1. Η κατάρτιση των εκπαιδευομένων κατανέμεται σε δύο (2) διαδοχικά στάδια, παρέχεται ξεχωριστά για κάθε μία κατεύθυνση και διαρκεί δεκαέξι (16) μήνες. Αρχίζει την 1η Φεβρουαρίου του έτους εγγραφής στη Σχολή και περατώνεται την 31η Μαΐου του επόμενου έτους. Ειδικά οι σπουδαστές που έχουν επιλέξει κατά την εγγραφή τους να διοριστούν σε θέσεις δοκίμων εισηγητών του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας αυτού, έχουν κοινή εκπαίδευση και παρακολουθούν τα ίδια μαθήματα με τους σπουδαστές που έχουν επιλέξει να διοριστούν σε θέσεις δοκίμων δικαστικών λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Η κοινή εκπαίδευση διαρκεί από την 1η Φεβρουαρίου μέχρι την 30η Ιουνίου του έτους εγγραφής. Στη συνέχεια, από την 1η Ιουλίου μέχρι την 31η Οκτωβρίου, η Διοικητική Κατεύθυνση χωρίζεται σε δύο (2) τμήματα. Στο ένα εντάσσονται οι σπουδαστές που έχουν επιλέξει να διοριστούν σε θέσεις δοκίμων εισηγητών του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας αυτού, στο άλλο δε εντάσσονται οι σπουδαστές που έχουν επιλέξει να διοριστούν σε θέσεις δοκίμων δικαστικών λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Ομοίως, κοινή εκπαίδευση για το ίδιο χρονικό διάστημα, ήτοι για το διάστημα από την 1η Φεβρουαρίου μέχρι την 30ή Ιουνίου, έχουν και οι σπουδαστές των κατευθύνσεων Πολιτικής – Ποινικής Δικαιοσύνης και Ειρηνοδικών. Στη συνέχεια, από την 1η Ιουλίου μέχρι την 31 Οκτωβρίου, οι παραπάνω δύο (2) κατευθύνσεις χωρίζονται και οι σπουδαστές τους καταρτίζονται πλέον στα ειδικά, ανά κατεύθυνση, γνωστικά αντικείμενα. Η κατάρτιση στη Σχολή διακόπτεται κατά τον μήνα Αύγουστο, την 3η, 26η και 28η Οκτωβρίου, τη 17η Νοεμβρίου, από την 24η Δεκεμβρίου έως και τη 2α Ιανουαρίου, την 6η Ιανουαρίου, την Καθαρά Δευτέρα, την 25η Μαρτίου, από τη Μεγάλη Πέμπτη έως και τη Δευτέρα του Πάσχα, την 1η Μαΐου και του Αγίου Πνεύματος.
2. Οι εκπαιδευόμενοι κατά την έναρξη της κατάρτισης δίνουν σε ειδική τελετή ενώπιον των διευθυντικών στελεχών της Σχολής τον ακόλουθο θρησκευτικό όρκο: «Ορκίζομαι να εκπληρώνω ευσυνείδητα τα καθήκοντά μου και να απέχω από κάθε ενέργεια που αντίκειται στην ιδιότητα και το ήθος του υποψήφιου δικαστικού λειτουργού» ή τον ακόλουθο πολιτικό όρκο: «Δηλώνω στην τιμή και τη συνείδησή μου να εκπληρώνω ευσυνείδητα τα καθήκοντά μου και να απέχω από κάθε ενέργεια που αντίκειται στην ιδιότητα και το ήθος του υποψήφιου δικαστικού λειτουργού».
3. Σε κάθε εκπαιδευόμενο μετά από την ορκωμοσία, χορηγείται δελτίο υπηρεσιακής ταυτότητας, το οποίο υπογράφεται από τον Γενικό Διευθυντή.