Το άρθρο 27 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8), περί πληρεξουσιότητας, αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 27
Πληρεξουσιότητα
- α) Η πληρεξουσιότητα σε δικηγόρο για την άσκηση ενδίκου βοηθήματος ή μέσου παρέχεται με συμβολαιογραφική πράξη. Ο διάδικος που το άσκησε προσκομίζει το συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο το αργότερο δεκαπέντε (15) πλήρεις ημέρες πριν από τη δικάσιμο που ορίσθηκε με την πράξη της παρ. 3 του άρθρου 20 και σε περίπτωση σύντμησης προθεσμίας, σύμφωνα με την περ. β’ της παρ. 1 του άρθρου 21, το αργότερο μέχρι τη συζήτηση. Η πληρεξουσιότητα παρέχεται και από τους λοιπούς διαδίκους με συμβολαιογραφική πράξη, η οποία προσκομίζεται μέχρι τη συζήτηση. Γενικό συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο, η ισχύς του οποίου έχει παύσει κατά τη συζήτηση της υπόθεσης σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 97 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), δεν λαμβάνεται υπόψη, έστω και αν ίσχυε κατά τον χρόνο άσκησης του ενδίκου βοηθήματος ή μέσου. Ειδικώς όταν ο διάδικος είναι φυσικό πρόσωπο, η πληρεξουσιότητα μπορεί να παρέχεται και με ψηφιακή εξουσιοδότηση, η οποία εκδίδεται μέσω της ενιαίας ψηφιακής πύλης της δημόσιας διοίκησης (gov.gr) και αποστέλλεται ηλεκτρονικά στο Δικαστήριο εντός των προθεσμιών που ορίζονται στο δεύτερο και τρίτο εδάφιο.
β) Στα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου η πληρεξουσιότητα παρέχεται από τον νόμιμο εκπρόσωπό τους με ειδικό συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο. Όταν ο νόμος ή το καταστατικό απαιτεί για την άσκηση ενδίκου βοηθήματος ή μέσου προηγούμενη άδεια άλλου οργάνου, ο νόμιμος εκπρόσωπος του νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου τεκμαίρεται ότι ενεργεί με την άδεια του οργάνου αυτού. Η έλλειψη της άδειας δεν επηρεάζει το κύρος της δίκης και δημιουργεί αποκλειστικά ευθύνη του εκπροσώπου απέναντι στο νομικό πρόσωπο.
γ) Για την παροχή δικαστικής πληρεξουσιότητας από τη Διοίκηση εφαρμόζονται οι κείμενες γι’ αυτήν διατάξεις.
- Για την υπογραφή του ενδίκου βοηθήματος ή μέσου και την ενέργεια των πράξεων της προδικασίας από τον δικηγόρο που υπογράφει το δικόγραφο, η πληρεξουσιότητα τεκμαίρεται ότι υπάρχει, εφόσον υποβληθεί πληρεξούσιο έγγραφο σύμφωνα με την παρ. 1. Η εμπρόθεσμη υποβολή ειδικού συμβολαιογραφικού πληρεξουσίου ή εξουσιοδότησης, σύμφωνα με το πέμπτο εδάφιο της περ. α’ της παρ. 1, σε δικηγόρο διαφορετικό από τον υπογράφοντα ισχύει και ως έγκριση όλων των ενεργειών του δικηγόρου που υπέγραψε το εισαγωγικό δικόγραφο.
- Αν δεν χορηγηθεί πληρεξουσιότητα κατά τις παρ. 1 και 2, το ένδικο βοήθημα ή μέσο απορρίπτεται ως απαράδεκτο. Αν έχει χορηγηθεί πληρεξουσιότητα σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2, ο διάδικος μπορεί έως τη συζήτηση να χορηγήσει συμβολαιογραφική πληρεξουσιότητα ή εξουσιοδότηση σύμφωνα με το πέμπτο εδάφιο της περ. α’ της παρ. 1 και σε άλλο δικηγόρο με ή χωρίς ανάκληση της προηγούμενης.
- Αν η πληρεξουσιότητα που χορηγήθηκε παύσει λόγω θανάτου του πληρεξούσιου δικηγόρου ή για άλλο νόμιμο λόγο, η εκδίκαση της υπόθεσης μπορεί να αναβληθεί με αίτημα του διαδίκου για μία (1) μόνο φορά και για εύλογο χρονικό διάστημα, αφού εκτιμηθεί η φύση της υπόθεσης. Αν δεν υποβληθεί αίτημα αναβολής, το ένδικο βοήθημα ή μέσο λογίζεται ότι έχει εγκριθεί με το υπάρχον πληρεξούσιο.
- Αν η πληρεξουσιότητα που χορηγήθηκε εμφανίζει ελλείψεις ή υπάρχει ανάγκη συμπληρώσεων ή προκύπτουν αμφιβολίες ως προς τη νομιμοποίηση του πληρεξούσιου δικηγόρου ή του διαδίκου, χωρίς όμως να συντρέχει περίπτωση παντελούς έλλειψης νομιμοποιητικών στοιχείων, ο πάρεδρος ή ο εισηγητής που ορίζεται για την εισαγωγή της υπόθεσης σε συμβούλιο ή ο εισηγητής της υπόθεσης που ορίζεται για την εισαγωγή της υπόθεσης στο ακροατήριο μεριμνά για την άρση των σχετικών ελαττωμάτων. Αν το ζήτημα ανακύψει ενώπιον του οικείου σχηματισμού, εφαρμόζεται αναλόγως η παρ. 5 του άρθρου 33.
- α) Αν από λόγους ανωτέρας βίας εμποδίστηκε η εμπρόθεσμη νομιμοποίηση του πληρεξούσιου δικηγόρου, ο διάδικος δύναται να καταθέσει, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 19, αίτηση επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση, υποβάλλοντας ταυτόχρονα το συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο ή την εξουσιοδότηση, σύμφωνα με το πέμπτο εδάφιο της περ. α’ της παρ. 1 του παρόντος, προς τον δικηγόρο του. Η αίτηση περιέχει με σαφήνεια τους προβαλλόμενους λόγους και υποβάλλεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δέκα (10) ημερών από την άρση του εμποδίου και πάντως το αργότερο έως την έναρξη της συζήτησης στο ακροατήριο.
β) Η αίτηση επαναφοράς κρίνεται με την απόφαση για το ένδικο βοήθημα ή μέσο.».