Στην παρ. 1 του άρθρου 308 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προστίθεται δεύτερο εδάφιο και το άρθρο 308 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 308
- Το δικαστήριο εκδίδει οριστική απόφαση, αν κρίνει πως η υπόθεση είναι ώριμη γι’ αυτό. Συμφωνία των διαδίκων για μη έκδοση απόφασης μετά τη συζήτηση δεν παράγει έννομες συνέπειες.
- Σε περίπτωση που σωρεύονται αγωγές ή που συνεκδικάζονται υποθέσεις, το δικαστήριο μπορεί, είτε να εκδώσει οριστική απόφαση για τις ώριμες υποθέσεις, είτε να αναβάλει να αποφασίσει οριστικά, εωσότου γίνουν όλες ώριμες, αν το κρίνει σκόπιμο για την καλύτερη διάγνωση της διαφοράς.».
Σχόλια επί της προτεινόμενης διάταξης:
1. Στην παράγραφο 1 της προτεινόμενης διάταξης πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι σύμφωνα με την αρχή της ελευθερίας διάθεσης του αντικειμένου της δίκης, οι διάδικοι μπορούν να μην επιθυμούν την έκδοση απόφασης. Επίσης, συναφείς είναι οι διατάξεις για το συμβιβασμό (άρθρο 293 ΚΠολΔ – οι διάδικοι σε κάθε στάση της δίκης μπορούν να συμβιβάζονται) και την παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής (294-295 ΚΠολΔ – παραίτηση εκ μέρους του ενάγοντα, η οποία, αν δεν προβάλλει αντίρρηση ο εναγόμενος, μπορεί να συντελεσθεί οποτεδήποτε). Επομένως, η νέα πρόβλεψη ότι η συμφωνία των διαδίκων για μη έκδοση απόφασης μετά τη συζήτηση δεν παράγει έννομες συνέπειες δεν συνάδει με το γενικότερο χαρακτήρα της πολιτικής δίκης και την αρχή της ελευθερίας της διάθεσης του αντικειμένου της δίκης. Επομένως, ευκταίο είναι να μην τροποποιηθεί η εν λόγω διάταξη.
Μέχρι σήμερα η κοινή δήλωση των διαδίκων της δίκης, που εμφανίσθηκαν νομότυπα κατά τη συζήτηση, η οποία γίνεται μετά τη συζήτηση, να μην εκδοθεί απόφαση για την υπόθεση, ενείχε δήλωση παραιτήσεώς τους από την επίσπευση της συζητήσεως και ανακλήσεως της παραστάσεώς τους, η οποία από απόψεως των συνεπειών της θεωρείτο ότι δεν έγινε με αποτέλεσμα η συζήτηση της υποθέσεως να ματαιώνεται αναδρομικά
Ως γνωστόν η πολιτική δίκη διέπεται από την αρχή της διάθεσης του αντικειμένου της από τους διαδίκους, οι οποίοι και αποφασίζουν πόση και ποια αλήθεια θα διαγνωστεί με την απόφαση. Συνεπώς, είναι ακατανόητο γιατί πρέπει να αποκλειστεί η περίπτωση οι διάδικοι, μετά τη συζήτηση, να μην επιθυμούν την έκδοση απόφασης. Δηλαδή, ο δικαστής θα πρέπει να ασχοληθεί με μία υπόθεση για την οποία πλέον οι διάδικοι δεν επιθυμούν την έκδοση απόφασης, ενώ την ίδια στιγμή θα μπορούσε να αφιερώσει το χρόνο του σε άλλη δικογραφία. Έτσι όμως, επέρχεται επιμήκυνση του χρόνου έκδοσης αποφάσεων, με την ενασχόληση του δικαστή με υποθέσεις για τις οποίες οι διάδικοι δεν έχουν πλέον κανένα ενδιαφέρον.
http://dikastis.blogspot.com/2021/08/blog-post_27.html