιώσετε τον φόβο μας,την αγωνία μας και θα σταθείτε σύμμαχοί μας στο νέο ξεκίνημα που διεκδίκουμε στο να ζήσουμε,και οχι απλά να επιβιώσουμε.
ΘΕΡΠΕΥΟΜΕΝΟΙ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΕΝΤΑΞΗΣ 18ΑΝΩ
Η αιτίασή μου αναφέρεται στην περ. γ της παρ. 2 του άρθρου 32. Συγκεκριμένα ενώ είναι προς την ορθή κατεύθυνση η υποχρεωτική αναβολή σε περίπτωση συμμετοχής του κατηγορουμένου σε θεραπευτικό πρόγραμμα, ωστόσο η προβλεπόμενη στο στιχ. β΄ «αναστολή» της παραγραφής αποτελεί οπισθοδρόμηση. Ειδικότερα,αφενός μεν ήδη ο χρόνος παραγραφής για τα πλημμελήματα και ακόμη περισσότερο για τα κακουργήματα, μαζί με την προβλεπόμενη αναστολή επιδικίας, είναι υπεραρκετός τόσο για την περάτωση μιας υπόθεσης (και δη ναρκωτικών) όσο και για την ολοκλήρωση από μέρους του κατηγορουμένου προγράμματος απεξάρτησης [απλή υπόμνηση της πληθώρας των υποθέσεων καταδίκης της Ελλάδας για παραβίαση του ευλόγου χρόνου κατ’ άρθρο 6 ΕΣΔΑ). Η καθυστέρηση εκδίκασης μίας υπόθεσης ή ο προσδιορισμός της σε μακρινές δικασίμους δεν οφείλεται σε καμία περίπτωση σε ευθύνη του κατηγορουμένου και αντιμετωπίζεται ενδεχομένως με την πρόσληψη νέων δικαστών και όχι με τη θέσπιση νέας «αναστολής της παραγραφής». Αφετέρου δε, σε νομοτεχνικό επίπεδο, η διατύπωση του στιχ. β΄ της περ. γ΄ της παρ. 2 δίνει την εντύπωση ότι η προβλεπόμενη «αναστολή» της παραγραφής αποσυνδέεται από την προβολή σχετικού αιτήματος αναβολής. Δηλαδή, για έναν εξαρτημένο δράστη,κατηγορούμενο για το έγκλημα π.χ του ΑΝ 86/67, ο οποίος παρακολουθεί πρόγραμμα απεξάρτησης, παρόλο που δεν θα έχει αιτηθεί ποτέ την αναβολή αυτή, θα επέρχεται η εν λόγω «αναστολή» της παραγραφής? Μια τέτοια προοπτική νομίζω ότι δεν είναι ορθή και στην ακραία της εκδοχή μπορεί να οδηγήσει στην αποτροπή εξαρτημένων από την παρακολούθηση θεραπευτικού προγράμματος, αν κάποιο από τα εγκλήματα που έχουν διαπράξει στο παρελθόν πλησιάζει στην παραγραφή. Τέλος η σύνδεση της παραπάνω «αναστολής» με την παρ. 3 του άρθρου 113 πρέπει να γίνει σαφές ότι αφορά την ανώτερη διάρκεια της εν λόγω «αναστολής», η οποία κατά το ορθότερο δεν θα πρέπει να προστίθεται (πχ. 5 χρόνια αναστολη΄επιδικίας και 5 χρόνια αναστολή λόγω συμμετοχής σε θεραπευτικό πρόγραμμα), αλλά να αποτελεί χρονικό περιορισμό του συνόλου των αναστολών. Με άλλα λόγια όσες αναστολές και να λάβει η παραγραφή του εγκλήματος, δεν θα μπορούν αυτές να ξεπερνούν τα 5 χρόνια για κακουργήματα κτλ.