Ο δικηγόρος κατά την άσκηση των καθηκόντων του:
(α) υπερασπίζεται τις θεμελιώδεις διατάξεις του Συντάγματος και τους νόμους, τη Χάρτα των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τις διεθνείς και ευρωπαϊκές συμβάσεις για τα δικαιώματα του ανθρώπου,
(β) ακολουθεί τις παραδόσεις του υπερασπιστικού λειτουργήματος και τους κανόνες δεοντολογίας, όπως έχουν διαμορφωθεί ιστορικά κατά την άσκηση της δικηγορίας και διατυπώνονται στο παρόντα νόμο,
(γ) τηρεί εχεμύθεια, απαραβίαστη υπέρ του εντολέα του, για όσα αυτός του εμπιστεύθηκε με αφορμή την άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος ή αντιλήφθηκε κατά την ενασχόληση με την υπόθεσή του,
(δ) δεσμεύεται από το περιεχόμενο της εντολής που αποδέχτηκε, εκτός εάν συγκεκριμένη ενέργεια ή παράλειψη στο πλαίσιο της εντολής έρχεται σε αντίθεση με τα νόμιμα καθήκοντά του,
(ε) δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε καθοδήγηση, υποδείξεις και εντολές αντίθετες προς τον παρόντα νόμο ή μη συμβατές με τη φύση του λειτουργήματός του.