1. Μετά το άρθρο 127 του ν. 2717/1999 προστίθεται άρθρο 127 Α με τίτλο « αίτηση επιτάχυνσης – προτίμησης»:
«1.Με αίτηση οποιουδήποτε διαδίκου προς το δικαστήριο στο οποίο εκκρεμεί το ένδικο βοήθημα ή μέσο, μπορεί να ζητηθεί η επιτάχυνση της εκδίκασης της υπόθεσης για τους εξής λόγους:
α) Η υπόθεση δεν έχει συζητηθεί για διάστημα μεγαλύτερο των 30 μηνών από την κατάθεση του εισαγωγικού δικογράφου.
β) Τα ζητήματα τα οποία τίθενται με το ένδικο βοήθημα ή μέσο εμφανίζουν γενικότερο ενδιαφέρον, έχοντας συνέπειες σε ευρύτερο κύκλο προσώπων ή έχουν επιλυθεί με αποφάσεις του ίδιου ή ανώτερου δικαστηρίου
γ) Στο δικαστήριο που υποβάλλεται η αίτηση ,εκκρεμούν υποθέσεις για τα ίδια ακριβώς ζητήματα.
δ) Για όλως εξαιρετικούς λόγους που αφορούν το αιτούν φυσικό ή νομικό πρόσωπο.
2. Αιτήσεις οι οποίες δεν τεκμηριώνονται στη βάση συγκεκριμένων λόγων και στοιχείων απορρίπτονται ως αόριστες.
3. Αίτηση επιτάχυνσης μπορεί να υποβάλει και ο Υπουργός ο οποίος εποπτεύει το νομικό πρόσωπο που είναι διάδικο επικαλούμενος λόγους δημοσίου συμφέροντος οι οποίοι επιβάλλουν την ταχεία εκδίκαση της υπόθεσης.
4. Για την αποδοχή ή την απόρριψη της αιτήσεως αρμόδιος να αποφανθεί είναι ο πρόεδρος του συμβουλίου διεύθυνσης ή ο δικαστής που διευθύνει το δικαστήριο ή ο οριζόμενος απ’ αυτούς δικαστής, εκτιμώντας κυρίως τις ανάγκες και τον φόρτο του δικαστηρίου καθώς και τις τυχόν προηγούμενες καθυστερήσεις στην εκδίκαση της υπόθεσης σε προηγούμενους βαθμούς ή στάδια της διαδικασίας. Εφόσον η αίτηση γίνει δεκτή ,ορίζεται δικάσιμος κατά το δυνατόν σε σύντομο χρόνο.
5. O λόγος του εδαφίου α) της παραγράφου 1 μπορεί να προβληθεί για ένδικα βοηθήματα ή μέσα τα οποία ασκούνται μετά την 16η Σεπτεμβρίου 2012 και εφόσον γίνει δεκτός, η δικάσιμος ορίζεται υποχρεωτικά εντός εξαμήνου από την αποδοχή της αίτησης επιτάχυνσης, εκτός αν ο διάδικος που αιτείται την επιτάχυνση συνέβαλε στην επιμήκυνση της εκκρεμοδικίας. Αναβολή της συζήτησης επιτρέπεται μόνο μία φορά για σπουδαίο λόγο σε δικάσιμο η οποία δεν μπορεί να απέχει πάνω από ένα τρίμηνο από την ορισθείσα με την πράξη επί της αίτησης επιτάχυνσης
6. Για μια πενταετία, η οποία αρχίζει από την 16η Σεπτεμβρίου 2012, ο προσδιορισμός και η συζήτηση των εισαγομένων ενδίκων βοηθημάτων και μέσων εντός τριάντα μηνών από την κατάθεσή τους, δεν μπορεί να υπερβαίνει το 1/3 των υποθέσεων κάθε δικασίμου».
Προφανώς ο νομοθέτης αγνοεί ότι οι δικαστές και οι εναπομείναντες (μετά και την εφαρμογή του νόμου περί εφεδρείας) δικαστικοί υπάλληλοι αδυνατούν πρακτικά να ανταπεξέλθουν στο βάρος των υποχρεώσεών τους και του διαρκώς αυξανόμενου φόρτου εργασίας, οπότε η διάταξη αυτή κατ’ουσίαν καθίσταται ανενεργή πριν καν ψηφισθεί.