1. Το πρώτο δεκαήμερο κάθε μήνα για τις Δ.Π.Κ. του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 18 και μέχρι το τέλος Μαΐου κάθε έτους για τις ετήσιες Δ.Π.Κ., ο αρμόδιος φορέας ή τα όργανα διοίκησης του φορέα στον οποίο υπάγονται ή από τον οποίο εποπτεύονται οι υπόχρεοι ετήσιας Δ.Π.Κ., υποχρεούται να καταχωρίσει ηλεκτρονικά, μέσω της ενιαίας διαδικτυακής εφαρμογής, και να οριστικοποιήσει την κατάσταση των υπόχρεων προσώπων, συμπεριλαμβανομένων των συζύγων τους, των εν διαστάσει συζύγων τους ή των προσώπων με τα οποία έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης όπως ορίζεται στο άρθρο 1 του ν. 4356/2015 (Α’ 181). Για τον σκοπό αυτό, οι ανωτέρω φορείς ή όργανα ενημερώνουν τα υπόχρεα πρόσωπα για την υποχρέωσή τους προς υποβολή Δ.Π.Κ. μέχρι το τέλος Ιουλίου κάθε έτους και οι υπόχρεοι γνωστοποιούν στον αρμόδιο φορέα ή τα όργανα διοίκησης του φορέα στον οποίο υπάγονται ή από τον οποίο εποπτεύονται τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (ΑΦΜ) τους, καθώς και αυτόν των συζύγων τους, των εν διαστάσει συζύγων τους ή των προσώπων με τα οποία έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης. Η κατάσταση περιλαμβάνει υπόχρεους που απέκτησαν, κατέχουν ή απώλεσαν την ιδιότητα του υπόχρεου στην προηγούμενη χρήση ή στις τρεις (3) προηγούμενες χρήσεις για τους υπόχρεους του άρθρου 4, της περ. α’ του άρθρου 6 και της περ. α’ της παρ. 1 του άρθρου 8. Η μη ύπαρξη υπόχρεων δηλώνεται ηλεκτρονικά με την οριστικοποίηση μηδενικής κατάστασης από πιστοποιημένο χρήστη του φορέα. Ειδικώς όσον αφορά στην ανάρτηση των καταστάσεων του πρώτου εδαφίου που αφορούν στους υπόχρεους της περ. α’ του άρθρου 6, αρμόδιος φορέας ορίζεται το Υπουργείο Εσωτερικών. Η Επιτροπή Ελέγχου του άρθρου 25 μπορεί να ζητά από οποιαδήποτε υπηρεσία, φορέα ή νομικό ή φυσικό πρόσωπο που διαθέτει στοιχεία για πρόσωπα που υπάγονται στις περιπτώσεις του παρόντος Κεφαλαίου, κατάσταση των οικείων προσώπων.
2. Αμφισβητήσεις αποκλειστικά και μόνο ως προς την ιδιότητα του υπόχρεου επιλύονται με πράξη της Επιτροπής Ελέγχου, η οποία εκδίδεται εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από την υποβολή της αίτησης του ενδιαφερομένου ή των οργάνων που είναι αρμόδια να υποβάλουν την κατάσταση υπόχρεων κατά την παρ. 1.
1. Η υποχρέωση συμπερίληψης στην κατάσταση υπόχρεων υποβολής Δ.Π.Κ. και των στοιχείων των συζύγων τους, των εν διαστάσει συζύγων τους ή των προσώπων με τα οποία έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, είναι μαθηματικά βέβαιο ότι θα οδηγήσει σε αδιέξοδο και αδυναμία ολοκλήρωσης της ηλεκτρονικής καταχώρισης της κατάστασης των υπόχρεων, ιδιαίτερα από τους φορείς με μεγάλο αριθμό υπόχρεων. Όπως είναι γνωστό, οι υπηρεσίες προσωπικού των διαφόρων φορέων δεν υποχρεούνται (και δεν χρειάζεται εξάλλου) να ενημερώνουν τους υπηρεσιακούς φακέλους των εργαζομένων τους με στοιχεία συζύγων, εν διαστάσει συζύγων ή προσώπων με τα οποία έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης. Επομένως, η μόνη πηγή συλλογής αυτών των στοιχείων είναι οι ίδιοι οι υπόχρεοι, γεγονός που θα προκαλέσει τα εξής τρία πολύ σοβαρά προβλήματα, ιδιαίτερα σε φορείς που διαχειρίζονται καταστάσεις με εκατοντάδες υπόχρεους:
α) Θα υπεδιπλασιαστεί ο χρόνος εργασίας που απαιτείται για τη συλλογή και επεξεργασία των απαιτούμενων στοιχείων, χρόνος που στην πραγματικότητα δεν υπάρχει διαθέσιμος, δεδομένων των αρμοδιοτήτων και της υποστελέχωσης πολλών φορέων.
β) Θα καθίσταται ανέφικτη η συλλογή του συνόλου των στοιχείων αυτών, καθώς μεγάλο μέρος των υπόχρεων θα ανταποκρίνεται εκπρόθεσμα ή και καθόλου.
γ) Η ορθότητα των στοιχείων που θα δηλώνεται από τους υπόχρεους δεν θα μπορεί να ελεγχθεί από τους φορείς, με αποτέλεσμα τα λάθη να διαπιστώνονται κατά την προσπάθεια καταχώρισης της κατάστασης στο σύστημα και συνεπώς να απαιτείται επιπλέον επικοινωνία με τους υπόχρεους και άρα χρόνος που δεν θα υπάρχει.
2. Ενώ οι φορείς υποχρεούνται να καταχωρούν την κατάσταση υπόχρεων υποβολής της ετήσιας Δ.Π.Κ. μέχρι τα τέλη Μαΐου, φαίνεται ότι δίνεται στους υπόχρεους η δυνατότητα να γνωστοποιούν στο φορέα τους το ΑΦΜ τους και το ΑΦΜ των συζύγων τους, των εν διαστάσει συζύγων τους ή των προσώπων με τα οποία έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης πολύ αργότερα και συγκεκριμένα έως τέλος Ιουλίου. Η ασυμβατότητα αυτή θα οδηγεί σε αδυναμία εμπρόθεσμης συλλογής και καταχώρισης των απαιτούμενων στοιχείων από τους φορείς.
3. Από τα ισχύοντα γνωρίζουμε ότι η απόκτηση μιας νέας ιδιότητας υπόχρεου Δ.Π.Κ. δεν σημαίνει απαραίτητα και υποχρέωση υποβολής αρχικής Δήλωσης. Για παράδειγμα, εάν ένας εργαζόμενος οριστεί από το φορέα του πρόεδρος σε μια επιτροπή διαγωνισμού προμηθειών άνω των 150.000 ευρώ αποκτά ιδιότητα υπόχρεου Δ.Π.Κ. Εάν όμως ο συγκεκριμένος εργαζόμενος υποβάλει ετήσια Δ.Π.Κ. για το προηγούμενο έτος χρήσης ή εάν, νωρίτερα μέσα στο τρέχον έτος, έχει υποβάλει αρχική Δήλωση επειδή ορίστηκε τακτικό μέλος μιας επιτροπής διαγωνισμού έργου άνω των 300.000 ευρώ στο πλαίσιο συνεργασίας του με το φορέα του ή με τρίτο φορέα, τότε δεν χρειάζεται να υποβάλει ξανά αρχική Δήλωση. Από αυτό συνεπάγεται ότι η μηνιαία καταχώριση υπόχρεων υποβολής αρχικής Δ.Π.Κ. από τους φορείς, μπορεί να οδηγήσει σε εξαναγκασμό των υπόχρεων να υποβάλουν ξανά και ξανά αρχικές δηλώσεις, αφού οι φορείς πρακτικά δεν μπορούν να ελέγξουν απόλυτα την υποχρέωση ή μη του κάθε υπόχρεου για υποβολή αρχικής δήλωσης.
4. Σε κάθε περίπτωση τα στοιχεία των συζύγων των υπόχρεων μπορούν να αντλούνται ταχύτερα και με μεγαλύτερη αξιοπιστία μέσω της διαλειτουργικότητας των συστημάτων της ΑΑΔΕ και γενικά του κρατικού μηχανισμού διακυβέρνησης.
Σημείο 1
Η φράση «1. Το πρώτο δεκαήμερο κάθε μήνα για τις Δ.Π.Κ. του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 18 και μέχρι το τέλος Μαΐου κάθε έτους για τις ετήσιες Δ.Π.Κ. ,…». Να γίνει «1. Το πρώτο δεκαήμερο κάθε μήνα για τις αρχικές Δ.Π.Κ. και μέχρι το τέλος Μαΐου κάθε έτους για τις ετήσιες Δ.Π.Κ. ,…». Παντού αλλού αναφέρεστε σε «αρχικές ΔΠΚ», «ετήσιες ΔΠΚ» και «ΔΠΚ» (είτε αρχικές είτε ετήσιες). Θα εξυπηρετούσε να κάνετε και εδώ χρήση αυτής της ενιαίας ορολογίας.
Σημείο 2
* Πιστεύω ότι πρέπει ο φορέας να ενημερώνει τη διαδικτυακή εφαρμογή ΠΟΘΕΝ ταυτόχρονα δε και τον υπόχρεο, τόσο για τις ετήσιες ΔΠΚ, >>>όσο και για τις αρχικές ΔΠΚ<<< (εντός δεκαημέρου από την έκδοσή τους, διαφορετικά στο πρώτο δεκαήμερο κάθε μήνα), ώστε σε κάθε περίπτωση ο υπόχρεος, να είναι έγκαιρα ενήμερος για την κρίση της Διοίκησης και να έχει το χρονικό περιθώριο του τριμήνου για την εμπρόθεσμη υποβολή της ΔΠΚ.
* Η διαδικτυακή εφαρμογή ΠΟΘΕΝ πρέπει, βάσει των ανωτέρω ενημερώσεων των φορέων, να καλεί άμεσα μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου τους υπόχρεους προς υποβολή ΔΠΚ. (το πράττει σήμερα για τις ετήσιες, δυστυχώς όμως όχι για τις αρχικές).
* Η ενημέρωση του υπαλλήλου περί της υποχρέωσης υποβολής ΔΠΚ πρέπει να είναι εκ μέρους της Διοίκησης (τόσο των φορέων όσο και της υπηρεσίας συλλογής και ελέγχων ΔΠΚ) ρητή, σαφής, μη αμφισβητήσιμη. Ο υπόχρεος πρέπει να ασχολείται μόνο με τη συμπλήρωση της ΔΠΚ του και όχι με την πολλές φορές αμφισβητούμενη ερμηνεία των σχετικών διατάξεων.
Σημείο 3
Η διαδικτυακή εφαρμογή ΠΟΘΕΝ μπορεί εύκολα να αποκτήσει τη δυνατότητα και πρέπει να υποστηρίξει την κλήση των υπόχρεων προς υποβολή ΔΠΚ και μετά το τέλος της θητείας τους για όσα χρόνια ορίζει ο νόμος.
1) Να προβλεφθεί διαδικασία τροποποίησης των καταστάσεων των υπόχρεων.
2) Να διευκρινιστεί αν οι θανόντες πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στην κατάσταση των υπόχρεων.
3) Να διευκρινιστεί αν οι υπόχρεοι που βρίσκονται σε άδεια άνευ αποδοχών, λοχείας κλπ και δεν παράσχουν υπηρεσία καθόλη τη διάρκεια ενός έτους πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στην κατάσταση των υπόχρεων.
4) Να διευκρινιστεί ποιος ελέγχει τη διαδιακασία γνωστοποίησης εκ μέρους των υπόχρεων των στοιχείων των συζύγων τους και ποιες ποινές επιβάλλονται σε περίπτωση άρνησης γνωστοποίησης των εν λόγω στοιχείων.
Σχόλιο στο πρώτο εδάφιο της πρώτης περιόδου της παραγράφου 1 του άρθρου 17: Προβλέπεται η υποχρέωση των αρμόδιων φορέων για την ηλεκτρονική καταχώριση κατάστασης των υπόχρεων που υποβάλλουν αρχική ΔΠΚ το πρώτο δεκαήμερο κάθε μήνα. Για την τήρηση των χρονικών προθεσμιών του νόμου, προτείνουμε να διευκρινιστεί ειδικότερα: α) το χρονικό περιθώριο ηλεκτρονικής καταχώρισης για τις αρχικές ΔΠΚ και β) το χρονικό διάστημα εντός του έτους κατά το οποίο θα είναι σε λειτουργία η εφαρμογή για την υποβολή των καταστάσεων των αρχικών δηλώσεων.
Σχόλιο στην δεύτερη περίοδο της παραγράφου 1:
Προβλέπεται ότι οι αρμόδιοι φορείς ενημερώνουν τα υπόχρεα πρόσωπα για την υποχρέωση τους προς υποβολή ΔΠΚ μέχρι το τέλος Ιουλίου κάθε έτους και οι υπόχρεοι γνωστοποιούν στον αρμόδιο φορέα το ΑΦΜ τους και το ΑΦΜ των συζύγων τους. Ωστόσο, η ενημέρωση των υπόχρεων από τους αρμόδιους φορείς, εφόσον οι τελευταίοι θα πρέπει να έχουν υποβάλλει και οριστικοποιήσει τις καταστάσεις των υπόχρεων έως το τέλος Μαΐου, προφανώς θα πρέπει να έχει γίνει σε χρόνο πρωθύστερο από το τέλος Μαΐου. Περαιτέρω, στο άρθρο 18 ορίζεται ότι η ΔΠΚ υποβάλλεται τρείς μήνες μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος και όχι έως το τέλος Ιουλίου. Στο άνω πλαίσιο, η αναφορά για ενημέρωση των υπόχρεων αναφορικά με την υποχρέωση υποβολής ΔΠΚ έως το τέλος Ιουλίου κάθε έτους δημιουργεί ανασφάλεια σε σχέση με το χρόνο υποβολής ΔΠΚ και προτείνουμε να διαγραφεί.
Σχόλιο στην τέταρτη περίοδο του άρθρου 1:
Προβλέπεται η υποχρέωση ηλεκτρονικής δήλωσης της μη ύπαρξης υπόχρεων προσώπων με την οριστικοποίηση μηδενικής κατάστασης από τον αρμόδιο φορέα. Η εν λόγω πρόβλεψη, που είναι και σήμερα σε ισχύ (ν. 3213/2003), έχει δημιουργήσει ζητήματα ως προς το χρονικό διάστημα ισχύος της δήλωσης μηδενικής κατάστασης. Προτείνεται να καθοριστεί συγκεκριμένο χρονικό διάστημα για τις δηλώσεις μηδενικής κατάστασης.
Στο άνω πλαίσιο, προτείνουμε να τροποποιηθεί η παράγραφος 1 του άρθρου 17 ως εξής:
«1. Το πρώτο δεκαήμερο του επόμενου μήνα από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής για τις Δ.Π.Κ. του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 18 και μέχρι το τέλος Μαΐου κάθε έτους για τις ετήσιες Δ.Π.Κ., ο αρμόδιος φορέας …………… όπως ορίζεται στο άρθρο 1 του ν. 4356/2015 (Α’ 181). Διευκρινίζεται ότι η ηλεκτρονική εφαρμογή για την καταχώριση καταστάσεων των υπόχρεων από τους αρμόδιους φορείς θα είναι σε λειτουργία το πρώτο δεκαήμερο κάθε μήνα και καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Για τον σκοπό αυτό, έως το τέλος Απριλίου κάθε έτους, οι ανωτέρω φορείς ή όργανα ενημερώνουν τα υπόχρεα πρόσωπα για την υποχρέωσή τους προς υποβολή Δ.Π.Κ. σύμφωνα με τα όσα ορίζονται στο άρθρο 18 και οι υπόχρεοι υποχρεούνται να γνωστοποιούν ….. τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (ΑΦΜ) τους, καθώς και αυτόν των συζύγων τους, των εν διαστάσει συζύγων τους ή των προσώπων με τα οποία έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης. ………..».
Σχόλιο στην δεύτερη περίοδο της παραγράφου 1 του άρθρου 17:
Προβλέπεται ότι οι αρμόδιοι φορείς ενημερώνουν τα υπόχρεα πρόσωπα για την υποχρέωσή τους προς υποβολή ΔΠΚ μέχρι το τέλος Ιουλίου κάθε έτους και οι υπόχρεοι γνωστοποιούν στον αρμόδιο φορέα το ΑΦΜ τους και το ΑΦΜ των συζύγων τους. Ωστόσο, η ενημέρωση των υπόχρεων από τους αρμόδιους φορείς, εφόσον οι τελευταίοι θα πρέπει να έχουν υποβάλει και οριστικοποιήσει τις καταστάσεις των υπόχρεων έως το τέλος Μαΐου, προφανώς θα πρέπει να έχει γίνει σε χρόνο πρωθύστερο από το τέλος Μαΐου. Περαιτέρω, στο άρθρο 18 ορίζεται ότι η ΔΠΚ υποβάλλεται τρείς μήνες μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος και όχι έως το τέλος Ιουλίου. Στο άνω πλαίσιο, η αναφορά για ενημέρωση των υπόχρεων αναφορικά με την υποχρέωση υποβολής ΔΠΚ έως το τέλος Ιουλίου κάθε έτους δημιουργεί ανασφάλεια σε σχέση με το χρόνο υποβολής ΔΠΚ και προτείνουμε να διαγραφεί.
Σχόλιο στο πρώτο εδάφιο της πρώτης περιόδου της παραγράφου 1 του άρθρου 17: Προβλέπεται η υποχρέωση των αρμόδιων φορέων για την ηλεκτρονική καταχώριση κατάστασης των υπόχρεων που υποβάλλουν αρχική ΔΠΚ το πρώτο δεκαήμερο κάθε μήνα. Για την τήρηση των χρονικών προθεσμιών του νόμου, προτείνουμε να διευκρινιστεί ειδικότερα: α) το χρονικό περιθώριο ηλεκτρονικής καταχώρισης για τις αρχικές ΔΠΚ, και β) το χρονικό διάστημα εντός του έτους κατά το οποίο θα είναι σε λειτουργία η εφαρμογή για την υποβολή των καταστάσεων των αρχικών δηλώσεων.
Εν έτει 2023 που η διασύνδεση των διαφόρων ηλεκτρονικών αρχείων και εφαρμογών έχει απλοποιηθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό, είναι ορθότερο και χρησιμότερο τα ΑΦΜ των συζύγων να αντλούνται απευθείας και αυτοματοποιημένα από την ΑΑΔΕ, τα ληξιαρχεία, κ.λ.π. Είναι τεράστια η αύξηση του διοικητικού βάρους και επισφαλής η διαδικασία καταχώρησης από τους φορείς καταχώρισης καταστάσεων υπόχρεων. Στο τέλος θα καταλήξουν οι υπεύθυνοι σύνταξης καταστάσεων να ζητούν κάθε χρόνο από τον κάθε υπόχρεο ατομική υπεύθυνη δήλωση των στοιχείων του/της συζύγου και ότι δεν έχει τροποποιηθεί η οικογενειακή του κατάσταση. Τεράστιος γραφειοκρατικός όγκος.
Η νομοθετική πρωτοβουλία του Υπουργείου Δικαιοσύνης αντί να επιλύει και να διευκολύνει την διαδικασία του ελέγχου δημιουργεί περαιτέρω προβλήματα και υποχρεώσεις που αδυνατούμε να υποστηρίξουμε λόγω έλλειψης προσωπικού.
Όλοι οι υπάλληλοι που έχουν επιφορτιστεί με τη σύνταξη των καταλόγων υπόχρεων έχουν και άλλα επιπλέον καθήκοντα και δεν είναι δυνατό να καταχωρούν κάθε πρώτο δεκαήμερο κάθε μήνα για τις Δ.Π.Κ. του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 18 και μέχρι το τέλος Μαΐου κάθε έτους για τις ετήσιες Δ.Π.Κ., ηλεκτρονικά, μέσω της ενιαίας διαδικτυακής εφαρμογής, και να οριστικοποιούν την κατάσταση των υπόχρεων προσώπων, συμπεριλαμβανομένων των συζύγων τους, των εν διαστάσει συζύγων τους ή των προσώπων με τα οποία έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης όπως ορίζεται στο άρθρο 1 του ν. 4356/2015 (Α’ 181).
Αντί αυτού θα ήταν προτιμότερο να καταργηθεί η σύνταξη των καταλόγων και να καταστούν όλοι οι υπόχρεοι δημόσιοι υπάλληλοι ατομικά υπεύθυνοι για την υποβολή της δήλωσης πόθεν έσχες. Θα μπορούσε η ανεξάρτητη αρχή να προβεί στον έλεγχο του πόθεν με μία απλή εξουσιοδότηση μεταφοράς των στοιχείων που απαιτούνται από το ΤΑΧΙΣ αφού όλα τα στοιχεία των υπόχρεων δηλώνονται στην φορολογική δήλωσή τους (Ε1, Ε2,…Ε9) (στο Ε1 εμφανίζονται ακόμη και οι τόκοι καταθέσεων άρα θα μπορούσαν να εμφανιστούν και οι τραπεζικές καταθέσεις).
Θεωρώ ότι η όλη διαδικασία δεν εξυπηρετεί τόσο τους βραχυπρόθεσμους όσο και τους μακροπρόθεσμους στόχους της αξιολογούμενης ρύθμισης. Είναι περιττή και επιβαρύνει το έργο των υπευθύνων σύνταξης των σχετικών πινάκων των υπόχρεων εφόσον οι σύζυγοι, οι εν διαστάσει σύζυγοι ή τα πρόσωπα που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης υποβάλλουν υποχρεωτικά κοινή φορολογική δήλωση. Γιατί θα πρέπει οι υπάλληλοι να ασχοληθούν και με αυτό. Είναι απαράδεκτο και όχι μόνο δεν απλουστεύει την διαδικασία η οποία ήδη είναι χρονοβόρα την κάνει δυσκολότερη. Γιατί δεν αντλούν στοιχεία απευθείας από την ΑΑΔΕ;
Αφού στην εφαρμογή θα καταχωρούνται τα στοιχεία κάποιου που αποκτά μία ιδιότητα ως υπόχρεου αρχικής δήλωσης, δεν υπάρχει λόγος να επαναλαμβάνεται ουσιαστικά η καταχώρηση για την υποχρέωση ετήσιας δήλωσης. Θεωρώ πως είναι επαρκές ο φορέας να ενημερώνει την εφαρμογή πάλι όταν ο υπόχρεος χάνει την ιδιότητά του. Έτσι δεν απαιτούνται αναρτήσεις συνολικών ετήσιων καταστάσεων από τους φορείς, με τεράστιο κέρδος σε εξοικονόμηση χρόνου.
Όσο για τους συζύγους η εφαρμογή μπορεί να αντλεί στοιχεία αυτόματα από την ΑΑΔΕ, τόσο για τους ήδη έγγαμους, όσο και για τους ήδη υπόχρεους που τελούν γάμο. Σε κάθε περίπτωση τα στοιχεία συζύγου θα μπορεί να καταχωρεί στην εφαρμογή και ο ίδιος ο υπόχρεος.
1. Θεωρώ ότι η όλη διαδικασία δεν εξυπηρετεί τόσο τους βραχυπρόθεσμους όσο και τους μακροπρόθεσμους στόχους της αξιολογούμενης ρύθμισης. Είναι περιττή και επιβαρύνει το έργο των υπευθύνων σύνταξης των σχετικών πινάκων των υπόχρεων εφόσον οι σύζυγοι, οι εν διαστάσει σύζυγοι ή τα πρόσωπα που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης υποβάλλουν υποχρεωτικά κοινή φορολογική δήλωση. Γιατί θα πρέπει οι υπάλληλοι να ασχοληθούν και με αυτό. Είναι απαράδεκτο και όχι μόνο δεν απλουστεύει την διαδικασία η οποία ήδη είναι χρονοβόρα την κάνει δυσκολότερη. Γιατί δεν αντλούν στοιχεία απευθείας από την ΑΑΔΕ;
2.Πάλι γίνεται διάκριση κατά των υπαλλήλων των ΟΤΑ. Ενώ σε όλο το Δημόσιο Φορέα οι πίνακες των υπόχρεων περιλαμβάνουν αυτούς που απέκτησαν , κατέχουν ή απώλεσαν την ιδιότητα του υπόχρεου στην προηγούμενη χρήση στους υπαλλήλους ΟΤΑ υπάγονται οι κάτοχοι των ως άνω ιδιοτήτων των τριών προηγούμενων χρήσεων.
3. Υπάρχουν όντως οι αντιφάσεις των άρθρων 17 και 18 και δεν γίνεται μνεία για τα ΝΠΔΔ που εποπτεύονται από τους ΟΤΑ. Θα ακολουθήσουμε τις διατάξεις που αφορούν στους ΟΤΑ ή θα αξιολογηθούν ως ΝΠΔΔ δηλαδή με διατάξεις που διέπουν τον Δημόσιο Τομέα.
4.Θα πρέπει όμως να σταματήσουν αυτές οι διακρίσεις μεταξύ υπαλλήλων ΟΤΑ και υπαλλήλων του Δημοσίου Φορέα και να αξιολογούνται επί ίσοις όροις.
Τα ΑΦΜ συζύγων δεν μπορούν να ελεγχθούν από την εκάστοτε Υπηρεσία. Μόνο των ιδίων των Υπόχρεων μπορούν. Στην διαδικασία καταχώρησης εάν θα υπάρχει λάθος ΑΦΜ θα είναι αργά για περαιτέρω επιβεβαίωση.
Εφόσον ενημερώνονται οι Υπόχρεοι ενυπογράφως για την υποχρέωση αρχικής δήλωσης 90 ημερών γιατί πρέπει να απασχολείται η Υπηρεσία ως προς την καταχώρηση των Ονοματεπωνυμων αρχικής Δήλωσης κάθε μήνα;
1. Άρθρο 17 παρ. 1 εδ. β’: » Για τον σκοπό αυτό, οι ανωτέρω φορείς ή όργανα ενημερώνουν τα υπόχρεα πρόσωπα για την υποχρέωσή τους προς υποβολή Δ.Π.Κ. μέχρι το τέλος Ιουλίου κάθε έτους και οι υπόχρεοι γνωστοποιούν στον αρμόδιο φορέα ή τα όργανα διοίκησης του φορέα στον οποίο υπάγονται ή από τον οποίο εποπτεύονται τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (ΑΦΜ) τους, καθώς και αυτόν των συζύγων τους, των εν διαστάσει συζύγων τους ή των προσώπων με τα οποία έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης.»
Η διαδικασία που περιγράφεται είναι ασαφής και θα δημιουργήσει πολλά προβλήματα.
1ον. Η ενημέρωση μέχρι τέλους Ιουλίου αφορά προφανώς τις ετήσιες δηλώσεις. Δεν αναφέρεται όμως μέχρι πότε θα γίνεται η ενημέρωση υποχρέων αρχικής δήλωσης.
2ον. Από τη διατύπωση προκύπτει ότι οι υπόχρεοι γνωστοποιούν το ΑΦΜ συζύγου μετά την ενημέρωση του Ιουλίου. Όμως οι καταστάσεις αναρτώνται μέχρι τέλος Μαΐου. Υφίσταται λοιπόν λογική ανακολουθία.
2. Άρθρο 17 παρ. 1 εδ. γ’:»Η κατάσταση περιλαμβάνει υπόχρεους που απέκτησαν, κατέχουν ή απώλεσαν την ιδιότητα του υπόχρεου στην προηγούμενη χρήση…»
Όμως το άρθρο 18 προβλέπει ότι η δήλωση υποβάλλεται και μέχρι δύο έτη μετά την απώλεια της ιδιότητας. Επομένως για να συμβαδίσουν αυτά τα δύο πρέπει η κατάσταση υποχρέων αυτούς που απώλεσαν την ιδιότητά τους στις δύο προηγούμενες χρήσεις.