1. Στο Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης συνιστάται Επιτροπή Ναρκωτικών, αποτελούμενη από:
α) τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Φαρμάκων και Φαρμακείων του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, β) εκπρόσωπο του Επιστημονικού Συμβουλίου του Ε.Ο.Φ., γ) τέσσερα μέλη του διδακτικού ερευνητικού προσωπικού των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Α.Ε.Ι.), ανά ένα με ειδίκευση στα γνωστικά αντικείμενα Φαρμακευτικής Χημείας, Φαρμακολογίας, Τοξικολογίας και Ψυχιατρικής αντίστοιχα, που ορίζονται ύστερα από πρόταση των αρμόδιων οργάνων διοίκησης και δ) έναν ανώτερο αξιωματικό της Ελληνικής Αστυνομίας με εμπειρία στα θέματα ναρκωτικών. Για κάθε μέλος της Επιτροπής ορίζεται και ένας αναπληρωτής. Η θητεία της Επιτροπής είναι διετής.
2. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, επιλέγονται και ορίζονται τα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη της Επιτροπής, καθώς και ο γραμματέας της. Η Επιτροπή εκλέγει τον πρόεδρό της. Με απόφαση του ίδιου Υπουργού ορίζονται και οι κανόνες λειτουργίας της Επιτροπής.
3. Η Επιτροπή Ναρκωτικών έχει τις παρακάτω αρμοδιότητες: α) Γνωμοδοτεί: αα) για τα σχετικά με τα ναρκωτικά θέματα που προκύπτουν από τις κυρωμένες από την Ελλάδα διεθνείς συμβάσεις ή από αίτηση των αρμόδιων διεθνών οργανισμών [όπως United Nations Fund for Drug Abuse Control (UNFDΑC), Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (Π.Ο.Υ.), Ευρωπαϊκή Ένωση], ββ) για τη χορήγηση άδειας παραγωγής ή κατεργασίας και εισαγωγής έτοιμων προϊόντων που περιέχουν ουσίες του άρθρου 1, γγ) για την προσθήκη ή αφαίρεση ουσιών στους πίνακες του άρθρου 1, για τη μεταφορά από τον ένα πίνακα στον άλλο ή για τη μεταβολή των όρων και των προϋποθέσεων της διάθεσής τους σύμφωνα με τις διεθνείς συμβάσεις, δδ) για την τιμή των πωλούμενων από το Κρατικό Μονοπώλιο Ναρκωτικών, εε) για κάθε σχετικό θέμα που θα ζητήσει ο αρμόδιος Υπουργός ή η Εθνική Επιτροπή Σχεδιασμού και Συντονισμού για την Αντιμετώπιση των Ναρκωτικών. β) Υπολογίζει τις ετήσιες ανάγκες της χώρας σε ναρκωτικές ουσίες και εισηγείται σχετικά στον αρμόδιο Υπουργό.
Επιτροπή Ναρκωτικών δίχως τους ιατρούς που χορηγούν λόγω ειδικότητας και εξειδίκευσης αυτά τα φάρμακα, είναι επιεικώς ασύμμετρη. Βεβαίως απαιτείται η γνώση της φαρμακευτικής χημείας, της ψυχιατρικής κτλ, όπως και της αστυνομίας για όλους τους κινδύνους που ανακύπτουν για την κοινωνία μας, αλλά εξίσου απαραίτητη είναι η διασφάλιση της παροχής της ενδεδειγμένης, επιβαλλόμενης δεοντολογικά και επιστημονικά, ιατρικής φροντίδας στους ασθενείς. Η βασική υποχρέωση της αντιμετώπισης του πόνου ακολουθεί τον ορισμό της ιατρικής στον ψηφισμένο Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας. Η προάσπιση των δικαιωμάτων των ασθενών δεν αντίκειται και η υποχρέωσή μας απέναντί τους, ούτε έπεται ούτε προηγείται, αυτών των τοξικομανών.
Η εμπειρία της Ελληνικής Εταιρείας Αλγολογίας και των ιατρείων πόνου πρέπει να αξιοποιηθεί θεσμοθετημένα στην επιτροπή, με μόνιμη συμμετοχή εκπροσώπου της.
Πραγματικά η ύπαρξη τόσων πολλών Επιτροπών και Συμβουλίων με επικαλυπτόμενες αρμοδιότητες μόνο σύγχυση και δυσλειτουργία θα επιφέρει. Η ύπαρξη μιας και μόνο Επιτροπής με εναλλασσόμενα μέλη αναλόγως των υπό συζήτηση θεμάτων και διαρκή λειτουργία θα ήταν το καλύτερο, παρότι η μοναδικότητά της δυνητικά θα μπορούσε να την κάνει απολυταρχική ή μη ελεγχόμενη.
Να καταργηθεί η επιτροπή αυτή του άρθρου 5. Δεν χρειάζονται δύο επιτροπές «Επιτροπή Ναρκωτικών» (άρθρο5), αμοιβόμενη μάλιστα (άρθρο 6 και σχόλιο) και Γνωμοδοτικό Συμβούλιο (άρθρο 51). Μπορεί να εμπλουτιστεί ο ρόλος του γνωμοδοτικού συμβουλίου (άρθρο 51) με τις αρμοδιότητες της Επιτροπής Ναρκωτικών. Εξ’ άλλου υπάρχει η Εθνική Επιτροπή Σχεδιασμού και Συντονισμού για την αντιμετώπιση των Ναρκωτικών και η Εθνική Συντονίστρια και Διεύθυνση Εξαρτήσεων στο Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγγύης. Δεν χρειάζονται πια τόσες επιτροπές, που σίγουρα οι αρμοδιότητές τους θα αλληλοκαλύπτονται.