- Κάθε δικηγόρος, που απέκτησε την επαγγελματική του πιστοποίηση σε οποιοδήποτε τμήμα της δικαιοδοσίας του Ηνωμένου Βασιλείου και φέρει τον τίτλο του “advocate”, του “barrister” ή του “solicitor”, δύναται να ασκεί στην Ελλάδα τις καθορισμένες νομικές υπηρεσίες κατά την έννοια των περ. α) και ζ) του πρώτου εδαφίου του άρθρου 193 της Συμφωνίας Εμπορίου και Συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, αφενός, και του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, αφετέρου (L 149).
- Τα πρόσωπα της παρ. 1 για να ασκούν τις νομικές υπηρεσίες που αναφέρονται ανωτέρω στην Ελληνική Επικράτεια εγγράφονται σε ελληνικό Δικηγορικό Σύλλογο.
Κάθε δικηγορικός σύλλογος τηρεί ειδικό μητρώο για τους δικηγόρους που ασκούν δραστηριότητα στην περιφέρειά του υπό τον επαγγελματικό τίτλο του Ηνωμένου Βασιλείου.
Για την εγγραφή του πρώτου εδαφίου αποφασίζει το Διοικητικό Συμβούλιο του δικηγορικού συλλόγου, εφόσον ο ενδιαφερόμενος υποβάλει αίτηση εγγραφής και προσκομίσει τα εξής:
α) Αντίγραφο ταυτοποιητικού εγγράφου, όπως διαβατηρίου ή δελτίου αστυνομικής ταυτότητας, συνοδευόμενου από τίτλο νόμιμης διαμονής.
β) Αντίγραφο ποινικού μητρώου από το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ελλάδα.
γ) Πιστοποιητικό εγγραφής και υπηρεσιακών μεταβολών από την αρμόδια αρχή του Ηνωμένου Βασιλείου. Το πιστοποιητικό αναφέρει τον σκοπό για το οποίο εκδίδεται και περιέχει τουλάχιστον στοιχεία για τον διορισμό, τις προαγωγές και τις πειθαρχικές ποινές του ενδιαφερόμενου, με συνοπτική αναφορά στο πειθαρχικό αδίκημα και την ποινή που επιβλήθηκε. Η ημερομηνία έκδοσης του πιστοποιητικού δεν μπορεί να απέχει περισσότερους από τρεις (3) μήνες από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης εγγραφής στον δικηγορικό σύλλογο.
- Ο δικηγορικός σύλλογος ενημερώνει την αρμόδια αρχή ή τον δικηγορικό σύλλογο του Ηνωμένου Βασιλείου για την έκδοση της απόφασης με την οποία εγκρίνεται ή απορρίπτεται η εγγραφή σε αυτόν. Η απόφαση με την οποία απορρίπτεται η εγγραφή φέρει αιτιολογία και υπόκειται σε αίτηση ακύρωσης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας εντός εξήντα (60) ημερών από την κοινοποίηση της απορριπτικής απόφασης, στον ενδιαφερόμενο ή σε νόμιμο αντίκλητό του. Η κοινοποίηση του δεύτερου εδαφίου γίνεται σε διεύθυνση στην Ελλάδα. Το δεύτερο και τρίτο εδάφιο εφαρμόζονται και στην περίπτωση ανάκλησης της εγγραφής.
- Για την εφαρμογή της παρ. 1, κάθε δικηγορικός σύλλογος απαιτεί από τα πρόσωπα της παρ. 1 που έχουν εγγραφεί στο μητρώο της παρ. 2 να αναφέρουν την επωνυμία της επαγγελματικής οργάνωσης ή του δικηγορικού συλλόγου του Ηνωμένου Βασιλείου στην οποία ανήκουν, καθώς επίσης και την εγγραφή τους στο μητρώο του οικείου ελληνικού δικηγορικού συλλόγου.
- Τα πρόσωπα της παρ. 1 που έχουν εγγραφεί στο μητρώο της παρ. 2, υπόκεινται, για όλες τις δραστηριότητες που ασκούν στην Ελληνική Επικράτεια, στους επαγγελματικούς και δεοντολογικούς κανόνες στους οποίους υπόκεινται οι δικηγόροι – μέλη του οικείου ελληνικού δικηγορικού συλλόγου, ανεξάρτητα από τους επαγγελματικούς και δεοντολογικούς κανόνες, στους οποίους υπόκεινται στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η μη συμμόρφωση συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα, για το οποίο εφαρμόζονται αναλόγως τα άρθρα 139 έως 159 του Κώδικα Δικηγόρων (ν. 4194/2013, Α’ 208), περί του πειθαρχικού δικαίου των δικηγόρων. Αρμόδιο για την εκδίκαση των πειθαρχικών παραπτωμάτων των προσώπων της παρ. 1 που έχουν εγγραφεί στο μητρώο της παρ. 2 είναι το πειθαρχικό συμβούλιο του οικείου ελληνικού δικηγορικού συλλόγου.
- Η επιβολή, στα πρόσωπα της παρ. 1 που έχουν εγγραφεί στο μητρώο της παρ. 2, της ποινής της προσωρινής ή οριστικής αφαίρεσης της άδειας άσκησης επαγγέλματος, από την αρμόδια πειθαρχική αρχή του Ηνωμένου Βασιλείου, συνεπάγεται αυτόματα για τον ενδιαφερόμενο δικηγόρο την προσωρινή ή οριστική απαγόρευση άσκησης του επαγγέλματος και στην Ελλάδα. Εντός ενός (1) μήνα από την κοινοποίηση της τελεσίδικης απόφασης του πρώτου εδαφίου και την παραλαβή του σχετικού φακέλου, ο Πρόεδρος του οικείου ελληνικού δικηγορικού συλλόγου διαβιβάζει την απόφαση στο πειθαρχικό συμβούλιο του συλλόγου, το οποίο εκδίδει τη σχετική διαπιστωτική πράξη επιβολής της πειθαρχικής ποινής.
- Θέματα που αφορούν στην είσοδο και διαμονή των προσώπων που υπάγονται στο παρόν, ρυθμίζονται, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τα άρθρα 28 έως και 52, 59 και 60 του Κώδικα Μετανάστευσης (ν. 5038/2023, Α’ 81).