ΜΕΡΟΣ Α΄ ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ Άρθρο 1 Σκοπός

Σκοπός του παρόντος είναι η βελτίωση της ποιότητας και της ταχύτητας απονομής της δικαιοσύνης μέσω της μεταρρύθμισης του τρόπου επιλογής, κατάρτισης και επιμόρφωσης των δικαστικών υπαλλήλων.

  • 15 Νοεμβρίου 2022, 11:21 | ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΣΧΟΣ

    Η δημιουργία της Σχολής Δικαστικών Υπαλλήλων δεν είναι τίποτε άλλο από τη σύσταση μιας διεύθυνσης της ΕΣΔΙ για την επιμόρφωση και κατάρτιση νεοπροσλαμβανόμενων δικαστικών υπαλλήλων.
    Δημιουργούνται ενστάσεις γιατί δεν αντιμετωπίζονται με σαφήνεια ζητήματα τρόπου πρόσληψης, προγράμματος επιμόρφωσης και κατάρτισης νεοπροσλαμβανόμενων και ήδη υπηρετούντων.
    Υπάρχει αδυναμία εφαρμογής επιμόρφωσης των υπηρετούντων υπαλλήλων λόγω της τεράστιας έλλειψης προσωπικού. Το γεγονός αυτό τριβή και αντιπαλότητες θα δημιουργήσει μεταξύ των υπαλλήλων εις βάρος της λειτουργίας των υπηρεσιών. Αν λάβουμε υπόψη μια πιθανή αυξημένη μοριοδότηση που και στον πρόσφατα ψηφισθέντα Κώδικα Δικαστικών Υπαλλήλων προάγεται, οι αντιπαραθέσεις και οι ανταγωνισμοί θα είναι ατέλειωτες.
    Η δημιουργία υπαλλήλων «δύο ταχυτήτων» πρέπει οπωσδήποτε να αποτραπεί.
    Η παράκαμψη του ΑΣΕΠ για τις προσλήψεις δεν διασφαλίζει ούτε την διαφάνεια ούτε την αμεσότητα στις προσλήψεις. Είναι αποδεδειγμένη και αδιαμφισβήτητη λειτουργία του ΑΣΕΠ και δεν πρέπει εύκολα να παρακάμπτεται. Η αποτυχία πρόσληψης υπαλλήλων από τους τελευταίους διαγωνισμούς 1Κ & 8Κ του 2017 δεν οφείλεται στον ΑΣΕΠ αλλά στην έλλειψη ενδιαφέροντος των επιτυχόντων να έλθουν σε ένα κλάδο με εξαθλιωμένες θεσμικές και οικονομικές συνθήκες.
    Η θεσμική θωράκιση των δικαστικών υπαλλήλων παράλληλα με την βελτίωση των αποδοχών τους περνά μόνο μέσα από την ανεξαρτησία της Γραμματείας και την εφαρμογή και στους δικαστικούς υπαλλήλους κανόνων που σε όλη τη Δημόσια διοίκηση ισχύουν.
    Η δήθεν ιδιαιτερότητα των δικαστικών υπαλλήλων αναφέρεται μόνο στην δομή των υπηρεσιακών συμβουλίων όπου την πλειοψηφία βέβαια αποτελούν οι δικαστικοί λειτουργοί.
    Είναι θεμιτή μια τέτοια ιδιαιτερότητα που το μόνο που παράγει είναι μία αυστηρά μονόπλευρη σχέση εξάρτησης και ελέγχου των δικαστικών υπαλλήλων από τους δικαστικούς λειτουργούς σε θέματα που αφορούν την υπηρεσιακή τους κατάσταση και την διοικητική δομή της Γραμματείας των Δικαστηρίων;
    Οι ίδιοι οι δικαστικοί υπάλληλοι είναι άραγε έτοιμοι να αναλάβουν τις τύχες στα χέρια τους;
    Η Δικαιοσύνη γενικότερα μόνο κέρδος έχει από έναν Γραμματέα, υπεύθυνο, ελεύθερο και ανεξάρτητο, που ξέρει, γνωρίζει και έχει διάθεση να προσφέρει και εδώ και χρόνια κάτω από αντίξοες συνθήκες, το πράττει.
    Πέρα λοιπόν από οτιδήποτε άλλο πρέπει μέσα και από αυτό το σχέδιο νόμου να προταχθούν και να θωρακιστούν με κάθε τρόπο η θεσμική και υπηρεσιακή ταυτότητα των δικαστικών υπαλλήλων που πάντως μέσα από τον ασφυκτικό κατά κάποιο τρόπο έλεγχο των δικαστικών λειτουργών δεν προάγεται.
    Επομένως:
    – Προσλήψεις μόνο μέσα από ένα αναβαθμισμένο και δεόντως στελεχωμένο ΑΣΕΠ.
    – Αποτροπή δημιουργίας δικαστικών υπαλλήλων «δύο ταχυτήτων».
    – Εξ αποστάσεως επιμόρφωση και των ήδη υπηρετούντων.
    -Ενιαία μοριοδότηση επιμόρφωσης και σεμιναρίων νεοπροσλαμβανόμενων και ήδη υπηρετούντων υπαλλήλων, που πάντως πρέπει να μειωθεί σε σχέση με τα τυπικά προσόντα και στον Κώδικα Δικαστικών υπαλλήλων.
    -Η βελτίωση των συνθηκών εργασίας και η οικονομική αναβάθμιση θα αποτελέσουν μοναδικό κριτήριο προσέλευσης νέων υπαλλήλων, για να μην επαναληφθεί ποτέ το μοναδικό φαινόμενο σε όλη τη δημόσια διοίκηση, της άρνησης αποδοχής διορισμού νέων συναδέλφων!

    ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΣΧΟΣ
    Δικαστικός Υπάλληλος Πρωτοδικείου Αθηνών

  • 14 Νοεμβρίου 2022, 20:18 | Αλκμήνη Παλαιολόγου

    Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι το αντικείμενο του δικαστικού υπαλλήλου είναι εξειδικευμένο. Ο δικαστικός υπάλληλων του κλάδου των ΠΕ Γραμματέων να διαθέτουν πτυχία τμημάτων Νομικής και μόνο. Επίσης το Υπουργείο Δικαιοσύνης θα μπορούσε να προβλέψει εκμεταλλευόμενο το ήδη υπάρχον πρόγραμμα πρακτικής άσκησης αποφοίτων Νομικών σχολών που πραγματοποιείται στα δικαστήρια όλης της Ελλάδας μέσω ΕΣΠΑ και ουσιαστικά οι ασκούμενοι υποβοηθούν το έργο των δικαστικών υπαλλήλων καλύπτοντας τα οργανικά κενά των υπηρεσιών, μετά από θετική εισήγηση του αρμόδιου διοικητικού οργάνου του εκάστοτε δικαστηρίου αλλά και μετά από την σχετική αίτηση των ασκουμένων, να συμμετάσχουν στη διαδικασία κατάρτισης τους μετά από εξετάσεις για να εισαχθούν στη νέα Σχολή κατάρτισης δικαστικών υπαλλήλων. Με αυτό τον τρόπο θα υπάρξει και ένα ικανοποιητικό υπόβαθρο εκπαιδευτικό αλλά και υπηρεσιακό για τους υποψήφιους δικαστικούς υπαλλήλους.

  • 13 Νοεμβρίου 2022, 22:40 | Τάσος Σταυρουλάκης

    Θα πρέπει να γίνουν στο ν/σ αλλαγές που θα καθιστούν τους όρους επιλογής υποψηφίων και λειτουργίας της Σχολής λιγότερο ευνοϊκούς για τη συνεχιζόμενη υποστελέχωση περιφερειακών και δη κατώτερων δικαστηρίων. Οι αλλαγές που προτείνονται συνίστανται στα εξής:

    1.Η επιλογή των υποψηφίων θα πρέπει να γίνεται για συγκεκριμένο δικαστήριο.
    2.Η εκπαίδευση θα πρέπει να γίνεται εξ αποστάσεως.
    3.Η πρακτική άσκηση θα πρέπει να γίνεται στο δικαστήριο για το οποίο έχει εξαρχής επιλεγεί για να υπηρετήσει ο/η υποψήφιος/α.
    4.Η πρακτική άσκηση θα πρέπει να γίνεται παράλληλα (και όχι διαδοχικά) με τη θεωρητική κατάρτιση.

    Αν η επιλογή των εκπαιδευομένων δεν γίνει από την αρχή για συγκεκριμένη θέση, μπορεί μεταξύ όσων επελέγησαν να μην βρίσκονται ενδιαφερόμενοι/ες για περιφερειακά και δη κατώτερα δικαστήρια. Αν στο τέλος διοριστούν σε αυτά, θα κάνουν υπομονή δύο χρόνια και στη συνέχεια θα πάρουν μετάθεση. Θα πρέπει η διάρκεια της υποχρεωτικής υπηρέτησης στην υπηρεσία διορισμού να αυξηθεί από δύο (2) σε επτά (7) έτη, με δυνατότητα μόνο αμοιβαίας μετάθεσης μετά τα δύο έτη και μόνο με υπάλληλο με υπηρεσιακή ηλικία μικρότερη των δεκαπέντε (15) ετών.

    Εξάλλου, τα προγράμματα σπουδών θα είναι εξειδικευμένα ανάλογα με τη θέση που πρόκειται να πληρώσει ο/η υπάλληλος. Δεν υπάρχει λόγος να καταρτίζονται σε θέματα ποινικής δικονομίας όσοι/ες επελέγησαν να υπηρετήσουν σε Ειρηνοδικεία, που είναι πολιτικά δικαστήρια.

    Προκειμένου να μην αποθαρρύνονται στο να θέσουν υποψηφιότητα ενδιαφερόμενοι/ες από την περιφέρεια, μπορεί η εκπαίδευση να γίνεται εξ αποστάσεως. H πολύτιμη εμπειρία του ΕΑΠ και, στη διάρκεια της πανδημίας, όλων των άλλων ανωτάτων ιδρυμάτων, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη. Η φυσική παρουσία μπορεί να απαιτείται (όπως στις σπουδές στο ΕΑΠ) σε ομαδικές συμβουλευτικές συναντήσεις και στις τελικές εξετάσεις. Όταν σήμερα προετοιμάζεται η διεξαγωγή ηλεκτρονικών δικών, μοιάζει εξωπραγματικό να απαιτείται φυσική παρουσία συνολικά για τη φοίτηση στα προγράμματα κατάρτισης υποψηφίων δικαστικών υπαλλήλων.

    Η πρακτική άσκηση θα πρέπει γίνεται στην υπηρεσία για την οποία έχει εξαρχής επιλεγεί ο/η καταρτιζόμενος/η και να γίνεται παράλληλα με τη θεωρητική κατάρτιση. Έτσι, η θεωρητική κατάρτιση και η πρακτική άσκηση δεν θα είναι αποκομμένες, κάτι το οποίο θα επιτρέπει ανατροφοδοτήσεις μεταξύ των δύο (παράλληλων) σταδίων, ενώ θα επιτυγχάνεται ομαλή ένταξη των εκπαιδευομένων στις θέσεις για τις οποίες προορίζονται.

  • 5 Νοεμβρίου 2022, 18:35 | ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΠΑΞΕΒΑΝΗΣ

    Η δημιουργία για πρώτη φορά Εθνικής Σχολής Δικαστικών Υπαλλήλων αποτελεί μια σημαντική θεσμική εξέλιξη που έρχεται να επιβεβαιώσει στην πράξη πως οι δικαστικοί υπάλληλοι αποτελούν ξεχωριστή κατηγορία κρατικών υπαλλήλων με ιδιαίτερη συνταγματική κατοχύρωση και έναν από τους πιο σημαντικούς παράγοντες της ταχείας και αποτελεσματικής απονομής της Δικαιοσύνης. Η ένταξη της Σχολής στο πλαίσιο λειτουργίας της Εθνικής Σχολής Δικαστών, η οποία και θα παρέχει την αρχική εκπαίδευση και την πρακτική άσκηση των μελλοντικών δικαστικών υπαλλήλων καθώς και τη διαρκή επιμόρφωση των υπηρετούντων δικαστικών υπαλλήλων, επιβεβαιώνει τα ανωτέρω.

    Η ευέλικτη διαδικασία πρόσληψης των δικαστικών υπαλλήλων μέσω της Σχολής, απαλλαγμένη από τις διαδικαστικές αγκυλώσεις του ΑΣΕΠ, από Επιτροπή Διαγωνισμού απαρτιζόμενη από ανώτατους και ανώτερους δικαστές, προϊσταμένους γραμματειών μεγάλων δικαστηρίων και μέλη ΔΕΠ, έρχεται να αντιμετωπίσει όχι μόνο την ανάγκη για ταχύτερη στελέχωση των δικαστηρίων από δικαστικούς υπαλλήλους, αλλά και με όρους διαφάνειας και αδιάβλητου της διαδικασίας. Για να έχει βέβαια συνέχεια το εγχείρημα αποτελεί αυτονόητη προϋπόθεση η σταθερή σε ετήσια βάση προκήρυξη διαγωνισμού με γενναίους αριθμούς προσλήψεων, προκειμένου να καλύπτονται όχι μόνο τα κενά του προηγούμενου έτους αλλά και τα ήδη συσσωρευμένα κενά, ιδίως εν όψει και τις συνταξιοδότησης μεγάλου αριθμού συναδέλφων.

    Η εισαγωγική εκπαίδευση, η πρακτική άσκηση των μελλοντικών δικαστικών υπαλλήλων και η διαρκής επιμόρφωσης των υπηρετούντων δικαστικών υπαλλήλων έρχεται να διασφαλίσει ότι το δικαιοδοτικό μας σύστημα θα διαθέτει επαρκή αριθμό καταρτισμένων και αποτελεσματικών δικαστικών υπαλλήλων. ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ: 1) Σε ό,τι αφορά την αρχική εκπαίδευση, προτείνεται η θεωρητική εκπαίδευση να είναι δίμηνη και η πρακτική τετράμηνη. 2) Σε ό,τι αφορά τόσο το στάδιο του διαγωνισμού όσο και τη διαρκή επιμόρφωση προτείνεται αυτή να περιλαμβάνει και να δίνει ιδιαίτερη έμφαση, μεταξύ άλλων, στο ευρωπαϊκό και διεθνές δίκαιο, καθώς ο δικαστικός υπάλληλος καλείται να εκπαιδευτεί και πολύ περισσότερο να λειτουργήσει μέσα σε ένα διεθνοποιημένο και ευρωπαϊκά ενοποιημένο σύστημα δικαιοσύνης. 3) Για τους ήδη υπηρετούντες δικαστικούς υπαλλήλους προτείνεται η παρακολούθηση, για όσους το επιθυμούν, ανάλογου εκπαιδευτικού προγράμματος, το οποίο μάλιστα να διεξαχθεί απογευματινές ώρες (για να διευκολυνθούν οι συνάδελφοι και ταυτόχρονα να μην επιβαρυνθούν οι υπηρεσίες) ώστε να αποκτούν με τη σειρά τους το προνόμιο ολοκλήρωσης σπουδών όμοιο με εκείνο των συναδέλφων που αποφοίτησαν από τη σχολή. Σκοπός της πρότασης είναι η αποφυγή δημιουργίας υπαλλήλων δύο ταχυτήτων. Σχετική πρόταση έχει υποβάλει η συνάδελφος Μαρία Καρυπίδου υπάλληλος του Πταισματοδικείου Βέροιας, η οποία συμμετείχε ως μέλος της ειδικής νομοπαρασκευαστικής επιτροπής για την ΕΣΔΥπ., 4) Δημιουργία εγχειριδίου γνώσης στο πλαίσιο λειτουργίας της Σχολής διαθέσιμο στο σύνολο των δικαστικών υπαλλήλων, μελλοντικών και ήδη υπηρετούντων, με σκοπό τη δημιουργία γνώσης, την ανάπτυξη, τον διαμοιρασμό και την αξιοποίηση αυτής, 5) Σχετικά με το Διδακτικό Προσωπικό και συγκεκριμένα τη δυνατότητα κατάρτισης και επιμόρφωσης, μεταξύ άλλων, και από εν ενεργεία δικαστικούς υπαλλήλους με τουλάχιστον δέκα (10) έτη παραμονής στην υπηρεσία, όπως αυτή τη στιγμή προβλέπεται στο άρθρο 10 «Προσαρμογή εκπαιδευτικού προσωπικού στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών – Τροποποίηση άρθρου 49 ν. 4871/2021 σημείο ηα», προτείνεται η αντικατάσταση του ως εξής: και από «εν ενεργεία δικαστικούς υπαλλήλους με τουλάχιστον πέντε (5) έτη παραμονής στην υπηρεσία λαμβάνοντας υπόψη την κατοχή μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων σπουδών με αντικείμενο συναφές με τα καθήκοντα των δικαστικών υπαλλήλων».

    Προκειμένου να καταστεί ελκυστική η Σχολή σε νέους υπαλλήλους, η ίδρυση και λειτουργία της θα πρέπει να συνοδεύεται από ένα σύνολο μέτρων και πρωτοβουλιών για την γενναία οικονομική ενίσχυση των δικαστικών υπαλλήλων. Η καταβολή του Bonus σε όλους τους δικαστικούς υπαλλήλους με χρόνο έναρξης καταβολής εντός του 2023 και η καταβολή των υπερωριών σε σταθερή πλέον βάση κ με αυξημένο κονδύλι εξασφαλισμένο για το 2023, σύμφωνα με τις δεσμεύσεις του Υπουργού, αποτελούν ένα πρώτο μεγάλο βήμα. Ωστόσο, μένουν πολλά ακόμα κλαδικά αιτήματα σε εκκρεμότητα, με σημαντικότερο όλων το επίδομα ειδικών συνθηκών. Η ίδρυση της Σχολής αποτελεί μια ενισχυμένη θεσμικά βάση για τη διεκδίκησή του.

    Τελειώνοντας θα ήθελα να ευχαριστήσω και να συγχαρώ από καρδιάς τους συναδέλφους – μέλη της ειδικής νομοπαρασκευαστικής επιτροπής για την ΕΣΔΥπ για την εξαιρετική δουλειά τους. Με Eνότητα και Συνεργασία μπορούμε να πετύχουμε πολλά!!!

    Με εκτίμηση,
    Χρήστος Μπαξεβάνης
    Δικαστικός Υπάλληλος στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης

  • 3 Νοεμβρίου 2022, 18:50 | Ταλαίπωρος

    Ξεκάθαρη προσπάθεια εξαπάτησης.

    Το υπουργείο Δικαιοσύνης αρνείται να καταλάβει ότι δεν φταίει ο ΤΡΟΠΟΣ διορισμού των υπαλλήλων (ΑΣΕΠ) που οι μισές θέσεις δικαστικών υπαλλήλων είναι κενές και ακόμα καλούνται οι επιλαχόντες των επιλαχόντων (γιατί οι μισοί διοριστέοι αρνήθηκαν τον διορισμό ή δεν ενημέρωσαν καν ότι αρνούνται) των προκηρύξεων του 2017 σε βαθμό που έχει ξεφτιλιστεί πια η έννοια διοριστέου και επιλαχόντα.

    Δεν φταίει ο ΤΡΟΠΟΣ, φταίει ο ΜΙΣΘΟΣ κύριοι.
    Αυτά είναι τα αποτελέσματα του ενιαίου μισθολογίου.

    Το οποίο υποτίθεται οτι θα διόρθωνε τις «αδικίες» των «ειδικών μισθολογίων» και των «ειδικών λογαριασμών» εξομοιώνοντας όλους τους δημοσίους υπαλλήλους (ναι «δημόσιοι υπάλληλοι» – το «δικαστικός υπάλληλος» το θυμούνται μόνο όταν τους συμφέρει) ανεξαρτήτως υπουργείου και ισοπεδώνοντας τους στο ίδιο επίπεδο.

    Δημιούργησε όμως νέες αδικίες δημιουργώντας δύο νέες κατηγορίες υπαλλήλων : ΤΑ ΚΟΡΟΙΔΑ και τους άλλους . . . . .
    Γιαυτό δεν παρουσιάζονται οι διοριστέοι. . . . Γιαυτό ακόμα και παραιτούνται μετα τον διορισμό και φεύγουν ΤΡΕΧΟΝΤΑΣ. . . .
    Γιατί κανένας τελικά δεν είναι τόσο ΚΟΡΟΙΔΟ, που να μην καταλάβει οτι υπάρχουν και άλλες υπηρεσίες στο δημόσιο, οπου με τον ίδιο μισθό θα έχει πολύ καλύτερες συνθήκες εργασίας και θα γυρίζει σπίτι του στην ώρα του και με κρύο το κεφάλι του.

    Προσπαθείτε λοιπόν με φερετζέ την «Σχολή δικαστικών υπαλλήλων», αναμφίβολα χρήσιμη θεωρητικά, ουσιαστικά να ντύσετε και να ωραιοποιήσετε την κατάσταση στα δικαστήρια με ένα glam που είναι ψεύτικο. Ισως παρασυρθούν οι πρώτες μία-δύο σειρές. Μετά θα καταλάβουν και αυτοί τι συμβαίνει, το «μυστικό» θα βγει στην αγορά και η σχολή θα ψάχνει υποψηφίους οπως το ΑΣΕΠ σήμερα τους διοριστέους.

    Αυτά για όσους πιθανόν παρασυρθούν από το όνομα και πιστέψουν ότι λόγω της
    σχολής η εργασία στα δικαστήρια είναι «κάτι» (που είναι) και αυτό το «κάτι» θα βρεί αντανάκλαση στον μισθό τους.

    CAVEAT EMPTOR