ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ – ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ Ν. 4620/2019

Άρθρο 49

Αρμόδια δικαστήρια για την εκδίκαση κακουργημάτων – Τροποποίηση άρθρου 7 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 7 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) η περ. ε’ της παρ. 1 διαγράφεται, β) η παρ. 3 τροποποιείται με τη διαγραφή των λέξεων «και το πενταμελές» και την προσθήκη της λέξης «και» μετά τη λέξη «μονομελές» και το άρθρο 7 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 7

Δικαστήρια που δικάζουν τα κακουργήματα

  1. Τα δικαστήρια που δικάζουν τα κακουργήματα συγκροτούνται ως εξής: α) Το μικτό ορκωτό δικαστήριο συγκροτείται από τον πρόεδρο πρωτοδικών ή τον αναπληρωτή του, δύο πρωτοδίκες και τέσσερις ενόρκους, β) Το μικτό ορκωτό εφετείο συγκροτείται από τον πρόεδρο εφετών, δύο εφέτες και τέσσερις ενόρκους, γ) Το μονομελές εφετείο συντίθεται από τον πρόεδρο εφετών ή εφέτη, δ) Το τριμελές εφετείο συντίθεται από τον πρόεδρο εφετών ή τον αναπληρωτή του και από δύο εφέτες.
  2. Το μικτό ορκωτό δικαστήριο συγκροτείται στην έδρα κάθε πρωτοδικείου και το μικτό ορκωτό εφετείο στην έδρα κάθε εφετείου.
  3. Το μονομελές και το τριμελές εφετείο λειτουργούν στην έδρα κάθε εφετείου.
  4. Ο εισαγγελέας των εφετών ή άλλος εισαγγελέας ή αντεισαγγελέας του ίδιου εφετείου ασκεί καθήκοντα εισαγγελέα στο μικτό ορκωτό εφετείο της έδρας του και στα μικτά ορκωτά δικαστήρια της έδρας και της περιφέρειάς του στα οποία και προσδιορίζει τις υποθέσεις. Μπορεί επίσης να αναθέτει σε εισαγγελέα πρωτοδικών να εκτελεί καθήκοντα εισαγγελέα στα μικτά ορκωτά δικαστήρια της έδρας και της περιφέρειάς του. Ο εισαγγελέας πρωτοδικών ο οποίος εκτέλεσε τα ως άνω καθήκοντα μπορεί, αφού προηγουμένως ενημερώσει τον εισαγγελέα εφετών και λάβει από αυτόν γραπτή σύμφωνη γνώμη, να ασκεί έφεση κατά της απόφασης κατά το άρθρο 489.
  5. Καθήκοντα γραμματέα στο μικτό ορκωτό δικαστήριο εκτελεί υπάλληλος της γραμματείας του πρωτοδικείου, ενώ στο μικτό ορκωτό εφετείο υπάλληλος της γραμματείας του εφετείου.».

Άρθρο 50

Ορισμός συμπαρεδρευόντων δικαστών στα Δικαστήρια που δικάζουν τα κακουργήματα – Τροποποίηση άρθρου 8 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 8 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας διαγράφονται οι λέξεις «και έως τρεις, όταν αποτελείται από πέντε δικαστές» και το άρθρο 8 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 8

Ορισμός συμπαρεδρευόντων δικαστών στα Δικαστήρια που δικάζουν τα κακουργήματα.

Αν ο πρόεδρος ή ο πρόεδρος του συμβουλίου που διευθύνει το εφετείο προβλέπει ότι κάποια δίκη θα διαρκέσει πολύ, ορίζει με πράξη του έως δύο συμπαρεδρεύοντες δικαστές, όταν το εφετείο αποτελείται από τρεις δικαστές, για να αναπληρώσουν αυτούς που θα έχουν τυχόν κώλυμα κατά τη διάρκεια της δίκης. Όπου διενεργείται κλήρωση των συνθέσεων, ο ορισμός γίνεται αμέσως μετά την κλήρωση του μεν προέδρου από τον πίνακα των κληρωθέντων αναπληρωματικών προέδρων των δε μελών της σύνθεσης από τον πίνακα των κληρωθέντων αναπληρωματικών δικαστών, κατά τη σειρά της κλήρωσής τους. Σε περίπτωση κωλύματος του προέδρου την προεδρία αναλαμβάνει ο αρχαιότερος μεταξύ αυτών που απομένουν, ανάμεσα στους οποίους περιλαμβάνονται και οι συμπαρεδρεύοντες.».

Άρθρο 51

Σύνθεση εφετείου – Τροποποίηση άρθρου 9 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 9 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας διαγράφεται το δεύτερο εδάφιο και το άρθρο 9 διαμορφώνεται ως εξής

«Άρθρο 9

Εφετείο

Το συμβούλιο των εφετών και το τριμελές εφετείο συντίθεται από τον πρόεδρο εφετών ή τον αναπληρωτή του και από δύο εφέτες.».

Άρθρο 52

Περιεχόμενο και υποβολή της αίτησης εξαίρεσης – Προσθήκη παρ. 5 στο άρθρο 17 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 17 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθεται παρ. 5 ως εξής:

«5. Η αίτηση εξαίρεσης είναι απαράδεκτη αν δεν συνοδεύεται από παράβολο εκατό (100) ευρώ υπέρ του Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.), το οποίο επιστρέφεται αν γίνει αυτή ολικά ή μερικά δεκτή. Εξαιρούνται από την κατάθεση παραβόλου οι δικαιούχοι νομικής βοήθειας, όπως αυτοί προσδιορίζονται στο άρθρο 1 του ν. 3226/2004 (Α’ 24).». 

Άρθρο 53

Προσθήκη του αλλοδαπού δημοσίου στις περιπτώσεις φορολογικών, οικονομικών και συναφών εγκλημάτων – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 35 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 35 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) μετά από τις λέξεις «νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου» διαγράφεται η λέξη «και», β) προστίθενται οι λέξεις «και αλλοδαπού δημοσίου» μετά από τις λέξεις «της Ευρωπαϊκής Ένωσης» και η παρ. 1 του άρθρου 35 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Οι εισαγγελείς οικονομικού εγκλήματος, οι αναπληρωτές τους και οι εισαγγελικοί λειτουργοί που τους συνεπικουρούν, διενεργούν προκαταρκτική εξέταση είτε αυτοπροσώπως είτε παραγγέλλοντας σχετικά τους γενικούς ή ειδικούς ανακριτικούς υπαλλήλους, για τη διακρίβωση τυχόν τέλεσης μείζονος ποινικής απαξίας, κατά την κρίση του Προϊσταμένου του Τμήματος Οικονομικού Εγκλήματος, φορολογικών, οικονομικών και οποιωνδήποτε άλλων συναφών εγκλημάτων, εφόσον αυτά τελούνται σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου, οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αλλοδαπού δημοσίου ή βλάπτουν σοβαρά την εθνική οικονομία. Επίσης, στην αρμοδιότητά τους υπάγονται τα κακουργήματα που τελούν Υπουργοί ή Υφυπουργοί και δεν καταλαμβάνονται από τις ρυθμίσεις της παρ. 1 του άρθρου 86 του Συντάγματος, καθώς και τα κακουργήματα που τελούν, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους ή επωφελούμενοι από την ιδιότητά τους, βουλευτές, μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που εκπροσωπούν την Ελλάδα, γενικοί και ειδικοί γραμματείς της Κυβέρνησης, διοικητές, υποδιοικητές ή πρόεδροι διοικητικών συμβουλίων ή διευθύνοντες σύμβουλοι ή εντεταλμένοι σύμβουλοι νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και αιρετά μονοπρόσωπα όργανα των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, κάθε υπάλληλος κατά την έννοια της περ. α΄ του άρθρου 13 ΠΚ και όσοι υπηρετούν μόνιμα ή πρόσκαιρα και με οποιαδήποτε ιδιότητα ή σχέση: α) σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που ιδρύθηκαν από το Δημόσιο και από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, εφόσον τα ιδρυτικά νομικά πρόσωπα συμμετέχουν στη διοίκησή τους ή τα νομικά αυτά πρόσωπα είναι επιφορτισμένα με εκτέλεση κρατικών προγραμμάτων οικονομικής ανασυγκρότησης ή ανάπτυξης και β) σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, στα οποία, κατά τις κείμενες διατάξεις, μπορούν να διατεθούν από το Δημόσιο και από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου επιχορηγήσεις ή χρηματοδοτήσεις, ακόμη και αν οι υπαίτιοι έχουν παύσει να φέρουν την ιδιότητα αυτήν, εφόσον αυτά σχετίζονται με επιδίωξη οικονομικού οφέλους των ίδιων ή τρίτων ή την πρόκληση βλάβης στο Δημόσιο, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης ή στα ανωτέρω νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου.».

Άρθρο 54

Ποινική δίωξη – Τροποποίηση άρθρου 43 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 43 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στο τέταρτο εδάφιο της παρ. 1 μετά από τις λέξεις «οργάνων ελέγχου της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας» προστίθενται οι λέξεις «ή άλλων ελεγκτικών αρχών», β) στο πρώτο εδάφιο της παρ. 3 μετά από τις λέξεις «θέτει στο αρχείο» διαγράφεται η λέξη «και» και προστίθενται οι λέξεις «με συνοπτικά αιτιολογημένη πράξη του» και μετά από τις λέξεις «εισαγγελέα εφετών,» διαγράφονται οι λέξεις «αναφέρει σε αυτόν τους λόγους για τους οποίους δεν άσκησε ποινική δίωξη», γ) στο πρώτο εδάφιο της παρ. 5 μετά από τις λέξεις «ανύπαρκτο όνομα» προστίθενται οι λέξεις «, ή χωρίς να τηρούνται οι προϋποθέσεις των παρ. 2 και 4 του άρθρου 42,», οι λέξεις «από τον» αντικαθίστανται από τις λέξεις «με πράξη του αρμοδίου» και οι λέξεις «και εφαρμόζονται αναλόγως όσα ορίζονται στην» αντικαθίστανται από τις λέξεις «μη εφαρμοζομένης της» και το άρθρο 43 διαμορφώνεται ως εξής:

 

«Άρθρο 43

Έναρξη ποινικής δίωξης – Τρόποι κίνησης –Αρχειοθέτηση

  1. Ο εισαγγελέας όταν λάβει τη μήνυση ή την αναφορά, κινεί την ποινική δίωξη, παραγγέλλοντας ανάκριση ή εισάγοντας την υπόθεση με απευθείας κλήση του κατηγορουμένου στο ακροατήριο, όπου αυτό προβλέπεται ή διαβιβάζοντας τη δικογραφία στον εισαγγελέα εφετών στην περίπτωση της επόμενης παραγράφου ή υποβάλλοντας αίτηση για την έκδοση ποινικής διαταγής (άρθρο 409). Στα κακουργήματα ή πλημμελήματα αρμοδιότητας τριμελούς πλημμελειοδικείου, καθώς και στα πλημμελήματα αρμοδιότητας τριμελούς εφετείου (άρθρο 111 παρ. 6), κινεί την ποινική δίωξη μόνο εφόσον έχουν ενεργηθεί προκαταρκτική εξέταση ή αυτεπάγγελτη προανάκριση κατά το άρθρο 245 παρ. 2 και προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για την κίνησή της. Η ίδια διαδικασία ακολουθείται και επί ανηλίκων, για πράξεις που αν τις διέπραττε ενήλικος, θα διατασσόταν προκαταρκτική εξέταση. Αν έχει προηγηθεί ένορκη διοικητική εξέταση ή υπάρχει πόρισμα ή έκθεση ελέγχου των οργάνων ελέγχου της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας ή άλλων ελεγκτικών αρχών και προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για να κινηθεί η ποινική δίωξη, μπορεί να μην ενεργηθεί προκαταρκτική εξέταση, εφόσον η ποινική δίωξη που πρόκειται να ασκηθεί αναφέρεται σε πράξεις ίδιες με εκείνες για τις οποίες διενεργήθηκε η Ε.Δ.Ε. ή αναφέρονται στο πόρισμα ή την έκθεση ελέγχου.
  2. Αν διενεργήθηκε προκαταρκτική εξέταση ή αυτεπάγγελτη προανάκριση κατά το άρθρο 245 παρ. 2 ή ένορκη διοικητική εξέταση ή υπάρχει πόρισμα ή έκθεση αρμόδιας κατά τον νόμο για έλεγχο αρχής για πλημμέλημα των προσώπων του άρθρου 111 της παρ. 6, ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών κινεί την ποινική δίωξη διαβιβάζοντας τη δικογραφία στον εισαγγελέα εφετών με σχέδιο κλητηρίου θεσπίσματος. Αν ο εισαγγελέας εφετών κρίνει ότι δεν συντρέχουν επαρκείς ενδείξεις για την εισαγωγή της υπόθεσης στο ακροατήριο με απευθείας κλήση, υποβάλλει σχετική πρόταση στο συμβούλιο εφετών διατηρώντας το δικαίωμα να διατάξει προηγουμένως προανάκριση για τη συμπλήρωση του αποδεικτικού υλικού.
  3. Αν η μήνυση ή η αναφορά δεν στηρίζεται στον νόμο ή είναι προφανώς αβάσιμη στην ουσία της ή ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης, ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών τη θέτει στο αρχείο με συνοπτικά αιτιολογημένη πράξη του, υποβάλλοντας τη δικογραφία στον εισαγγελέα εφετών. Ο τελευταίος, αν δεν συμφωνεί, έχει υποχρέωση να παραγγείλει προκαταρκτική εξέταση αν πρόκειται για κακούργημα ή πλημμέλημα για το οποίο αυτή είναι υποχρεωτική, είτε την άσκηση ποινικής δίωξης στις λοιπές περιπτώσεις προσδιορίζοντας σαφώς τα νομικά χαρακτηριστικά της αξιόποινης πράξης.
  4. Αν έχει διενεργηθεί προκαταρκτική εξέταση ή αυτεπάγγελτη προανάκριση κατά το άρθρο 245 της παρ. 2 ή ένορκη διοικητική εξέταση ή υπάρχει πόρισμα ή έκθεση αρμόδιας κατά τον νόμο για έλεγχο αρχής και ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών κρίνει ότι δεν προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για να κινηθεί η ποινική δίωξη, θέτει την υπόθεση στο αρχείο και, υποβάλλοντας τη δικογραφία στον εισαγγελέα εφετών, αναφέρει σε αυτόν τους λόγους για τους οποίους δεν άσκησε ποινική δίωξη. Ο τελευταίος, αν δεν συμφωνεί, έχει δικαίωμα να παραγγείλει είτε τη συμπλήρωση προκαταρκτικής εξέτασης είτε την άσκηση ποινικής δίωξης, εκθέτοντας στην παραγγελία του συνοπτικά τους λόγους που την δικαιολογούν, προσδιορίζοντας σαφώς τα νομικά χαρακτηριστικά της αξιόποινης πράξης.
  5. Μήνυση ή αναφορά η οποία υποβάλλεται με οποιονδήποτε τρόπο ανωνύμως ή με ανύπαρκτο όνομα, ή χωρίς να τηρούνται οι προϋποθέσεις των παρ. 2 και 4 του άρθρου 42, τίθεται αμέσως στο αρχείο με πράξη του αρμοδίου εισαγγελέα πλημμελειοδικών, μη εφαρμοζομένης της παρ. 3. Όταν συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι που μνημονεύονται ειδικά στην παραγγελία του εισαγγελέα πλημμελειοδικών, διατάσσεται η διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης.
  6. Ο αρμόδιος εισαγγελέας ανασύρει τη δικογραφία από το αρχείο μόνον όταν αναφαίνονται νέα πραγματικά περιστατικά ή στοιχεία ή γίνεται επίκληση αυτών, τα οποία δικαιολογούν κατά την κρίση του την επανεξέταση της υπόθεσης. Στην περίπτωση αυτή καλεί τον μηνυόμενο ή αυτόν σε βάρος του οποίου διενεργήθηκε προκαταρκτική εξέταση για παροχή εξηγήσεων.».

Άρθρο 55

Έγκληση του παθόντος – Τροποποίηση άρθρου 51 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 51 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) μετά από την παρ. 1 προστίθεται παρ. 1Α, β) στην παρ. 2 προστίθεται δεύτερο εδάφιο και το άρθρο 51 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 51

Έγκληση του παθόντος

  1. Αν ο παθών θέλει να ζητήσει τη δίωξη της αξιόποινης πράξης, υποβάλλει την έγκληση σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 42 παρ. 2, 3 και 4.

1Α. Ο εγκαλών κατά την υποβολή της έγκλησης, για τα απολύτως κατ` έγκληση διωκόμενα εγκλήματα, ενώπιον κάθε αρμόδιας αρχής καταθέτει παράβολο ποσού εκατό (100) ευρώ υπέρ του Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.). Το ύψος του ποσού αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης. Αν δεν κατατεθεί παράβολο, η έγκληση απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Εξαιρούνται από την κατάθεση παραβόλου οι δικαιούχοι νομικής βοήθειας, όπως αυτοί προσδιορίζονται στο άρθρο 1 του ν. 3226/2004 (Α’ 24). Δεν απαιτείται κατάθεση παραβόλου για τα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, τα εγκλήματα ενδοοικογενειακής βίας, τα εγκλήματα ρατσιστικών διακρίσεων (άρθρo 82Α ΠΚ) και τα εγκλήματα παραβιάσεων της ίσης μεταχείρισης. Για αξιόποινες πράξεις που τελούνται σε βάρος δημοσίων οργάνων και υπαλλήλων κατά την άσκηση των καθηκόντων που έχουν ανατεθεί σε αυτούς, ο παθών υποβάλλει την έγκληση ατελώς και χωρίς την κατάθεση παραβόλου. 

  1. Ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών εξετάζει την έγκληση που έλαβε και αν κρίνει ότι αυτή δεν στηρίζεται στον νόμο ή είναι προφανώς αβάσιμη στην ουσία της ή ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης, την απορρίπτει με διάταξή του, η οποία περιλαμβάνει συνοπτική αιτιολογία και επιδίδεται στον εγκαλούντα. Κατά της διάταξης του εισαγγελέα πλημμελειοδικών, με την οποία η έγκληση απορρίπτεται ως απαράδεκτη λόγω μη κατάθεσης παραβόλου, δεν επιτρέπεται άσκηση προσφυγής κατά το άρθρο 52.
  2. Αν ενεργήθηκαν προκαταρκτική εξέταση ή αυτεπάγγελτη προανάκριση κατά το άρθρο 245 παρ. 2 ή ένορκη διοικητική εξέταση και ο εισαγγελέας κρίνει ότι δεν προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για την κίνηση της ποινικής δίωξης, απορρίπτει την έγκληση με διάταξή του, η οποία περιλαμβάνει συνοπτική αιτιολογία και επιδίδεται στον εγκαλούντα.
  3. Όσα αναφέρονται στα άρθρα 43 παρ. 1 και 6, 44, 45, 47, 48, 49 και 50 εφαρμόζονται και ως προς την έγκληση.».

Άρθρο 56

Δικαίωμα προσφυγής του εγκαλούντος σε περίπτωση απόρριψης της έγκλησης – Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 52 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 52 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) η λέξη «δημοσίου» αντικαθίσταται από τις λέξεις «Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.)» και β) οι λέξεις «διακοσίων πενήντα (250)» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τριακοσίων πενήντα (350)» και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Ο προσφεύγων υποχρεούται να καταθέσει παράβολο υπέρ του Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.) ποσού τριακοσίων πενήντα (350) ευρώ, το οποίο επισυνάπτεται στην έκθεση που συντάσσει ο πιο πάνω γραμματέας. Σε περίπτωση που υποβλήθηκε μία έγκληση από περισσότερους εγκαλούντες, κατατίθεται μόνο ένα παράβολο. Το ύψος του ποσού αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης. Αν δεν κατατεθεί το παράβολο, η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη από τον εισαγγελέα εφετών. Εξαιρούνται από την υποχρέωση κατάθεσης παράβολου οι δικαιούχοι νομικής βοήθειας, όπως αυτοί προσδιορίζονται στο άρθρο 1 του ν. 3226/2004.». 

Άρθρο 57

Προδικαστικά ζητήματα ποινικής δίκης – Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 59 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στην παρ. 2 του άρθρου 59 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) διαγράφεται η παραπομπή στο άρθρο 362 ΠΚ, β) τροποποιούνται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία αναβολής κάθε περαιτέρω ενέργειας σχετικής με την ποινική δίκη και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Στις περιπτώσεις των άρθρων 224, 229, και 363 ΠΚ, όταν ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών διαπιστώσει, πως για το γεγονός για το οποίο εξετάσθηκε ο διάδικος ή ο μάρτυρας ή έγινε η αναφορά στην αρχή ή η καταμήνυση ή ισχυρίστηκε ή διέδωσε ο υπαίτιος ασκήθηκε ποινική δίωξη ή διενεργείται προκαταρκτική εξέταση ή προανάκριση της παρ. 2 του άρθρου 245, ή έχει ασκηθεί αγωγή ή αίτηση ενώπιον πολιτικού δικαστηρίου, αναβάλλει με πράξη του που περιέχει συνοπτική αιτιολογία, κάθε περαιτέρω ενέργεια έως το τέλος της ποινικής δίωξης ή της πολιτικής δίκης.».

Άρθρο 58

Ζητήματα αστικής – διοικητικής φύσεως – Τροποποίηση άρθρου 61 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 61 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στον τίτλο μετά από τις λέξεις «αστικής» και «πολιτικής» προστίθενται οι λέξεις «ή διοικητικής» και «ή διοικητική» αντιστοίχως, β) στο πρώτο εδάφιο μετά από τις λέξεις «πολιτικό», «πολιτικών», «πολιτικής» προστίθενται οι λέξεις «ή διοικητικό», «ή διοικητικών», «ή διοικητικής» αντιστοίχως και το άρθρο 61 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 61

Εκκρεμότητα ζητημάτων αστικής ή διοικητικής φύσης στην πολιτική ή διοικητική δίκη.

 Όταν στο πολιτικό ή διοικητικό δικαστήριο εκκρεμεί δίκη για ζήτημα που ανήκει στην αρμοδιότητα των πολιτικών ή διοικητικών δικαστηρίων, που έχει όμως σχέση με την ποινική δίκη, μπορεί το ποινικό δικαστήριο κατά την κρίση του να αναβάλει την ποινική δίκη έως το τέλος της πολιτικής ή διοικητικής. Η απόφαση αυτή μπορεί να ανακληθεί.».

Άρθρο 59

Καθ’ ύλην αρμοδιότητα μονομελούς εφετείου – Τροποποίηση άρθρου 110 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 110 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στο πρώτο εδάφιο η λέξη «δικαιοδοσία» αντικαθίσταται από τις λέξεις «καθ’ ύλην αρμοδιότητα», β) η περ. β’ τροποποιείται με τη διεύρυνση της καθ’ ύλην αρμοδιότητας του μονομελούς εφετείου και επέρχονται νομοτεχνικές βελτιώσεις, γ) προστίθενται περ. δ’ και ε’ και το άρθρο 110 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 110

Μονομελές εφετείο

Στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του μονομελούς εφετείου ανήκουν:

α) Η εκδίκαση των κακουργημάτων που αναφέρονται στα άρθρα 301 και 303, εφόσον για αυτά έχει συνταχθεί πρακτικό συνδιαλλαγής ή διαπραγμάτευσης.

β) Η εκδίκαση των περιοριστικά απαριθμούμενων κακουργημάτων της διακεκριμένης κλοπής (άρθρο 374 ΠΚ), της ληστείας (άρθρο 380 ΠΚ), της παράτυπης μετανάστευσης [Κώδικας Μετανάστευσης, ν. 5038/2023 (Α΄81)], του κώδικα νόμων για τα ναρκωτικά [ν. 4139/2013 (Α’ 74)], των περ. β΄ έως και ε΄ της παρ. 1 και της παρ. 3 του άρθρου 268 του ν.δ. 86/1969 «Δασικός Κώδικας» (Α΄ 7), και της παρ. 1 του άρθρου 71 του ν. 998/1979 «περί προστασίας δασών» (Α΄ 289), πνευματικής ιδιοκτησίας, συγγενικών δικαιωμάτων και πολιτιστικών θεμάτων [ν. 2121/1993 (Α’ 25)], του άρθρου 52 του ν. 4002/2011 (Α΄ 180), του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας [ν. 4987/2022 (Α’ 206)], του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα [ν. 2960/2001, (Α΄265)], του ν. 4830/2021 (Α ’169), εκτός αν στον νόμο απειλείται κατά αυτών η ποινή της ισόβιας κάθειρξης, οπότε αυτά υπάγονται στη δικαιοδοσία του τριμελούς εφετείου.

γ) Η εκδίκαση των υποθέσεων συγχώνευσης των ποινών με τον καθορισμό συνολικής ποινής στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 551.

δ) Η εκδίκαση των πλημμελημάτων των δικαστών πολιτικής, ποινικής και διοικητικής δικαιοσύνης και εισαγγελέων, συμπεριλαμβανομένων των παρέδρων, των ειρηνοδικών, ειδικών πταισματοδικών, των μελών του Συμβουλίου της Επικρατείας, των παρέδρων, εισηγητών και δοκίμων εισηγητών του, των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου, των παρέδρων, εισηγητών και δοκίμων εισηγητών του, του γενικού επιτρόπου, επιτρόπων και αντεπιτρόπων που υπηρετούν σε αυτό, του γενικού επιτρόπου, επιτρόπων και αντεπιτρόπων επικρατείας στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια, των δικηγόρων και των μελών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, καθώς και των πλημμελημάτων που τέλεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους οι δήμαρχοι και οι περιφερειάρχες.

ε) Η εκδίκαση των εφέσεων κατά των αποφάσεων του τριμελούς πλημμελειοδικείου.».

Άρθρο 60

Καθ’ ύλην αρμοδιότητα τριμελούς εφετείου – Τροποποίηση άρθρου 111 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 111 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στον τίτλο διαγράφονται οι λέξεις «και πενταμελές», β) στην παρ. 3 μετά από τη λέξη «πειρατείας» προστίθενται οι λέξεις «, τα κοινώς επικίνδυνα κακουργήματα», γ) η παρ. 5 τροποποιείται ως προς τα εγκλήματα για τα οποία θεμελιώνει αρμοδιότητα το τριμελές εφετείο, δ) στην παρ. 6 μετά από τις λέξεις «του μονομελούς εφετείου» διαγράφονται οι λέξεις «τα πλημμελήματα» και στο τέλος της παραγράφου οι λέξεις «, καθώς και τα πλημμελήματα που τέλεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους οι δήμαρχοι και οι περιφερειάρχες», ε) η παρ. 7 τροποποιείται με τη διαγραφή της αρμοδιότητας του τριμελούς εφετείου να δικάζει τις εφέσεις κατά αποφάσεων του τριμελούς πλημμελειοδικείου, δ) προστίθεται παρ. 8, ε) διαγράφεται η παρ. Β) και το άρθρο 111 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 111

Τριμελές εφετείο

Το τριμελές εφετείο δικάζει:

  1. Τα κακουργήματα που προβλέπονται από τον ποινικό κώδικα σχετικά με το νόμισμα, άλλα μέσα πληρωμής και ένσημα, τα υπομνήματα, την ιδιοκτησία, την περιουσία, τα κακουργήματα της ψευδούς βεβαίωσης – νόθευσης από υπάλληλο και της νόθευσης δικαστικού εγγράφου, αν τελέστηκαν από πολίτες, άσχετα με το πρόσωπο του παθόντα και το ποσό του οφέλους ή της ζημίας ή αν τελέστηκαν από στρατιωτικούς και στρέφονται οπωσδήποτε κατά του δημοσίου ή νομικού προσώπου δημόσιου δικαίου ή οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης, εφόσον η ζημία που προξενήθηκε στο δημόσιο ή στα πιο πάνω νομικά πρόσωπα υπερβαίνει το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων (120.000) ευρώ.
  2. Τα κακουργήματα της δωροδοκίας και δωροληψίας που αναφέρονται στα άρθρα 159, 235, 236 και 237 ΠΚ καθώς και της κατάχρησης εξουσίας του άρθρου 239 ΠΚ
  3. Τα κακουργήματα της πειρατείας, τα κοινώς επικίνδυνα κακουργήματα και τα κακουργήματα κατά συγκοινωνιών, τηλεπικοινωνιών και άλλων κοινωφελών εγκαταστάσεων, που προβλέπονται στον ποινικό κώδικα ή σε ειδικούς ποινικούς νόμους.
  4. Τα κακουργήματα τα οποία τελούμενα υπό τις συνθήκες του άρθρου 187Α ΠΚ χαρακτηρίζονται ως τρομοκρατικές πράξεις και τα κακουργήματα που προβλέπονται στα άρθρα 187 και 187Β ΠΚ, καθώς και τα συναφή με αυτά πλημμελήματα και κακουργήματα, ανεξαρτήτως της βαρύτητάς τους.
  5. Τα κακουργήματα των άρθρων 322 και 324 ΠΚ και τα κακουργήματα όλων των ειδικών ποινικών νόμων που δεν υπάγονται στην αρμοδιότητα του μονομελούς εφετείου σύμφωνα με την περ. β) του άρθρου 110.
  6. Τα κακουργήματα αρμοδιότητας του μονομελούς εφετείου των δικαστών πολιτικής, ποινικής και διοικητικής δικαιοσύνης και εισαγγελέων, συμπεριλαμβανομένων των παρέδρων, των ειρηνοδικών, ειδικών πταισματοδικών, των μελών του Συμβουλίου της Επικρατείας, των παρέδρων, εισηγητών και δοκίμων εισηγητών του, των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου, των παρέδρων, εισηγητών και δοκίμων εισηγητών του, του γενικού επιτρόπου, επιτρόπων και αντεπιτρόπων που υπηρετούν σε αυτό, του γενικού επιτρόπου, επιτρόπων και αντεπιτρόπων επικρατείας στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια, των δικηγόρων και των μελών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
  7. Τις εφέσεις κατά των αποφάσεων του μονομελούς εφετείου.
  8. Τις εφέσεις κατά των αποφάσεων του Τριμελούς Εφετείου, το οποίο συγκροτείται από πρόεδρο εφετών, αρχαιότερο από εκείνο που συμμετείχε στη σύνθεση που εξέδωσε την εκκαλούμενη απόφαση και δύο εφέτες, παρισταμένου Εισαγγελέα Εφετών.».

Άρθρο 61

Καθ’ ύλην αρμοδιότητα μονομελούς πλημμελειοδικείου – Τροποποίηση άρθρου 115 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 115 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) η παρ. 1 τροποποιείται ως προς την καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου και τα αδικήματα τα οποία εξαιρούνται, β) η παρ. 2 καταργείται και το άρθρο 115 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 115

Μονομελές πλημμελειοδικείο

  1. Το Μονομελές Πλημμελειοδικείο δικάζει όλα τα πλημμελήματα των ειδικών ποινικών νόμων και του Ειδικού Μέρους του Ποινικού Κώδικα εκτός από: α) εκείνα που υπάγονται στην αρμοδιότητα των μικτών ορκωτών δικαστηρίων και εφετείων, καθώς και τα συναφή με αυτά (άρθρα 109, 110, 111 και 128), β) εκείνα που υπάγονται στην αρμοδιότητα του δικαστηρίου ανηλίκων, γ) εκείνα του Δωδεκάτου Κεφαλαίου του Ειδικού Μέρους του Ποινικού Κώδικα και του άρθρου 302 ΠΚ.
  2. [Καταργείται].».

Άρθρο 62

Κατάργηση της τοιχοκόλλησης ως μέσου δημοσιότητας του πίνακα πραγματογνωμόνων – Τροποποίηση άρθρου 185 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο πέμπτο εδάφιο του άρθρου 185 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας οι λέξεις «τοιχοκολλάται στο ακροατήριο» αντικαθίστανται από τις λέξεις «παραμένει στα γραφεία των γραμματέων των εδρών» και το άρθρο 185 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 185

Πίνακας πραγματογνωμόνων

Το συμβούλιο των πλημμελειοδικών, ύστερα από πρόταση του εισαγγελέα πλημμελειοδικών, καταρτίζει μέσα στο τρίτο δεκαήμερο του Σεπτεμβρίου κάθε χρόνο πίνακα πραγματογνωμόνων κατά ειδικότητες από πρόσωπα που διαμένουν στην έδρα του και είναι κατάλληλα για τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, προτιμώντας δημόσιους υπαλλήλους. Στον πίνακα περιλαμβάνονται παιδοψυχίατροι και παιδοψυχολόγοι, και ελλείψει αυτών, ψυχίατροι και ψυχολόγοι εξειδικευμένοι στα θέματα γενετήσιας εκμετάλλευσης και κακοποίησης παιδιών. Ο πίνακας υποβάλλεται στον εισαγγελέα εφετών, που έχει το δικαίωμα να ζητήσει τον Οκτώβριο από το συμβούλιο των εφετών τη μεταρρύθμισή του. Το συμβούλιο των εφετών αποφαίνεται σχετικά τον Νοέμβριο. Ο πίνακας, αφού οριστικοποιηθεί, παραμένει στα γραφεία των γραμματέων των εδρών του πλημμελειοδικείου και ανακοινώνεται τον Δεκέμβριο κάθε χρόνου από τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών στους ανακριτικούς υπαλλήλους της περιφέρειας. Κάθε χρόνο ισχύει, ωσότου συνταχθεί νέος πίνακας, ο πίνακας που συντάχθηκε το προηγούμενο έτος».

Άρθρο 63

Πρόβλεψη εξαίρεσης εμφάνισης μαρτύρων στην ακροαματική διαδικασία – Προσθήκη παρ. 5 στο άρθρο 215 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 215 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθεται παρ. 5 ως εξής:

«5. Αστυνομικοί και λοιποί προανακριτικοί υπάλληλοι που έχουν καταθέσει στην προδικασία δεν καλούνται στο ακροατήριο αλλά αναγιγνώσκονται οι καταθέσεις τους. Ο εισαγγελέας και το δικαστήριο μπορούν κατ’ εξαίρεση να παραγγείλουν την κλήτευσή τους, αν η εξέτασή τους στο ακροατήριο είναι αναγκαία για την ασφαλή διάγνωση της κατηγορίας.».

Άρθρο 64

Κατάργηση της τοιχοκόλλησης ως μέσου δημοσιότητας του πίνακα διερμηνέων – Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 233 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο τέταρτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 233 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας οι λέξεις «τοιχοκολλάται στο ακροατήριο» αντικαθίστανται από τις λέξεις «παραμένει στα γραφεία των γραμματέων των εδρών» και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

  1. Ο διορισμός του διερμηνέα γίνεται από πίνακα που καταρτίζεται από το συμβούλιο πλημμελειοδικών, ύστερα από πρόταση του εισαγγελέα του μέσα στο τρίτο δεκαήμερο του μηνός Σεπτεμβρίου κάθε χρόνου από πρόσωπα που διαμένουν ή εργάζονται στην έδρα του και κατά προτίμηση από δημοσίους υπαλλήλους. Ο πίνακας υποβάλλεται στον εισαγγελέα εφετών, που έως το τέλος του Οκτωβρίου έχει το δικαίωμα να ζητήσει από το συμβούλιο εφετών την μεταρρύθμισή του. Το συμβούλιο των εφετών αποφαίνεται σχετικά έως το τέλος Νοεμβρίου. Ο πίνακας, αφού οριστικοποιηθεί, παραμένει στα γραφεία των γραμματέων των εδρών του πλημμελειοδικείου και ανακοινώνεται έως το τέλος Δεκεμβρίου κάθε χρόνου από τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών στους ανακριτικούς υπαλλήλους της περιφέρειας. Κάθε χρόνο ισχύει, ωσότου συνταχθεί νέος πίνακας, ο πίνακας που συντάχθηκε το προηγούμενο έτος. Σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις και εφόσον δεν είναι δυνατό να διοριστεί διερμηνέας από εκείνους που είναι εγγεγραμμένοι στο σχετικό πίνακα, μπορεί να διορισθεί διερμηνέας και πρόσωπο που δεν περιλαμβάνεται σε αυτόν. Σε κάθε περίπτωση το δικαστήριο μπορεί να διορίσει διερμηνέα και αυτόν που επιλέγει ο κατηγορούμενος εκτός 

πίνακα.».

Άρθρο 65

Εξέταση με τεχνολογικά μέσα-Προσθήκη άρθρου 238Α στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Μετά από το άρθρο 238 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθενται: α) ΕΚΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ στο ΔΕΥΤΕΡΟ ΒΙΒΛΙΟ του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας με τίτλο «ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΙΚΟΝΟΤΗΛΕΔΙΑΣΚΕΨΗΣ», β) νέο άρθρο 238Α ως εξής :

«Άρθρο 238Α

Εξέταση με τεχνολογικά μέσα

  1. Οποιαδήποτε κατάθεση κάθε προσώπου, όπως μάρτυρα, πραγματογνώμονα, τεχνικού συμβούλου, διερμηνέα ή διαδίκου, ανωμοτί εξηγήσεις ή απολογία κατηγορουμένου, μπορεί να διεξαχθεί με τη χρήση τεχνολογικών μέσων, χωρίς τη φυσική παρουσία του προσώπου αυτού, όταν υπάρχει σοβαρό κώλυμα εμφάνισης ή κίνδυνος από την αναβολή ή για την ασφαλή διεξαγωγή της διαδικασίας. 
  2. Η εξέταση των προσώπων της παρ. 1 διενεργείται με τον ανωτέρω τρόπο είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατόπιν αιτήματος του υπό εξέταση προσώπου. 
  3. Η λήψη της απολογίας από τον κατηγορούμενο διενεργείται με τον ανωτέρω τρόπο, μόνον εφόσον δεν αντιλέγει βάσιμα ο κατηγορούμενος ή ο συνήγορος που τον εκπροσωπεί. Αποκλεισμός της προσωπικής εμφάνισης του κατηγορούμενου στο ακροατήριο, μόνο σε περίπτωση κακουργήματος και ιδίως σε πολυπρόσωπες δίκες ή δίκες που αφορούν στην οργανωμένη εγκληματικότητα ή έχουν σοβαρό κοινωνικό αντίκτυπο, μπορεί να αποφασιστεί από τον διευθύνοντα τη συζήτηση, μετά από πρόταση του εισαγγελέα. Κατά της απόφασης του δεύτερου εδαφίου που απαγγέλλεται σε δημόσια συνεδρίαση, μπορεί να ασκηθεί προσφυγή σε ολόκληρο το δικαστήριο σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 335.
  4. Η εξέταση με τον ανωτέρω τρόπο γίνεται με την παρουσία ανακριτικού ή δικαστικού γραμματέα σε ειδικά διαμορφωμένο κατάστημα του τόπου κατοικίας του προσώπου της παρ. 1, το οποίο διαθέτει τις κατάλληλες τεχνικές προδιαγραφές για τη διενέργεια της εικονοτηλεδιάσκεψης, όπως ρυθμίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Προστασίας του Πολίτη και Ψηφιακής Διακυβέρνησης, η οποία καθορίζει όλες τις λεπτομέρειες εφαρμογής της στην ποινική διαδικασία.».

Άρθρο 66

Διενέργεια προανάκρισης – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 245 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στην παρ. 1 του άρθρου 245 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στο τρίτο εδάφιο αα) επέρχονται νομοτεχνικές βελτιώσεις, αβ) προστίθενται οι λέξεις «της παρ. 2 του άρθρου 130», και στο τέλος του εδαφίου προστίθενται οι λέξεις «και στην περίπτωση εκείνη κατά την οποία στη διάρκεια της προκαταρκτικής εξέτασης ή αστυνομικής προανάκρισης για πλημμέλημα έχει υποβληθεί από τον ύποπτο αυτοτελώς αίτημα ποινικής διαπραγμάτευσης προκειμένου και μόνο αυτή να διενεργηθεί και χωρίς να ισχύει η υποχρέωση απολογίας για την περάτωσή της.», β) προστίθεται νέο τέταρτο εδάφιο, γ) στο πέμπτο εδάφιο επέρχονται νομοτεχνικές βελτιώσεις και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Η προανάκριση ενεργείται από οποιονδήποτε ανακριτικό υπάλληλο μετά από γραπτή παραγγελία του εισαγγελέα, είναι συνοπτική και δεν περατώνεται πριν ληφθεί η απολογία του κατηγορουμένου. Εφόσον ο κατηγορούμενος κλητεύθηκε νόμιμα και δεν εμφανίστηκε, η προανάκριση περατώνεται και χωρίς την απολογία του. Παραγγελία για προανάκριση δίνεται μόνο στις περιπτώσεις του τέταρτου εδαφίου της παρ. 3 του παρόντος άρθρου, καθώς και στις περιπτώσεις του δεύτερου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 43, της παρ. 2 του άρθρου 130, του πρώτου εδαφίου της περ. γ’ της παρ. 3 του άρθρου 322 και του τρίτου εδαφίου της περ. γ’ του άρθρου 323, και στην περίπτωση εκείνη κατά την οποία στη διάρκεια της προκαταρκτικής εξέτασης ή αστυνομικής προανάκρισης για πλημμέλημα έχει υποβληθεί από τον ύποπτο αυτοτελώς αίτημα ποινικής διαπραγμάτευσης, προκειμένου αυτή να διενεργηθεί και χωρίς να ισχύει η υποχρέωση απολογίας για την περάτωσή της. Στην τελευταία περίπτωση η παραγγελία προανάκρισης ισοδυναμεί με άσκηση ποινικής δίωξης κατά το άρθρο 43. Ο ανακριτικός υπάλληλος που ορίζεται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο είναι υποχρεωμένος να διενεργήσει όλες τις προανακριτικές πράξεις που αφορούν την υπόθεση για την οποία η παραγγελία και καλεί ενώπιόν του τους μάρτυρες για εξέταση και τους κατηγορούμενους για να απολογηθούν εφόσον αυτοί κατοικούν στην περιφέρεια του εφετείου της έδρας του. Αν οι μάρτυρες και οι κατηγορούμενοι είναι κάτοικοι άλλων εφετειακών περιφερειών, ο ανωτέρω ανακριτικός υπάλληλος ζητεί την εξέταση των μαρτύρων και τη λήψη των απολογιών των κατηγορουμένων από τον αρμόδιο ανακριτικό υπάλληλο, ο οποίος πρέπει να εκτελέσει αυτήν μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών. Ο αρχικά ορισθείς ανακριτικός υπάλληλος μετά το πέρας των άνω ενεργειών επιστρέφει τη δικογραφία με εκτελεσμένη πλήρως την παραγγελία στον παραγγείλαντα εισαγγελέα. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής τα Εφετεία Αθηνών και Πειραιώς θεωρούνται ως ανήκοντα σε μία εφετειακή περιφέρεια. Η προανάκριση περατώνεται: α) με απευθείας κλήση του κατηγορουμένου στο ακροατήριο ή β) με πρόταση του εισαγγελέα στο δικαστικό συμβούλιο ή γ) με παραγγελία του εισαγγελέα στον ανακριτή, εφόσον προκύπτει τέλεση κακουργήματος. Στην τελευταία περίπτωση, η προανάκριση μπορεί και να διακοπεί κατά τον ίδιο τρόπο. Πρόταση στο συμβούλιο γίνεται, εφόσον ο εισαγγελέας κρίνει ότι δεν υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις για την παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο. Αν υπάρχουν περισσότεροι κατηγορούμενοι και δεν προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις σε βάρος μερικών από αυτούς ή πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη ή να παύσει οριστικά η ποινική δίωξη, ο εισαγγελέας μπορεί να χωρίσει την υπόθεση και να την εισαγάγει μόνο ως προς αυτούς στο δικαστικό συμβούλιο. Το προηγούμενο εδάφιο εφαρμόζεται αναλόγως και επί συναφών εγκλημάτων, είτε πρόκειται για έναν είτε για περισσότερους κατηγορούμενους.».

Άρθρο 67

Προσθήκη των προπαρασκευαστικών πράξεων παραχάραξης στα εγκλήματα για τα οποία προβλέπονται ειδικές ανακριτικές πράξεις – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 254 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στην παρ. 1 του άρθρου 254 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας μετά από τον αριθμό «209» προστίθενται οι λέξεις «του άρθρου 211,» και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

 «1. Ειδικά για τις αξιόποινες πράξεις των παρ. 1 και 2 του άρθρου 187, του άρθρου 187Α, των παρ. 1 και 2 του άρθρου 207, του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 208, του άρθρου 208Α εκτός από τις ιδιαίτερα ελαφρές περιπτώσεις, της παρ. 1 του άρθρου 209, του άρθρου 211, των άρθρων 323Α, 336 σε βάρος ανηλίκου, 338 σε βάρος ανηλίκου, των παρ. 1 και 3 του άρθρου 339, της παρ. 1 του άρθρου 342, των άρθρων 348Α, 348Β, 348Γ και 351Α του Ποινικού Κώδικα η έρευνα μπορεί να συμπεριλάβει και τη διενέργεια:

α) συγκαλυμμένης έρευνας, κατά την οποία ο ανακριτικός υπάλληλος ή ο ιδιώτης που ενεργεί υπό τις οδηγίες του, προσφέρεται να διευκολύνει την τέλεση κάποιου από τα εγκλήματα της παρ. 1, την οποία ο δράστης του εν λόγω εγκλήματος είχε προαποφασίσει. Η διενέργεια της συγκαλυμμένης έρευνας γίνεται υπό την εποπτεία του εισαγγελέα πλημμελειοδικών, για δε τις ενέργειες του συγκαλυμμένα δρώντος ή του ιδιώτη συντάσσεται αναλυτική έκθεση κατά τα άρθρα 148 έως 153. Αποδεικτικά στοιχεία που αποκτήθηκαν με ενέργειες του συγκαλυμμένα δρώντος ή του ιδιώτη, οι οποίες δεν μνημονεύονται αναλυτικά στην έκθεση, δεν λαμβάνονται υπόψη για την καταδίκη του κατηγορουμένου,

β) ανακριτικής διείσδυσης, κατά την οποία ανακριτικός υπάλληλος με συγκαλυμμένα στοιχεία ταυτότητας αναλαμβάνει διεκπεραιωτικά καθήκοντα σε εγκληματική ή τρομοκρατική οργάνωση με σκοπό την εξιχνίαση της δομής της, την αποκάλυψη των μελών της, καθώς και τη διακρίβωση των εγκλημάτων της παρ. 1, την τέλεση των οποίων τα μέλη της οργάνωσης είχαν προαποφασίσει. Τα ίδια καθήκοντα μπορεί να αναλάβει και ιδιώτης υπό τους όρους των παρ. 2 έως 6 και εφόσον κατά τα λοιπά για τη δράση του είναι ενήμερος ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών. Ο ενεργών την ανακριτική διείσδυση μπορεί να φέρει συγκαλυμμένα στοιχεία ταυτότητας και φορολογικά ή άλλα στοιχεία και να συναλλάσσεται με αυτά για τις ανάγκες της έρευνας που διεξάγει. Οι λεπτομέρειες και η διαδικασία έκδοσης των εν λόγω στοιχείων συγκάλυψης ορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Προστασίας του Πολίτη. Η διενέργεια της ανακριτικής διείσδυσης γίνεται υπό την εποπτεία του εισαγγελέα πλημμελειοδικών, για δε τις ενέργειες του συγκαλυμμένα δρώντος ανακριτικού υπαλλήλου ή του ιδιώτη συντάσσεται αναλυτική έκθεση κατά τα άρθρα 148 έως 153. Αποδεικτικά στοιχεία που αποκτήθηκαν με ενέργειες του συγκαλυμμένα δρώντος ανακριτικού υπαλλήλου ή του ιδιώτη, οι οποίες δεν μνημονεύονται αναλυτικά στην έκθεση, δεν λαμβάνονται υπόψη για την καταδίκη του κατηγορουμένου,

γ) ελεγχόμενων μεταφορών, όπως οι μεταφορές αυτές προβλέπονται στο άρθρο 38 του ν. 2145/1993 (Α` 88),

δ) άρσης του απορρήτου του περιεχομένου των επικοινωνιών ή των δεδομένων θέσης και κίνησης αυτών, με την τήρηση των εγγυήσεων και τις διαδικασίες των άρθρων 4 και 5 του ν. 2225/1994 (Α` 121),

ε) καταγραφής της δραστηριότητας ή άλλων γεγονότων εκτός κατοικίας με συσκευές ήχου ή εικόνας ή με άλλα ειδικά τεχνικά μέσα,

στ) συσχέτισης ή συνδυασμού δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.».

Άρθρο 68

Κατάσχεση ψηφιακών δεδομένων-Τροποποίηση παρ. 4 και 5 άρθρου 265 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στις παρ. 4 και 5 του άρθρου 265 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στο πρώτο εδάφιο της παρ. 4, αα) μετά από τις λέξεις «που κατάσχονται» προστίθενται οι λέξεις «σύμφωνα με την περ. β) της παρ. 2» και διαγράφονται οι λέξεις «ένα και μόνο» μετά από τις λέξεις «ποινικής διαδικασίας σε», αβ) προστίθεται τέταρτο εδάφιο, β) στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 5 προστίθενται οι λέξεις «για τη διασφάλιση της ακεραιότητας των ψηφιακών δεδομένων» και οι παρ. 4 και 5 διαμορφώνονται ως εξής:

«4. Τα ψηφιακά δεδομένα που κατάσχονται σύμφωνα με την περ. β) της παρ. 2 διατηρούνται αποθηκευμένα καθ` όλη τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας σε υλικό μέσο αποθήκευσης που περιέχεται στη δικογραφία. Ασφαλές αντίγραφο αυτού ώστε να διασφαλίζεται η δυνατότητα ανάκτησης των δεδομένων που έχουν κατασχεθεί, σε περίπτωση απώλειας ή καταστροφής, σχηματίζεται κατά την κατάσχεσή τους και διατηρείται στο γραφείο πειστηρίων του πρωτοδικείου στο οποίο υποβάλλεται η δικογραφία και το οποίο παρέχει τις κατάλληλες εγγυήσεις φυσικής ασφάλειας και πρόσβασης σε εκείνους μόνο που ασκούν καθήκοντα στην υπόθεση. Η παρούσα ισχύει αναλόγως και στα ψηφιακά δεδομένα που αφορούν στα δεδομένα επικοινωνίας που περιλαμβάνονται στη δικογραφία. Για τη διασφάλιση της αυθεντικότητας και της ακεραιότητας των ψηφιακών δεδομένων που κατάσχονται σύμφωνα με την περ. α) της παρ. 2, αυτά σφραγίζονται κατά τη διεξαγωγή αυτής.

  1. Η πρόσβαση και η δυνατότητα αναπαραγωγής των ψηφιακών δεδομένων που κατάσχονται επιτρέπεται μόνο σε όσους ασκούν δικαστικά, εισαγγελικά και ανακριτικά καθήκοντα στην υπόθεση ή τους γραμματείς. Προς το σκοπό αυτό χρησιμοποιούνται τα κατάλληλα τεχνικά μέσα για τη διασφάλιση της ακεραιότητας των ψηφιακών δεδομένων. Τέτοια μέσα είναι η κρυπτογράφηση και η χρήση κωδικών ασφαλείας για την πρόσβαση και αναπαραγωγή των κατασχεμένων ψηφιακών δεδομένων από το υλικό μέσο αποθήκευσης στο οποίο βρίσκονται αποθηκευμένα. Η παρούσα ισχύει αναλόγως και στα ψηφιακά δεδομένα που αφορούν στα δεδομένα επικοινωνίας που περιλαμβάνονται στη δικογραφία.».

Άρθρο 69

Άρση ή αντικατάσταση της προσωρινής κράτησης, του κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση και των περιοριστικών όρων – Τροποποίηση παρ. 3 άρθρου 291 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 291 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας οι λέξεις «με γραπτή γνώμη του εισαγγελέα» αντικαθίστανται από τις λέξεις «αφού ακούσει τον εισαγγελέα» και η παρ. 3 διαμορφώνεται ως εξής:

«3. Ο ανακριτής, αφού ακούσει τον εισαγγελέα, μπορεί με αιτιολογημένη διάταξή του να αντικαταστήσει την προσωρινή κράτηση ή τον κατ` οίκον περιορισμό με ηλεκτρονική επιτήρηση με περιοριστικούς όρους ή αυτούς ή τον κατ`οίκον περιορισμό με ηλεκτρονική επιτήρηση με προσωρινή κράτηση (άρθρο 296). Στην τελευταία αυτή περίπτωση ο ανακριτής εκδίδει και ένταλμα σύλληψης. Επίσης ο ανακριτής μπορεί με τις ίδιες διατυπώσεις να αλλάξει τους όρους που έχουν επιβληθεί με άλλους δυσμενέστερους ή επιεικέστερους. Εναντίον αυτής της διάταξης του ανακριτή επιτρέπεται και στον εισαγγελέα και στον κατηγορούμενο να προσφύγουν στο συμβούλιο πλημμελειοδικών μέσα σε προθεσμία δέκα ημερών. Η προθεσμία αρχίζει από την έκδοση της διάταξης αν πρόκειται για τον εισαγγελέα και από την επίδοση της διάταξης αν πρόκειται για τον κατηγορούμενο. Η προσφυγή και η προθεσμία για την άσκησή της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση.».

Άρθρο 70

Ποινική διαπραγμάτευση – Τροποποίηση άρθρου 303 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρου 303 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στην παρ. 1 αα) στην περ. β’ του πρώτου εδαφίου μετά από τις λέξεις «ή της προανάκρισης» προστίθενται οι λέξεις «ή με αυτοτελές αίτημά του εντός προθεσμίας πέντε (5) ημερών από την επίδοση του κλητηρίου θεσπίσματος ή της κλήσης στο ακροατήριο του αρμοδίου δικαστηρίου», αβ) προστίθεται δεύτερο εδάφιο, β) στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2 επέρχεται νομοτεχνική βελτίωση, γ) τροποποιείται το δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 με την προσθήκη της πρόσκλησης του εισαγγελέα, δ) τροποποιείται το τέταρτο εδάφιο της παρ. 4 ως προς τις παραπεμπόμενες διατάξεις του Ποινικού Κώδικα, ε) προστίθεται παρ. 10 και το άρθρο 303 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 303

Ποινική διαπραγμάτευση

  1. Στις περιπτώσεις των αυτεπαγγέλτως διωκομένων εγκλημάτων, εξαιρουμένων των κακουργημάτων: α) που απειλούνται και με ποινή ισόβιας κάθειρξης και β) που προβλέπονται στο άρθρο 187Α ΠΚ και στο δέκατο ένατο κεφάλαιο του ΠΚ, ο κατηγορούμενος δικαιούται μέχρι την τυπική περάτωση της κύριας ανάκρισης ή της προανάκρισης ή με αυτοτελές αίτημά του, εντός προθεσμίας πέντε (5) ημερών από την επίδοση του κλητηρίου θεσπίσματος ή της κλήσης στο ακροατήριο του αρμοδίου δικαστηρίου, να ζητήσει εγγράφως ο ίδιος ή διά του συνηγόρου του την έναρξη της διαδικασίας ποινικής διαπραγμάτευσης, αντικείμενο της οποίας μπορεί να είναι μόνο η επιβλητέα κύρια ή παρεπόμενη ποινή. Σε κάθε περίπτωση, ο αρμόδιος εισαγγελέας δύναται, αν κρίνει πως η υπόθεση είναι κατάλληλη προς διαπραγμάτευση με βάση τα στοιχεία του πρώτου εδαφίου της παρ. 2, ταυτόχρονα με την επίδοση του κλητηρίου θεσπίσματος ή της κλήσης στο ακροατήριο του αρμοδίου δικαστηρίου, να καλέσει τον κατηγορούμενο ενώπιόν του σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2, προκειμένου να επιχειρηθεί η υπαγωγή της υπόθεσης στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης.
  2. Μετά την υποβολή αιτήματος του κατηγορουμένου σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παρ. 1, η δικογραφία διαβιβάζεται επί μεν των πλημμελημάτων στον εισαγγελέα πλημμελειοδικών επί δε των κακουργημάτων στον εισαγγελέα εφετών, οι οποίοι οφείλουν να κρίνουν αν η συγκεκριμένη ποινική υπόθεση είναι, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων τέλεσης της πράξης και της προσωπικότητας του κατηγορουμένου, κατάλληλη προς διαπραγμάτευση. Προς τον σκοπό αυτό ο εισαγγελέας καλεί υποχρεωτικά τον κατηγορούμενο να εμφανισθεί ενώπιόν του μετά ή δια συνηγόρου και, αν το κρίνει αναγκαίο, τον παθόντα μετά ή δια συνηγόρου. Αν ο κατηγορούμενος δεν έχει συνήγορο ο εισαγγελέας του διορίζει υποχρεωτικά από τον σχετικό πίνακα του οικείου δικηγορικού συλλόγου. Στα εγκλήματα της παρ. 1 του άρθρου 301 ο εισαγγελέας δικαιούται κατά την κρίση του να εξαρτήσει την έναρξη της διαπραγμάτευσης, από την πλήρη αποκατάσταση της ζημίας ή από τη σοβαρή προσπάθεια του υπαιτίου να αποκαταστήσει τη ζημία. 
  3. Αν δεν επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του εισαγγελέα και του κατηγορουμένου, η ποινική διαδικασία συνεχίζεται κανονικά. Η γραπτή αίτηση του κατηγορουμένου ή η πρόσκληση του εισαγγελέα σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1, θεωρούνται ως ουδέποτε υποβληθείσες, καταστρέφονται με το οικείο υλικό και τυχόν αντίγραφά τους δεν λαμβάνονται υπόψη σε κανένα στάδιο της δίκης και σε καμία άλλη διαδικασία.
  4. Αν ο κατηγορούμενος, αφού λάβει γνώση των στοιχείων της δικογραφίας, συμφωνήσει με τον εισαγγελέα την επιβλητέα ποινή, συντάσσεται πρακτικό διαπραγμάτευσης, που υπογράφεται από τον εισαγγελέα και από τον κατηγορούμενο και τον παριστάμενο συνήγορό του. Το πρακτικό διαπραγμάτευσης περιέχει την ομολογία του κατηγορουμένου για την πράξη για την οποία κατηγορείται, την συμφωνηθείσα ποινή καθώς και τον τρόπο έκτισής της. Η προτεινόμενη ποινή καθορίζεται με βάση την απαξία, τις συνθήκες τέλεσης της πράξης, τον βαθμό της υπαιτιότητας καθώς και την προσωπικότητα και τους οικονομικούς όρους του κατηγορουμένου και δεν μπορεί να υπερβεί τα πέντε έτη φυλάκισης στα κακουργήματα που τιμωρούνται με κάθειρξη μέχρι δέκα έτη, τα επτά έτη στα κακουργήματα που τιμωρούνται με κάθειρξη άνω των δέκα ετών, και τα δύο έτη στα πλημμελήματα, ούτε μπορεί να είναι κατώτερη των δύο ετών στα κακουργήματα που τιμωρούνται με πρόσκαιρη κάθειρξη. Για την αναστολή ή μετατροπή της προτεινόμενης ποινής σε παροχή κοινωφελούς εργασίας ισχύουν οι διατάξεις των άρθρων 80Α, 99, 104Α ΠΚ. Στο πρακτικό διαπραγμάτευσης ορίζεται υποχρεωτικά πληρεξούσιος δικηγόρος και αντίκλητος του κατηγορουμένου, στον οποίο παρέχεται η εντολή να τον εκπροσωπήσει στο ακροατήριο.
  5. Αν το πρακτικό διαπραγμάτευσης συνταχθεί πριν από την απολογία του κατηγορουμένου η ανάκριση θεωρείται περατωμένη ως προς αυτόν, εκτός αν ο εισαγγελέας θεωρεί ότι συντρέχει περίπτωση να επιβληθούν περιοριστικοί όροι, οπότε ο ανακριτής λαμβάνει απολογία του κατηγορουμένου, μετά την οποία ο ανακριτής μπορεί να αφήσει τον κατηγορούμενο ελεύθερο ή να εκδώσει διάταξη για την επιβολή περιοριστικών όρων κατά τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 283. Αν το πρακτικό διαπραγμάτευσης συνταχθεί μετά την απολογία του κατηγορουμένου, ο εισαγγελέας μπορεί με διάταξή του να άρει ή να αντικαταστήσει τα μέτρα δικονομικού καταναγκασμού που τυχόν έχουν επιβληθεί στον κατηγορούμενο. Η διαδικασία του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζεται και η δικογραφία χωρίζεται με πράξη του ανακριτή ως προς τους κατηγορουμένους, για τους οποίους δεν έχει συνταχθεί πρακτικό διαπραγμάτευσης και ως προς τα συρρέοντα εγκλήματα που δεν περιλαμβάνονται σε εκείνα της παρ. 1. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 302 ισχύουν αναλόγως.
  6. Μέσα σε πέντε ημέρες από τη σύνταξη του πρακτικού διαπραγμάτευσης, η υπόθεση εισάγεται με απευθείας κλήση στο Μονομελές Εφετείο επί κακουργημάτων και στο Μονομελές Πλημμελειοδικείο επί πλημμελημάτων. Στον απόντα κατηγορούμενο ορίζεται υποχρεωτικά ως συνήγορος ο αναφερόμενος στο πρακτικό διαπραγμάτευσης και αν αυτός κωλύεται άλλος συνήγορος από τον πίνακα του οικείου δικηγορικού συλλόγου. Το δικαστήριο σε δημόσια συνεδρίαση κηρύσσει ένοχο τον κατηγορούμενο βάσει του πρακτικού διαπραγμάτευσης και των στοιχείων της δικογραφίας και επιβάλλει σε αυτόν, εφαρμόζοντας τα κριτήρια του άρθρου 79 ΠΚ ποινή, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει την συμφωνηθείσα μεταξύ εισαγγελέα και κατηγορούμενου. Το δικαστήριο εξετάζει αυτεπαγγέλτως, χωρίς να δεσμεύεται από το πρακτικό διαπραγμάτευσης, τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 368 περ. β` και γ` και δικαιούται να μεταβάλλει τον νομικό χαρακτηρισμό της πράξης μόνο προς όφελος του κατηγορουμένου.
  7. Διαπραγμάτευση μπορεί να γίνει και στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου μέχρι την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας, με αίτηση του κατηγορουμένου ή του συνηγόρου του, που έχει ειδική προς τούτο εξουσιοδότηση που καταχωρείται στο ειδικό πρακτικό κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 141 παρ. 4. Στην περίπτωση αυτή η διαπραγμάτευση διεξάγεται μεταξύ του κατηγορουμένου και του εισαγγελέα της έδρας. Αν ο κατηγορούμενος δεν έχει συνήγορο, το δικαστήριο του διορίζει υποχρεωτικά από τον σχετικό πίνακα του οικείου δικηγορικού συλλόγου. Η υποβολή του αιτήματος διαπραγμάτευσης δεν αποτελεί υποχρεωτικό λόγο αναβολής της δίκης, μπορεί όμως το δικαστήριο να διακόψει τη συζήτηση και να τάξει προθεσμία έως δεκαπέντε ημερών για τη σύνταξη του πρακτικού διαπραγμάτευσης σύμφωνα με την παράγραφο 4. Αν δεν επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του εισαγγελέα και του κατηγορουμένου, εφαρμόζεται αναλόγως η παρ. 4 του άρθρου 302.
  8. Σε περίπτωση συρροής εγκλημάτων η διαπραγμάτευση μπορεί να αφορά ένα ή περισσότερα από αυτά.
  9. Κατά της απόφασης του δικαστηρίου χωρεί μόνο αναίρεση.
  10. Σε κάθε περίπτωση το αίτημα του κατηγορουμένου υποβάλλεται άπαξ καθ’ όλα τα δικονομικά στάδια της ποινικής δίκης.».

Άρθρο 71

Κατ’ εξαίρεση περάτωση της κύριας ανάκρισης – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 309 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στην παρ. 1 του άρθρου 309 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: στο πρώτο εδάφιο αα) διαγράφονται οι λέξεις «Κατ’ εξαίρεση», αβ) οι λέξεις «: του ν.δ. 86/1969, των νόμων 998/1979, 2168/1993, 2960/2001, 4002/2011 (άρθρο 52), 4139/2013, 4174/2013 και 4251/2014» αντικαθίστανται από τις λέξεις «των κακουργημάτων των ειδικών ποινικών νόμων, του 13ου και 14ου Κεφαλαίου του Ειδικού Μέρους του Ποινικού Κώδικα », β) προστίθεται νέο δεύτερο εδάφιο, γ) στο τρίτο εδάφιο επέρχονται νομοτεχνικές βελτιώσεις και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Στις περιπτώσεις των κακουργημάτων των ειδικών ποινικών νόμων, του 13ου και 14ου Κεφαλαίου του Ειδικού Μέρους του Ποινικού Κώδικα, καθώς και των άρθρων 374 και 380 ΠΚ εφόσον η υπόθεση ανήκει στην καθ` ύλην αρμοδιότητα του μονομελούς ή τριμελούς εφετείου, μετά την περάτωση της ανάκρισης, η δικογραφία υποβάλλεται από τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών στον εισαγγελέα εφετών, ο οποίος, αν κρίνει ότι προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για την παραπομπή της υπόθεσης στο ακροατήριο και ότι δεν χρειάζεται να συμπληρωθεί η ανάκριση, προτείνει στον πρόεδρο εφετών να εισαχθεί η υπόθεση, μαζί με τα τυχόν ήσσονος βαρύτητας συναφή εγκλήματα, απευθείας στο ακροατήριο. Η ίδια διαδικασία περάτωσης της ανάκρισης για τα ανωτέρω εγκλήματα, εφαρμόζεται αναλογικά και στην περίπτωση διεξαγωγής της σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 28. Τα άρθρα 128 και 129 εφαρμόζονται αναλόγως στις περιπτώσεις της παρούσας. ».

Άρθρο 72

Προσφυγή κατά της απευθείας κλήσης – Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 322 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο πέμπτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 322 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) η λέξη «δημοσίου» αντικαθίσταται από τις λέξεις «Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.)», β) οι λέξεις «εκατόν πενήντα (150)» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τριακοσίων πενήντα (350)» και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Η προσφυγή ασκείται με τον τρόπο που προβλέπεται στο άρθρο 474. Αν η έκθεση γίνει ή το δικόγραφο κατατεθεί σε άλλο γραμματέα ή στον προϊστάμενο της προξενικής αρχής ή στον διευθυντή των φυλακών, ειδοποιείται αμελλητί ο γραμματέας της εισαγγελίας πρωτοδικών που εξέδωσε το κλητήριο θέσπισμα και του αποστέλλεται αμέσως η έκθεση ή το δικόγραφο. Αν η προσφυγή ασκείται μέσω αντιπροσώπου, το πληρεξούσιο ή επικυρωμένο αντίγραφό του προσαρτάται στην έκθεση ή στο δικόγραφο. Στην έκθεση ή το δικόγραφο πρέπει να διατυπώνονται και οι λόγοι για τους οποίους ασκείται η προσφυγή. Ο προσφεύγων υποχρεούται να καταθέσει παράβολο υπέρ του Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.) ποσού τριακοσίων πενήντα (350) ευρώ. Το ύψος του ποσού αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης. Αν δεν κατατεθεί το παράβολο, η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη από τον εισαγγελέα εφετών. ’Όταν η προσφυγή ασκείται από περισσότερους κατηγορουμένους, κατατίθεται μόνο ένα παράβολο. Σε περίπτωση που ο εισαγγελέας εφετών κάνει δεκτή την προσφυγή διατάσσει και την επιστροφή του παραβόλου στον καταθέσαντα αυτό. Εξαιρούνται από την υποχρέωση κατάθεσης παράβολου οι δικαιούχοι νομικής βοήθειας, όπως αυτοί προσδιορίζονται στο άρθρο 1 του ν. 3226/2004.».

Άρθρο 73

Πρόσωπα ιδιάζουσας δωσιδικίας – Τροποποίηση άρθρου 323 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 323 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στο πρώτο εδάφιο επέρχονται νομοτεχνικές βελτιώσεις και η λέξη «τριμελούς» αντικαθίσταται από τη λέξη «μονομελούς», β) στο δεύτερο εδάφιο επέρχονται νομοτεχνικές βελτιώσεις και το άρθρο 323 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 323

Προσφυγή προσώπων ιδιάζουσας δωσιδικίας.

Ο κατηγορούμενος που κλητεύθηκε με κλητήριο θέσπισμα απευθείας στο ακροατήριο του μονομελούς εφετείου σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 6 του άρθρου 111 έχει δικαίωμα να προσφύγει στο αρμόδιο συμβούλιο εφετών μέσα στην προθεσμία που ορίζεται στην παρ. 1 του άρθρου 322.

Η προσφυγή υποβάλλεται στον γραμματέα της εισαγγελίας εφετών ή στα όργανα που αναφέρονται στην παρ. 2 του άρθρου 322 και ως προς τις διατυπώσεις άσκησής της εφαρμόζονται οι παρ. 1 και 2 του άρθρου 322. Το συμβούλιο εφετών έχει υποχρέωση να αποφασίσει μέσα σε δέκα ημέρες από τότε που υποβλήθηκε η έκθεση προσφυγής μαζί με την σχετική πρόταση του εισαγγελέα εφετών, και μπορεί: α) να απορρίψει την προσφυγή, β) να κάνει δεκτή την προσφυγή, εκδίδοντας βούλευμα με το οποίο αποφαίνεται ότι δεν πρέπει να γίνει κατηγορία ή παύει οριστικά την ποινική δίωξη ή κηρύσσει αυτήν απαράδεκτη, γ) να προβεί σε μία από τις παραπάνω ενέργειες, αφού προηγουμένως διατάξει προανάκριση για τη συμπλήρωση του αποδεικτικού υλικού, με τη διενέργεια συγκεκριμένων ανακριτικών πράξεων. Το συμβούλιο αποφασίζει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό. Το βούλευμα του συμβουλίου εφετών που απορρίπτει την προσφυγή επιδίδεται σύμφωνα με τα άρθρα 155 κ.ε. στον κατηγορούμενο. Αν από την επίδοση του βουλεύματος έως την δικάσιμο που ορίστηκε αρχικά μεσολαβεί τουλάχιστον το μισό της προθεσμίας που ορίστηκε για κλήτευση ο κατηγορούμενος έχει υποχρέωση να εμφανιστεί κατά τη δικάσιμο αυτή για να δικαστεί χωρίς άλλη κλήτευση.».

Άρθρο 74

Θόρυβος και ανυπακοή σε μέτρα που αποφασίστηκαν ή σε διαταγές που δόθηκαν – Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 336 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στην παρ. 2 του άρθρου 336 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στο πρώτο εδάφιο επέρχονται νομοτεχνικές βελτιώσεις, β) προστίθεται νέο δεύτερο εδάφιο και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Το δικαστήριο μπορεί να επιβάλει κατά του συνηγόρου που δημιουργεί θόρυβο ή δείχνει ανυπακοή σε μέτρα που αποφασίστηκαν μόνο τις πειθαρχικές ποινές που προβλέπονται στις περ. α’ και β’ της παρ. 1 του άρθρου 142 του Κώδικα Δικηγόρων [ν. 4194/2013, (Α’ 208)]. Σε περίπτωση σοβαρής διατάραξης της συνεδρίασης ή προσβλητικής συμπεριφοράς κατά του δικαστηρίου ή μέλους του το δικαστήριο, πέραν της υποχρέωσης ανακοίνωσης αξιόποινης πράξης του άρθρου 38, υποχρεούται να υποβάλλει πειθαρχική αναφορά ενώπιον του Προέδρου του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου, διαβιβάζοντας αντίγραφα των πρακτικών της δίκης, για την κίνηση της διαδικασίας των άρθρων 152 έως 159 περί πειθαρχικής διαδικασίας του Κώδικα Δικηγόρων. Αν απαγγελθεί πειθαρχική κατηγορία κατά του συνηγόρου, γίνεται αμέσως σύντομη διακοπή της συνεδρίασης, για να ετοιμάσει την υπεράσπισή του.».

Άρθρο 75

Σχολιασμός αποδεικτικών μέσων και προετοιμασία του κατηγορουμένου – Τροποποίηση άρθρου 343 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 343 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) η παρ. 1 τροποποιείται με την εισαγωγή του κανόνα στην ακροαματική διαδικασία του συνολικού σχολιασμού των αποδεικτικών μέσων και της δυνατότητας του δικαστηρίου να καλεί τον κατηγορούμενο να διατυπώσει τις παρατηρήσεις του σε ενδιάμεσο χρόνο, β) το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 αντικαθίσταται και το άρθρο 343 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 343

Θέση επί της κατηγορίας – Ενημέρωση του κατηγορουμένου

  1. Ο διευθύνων τη συζήτηση καλεί τον κατηγορούμενο να διατυπώσει συνοπτικά τη θέση του επί της κατηγορίας, παράλληλα δε τον πληροφορεί ότι έχει το δικαίωμα να αντιτάξει στην κατηγορία πλήρη έκθεση των ισχυρισμών του, καθώς και να διατυπώσει τις παρατηρήσεις του συνολικά ύστερα από την εξέταση των μαρτύρων ή την έρευνα άλλων αποδεικτικών μέσων, εκτός αν το δικαστήριο κρίνει πως λόγω του μεγάλου αριθμού των μαρτύρων ή των άλλων αποδεικτικών μέσων η διατύπωση των παρατηρήσεων δύναται να λάβει χώρα σε ενδιάμεσο χρόνο. 
  2. Αν από την αποδεικτική διαδικασία και πριν την απόφαση για την ενοχή προκύψουν νέες περιστάσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να συνδεθούν με επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας, το δικαστήριο, εφόσον υποβληθεί σχετικό αίτημα από τον κατηγορούμενο, παρέχει σε αυτόν τον κατά την κρίση του αναγκαίο χρόνο προετοιμασίας. Η πιθανολογούμενη μεταβολή της κατηγορίας ουδέποτε συνιστά λόγο αναβολής της δίκης.».

Άρθρο 76

Αναβολή της δίκης – Τροποποίηση άρθρου 349 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 349 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στην παρ. 2 προστίθεται τέταρτο εδάφιο, β) στην παρ. 2Α βα) προστίθενται νέα εδάφια, δεύτερο και τρίτο, ββ) διαγράφεται το τελευταίο εδάφιο και οι παρ. 2 και 2Α διαμορφώνονται ως εξής:

«2. Το δικαστήριο πριν διατάξει την αναβολή, υποχρεούται να διερευνήσει τη δυνατότητα διακοπής της δίκης. Το δικαστήριο αναβάλλει στη συντομότερη δικάσιμο, η οποία δεν δύναται να υπερβεί τους οκτώ (8) μήνες. Η απόφαση που δέχεται τους λόγους αναβολής πρέπει να έχει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η οποία πρέπει να αναφέρει, ότι ο λόγος της αναβολής δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί με διακοπή της δίκης. Δεν χωρεί δεύτερη αναβολή στην ίδια υπόθεση.

2A. Για την υποβολή αιτήματος αναβολής που συνίσταται σε κώλυμα του συνηγόρου υπεράσπισης ή υποστήριξης της κατηγορίας λόγω συμμετοχής του σε άλλη δίκη ή διαδικασία, απαιτείται, αυτός που προβάλλει το κώλυμα να προσκομίζει υποχρεωτικά στο δικαστήριο κάθε νομιμοποιητικό, διαδικαστικό ή άλλο έγγραφο, με το οποίο αποδεικνύεται πλήρως ο λόγος της αναβολής. Για την παραδεκτή υποβολή αιτήματος αναβολής ο διάδικος καταβάλλει παράβολο υπέρ του Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.) ως εξής: α) ογδόντα (80) ευρώ για αιτήματα ενώπιον του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου, β) εκατόν είκοσι (120) ευρώ για αιτήματα ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου, γ) διακόσια (200) ευρώ για αιτήματα ενώπιον των Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου και των Εφετείων. Το παράβολο επιστρέφεται αν το αίτημα της αναβολής απορριφθεί από το δικαστήριο. Το αίτημα υποβάλλεται μόνο μία (1) φορά.». 

Άρθρο 77

Αρμοδιότητα μικτού ορκωτού δικαστηρίου – Τροποποίηση άρθρου 404 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 404 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) η παρ. 1 αντικαθίσταται, β) η παρ. 2 καταργείται και το άρθρο 404 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 404

Αρμοδιότητα του μικτού ορκωτού δικαστηρίου.

  1. Το μικτό ορκωτό δικαστήριο αποφασίζει μόνο για την κατηγορία και την κύρια ποινή. Κάθε άλλο ζήτημα ανήκει στην αρμοδιότητα των τακτικών δικαστών που αποφασίζουν χωρίς τη σύμπραξη των ενόρκων. 
  2. [Καταργείται].
  3. Σε κάθε περίπτωση που αναβάλλεται η εκδίκαση υπόθεσης σε άλλη δικάσιμο της ίδιας ή άλλης συνόδου του μικτού ορκωτού δικαστηρίου, γίνεται νέα συγκρότησή του.».

Άρθρο 78

Καθορισμός προθεσμίας συμπληρωματικής αιτιολογίας έφεσης εισαγγελέα – Τροποποίηση άρθρου 487 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 487 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθενται νέα εδάφια, δεύτερο και τρίτο, και το άρθρο 487 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 487

Αιτιολογία της ασκούμενης από τον εισαγγελέα έφεσης

Η άσκηση έφεσης από τον εισαγγελέα, κατά το προηγούμενο άρθρο, πρέπει να αιτιολογείται ειδικά και εμπεριστατωμένα στη σχετική έκθεση, άλλως απορρίπτεται ως απαράδεκτη.H αιτιολογία της έφεσης που ασκήθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα μπορεί να συμπληρωθεί εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών, η οποία αρχίζει από την καθαρογραφή της απόφασης. Στην περίπτωση του δευτέρου εδαφίου, συντάσσεται σχετική έκθεση.».

Άρθρο 79

Επανακαθαρισμός των ορίων του εκκλητού καταδικαστικής απόφασης- Τροποποίηση άρθρου 489 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 489 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στην περ. α) αντικαθίστανται αα) η λέξη «δύο (2)» από τη λέξη «πέντε (5)», αβ) οι λέξεις «δύο χιλιάδες (2.000)» από τις λέξεις «πέντε χιλιάδες (5.000)», αγ) οι λέξεις «δύο (2) μήνες» από τις λέξεις «τέσσερις (4) μήνες», β) στην περ. β) αντικαθίστανται βα) η λέξη «τέσσερις (4)» από τη λέξη «οκτώ (8)», ββ) οι λέξεις «τρεις χιλιάδες (3.000)» από τις λέξεις «οκτώ χιλιάδες (8.000)», βγ) οι λέξεις «τέσσερις (4)» από τις λέξεις «έξι (6)», γ) στην περ. ε) γα) αντικαθίστανται οι λέξεις «δύο (2)» από τις λέξεις «τριών (3)» και γβ) οι λέξεις «ενός (1)» από τις λέξεις «δύο (2)» και το άρθρο 489 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 489

Έφεση εναντίον καταδικαστικής απόφασης από τον κατηγορούμενο και τον εισαγγελέα

 Εκείνος που καταδικάστηκε και ο εισαγγελέας έχουν δικαίωμα να ασκήσουν έφεση: 

α) κατά της απόφασης του μονομελούς πλημμελειοδικείου, αν με αυτήν καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος σε φυλάκιση πάνω από πέντε (5) μήνες ή σε χρηματική ποινή πάνω από πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ ή σε παροχή κοινωφελούς εργασίας πάνω από διακόσιες σαράντα ώρες ή αν καταδικάστηκε σε οποιαδήποτε ποινή που συνεπάγεται την έκτιση άλλης ποινής φυλάκισης που είχε ανασταλεί και είναι μεγαλύτερη από τέσσερις (4) μήνες, 

β) κατά της απόφασης του τριμελούς πλημμελειοδικείου και της απόφασης του εφετείου για πλημμελήματα (άρθρα 111 παρ. 6), αν με αυτή καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος, πρόσωπο ιδιάζουσας δωσιδικίας ή συμμέτοχος ή δράστης συναφούς πλημμελήματος, σε ποινή φυλάκισης πάνω από οκτώ (8) μήνες ή σε χρηματική ποινή πάνω από οκτώ χιλιάδες (8.000) ευρώ ή σε παροχή κοινωφελούς εργασίας πάνω από τετρακόσιες ογδόντα (480) ώρες ή σε οποιαδήποτε ποινή που συνεπάγεται την έκτιση άλλης ποινής φυλάκισης που είχε ανασταλεί και είναι μεγαλύτερη από έξι (6) μήνες, 

γ) κατά της απόφασης του μονομελούς και τριμελούς δικαστηρίου ανηλίκων με την οποία καταδικάστηκε ο ανήλικος σε περιορισμό σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων ή επιβλήθηκαν σε αυτόν αναμορφωτικά ή θεραπευτικά μέτρα, 

δ) [Kαταργείται], 

ε) κατά της απόφασης του μικτού ορκωτού δικαστηρίου, του μονομελούς εφετείου και του τριμελούς εφετείου με την οποία καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος σε ποινή στερητική της ελευθερίας διάρκειας τουλάχιστον τριών (3) ετών για κακούργημα ή τουλάχιστον δύο (2) ετών για πλημμέλημα.».

Άρθρο 80

Ανασταλτική δύναμη έφεσης – Τροποποίηση παρ. 8 άρθρου 497 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στην παρ. 8 του άρθρου 497 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) το τρίτο εδάφιο τροποποιείται με την προσθήκη της φράσης «ή αν κατά τον χρόνο της αναστολής εκτέλεσης, ασκηθεί ποινική δίωξη κατά του καταδικασθέντος ή καταδικασθεί για κακούργημα ή πλημμέλημα που επισύρει ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών (3) μηνών για πράξη που τέλεσε ο κατηγορούμενος κατά τον χρόνο της αναστολής» μετά από τη φράση «Αν παραβιαστούν οι όροι που τέθηκαν», β) προστίθεται τέταρτο εδάφιο και η παρ. 8 διαμορφώνεται ως εξής:

«8. Τότε μόνο δεν χορηγείται ανασταλτικό αποτέλεσμα κατά την παρ. 4 στην έφεση ή απορρίπτεται η αίτηση αναστολής εκτέλεσης της πρωτόδικης απόφασης, όταν κρίνεται αιτιολογημένα ότι οι περιοριστικοί όροι δεν αρκούν και ότι ο κατηγορούμενος δεν έχει γνωστή και μόνιμη διαμονή στη χώρα ή έχει κάνει προπαρασκευαστικές ενέργειες για να διευκολύνει τη φυγή του ή κατά το παρελθόν υπήρξε φυγόποινος ή φυγόδικος ή κρίθηκε ένοχος για απόδραση κρατουμένου ή παραβίαση περιορισμών διαμονής, εφόσον από τη συνδρομή των παραπάνω στοιχείων προκύπτει σκοπός φυγής ή κρίνεται αιτιολογημένα ότι αν αφεθεί ελεύθερος είναι πολύ πιθανό, όπως προκύπτει από προηγούμενες καταδίκες του για αξιόποινες πράξεις ή από τα συγκεκριμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της πράξης, να διαπράξει και άλλα εγκλήματα. Το δικαστήριο σε κάθε περίπτωση χορηγεί ανασταλτικό αποτέλεσμα ή αναστολή εκτέλεσης, αν αιτιολογημένα κρίνει ότι η άμεση έκτιση ή συνέχιση έκτισης της ποινής θα έχει ως συνέπεια υπέρμετρη και ανεπανόρθωτη βλάβη για τον ίδιο ή για την οικογένεια του. Αν παραβιαστούν οι όροι που τέθηκαν ή αν κατά τον χρόνο της αναστολής εκτέλεσης, ασκηθεί ποινική δίωξη κατά του καταδικασθέντος ή καταδικασθεί για κακούργημα ή πλημμέλημα που επισύρει ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών (3) μηνών, για πράξη που τέλεσε ο κατηγορούμενος κατά τον χρόνο της αναστολής, το αρμόδιο δικαστήριο αποφαίνεται, ύστερα από αίτηση του εισαγγελέα, για την άρση ή όχι της χορηγηθείσας αναστολής εκτέλεσης. Όσο διαρκεί η αναστολή, δεν χορηγείται εκ νέου ανασταλτική δύναμη, σε περίπτωση νέας καταδίκης σε ποινή φυλάκισης άνω του ενός (1) έτους για πράξη που τέλεσε ο κατηγορούμενος κατά τον χρόνο της αναστολής.».

Άρθρο 81

Δυνατότητα περιορισμού των εξεταστέων μαρτύρων στη δευτεροβάθμια δίκη – Τροποποίηση άρθρου 500 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 500 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στο τρίτο εδάφιο μετά από τη λέξη «μηνυτή» διαγράφονται οι λέξεις «και δύο τουλάχιστον μάρτυρες, τους πιο σημαντικούς από εκείνους που εξετάστηκαν στην πρωτόδικη δίκη», β) προστίθεται νέο τέταρτο εδάφιο, γ) στο νέο έκτο εδάφιο συγκεκριμενοποιούνται οι παραπομπές στο άρθρο 327, δ) προστίθεται νέο όγδοο εδάφιο και το άρθρο 500 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 500

Προπαρασκευαστική διαδικασία

Ο γραμματέας (άρθρο 474) οφείλει να στείλει στον αρμόδιο εισαγγελέα το πολύ μέσα σε τρεις (3) ημέρες την έκθεση για την έφεση, μαζί με τα υπόλοιπα έγγραφα, σύμφωνα με το άρθρο 499, διαφορετικά τιμωρείται πειθαρχικά. Αν ο κατηγορούμενος κρατείται σε άλλο μέρος, ο εισαγγελέας διατάσσει τη μεταφορά του στις φυλακές της έδρας του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου. Κατόπιν κλητεύει εμπρόθεσμα (άρθρο 166) εκείνον που ασκεί την έφεση και όλους τους άλλους διαδίκους που παραστάθηκαν στην πρωτόδικη δίκη, τον παθόντα και τον μηνυτή. Μπορεί επίσης, να κλητεύσει τους πιο σημαντικούς μάρτυρες από εκείνους που εξετάστηκαν στην πρωτόδικη δίκη, εκτός αν κρίνει ότι η υπόθεση μπορεί να εκδικαστεί με μόνη την ανάγνωση των καταθέσεών τους σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο του άρθρου 502. Μπορεί επίσης, να κλητεύσει νέους μάρτυρες που δεν εξετάστηκαν στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 και οι παρ. 2 και 3 του άρθρου 327 εφαρμόζονται και σε αυτήν την περίπτωση. Επίσης εφαρμόζονται και οι διατάξεις των άρθρων 321, 325, 326 και 328. Σε κάθε περίπτωση το δικαστήριο μπορεί να παραγγείλει την κλήτευση των μαρτύρων που εξετάστηκαν στην πρωτόδικη δίκη και δεν κλητεύτηκαν κατά την κρίση του εισαγγελέα, αν η εξέτασή τους στο ακροατήριο είναι αναγκαία για την ασφαλή διάγνωση της κατηγορίας. Στην κλήση αναφέρεται ρητά ότι, αν ο κατηγορούμενος δεν εμφανιστεί ή δεν εκπροσωπηθεί νομίμως από συνήγορο στη δικάσιμο ή στη μετ’ αναβολή αυτής συζήτηση, η έφεσή του θα απορριφθεί ως ανυποστήρικτη. Σε περίπτωση έφεσης του εισαγγελέα εφαρμόζεται αναλόγως η παράγραφος 4 του άρθρου 340. Όταν ο κατηγορούμενος κρατείται με βάση την εκκαλούμενη απόφαση, ο ορισμός δικασίμου για την εκδίκαση της έφεσης γίνεται κατ` απόλυτη προτεραιότητα. Στην περίπτωση άσκησης έφεσης κατά αθωωτικής απόφασης που επιβάλλει μέτρο θεραπείας, σύμφωνα με το άρθρο 69 του ΠΚ, καθώς και κατά απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου που διατάσσει την παράταση του μέτρου σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 70 του ΠΚ, ο ορισμός δικασίμου από τον αρμόδιο εισαγγελέα γίνεται υποχρεωτικά σε ημέρα που δεν απέχει περισσότερο από τρεις (3) μήνες από τη διαβίβαση των εγγράφων σε αυτόν.».

Άρθρο 82

Έξοδα σε βάρος των κατηγορουμένων που καταδικάστηκαν. – Τροποποίηση άρθρου 577 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 577 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) αντικαθίσταται η παρ. 2, β) προστίθεται παρ. 3 και το άρθρο 577 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 577

Έξοδα σε βάρος των κατηγορουμένων που καταδικάστηκαν

  1. Κάθε κατηγορούμενος που καταδικάζεται σε ποινή καταδικάζεται ταυτόχρονα με την ίδια απόφαση και στα έξοδα της ποινικής διαδικασίας.
  2. Το ποσό των εξόδων ορίζεται με την καταδικαστική απόφαση και το ύψος τους καθορίζεται ως εξής: 

α) επί αποφάσεων Μονομελούς Πλημμελειοδικείου, από διακόσια (200) μέχρι τετρακόσια (400) ευρώ,

β) επί αποφάσεων Τριμελούς Πλημμελειοδικείου, από εξακόσια (600) μέχρι χίλια πεντακόσια (1.500) ευρώ,

γ) επί αποφάσεων Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, από χίλια εξακόσια (1.600) μέχρι τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ,

δ) επί αποφάσεων Μονομελούς Εφετείου, από οκτακόσια (800) μέχρι δύο χιλιάδες (2.000) ευρώ,

ε) επί αποφάσεων Τριμελούς Εφετείου, από χίλια διακόσια (1.200) μέχρι τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ,

στ) επί αποφάσεων Μικτού Ορκωτού Εφετείου, από δύο χιλιάδες (2.000) μέχρι τέσσερις χιλιάδες (4.000) ευρώ,

και μπορεί να αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.

  1. Για τον υπολογισμό του ύψους των εξόδων λαμβάνεται υπόψη εάν η διαδικασία, συμπεριλαμβανομένης και της προδικασίας, υπήρξε δαπανηρή για το δημόσιο, ιδίως λόγω της μακροχρόνιας διάρκειας διεξαγωγής της δίκης ή της κυρίας ανακρίσεως, της διενέργειας πραγματογνωμοσύνης και των κλήσεων σημαντικού αριθμού μαρτύρων.».

Άρθρο 83

Έξοδα σε περίπτωση απόρριψης ενδίκων μέσων, ενστάσεων και αιτήσεων – Τροποποίηση άρθρου 578 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 578 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στην παρ. 1 οι λέξεις «τα έξοδα» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ή αναστολής εκτέλεσης (άρθρα 472 και 497), τα έξοδα, που ισούνται με το μέγιστο ποσό αποφάσεως του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 577», β) στην παρ. 2 προστίθενται οι λέξεις «ή για κάθε άλλη αίτηση ενώπιον δικαστηρίου,» και το άρθρο 578 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 578

Έξοδα σε περίπτωση απόρριψης ενδίκων μέσων, ενστάσεων και αιτήσεων

  1. Όταν η απόφαση απορρίπτει εξ ολοκλήρου την έφεση ή την αίτηση αναίρεσης ή επανάληψης διαδικασίας ή ακύρωσης της απόφασης (άρθρο 430) ή ακύρωσης της διαδικασίας (άρθρα 341 και 435), ή αναστολής εκτέλεσης (άρθρα 472 και 497), τα έξοδα, που ισούνται με το μέγιστο ποσό αποφάσεως του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 577, επιβάλλονται σε καθέναν από εκείνους που άσκησαν το ένδικο μέσο ή την αίτηση.
  2. Όταν με την απόφαση απορρίπτονται ενστάσεις ή άλλες αιτήσεις που υποβάλλονται από οποιονδήποτε διάδικο κατά τη διάρκεια της συζήτησης ποινικών υποθέσεων, ή για κάθε άλλη αίτηση ενώπιον δικαστηρίου, δεν επιβάλλονται έξοδα.».

Άρθρο 84

Έξοδα σε βάρος εκείνων που έκαναν ψευδή έγκληση ή μήνυση – Τροποποίηση άρθρου 580 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Στο άρθρο 580 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 τροποποιείται με τη διεύρυνση των περιπτώσεων επιβολής εξόδων σε βάρος εκείνων που έκαναν ψευδή έγκληση ή μήνυση με την προσθήκη της περίπτωσης της δικομανίας και την αντικατάσταση της λέξης «πειστούν» από τη λέξη «κρίνουν», β) η παρ. 2 τροποποιείται ως προς το ποσό των εξόδων που επιβάλλεται στην περίπτωση συνδρομής των προϋποθέσεων της παρ. 1, γ) στην παρ. 4 γα) στο πρώτο εδάφιο η λέξη «πειστεί» αντικαθίσταται από τη λέξη «κρίνει», οι λέξεις « ήταν εντελώς ψευδής και έγινε από δόλο» από τις λέξεις «προφανώς αβάσιμη στην ουσία της ή ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης ή εντελώς ψευδής και έγινε από δόλο ή βαριά αμέλεια ή από τάση δικομανίας, όπως αυτή προκύπτει από την υποβολή ασυνήθους αριθμού αβάσιμων προηγούμενων μηνύσεων ή εγκλήσεων του ίδιου προσώπου», γβ) στο δεύτερο εδάφιο η λέξη «εκείνο» αντικαθίσταται από τις λέξεις «το μέγιστο ποσό» και η λέξη «μονομελές» από τη λέξη «τριμελές», δ) επέρχονται νομοτεχνικές βελτιώσεις και το άρθρο 580 διαμορφώνεται ως εξής:

 

«Άρθρο 580

Έξοδα σε βάρος εκείνων που έκαναν ψευδή έγκληση ή μήνυση

  1. Τα δικαστικά συμβούλια και τα ποινικά δικαστήρια, όταν αποφαίνονται για υποθέσεις όπου η δίωξη έγινε με έγκληση ή με μήνυση, επιβάλλουν τα δικαστικά έξοδα σε βάρος καθενός από εκείνους που έκαναν τη μήνυση ή την έγκληση, αν κρίνουν ότι η μήνυση ή έγκληση ήταν εντελώς ψευδής και έγινε με δόλο ή βαριά αμέλεια ή από τάση δικομανίας, όπως αυτή προκύπτει από την υποβολή ασυνήθους αριθμού αβάσιμων προηγούμενων μηνύσεων ή εγκλήσεων του ίδιου προσώπου ή ότι παραμορφώθηκαν με αυτήν δολίως τα πράγματα, ώστε να δοθεί στην πράξη βαρύτερος χαρακτηρισμός ή να συμπεριληφθούν στην δίωξη πρόσωπα εντελώς αμέτοχα στην αξιόποινη πράξη. Η απαλλαγή ή η επιβολή πρέπει ειδικά να αιτιολογείται.
  2. Το ποσό των εξόδων που κατά την παρ. 1 επιβάλλεται από το δικαστήριο, σε βάρος καθενός από εκείνους που έκαναν ψευδή έγκληση ή μήνυση σύμφωνα με την παρ. 1, είναι ίσο με το διπλάσιο του μεγίστου ποσού που επιβάλλεται στον κατηγορούμενο που καταδικάζεται. Το ποσό των εξόδων που επιβάλλεται από το δικαστικό συμβούλιο είναι ίσο με το μέγιστο ποσό που επιβάλλεται από το αντίστοιχου βαθμού τριμελές δικαστήριο.
  3. Η διάταξη του άρθρου 577 παρ. 2 εφαρμόζεται ανάλογα και σε αυτήν την περίπτωση.
  4. Ο εισαγγελέας όταν αρχειοθετεί τη μήνυση (άρθρο 43) ή απορρίπτει την έγκληση (άρθρο 51) επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα σε βάρος του μηνυτή ή του εγκαλούντος, αν κρίνει ότι η μήνυση ή η έγκληση ήταν προφανώς αβάσιμη στην ουσία της ή ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης ή εντελώς ψευδής και έγινε από δόλο ή βαριά αμέλεια ή από τάση δικομανίας, όπως αυτή προκύπτει από την υποβολή ασυνήθους αριθμού αβάσιμων προηγούμενων μηνύσεων ή εγκλήσεων του ίδιου προσώπου. Το ποσό των εξόδων είναι ίσο με το μέγιστο ποσό που επιβάλλεται στον κατηγορούμενο που καταδικάζεται από το τριμελές πλημμελειοδικείο.».
  • 28 Δεκεμβρίου 2023, 23:15 | Παύλος Ανδρεάδης-Παπαδημητρίου

    Αντί επαναλήψεων, προσυπογράφω αφενός το πρότερο σχόλιο του Καθηγητή Θ. Δαλακούρα (http://www.opengov.gr/ministryofjustice/?c=35346), και αφετέρου το κείμενο που συντάχθηκε και έχει υπογραφεί από τη συντριπτική πλειονότητα των εν ενεργεία, ομοτίμων και αφυπηρετησάντων μελών ΔΕΠ των Τομέων Ποινικών & Εγκληματολογικών Επιστημών και των τριών Νομικών Σχολών της χώρας, το οποίο είναι διαθέσιμο στον κάτωθι σύνδεσμο:
    https://www.ertnews.gr/eidiseis/ellada/tin-antithesi-tous-sto-sxedio-nomou-tou-yp-dikaiosynis-ekfrazoun-me-psifisma-meli-dep-ton-nomikon-sxolon/?amp
    Όπως ορθά τονίζεται σε αυτό, «οι προτεινόμενες αλλαγές θίγουν βασικούς πυλώνες της δίκαιης δίκης, της αρχής του κράτους δικαίου και της αναζήτησης της αλήθειας, καθιστώντας προβληματική τη φιλελεύθερη και εγγυητική λειτουργία της ποινικής δίκης.»
    Προσθέτως, πρέπει ενδεικτικά να παρατηρηθούν και τα ακόλουθα:
    1. Η εισαγωγή ή επαύξηση παραβολών για την άσκηση δικαιωμάτων δικαστικής προστασίας (υποβολή αίτησης εξαίρεσης, έγκλησης, άσκηση οιονεί ενδίκων βοηθημάτων/μέσων – άρθρα 52, 55, 56, 72 ΣΧΝ) καθώς και ο άκρατος πολλαπλασιασμός των εξόδων της ποινικής διαδικασίας, τα οποία επιβάλλονται σε βάρος του καταδικασμένου (άρθρα 82-83 ΣχΝ) ή του μηνυτή/εγκαλούντος (άρθρο 84 ΣχΝ), καθιστούν ακόμη πιο δυσχερή την πρόσβαση στη δικαιοσύνη, τόσο των θυμάτων, όσο και των (πιθανών) δραστών, και τελικώς πλήττουν το δικαίωμα παροχής έννομης προστασίας που καθιερώνεται στο άρθρο 20 παρ. 1 Συντ.
    2. Με το άρθρο 65 ΣχΝ προβλέπεται η εισαγωγή άρθρου 238Α ΚΠΔ στο οποίο θα ρυθμίζεται η δυνατότητα εξ αποστάσεως λήψης της απολογίας του κατηγορουμένου εφόσον αυτός ή ο συνήγορός του «δεν αντιλέγει βάσιμα». Πρόκειται για διατύπωση που πιθανότατα θα δημιουργήσει πλείστα ερμηνευτικά ζητήματα.
    3. Με βάση το άρθρο 96 παρ. 1 Συντ., «Στα τακτικά ποινικά δικαστήρια ανήκει η τιμωρία των εγκλημάτων και η λήψη όλων των μέτρων που προβλέπουν οι ποινικοί νόμοι». Συνεπώς, τα ποινικά δικαστήρια δεν έχουν από το σύνταγμα τη δικαιοδοσία να επιβάλλουν πειθαρχικές ποινές. Με το άρθρο 74 ΣχΝ προβλέπεται δυνατότητα των ποινικών δικαστηρίων να επιβάλλουν τέτοιες ποινές σε «θορυβούντες ή ανυπάκουους» συνηγόρους, κατά προφανή θετική υπέρβαση της από το Σύνταγμα απονεμηθείσας εξουσίας τους.
    4. Το άρθρο 75 ΣχΝ επιχειρεί να «επιταχύνει» την ποινική δίκη με την προτεινόμενη τροποποίηση του άρθρου 343 ΚΠΔ, αφήνεται όμως ανέγγιχτη η σύστοιχη διάταξη του άρθρου 358 ΚΠΔ περί σχολιασμού των αποδείξεων. Σε κάθε περίπτωση η προτεινόμενη διάταξη δεν εξυπηρετεί την ανεύρεση της ουσιαστικής αλήθειας και τη ροή της διαδικασίας, καθώς είναι σαφές ότι όλοι οι παράγοντες της δίκης βρίσκονται σε καλύτερη θέση να αξιολογήσουν ένα αποδεικτικό μέσο, όσο ακόμη αυτό βρίσκεται ενώπιόν τους ή είναι «νωπό» στη μνήμη τους, παρά μετά το πέρας μιας -ενδεχομένως πολυήμερης- αποδεικτικής διαδικασίας.
    5. Η προτεινόμενη τροποποίηση του άρθρου 349 ΚΠΔ με το άρθρο 76 ΣχΝ είναι πολλαπλώς προβληματική. Πρώτον, πλήττει το από τo άρθρο 6 παρ. 3 εδ. γ’ ΕΣΔΑ προβλεπόμενο δικαίωμα του κατηγορουμένου, να παρίσταται στο ποινικό δικαστήριο με συνήγορο της επιλογής του. Δεύτερον, επιβάλλει την υποχρέωση καταβολής παραβόλου για την υποβολή αιτήματος αναβολής της δίκης, για λόγους που κατ’ ουσίαν συνιστούν «ανωτέρα βία» (έτερη επαγγελματική υποχρέωση του συνηγόρου). Πρόκειται για διάταξη που παράγει αποκλειστικά «πολιτικό κεφάλαιο», ουδόλως αποσκοπεί στην επιτάχυνση της δίκης και παραβλέπει ότι στην πράξη, τα δικαστήρια είχαν διαμορφώσει άριστα κριτήρια προκειμένου να διακρίνουν πότε τα αιτήματα αυτά είχαν πραγματικό υπόβαθρο, και πότε υποβάλλονταν καταχρηστικά. Τρίτον, πλήττει και την επαγγελματική ελευθερία των δικηγόρων αλλά και τη δυνατότητά αξιοπρεπούς βιοπορισμού του, δεδομένου ότι η σύμπτωση πολλαπλών δικών στην ίδια δικάσιμο κατά κανόνα δεν είναι επιλογή τους, αλλά και —για μεγάλο αριθμό συνηγόρων— ούτε και στοιχείο της καθημερινότητας του επαγγελματικού τους βίου.
    Μόλις που χρειάζεται να υπενθυμίσει κανείς ότι το μοντέλο της «μία μόνο αναβολής ανά υπόθεση» είχε δοκιμαστεί και στο παρελθόν (βλ. άρθρο 20 ν. 3904/2010, άρθρο 33 ν. 4055/2012) και ουδέποτε επέφερε τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, προεχόντως λόγω της έλλειψης διαθέσιμου ανθρώπινου δυναμικού και υποδομών (αιθουσών) αλλά και της διαρκούς υπερφόρτωσης των εκθεμάτων των ποινικών δικαστηρίων. Το γεγονός αυτό είχε ως συνέπεια αφενός να μην τηρείται στην πράξη η άστοχη αυτή επιταγή του νόμου περί μίας μόνον αναβολής, και αφετέρου αυτή να αμβλυνθεί νομοθετικά σε σύντομο σχετικά χρονικό διάστημα (βλ. άρθρα 93 παρ. 4 και 100 παρ. 2 ν. 4139/2013).
    6. Η περαιτέρω συρρίκνωση της αρμοδιότητας των Μικτών Ορκωτών Δικαστηρίων/Εφετείων αλλά και ειδικότερα, η συρρίκνωση των θεμάτων επί των οποίων συναποφασίζουν οι τακτικοί και λαϊκοί δικαστές που τα συγκροτούν, θέτουν ζητήματα συμβατότητας με τη διάταξη του άρθρου 97 παρ. 1 Συντ.
    7. Η κατ’ άρθρο 79 ΣχΝ αύξηση των ορίων του εκκλητού οδηγεί αφενός σε συρρίκνωση του από το 7ο πρόσθετο πρωτόκολλο της ΕΣΔΑ προβλεπόμενου δικαιώματος του καταδικασμένου, να κριθεί η υπόθεσή του και από δευτεροβάθμιο, ανώτερο δικαστήριο, και αφετέρου στο απολύτως παράδοξο (και εξίσου πλήττον το ανωτέρω δικαίωμα), να υφίστανται στην ελληνική ποινική νομοθεσία αδικήματα, των οποίων η μέγιστη απειλούμενη από το νόμο ποινή, θα είναι εξ υπαρχής ανέκκλητη. Ειδικότερα, κατά το άρθρο 29 παρ. 1 εδ. α’ ν. 4139/2013, η κατοχή ναρκωτικών ουσιών αποκλειστικά για ατομική χρήση, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι πέντε (5) μηνών. Το άτοπο είναι προφανές, εφόσον το όριο του εκκλητού κατά αποφάσεων που εκδίδονται από το Μονομελές Πλημμελειοδικείο, θα ορισθεί σε ποινή φυλάκισης «πάνω από πέντε μήνες».
    8. Η συρρίκνωση της προφορικότητας της διαδικασίας στον δεύτερο βαθμό, όπως και η πρόβλεψη περί μη κλήσης των προανακριτικών υπαλλήλων-αστυνομικών στο ακροατήριο οποιουδήποτε ποινικού δικαστηρίου (άρθρα 63 και 81 ΣχΝ), πλήττουν προδήλως στο από το άρθρο 6 παρ. 3 εδ. δ’ της ΕΣΔΑ προβλεπόμενο δικαίωμα του κατηγορουμένου, να εξετάζει αυτοπροσώπως τους μάρτυρες κατηγορίας.
    Συμπερασματικά, οι προτεινόμενες τροποποιήσεις του ΚΠΔ πλήττουν σε ευρεία έκταση, θεμελιώδη δικαιώματα των διαδίκων της ποινικής δίκης (και όχι μόνο του κατηγορουμένου) και την ίδια την αρχή του κράτους δικαίου. Τυχόν δε ψήφιση και εφαρμογή τους θα επιφέρει, με πιθανότητα που αγγίζει την βεβαιότητα, επαναλαμβανόμενες και συστηματικές καταδίκες της χώρας μας από το ΕΔΔΑ. Ακόμη όμως και εάν κανείς παρέβλεπε προς στιγμήν τα προβλήματα αυτά, και πάλι θα παρατηρούσε ότι οι προτεινόμενες διατάξεις είναι κατά το μέγιστο μέρος απρόσφορες για την πραγμάτωση του επιδιωκόμενου σκοπού της «επιτάχυνσης» και «ποιοτικής αναβάθμισης» της ποινικής δίκης, λαμβανομένων υπ’ όψη α) των εγγενών περιορισμών της χώρας σε επίπεδο υποδομών και ανθρώπινου δυναμικού και β) της πολυπλοκότητας των ποινικών υποθέσεων, η κρίση της συντριπτικής πλειονότητας των οποίων από μονομελή όργανα, είναι συγκριτικά επισφαλής.

    Παύλος Ανδρεάδης-Παπαδημητρίου
    ΔΝ, Δικηγόρος

  • 28 Δεκεμβρίου 2023, 22:56 | Κ. Γιαννακόπουλος

    Στο άρθρο 238Α του Κωδικα Ποινικής Δικονομίας, υποβάλλω τα ακόλουθα σχόλια :
    Στην πρώτη παράγραφο του άρθρου αυτού νομίζω ότι σκόπιμο είναι να απαλειφθεί η λέξη «οπως » , αφού στη συνέχεια αναφέρονται όλα τα προς εξέταση πρόσωπα. Επίσης να απαλειφθεί η λέξη » διαδίκου » και να αντικατασταθεί με τη φράση » του παριστάμενου προς υποστήριξη της κατηγορίας «, καθότι στη συνέχεια αναφέρεται ξεχωριστά ο κατηγορούμενος.
    Νομίζω ότι η εξέταση του μάρτυρα, του πραγματογνώμονα, του τεχνικού συμβούλου και του παριστάμενου προς υποστήριξη της κατηγορίας θα μπορεί να αποφασιστεί κατόπιν αίτησης του, εκτός εάν ο ανωτέρω κρατείται σε κατάστημα ή χώρο κράτησης, οπότε η εξέταση του θα μπορεί να αποφασιστεί και αυτεπαγγέλτως. Μόνο του κατηγορουμένου θα πρέπει να αποφασίζεται κατόπιν αίτησης του ή αυτεπαγγέλτως, ανεξάρτητα από το εάν κρατείται ή όχι.
    Οι λόγοι που θα αποφασίζεται η από απόσταση εξέταση νομίζω ότι θα πρέπει να είναι μόνο : α) όταν συντρέχει λόγος αδυναμίας αυτοπρόσωπης εμφάνισης του προς εξέταση μάρτυρα, πραγματογνώμονα, τεχνικού συμβούλου, παριστάμενου προς υποστήριξη της κατηγορίας και κατηγορουμένου ή β) όταν η μεταγωγή του προς εξέταση μάρτυρα, πραγματογνώμονα, τεχνικού συμβούλου, παριστάμενου προς υποστήριξη της κατηγορίας και κατηγορουμένου από το κατάστημα ή τον χώρο κράτησης του στο δικαστήριο ή στον ανακριτή ή στον ανακριτικό υπάλληλο θέτει σε κίνδυνο τη δημόσια ασφάλεια ή όταν συντρέχει κίνδυνος απόδρασης του προς εξέταση.
    Νομίζω ότι απο την τρίτη παράγραφο θα πρέπει να διαγραφεί το εδάφιο » Αποκλεισμός …του άρθρου 335 «. Και αυτό διότι είναι αμφίβολο εάν η διάταξη αυτή είναι σύμφωνη με το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ.
    Τέλος νομίζω ότι θα πρέπει να αναφέρεται στη διάταξη του άρθρου αυτή επίσης : α) η προθεσμία στην οποία θα μπορεί να υποβληθεί αίτηση από τον προς εξέταση μάρτυρα…. και κατηγορούμενο και η προθεσμία από την υποβολή της αίτησης, εντός της οποίας θα πρέπει να λαμβάνεται απόφαση επί της αίτησης από τον δικαστή ή τον ακριτικό υπάλληλο, ενώπιον του οποίου καλείται να εξεταστεί, β) ο χρόνος έναρξης της προθεσμίας, γ) στις περιπτώσεις που η εξέταση αποφασίζεται αυτεπαγγέλτως, η προθεσμία πριν από την ημερομηνία που έχει οριστεί για την εξέταση, μέσα στην οποία θα μπορεί να αποφασιστεί η από απόσταση εξέταση και δ) ότι η απόφαση που λαμβάνεται, είτε κατόπιν αίτησης, είτε αυτεπαγγέλτως, δεν προσβάλλεται με ένδικο βοήθημα.

  • 28 Δεκεμβρίου 2023, 21:47 | ΔΗΜΗΤΡΑ ΝΑΚΟΥ

    Σε μία από τις νέες τροποποιήσεις επιδιώκεται η απευθείας παραπομπή πλήθους υποθέσεων στο ακροατήριο, παραλείποντας την ενδιάμεση διαδικασία ενώπιον των δικαστικών συμβουλίων με το επιχείρημα ότι η προρηθείσα τροποποίηση θα επιφέρει την επιτάχυνση εκδίκασης των υποθέσεων.
    Ο ρόλος ωστόσο των δικαστικών συμβουλίων έχει αποδειχθεί ότι είναι ιδιαίτερα πολύτιμος, διότι τα δικαστικά συμβούλια αποτρέπουν την άσκοπη παραπομπή ορισμένων υποθέσεων στα βεβαρημένα δικαστήρια.

  • 28 Δεκεμβρίου 2023, 18:41 | ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΠ.

    ΟΧΙ ΣΤΙΣ ΠΟΛΛΕΣ ΑΝΑΒΟΛΕΣ

    ΟΧΙ ΣΤΗΝ ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ ΤΡΙΜΕΛΩΝ ΣΕ ΜΟΝΟΜΕΛΗ ΓΙΑ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΝΔΟΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΒΙΑΣ

    ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ ΣΤΟ ΠΙΝΑΚΙΟ ΓΙΑ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΝΔΟΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΒΙΑΣ

    ΝΑΙ ΣΤΟ ΑΚΑΤΑΔΙΩΚΤΟ ΤΩΝ ΚΑΤΑΓΓΕΛΟΝΤΩΝ ΠΟΥ ΔΙΑΠΙΣΤΏΝΟΥΝ ΕΝΔΟΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΒΙΑ

    ΝΑΙ ΣΤΟ ΝΑ ΜΗ ΘΕΩΡΟΥΝΤΑΙ ΤΡΙΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΟΙ ΔΗΜΟΣΙΟΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΙ,ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΙ,ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΚΤΛ

    ΟΧΙ ΣΤΙΣ ΠΟΙΝΕΣ ΜΕ ΑΝΑΣΤΟΛΗ,ΕΙΔΙΚΑ ΣΕ ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ

  • 28 Δεκεμβρίου 2023, 13:33 | Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία (Ε.Σ.Α.μεΑ.)

    Άρθρο 65
    Η παράγραφος 1 του Άρθρου 238Α «Εξέταση με τεχνολογικά μέσα» να τροποποιηθεί ως ακολούθως:

    «Άρθρο 238Α
    Εξέταση με τεχνολογικά μέσα
    1. Οποιαδήποτε κατάθεση κάθε προσώπου, όπως μάρτυρα, πραγματογνώμονα, τεχνικού συμβούλου, διερμηνέα ή διαδίκου, ανωμοτί εξηγήσεις ή απολογία κατηγορουμένου, μπορεί να διεξαχθεί με τη χρήση τεχνολογικών μέσων, προσβάσιμων στα άτομα με αναπηρία, χωρίς τη φυσική παρουσία του προσώπου αυτού, όταν υπάρχει σοβαρό κώλυμα εμφάνισης ή κίνδυνος από την αναβολή ή για την ασφαλή διεξαγωγή της διαδικασίας.

    Αιτιολόγηση: Σε ότι αφορά την εξέταση με τεχνολογικά μέσα, πρέπει να αναφέρεται ρητά στο άρθρο ότι τα τεχνολογικά μέσα θα είναι προσβάσιμα και στα άτομα με αναπηρία προκειμένου και αυτά να μπορούν να ασκήσουν το εν λόγω δικαίωμα τους σε ίση βάση με τους πολίτες χωρίς αναπηρία.

  • 27 Δεκεμβρίου 2023, 22:55 | ΑΡΣΙΣ Κοινωνική Οργάνωση Υποστήριξης Νέων

    ΓΕΝΙΚΟ ΣΧΟΛΙΟ: Θα πρέπει να προβλεφθεί ρητά η αποχή από την ποινική δίωξη για το αδίκημα της παράνομης εισόδου στην χώρα, όταν την πράξη φέρεται να την έχει τελέσει ασυνόδευτο παιδί.

    Άρθρο 55 Έγκληση του παθόντος – Τροποποίηση άρθρου 51 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

    ΣΧΟΛΙΟ: Να προβλεφθεί ρητά η απαλλαγή από την καταβολή παραβόλου, όταν αποδεικνύεται η απορία του εγκαλούντος, κατ΄αναλογία των διατάξεων της νομικής βοήθειας (Ν.3226/2004). Η απαλλαγή από την καταβολή του παραβόλου της έγκλησης θα πρέπει να ισχύει και σε όσες περιπτώσεις απαιτείται σχετικό παράβολο και η καταγγελλόμενη πράξη στρέφεται κατά ανηλίκου. Μια τέτοια πρόβλεψη είναι όχι μόνο κοινωνικά δίκαιη, αλλά και νομικά αναγκαία.

    Άρθρο 63 Πρόβλεψη εξαίρεσης εμφάνισης μαρτύρων στην ακροαματική διαδικασία – Προσθήκη παρ. 5 στο άρθρο 215 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

    ΣΧΟΛΙΟ: Με την παρούσα διάταξη καταργείται η προφορικότητα της ποινικής διαδικασίας και πλήττεται το δικαίωμα αποτελεσματικής υπεράσπισης του κατηγορουμένου. Εναλλακτικά, είναι δυνατόν να προβλεφθεί η εξέταση κατά το Άρθρο 65 με τεχνολογικά μέσα.

    Άρθρο 79 Επανακαθαρισμός των ορίων του εκκλητού καταδικαστικής απόφασης- Τροποποίηση άρθρου 489 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

    ΣΧΟΛΙΟ: Θεωρούμε ότι η αύξηση των ορίων του εκκλητού αποστερεί σημαντικά δικαιώματα του κατηγορουμένου. Η εμπειρία από παλιότερες αντίστοιχες νομοθετικές προβλέψεις δεν πιστεύουμε ότι έλυσαν τα προβλήματα, στα οποία αποσκοπεί το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο.

  • 27 Δεκεμβρίου 2023, 22:00 | Βασίλειος Γκουζάνης

    Είμαι δικηγόρος Αθηνών. Η προτεινόμενη «παράλειψη» εξέτασης των «μη ουσιωδών» μαρτύρων, η οποία προτείνεται για να μειώσει τη διάρκεια των ποινικών δικών, άν εξαιρέσουμε μία κατηγορία ποινικών δικών με πολλούς μάρτυρες όμως όχι αυτόπτες (δίκη πορτοφολάδων, δίκη κλοπών και διαρρήξεων κατά συρροήν) είναι ταυτόχρονα κερκόπορτα για την αποστέρηση από τον κατηγορούμενο, κρισίμων για την υπόθεσή του μαρτύρων.

    Υποστηριζόταν και υποστηρίζεται από την θεωρία, πως η ζωντανή μαρτυρική κατάθεση είναι η Κορωνίδα της αποδεικτικής διαδικασίας. Υιοθετείται η παλαιόθεν παρ΄ ημίν ισχύουσα άποψη αυτή, από το Ε.Δ.Δ.Α., το οποίο με πάγια νομολογία του θεσμοθετεί το δικαίωμα του κατηγορουμένου να απευθύνει ερωτήσεις προς τον μάρτυρα (ζωντανά εννοείται, όχι δι΄ αναγνώσεως της κατάθεσης στην προδικασία, όχι δι΄ αλληλογραφίας). Ο κατηγορούμενος έχει δικαίωμα «να αμφισβητεί και να ερωτά» («to challenge and to question») τον μάρτυρα, βλ. αντί πολλών ΕΔΔΑ Saidi κατά Γαλλίας στην § 43 του σκεπτικού, ΕΔΔΑ Asch κατά Αυστρίας στην § 27 του σκεπτικού, προς αποφυγή πλατειασμών δεν θα Σας παραθέσω περαιτέρω εξαντλητική νομολογία, απευθύνομαι προς επιστήμονες συναδέλφους μου.

    Επομένως θα με βρείτε αντίθετο στην πρόταση αυτήν, διότι ενώ δεν εισφέρει τίποτε το ουσιαστικό (η απαλλαγή περιττών μαρτύρων από την κατάθεση, ιδίως όταν δεν είναι αυτόπτες, μπορεί και σήμερα να γίνει από τον Πρόεδρο του δικάζοντος Δικαστηρίου πλην όμως, και κατά δυστυχή ταλαιπωρία των πολιτών-μαρτύρων, οι περισσότεροι ΔΕΝ ΤΟΛΜΟΥΝ να απαλλάξουν τους μάρτυρες), αντίθετα συντείνει στην κατάργηση στοιχειωδών δικαιωμάτων του κατηγορουμένου και θεσμικών κανόνων της ποινικής δίκης, στο όνομα μίας αμφίβολης «επιτάχυνσης».

    Για τον ίδιο λόγο είμαι αντίθετος και με τον θεσμό των μονομελών συνθέσεων στα Εφετεία. Το πρόβλημα της Δικαιοσύνης είναι η έλλειψη Δικαστών κατά κύριο λόγο, και η έλλειψη συνθέσεων κατά δευτερεύοντα λόγο.

    Η έλλειψη Δικαστών οφείλεται στην μακρόχρονη αβελτηρία και στο μη διορισμό ικανού αριθμού τούτων, και μόνο άμεσο βοήθημα θα ήταν η υιοθέτηση διορισμού για κάποια χρονική περίοδο, ενός αριθμού εμπείρων Δικηγόρων ως Δικαστών ή Παρέδρων (πράγμα που σε εμάς βρίσκει νομίζω και συνταγματικά προσκόμματα).

    Η έλλειψη συνθέσεων, ήγουν ΓΡΑΜΜΑΤΕΩΝ, οφείλεται στο ότι το Υπουργείο Δικαιοσύνης δεν πληρώνει τις ΥΠΕΡΩΡΙΕΣ άν η δίκη συνεχίσει μετά τις 15.00 η ώρα. Από το 1992 απ΄ ότι θυμάμαι, κήρυξαν οι Δικαστικοί Γραμματείς αποχή διαρκείας μέχρις ότου ο Υπουργός Δικαιοσύνης αποφασίσει να ενδώσει και να πληρώνει τις υπερωρίες τους. Η αποχή αυτή σίγουρα είναι η μακροβιώτερη απεργία του κόσμου, 30 έτη συναπτά. Άν λοιπόν θέλετε να επιταχυνθούν οι δίκες, παρατείνετε για 2 ώρες τη διάρκεια κάθε συνεδρίασης και πληρώστε τις 2 ώρες αυτές στο Γραμματέα.

    Άν δεν λυθούν αυτά τα δύο ζητήματα, όλες, μα απολύτως ΟΛΕΣ οι νομοθετικές παρεμβάσεις, είναι α-λυ-σι-τε-λείς. Άν ανατρέξετε στην Φυσική, μία σωλήνα με διατομή 10 εκατοστά του μέτρου, επιτρέπει την διέλευση το πολύ τόσου όγκου νερού στη μονάδα χρόνου. Ο μόνος τρόπος να περάσει πιο πολύ νερό, είναι η μεγαλύτερη διατομή της σωλήνας. Η παραβολή αυτή, μεταφερόμενη στα καθ΄ ημάς, σημαίνει πως ποτέ δε θα μπορέσει ο Νομοθέτης, όσες «παρεμβάσεις» και να κάνει, να επιταχύνει την Δικαιοσύνη άν δεν αυξήσει άμεσα αριθμό Δικαστών, και αριθμό Γραμματέων. Η ΜΕΙΩΣΗ του αριθμού των Δικαστών, και η μετατροπή των συνθέσεων σε μονομελείς, δεν είναι φάρμακο, είναι ένα κάκιστο και ήκιστο γιατροσόφι, μία διαπλάτυνση δρόμου από 2 λωρίδες κυκλοφορίας σε τρείς γενόμενη όχι με διαπλάτυνση, αλλά ζωγραφίζοντας στο δρόμο 3 στενές λωρίδες – χωρίς φυσικά αποτέλεσμα.

    Ευχαριστώ για την υπομονή να διαβάσετε το σχόλιό μου

  • 27 Δεκεμβρίου 2023, 22:01 | Μολώχ Καναανίτης

    Στο άρθρο 84 αλλάζει το άρθρο 580 Ποινικής. Στην παράγραφο 1 και 4 μιλάμε για μήνυση ή έγκληση που έγινε από τάση δικομανίας, όπως αυτή προκύπτει από την υποβολή ασυνήθους αριθμού αβάσιμων προηγούμενων μηνύσεων ή εγκλήσεων του ίδιου προσώπου.
    Ποιος είναι ο συνήθης αριθμός αβάσιμων προηγούμενων μηνύσεων ή εγκλήσεων, για να μπορούμε να μιλάμε για ασυνήθη;
    Στον ασυνήθη αριθμό αβάσιμων προηγούμενων μηνύσεων ή εγκλήσεων θα περιλαμβάνονται και αυτές που κρίθηκαν αβάσιμες γιατί τροποποιήθηκε η νομική διάταξη μετά την κατάθεσή τους;
    Σε ποιο στάδιο θα έχει πρόσβαση το δικαστικό συμβούλιο, τα ποινικά δικαστήρια ή ο εισαγγελέας στα στοιχεία που θα καθορίζουν αν το ίδιο πρόσωπο κατέθεσε ασυνήθη αριθμό αβάσιμων προηγούμενων μηνύσεων ή εγκλήσεων;
    Η διάταξη περιλαμβάνει τις διαδικασίες για τη διατήρηση της ακεραιότητας και της εμπιστευτικότητας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και τις διαδικασίες για την καταστροφή τους, παρέχοντας ως εκ τούτου επαρκείς εγγυήσεις κατά του κινδύνου κατάχρησης και αυθαιρεσίας, όπως προτρέπει η αιτιολογική σκέψη 33 της Οδηγίας 680/16;
    Κάποιος που κατέθεσε ασυνήθη αριθμό αβάσιμων προηγούμενων μηνύσεων ή εγκλήσεων όταν ήταν 18 χρονών θα απωλέσει εφ’ όρου ζωής, ακόμα και στα 60 του, το δικαίωμα να προσφύγει ενώπιον της ποινικής Δικαιοσύνης χωρίς να του επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα;
    Η διάταξη είναι εξ ορισμού λάθος, γιατί επιδιώκει να στιγματίσει, αντί να διδάξει τι σημαίνει να είναι κανείς καλός πολίτης. Η νομοθεσία θα πρέπει να αναδεικνύει τον καλύτερο εαυτό καθενός μας, όχι να περιμένει τον πολίτη στη γωνία με τον βούρδουλα στο χέρι όταν έχει επιδείξει την όποια συμπεριφορά προσπαθούμε να αποτρέψουμε. Η ασυμφωνία προτεινόμενης ποινής και κινήτρων συμπεριφοράς είναι εμβληματική της συλλογιστικής πρωϊνάδικου που εμποτίζει όλο το νομοσχέδιο.
    Μπορείτε να κάνετε καλύτερα.

  • Η προσέγγιση του ζητήματος της ενδοοικογενειακής βίας αποτελεί πρόκληση καθώς πολύ συχνά τα κίνητρα έχουν βάση σε προσωπικά ή επαγγελματικά συμφέροντα και σπανίως σε κοινωνική ευαισθησία.
    Απαιτούνται προτάσεις ισορροπημένες στην βάση της αίσθησης του δικαίου και ασφάλειας κυρίως όταν πρόκειται για γονείς ανηλίκων.

    Ο Ν. 3500/2006 αναφέρεται σε κάθε μορφή και πηγή βίας. Στην εφαρμογή του όμως αντιμετωπίζεται μόνο η σωματική βία ενώ η ψυχολογική βία δεν αντιμετωπίζεται λόγω ελλείψεως διαδικασιών. Ακόμα όμως και επί σωματικής βίας όταν κακοποιείται σωματικά ένα παιδί στη διάρκεια αργιών δεν υπάρχει ιατροδικαστής εφημερίας για παιδιά. Όταν είναι αναγκαία η ψυχιατρική ή παιδοψυχιατρική εξέταση από ιατροδικαστή για συναισθηματική και ψυχολογική βία δεν υφίσταται άμεση και έγκυρη διαδικασία.

    Επίσης πρέπει να αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά το θέμα των ψευδών καταγγελιών περί ενδοοικογενειακής βίας, που είναι μια μεθόδευση στα πλαίσια των δικών περί διαζυγίου και περί επιμέλειας των παιδιών. Πρέπει η έννοια της ενδοοικογενειακής βίας να πάψει να εργαλειοποιείται ώστε να διακρίνονται οι πραγματικά κακοποιητικές συμπεριφορές. Οι ψευδείς καταγγελίες, καταλήγουν σε βάρος των αληθινών θυμάτων. Η κοινωνία μας είναι ώριμη να ξεπεράσει το σχήμα άνδρας-κακοποιητής και γυναίκα-θύμα, υπάρχουν βίαιοι άνθρωποι, όχι βίαιο φύλλο.

    Επίσης οι ψευδείς καταγγελίες ειδικά περί δήθεν βίαιου γονέα, συνήθως πατέρα, πρέπει να τιμωρούνται αυστηρά διότι κυρίως αφορούν την επιμέλεια των παιδιών και καλύπτουν αποξενωτικές συμπεριφορές και νοοτροπίες. Βία είναι και η μεθόδευση της αποξένωσης ενός παιδιού από τον γονέα του και πρέπει να αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά.
    Υπάρχει επίσης ένας τεράστιος καταγεγραμμένος αριθμός παραβιάσεων επικοινωνίας γονέα -τέκνου αναφέρονται από την ΓΑΔΑ.(6000/έτος μόνο στην ΑΤΤΙΚΗ)

    Η ψυχική και συναισθηματική βία και μάλιστα σε ένα παιδί δεν είναι άξιο προσοχής ;
    Πως αποδεικνύεται όμως αυτή η μορφή βίας;
    Αν πιστεύουμε ότι είναι αόρατη αυτή η βία ας περιμένουμε να μεγαλώσουν αυτά τα παιδιά και να καταγράφουν σε άλλους αστυνομικούς κωδικούς.

    ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ:
    Άρθρο 86: Να προστεθεί η έννοια της γονεϊκής αποξένωσης – διαταραχής γονεϊκής σχέσης ως ψυχολογική βία σε βάρος ανηλίκου.
    ( Βία είναι και η μεθόδευση της αποξένωσης ενός παιδιού. Η απόδειξη να στηρίζεται αποκλειστικά σε ιατροδικαστική έκθεση παιδοψυχιάτρου δημοσίου λειτουργού με άμεσες ενέργειες επείγουσα εξέταση του παιδιού)

    Άρθρο 99 αρ 32Α αρ 1 : Να διαγραφεί η λέξη γυναικών θυμάτων και να αντικατασταθεί με θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας.

    (Επιτέλους πρέπει να γίνει κατανοητό ότι υπάρχουν και άντρες και παιδιά θύματα ενδοοικογενειακής βίας και θα πρέπει οι εξειδικευμένες δομές να υποστηρίζουν και άνδρες ,παιδιά ηλικιωμένους και ανεξάρτητα φύλου και ηλικίας θύματα ενδοοικογενειακής βίας)

    Άρθρο 89 : Άρθρο 7 : Να προστεθεί αρ 3 : Όποιος διαταράσσει την γονεϊκή σχέση κυρίως με την παρεμπόδιση επικοινωνίας ή άλλη αποξενωτική συμπεριφορά τιμωρείται με ποινή φυλακίσεως τουλάχιστον 6 μηνών.
    ( Η διατάραξη της γονεϊκής σχέσης εντάσσεται στην παράνομη βία κατά ανηλίκου . Δεδομένης της εκτόξευσης των παραβιάσεων δικαστικών αποφάσεων επικοινωνίας (στοιχεία ΓΑΔΑ μόνο στην Αττική ανέρχονται σε 6000 περίπου ετησίως )

    Άρθρο 99: Άρθρο 23 : Να προστεθεί στο τέλος του αρ 2 : … αναληθή αναφορά η οποία διαπιστώνεται με άμεση πραγματογνωμοσύνη.
    ( Η πραγματογνωμοσύνη να διατάσσεται προανακριτικά, ώστε να διαπιστώνεται η αλήθεια άμεσα και να μην χάνεται πολύτιμος χρόνος σε μακροχρόνιες δικαστικές διαδικασίες )

    Δ.Σ ΓΟΝ.ΙΣ.

  • 27 Δεκεμβρίου 2023, 16:51 | Θεοχάρης Δαλακούρας

    Οι ρυθμίσεις των άρθρων 49, 50, 51 και 60 του ΣχΝ που καταργούν το Πενταμελές Εφετείο, μεταφέροντας τη λειτουργική ύλη του στο Τριμελές Εφετείο, «συγκροτούμενο από πρόεδρο εφετών, αρχαιότερο από εκείνο που συμμετείχε στη σύνθεση που εξέδωσε την εκκαλούμενη απόφαση και δύο εφέτες», αντίκεινται ευθέως στο άρθρο 2 του 7ο πρωτόκολλου ΕΣΔΑ που θεσπίζει στην παρ. 1 «το δικαίωμα της επανεξέτασης από ανώτερο δικαστήριο της απόφασης με την οποία κηρύχθηκε ένοχος ή της απόφασης με την οποία του επιβλήθηκε ποινή». Ανώτερο δικαστήριο είναι σαφώς το συντιθέμενο από περισσότερους – ακόμα και ομοιόβαθμους – δικαστές δικαστήριο , δεν είναι όμως το συντιθέμενο απλώς από εμπειρότερους δικαστές. Με τη λογική αυτή το ΜΟΔ θα μπορούσε να συντίθεται από νεότερους πλημμελειοδίκες και το ΜΟΕ από εμπειρότερους.

    Η ρύθμιση του άρθρου 59 του ΣχΝ με την οποία διευρύνεται έτι περαιτέρω η αρμοδιότητα του Μονομελούς Εφετείου Κακουργημάτων αποτελεί δείγμα αδιέξοδης νομοθέτησης που θυσιάζει συλλήβδην την αξίωση για ορθή απονομή της δικαιοσύνης και την αξιοπιστία του συστήματος.
    Η πρόβλεψη του μονομελούς εφετείου ως δευτεροβάθμιου δικαστηρίου παραβιάζει επιπρόσθετα τόσο το άρθρο 14 παρ. 5 ΔΣΑΠΔ και το 7ο Πρόσθετο Πρωτόκολλο της ΕΣΔΑ που αξιώνουν για τη σύνθεση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου αριθμό δικαστών τουλάχιστον ίσο ή μεγαλύτερο σε σχέση με το πρωτοδίκως δικάσαν δικαστήριο και όχι απλώς υψηλόβαθμο δικαστή , όσο και γενικότερα την αρχή της δίκαιης δίκης που ενσωματώνει την αξίωση ορθοκρισίας και ενδελεχούς διερεύνησης της υπόθεσης από ανώτερο δικαστήριο.
    Αντιστοίχως, η ανάθεση της εκδίκασης των πλημμελημάτων προσώπων ιδιάζουσας δωσιδικίας από το μονομελές εφετείο σε πρώτο βαθμό διασπά τον κανόνα της ιδιάζουσας δωσιδικίας που θέλει αυξημένης εγγυητικής λειτουργίας δικαστήριο .

    Επί των άρθρων 54 και 69 ΣχΝ:Η ρύθμιση του άρθρου 54 του ΣχΝ που εξαλείφει την κατ’ άρθρο 43 παρ. 2 και παρ. 3 υποχρέωση του εισαγγελέα πλημμελειοδικών επί αρχειοθέτησης μήνυσης ή αναφοράς εκ μέρους του «να υποβάλει τη δικογραφία στον εισαγγελέα εφετών και να «αναφέρει σε αυτόν τους λόγους για τους οποίους δεν άσκησε ποινική δίωξη» θίγει την αξίωση ελεγξιμότητας της διαδικασίας και προωθεί ένα δικαιοκρατικά ευάλωτο μοντέλο ενισχυμένης, μονομερούς και μη ελεγχόμενης εισαγγελικής δράσης. Την αξίωση ελεγξιμότητας θίγουν επιπρόσθετα τόσο η πρόβλεψη στο ίδιο άρθρο για «συνοπτικά αιτιολογημένη» αρχειοθέτηση καταγγελίας όσο και η πρόβλεψη στο άρθρο 69 ΣχΝ για κατάργηση της υποχρέωσης γραπτής γνώμης Εισαγγελέα στις περιπτώσεις αιτήσεων αντικατάστασης προσωρινής κράτησης του άρθρου 291 παρ. 3 ΚΠΔ.
    Ως προδήλως ισοπεδωτική και διεκπεραιωτική κρίνεται η ρύθμιση του άρθρου 61 ΣχΝ που τροποποιεί το άρθρο 115 ΚΠΔ, παρέχοντας στο μονομελές πλημμελειοδικείο γενική αρμοδιότητα εκδίκασης όλων των πλημμελημάτων, εκτός από εκείνα που υπάγονται στην αρμοδιότητα του ΜΟΔ, των δικαστηρίων ανηλίκων, καθώς και των πλημμελημάτων σχετικών με την υπηρεσία του 12ου Κεφαλαίου του Ειδικού Μέρους του ΠΚ (δωροληψία – δωροδοκία, εμπορία επιρροής, κατάχρηση εξουσίας, παραβίαση οικιακού ασύλου, ψευδής βεβαίωση, νόθευση δικαστικού εγγράφου, παραβίαση δικαστικού απορρήτου, παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου, παράβαση καθήκοντος) και της ανθρωποκτονίας από αμέλεια (άρθρο 302 ΠΚ), που παραμένουν στην αρμοδιότητα του τριμελούς πλημμελειοδικείου. Η σκοπούμενη κατ’ αυτόν τον τρόπο επιτάχυνση προσκρούει στην πράξη στην αδυναμία διάθεσης πρόσθετων αιθουσών, πρόσθετων εισαγγελέων και πρόσθετων γραμματέων. Κυρίως όμως προσκρούει στις εγγυήσεις ορθοκρισίας, ολόπλευρης και σε βάθος έρευνας των υποθέσεων και στη συρρίκνωση των υπερασπιστικών δικαιωμάτων των κατηγορουμένων. Και τούτο γιατί η προαιρετική πλέον διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης για πλημμελήματα θα έχει ως προφανές αποτέλεσμα την αδυναμία έγκαιρης προβολής των ισχυρισμών του κατηγορουμένου και την άκριτη παραπομπή σε δίκη με ελλιπείς δικογραφίες. Προτείνεται εδώ ως αναγκαία λύση η υποχρεωτικότητα της προκαταρκτικής σε όλα τα πλημμελήματα μονομελούς που επισύρουν ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών μηνών. Εξάλλου, η κατάργηση ουσιαστικά του δικαιώματος του κατηγορουμένου για άσκηση προσφυγής κατά της απευθείας κλήσης για πλημμέλημα αρμοδιότητας μονομελούς πλημμελειοδικείου οφείλει να προβληματίσει επιπρόσθετα, αφού στον κύριο όγκο των πλημμελημάτων δεν θα υφίσταται πλέον έλεγχος της παραπομπής. Εντεύθεν προτείνεται και εδώ ως αναγκαία λύση η θέσπιση δυνατότητας προσφυγής κατά της απευθείας κλήσης σε όσα πλημμελήματα επισύρουν ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών μηνών.

    Η ρύθμιση του άρθρου 67 του ΣχΝ για επέκταση της δυνατότητας λήψης ειδικών ανακριτικών πράξεων και για το τιμωρούμενο στο άρθρο 211 ΠΚ πλημμέλημα των προπαρασκευαστικών πράξεων παραχάραξης είναι ευθέως δυσανάλογη και θα λειτουργήσει ως όχημα διεύρυνσης του πεδίου εφαρμογής των πράξεων αυτών σε επόμενα πλημμελήματα.

    Η ρύθμιση του άρθρου 68 του ΣχΝ για την κατάσχεση ψηφιακών δεδομένων, χωρίς φυσική πρόσβαση του ανακρίνοντος είναι δικαιοκρατικά επικίνδυνη, γιατί καθιστά δυσχερώς διαγνώσιμη την τήρηση των νομίμων διατυπώσεων κατάσχεσης.

    Επί του άρθρου 70 ΣχΝ
    Οι ρυθμίσεις του άρθρου 70 ΣχΝ για την ποινική διαπραγμάτευση κρίνονται ως άτολμες και περιέχουν μεμονωμένες συμπληρώσεις μικρής εμβέλειας. Επίσης, η προσθήκη 10ης παραγράφου στο άρθρο 303 ΚΠΔ για την άπαξ υποβολή του αιτήματος του κατηγορουμένου καθ’ όλα τα δικονομικά στάδια της ποινικής δίκης περιορίζει, αντί να διευρύνει την επιλογή της εναλλακτικής διαδικασίας, ενώ συνάμα συνδέεται και με παραβίαση της μυστικότητας της αποτυχούσας διαπραγμάτευσης. Με επιφυλάξεις οφείλει περαιτέρω να αντιμετωπιστεί η θεσπιζόμενη πρωτοβουλία ενεργοποίησης της διαδικασίας ποινικής διαπραγμάτευσης από τον εισαγγελέα κατά την ενδιάμεση διαδικασία, καθώς επωάζει κινδύνους εξαναγκαστικής αποδοχής της διαπραγμάτευσης, θέτοντας επιπρόσθετα ζητήματα αμεροληψίας επί μη αποδοχής της συμφωνίας.
    Τολμηρή και κυρίως αποτελεσματική μπορεί να είναι η υιοθέτηση μιας προσθήκης στα άρθρα 301 και 303 ΚΠΔ με ταυτόχρονη τροποποίηση στο άρθρο 105Β ΠΚ που θα εισάγει ευνοϊκότερες προϋποθέσεις υφ’ όρον απόλυσης όσων καταδικάστηκαν κατόπιν ποινικής διαπραγμάτευσης αλλά και ποινικής συνδιαλλαγής (λ.χ. 3/5 αντί 4/5, 2/5 αντί 3/5 ή 1/5 αντί 2/5). Η δυνατότητα απόλυσης υπό όρο με μικρότερο χρόνο έκτισης ποινής στα εγκλήματα που εκδικάζονται με ποινική συνδιαλλαγήη ή ποινική διαπραγμάτευση θα αποτελέσει ουσιώδες κίνητρο υπαγωγής υποθέσεων στη διαδικασία αυτή, επ’ ωφελεία τόσο του δικαστικού συστήματος που προωθεί την οικονομία της δίκης και την επιτάχυνση όσο και του σωφρονιστικού συστήματος που προωθεί την αποσυμφόρηση των δικαστικών φυλακών κατά τρόπο ειδικό, συνδέοντάς την με δημοσίου συμφέροντος προτάξεις και με την αρχή της αναλογικότητας.
    Η ρύθμιση του άρθρου 71 του ΣχΝ με την οποία θεσπίζεται η απευθείας κλήση στο ακροατήριο με τη σύμφωνη γνώμη του προέδρου εφετών σε όλα τα κακουργήματα των ειδικών ποινικών νόμων κρίνεται ως δικαιοκρατικά τορπιλιστική. Η συρρίκνωση του πεδίου εφαρμογής των δικαστικών συμβουλίων συνιστά περικοπή ελεγξιμότητας, αφού ο συγκεκριμένος τρόπος παραπομπής υποβαθμίζει τις αξιώσεις ενδελεχούς έρευνας του αντικειμένου της δίκης και ορθοκρισίας, μετακυλίωντας έτσι την επίλυση ουσιαστικών και δικονομικών ζητημάτων στο ακροατήριο με ό,τι σημαίνει αυτό για τον πολίτη και την ίδια τη Δικαιοσύνη.

    Όλως προβληματική και αντίθετη με την αξίωση ελεγξιμότητας των αποδείξεων είναι η προτεινόμενη με το άρθρο 63 ΣχΝ ρύθμιση που προσθέτει παρ. 5 στο άρθρο 215 ΚΠΔ, που ορίζει ότι «αστυνομικοί και λοιποί προανακριτικοί υπάλληλοι που έχουν καταθέσει στην προδικασία δεν καλούνται στο ακροατήριο αλλά αναγιγνώσκονται οι καταθέσεις τους…». Η ρύθμιση αυτή αντιγράφει την αντίστοιχη ρύθμιση για τους μάρτυρες επιθεωρητές, προωθώντας συντεχνιακά την υπεροχή των υπαλληλικών καθηκόντων έναντι της λειτουργίας της Δικαιοσύνης.
    Αντιστοίχως απαράδεκτη από δικαιοκρατική άποψη είναι η ρύθμιση του άρθρου 81 ΣχΝ που τροποποιεί το άρθρο 500 ΚΠΔ, προβλέποντας πλέον ότι στη δευτεροβάθμια δίκη η κλήτευση μαρτύρων είναι προαιρετική.
    Αμφότερες οι ρυθμίσεις των άρθρων 63 και 81 ΣχΝ αντίκεινται ευθέως στο άρθρο 6 παρ. 3 περ. δ΄ ΕΣΔΑ που κατοχυρώνει, μεταξύ άλλων, το υπερασπιστικό δικαίωμα του κατηγορουμένου να εξετάζει τους μάρτυρες κατηγορίας, αλλά και στην αξίωση ελέγχου της αξιοπιστίας των αποδεικτικών μέσων με σκοπό την ελεγξιμότητα του αποδεικτικού υλικού και την αποτροπή δημιουργίας εσφαλμένων εντυπώσεων στο δικαστήριο και ψευδούς πραγματικής βάσης . Στην περίπτωση του άρθρου 81 ΣχΝ επιπρόσθετα, αλλοιώνεται η φυσιογνωμία της δευτεροβάθμιας δίκης που καθίσταται περικεκκομένη δίκη, που υποβαθμίζει τόσο τα δικαιώματα των διαδίκων όσο και το διαγνωστικό καθήκον του δικαστηρίου (ολόπλευρη διερεύνηση της εκ νέου ερευνώμενης υπόθεσης).

    Άκρως προβληματική είναι, περαιτέρω η προωθούμενη με το άρθρο 79 ΣχΝ αύξηση των ορίων του εκκλητού των ποινικών αποφάσεων (άρθρο 489 ΚΠΔ, αφού οι πρόσθετοι περιορισμοί στα αρχικά όρια δεν εναρμονίζονται άνευ ετέρου και αυτόματα με τις διεθνείς δεσμεύσεις της έννομης τάξης μας.

    Ομοίως προβληματική και αναντίστοιχη προς το τεκμήριο αθωότητας είναι και η διάταξη του άρθρου 80 του ΣχΝ με την οποία τροποποιείται η παρ. 8 του άρθρου 497 ΚΠΔ και παρέχεται η δυνατότητα άρσης της χορηγηθείσας αναστολής με μόνη την άσκηση ποινικής δίωξης για αδίκημα για το οποίο απειλείται ποινή φυλάκισης τουλάχιστον 3 μηνών. Η ανατροπή εν προκειμένω του τεκμηρίου αθωότητας με μόνη την πιθανολόγηση της ενοχής και δη σε ένα τόσο πρώιμο στάδιο της δίκης που δεν αποκλείει επ’ ουδενί την αθώωση του κατηγορουμένου καθίσταται ασύμβατη με τη δικαιοκρατική αρχή και επωάζει προτιμωρήσεις και δυσανάλογες και αδικαιολόγητες επιβαρύνσεις.

    Στη ζώσα νομική πραγματικότητα της περιπλοκότητας και πολλαπλότητας των υποθέσεων η αξίωση για ενίσχυση των υποδομών απονομής, για εκσυγχρονισμό υπηρεσιών και δράσεων και για εμπέδωση των νέων εναλλακτικών θεσμών οφείλει να αποτελεί την κεντρική αξίωση, αντί μιας αβέβαιης επιτάχυνσης με περικοπές διαδικαστικών φάσεων, με αλλοιώσεις της αξιακής δομής της δίκης, με επεμβάσεις στη φιλελεύθερη φυσιογνωμία της, με νοθεύσεις της αρχής του φυσικού δικαστή και με συντεχνιακού χαρακτήρα ρυθμίσεις που διασπούν την ελεγξιμότητα του συστήματος.

  • 27 Δεκεμβρίου 2023, 15:05 | Δίκτυο για τα Δικαιώματα του παιδιού

    Στο άρθρο 98 αντικατάσταση του άρθρου 23 παρ. 1 προτείνεται να προστεθεί στους επαγγελματίες ο ψυχολόγος και κάθε επαγγελματίας που προσφέρει υπηρεσίες σε παιδιά.

    Αναγνωρίζουμε ως θετικό βήμα και σημαντική την πρόβλεψη για την προστασία των επαγγελματιών που έρχονται σε επαφή με παιδιά και παρέχουν υπηρεσίες, όταν αναφέρουν περιστατικά κακοποίησης. Ως φορέας παιδικής προστασίας αποτελούσε πάγιο αίτημα μας και ως εκ τούτου αναμένουμε την άμεση και πλήρη εφαρμογή του.

  • 27 Δεκεμβρίου 2023, 15:13 | Δίκτυο για τα Δικαιώματα του παιδιού

    Ως γενικό σχόλιο θα αναφέραμε ότι όταν η πράξη του αδικήματος της παράνομης εισόδου στη χώρα φαίνεται να έχει τελεστεί από ασυνόδευτο παιδί, προτείνεται η ρητή πρόβλεψη της αποχής από την άσκηση ποινικής δίωξης.

    Αναφορικά με το άρθρο 55 όταν ο εγκαλών είναι παιδί, δηλαδή άτομο κάτω των 18 ετών προτείνεται η απαλλαγή από την κατάθεση του ποσού της έγκλησης.

  • 27 Δεκεμβρίου 2023, 14:20 | Αντώνης Βόμβας, Πρωτοδίκης

    1. Επί του άρθρου 55 (τροποποίηση της διάταξης του άρθρου 51 ΚΠΔ):
    Η επιβολή παραβόλου για την υποβολή εγκλήσεως θέτει ουσιώδες εμπόδιο στην ενάσκηση του δικαιώματος δικαστικής προστασίας. Ο θεμιτός σκοπός της αποθάρρυνσης της υποβολής άσκοπων ή κακοπροαίρετων μηνύσεων (ο οποίος, ούτως ή άλλως, δεν είναι βέβαιο ότι θα επιτευχθεί με την προτεινόμενη ρύθμιση) δεν είναι δυνατόν να καταλήγει σε πρόσθετη επιβάρυνση των θυμάτων εγκληματικών πράξεων που στρέφονται στην πολιτεία για προστασία (για τον ίδιο σκοπό, άλλωστε, προβλέπεται η επιβολή δικαστικών εξόδων σε βάρος όσων υποβάλλουν προφανώς ψευδείς εγκλήσεις από το Δικαστήριο ή το δικαστικό συμβούλιο στο άρθρο 580 ΚΠΔ). Η προτεινόμενη ρύθμιση θα έχει ως αποτέλεσμα οι παθόντες μεγάλου αριθμού αδικημάτων, όπως, μεταξύ άλλων, αυτών της σωματικής βλάβης (308 παρ. 1 ΠΚ), της απειλής (333 παρ. 1 ΠΚ), της διατάραξης οικιακής ειρήνης (334 παρ. 1 ΠΚ), της προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας (337 παρ. 1 ΠΚ), της παραβίασης της υποχρέωσης διατροφής (358 ΠΚ), της εξύβρισης (361 ΠΚ), της υπεξαίρεσης (375 παρ. 1 και 2 ΠΚ), της απάτης (386 παρ. 1 ΠΚ), της καταδολίευσης δανειστών (397 παρ. 1 ΠΚ), της τοκογλυφίας (404 ΠΚ) κ.α., να πρέπει να αντιμετωπίσουν, πέραν της οδύνης, του φόβου, της ταλαιπωρίας και των κάθε μορφής συνεπειών του εγκλήματος, και το πρόσθετο βάρος της καταβολής του μη ευκαταφρόνητου ποσού των 100 ευρώ ως προϋπόθεση για την υποβολή έγκλησης, με συνέπεια την περαιτέρω θυματοποίησή τους και την αποθάρρυνσή τους από την προσφυγή στη Δικαιοσύνη. Ο διακηρυχθείς νομοθετικός σκοπός της αποσυμφόρησης των πινακίων δεν είναι δυνατόν να δικαιολογήσει επαρκώς τον εν λόγω υπέρμετρο περιορισμό στο δικαίωμα δικαστικής προστασίας για κάθε κατ’ έγκληση διωκόμενο έγκλημα.
    Χρήζουν εξέτασης οι εξής επιλογές:
    α) Η διατήρηση του υφιστάμενου καθεστώτος που δεν προβλέπει την υποχρέωση καταβολής παραβόλου για την υποβολή έγκλησης.
    β) Η διεύρυνση των εγκλημάτων, για τα οποία δεν απαιτείται η καταβολή παραβόλου (κατά την προτεινόμενη διάταξη), ώστε σε αυτά να περιληφθούν αδικήματα μη περιουσιακού χαρακτήρα που προσβάλλουν τα θεμελιώδη έννομα αγαθά της σωματικής ακεραιότητας και της προσωπικής ελευθερίας, όπως αυτά της σωματικής βλάβης (ιδίως της προκληθείσας με πρόθεση), της απειλής και της διατάραξης οικιακής ειρήνης.
    γ) Η πρόβλεψη της υποχρέωσης ή της δυνατότητας του Δικαστηρίου ή του δικαστικού συμβουλίου να διατάξει την επιστροφή του παραβόλου στον εγκαλούντα σε περίπτωση καταδίκης του εγκαλουμένου ή σε περίπτωση που αυτός απαλλαγεί αλλά δεν προκύπτει το προφανώς αβάσιμο της έγκλησης.

    2. Επί του άρθρου 76 (τροποποίηση της διάταξης του άρθρου 349 ΚΠΔ):
    Η πρόβλεψη στην προτεινόμενη διάταξη (που επαναλαμβάνει την προϊσχύσασα ρύθμιση) περί υποχρέωσης του Δικαστηρίου να ερευνήσει τη δυνατότητα διακοπής, προτού διατάξει την αναβολή της εκδίκασης, έχει καταστεί ουσιαστικά κενό γράμμα στην πράξη λόγω επίκλησης από τους συνηγόρους των διαδίκων ή τους διαδίκους στη μετά διακοπή δικάσιμο (πρώτη διακοπή για τα πλημμελήματα και δεύτερη διακοπή για τα κακουργήματα) της απόφασης του 2006 (ανανεωθείσας έκτοτε περισσότερες φορές και εξακολουθούσας να ισχύει) της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων (επικυρωθείσας από τους κατά τόπο αρμοδίους Δικηγορικούς Συλλόγους) περί αποχής των δικηγόρων στη μετά διακοπή δικάσιμο, με συνέπεια να αναβάλλεται η υπόθεση στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων (εφόσον δεν συντρέχει κίνδυνος παραγραφής, όπως αυτός ορίζεται από τις αποφάσεις περί αποχής των Δικηγορικών Συλλόγων) στη μετά διακοπή δικάσιμο λόγω αποχής δικηγόρων. Εξάλλου, η ρύθμιση δεν προσδιορίζει εάν η υποχρέωση του Δικαστηρίου να διερευνήσει πρώτα τη δυνατότητα διακοπής καταλαμβάνει και την αποχή των δικηγόρων που προβάλλεται ως λόγος αναβολής, ενώ η πρόβλεψη ότι δεν χωρεί δεύτερη αναβολή στην ίδια υπόθεση χρήζει διευκρίνισης, ώστε να καταστεί σαφές α) εάν καταλαμβάνει και τη, συχνότατη στην καθημερινή πρακτική, αναβολή κατ’ άρθρο 349 ΚΠΔ λόγω “ωραρίου” του Γραμματέως της έδρας, και β) εάν αφορά και την πρόβλεψη του άρθρου 349 παρ. 4 περί αναβολής λόγω αποχής δικηγόρων. Περαιτέρω, παρά την ύπαρξη σαφούς νομολογίας της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας σχετικά με τα κριτήρια νομιμότητας των αποφάσεων Δικηγορικών Συλλόγων για αποχή των δικηγόρων από τα καθήκοντά τους, ιδίως όταν αυτή προκηρύσσεται για αόριστο χρόνο ή για διάστημα που υπερβαίνει τον εύλογο χρόνο (ΟλΣτΕ 1466/2016, 2512/1997), και παρά την προφανή καθυστέρηση στην εκδίκαση των ποινικών υποθέσεων που προκαλείται, όταν η εκδίκαση μίας υπόθεσης αναβάλλεται επανειλημμένα λόγω αποχής δικηγόρων (βλ. αντί άλλων την καθυστέρηση της εκδίκασης των υποθέσεων πρώτου βαθμού, στις οποίες υπάρχει κατηγορία για παράβαση του άρθρου 187 ΠΚ με βάση την από τον Απρίλιο του 2022 απόφαση περί αποχής της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων), ο νομοθέτης δεν έχει παρέμβει για να θεσμοθετήσει ένα σαφές πλαίσιο για τον τρόπο που πρέπει να αντιμετωπίζονται τα συναφή αιτήματα αναβολής από τα ποινικά Δικαστήρια, ώστε να διασφαλίζεται η όσο το δυνατόν συντομότερη εκδίκαση των ποινικών υποθέσεων.
    Χρήζουν εξέτασης οι εξής επιλογές:
    α) Η ρητή συμπερίληψη και του αιτήματος αναβολής λόγω αποχής δικηγόρων στις περιπτώσεις κατά τις οποίες το Δικαστήριο υποχρεούται να ερευνήσει πρώτα τη δυνατότητα διακοπής προτού διατάξει την αναβολή της εκδίκασης.
    β) Η διευκρίνιση ως προς το εάν η απαγόρευση δεύτερης αναβολής καταλαμβάνει και την αναβολή λόγω “ωραρίου” και την αναβολή λόγω αποχής δικηγόρων.
    γ) Ο νομοθετικός προσδιορισμός των συνεπειών των αποφάσεων των Δικηγορικών Συλλόγων περί αποχής στην εξέλιξη της ποινικής δίκης και ειδικότερα η ρητή ρύθμιση του τρόπου αντιμετώπισης των σχετικών αιτημάτων που υποβάλλονται στο ποινικό Δικαστήριο, ιδίως στις περιπτώσεις που πρόκειται για αποφάσεις αποχής στη μετά διακοπή δικάσιμο ή αποχής για αόριστο χρόνο ή αποχής για διάστημα που υπερβαίνει τον εύλογο χρόνο, λαμβανομένης υπόψη και της σχετικής νομολογίας της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΟλΣτΕ 1466/2016, 2512/1997).
    Αντώνης Βόμβας, Πρωτοδίκης Αθηνών

  • 27 Δεκεμβρίου 2023, 11:45 | Δίκτυο Συνηγορίας για τα Δικαιώματα του Παιδιού – Child Rights Advocacy Network (CRAN)

    ΓΕΝΙΚΟ ΣΧΟΛΙΟ: Θα πρέπει να προβλεφθεί ρητά η αποχή από την ποινική δίωξη για το αδίκημα της παράνομης εισόδου στην χώρα, ότανι την πράξη φέρεται να την έχει τελέσει ασυνόδευτο παιδί.

    Άρθρο 55 Έγκληση του παθόντος – Τροποποίηση άρθρου 51 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

    ΣΧΟΛΙΟ: Να προβλεφθεί απαλλαγή από το παράβολο της έγκλησης, όταν η καταγγελλόμενη πράξη αφορά ανήλικο.

  • 27 Δεκεμβρίου 2023, 01:06 | Αναστασία

    Οπως ήταν αναμενόμενο, τα περισσότερα σχόλια αφορούν στο άρθρο 349 ΚΠΔ. Η νομοθετική πρόβλεψη, αν και ιδαίτερα αυστηρή στη διατύπωσή της, δεν φρονώ ότι θα επιφέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Πώς θα πρέπει να αντιμετωπιστεί το αίτημα 2ης αναβολής στο πρόσωπο μίας εγκυμονούσας συνηγόρου, που επίκειται να γεννήσει, ή στο πρόσωπο συνηγόρου που εισήχθη στο νοσοκομείο εκτάκτως ή που πρέπει να παραστεί σε κηδεία συγγενικού ή και προσφιλούς του προσώπου ? Πέραν τούτου, ένας εκ των σχολιαστών υπαινίχθηκε τον τρόπο που μπορεί να παρακμαφθεί η σχετική διάταξη, επικαλούμενος την παρ. 4 που προβλέπει ότι η αποχή των συνηγόρων είναι λόγος αναβολής. Θα ήταν ίσως προτιμότερο να προβλεφθεί μικρός αριθμός αναβολών, π.χ. 3, με διαβάθμιση κάθε φορά της σοβαρότητας του λόγου αναβολής, ώστε να αντιμετωπιστούν οι παραπάνω περιπτώσεις και ο κατηγορούμενος να έχει τη δυνατότητα να βρεί συνήγορο της αρεσκείας του.
    Πέραν τούτου, θα πρέπει να προβλεφθεί συγκεκριμένος χρόνος , ανάλογα με τη φύση της πράξης που δικάζεται, για να αναπτύξουν οι συνήγοροι τους νομικούς ισχυρισμούς τους καθώς και για την αγορευσή των εισαγγελέων και των συνηγόρων. Ενδεικτικά, στις πολυπρόσωπες δίκες, δεν εξυπηρετεί σε τίποτα 10 διαφορετικοί συνήγοροι, να αναπτύσσουν επί μακρόν ο καθένας με τον δικό του τρόπο τον ίδιο νομικό ισχυρισμό. Ούτε η αγόρευση καθίσταται ουσιαστικότερη και αποτελεσματικότερη επειδή είναι πολύωρη . Τα ίδια επιχειρήματα μπορούν να αναπτυχθούν με πλήρη σαφήνεια και επάρκεια και σε ορισμένο εκ των προτέρων χρόνο.
    Ακόμη, πρέπει να καταργηθεί η διάταξη του άρθρου 469 ΚΠΔ, που διαωνίζει, πολλές φορές αναιτίως, την ποινική δίκη. Είναι παράδοξο να εξαφανίζεται η απόφαση με την άσκηση της εφεσης και το δευτεροβάθμιο δικασήριο να μην μπορεί να καταστήσει χειρότερη τη θέση του κατηγορούμενου. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα όλων, όταν το πρωτοβάθμιο δικαστήριο χορηγεί αναστολή βάσει του ποινικού μητρώου και στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο έχει καταστεί αμετάκλητη καταδίκη του κατηγορούμενου. Τότε το δικαστήριο πρέπει να διατηρήσει την αναστολή της ποινής και στη συνέχεια απαιτείται η εκ νέου ενασχόληση της Εισαγγελίας και της γραμματείας με το ζήτημα αυτό, σπαταλώνται δηλαδή εργατοώρες χωρίς ουσιαστικό λόγο. Θεωρώ ότι η διάταξη αυτή απηχεί αντιλήψεις παλαιότερων ετών, που πλέον έχουν εξαλειφθεί.

    Τέλος, όσον αφορά το πολύ σοβαρό πράγματι πρόβλημα των ανθρώπων που υποβάλλουν μηνύσεις από τάση δικομανίας, θα πρέπει να τηρείται αρχείο υποβολής μηνύσεων/εγκλήσεων προκειμένου να μπορούν τα δικαστικά συμβούλια, ποινικά δικαστήρια ή εισαγγελείς να διαπιστώνουν το γεγονός αυτό, το οποίο θα τίθεται υπόψη τους μετά την εκφορά της κρίσης τους. Το δε ποσό των εξόδων θα πρέπει να προσδιορίζεται σε συνάρτηση και με τον αριθμό των υποβαλλόμενων μηνύσεων. Καθώς και δεν αρκεί απλά να βεβαιώνεται αλλά θα πρέπει να υπάρξουν ειδικές ρυθμίσεις για την είσπράξή του ώστε να λειτουργήσει πράγματι αποτρεπτικά για την υποβολή και άλλων αβάσιμων εγκλήσεων/μηνύσεων. Αλλως, εναλλακτικά, θα πρέπει να απορρίπτεται ως απαράδεκτη η έγκληση στην περίπτωση μη καταβολής των οφειλόμενων εξόδων και να μην ανατίθεται σε εισαγγελέα η μήνυση μέχρι την καταβολή των εξόδων αυτών.

  • Ευτυχώς κύριε Φλωρίδη του ΠΑΣΟΚ σε κυβέρνηση νέας Δημοκρατίας την καταγγελία για τον ΟΣΕ την έκαναν ανώνυμα

    https://www.euro2day.gr/news/economy/article/2201886/vary-kathgorhthrio-apo-thn-eyroph-gia-th-symvash-7.html

    Επίσης ενδεικτικά σου παραθέτω πολλές υπηρεσίες που δέχονται ανώνυμες καταγγελίες γιατί ξέρουν πόσο βρώμικη είναι η κατάσταση στην Ελλάδα αλλά τις οποίες ανώνυμες καταγγελίες δεν θα δέχεται η Ελληνική Δικαιοσύνη γιατί είπαμε δεν έχει πολύ χώρο μάλλον από τις «βιβλιοθήκες» που έλεγε και ο Βγενόπουλος:

    ΕΑΔΗΣΥ https://www.eaadhsy.gr/index.php/category-articles-eaadhsy/535-perigrafi-odigies-kai-chrisi-tis-platformas-whistleblowing

    Επιθεώρηση Εργασίας https://www.hli.gov.gr/asfaleia-kai-ygeia/ergazomenoi-asfaleia-kai-ygeia/katangelia/katangelia-3/

    ΑΑΔΕ https://www.aade.gr/sites/default/files/kataggelies/index.html

    ΕΑΔ https://aead.gr/complaints/

    ΥΠΑΝ https://www.mindev.gov.gr/%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%B1%CE%B3%CE%B3%CE%B5%CE%BB%CE%AF%CE%B5%CF%82-%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CF%84%CF%8E%CE%BD-2/%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%B1%CE%B3%CE%B3%CE%B5%CE%BB%CE%AF%CE%B5%CF%82-%CF%85%CF%80%CE%B7%CF%81%CE%B5%CF%83%CE%B9%CF%8E%CE%BD/

    ΣΔΟΕ https://www.minfin.gr/web/eidike-grammateia-sdoe

    ΑΔΑΕ http://www.adae.gr/ilektronikes-ypiresies/ypiresies-pros-polites/ypoboli-kataggelias-apo-ton-politi/

    ΔΟΑ https://www.astynomia.gr/elliniki-astynomia/eidikes-ypiresies/diefthynsi-oikonomikis-astynomias-d-o-a/diefthynsi-oikonomikis-astynomias-sychnes-erotiseis/

    και εσύ θέλεις να καταργήσεις τις ανώνυμες από την Ελληνική Δικαιοσύνη!!!!!

    Δεν πειράζει ελπίζω να συνεχίσει να στέλνει ο κόσμος στο email της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου eisaggeleasap@eisap.gr κοινοποιώντας σε δημοσιογράφους πάντα για να βλέπουμε τι πνίγεται στα συρτάρια!!!! Καλό είναι να δημοσιεύονται και οι καταγγελίες σε dummy λογαριασμούς στο twitter για να τις μάθει και όλη η Ελλάδα τι παίζει σε κάποια γραφεία!!!!!

    Μήπως έχουν απειληθεί από ψηλά ιστάμενους Δημόσιους λειτουργούς ανώνυμα καταγγέλλοντες ώστε να μην στέλνουν στο email της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου και έρχεται σε δύσκολη θέση ο Εισαγγελέας αν δεν έχει κάνει τίποτα σχετικό και συρτάριασε σοβαρές υποθέσεις και για αυτό καίγονται κάποιοι να περάσουν αυτό το νόμο έκτρωμα???

  • Άρθρο 84 Έξοδα σε βάρος εκείνων που έκαναν ψευδή έγκληση ή μήνυση – Τροποποίηση άρθρου 580 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

    Να ποσοτικοποιηθεί ο αριθμός του ασυνήθους αριθμού αβάσιμων προηγούμενων μηνύσεων ή εγκλήσεων ώστε να ξέρει κανείς επακριβώς τι ισχύει και όχι κάθε εισαγγελέας να λειτουργεί κατά το δοκούν!!!!

    Αλήθεια γιατί δεν μας λέει η Ελληνική Δικαιοσύνη πόσοι ανά άτομο πόσες τέτοιες περιπτώσεις υπάρχουν?? Μήπως γιατί είναι ανίκανη να εξάγει ένα τέτοιο νούμερο γιατί δεν έχει υποδομή αντίστοιχη παρότι έχουμε φτάσει στο 2023??

    Γιατί δεν υπάρχει αντίστοιχη μέτρηση για τους Εισαγγελείς που διαπιστώνεται ασυνήθης καθυστέρηση στη διερεύνηση μίας υπόθεσης, εεεεεεεε?

    Γιατί δεν μας λέει η Ελληνική Δικαιοσύνη πόσους ελέγχους έκανε το Συμβούλιο Επιθεώρησης των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων και των δικαστικών λειτουργών επί του συνόλου των μηνύσεων ή εγκλήσεων για να διαπιστώσει ότι δεν λαδώθηκαν Εισαγγελικοί Λειτουργοί για να καθυστερήσουν υποθέσεις ή να τις βάλουν στο αρχείο ώστε να δούμε αν οι αρχειοθετήσεις πράγματι έγιναν σωστά και ενδεχομένως ευθύνονται τρελοί δικομανείς ή είναι ανίκανη η Ελληνική Δικαιοσύνη να ελέγξει τα του οίκου της??????

    Μήπως το δείγμα ελέγχων του Συμβουλίου Επιθεώρησης των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων και των δικαστικών λειτουργών είναι τραγελαφικά ανεπαρκές και τελικά η Ελληνική Δικαιοσύνη δεν ελέγχεται????????

    Το ΣΔΟΕ όταν κάνει ελέγχους βρίσκει εως και 70% παραβατικότητα https://www.tharrosnews.gr/2013/08/%CF%83%CE%B4%CE%BF%CE%B5-%CF%83%CF%84%CE%BF-70%25-%CE%B7-%CF%80%CE%B1%CF%81%CE%B1%CE%B2%CE%B1%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%84%CE%B7%CF%84%CE%B1-%CF%83%CE%B5-%CF%80%CE%B5/

    Μήπως αντίστοιχη είναι η κατάσταση στα Δικαστήρια απλά δεν υπάρχουν ελεγκτές να την εντοπίσουν???

    Σε πλήθος σοβαρών αναφορών που έχω αναγκαστεί να υποβάλλω για οικονομικά εγκλήματα, είναι τραγική η κατάσταση του χρόνου που περνά χωρίς να γίνουν δίκες αλλά και αν ξεκινήσουν τις αναβολές που τρώνε!!!

    Για να παίξω τον δικηγόρο του διαβόλου μήπως κάτι συμβαίνει στην ευκολία που αποδέχονται οι δικαστές τα αιτήματα αναβολών?

  • 26 Δεκεμβρίου 2023, 18:29 | Αντώνης Δάγκας, δικηγόρος

    Απαραίτητο να προβλεφθεί η υποχρεωτική ύπαρξη του ποινικού μητρώου κάθε κατηγορούμενου σε κάθε δικαστήριο, διότι αλλιώς οι διατάξεις περί μετατροπής κλπ της ποινής θα μείνουν ανεφάρμοστες, όπως γινόταν και στο παρελθόν όταν ίσχυαν αντίστοιχες διατάξεις και τα δικαστήρια χορηγούσαν στους πάντες αναστολή της ποινής ελλείψει ποινικού μητρώου.

  • Άρθρο 185 Πίνακας πραγματογνωμόνων

    Δεν υπάρχει πιο τραγική κατάσταση από τις αμοιβές των πραγματογνωμόνων στην Ελλάδα!!!!! Κάποτε που έκανα την ηλιθιότητα να εμπλακώ, οι Εισαγγελικές Αρχές και το Υπουργείο Δικαιοσύνης ενέκριναν εξευτελιστικές αμοιβές εώς και 1 Ευρώ την ώρα, που έφτασα το θέμα μέχρι τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και δεν απάντησε ποτέ, παρότι έγραψα ξεκάθαρα ότι αν δεχόμουν αυτές τις αμοιβές ή βλαμμένος έπρεπε να είμαι ή να είχα λαδωθεί από κατηγορούμενους για να τους βγάλω καθαρούς με ψευδή έκθεση!!

    Γιατί δεν ασχολείται κανείς με το πως καθορίζονται οι αμοιβές των πραγματογνωμόνων????? Μήπως κάποιοι κάνουν τρελές δουλίτσες ως λαμόγια πραγματογνώμονες με εξευτελιστικές αμοιβές για να βγάζουν μαύρα από λαδώματα κατηγορούμενων ώστε να συντάσσουν ψεύτικες εκθέσεις και κανείς να μην μπαίνει φυλακή τελικά και η Ελληνική Δικαιοσύνη κλείνει τα μάτια της σε αυτό?

    Καθορίστε συγκεκριμένες εύλογες αμοιβές τώρα ειδάλλως οι ποινικοί πραγματογνώμονες που δέχονται εξευτελιστικές αμοιβές μάλλον κάπως αλλιώς συμπληρώνουν τα εισοδήματα τους και η Ελληνική Δικαιοσύνη δεν είναι χαζή καταλαβαίνει πολύ καλά τι συμβαίνει!!!!

    Ρίξτε μία ματιά για τους πραγματογνώμονες που αγαπά η ελληνική δικαιοσύνη στα εξής άρθρα!!! http://www.kathimerini.gr/156925/article/epikairothta/politikh/neoi-emplekomenoi-sthn-ypo8esh-mpoyrmpoylia

    Συνελήφθη πραγματογνώμονας για εκβίαση!!!!!
    https://www.voria.gr/article/sullipsi-dikastikou-pragmatognomona-gia-ekbiasi-kai-dorodokia

  • Όσο καλύτερος ένας Υπουργός τόσο καλύτεροι οι νόμοι που εισάγει!! Όσο πιο διεφθαρμένος και όπου φυσάει ο άνεμος ένας Υπουργός τόσο διεφθαρμένοι οι νόμοι που προωθεί. Ευτυχώς που μέχρι σήμερα υπήρχαν οι ανώνυμες καταγγελίες και πολύ σοβαρές υποθέσεις ξεκίνησαν βάσει αυτών. Κάνε κύριε Φλωρίδη μία αναζήτηση στο διαδίκτυο με τον όρο «ανώνυμη καταγγελία» και θα καταλάβεις τι είδους Υπουργός είσαι!!

    Στο εξωτερικό όλο και περισσότεροι θεσμοί επιβάλλουν την δυνατότητα καταγγελίας ανώνυμα και μάλιστα χρησιμοποιούν ειδικά συστήματα για να προφυλάσσουν την ανωνυμία γιατί όταν κάτι είναι πολύ σοβαρό κινδυνεύουν ζωές!!!!

    Ενδεικτικά θα αναφέρω ότι η Εθνική Αρχή Διαφάνειας https://aead.gr/tags/whistleblowing έχει υποχρεώσει οργανισμούς και εταιρείες να εφαρμόζουν υποχρεωτικά συστήματα προστασίας ανώνυμων καταγγελιών!!!!!!!

    Προφανώς η Ελληνική Δικαιοσύνη τρέμει στο μέλλον μήπως κάποιος διερευνήσει πόσο σοβαρές καταγγελίες έφτασαν στο email της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου και τι έκανε η Εισαγγελία με αυτές!!!!!! Προτείνω σε όλους να καταγγέλλουν σοβαρά περιστατικά στο σχετικό email που είναι eisaggeleasap@eisap.gr κοινοποιώντας σε δημοσιογράφους γιατί η Ελληνική Δικαιοσύνη μάλλον δεν έχει χώρο για να αρχειοθετεί καταγγελίες, ίσως γιατί διαβάζει πολλά «βιβλία» που έλεγε και ο μακαρίτης ο Βγενόπουλος, «βιβλιοθήκες»ολόκληρες!!!!!

    Ακυρώστε την αλλαγή στο Άρθρο 43 Έναρξη ποινικής δίωξης – Τρόποι κίνησης –Αρχειοθέτηση παράγραφος 5 ώστε οι ανώνυμες καταγγελίες να αποτελούν βάση έναρξης ποινικής έρευνας!!!

  • 26 Δεκεμβρίου 2023, 13:19 | Ευάγγελος

    Η προτεινόμενη τροποποίηση της διάταξης της ΚΠΔ 43 έχει ως εξής : «Στα κακουργήματα ή πλημμελήματα αρμοδιότητας τριμελούς πλημμελειοδικείου, καθώς και στα ΠΛΗΜΜΕΛΉΜΑΤΑ ΑΡΜΟΔΙΌΤΗΤΑΣ ΤΡΙΜΕΛΟΎΣ ΕΦΕΤΕΊΟΥ ( άρθρο 111 παρ. 6 ), κινεί την ποινική δίωξη μόνο εφόσον έχουν ενεργηθεί προκαταρκτική εξέταση ή αυτεπάγγελτη προανάκριση κατά το άρθρο 245 παρ. 2 και προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για την κίνησή της.». Η αναφορά στο άρ. 111 παρ. 6 είναι ΕΣΦΑΛΜΈΝΗ και παραπέμπει στην υπό τροποποίηση διάταξη, την ισχύουσα δηλαδή διάταξη ( : ΚΠΔ 111 παρ. 6 ), καθώς πλέον η υπό τροποποίηση πρόβλεψη για τα πλημμελήματα των προσώπων ιδιάζουσας δωσιδικίας δεν είναι στην ΚΠΔ 111 παρ. 6 αλλά στην ΚΠΔ 110 περ. δ’.

    Επομένως, ΠΡΈΠΕΙ, διορθούμενης της παραδρομής -αφού πλέον τα πλημμελήματα των προσώπων ΙΔΙΆΖΟΥΣΑΣ ΔΩΣΙΔΙΚΊΑΣ δεν θα εκδικάζονται από το ΤΡΙΜΕΛΈΣ ΕΦΕΤΕΊΟ αλλά από το ΜΟΝΟΜΕΛΈΣ ΕΦΕΤΕΊΟ ΚΑΚΟΥΡΓΗΜΆΤΩΝ- να επαναδιατυπωθεί ορθά η τροποποίηση της ΚΠΔ 43 ως εξής :

    «Στα κακουργήματα ή πλημμελήματα αρμοδιότητας τριμελούς πλημμελειοδικείου, καθώς και στα ΠΛΗΜΜΕΛΉΜΑΤΑ ΑΡΜΟΔΙΌΤΗΤΑΣ ΜΟΝΟΜΕΛΟΎΣ ΕΦΕΤΕΊΟΥ ΚΑΚΟΥΡΓΗΜΆΤΩΝ ( ΆΡΘΡΟ 110 ΠΕΡ. 4 ), κινεί την ποινική δίωξη μόνο εφόσον έχουν ενεργηθεί προκαταρκτική εξέταση ή αυτεπάγγελτη προανάκριση κατά το άρθρο 245 παρ. 2 και προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για την κίνησή της.»

  • 24 Δεκεμβρίου 2023, 19:29 | Μεσόγειος Απόγειος

    Το νομοσχέδιο προτείνει ότι το Μονομελές Πλημμελειοδικείο θα εκδικάζει την πλειοψηφία των ποινικών αδικημάτων, ακόμα και κάποιων με βαρύτατη κοινωνική απαξία. Μόλις ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών καταλήξει στο ότι συντρέχουν επαρκείς ενδείξεις ενοχής, συντάσσει ένα κλητήριο θέσπισμα και ο κατηγορούμενος παραπέμπεται στο ακροατήριο χωρίς καν να έχει ακουστεί.
    Επειδή ο κατηγορούμενος δεν πρέπει να στερηθεί το δικαίωμα να ακουστεί πριν παραπεμφθεί ενώπιον Δικαστηρίου, ιδιαίτερα σε υποθέσεις εξαιρετικά πολύπλοκες.
    Προς αντιστάθμιση των βαρύτατων συνεπειών που συνεπάγεται η ευθύτατη παραπομπή και λαμβανομένου υπόψη ότι ο Εισαγγελέας δεν διαθέτει το αλάθητο, προτείνεται να δοθεί στον κατηγορούμενο το δικαίωμα να ασκήσει την προσφυγή του άρθρου 322 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ενώπιον κάθε πλημμελειοδικείου.
    Άρθρο 72
    Προσφυγή κατά της απευθείας κλήσης – Τροποποίηση παρ. 1 και 2 άρθρου 322 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας
    Στο άρθρο 322 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) η παρ. 1 τροποποιείται με την επέκταση του δικαιώματος σε κάθε πλημμελειοδικείο, β) στην παρ. 2 βα) στο πρώτο εδάφιο επέρχονται νομοτεχνικές βελτιώσεις, ββ) προστίθεται νέο δεύτερο εδάφιο και οι παρ. 1 και 2 διαμορφώνονται ως εξής:
    1. Ο κατηγορούμενος που κλητεύθηκε απευθείας με κλητήριο θέσπισμα στο ακροατήριο του πλημμελειοδικείου έχει δικαίωμα, είτε αυτοπροσώπως είτε μέσω αντιπροσώπου, να προσφύγει στον αρμόδιο εισαγγελέα εφετών μέσα σε δέκα ημέρες από την επίδοση του κλητηρίου θεσπίσματος.
    2. Η προσφυγή ασκείται με τον τρόπο που προβλέπεται στο άρθρο 474. Αν η έκθεση γίνει ή το δικόγραφο κατατεθεί σε άλλο γραμματέα ή στον προϊστάμενο της προξενικής αρχής ή στον διευθυντή των φυλακών, ειδοποιείται αμελλητί ο γραμματέας της εισαγγελίας πρωτοδικών που εξέδωσε το κλητήριο θέσπισμα και του αποστέλλεται αμέσως η έκθεση ή το δικόγραφο. Αν η προσφυγή ασκείται μέσω αντιπροσώπου, το πληρεξούσιο ή επικυρωμένο αντίγραφό του προσαρτάται στην έκθεση ή στο δικόγραφο. Στην έκθεση ή το δικόγραφο πρέπει να διατυπώνονται και οι λόγοι για τους οποίους ασκείται η προσφυγή. Ο προσφεύγων υποχρεούται να καταθέσει παράβολο υπέρ του Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.) ποσού τριακοσίων πενήντα (350) ευρώ. Το ύψος του ποσού αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης. Αν δεν κατατεθεί το παράβολο, η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη από τον εισαγγελέα εφετών. Όταν η προσφυγή ασκείται από περισσότερους κατηγορουμένους, κατατίθεται μόνο ένα παράβολο. Σε περίπτωση που ο εισαγγελέας εφετών κάνει δεκτή την προσφυγή διατάσσει και την επιστροφή του παραβόλου στον καταθέσαντα αυτό. Εξαιρούνται από την υποχρέωση κατάθεσης παράβολου οι δικαιούχοι νομικής βοήθειας, όπως αυτοί προσδιορίζονται στο άρθρο 1 του ν. 3226/2004.».

  • 24 Δεκεμβρίου 2023, 09:09 | ΣΤΡΟΥΘΟΠΟΥ ΕΛΕΝΗ

    Συμφωνώ με το άρθρο 76 του του νομοσχεδίου του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας που αφορά τις δίκες οι οποίες δεν θα οδηγούνται πλέον σε παραγραφές (των αδικημάτων)

  • 24 Δεκεμβρίου 2023, 09:14 | ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΣΧΑΛΙΑΣ

    Συμφωνώ με το άρθρο 76 του του νομοχεδίου του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας που αφορά τις δίκες οι οποίες δεν θα οδηγούνται πλέον σε παραγραφές (των αδικημάτων)

  • 21 Δεκεμβρίου 2023, 17:37 | Δ. Παναγόπουλος

    Η διατήρηση των περιοριστικών όρων εμφάνισης σε αστυνομικό τμήμα εν έτει 2023, κάθε άλλο παρά τον επιδιωκόμενο σκοπό εξυπηρετεί!!!! Η υπογραφή μίας έκθεσης εμφάνισης στις 8:00 δεν αποτρέπει την επανάληψη αδικήματος την 10:00 ακόμα και σε άλλη περιφερειακή ενότητα!Οι διατάξεις εποχής ΄50 χάριν εντυπωσιασμού, οι οποίες μάλιστα επιφέρουν αντιστρόφως ανάλογα αποτελέσματα με την εξαντλητική γραφειοκρατία που επιφέρουν κάθε άλλο παρά το δημόσιο συμφέρον εξυπηρετούν, απλά μετακυλούν την ευθύνη έλλειψης χώρου κράτησης ή/και της αδιανόητης για τα δεδομένα της εποχής κωλυσιεργίας δικαστικών αρχών για την παραπομπή σε δίκη.
    Βραχιολάκι αποκλειστικά με 24ωρα καταγραφή σήματος GPS και έλεγχο των δεδομένων που θα καταγράφει σε περιπτώσεις διάπραξης αντίστοιχων αδικημάτων για να διαπιστωθεί αν ο δράστης είναι εγγύς του χώρου τέλεσης.

  • 21 Δεκεμβρίου 2023, 10:10 | Αντώνιος Μιχελόγγονας – Δικηγόρος

    1. Άρθρο 49 – Η κατάργηση του πενταμελούς εφετείου κακουργημάτων και η ανακατανομή που επέρχεται στις αρμοδιότητες μονομελούς και τριμελούς, όσο και αν υπαγορεύεται από τη λογική της δύσκολης συγκρότησης του πενταμελούς (και την καθυστέρηση που αυτή προκαλεί), υπάρχουν βάσιμες ανησυχίες ότι θα οδηγήσει σε μεγαλύτερα προβλήματα συγκρότησης των τριμελών ως δευτεροβάθμιων.

    2. Άρθρο 59 – Η αρμοδιότητα του μονομελούς κακουργημάτων παραμένει ανησυχητικά εκτεταμένη, δεδομένου ότι μιλάμε για ένα δικαστήριο που η ανεπάρκεια, ή ακόμα χειρότερα η κακή διάθεση, ενός μόνο ανθρώπου μπορεί να οδηγήσει έναν αθώο στη φυλακή.

    3. Άρθρο 55 – Η επαναφορά του παραβόλου ορθότερο θα ήταν να περιοριστεί σε συγκεκριμένα εγκλήματα (πχ εγκλήματα κατά της τιμής και εγκλήματα περί την απονομή της δικαιοσύνης) που αποδεδειγμένα επιβαρύνουν τα πινάκια δυσανάλογα σε σχέση με τις ποινές που επιβάλλουν, αντί να αποτελεί τον κανόνα και να είναι λίγες οι εξαιρέσεις.

    4. Άρθρο 63 – Δεδομένου ότι σε πλήθος υποθέσεως οι αστυνομικοί υπάλληλοι είναι επί της ουσίας οι μοναδικοί μάρτυρες, και έχει πολλές φορές παρατηρηθεί το φαινόμενο οι καταθέσεις τους κατά την προδικασία να είναι ανακριβείς ή προιόν αντιγραφής επικόλλησης (ειδικά σε υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας). Η αδυναμία εξέτασής τους στο ακροατήριο σε τέτοιες υποθέσεις πρακτικά εκμηδενίζει την υπερασπιστική δυνατότητα του κατηγορουμένου.

  • 20 Δεκεμβρίου 2023, 19:37 | Ερμής Παπουτσής

    Πρακτικό παράδειγμα όσον αφορά τους μονομελείς δικαστικούς σχηματισμούς.

    Την προσεχή άνοιξη πρόκειται να εκδικαστεί από Τριμελές Εφετείο Κακ/των της επικράτειας ποινική κατηγορία εις βάρος πολλών (άνω των 50) αλλοδαπών κατηγορουμένων. Η περ΄πτωση αυτή φαντάζει ακραία αλλά δεν είναι στην πραγματικότητα, καθώς λόγω των μεθόδων ανακριτικής διείσδυσης που εφαρμόζονται και ειδικά της άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών, είναι συχνό φαινόμενο στην πράξη να παραπέμπεται στο ακροατήριο πληθώρα κατηγορουμένων για την ίδια πράξη. Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις η πλειονότητα των υποθέσεων αυτόν θα παραπέμπεται σε μονομελή δικαστικό σχηματισμό.

    Ερτάσθε λοιπόν, πώς θα μπορέσει ο διακστής να διαμορφώσει ασφαλή δικανική πεποίθηση, μόνος του, γενικότερα αλλά και ειδικά σε τέτοιες υποθέσεις όπου ελλοχεύει ο κινδυνος του σφάλματος, άνευ συνδρομής των συναδέλφων του.

    Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις λοιπόν δημιουργείται ανασφάλεια δικαίου καθώς προκρίνεται η (υποτιθέμενη) επιτάχυνση έναντι της ποιότητας της δικαιοσύνης.

  • 19 Δεκεμβρίου 2023, 14:11 | ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΙΜΟΥΛΗΣ

    Καλησπέρα σας. Επί του άρθ. 55 του νέου Νόμου, παρακαλώ να μην περιληφθεί το παράβολο των εκατό (100) Ευρώ εις τα κατ’ έγκληση (δήλωση επιθυμίας ποινικής διώξεως) αγροτικά αδικήματα του Ν. 3585/2007, όπως ισχύει.

    Μετά τιμής
    ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΙΜΟΥΛΗΣ,
    τ. δημόσιος Κατήγορος
    Δασαρχείου-Αγροφυλακής Θεσσαλονίκης.

  • 18 Δεκεμβρίου 2023, 11:46 | ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΚΟΨΑΛΙΔΟΥ

    Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις είναι πραγματικά τραγικές. Έχετε την εντύπωση ότι η απονομή της δικαιοσύνης καθυστερεί λόγω των συνηγόρων ή λόγω των πολιτών? Υποβάλλουμε αιτήματα αναβολής, όταν υπάρχει σημαντικός λόγος και λαμβάνουμε νέα δικάσιμο για το επόμενο έτος !!! Τα πλημελλειοδικεία στην επαρχία συνεδριάζουν μία φορα την εβδομάδα (!!!) , με πινάκια φορτωμένα με 40 υποθέσεςι, από τις οποίες συνήθως δικάζονται οι δέκα ! Οι υποθέσεις αναβάλλονται ΩΣ ΕΠΙ ΤΟ ΠΛΕΙΣΤΟΝ λόγω ωραρίου. Οι πολίτες ταλαιπωρούνται με το να ερχονται ξανά και ξανά στις δικασίμους ως μάρτυρες και το δικαστήριο να μην γίνεται ΠΟΤΕ.
    1) Διορίστε δικαστές
    2) Διορίστε δικαστικούς υπαλλήλους
    3) Τα δικαστήρια ΔΕΝ ΝΟΕΙΤΑΙ να έχουν ωράριο. Δημιουργείστε δύο βάρδιες δικαστικών υπαλλήλων.
    4) Βάλτε ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΕΣ δικασίμους με λιγότερες υποθέσεις ανα ημέρα.
    Ούτε οι δικηγόροι αλλά ούτε και οι πολίτς ευθύνονται για αυτά τα χάλια. Αποφασίζετε να επιβάλλετε πρόστιμα με την μορφή ποινής (δικομανία), για να αποτρέψετε την προσφυγή στην δικαιοσύνη??? Θα πληρώνουμε παράβολα (οι δικηγόροι) αν έχουμε δύο υποθέσεις την ίδια ημέρα σε διαφορετικά σδικατήρια? Δώστε αναβολή ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ.
    Λύστε πρώτα τις παθογένειες του Δημοσίου, ΠΡΟΣΛΑΒΕΤΕ ΔΙΚΑΣΤΕΣ ΚΑΙ ΥΠΑΛΛΗΛΟΥΣ, ΟΡΙΣΤΕ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΕΣ ΔΙΚΑΣΙΜΟΥΣ, ΔΙΗΜΙΟΥΡΓΕΙΣΤΕ ΔΥΟ ΒΑΡΔΙΕΣ, και έπειτα απορρίψτε οσα αιτήματα αναβολών θέλετε, και επιβάλλετε πρόστιμα στους δικομανεις (!)

  • 18 Δεκεμβρίου 2023, 00:36 | Οδυσσέας

    Με το να δίνεις δικαίωμα μιας και δεν θα έχουν ποινές στους οικειους του γονέα που παραβιάζει δικαστικές αποφάσεις , μεγαλώνεις ένα ήδη τεράστιο πρόβλημα. Το ίδιο κι με τους εκπαιδευτικούς κτλ…
    Πρέπει να μπει στο επίκεντρο το παιδί!
    Η ψυχική του υγεία είναι μεγάλης σημασίας ! Κι είναι κάτι που χαλιεται όταν με διάφορες μεθοδευσεις ο γονέας που ασκεί επιμέλεια , προσπαθεί να χαλάσει την σχέση τέκνου με τον έτερο γονέα!
    Πλήρη εναρμόνιση του άρθρου 6 του ν 3500/2006 με το άρθρο 1532 ΑΚ περί ενδοικογενεικης βίας για να σταματήσει όλο αυτό!

  • 17 Δεκεμβρίου 2023, 21:00 | Αντώνιος Ζαπάντης, Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω

    Αποτελεί ντροπή για όλο το νομικό κόσμο η συγκεκριμένη πρόταση νόμου. Πλείστες αντισυνταγματικές διατάξεις, παράλογα παράβολα, ευθεία παραβίαση ενωσιακού δικαίου και φυσικά, ακόμη μια φορά, οι δικαστές στο απυρόβλητο. Το πρόβλημα κύριοι του υπουργείου, δεν αποτελούν οι δικηγόροι μόνο και οι «τακτικές» τους, αλλά και οι δικαστές. Πως είναι δυνατόν να αλλάζετε τα όρια του εκκλητού χωρίς καμία νομικά εμπεριστατωμένη άποψη; Πως είναι δυνατόν να επιβάλλετε παράβολο ύψους ποσού ευρώ 350,00€ για την εξέταση προσφυγής κατά απορριπτικής εισαγγελέα και θέσεως στο αρχείο; Αντιλαμβάνεστε ότι δεν θα υπάρχει δικαιοσύνη πολυεπίπεδα; Να μην εξετάζονται οι αστυνομικοί στο ακροατήριο; Αυτή τη στιγμή αποτελεί αναιρετικό λόγο και πάτε δια νόμου να πείτε τι; Ότι ο αστυνομικός θα καταθέτει μόνο προανακριτικά και τέλος; Όχι, να υποστεί την ποινική βάσανο, όπως ακριβώς και ο κατηγορούμενος. Τι είναι αυτές οι γελοιότητες; Πάμε το νομικό μας πολιτισμό σε μαύρα μεσαιωνικά χρόνια. Όνειδος οι διατάξεις συλλήβδην. Ντροπή.

  • 16 Δεκεμβρίου 2023, 20:51 | Χαράλαμπος Νυχτοπάτης

    Σε συνέχεια προηγούμενης ανάρτησης, υποβάλλω και τα εξής σχόλια:
    1) Ορθή η μεταβίβαση της αρμοδιότητας στο Μονομελές Πλημμελειοδικείο, ωστόσο υπάρχει κίνδυνος αύξησης των υποθέσεων που θα εισάγονται στο ακροατήριο ενόψει της δυνατότητας του Εισαγγελέα να κινήσει την ποινική δίωξη χωρίς προκαταρκτική. Απαραίτητο να προβλεφθούν σωρευτικά α) η αναγκαία προκαταρκτική εξέταση σε σημαντικά πλημμελήματα και β) και η γενναία αποποινικοποίηση ήσσονος σημασίας παραβάσεων που είτε δύνανται να αντιμετωπιστούν ως διοικητικές παραβάσεις είτε συνιστούν παραβίαση ενοχικών υποχρεώσεων.
    2) Για τον περιορισμό των αναβολών, δεν είναι αναγκαία η καταβολή παραβόλου ούτε ο αριθμητικός περιορισμός. Επαρκεί η πρόβλεψη αυστηρών αποδεικτικών περιορισμών ώστε να χορηγείται αναβολή σε όποιον πραγματικά έχει λόγο κάτι που όμως θα πρέπει να συμβαίνει και σε έχει τέτοιο λόγο πάνω από μία φορά. Η δικαστηριακή πραγματικότητα που δε δύναται να αγνοηθεί, απαγορεύει τις διακοπές της δίκης.
    3) Η εκδίκαση της έφεσης κατά απόφασης Τριμελούς Εφετείου από Πρόεδρο αρχαιότερο από αυτόν που δίκασε πρωτόδικα δεν θα είναι πάντα εφικτή, διότι με το πέρας των ετών θα έχουν μεσολαβήσει προαγωγές, μεταθέσεις και συνταξιοδοτήσεις μετά τις οποίες ίσως δεν θα υπηρετεί κατά το χρόνο εκδίκασης της έφεσης αρχαιότερος εφέτης από αυτόν που δίκασε.
    4) Η μη κλήση του προανακριτικού υπαλλήλου που έδωσε κατάθεση στην προδικασία, θίγει το δικαίωμα του κτγ να θέσει ερωτήσεις στο μάρτυρα και θα οδηγήσει σε (παρελκυστικά ή μη) αιτήματα αναβολής ώστε να κληθεί. Ορθότερη θα ήταν η τροποποίηση ώστε να είναι επιτρεπτή η ανάγνωση οποιουδήποτε μάρτυρα της προδικασίας που δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο εφόσον δεν αντιλέγει ο κτγ αντί της νυν διάταξης που μιλάει για ρητή συναίνεση του κτγ και έχει δημιουργήσει προβλήματα στις ερήμην δίκες.
    Ευχαριστώ πολύ, Χαράλαμπος Νυχτοπάτης, Πρωτοδίκης Πατρών

  • 15 Δεκεμβρίου 2023, 11:04 | Κ. Γιαννακόπουλος

    Εχω τη γνώμη ότι αναβολή της δίκης δεν πρέπει να προβλέπεται, παρά μόνο λόγω αποχής των δικηγόρων, για κρείσσονες αποδείξεις, για να διαταχθεί η βίαιη προσαγωγή ουσιώδους μάρτυρα και στις περιπτώσεις που ορίζονται με τις διατάξεις των άρθρων 59 και 60 του Κ.Π.Δ. Είναι γνωστό άλλωστε σε όλους μας ότι την τρίτη μετά από διακοπή δικάσιμο οι δικηγόροι ζητούν την αναβολή της δίκης, συμμορφούμενοι με τη σχετική απόφαση της Ολομέλειας των δικηγορικών Συλλόγων της χώρας, αίτημα το οποίο δεν μπορεί παρά να ικανοποιηθεί. Επίσης έχω ιδία άποψη ότι κατόπιν υποβολής αιτημάτων αναβολής από διαδίκους, υποθέσεις αναβάλλονταν, χωρίς το δικαστήριο να εξετάσει προηγουμένως τη δυνατότητα διακοπής της δίκης. Υπήρξαν δηλαδή δικαστές που συνειδητά παρανομούσαν για λόγους ευνόητους.

  • 14 Δεκεμβρίου 2023, 22:00 | σκέτο αβοκαντο

    Στο 57 τι πέταξες για να φτιαξεις το 59 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας? Το να λες ότι ο εισαγγελέας αναβάλλει με πράξη του κάθε περαιτέρω ενέργεια έως το τέλος της πολιτικής δίκης σημαίνει αρνησιδικία, μιας και την ίδια δυνατότητα έχει κι ο πολιτικός δικαστής με το 250 ΚΠολΔ. Ο ποινικός δικαστικός λειτουργός θα βλέπει αγωγή και θα βάζει την υπόθεση στην μπάντα, ο πολιτικός δικαστής θα βλέπει ποινική δίωξη και θα λέει «κάτσε να δούμε τι θα πει το ποινικό» και στο τέλος δεν θα δικάζει κανένας. Άσε που στο πολιτικό δικαστήριο αφήνεται η τύχη της υπόθεσης στους διαδίκους, άρα ο ισχυρός μπορεί να καταθέτει αγωγές SLAPP και να έχει όλα τα ατού στα χέρια του. Μόνο σωστό στη διάταξη το να καταργηθεί η υποχρέωση έγκρισης από τον εισαγγελέα του εφετείου.

  • 14 Δεκεμβρίου 2023, 13:40 | ΕΛΕΝΗ

    ΝΑ ΕΠΑΝΕΛΘΕΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 198 ΤΟΥ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΓΙΑ ΕΞΥΙΒΡΙΣΗ ΤΩΝ ΘΕΙΩΝ.

  • 13 Δεκεμβρίου 2023, 19:37 | Ερμής Παπουτσής

    Σχετικά με την κατά κανόνα εξαίρεση της προφορικής, επ’ακροατηρίω κατάθεσης όσων αστυνομικών έχουν δώσει μαρτυρική κατάθεση στην προδικασία.
    Πραγματικά φανταστική πρόβλεψη, πλην όμως εντελώς ΠΑΡΑΝΟΜΗ.
    Κατ’αρχάς η ΕΣΔΑ έχει θεσπίσει το ακριβώς αντίθετο ως κανόνα, ήτοι ότι «πας κατηγορούμενος έχει διακαίωμα (…) (δ) να εξετάση ή ζητήση όπως εξετασθώσιν οι μάρτυρες κατηγορίας και επιτύχη την πρόσκλησιν και εξέτασιν των μαρτύρων υπερασ΄πισεως υπό τους αυτούς όρους ως των μαρτύρων κατηγορίας».
    «Έξυπνα» σκεπτόμενος ο εμπνευστής της διάταξης θα αντιλέξει: » Μα ο κατηγορούμενος έχει δικαίωμα να εξετάσει τον μάρτυρα κατηγορίας. Αν δεν κληθεί ο αστυνομικός ως μάρτυρας κατηγορίας από τον Εισαγγελέα δε θεμελιώνεται το δικαίωμα εξέτασής του.
    Πλην όμως για το ΕΔΔΑ ο όρος «μάρτυρας» ερμηνέυεται αυτόνομα. Κατά την κρατούσα νομολογία λοιπόν, μάρτυρας είναι το πρόσωπο εκείνο, του οποίου η μαρτυρία τίθεται στη διάθεση του δικαστηρίου και λαμβάνεται υπόψη από αυτό, ασχέτως αν αυτή προκύπτει από την προφορική εξέταση στο ακροατήριο ή από την ανάγνωση της κατάθεσής του. Άρα από τη στιγμή που ο αστυνομικός καταθέτει έστω κατά την προδικασία, είναι μάρτυρας κατηγορίας.
    Σε κάθε περίπτωση,κατά το ΕΔΔΑ η εξέταση του μάρτυρα κατά την προδικασία δεν μπορεί να οδηγεί σε αποστέρηση του κατηγορουμένου από το δικαίωμά του να εξετάσει τους μάρτυρες κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο, αφού σε μια τέτοια περίπτωση οι διωκτικές αρχές θα υποκαθιστούσαν τα δικαστήρια, ενώ και το δικαστήριο θα στερέιτο της δυνατότητας να παρατηρήσει τις αντιδράσεις τους (Khayrov κ. Ουκρανίας 19157/2006, Melnikov κ. Ρωσίας 23610/2003, Sibgatulin κ. Ρωσίας 1413/2005.
    Το δικαίωμα του κατηγορουμένου δύναται να περιορισθεί μόνο για πολύ συγκεκριμένους λόγους. Αυτοί είναι ενδεικτικά η υπαιτιότητα του ιδίου του κατηγορουμένου ο οποίος είναι απών κατά την εξέταση του μάρτυρα (Artner Κ. Αυστρίας), τα κωλύματα εμφάνισης ή εξέτασης του μάρτυρα όπως ο θάνατος, η ασθένεια, το άγνωστο της διαμονής του ή η άρνηση έκδοσής του από τρίτη χώρα όπου κρατείται (Mielke κ. Γερμανίας, Wester κ. Σουηδίας, Isgro κ. Ιταλίας κ.α). Άλλοι λόγοι αποτελούν η άσκηση του δικαιώματος άρνησης σε μαρτυρία, η άσκηση του δικαιώματος σε μη αυτενοχοποίηση ή η ανάγκη προστασίας του ίδιου του μάρτυρα.
    Καλά μαντέψατε, ο αστυνομικός δεν ανήκει σε καμία απο τις παραπάνω κατηγορίες.
    Οπότε οι αστυνομικοί μπορεί να μην έρχονται στις δίκες, αλλά οι καταδίκες από το ΕΔΔΑ θα έρχονται σωρηδόν.

  • 12 Δεκεμβρίου 2023, 16:38 | Un Avvocato

    Οι ρυθμίσεις στην δικονομία είναι επιεικώς τραγικές.

    Άρθρα 49, 50 51 59 60 61
    Αν θέλετε σώνει και καλά να κάνετε οικονομία δικαστών τότε θα έπρεπε όλα τα κακουργήματα να πηγαίνουν στο μονομελές και οι εφέσεις στο τριμελές και μόνο όταν προβλέπεται η ποινή της ισόβιας κάθειρξης να είναι τριμελές εφετείο στο πρώτο βαθμό και πενταμελές στο δεύτερο. Το τριμελές στον πρώτο βαθμό, τριμελές στον δεύτερο αλλά με αρχαιότερο πρόεδρο είναι αστειότητα, παραβίαση του συντάγματος, παραβίαση του δικαιώματος σε δίκαια δίκη! Αστειότητα και παραβίαση διεθνών διάταξεων και του συντάγματος αλλά και παραβίαση της κοινής λογικής είναι και το οι εφέσεις του τριμελούς πλημμελειοδικείου να εκδικάζονται από το μονομελές εφετείο!!!!!. Ένα κεφάλι εφέτη σκέφτεται καλύτερα από 3 κεφάλια πλημμελειοδικών! Γελάνε και οι πέτρες!!!!.

    55 έγκληση του παθόντος παράβολο
    Δείχνετε ότι το μόνο που σας νοιάζει είναι να μαζέψετε χρήματα! Ο πολίτης που πλήρωσε φόρους για να έχει δικαιοσύνη στην χώρα του γιατί θα πρέπει να πληρώσει 100 ευρώ για να προσφύγει ως είναι συνταγματικό του δικαίωμα στην δικαιοσύνη; Αν όπως γράφεται στην εισηγητική έκθεση η έγκληση είναι άσκοπη ή ακόμα και κακοπροαίρετη αυτού να του βάλετε έξοδα.Η έγκληση του απλού πολίτη που θίγονται τα ατομικά του συμφέροντα γιατί θα πρέπει να συνοδεύεται αδιακρίτως με 100 ευρώ; Η δικαιοσύνη των πλουσίων ή μήπως προσπαθούμε να έχουμε λιγότερη δουλειά και να μαζεύουμε χρήματα;

    63
    Μάλιστα κάναμε το χατίρι της ΠΟΑΣΥ και παραβιάζουμε διεθνή κείμενα αλλά και την δικαια δίκη. Έτσι νομοθετούμε. Όχι λοιπόν, το να ρωτάμε απαγορεύεται ….. Εγώ λέω να μην κάνουμε καθόλου δίκες ! Πόσες φορές δεν είδα άλλα να γράφονται και άλλα να λένε οι αστυνομικοί στο δικαστήριο και άλλη να είναι η αλήθεια. Πόσα τέτοια δεν έχουν γίνει ….Η συγκεκριμένη ρύθμιση δεν είναι μόνο λανθασμένη αλλά αποδεικνύει μια ευκαιριακή συντεχνιακή αντιδικηγορική (να μην ρωτάμε οι δικηγόροι μήπως και δεν ανακαλυφθεί η αλήθεια) και κυρίως αντισυνταγματική νοοτροπία. Το ότι παραβιάζεται η εσδα λίγο μας ενδιαφέρει. Χάλια.

    Αρθρο 74
    Το προβλημα σας είναι οι δικηγόροι. Μαχόμεθα υπέρ δικαίου. Εσείς με αυτές τις διατάξεις δείχνετε ότι θέλετε να μας φιμώσετε απέναντι στην αυθαιρεσία της πολιτείας και αλλά στην αυθαιρεσία από όπου και αν προέχεται.

    75
    Για το 343 παρ 2 η αλλαγή που έκανε με τον 4855/21 ο μακαρίτης ο Λάμπρος Μαργαρίτης (ο οποίος ήξερε γράμματα!) έγινε διότι απλά είναι υποχρέωση μας ως χώρα από διεθνή κείμενα (πχ εσδα) το δικαστήριο να έχει την πρωτοβουλία για την αλλαγή και όχι ο κατηγορούμενος όπως έλεγε η αρχική διάταξη του νέου κώδικα και όπως είναι η προτεινόμενη ρύθμιση. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Το δικαστήριο έχει υποχρέωση να ενημερώσει τον κατηγορούμενο για τυχόν νομοθετική μεταβολή ή ορθότερο νομικό χαρακτηρισμό όχι ο κατηγορούμενος. Η διεθνής υποχρέωση της Ελλάδος δεν ενδιαφέρει; Γιατί αλλού βλέπω ως δικαιολογία ότι την διεθνή υποχρέωση της Ελλάδος την προτείνουμε ως δικαιολογία για την αλλαγή. Αλλά αυτά όπου μας συμφέρει!. Μην και αφήσουμε κάποιο σωστό δικαίωμα του κατηγορουμένου που όμως είναι κόπος για τους δικαστές!!.

    76
    Αυτές οι διατάξεις εκτός από παράλογες είναι και αποτυχημένες διότι και στο παρελθόν υπήρχε αντίστοιχη διάταξη. Γιατί την φέρνουμε ξανά; Για την παράγραφο 2Α αρχικά αναφέρω ένα πολύ συνηθισμένο παράδειγμα: διέκοψε δικαστήριο σε ημερομηνία που δεν έχω άλλο δικαστήριο και μετά έρχεται κλητήριο θέσπισμα ή άλλο δικαστήριο διακόπτει η αναβάλει στην ίδια ημερομηνία και τους το λές και σου λένε (οι δικαστές ) δεν έχουμε άλλη ημερομηνία κλπ. Τελικό συμπέρασμα Ντροπή σε όποιον το σκέφτηκε. Δείχνετε την καθεστωτική νοοτροπία σας.

    Άρθρο 78
    Συμφωνώ απόλυτα. Τι κρίμα όμως που αυτή η τόσο σωστή διάταξη να πέφτει μέσα σε ένα νομοσχέδιο που είναι επιεικώς απαράδεκτο

    Άρθρο 79
    Να καταργηθεί το εφετείο να μην κάνουμε καθόλου δίκες. Απαράδεκτο

    81
    Το ίδιο ακριβως σχόλιο με το άρθρο 63. Γιατί να κάνουμε δικαστήριο; Να καταργηθεί το εφετείο!! Καλύτερα να μην κάνουμε καθόλου δίκες!!. Απαράδεκτο!