1. Πειθαρχική ποινή δεν επιβάλλεται χωρίς διάταξη νόμου που να ισχύει πριν από την τέλεση του παραπτώματος και να ορίζει τα στοιχεία του, καθώς και τη διαδικασία επιβολής της ποινής.
2. Απαγορεύεται η θέσπιση και επιβολή πειθαρχικών ποινών που αποτελούν βασανιστήρια ή συνεπάγονται σωματική κάκωση, βλάβη υγείας ή άσκηση ψυχολογικής βίας. Επίσης απαγορεύονται πειθαρχικές ποινές που συνιστούν στέρηση οποιουδήποτε θεμελιώδους δικαιώματος του κρατουμένου από τα προβλεπόμενα στα άρθρα 2 και 4 του παρόντος ή προσβάλλουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια ή μπορούν να οδηγήσουν σε διατάραξη των ψυχικών ή πνευματικών λειτουργιών.
3. Απαγορεύονται οι ομαδικές πειθαρχικές ποινές και η κράτηση σε σκοτεινά κελιά.
4. Απαγορεύεται η επιβολή πειθαρχικής ποινής δύο φορές για το ίδιο παράπτωμα.
5. Η άσκηση ποινικής δίωξης δεν αποκλείει την επιβολή πειθαρχικής ποινής για το ίδιο παράπτωμα και γενικά η πειθαρχική δίκη είναι αυτοτελής και ανεξάρτητη από κάθε άλλη δίκη.
6. Για πειθαρχικά παραπτώματα της κατά το άρθρo 66 του παρόντος κατηγορίας Α’ επιτρέπεται η παράσταση δικηγόρου κατά την πειθαρχική διαδικασία.
7. Πειθαρχικά παραπτώματα εξαρτημένων κρατουμένων που έχουν καταλογιστεί σε χρόνο προγενέστερο της συμμετοχής τους σε πρόγραμμα συμβουλευτικής υποστήριξης δεν αποτελούν λόγο απόρριψης της αίτησης τους για συμμετοχή σε θεραπευτικό πρόγραμμα ψυχικής απεξάρτησης το οποίο λειτουργεί σε Ειδικό Θεραπευτικό Κατάστημα ή Τμήμα, εφόσον επέδειξαν καλή διαγωγή στο στάδιο της συμβουλευτικής υποστήριξης ή απεξάρτησης, η οποία γεννά προσδοκία για καλή συμπεριφορά και διαγωγή κατά τη συμμετοχή τους σε Τμήμα ή Πρόγραμμα Ψυχικής Απεξάρτησης.
8. Η τήρηση των μέτρων στα άρθρα 63 και 64 ελέγχεται από τον δικαστικό λειτουργό και το Συμβούλιο καταστήματος κράτησης συντάσσει σχετική τριμηνιαία έκθεση που υποβάλλει στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.