1. H παρ. 1 του άρθρου 15 του ν. 4194/2013 (Α΄ 208) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Πτυχιούχοι ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της αλλοδαπής μπορούν να πραγματοποιούν άσκηση στην Ελλάδα, εφόσον: α) είναι πολίτες κράτους – μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή άλλου συμβαλλόμενου κράτους της Συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, β) είναι κάτοχοι πτυχίου Νομικής Σχολής των Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων των ανωτέρω υπό (α) Κρατών, κατά τα οριζόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 6 του παρόντος και ταυτόχρονα έχουν τη δυνατότητα εγγραφής ως ασκούμενοι δικηγόροι σε Δικηγορικό Σύλλογο της χώρας όπου χορηγήθηκε το πτυχίο.».
2. Το δέκατο εδάφιο της παρ. 1.Α. του άρθρου 15 του ν. 4194/2013 αντικαθίσταται και η παρ. 1.Α. διαμορφώνεται ως εξής:
«1.Α. Για το αίτημα εγγραφής στο Μητρώο ασκουμένων αποφαίνεται Επιτροπή Αξιολόγησης, η οποία συγκροτείται με απόφαση της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Χώρας. Η Επιτροπή αποτελείται από τους Προέδρους των Δικηγορικών Συλλόγων: α) Αθηνών, ως πρόεδρο, β) Θεσσαλονίκης, γ) Πειραιώς ή τους αναπληρωτές τους και δ) έναν Πρόεδρο άλλου Δικηγορικού Συλλόγου ή τον αναπληρωτή του. Η ανωτέρω Επιτροπή ορίζεται στην πρώτη συνεδρίαση της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων, που συγκαλείται μετά τις αρχαιρεσίες για ανάδειξη των προεδρείων των Συλλόγων και η θητεία της διαρκεί μέχρι τη λήξη της θητείας των μελών της. Στην Επιτροπή μετέχει επίσης, ως πέμπτο μέλος, και ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου στον οποίο υποβλήθηκε η αίτηση ή το οριζόμενο από αυτόν μέλος του Συλλόγου αυτού. Αν ο αιτών επιθυμεί να εγγραφεί σε σύλλογο ο πρόεδρος του οποίου μετέχει ως μόνιμο μέλος (α έως δ), τότε ως πέμπτο μέλος ορίζεται με απόφαση του Προέδρου του συλλόγου αυτού, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου, με τον αναπληρωτή του. Η Επιτροπή συνεδριάζει τουλάχιστον τέσσερεις φορές ετησίως.
Εφόσον πληρούνται οι κατά τα ανωτέρω υπό α και β προϋποθέσεις, η Επιτροπή διερευνά αν τα εν γένει προσόντα του ενδιαφερομένου είναι αντίστοιχα προς εκείνα που κατά τον παρόντα κώδικα απαιτούνται για την εγγραφή πτυχιούχου νομικής ως ασκουμένου. Κατά την κρίση της αυτή λαμβάνονται υπόψη οι τίτλοι σπουδών του υποψηφίου, τα γνωστικά αντικείμενα τα οποία έχει διδαχθεί, τα δικαιολογητικά που προσκομίζει και η εν γένει εμπειρία του σε εργασίες νομικής φύσεως. Λαμβάνονται επίσης, υπόψη οι διαφορές των ευρωπαϊκών εννόμων τάξεων. Σε περίπτωση διαπίστωσης μη αντιστοιχίας των επαγγελματικών προσόντων, η Επιτροπή Αξιολόγησης προσδιορίζει σε ποια γνωστικά αντικείμενα διαπιστώνεται αυτή, καθορίζει τα προς εξέταση μαθήματα και παραπέμπει προς τούτο τον φάκελο του αιτούντος στην Επιτροπή του άρθρου 16.».
3. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 15 του ν. 4194/2013 αντικαθίσταται και η παρ. 3 διαμορφώνεται ως εξής:
«3. Πτυχιούχοι Νομικών Σχολών ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων κρατών εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, των οποίων το πτυχίο έχει αναγνωριστεί από τον ΔΟΑΤΑΠ ως ισότιμο και αντίστοιχο με το απονεμόμενο από τις Νομικές Σχολές των ημεδαπών ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις που ορίζονται στην παρ. 2 του άρθρου 6 του παρόντος και έχουν τη δυνατότητα εγγραφής ως ασκούμενοι σε Δικηγορικό Σύλλογο της χώρας που χορηγήθηκε το πτυχίο, συμμετέχουν σε δοκιμασία επάρκειας, που πιστοποιεί ότι οι γνώσεις και τα προσόντα τους αντιστοιχούν στις γνώσεις και τα προσόντα που απαιτούνται από τον Κώδικα για την απόκτηση της ιδιότητας του ασκούμενου δικηγόρου. Με τη δοκιμασία αυτή επιδιώκεται να πιστοποιηθεί η γνώση του ελληνικού δικαίου, όπως αυτή πιστοποιείται με το πτυχίο Νομικού Τμήματος Νομικής Σχολής ελληνικού ανωτάτου εκπαιδευτικού ιδρύματος.».
Οι τροποποιήσεις που αφορούν στη δυνατότητα των Πτυχιούχων Νομικών Σχολών ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων να εγγραφούν σε Δικηγορικό Σύλλογο της χώρας και να συμμετέχουν σε δοκιμασία επάρκειας, προκειμένου να πιστοποιηθούν ότι οι γνώσεις και τα προσόντα τους αντιστοιχούν στις γνώσεις και τα προσόντα που απαιτούνται από τον Κώδικα για την απόκτηση της ιδιότητας του ασκούμενου δικηγόρου, θα πρέπει κατά τη γνώμη μου να συμπληρωθεί ως προς το είδος των τίτλων σπουδών. Συγκεκριμένα αναφέρομαι στις νομικές σπουδές «με κατεύθυνση ελληνικού δικαίου» .
Και αυτό γιατί καμία αναφορά δεν υπάρχει στη διάταξη του παρόντος νόμου, ως προς το είδος των σπουδών αυτών και καμία διαφοροποίηση δεν γίνεται ανάμεσα στους υποψηφίους ασκούμενους Δικηγόρους που φέρουν τίτλους σπουδών ελληνικής κατεύθυνσης δικαίου έναντι των υπολοίπων που απλώς έχουν τίτλους Νομικών Σχολών ανωτάτων αλλοδαπών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.
Με το δεδομένο ότι σκοπός του Νόμου είναι να πιστοποιηθεί η γνώση του ελληνικού δικαίου, θα πρέπει στον παρόντα νόμο να προβλεφθεί η δέσμευση της Επιτροπής Αξιολόγησης, ότι κατά τον διακριτό έλεγχο της επαγγελματικής ισοτιμίας, θα πρέπει αιτιολογημένα να διαπιστώνονται τυχόν ελλείψεις του υποψηφίου, σύμφωνα με το κατά την κοινή πείρα κριτήριο της διαφορετικότητας των εθνικών εννόμων τάξεων και όχι να αμφισβητείται εξ ολοκλήρου η ακαδημαϊκή αξία των σπουδών « ελληνικής κατεύθυνσης» και όταν μάλιστα έχει ήδη προηγηθεί ο έλεγχος της ισοτιμίας και αντιστοιχίας από τον ΔΟΑΤΑΠ. Άλλωστε τα παραπάνω ζητήματα έχουν ήδη κριθεί και νομολογηθεί στο παρελθόν από σχετικές αποφάσεις (πρ.βλ.ΣΤΕ 3099/2017Γ΄Τμήμα, ΣΤΕ 1542/2005, 1287/2004, 1605/1982 ΟΛΟΜ.)
Στην περίπτωση των Νομικών σπουδών «ελληνικής κατεύθυνσης», η διαπίστωση των τυχόν ελλείψεων του υποψηφίου δεν στηρίζεται στο κριτήριο της διαφορετικότητας των εθνικών εννόμων τάξεων, αλλά θα πρέπει να είναι απολύτως αιτιολογημένη, κυρίως στις περιπτώσεις, που έχει προηγηθεί η πιστοποίηση της ισοτιμίας και αντιστοιχίας του τίτλου σπουδών από τον ΔΟΑΤΑΠ.