Προστίθεται νέο άρθρο 870Α στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ως εξής:
«Άρθρο 870Α
Αν ενώπιον του πολιτικού ή του διαιτητικού δικαστηρίου ανακύπτει ζήτημα κύρους της συμφωνίας διαιτησίας μεταξύ των διαδίκων, το μεταγενεστέρως επιληφθέν δικαστήριο αναστέλλει την εκδίκαση της ενώπιόν του δίκης μέχρι να εκδοθεί απόφαση από το πρώτο επιληφθέν δικαστήριο.».
Σχόλια επί της προτεινόμενης διάταξης:
1. Η προτεινόμενη νέα διάταξη χρήζει περαιτέρω εξειδίκευσης προκειμένου να μην δημιουργηθούν ασάφειες κατά την εφαρμογή της. Καταρχάς πρέπει να οριστεί ρητά πότε ακριβώς ανακύπτει ζήτημα σχετικά με το κύρος της συμφωνίας διαιτησίας. Ενώπιον π.χ. ενός διαιτητικού δικαστηρίου το ζήτημα θα ανακύπτει κατά την πρώτη συζήτηση μετά τη συγκρότηση του διαιτητικού δικαστηρίου, οπότε και τα διάδικα μέρη οφείλουν να προβάλλουν τη σχετικό ισχυρισμό δια ενστάσεως. Αντίστοιχα ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων το ζήτημα θα ανακύπτει κατά τη συζήτηση της αγωγής, οπότε και το δικαστήριο θα διαπιστώνει ότι δια των προτάσεων, που έχουν κατατεθεί, το διάδικο μέρος επικαλείται ζήτημα για το κύρος της συμφωνίας διαιτησίας. Τα εν λόγω ζητήματα πρέπει να οριστούν ρητά ώστε να μην δημιουργείται αμφιβολία επ’ αυτών.
2. Επίσης, πρέπει να εξειδικευτεί περαιτέρω ο όρος «διαδίκων». Απαιτείται ταυτότητα διαδίκων για την αναστολή προόδου της δεύτερης εκκρεμούς δίκης, άλλως δεν νοείται η πρόβλεψη της προτεινόμενης διάταξης.
Προτεινόμενη τροποποίηση-προσθήκη: Αν ενώπιον του πολιτικού ή του διαιτητικού δικαστηρίου ανακύπτει ζήτημα κύρους της συμφωνίας διαιτησίας μεταξύ των ίδιων διαδίκων, το μεταγενεστέρως επιληφθέν δικαστήριο αναστέλλει την εκδίκαση της ενώπιόν του δίκης μέχρι να εκδοθεί απόφαση από το πρώτο επιληφθέν δικαστήριο.».
Αντιλαμβάνομαι πλήρως πως υπό το ισχύον παρ’ ημίν σύστημα του δυϊσμού στο ημεδαπό δίκαιο διαιτησίας, οι διατάξεις εσωτερικής διαιτησίας του ΚΠολΔ και διεθνούς εμπορικής διαιτησίας του ν. 2735/1999 είναι διακριτές από πολλές απόψεις. Ωστόσο, δέον να επισημανθεί πως διαιτητικό δικαστήριο με έδρα την Αθήνα και lex arbitri τον ν. 2735/1999 δύναται, βάσει αρ. 8, παρ. 2, να συνεχίσει ή να αρχίσει διαιτητική διαδικασία ενώπιον του, παρά την εκκρεμοδικία στα πολιτικά δικαστήρια αναφορικά με το κύρος της διαιτητικής συμφωνίας. Την ίδια δυνατότητα, βάσει του προτεινόμενου 870Α ΚΠολΔ, δεν θα έχει διαιτητικό δικαστήριο με έδρα την Αθήνα και lex arbitri τα αρ. 867 επ. ΚΠολΔ. Η λύση του ν. 2735/1999 προκρίνεται ως ορθή δεδομένου πως α) πραγματώνει την θεμελιώδη αρχή της kompetenz – kompetenz, β) αποτρέπει παρελκυστικές τακτικές των διαδίκων (π.χ. άσκηση προδήλως απαράδεκτης ή αβάσιμης αναγνωριστικής της ακυρότητας της διαιτητικής ρήτρας αγωγής, ώστε μέχρι την τελεσιδικία [η άσκηση ενδίκων μέσων αναβιώνει την εκκρεμοδικία] ο έτερος διάδικος να μην μπορεί να προσφύγει σε διαιτητικό δικαστήριο) και γ) ενισχύει την διαιτησία ως θεσμό. Εξάλλου, σε κάθε περίπτωση και στην εσωτερική διαιτησία, το κύρος της συμφωνίας υπαγωγής της διαφοράς σε διαιτησία υπόκειται, κατόπιν ασκήσεως της σχετικής αγωγής ακυρώσεως, στον έλεγχο των πολιτικών δικαστηρίων.
Κατά την άποψη μου, υπάρχει πράγματι κίνδυνος έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων από την παράλληλη κίνηση των δύο διαδικασιών. Πλην όμως, ορθότερο θα ήταν να καταλείπεται στη διακριτική ευχέρεια του πολιτικού δικαστή και του διαιτητή αν θα αναστείλει την ενώπιον του διαδικασία ή όχι. Οι διαιτητές και οι δικαστές είναι νομικοί με πείρα και υπάρχει μεγάλη πιθανότητα αν πράγματι διαβλέψουν το κίνδυνο να εκδοθούν αντιφατικές αποφάσεις να αναστείλουν ιδία βούληση. Δεν υπάρχει όμως λόγος να καθυστερήσει η επίλυση της διαφοράς, όταν αμφότεροι καταφάσκουν το κύρος της διαιτητικής ρήτρας, απλώς και μόνο λόγω της 870Α ΚΠολΔ. Και σε κάθε περίπτωση αν εκδοθούν αντιφατικές αποφάσεις, υπάρχει δυνατότητα άρσης της μεταξύ τους αντίφασης.