Το άρθρο 22 του π.δ. 18/1989 (Α’ 8), περί των καθηκόντων του εισηγητή, αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 22
Καθήκοντα εισηγητή
- Ο Πάρεδρος ή ο Εισηγητής που ορίζεται για την εισαγωγή της υπόθεσης σε συμβούλιο, σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 20, το ταχύτερο δυνατό μετά από τη διαβίβαση του φακέλου της υπόθεσης συντάσσει έκθεση, η οποία διαλαμβάνει με πληρότητα το ιστορικό της διαφοράς, τα στοιχεία που βεβαιώνονται από τα έγγραφα και τα ζητήματα που ανακύπτουν.
- Αν δεν διαβιβαστεί ο φάκελος ή διαπιστωθούν ουσιώδεις ελλείψεις, ο Πάρεδρος ή ο Εισηγητής ζητεί με έγγραφο, στο οποίο γίνεται ειδική μνεία της παρούσας παραγράφου, από τη Διοίκηση και αν συντρέχει περίπτωση από οποιονδήποτε άλλο διάδικο να συμπληρωθούν οι ελλείψεις εντός εύλογης προθεσμίας, την οποία τάσσει με το ίδιο έγγραφο. Ακολούθως, ακόμη και αν η προθεσμία παρέλθει άπρακτη, συντάσσει την έκθεση της παρ. 1 λαμβάνοντας υπόψη και όσα ορίζονται στην παρ. 1 του άρθρου 24 για το τεκμήριο ομολογίας.
- Ο Πάρεδρος ή ο Εισηγητής μπορεί να ζητεί με οποιονδήποτε τρόπο από τους διαδίκους, καθώς και από οποιαδήποτε άλλη αρχή, κάθε στοιχείο το οποίο λείπει ή είναι χρήσιμο για τη διάγνωση της υπόθεσης. Το ίδιο μπορεί να κάνει ο εισηγητής που ορίζεται με την πράξη της παρ. 3 του άρθρου 20. Οι διάδικοι, καθώς και όλες οι αρχές από τις οποίες ζητούνται στοιχεία και πληροφορίες έχουν υποχρέωση να τα παρέχουν το ταχύτερο δυνατό.
- Μετά από τη σύνταξη της έκθεσης της παρ. 1, η υπόθεση εισάγεται στον δικαστικό σχηματισμό σε συμβούλιο του άρθρου 34Γ, ο οποίος είτε εκδίδει απόφαση, σύμφωνα με τα άρθρα 34Α ή 34Β, είτε, αν κρίνει ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την έκδοση απόφασης, εκδίδει πρακτικό, στο οποίο καταχωρίζεται η έκθεση του Παρέδρου ή του Εισηγητή. Το περιεχόμενο της έκθεσης μπορεί να συμπληρώνεται με το πρακτικό του συμβουλίου, το οποίο επιδίδεται στους διαδίκους σύμφωνα με την περ. β’ της παρ. 1 του άρθρου 21. Μετά από την έκδοση του πρακτικού, η υπόθεση εισάγεται στο ακροατήριο με την πράξη του Προέδρου, που εκδίδεται σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 20.
- Το πρακτικό του συμβουλίου αποτελεί κατ’ αρχήν την έκθεση βάσει της οποίας διεξάγεται η συζήτηση στο ακροατήριο. Ο εισηγητής της υπόθεσης μπορεί, αν το θεωρεί απαραίτητο, να συντάξει και να επισυνάψει στον φάκελο έκθεση με το περιεχόμενο της παρ. 1 τουλάχιστον τρεις (3) ημέρες πριν από τη συζήτηση. Σε περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 20Α, η έκθεση του εισηγητή της υπόθεσης με το ανωτέρω περιεχόμενο συντάσσεται υποχρεωτικά και επισυνάπτεται στον φάκελο τουλάχιστον τρεις (3) ημέρες πριν από τη συζήτηση. Αν οι προθεσμίες αυτές δεν τηρηθούν, η υπόθεση αναβάλλεται υποχρεωτικά σε μεταγενέστερη δικάσιμο, εφόσον υποβληθεί αίτημα από κάποιον διάδικο. Οι διάδικοι μπορούν να λαμβάνουν γνώση του πρακτικού του συμβουλίου και των ανωτέρω εκθέσεων των εισηγητών αμέσως μετά από την επισύναψή τους στον φάκελο της δικογραφίας.
- Η συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο γίνεται στη δικάσιμο που ορίσθηκε με την πράξη της παρ. 3 του άρθρου 20. Αυτεπάγγελτη αναβολή της συζήτησης, η οποία δηλώνεται από τον εισηγητή τουλάχιστον πέντε (5) ημέρες πριν από τη δικάσιμο, είναι δυνατή κατόπιν συνεννόησης του εισηγητή της υπόθεσης με τον Πρόεδρο του οικείου σχηματισμού.».
Ο χρόνος δήλωσης περί αυτεπάγγελτης αναβολής από τον εισηγητή είναι ανεπαρκής. Θα πρέπει από 5 ημέρες να γίνει 15 ημέρες, δεδομένου ότι στο ΣτΕ παρίστανται και δικηγόροι επαρχιών που πρέπει να κανονίσουν το πρόγραμμα τους εγκαίρως και το 5νθήμερο στην πράξη έχει αποδειχθεί πως δεν αρκεί.
ΣΤΗΝ ΠΑΡ. 1 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 22 ΝΑ ΠΡΟΣΤΕΘΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗ ΦΡΑΣΗ ΤΟ ΤΑΧΥΤΕΡΟ ΔΥΝΑΤΟΝ, ΚΑΙ Η ΦΡΑΣΗ ΄΄ ΚΑΙ ΕΝΤΟΣ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑΣ ΤΡΙΩΝ (3) ΗΜΕΡΩΝ ΜΕΤΑ ΤΗ ΔΙΑΒΙΒΑΣΗ ΤΟΥ ΦΑΚΕΛΟΥ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ ΣΥΝΤΑΣΣΕΙ ΕΚΘΕΣΗ.