Άρθρο 91: Σκοποί και Αρμοδιότητες Δικηγορικών Συλλόγων.

Στους Δικηγορικούς Συλλόγους ανήκει:
(α) Η υπεράσπιση των αρχών και κανόνων του κράτους δικαίου σε μια δημοκρατική πολιτεία.
(β) Η διασφάλιση της λειτουργίας ενός ανεξάρτητου και με κύρος δικαστικού συστήματος, το οποίο οφείλει να απονέμει αξιόπιστη δικαιοσύνη στο όνομα του Ελληνικού λαού.
(γ) Η μέριμνα για τη συνδρομή των προϋποθέσεων για την αξιοπρεπή άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος όσο και για την εν γένει διαβίωση του δικηγόρου.
(δ) Η διασφάλιση του σεβασμού και της τιμής που οφείλονται στο δικηγόρο από τη δικαστική και κάθε Αρχή και εξουσία κατά την άσκηση του λειτουργήματός του.
(ε) Η διατύπωση γνωμών και προτάσεων που αφορούν στη βελτίωση της νομοθεσίας, την ερμηνεία και την εφαρμογή της. Στο πλαίσιο αυτό οι Δικηγορικοί Σύλλογοι αναγνωρίζονται ως σύμβουλοι της Πολιτείας και συμμετέχουν υποχρεωτικά στις σχετικές νομοπαρασκευαστικές επιτροπές.
(στ)Η διατύπωση κρίσεων και προτάσεων για τη βελτίωση της λειτουργίας και της απονομής της δικαιοσύνης.
(ζ) Η άσκηση παρεμβάσεων ενώπιον Δικαστηρίων και κάθε Αρχής (στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι Ανεξάρτητες Αρχές) για κάθε ζήτημα που ενδιαφέρει τα μέλη του Συλλόγου ή το δικηγορικό σώμα γενικότερα, καθώς και για κάθε ζήτημα εθνικού, κοινωνικού ή πολιτισμικού περιεχομένου. Για την υλοποίηση και επίτευξη αυτού του σκοπού οι Δικηγορικοί Σύλλογοι μπορούν να υποβάλλουν αγωγή, κυρία ή πρόσθετη παρέμβαση, αναφορά, μήνυση, δήλωση παράστασης πολιτικής αγωγής, αίτηση ακύρωσης, ουσιαστική προσφυγή και γενικά οποιοδήποτε ένδικο βοήθημα και μέσο οποιασδήποτε φύσης κατηγορίας ενώπιον κάθε δικαστηρίου ποινικού, πολιτικού, διοικητικού ουσίας ή ακυρωτικού ή Ελεγκτικού οποιουδήποτε βαθμού δικαιοδοσίας.
(η) Η συνεργασία με άλλους επιστημονικούς και επαγγελματικούς φορείς σε θέματα κοινού και ευρύτερου ενδιαφέροντος.

  • 18 Φεβρουαρίου 2013, 14:40 | Σίμος Ι. Σαμαράς

    Οι περ. α΄ & β΄ περιττεύουν γιατί αναφέρονται σε υποχρεώσεις της κεντρικής εκτελεστικής εξουσίας. Ειδικά η περ. β΄ αφήνει περιθώριο επέμβασης στα εσωτερικά ζητήματ της δικαιοσύνης, με συνέπεια να προσκρούει στη διάκριση των λειτουργιών κατ’ άρθ. 26 Συντ. και την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης κατ’ άρθ. 87 Συντ. Άλλωστε, τέτοιες ρυθμίσεις απουσιάζουν από το ισχύον άρθ. 199 ΚΔικ.

    Οι περ. γ΄ & δ΄ εμφανίζονται ενιαία ως περ. α΄ άρθ. 199 ΚΔικ, κάτι που θα έπρεπε να γίνει και στο ΠρσχΝ εξαιτίας της συνάφειάς τους, για λόγους συντομίας και συστηματικής ενότητας. Εδώ θα έπρεπε να γίνει προς άρση σκοπίμων παρερμηνειών η διευκρίνιση με προσθήκη της πειθαρχικής εποπτείας, που ως υποχρέωση των δικηγορικών συλλόγων θεμελιώδη για την ύπαρξή τους δεν μπορεί να εξαρτάται από την καταβολή ανταλλάγματος.

    Στην περ. ε΄ το εδ. β΄, υποχρεωτική συμμετοχή των δικηγορικών συλλόγων σε νομοπαρασκευαστικές επιτροπές, κατατείναι μάλλον μνα κατοχυρώσει θέσεις απασχόλησης στους συνδικαλιστές τους παρά να συμβάλλει στην ορθή συγκρότηση των νομοπαρασκευαστικών επιτροπών, καθώς οι διοικούντες τους συλλόγους λόγω του τρόπου εκλογής τους έχουν συνδικαλιστική αλλά όχι επιστημονική νομιμοποίηση.

    Στην περ. ζ΄ τα ζητήματα που αφορούν τα μέλη του δικηγορικού συλλόγου καθ’ έκαστον αποτελούν ατομικές υποθέσεις. Καθώς οι δικηγορικοί σύλλογοι αποτελούν με βάση τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου εποπτικές αρχές κι όχι συνδικαλιστικές ενώσεις – δεν θα μπορούσαν άλλωστε να είναι τέτοιες γιατί θα πλήττονταν η ελευθερία της συνένωσης (άρθ. 11 ΕΣΔΑ, 22 §§ 1 & 2 Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά & Πολιτικά Δικαιώματα, 12 § 1 Χάρτη Θεμ. Δικαιωμάτων Ευρ. Ένωσης) λόγω αναγκαστικής συμμετοχής – δεν έχουν έννομο συμφέρον να παρεμβαίνουν υπέρ των μελών τους στις ατομικές τους υποθέσεις. Αυτό δέχεται κι η ημεδαπή νομολογία. Άλλωστε, αν γινόταν δεκτό το αντίθετο, θα κινδύνευαν οι δικ. σύλλογοι να μετατραπούν σε οχήματα επιδίωξης ατομικών συμφερόντων. Η απαρίθμηση των ενδίκων βοηθημάτων και μέσων του εδ. β΄ της περ. ζ΄ περιττεύει ως πλεοναστική ενόψει του εδ. α΄, στο οποίο θα μπορούσε να γίνεται λόγος, αντί για παρεμβάσεις, για ένδικα βοηθήματα και μέσα.

    Η περ. η΄ περιττεύει, αφού η συνεργασία δεν απαγορεύεται κατά τις κοινές διατάξεις, ούτε συνάγεται το αντίθετο.

    ΣΙΜΟΣ Ι. ΣΑΜΑΡΑΣ – Δικηγόρος
    Υπ. Διδάκτορας Νομικής Πανεπιστημίου Αθηνών
    http://www.nomologio.wordpress.com

  • 13 Φεβρουαρίου 2013, 13:40 | Αναστασία Γιογλή

    Το εδάφιο β της περιπτ ζ να τεθεί ως παρ 2, ώστε να καταλαμβάνει και όλες τις άλλες περιπτώσεις (α έως ε)

  • Στο άρθρο 91 «Σκοποί και αρμοδιότητες Δικηγορικών Συλλόγων» το εδάφιο γ να συμπληρωθεί ως ακολούθως:
    «(γ) Η μέριμνα για τη συνδρομή των προϋποθέσεων για την αξιοπρεπή άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος όσο και για την εν γένει διαβίωση του δικηγόρου. Ειδική μέριμνα λαμβάνεται για την υποστήριξη του δικηγόρου με αναπηρία και την διασφάλιση της προσβασιμότητας σε αυτόν των υποδομών, υπηρεσιών και διαδικασιών του δικηγορικού συλλόγου».

  • 11 Φεβρουαρίου 2013, 12:07 | ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΠΑΪΡΑΚΤΑΡΗΣ

    ΑΚΡΙΒΩΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΕΠΙΒΑΛΕΤΑΙ Ο ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΣΑΝ ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΣ ΝΑ ΕΧΕΙ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΚΑΙ ΟΧΙ ΤΟ ΠΡΟΝΟΜΙΟ ΝΑ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΥΠΟΒΑΛΛΕΙ ΑΤΕΛΩΣ ΜΗΝΥΣΗ ΓΙΑ ΑΞΙΟΠΟΙΝΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΔΙΩΚΟΝΤΑΙ ΑΥΤΕΠΑΓΓΕΛΤΩΣ ΚΑΙ ΥΠΕΠΕΣΑΝ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΤΟΥ ΩΣΤΕ ΝΑ ΕΝΙΣΧΥΘΕΙ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΣΗ ΤΩΝ ΚΑΘΗΚΟΝΤΩΝ ΤΟΥ ΚΑΙ ΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΕΙ ΑΝΑΣΤΑΛΤΙΚΟ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑ ΣΤΗΝ ΑΥΘΑΙΡΕΣΙΑ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΩΝ.ΑΛΛΙΩΣ ΤΟΝ ΥΠΟΒΙΒΑΖΟΜΕ ΣΤΗΝ ΚΑΤΩΤΑΤΗ ΒΑΘΜΙΔΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΣΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΤΟΥ ΚΑΡΠΑΖΟΕΙΣΠΡΑΚΤΟΡΑ!!!!!