1. Η Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών, για την αντιμετώπιση των εκπαιδευτικών, επιμορφωτικών και λειτουργικών αναγκών της, έχει τακτικούς και έκτακτους πόρους.
2. α) Τακτικοί πόροι είναι:
αα) Η ετήσια κρατική επιχορήγηση από τον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Δικαιοσύνης, στον οποίο εγγράφεται με ιδιαίτερο κωδικό αριθμό με τίτλο «Επιχορήγηση Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών»,
αβ) η επιχορήγηση από τον προϋπολογισμό δημοσίων επενδύσεων,
αγ) οι πρόσοδοι από την περιουσία της και έσοδα από τη διάθεση εκδόσεων και δημοσιευμάτων, καθώς και από την παροχή υπηρεσιών σε τρίτους έναντι αμοιβής.
Β) Έκτακτοι πόροι είναι:
βα) Οι χρηματοδοτήσεις από το Ταμείο Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων, για την κάλυψη δαπανών:
i) κατασκευής, συντήρησης και επισκευής κτιριακών εγκαταστάσεων,
ii) προμήθειας, εγκατάστασης και συντήρησης του πάσης φύσεως εξοπλισμού, που είναι απαραίτητος για τη λειτουργία της και
iii) διαμόρφωσης και συντήρησης του περιβάλλοντος χώρου.
ββ) Οι επιχορηγήσεις, δωρεές, κληρονομίες, κληροδοσίες και κάθε είδους εισφορές νομικών ή φυσικών προσώπων, ημεδαπών ή αλλοδαπών,
βγ) οι χρηματοδοτήσεις από το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Μεταρρύθμιση Δημόσιου Τομέα» του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου και από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας,
βδ) επιχορηγήσεις για τα πάσης φύσεως εκπαιδευτικά ή επιμορφωτικά προγράμματα που διεξάγει.
3. Η οικονομική διαχείριση της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών ασκείται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4270/2014 (Α΄ 143) με τον τρόπο και τα όργανα που καθορίζει ειδικός κανονισμός, ο οποίος καταρτίζεται, ύστερα από πρόταση του Διευθυντή Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων, από το Διοικητικό Συμβούλιο και κυρώνεται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης.
4. Ο ετήσιος προϋπολογισμός της Σχολής και οι τροποποιήσεις του υιοθετούνται από το Διοικητικό της Συμβούλιο, ύστερα από πρόταση του Διευθυντή Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων και σύμφωνη γνώμη του Γενικού Διευθυντή, και εγκρίνονται από τον Υπουργό Δικαιοσύνης. Ο ετήσιος ισολογισμός και απολογισμός της συντάσσονται με τη λήξη του λογιστικού έτους και συνοδεύονται από έκθεση του Διευθυντή Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων, με τη σύμφωνη γνώμη του Γενικού Διευθυντή. Ο ισολογισμός και ο απολογισμός υιοθετούνται από το Διοικητικό Συμβούλιο της Σχολής και εγκρίνονται από τον Υπουργό Δικαιοσύνης.
5. Το λογιστικό και οικονομικό έτος της Σχολής ταυτίζεται με το ημερολογιακό έτος και συγκεκριμένα διαρκεί από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου εκάστου έτους.