1. Αποβάλλει αυτοδίκαια την ιδιότητα του δικηγόρου και διαγράφεται από το μητρώο του συλλόγου του οποίου ήταν μέλος:
α) εκείνος που στο πρόσωπό του συντρέχει περίπτωση από αυτές που αποκλείουν τη δυνατότητα διορισμού του ως δικηγόρου κατά τις διατάξεις των άρθρων του παρόντος ή αν διαπράξει απιστία και τιμωρηθεί όπως παραπάνω κατά την άσκηση του επαγγέλματός του
β) εκείνος που μετά το διορισμό του στερείται για οποιονδήποτε λόγο της ελληνικής υπηκοότητας ή της υπηκοότητας κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
γ) εκείνος που διορίζεται ή κατέχει οποιαδήποτε έμμισθη θέση με σύμβαση εργασιακής ή υπαλληλικής σχέσης σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή υπηρεσία δημόσια (πολιτική ή στρατιωτική), δικαστική, δημοτική, κοινοτική ή νομικού προσώπου δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου ή σε Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
δ) εκείνος που αποκτά την εμπορική ιδιότητα σύμφωνα με τις διατάξεις του Εμπορικού νόμου.
ε) εκείνος που ασκεί άλλη επιστήμη, τέχνη, εμπόριο και ιδιαίτερα μεσιτεία καθώς και κάθε άλλη εργασία, υπηρεσία ή απασχόληση που δεν συνάδει με το δικηγορικό λειτούργημα.
2. Δικηγόρος που στο πρόσωπό του συντρέχει μία από τις περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου υποχρεούται να προβεί σε σχετική δήλωση χωρίς υπαίτια καθυστέρηση στο σύλλογο που ανήκει, να υποβάλλει την παραίτησή του.
3. Η απώλεια της ιδιότητας του δικηγόρου επέρχεται αυτοδίκαια μόλις συντρέξει μία από τις περιπτώσεις της παραγράφου 1. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης αυτεπάγγελτα ή ύστερα από αίτηση του οικείου δικηγορικού συλλόγου βεβαιώνει την αποστέρηση του δικηγόρου από την ιδιότητά του και αφ΄ότου επήλθε το γεγονός που την προκάλεσε. Η απόφαση αυτή, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης, ανακοινώνεται προς τον οικείο δικηγορικό σύλλογο. Το κύρος των διαδικαστικών πράξεων που διενήργησε ο δικηγόρος μέχρι την έκδοση της πιο πάνω απόφασης δεν θίγεται.