- Το διαιτητικό δικαστήριο έχει την εξουσία να δεχθεί να συμμετέχει στη διαιτητική διαδικασία πρόσωπο, το οποίο δεσμεύεται από τη συμφωνία διαιτησίας, είτε ως ενάγων ή εναγόμενος είτε ως προσθέτως παρεμβαίνων με έννομο συμφέρον στην επίλυση της αρχικής διαφοράς. Σε περίπτωση που ο αρχικός εναγόμενος προβάλλει αγωγικό αίτημα κατά τρίτου προσώπου, οφείλει να το πράξει με την απάντησή του επί της προσφυγής στη διαιτησία, κατά την παρ. 2 του άρθρου 29. Σε κάθε άλλη περίπτωση, απαιτείται αυτοτελές αίτημα. Από τον χρόνο που το αίτημα γίνει δεκτό, οι νέοι διάδικοι έχουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των αρχικών διαδίκων.
- Μετά από αίτημα διαδίκου, το διαιτητικό δικαστήριο έχει την εξουσία να συνενώσει ενώπιόν του και να συνεκδικάσει άλλη διαφορά που εκκρεμεί μεταξύ των διαδίκων ενώπιον των ιδίων διαιτητών ή, με ρητή συμφωνία των μερών, και ενώπιον άλλου διαιτητικού δικαστηρίου. Το διαιτητικό δικαστήριο έχει επίσης την εξουσία να περατώσει τη διαιτητική διαδικασία αν η διαφορά συνενωθεί ενώπιον αυτού ή άλλου διαιτητικού δικαστηρίου, εκδίδοντας πράξη κατά την παρ. 2 του άρθρου 41.
- Το διαιτητικό δικαστήριο αποφαίνεται με απόφαση επί των αιτημάτων κατά τις παρ. 1 και 2, αφού έχει ζητήσει από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να τοποθετηθούν. Λαμβάνει δε υπόψη όλες τις περιστάσεις, ιδίως το στάδιο της διαδικασίας και τη σκοπιμότητα της ενιαίας κρίσης επί των σχετικών διαφορών.
- Το παρόν ισχύει με την επιφύλαξη διαφορετικής συμφωνίας των μερών.