Στο άρθρο 17 του π. δ. 18/1989 (Α΄ 8) προστίθεται παρ. 6 και το άρθρο 17 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 17
Άσκηση ενδίκων μέσων
1. Τα ένδικα μέσα ενώπιον του Συμβουλίου ασκούνται δια καταθέσεως δικογράφου.
2. Το δικόγραφο πρέπει να περιέχει το όνομα εκείνου που ασκεί το ένδικο μέσο, την ηλεκτρονική διεύθυνση, τη διεύθυνση της κατοικίας του, τον αριθμό φορολογικού του μητρώου, την προσβαλλόμενη πράξη ή απόφαση, τους συγκεκριμένους λόγους στους οποίους στηρίζεται το ένδικο μέσο, χρονολογία και υπογραφή.
3. Η αόριστη μνεία στα δικόγραφα ως προσβαλλόμενης και κάθε συναφούς πράξης ή απόφασης δεν υποχρεώνει το Δικαστήριο να ερευνήσει από την άποψη αυτή την υπόθεση.
4. Τα δικόγραφα της αίτησης ακυρώσεως, της προσφυγής και της αίτησης αναιρέσεως, που ασκούνται από ιδιώτη, υπογράφονται μόνο από δικηγόρο.
Τα δικόγραφα των ενδίκων αυτών μέσων, όταν ασκούνται από το Δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, υπογράφονται από τον οικείο νομικό σύμβουλο, πάρεδρο, δικαστικό αντιπρόσωπο ή δικηγόρο. Τα ίδια ισχύουν και για τους πρόσθετους λόγους, την παρέμβαση, την τριτανακοπή, την αίτηση ερμηνείας ή διόρθωσης αποφάσεως και την αίτηση αναστολής εκτελέσεως.
5. Το δικόγραφο προσφυγής που ασκείται από τον υπάλληλο μπορεί να υπογράφεται και από τον ίδιο. Όταν η προσφυγή ασκείται από το Δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, το δικόγραφο υπογράφεται σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο. Τα ίδια ισχύουν και για τους πρόσθετους λόγους, την παρέμβαση, την τριτανακοπή και την αίτηση ερμηνείας ή διόρθωσης αποφάσεως.
6. Τα δικόγραφα των ενδίκων βοηθημάτων και μέσων που κατατίθενται στο Δικαστήριο, όπως και τα δικόγραφα προσθέτων λόγων και των παρεμβάσεων, δεν πρέπει, κατά κανόνα, να υπερβαίνουν τις τριάντα (30) σελίδες. Τα δικόγραφα των υπομνημάτων δεν πρέπει, κατά κανόνα, να υπερβαίνουν τις είκοσι (20) σελίδες. Σε περίπτωση ουσιώδους υπέρβασης του αριθμού αυτού, η Γραμματεία δύναται, κατόπιν συνεννοήσεως με τον πρόεδρο του αρμόδιου σχηματισμού, να ζητήσει από τον πληρεξούσιο δικηγόρο να προσαρμόσει την έκταση του δικογράφου στα ανωτέρω δεδομένα, εντός προθεσμίας η οποία δεν υπερβαίνει τον ένα (1) μήνα. Αν ο πληρεξούσιος δεν προσαρμοσθεί στην υπόδειξη αυτή, το Δικαστήριο, με την απόφαση που εκδίδεται επί της υπόθεσης, μπορεί να του επιβάλλει χρηματική κύρωση, το ύψος της οποίας δεν δύναται να υπερβαίνει το τριπλάσιο της δικαστικής δαπάνης, που προβλέπεται για τη σύνταξη του εισαγωγικού δικογράφου. Το ποσό της κύρωσης περιέρχεται στο ΤΑΧΔΙΚ. Στον Κανονισμό του Συμβουλίου της Επικρατείας ορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής της διάταξης αυτής.».