1. Στην παρ. 1 του άρθρου 204 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α’ 97) προστίθεται τέταρτο εδάφιο και το άρθρο 204 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 204
Κύρια Διαδικασία
1. Η εκδίκαση της αίτησης αναστολής γίνεται σε συμβούλιο, δεν καλούνται δε σε αυτήν οι διάδικοι. Το Δικαστήριο πάντως μπορεί να τους καλέσει και να τους ακούσει. Η ακρόαση αυτή μπορεί να λάβει χώρα και κατ’ ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 6 έως 9 του άρθρου 133. Στην περίπτωση αυτή, εφόσον γίνει δεκτό σχετικό αίτημα, ο προγραμματισμός για τον χρόνο διενέργειας της τηλεακρόασης γίνεται με επιμέλεια της αρμόδιας γραμματείας του δικαστηρίου, αφού ενημερωθούν όλοι οι διάδικοι με κάθε πρόσφορο μέσο.
2. Αν η πράξη αφορά σε τρίτο που έχει δικαίωμα να ασκήσει Πρόσθετη Παρέμβαση κατά τη δίκη της αντίστοιχης προσφυγής, αυτός μπορεί με υπόμνημα που κατατίθεται το αργότερο εντός της Προθεσμίας της παραγράφου 3 του προηγούμενου άρθρου να εκθέσει τις απόψεις του, έστω και αν δεν έχει ασκήσει Παρέμβαση.
3. Ο πρόεδρος του δικαστηρίου ή του οικείου τμήματος ή ο οριζόμενος από αυτούς δικαστής μπορεί, εφόσον υποβληθεί σχετικό αίτημα με την αίτηση αναστολής ή αυτοτελώς μετά την κατάθεση της, να εκδώσει προσωρινή διαταγή αναστολής εκτέλεσης, η οποία καταχωρίζεται κάτω από την αίτηση. Αποφαίνεται δε το ταχύτερο δυνατόν μετά την αποστολή του αποδεικτικού επίδοσης, με τη φροντίδα του αιτούντος, της αίτησης αναστολής που περιέχει το σχετικό αίτημα ή της αίτησης αναστολής και της αυτοτελούς αίτησης, καθώς και της προσφυγής με την πράξη ορισμού δικασίμου που τυχόν ορίσθηκε, στη Διοίκηση, η οποία μπορεί να διατυπώσει τις απόψεις της μέσα σε δύο (2) εργάσιμες ημέρες από την επίδοση. Σε εξαιρετικά επείγουσες Περιπτώσεις, αποφαίνεται χωρίς τις πιο πάνω επιδόσεις, οι οποίες, σε περίπτωση εκδόσεως προσωρινής διαταγής, γίνονται από τον αιτούντα αμέσως. Σε διαφορετική περίπτωση η προσωρινή διαταγή ανακαλείται κατά τη διάταξη του επόμενου εδαφίου. Η προσωρινή διαταγή ισχύει έως την έκδοση της Απόφασης για την αίτηση αναστολής, μπορεί δε να ανακληθεί, ακόμη και αυτεπαγγέλτως, από τον πρόεδρο ή τον δικαστή που ορίσθηκε, καθώς και από το αρμόδιο για την αναστολή δικαστήριο. Η αίτηση ανακλήσεως προσωρινής διαταγής επιδίδεται στον αιτούντα, ο οποίος μπορεί να διατυπώσει τις απόψεις του μέσα σε δύο (2) εργάσιμες ημέρες από την επίδοση. Η επίδοση στον αιτούντα παραλείπεται σε εξαιρετικά επείγουσες Περιπτώσεις. Στις φορολογικές και τελωνειακές εν γένει διαφορές, η πάροδος χρονικού διαστήματος ενενήντα (90) ημερών από τη χορήγηση της προσωρινής διαταγής, χωρίς να έχει εισαχθεί προς κρίση η αίτηση αναστολής, καθιστά υποχρεωτική την αυτεπάγγελτη επάνοδο του αρμόδιου δικαστή, προκειμένου να κριθεί αν συντρέχει λόγος δημόσιου συμφέροντος που επιβάλλει την ανάκληση της προσωρινής διαταγής.».
2. Στο δεύτερο εδάφιο της περ. η της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 702/1977 (Α΄ 268) διαγράφεται η φράση «η απόφαση διεξαγωγής τηλεακρόασης κοινοποιείται με επιμέλεια του αιτούντος τρεις πλήρεις ημέρες πριν από την ακρόαση.» και τίθεται «, εφόσον γίνει δεκτό σχετικό αίτημα, ο προγραμματισμός για τον χρόνο διενέργειας της τηλεακρόασης γίνεται με επιμέλεια της αρμόδιας γραμματείας του δικαστηρίου, αφού ενημερωθούν όλοι οι διάδικοι με κάθε πρόσφορο μέσο.» και το άρθρο 4 διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Ενώπιον των διοικητικών εφετείων, δικαζόντων κατά τον παρόντα νόμον επί αιτήσεων ακυρώσεως, εφαρμόζονται αναλόγως αι αφορώσαι εις το ένδικον τούτο μέσον διατάξεις του Ν.Δ. 170/1973 «περί του Συμβουλίου της Επικρατείας», ως εκάστοτε ισχύουν με τας ακολούθους τροποποιήσεις:
α) Όπου εν αυταίς αναφέρεται το Συμβούλιον της Επικρατείας, ο Πρόεδρος, τα μέλη ή η Γραμματεία αυτού νοείται το οικείον διοικητικόν εφετείον, ο Προέδρος αυτού, οι εφέται και η Γραμματεία αυτού.
β) Στα διοικητικά εφετεία όπου υπηρετούν περισσότεροι από ένας πρόεδροι, ο προϊστάμενος του διοικητικού εφετείου κατανέμει τις υποθέσεις μεταξύ των τμημάτων. Ο πρόεδρος του τμήματος με πράξη του ορίζει για κάθε υπόθεση εισηγητή έναν από τους εφέτες του τμήματός του καθώς και τη δικάσιμο που σημειώνεται στο πινάκιο και παραγγέλλει την ανακοίνωση της δικογραφίας στον εισηγητη. Ο πρόεδρος του τμήματος μπορεί οποτεδήποτε, αν κωλύεται ο εισηγητής που ορίστηκε, να τον αντικαταστήσει με άλλον και προφορικώς.
γ) Με εντολή του προέδρου του τμήματος, αντίγραφο του δικογράφου του ένδικου μέσου με μνεία της χρονολογίας κατάθεσης και της πράξης της προηγούμενης περίπτωσης, κοινοποιείται με φροντίδα της γραμματείας του τμήματος, είκοσι τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δικάσιμο, στα πρόσωπα που ορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 21 του ν.δ. 170/1973 (ΦΕΚ 229), όπως ισχύει. Αν συντρέχει κατεπείγουσα περίπτωση, ο πρόεδρος του τμήματος μπορεί να συντέμνει την πιο πάνω προθεσμία.
δ) Η κατά το άρθρον 21 παρ. 2 του Ν.Δ. 170/1973 κοινοποίησις του δικογράφου της αιτήσεως ακυρώσεως και της κατά το άρθρον 52 της παρ. 3 αιτήσεως αναστολής, μετά της πράξεως ορισμού εισηγητού και δικασίμου, γίνεται και προς την εκδούσαν την πράξιν αρχήν.
ε) Κατά την επ` ακροατηρίου συζήτησιν οι ιδιώται διάδικοι παρίστανται διά δικηγόρου παρ` Εφέταις.
στ) Για τη δικαστική δαπάνη εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 275 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.
ζ) Η επίδοση αποφάσεων με επιμέλεια του Δικαστηρίου, όπου αυτή προβλέπεται, γίνεται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.
η) Ως προς τη συζήτηση στο ακροατήριο ή την κατ` εξαίρεση ακρόαση των διαδίκων από το διοικητικό εφετείο σε συμβούλιο εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 6 έως 9 του άρθρου 133 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Στην περίπτωση της ακρόασης από το συμβούλιο, εφόσον γίνει δεκτό σχετικό αίτημα, ο προγραμματισμός για τον χρόνο διενέργειας της τηλεακρόασης γίνεται με επιμέλεια της αρμόδιας γραμματείας του δικαστηρίου, αφού ενημερωθούν όλοι οι διάδικοι με κάθε πρόσφορο μέσο.
2. Η κατά το άρθρον 52 του Ν.Δ. 170/1973 αίτησις περί αναστολής εκτελέσεως της επί ακυρώσει προσβληθείσης πράξεως κρίνεται υπό του διοικητικού εφετείου εν συμβουλίω.».