1. Το Δικαστήριο Έκτισης Ποινών, σε πρώτο βαθμό ως ειδικό τμήμα του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου στις έδρες των Πρωτοδικείων: Αθηνών, Θεσσαλονίκης, Πειραιά, Πατρών, Λαρίσης και Ηρακλείου και ως το αρμόδιο Τριμελές Πλημμελειοδικείο στις έδρες των λοιπών Πρωτοδικείων δικάζει αφού ακούσει τον Εισαγγελέα και αποφαίνεται σε κάθε περίπτωση που ασκείται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον παρόντα κώδικα, προσφυγή κατά απόφασης: α) του Συμβουλίου Καταστήματος Κράτησης και β) του αρμόδιου δικαστικού λειτουργού κατά το προηγούμενο άρθρο. Το δικαστήριο καλεί για ακρόαση τον κρατούμενο, καθώς και έναν εκπρόσωπο του καταστήματος κράτησης.
2. Οι αποφάσεις του Δικαστηρίου Έκτισης Ποινών εκτελούνται και με την έκδοση του αποσπάσματος που περιέχει το διατακτικό αυτών.
3. Κάθε Δικαστήριο Έκτισης Ποινών είναι τοπικά αρμόδιο για την εκδίκαση των υποθέσεων που αφορούν κρατουμένους σε κατάστημα που βρίσκεται στην περιφέρειά του, εκτός εάν η υπόθεση έχει ήδη εισαχθεί στο δικαστήριο της περιφέρειας όπου εκρατείτο προηγουμένως ο κρατούμενος, οπότε παραμένει αυτό αρμόδιο.
4. Σε περίπτωση προσφυγής από τον κρατούμενο δέκα τουλάχιστον ημέρες πριν τη συνεδρίαση του δικαστηρίου ειδοποιείται με οποιοδήποτε μέσο (έγγραφο, τηλεγράφημα, τηλετύπημα, τηλεομοιοτύπημα) ο προσφεύγων, ο οποίος μπορεί να εκθέσει τις απόψεις του με υπόμνημα, που διαβιβάζεται αμέσως στο δικαστήριο με επιμέλεια της διεύθυνσης του καταστήματος. Το δικαστήριο μπορεί να καλέσει με τον ίδιο τρόπο τον προσφεύγοντα να εμφανισθεί για να αναπτύξει προφορικά τις απόψεις του, είτε αυτοπροσώπως, είτε με συνήγορο, που διορίζεται με απλό έγγραφο θεωρημένο από το διευθυντή του καταστήματος κράτησης, σε περίπτωση που αυτός εκπροσωπεί μόνος τον προσφεύγοντα.
5. Αν ο κρατούμενος εργάζεται έξω από το κατάστημα, η επίδοση γίνεται στον διευθυντή του καταστήματος ή τον αναπληρωτή του, ο οποίος υποχρεούται να επιδώσει το δικόγραφο στον κρατούμενο χωρίς χρονοτριβή. Αν ο κρατούμενος λείπει από το κατάστημα σε άδεια ή έχει απολυθεί υπό όρo, η επίδοση γίνεται στον τόπο της κατοικίας που έχει δηλώσει ο κρατούμενος. Αν o κρατούμενος λόγω ψυχικής ασθένειας ή άλλης αιτίας δεν έχει διαρκώς συνείδηση των πραττομένων, η επίδοση γίνεται στα πρόσωπα του άρθρου 156 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
Ο Εισαγγελέας και ο κρατούμενος είναι σκόπιμο να έχουν δικαίωμα να ασκήσουν ένδικα μέσα (έφεση και αναίρεση) κατά των αποφάσεων του Δικαστηρίου έκτισης ποινών για να κρίνεται η υπόθεση και από ανώτερο δικαστήριο. Η έκτιση της ποινής πρέπει να γίνεται με τρόπο που να βοηθά και στην κοινωνική επανένταξη του κρατουμένου και συνεπώς έχει την ίδια τουλάχιστον βαρύτητα με τα άλλα στάδια της ποινικής διαδικασίας. Η επίλυση συνεπώς των ζητημάτων που ανακύπτουν κατά το στάδιο του σωφρονισμού δεν πρέπει να αφήνεται αποκλειστικά σε δικαστήρια πρώτου βαθμού.