1. Οι τακτικές άδειες χορηγούνται εφόσον: (1) Ο κατάδικος έχει εκτίσει το ένα πέμπτο της ποινής του χωρίς ευεργετικό υπολογισμό ημερών ποινής λόγω εργασίας και η κράτηση έχει διαρκέσει τουλάχιστον τρεις μήνες. Σε περίπτωση έκτισης ποινής ισόβιας κάθειρξης, η κράτηση πρέπει να έχει διαρκέσει τουλάχιστον οκτώ έτη. Αν στον κατάδικο έχουν επιβληθεί περισσότερες ποινές κατά της ελευθερίας και δεν έχει γίνει προσμέτρηση τους σε μια συνολική ποινή, κατά το άρθρο 94 του Ποινικού Κώδικα, για τον υπολογισμό της ποινής που έχει εκτιθεί κατά την έννοια της παρούσας διάταξης, λαμβάνεται υπόψη το άθροισμα των επί μέρους ποινών. Σε περίπτωση ποινικού σωφρονισμού, απαιτείται ανήλικος ή νεαρός ενήλικος κατάδικος να έχει εκτίσει το ένα τρίτο τουλάχιστον του κατώτατου ορίου που έχει ορισθεί.
Σε περίπτωση που ο κατάδικος αυτός εκτίει ποινή ισόβιας κάθειρξης, η κράτηση του πρέπει να έχει διαρκέσει τουλάχιστον δέκα έτη. Αν στον κατάδικο έχουν επιβληθεί περισσότερες ποινές κατά της ελευθερίας και δεν έχει γίνει προσμέτρηση τους σε μια συνολική ποινή, κατά το άρθρο 94 του Ποινικού Κώδικα, για τον υπολογισμό της ποινής που έχει εκτιθεί κατά την έννοια της παρούσας διάταξης, λαμβάνεται υπόψη το άθροισμα των επί μέρους ποινών. Σε περίπτωση ποινικού σωφρονισμού σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων απαιτείται ο ανήλικος ή νεαρός ενήλικος κατάδικος να έχει παραμείνει στο κατάστημα για χρονικό διάστημα ίσο με το ένα πέμπτο της ποινής που του έχει επιβληθεί και η κράτηση να έχει διαρκέσει τουλάχιστον τρεις μήνες.
(2) Δεν εκκρεμεί κατά του καταδίκου ποινική διαδικασία για αξιόποινη πράξη σε βαθμό κακουργήματος που να αποτελεί λόγο κράτησης. (3) Εκτιμάται ότι δεν υπάρχει κίνδυνος τελέσεως, κατά τη διάρκεια της άδειας, νέων εγκλημάτων. (4) Συντρέχουν λόγοι που δικαιολογούν την προσδοκία ότι δεν υπάρχει κίνδυνος φυγής και ότι ο κρατούμενος δε θα κάνει κακή χρήση της άδειάς του. (5) Για να διαπιστωθεί αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των προτάσεων (3) και (4) συνεκτιμώνται ιδίως: α) η προσωπικότητα του κατάδικου και η εν γένει συμπεριφορά του μετά την τέλεση της πράξης, κατά τη διάρκεια, της κράτησης, σε συνδυασμό με το άρθρο 65 παράγραφος 3 του παρόντος κώδικα και κατά τη διάρκεια των αδειών, που ενδεχομένως του έχουν ήδη χορηγηθεί, β) η ατομική, επαγγελματική και κοινωνική κατάσταση του ιδίου και της οικογένειάς του, καθώς και οι τυχόν οικογενειακές του υποχρεώσεις, γ) η ωφέλεια, την οποία μπορεί να έχει για την προσωπικότητα του καταδίκου και τη μελλοντική του εξέλιξη η λήψη μέτρων για τη σταδιακή επάνοδο του σε καθεστώς πλήρους ελευθερίας. δ) Κατόπιν ειδικά αιτιολογημένης απόφασης του Συμβουλίου μπορεί να τεθεί ερώτημα σε Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων, η οποία συγκροτείται από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην αρχή κάθε έτους, προκειμένου να δοθεί άδεια σε υπότροπους κρατούμενους για ιδιαίτερα σοβαρά εγκλήματα που εμφανίζουν σοβαρή πιθανότητα περαιτέρω υποτροπής. Στις περιπτώσεις αυτές, μετά τη γνώμη της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων μπορεί να τίθενται ειδικοί όροι διαβίωσης κατά την περίοδο της άδειας. Η θετική απόφαση για χορήγηση άδειας διαβιβάζεται αμελλητί στις αρμόδιες Υπηρεσίες της ΕΛΑΣ για την ηλεκτρονική καταχώρησή της και στον αρμόδιο Εισαγγελέα, προκειμένου να δύναται να τεθεί ο αδειούχος υπό την εποπτεία των επιμελητών κοινωνικής αρωγής.
2. Η τακτική άδεια χορηγείται από το Συμβούλιο του άρθρου 68 παράγραφος 1 του παρόντος μετά από αίτηση του καταδίκου. Κατά τη συνεδρίαση του Συμβουλίου καλείται αυτός, καθώς και οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο για την παροχή των αναγκαίων διευκρινίσεων.
Θα πρέπει να διευκρινιστεί τι περιλαμβάνει η εποπτεία από τους επιμελητές κοινωνικής αρωγής υπότροπων κρατούμενων που τελούν σε άδεια. Ανατίθεται μια νέα αρμοδιότητα στις Υ.Ε.Κ.Α. και συνεπώς χρήζει περαιτέρω επεξεργασίας.
Μήπως για τη χορήγηση τακτικών αδειών θα έπρεπε να λαμβάνεται υπόψη και το Ποινικό Μητρώο του κρατουμένου και το είδος των αδικημάτων του;
Μήπως θα έπρεπε ο Κοινωνικός Λειτουργός και ο Ψυχολόγος των Καταστημάτων Κράτησης να κάνουν εισηγητική έκθεση;
Η γνώμη του Αρχιφύλακα του Καταστήματος δε θα έπρεπε να λαμβάνεται υπόψη;
Στην παρ.6: Ποιος θα δίνει τη διαταγή για τον έλεγχο; Πιστεύουμε ότι θα πρέπει να δίνεται από το Δ/ντη ή τον Αρχ/κα.
Η διάταξη του άρθρου 53 παρ. 1 περ. 2 ίσως πρέπει να γίνει περισσότερο σαφής και να ορίζει ρητά ότι δεν δικαιούται να λάβει άδεια κατάδικος που είναι παράλληλα και υπόδικος για άλλο κακούργημα, για το οποίο μπορεί να επιβληθεί προσωρινή κράτηση, όσο διαρκεί η προδικασία ή, έστω, ωσότου καταδικασθεί σε πρώτο βαθμό. Πολλά Συμβούλια ερμηνεύουν – αυστηρά κατά την άποψή μου – τον όρο «εκκρεμής’ ποινική διαδικασία και αρνούνται να χορηγήσουν άδεια σε κρατουμένους που καταδικάσθηκαν σε πρώτο βαθμό, αλλά στη συνέχεια άσκησαν έφεση κατά της καταδικαστικής απόφασης. Η άσκηση έφεσης δηλαδή εδώ φαίνεται να λειτουργεί σε βάρος του κρατουμένου-καταδίκου. Πρέπει μάλιστα να λάβει κανείς υπόψη του ότι, αν ο κατάδικος καταδικασθεί και πάλι για άλλη πράξη και ασκήσει έφεση, μπορεί να απολυθεί με τον όρο της ανάκλησης, αν συντρέχουν και οι άλλες βέβαια προυποθέσεις που ορίζει ο νόμος, αλλά δεν μπορεί να λάβει άδεια… To ζήτημα βέβαια αλλάζει, αν ο σκοπός του νόμου είναι να μη χορηγούνται άδειες σε κρατουμένους που διώκονται και για άλλο κακούργημα, ωσότου καταδικασθούν αμετάκλητα και για το δεύτερο αυτό κακούργημα. Το ζήτημα αυτό καλό είναι να διευκρινισθεί στο νέο νόμο. Ευχαριστώ.