Μετά το άρθρο 117 του π.δ/τος 1225/1981, προστίθεται άρθρο 117 Α, ως εξής:
«Άρθρο 117 Α
Προδήλως απαράδεκτα ή αβάσιμα ένδικα μέσα
1. Δικαστικός σχηματισμός που συγκροτείται από τον Πρόεδρο της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου και απαρτίζεται από τον ίδιο ή το νόμιμο αναπληρωτή του, έναν Αντιπρόεδρο και ένα Σύμβουλο, ως εισηγητή, μπορεί με ομόφωνη απόφασή του που λαμβάνεται σε συμβούλιο να απορρίπτει αιτήσεις αναίρεσης που είναι προδήλως απαράδεκτες ή αβάσιμες ή όταν με αυτές προβάλλονται λόγοι που κατά πάγια νομολογία της Ολομέλειας του Δικαστηρίου κρίνονται αβάσιμοι. Με την απόφαση αυτή απορρίπτεται και η τυχόν εκκρεμής αίτηση αναστολής.
2. Η απόφαση κοινοποιείται σε αυτόν που άσκησε την αίτηση αναίρεσης. Ο τελευταίος μπορεί, με αίτησή του που κατατίθεται στη γραμματεία του Δικαστηρίου, εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση, να ζητήσει τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο, συμπληρώνοντας τις τυχόν τυπικές ελλείψεις της αίτησής του (έγγραφο παροχής πληρεξουσιότητας προς τον υπογράφοντα την αίτηση αναίρεσης δικηγόρο, παράβολο) και καταβάλλοντας ως ειδικό επιπλέον παράβολο, εφόσον υπέχει τέτοια υποχρέωση, τριπλάσιο από το κατά περίπτωση προβλεπόμενο. Στην περίπτωση αυτή, η απόφαση που ελήφθη σε συμβούλιο παύει να ισχύει και ο Πρόεδρος εισάγει την υπόθεση για συζήτηση στην Ολομέλεια.
3. Εάν και μετά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο η αίτηση αναίρεσης απορριφθεί, ο διάδικος που την προκάλεσε μπορεί, κατ΄ εκτίμηση του Δικαστηρίου, να καταδικασθεί να καταβάλει στον νικήσαντα διάδικο έως το τριπλάσιο της δικαστικής δαπάνης, η οποία καταλογίζεται με βάση το άρθρο 275 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.
4. Στον δικαστικό σχηματισμό της παραγράφου 1 δεν δύνανται να μετέχουν μέλη της Ολομέλειας τα οποία μετείχαν στη σύνθεση του Τμήματος που εξέδωσε την προσβαλλόμενη με την αίτηση αναίρεσης απόφαση».