Άρθρο 15 Αποδοχή ενδίκων βοηθημάτων και μέσων σε συμβούλιο – Αντικατάσταση άρθρου 34Β π.δ. 18/1989

Το άρθρο 34Β του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8), περί της αποδοχής ενδίκων βοηθημάτων και μέσων, αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 34Β

Αποδοχή ενδίκων βοηθημάτων και μέσων σε συμβούλιο

  1. Ο δικαστικός σχηματισμός του άρθρου 34Γ, με συνοπτική απόφαση που λαμβάνεται ομοφώνως, μπορεί να αποδέχεται ένδικα βοηθήματα και μέσα, για τα οποία έχει προσκομισθεί πληρεξούσιο έγγραφο, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 27, εφόσον η υπόθεση δεν παρουσιάζει ιδιαίτερες, πραγματικές ή νομικές, δυσκολίες. Το συμβούλιο μπορεί να αποφαίνεται και για την εκκρεμή αίτηση αναστολής.
  1. Η απόφαση του συμβουλίου επιδίδεται στους διαδίκους με επιμέλεια της Γραμματείας. Η επίδοση της απόφασης και από οποιονδήποτε άλλον έχει τα ίδια αποτελέσματα τόσο για τον ίδιο, όσο και για εκείνον προς τον οποίο γίνεται. Διάδικος που δικαιολογεί έννομο συμφέρον μπορεί με αίτησή του να ζητήσει τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο εντός των προθεσμιών της παρ. 3 του άρθρου 34Α. Στην περίπτωση αυτή, η υπόθεση εισάγεται προς εκδίκαση στο ακροατήριο με πράξη του Προέδρου του οικείου σχηματισμού. Η άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας του τρίτου εδαφίου βεβαιώνεται με διαπιστωτική πράξη του Προέδρου. Η ακυρωτική απόφαση του συμβουλίου ισχύει και παράγει τα έννομα αποτελέσματά της από την έκδοση της διαπιστωτικής πράξης του Προέδρου και υπόκειται έκτοτε σε τριτανακοπή, αν είναι ακυρωτική. Αν το συμβούλιο έχει δεχθεί την αίτηση αναστολής, το σκέλος αυτό της απόφασής του ισχύει από την έκδοσή της και έως την έκδοση οριστικής απόφασης.
  1. Αν και μετά από τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο το ένδικο βοήθημα ή μέσο γίνει δεκτό, ο διάδικος που την προκάλεσε καταδικάζεται να καταβάλει στον νικήσαντα διάδικο το πενταπλάσιο της δικαστικής δαπάνης.».
  • 18 Ιουνίου 2024, 03:46 | Απόστολος Σίνης

    Με την προτεινόμενη ρύθμιση μειώνεται αδικαιολογήτως η δικηγορική ύλη. Τιμωρείται ο δικηγόρος του διαδίκου που εργάστηκε, συνέταξε και κατέθεσε προδήλως βάσιμο ένδικο βοήθημα ή μέσο, με το να μην του επιτραπεί να παραστεί κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, εκτός κι εάν ο αντίδικός του θελήσει να πράξει το μάλλον απίθανο, να ζητήσει τη συζήτηση της υπόθεσης.